Best Sellers

Ξένη λογοτεχνία

Ο πόλεμος των σκουπιδιών

Αλεξάντερ Κλαπ

Πού πάνε τα σκουπίδια; Ποιες χώρες φορτώνονται τα απορρίμματα του δυτικού κόσμου; Ποιον δηλητηριάζουν οι πεταμένες ηλεκτρονικές συσκευές μας; Πώς χρησιμοποιούν οι πετρελαιοβιομηχανίες την ανακύκλωση ως δούρειο ίππο για να προωθήσουν την υπερπαραγωγή πλαστικού; Ο πόλεμος των σκουπιδιών μαίνεται σήμερα ανεξέλεγκτος.

Στο βιβλίο αυτό, καρπό επιτόπιας έρευνας σε πέντε ηπείρους —από την κεντρική Αμερική και την Αφρική στο Αιγαίο και την Ινδονησία—, ο Αλεξάντερ Κλαπ αναζητά τους τόπους και τους ανθρώπους που παραλαμβάνουν τελικά τα απορρίμματά μας: τοξικά απόβλητα, ηλεκτρονικά απόβλητα, παλιοσίδερα, πλαστικά. Συνομιλεί με εργάτες και πολιτικούς, με επιστήμονες και μεσίτες σκουπιδιών, με εφοπλιστές και ακτιβιστές, εξερευνώντας τον αφανή κόσμο της παγκόσμιας διακίνησης αποβλήτων και τα θηριώδη οικονομικά συμφέροντα που τον κυβερνούν.

22.00

Ελληνική λογοτεχνία

Πάμε στη Χονολουλού

Κώστας Μπέζος

Ο χιονιάς μάς είχε τσούξει για καλά τα πρόσωπα, και τα χέρια μας, κατακόκκινα σαν λουκάνικα από την παγωνιά, είχαν τεθεί εις αχρηστίαν. Είχαμε βγει και οι τέσσερις, όλοι φίλοι καλοί, στο κατάστρωμα για να θαυμάσουμε τον δαιμονισμένο πόλεμο των στοιχείων που είχαν βαλθεί να ξεκάνουν με κάθε τρόπο το βαποράκι μας. Τα συρματόσχοινα των καταρτιών ετόνιζαν περίεργες μουσικές συνθέσεις επάνω σε μοτίβα εντελώς εξωτικά, που ερχόντουσαν άγρια και επιβλητικά από μακριά στο σκοτάδι και έπαιρναν το ραφινάρισμά τους στο σκίσιμο που τους έκαναν τα σύρματα. Ταξιδεύαμε για την Ιτέα.

Ιανουάριος 1932

Στα χαβανέζικα χονολουλού σημαίνει «προστατευμένος κόλπος». O Κώστας Μπέζος (1905-1943), σκιτσογράφος και μουσικός, επεδίωκε να πραγματοποιήσει μέσα σε ονειρεμένους τεχνητούς παραδείσους όσα αληθινά ταξίδια δεν είχε προφτάσει να κάνει. Τι ήταν, όμως, η Χονολουλού γι’ αυτόν; Ένας όρμος της φαντασίας του ή ένα μέρος που δεν κατάφερε να πάει;

Μουσικές από τη Χαβάη, εξωτικές κιθάρες, σκίτσα, μεταμεσονύχτια καμπαρέ, περιηγήσεις στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια, στην Αίγυπτο και στην Τουρκία μπλέκονται σε ένα ενιαίο αφήγημα αποτυπώνοντας το πορτρέτο μιας εποχής και πλάθοντας μια διαφορετική εξιστόρηση από αυτήν που έχει καταγράψει η επίσημη ιστορία για την Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

Παράλληλα, τα βιωματικά κείμενα του Μπέζου μας μεταφέρουν την αγωνία ενός ανθρώπου να κατανοήσει την εποχή του και τον εαυτό του μέσα από νυχτερινές περιπλανήσεις και ταξίδια. Η προσπάθειά του να καθιερώσει στον ελληνικό χώρο τις χαβάγιες, ένα υβριδικό είδος μουσικής με επιρροές από τη Χαβάη, είναι κάτι που τελικά θα τον φέρει σε υπαρξιακή σύγκρουση με την άλλη του ιδιότητα, αυτήν ενός καταξιωμένου σκιτσογράφου, πριν τελικά καταρρεύσει μέσα στις δύσκολες συνθήκες της Κατοχής.

27.56

Ξένη λογοτεχνία

Ο αυτοκράτορας της χαράς

Όσιαν Βουόνγκ

«Το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο είναι να ζήσεις μονάχα μια φορά». Ο Χάι, δεκαεννιάχρονος Αμερικανο-βιετναμέζος, κάτοικος της Ανατολικής Χαράς του Κονέκτικατ, ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει πέφτοντας από μια γέφυρα. Τον σταματά μια ηλικιωμένη από τη Λιθουανία με αρχικά συμπτώματα άνοιας. Οι δυο τους γίνονται αχώριστοι και η ζωή τους αλλάζει.

Ο πολυβραβευμένος συγγραφέας του Στη γη είμαστε πρόσκαιρα υπέροχοι Όσιαν Βουόνγκ (γενν. Βιετνάμ, 1988) επιστρέφει μ᾽ ένα βαθιά συγκινητικό μυθιστόρημα για όσα μας στοιχειώνουν, για τη ζωή στο περιθώριο, για τους ανθρώπους που επιλέγουμε να γίνουν η οικογένειά μας και για το πώς πείθουμε τον εαυτό μας για μια δεύτερη ευκαιρία.

23.00

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Kopf Hock / Ψηλά το κεφάλι

Φάνης Παπαδημητρίου

Τον Ιούλιο του 2008 ο δεκαεννιάχρονος Φάνης, με μόνο εμπόδιο στις προοπτικές της επαγγελματικής ποδοσφαιρικής του καριέρας τους νεανικούς παραβατικούς πειραματισμούς του, εκσφενδονίστηκε από το πίσω κάθισμα μιας μηχανής στην Πάρο, όπου έκανε διακοπές με την παρέα του, σε έναν κόσμο όπου τίποτε δεν ήταν πλέον αυτονόητο.

Τι κάνεις όταν από εκεί που έπαιζες μπουνιές στα Εξάρχεια και έψαχνες ναρκωτικά στην Πλατεία Βάθη, πρέπει να μάθεις πώς να χρησιμοποιείς σανίδα για να μεταφερθείς στο κρεβάτι σου; Ποια είναι η λύση όταν το πατρικό σου έχει σκαλιά; Πώς μπορείς να τα καταφέρεις να ζήσεις αυτόνομα όταν είσαι ανειδίκευτος, άνεργος και εθισμένος στον τζόγο; Και τι γίνεται με τις σχέσεις με το άλλο φύλο;

Όπως και το αμαξίδιο, ο λόγος είναι άλλο ένα όχημα που ο Φάνης μαθαίνει να χρησιμοποιεί για να προχωρήσει σε αυτήν τη συγκινητική αυτοβιογραφία, που το ψυχικό σθένος μένει άσβεστο όταν βρέχει τουλούμια από παντού και το ζητούμενο είναι να κρατάς πάντα Ψηλά το Κεφάλι.

 

15.00

Μπούργκο Πάρτριντζ

«Το όργιο είναι ένα οργανωμένο ξέσπασμα ενεργητικότητας, η εκτόνωση της υστερίας που έχει συσσωρευτεί από την εγκράτεια και τον περιορισμό, και ως τέτοιο τείνει να έχει μια φύση υστερική ή καθαρτική. Κάθε είδος περιορισμού παράγει και τις εντάσεις του. O άνθρωπος βρίσκεται στην άβολη θέση να διαθέτει τόσο πολιτισμένες όσο και ζωικές ροπές που πρέπει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να συμφιλιωθούν, συνήθως εις βάρος των δεύτερων. Όμως η αυξανόμενη πίεση δεν μπορεί να συγκεντρώνεται απεριόριστα και οδηγεί τελικά στην απελευθέρωση από κάθε είδους ένταση, δηλαδή το όργιο…»

Για τη λογοτεχνία, τις τέχνες, αλλά και τη γραμματολογία, το ενδιαφέρον για το ερωτικό στοιχείο δεν είναι ασφαλώς καθόλου όψιμο, όσο κι αν από γεωγραφικής και πολιτισμικής άποψης τα ερωτικά και σεξουαλικά ήθη μοιάζουν να ποικίλλουν θεαματικά ανά τους αιώνες. Με την ανάλογη διάθεση, οι εκδόσεις Οξύ επιχειρούν να συστήσουν στο αναγνωστικό κοινό μια σειρά λογοτεχνικών και δοκιμιακών τίτλων που έδωσαν το στίγμα τους όχι μόνο γιατί σκανδάλισαν την εποχή που εκδόθηκαν, αλλά κυρίως γιατί παραμένουν επιδραστικοί μέχρι και σήμερα πραγματευόμενοι –τι άλλο;– το αρχαιότερο των ενστίκτων.

Η σειρά εγκαινιάζεται με την Ιστορία των οργίων του Άγγλου συγγραφέα και διανοούμενου Burgo Partridge (1935-1963), μια εμβριθή ιστορική μελέτη για τις πολύμορφες εκφάνσεις της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.

16.90

Πατρίσια Χάισμιθ

«Πέντε ώρες αργότερα το πλοίο είχε δέσει στον Πειραιά. Ο Τσέστερ άνοιξε δρόμο προς την κουπαστή μέσα από ένα πλήθος επιβάτες και αχθοφόρους που είχαν ανέβει για να βοηθήσουν τον κόσμο να μεταφέρει τις βαλίτσες του. Είχε πάρει με την ησυχία του πρωινό στην καμπίνα του, περιμένοντας να επιβιβαστεί μπροστά ο πολύς κόσμος. ‘Ομως τώρα διαπίστωσε ότι η αποβίβαση δεν είχε καν αρχίσει. Τα σπίτια της περιοχής και το λιμάνι του Πειραιά έμοιαζε να βρίσκονται μέσα στο χάος και τη σκόνη. Ο Τσέστερ απογοητεύτηκε που δεν μπορούσε να δει την Αθήνα στο βάθος. Άναψε τσιγάρο και χάζεψε τις κινούμενες ή σταθερές φιγούρες στη φαρδιά προβλήτα. Αχθοφόροι στα μπλε μερικοί με μάλλον τριμμένα παλτά βάδιζαν νευρικά, ρίχνοντας ματιές προς το πλοίο έμοιαζαν περισσότερο με ανθρώπους που ετοιμάζονταν να παζαρέψουν συνάλλαγμα ή ταξιτζήδες παρά με αστυνομικούς, σκέφτηκε ο Τσέστερ. Το βλέμμα του περιπλανήθηκε σε όλο το μήκος της προβλήτας, από δεξιά προς τ’ αριστερά κι ανάποδα. Όχι, δεν φαινόταν κανείς από αυτούς τους ανθρώπους να τον περιμένει. Η σκάλα είχε πέσει κι αν υπήρχε κάποιος γι’ αυτόν, δεν θ’ ανέβαινε πάνω, αντί να τον περιμένει κάτω στην προβλήτα; Φυσικά. Ο Τσέστερ καθάρισε το λαιμό του και τράβηξε μια ελαφριά ρουφηξιά. Ύστερα γύρισε και είδε την Κολέτ.
«Η Ελλάδα, του είπε χαμογελώντας.»

Έχοντας φύγει από τις ΗΠΑ, όπου κινδυνεύει να φυλακιστεί για απάτες, ο Τσέστερ ΜακΦάρλαντ κατέφυγε στην Ελλάδα με τη γοητευτική γυναίκα του, την Κολέτ. Και οι δύο προσπαθούν να έχουν το ύφος αθώων τουριστών στην Αθήνα. Μέχρι τη μέρα που στον πανικό του ο Τσέστερ σκοτώνει, χωρίς να το θέλει, έναν ιδιαίτερα περίεργο αστυνομικό επιθεωρητή, στον έκτο όροφο του ξενοδοχείου Κίνγκ’ς Πάλας.

Γιατί ο Ράυνταλ Κήνερ, ένας αργόσχολος και άφραγκος νέος Αμερικανός, που εδώ και λίγο διάστημα παρατηρεί αυτό το ζευγάρι, προτείνει τη βοήθειά του; Ο Τσέστερ περιμένει έναν εκβιασμό, αλλά ο Ράυνταλ μοιάζει να ενδιαφέρεται κυρίως για τη γοητευτική κυρία ΜακΦάρλαντ.

Με τον τρόπο αυτό οι τρεις εκτός τόπου Αμερικανοί πρωταγωνιστές της Πατρίτσια Χάισμιθ θα βρεθούν δέσμιοι ο ένας του άλλου, σ’ έναν αγώνα προς τον όλεθρο, σε μια απ’ αυτές τις ίντριγκες με την αλάνθαστη ακρίβεια όπου διαπρέπει η μυθιστοριογράφος της σειράς του “Ρίπλεϋ”, του “Γυάλινου κελιού” και άλλων αριστουργημάτων.

Όλα αυτά συμβαίνουν με φόντο την Ελλάδα των αρχών του ’60, ανάμεσα στο καφέ Μπραζίλιαν, το ξενοδοχείο Κίνγκ’ς Πάλας και τη Μεγάλη Βρετανία, το Μουσείο Μπενάκη και τα φτηνοξενοδοχεία της Ομόνοιας, και στα Χανιά, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο της Κρήτης και το Ανάκτορο της Κνωσού, που θα γίνει το ανατριχιαστικό σκηνικό ενός φόνου.

16.45

Ρίτσαρντ Ρομάνους

Εκείνος ηθοποιός με χαρακτηριστικούς ρόλους δίπλα σε σημαντικούς ηθοποιούς και σκηνοθέτες, εκείνη βραβευμένη ενδυματολόγος και παραγωγός. Ο Ρίτσαρντ και η Άνθεα, ένα επιτυχημένο ζευγάρι του Χόλιγουντ, αποφασίζουν να ζήσουν την “τρίτη πράξη” της ζωής τους εκπληρώνοντας τα παραγκωνισμένα όνειρά τους. Έτσι πουλάνε το σπίτι τους στο Λος Άντζελες και μαζί με τον σκύλο τους Γκουίντο και 22 κούτες ξεκινούν να βρουν τον παράδεισο. Πρώτη στάση η Σκιάθος, όπου αυτοί οι δυο χολιγουντιανοί τύποι έρχονται αντιμέτωποι με τον κυκεώνα της ελληνικής γραφειοκρατίας, την ιδιότυπη αίσθηση του χρόνου στην Ελλάδα, αλλά και… την κατσίκα του γείτονα που μασουλάει τις τριανταφυλλιές τους. Και στον αντίποδα, η αθωότητα και η γενναιοδωρία των κατοίκων του νησιού. Η θεατρική και άμεση αφήγηση του Ρίτσαρντ Ρομάνους, γεμάτη χιούμορ και ευαισθησία, συνθέτει ένα γοητευτικό ταξίδι αλλά και μία εσωτερική περιπλάνηση, καθώς ο ίδιος και η Άνθεα ξαναβρίσκουν κομμάτια του εαυτού τους που είχαν χάσει στους φρενήρεις ρυθμούς του Χόλιγουντ. Ταυτόχρονα η φρέσκια ματιά τους πάνω στην Ελλάδα και τους Έλληνες μας προσφέρει μία ευκαιρία να επανεκτιμήσουμε την αξία του κόπου μας σ’ αυτή τη δύσκολη εποχή.

16.50

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Γράψιμο… Τι ιδέα κι αυτή!

Φλοράνς Νουαβίλ

Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Φλοράνς Νουαβίλ και ο σύζυγός της συνδέονταν με μακρά φιλία με το ζεύγος Κούντερα.

Έτσι λοιπόν προέκυψαν κι αποτυπώθηκαν στο βιβλίο αυτό σκηνές πονηρούτσικης συνενοχής, γεύματα μεσημεριανά στο Τουκέ, επισκέψεις στο διαμέρισμα του ζεύγους, συναντήσεις καφενειακές, η αβάσταχτη νοσταλγία μιας ασήμαντης φλυαρίας σ’ ένα εξοχικό εστιατόριο, στιγμές κι αισθήσεις στιγμιαίες που ζωντανεύουν με τρυφερότητα το (βιωμένο) έργο και τη (μυθιστορηματική) ζωή του Μίλαν Κούντερα.

Η κεντροευρωπαϊκή πολιτισμική ρίζα που διαπερνά τη σκέψη και τη δράση του Κούντερα αναδεικνύεται εδώ γλαφυρά: Σπαράγματα από κείμενα και συζητήσεις, αναμνήσεις, ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο από τη Βοημία και πλήθος φωτογραφίες συγκεντρώνονται με έναν και μόνο στόχο: να γεννήσουν στον αναγνώστη την επιθυμία της (επαν)ανακάλυψης ενός μέγιστου καλλιτέχνη του 20ού αιώνα.

Συγγραφέας όσο και μουσικός, ο Μίλαν Κούντερα, εχθρός του δημόσιου κουτσομπολιού και της πληκτικής βιογράφησης, βρήκε στη Φλοράνς Νουαβίλ μια γραφίδα ικανή να αναδείξει την ειρωνική, αποστασιοποιημένη ματιά του και τη μέγιστη ικανότητά του για εμβάθυνση, αλλά κι εκείνα τα αστεία με τα οποία τρέφουμε όλοι μας τα όνειρα και τα ψέματά μας.
Κριτικές

19.00