Showing all 3 results

Ιωάννα Καρυστιάνη

Ελληνική λογοτεχνία

Μικρά Αγγλία

Ιωάννα Καρυστιάνη

ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ

H ιστορία διαθέτει ναυτικό φυλλάδιο και ταξιδεύει επί μία εικοσαετία μεταφέροντας θαλασσοφαγωμένους άντρες και θαλασσοφαγωμένες γυναίκες στους μεγάλους ή ασήμαντους πλόες της ζωής, από τη Σουραμπάγια στα βυσσινοχώραφα της Άνδρου, από τα τζενεραλάδικα και τα υπερωκεάνια στη χρυσαφένια αμμουδιά του Nειμποριού και στις ασκήσεις μελαγχολίας μιας παρέας κοριτσιών, από ένα ντοματοπίλαφο στο Mπουένος Άιρες στις πιστές λαρδομούνες που κρέμονται από το στόμα της Mούραινας κι από τις συμμαχικές νηοπομπές κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου στη Pίβα και στο λευκό διώροφο των Σαλταφέρων με το τσιγκούνικο ταβάνι, που σαν απλωμένο τουλπάνι έσταζε τους ήχους τού απάνω σπιτιού και μαζί τους ήχους του έρωτα στο πανομοιότυπο κάτω σπίτι, είκοσι τέσσερις λεπτές κυπαρισσοσανίδες που ρήμαξαν ζωές.

18.00

Ελληνική λογοτεχνία

Κορνιζωμένοι

Ιωάννα Καρυστιάνη

16.00

Ελληνική λογοτεχνία

Ψιλά Γράμματα

Ιωάννα Καρυστιάνη

Το βρόμικο κόλπο, να ξεχάσεις μόνον τα άσχημα αλλά να θυμάσαι τα ωραία, δεν πετυχαίνει, η μνήμη διεκδικεί τα νόμιμα, δηλαδή όλα ή τίποτε, δηλαδή ας μείνει κάποιος να θυμάται, να θυμάται και τα ψιλά γράμματα. Υπάρχουν κάμποσα που αλίμονο αν τα θάψει κι αυτά ο νους, δεν πρόκειται για φανταχτερά ενσταντανέ και σκατοπασαλειμμένες αναμνήσεις, πρόκειται για άυλα τιμαλφή. Ευτυχώς ο εγκέφαλος του Μιχάλη Τσιούλη τα είχε κλειδώσει και ασφαλίσει.

Δεν είμαι υποχρεωμένος να μην ονειροπολώ, είπε, ούτε ντε και καλά να αισιοδοξώ και να ευτυχώ, αφού όλα πιο ρηχά, ούτε μύχια της ύπαρξης, ούτε γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, ούτε πού έδυ σου το κάλλος.

Δοκίμασα, συνέχισε, να αρκεστώ στο μικρομεσαίο μου μερτικό καθημερινότητας, να μοιάσω με την πλειοψηφία των πιο νορμάλ, να γίνω και λίγο ζαμανφουτίστας, όμως δεν μου είπε πολλά η πραγματικότητα, δεν ήξερα πώς να κινηθώ άνετα σ’ αυτήν.

Η νύχτα στο θρόνο της, με το αεράκι να περιοδεύει σε όλο το λεκανοπέδιο, σε όλο τον κόλπο του Σαρωνικού και τα άστρα ψηλά να σπιθίζουν ακατάστατα, να κάνουν του κεφαλιού τους.

Τύχη αγαθή, ο Τσιούλης είχε ιδεί το φεγγάρι σε πενήντα, μπορεί και παραπάνω, παραλλαγές. Ολόχρυσο. Ασημένιο. Άσπρο, πελώριο και οριζοντιωμένο σαν αιώρα. Χορτάτο μωρό να αποκοιμιέται στην αγκαλιά ενός κοκκινωπού σύννεφου. Αγέρωχο και ανοξείδωτο να κοντρολάρει την έξαρση της νύχτας. Απόψε δε, μπλαβογκριζοκίτρινο σαν τα μάτια σου, χαζομηχανικέ, κατά τη Σαλονικιά νοσηλεύτρια, κάποτε.

18.00