Showing all 2 results

Ντιντιέ Εριμπόν

Κοινωνιολογία

Επιστροφή στη Ρενς

Ντιντιέ Εριμπόν

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Ντιντιέ Εριμπόν επιστρέφει στη Ρενς, τη γενέτειρά του στη βόρεια Γαλλία, ύστερα από 30 χρόνια. Το ταξίδι αυτό τον φέρνει αντιμέτωπο με ένα παρελθόν με το οποίο είχε κόψει κάθε δεσμό, σηματοδοτώντας για τον συγγραφέα μια τολμηρή κατάδυση στην οικογενειακή ιστορία του και τις κοινωνικές καταβολές του. Ο Εριμπόν ανασύρει στη μνήμη του τον κόσμο της εργατικής τάξης –τον κόσμο των παιδικών του χρόνων– και ανασυστήνει την πορεία της κοινωνικής του ανέλιξης. Μέσα από αυτή την προσωπική αφήγηση, αναπτύσσει τις σκέψεις του για τις κοινωνικές τάξεις και το σχολικό σύστημα, την κατασκευή των ταυτοτήτων και την ομοφυλοφιλία, την ομοφοβία και τον ρατσισμό, την Αριστερά και την Ακροδεξιά, τις εκλογές και τη δημοκρατία. Επανεντάσσοντας τις προσωπικές διαδρομές στους μηχανισμούς κοινωνικής αναπαραγωγής και κοινωνικού αποκλεισμού, ο συγγραφέας θέτει εντέλει καίρια ερωτήματα σχετικά με την πολλαπλότητα των μορφών που παίρνει η κυριαρχία και, συνεπώς, η αντίσταση.

Η Επιστροφή στη Ρενς είναι η αυτοβιογραφική ανάλυση ενός από τους σημαντικότερους στοχαστές της εποχής μας, αλλά κι ένα κλασικό πλέον έργο κοινωνιολογίας και κριτικής θεωρίας. Γνώρισε τεράστια επιτυχία στη Γαλλία, όπου κυκλοφόρησε το 2009, και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Το 2017 διασκευάστηκε και μεταφέρθηκε στο θέατρο από τον Τόμας Οστερμάγιερ. Η ανάγνωση της Επιστροφής στη Ρενς υπήρξε, μεταξύ άλλων, καθοριστική για τον συγγραφέα Εντουάρ Λουί (μέλος, μαζί με τον Εριμπόν και τον φιλόσοφο και κοινωνιολόγο Ζεφρουά ντε Λαγκανερί, ενός ενεργού πυρήνα αριστερών διανοουμένων), ο οποίος αφιερώνει στον Εριμπόν το πρώτο του βιβλίο Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ (μτφρ. Μιχάλης Αρβανίτης, Αντίποδες, 2018).

19.00

Ντιντιέ Εριμπόν

Συνεχίζοντας το έργο που ξεκίνησε, με αφορμή τον θάνατο του πατέρα του, στην Επιστροφή στη Ρενς (Νήσος, 2020), ο Ντιντιέ Εριμπόν στο νέο αυτό βιβλίο καταπιάνεται με “τη ζωή, τα γηρατειά και τον θάνατο” της μητέρας του, μιας “γυναίκας του λαού”, όπως εύγλωττα δηλώνει ο τίτλος, από εκείνες που “σπάνια κάποιος αφηγείται την ατομική τους ιστορία”.

Ο συγγραφέας ανασυστήνει εδώ τη ζωή της μητέρας του σε όλες της τις εκφάνσεις: από την εποχή που ήταν οικιακή βοηθός, καθαρίστρια και κατόπιν εργάτρια σε εργοστάσιο, μέχρι τα χρόνια της συνταξιοδότησης, της σταδιακής σωματικής κατάπτωσης και της εισαγωγής σε οίκο ευγηρίας. Πρόθεσή του, όπως λέει, δεν είναι να σκιαγραφήσει ένα “ατσαλάκωτο” πορτρέτο: ο ελεγειακός τόνος εναλλάσσεται περίτεχνα με μια νηφάλια καταγραφή που συνομιλεί με πλήθος έργων από τα πεδία της λογοτεχνίας, της κοινωνιολογίας, της φιλοσοφίας. Ο Εριμπόν, καθώς αφηγείται τη φθίνουσα πορεία της μητέρας του προς το τέλος, θέτει συγχρόνως καίρια ερωτήματα για τη σχέση μας με τους ηλικιωμένους, για τη σχέση των ηλικιωμένων με τον χρόνο και τον θάνατο, για τις συνθήκες διαβίωσης στις μονάδες φροντίδας.

Τα γηρατειά εντέλει στο βιβλίο αυτό γίνονται εφαλτήριο για μια πολιτική θεώρηση. Ο Εριμπόν αναλύει την εμπειρία του γήρατος υπό το πρίσμα του αποκλεισμού της από τη δυτική φιλοσοφία, οδηγούμενος έτσι σε μια σειρά ερωτημάτων που αρθρώνονται με γνήσια πολιτικούς όρους: Μπορούν οι ηλικιωμένοι να “μιλήσουν”; Να γίνουν υποκείμενα ενός πολιτικού λόγου που εκφέρεται σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, ως ένα “εμείς”; Κι αν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε τι πρέπει να κάνουμε για ν’ ακουστεί η φωνή τους;

20.00