Προβολή όλων των 2 αποτελεσμάτων

Ξένη λογοτεχνία

Ένα μακρύ Σάββατο

Λωρ Αντλέρ, Τζωρτζ Στάινερ

13.50

Προς το τέλος της ζωής του και κατά παράβαση των συνη­θειών του, ο Τζωρτζ Στάινερ δέχτηκε να παραχωρήσει μια σειρά συνεν­τεύξεων στη διακεκριμένη Γαλλίδα δημοσιογράφο Λωρ Αντλέρ.

 

Οι συζητήσεις τους περιέλαβαν σχεδόν όλα τα θέματα που απασχόλησαν τον Στάινερ στη μακρόχρονη πνευματική του περιπλάνηση: τη μοίρα του εβραϊσμού, τη σημασία των κλασικών κειμένων, το μυστήριο της ανθρώπινης δημιουργικότητας.

 

Συναισθηματικός, διαυγής και χωρίς κανένα φόβο πια, ο Τζωρτζ Στάινερ μιλά για τη ζωή του, από τα παιδικά του χρόνια στο Παρίσι, την εξορία και τις σπουδές στην Αμερική, μέχρι τη μετακόμισή του στο Πρίνστον και κατόπιν την επιστροφή του στην Ευρώπη. Ο Στάινερ δίνει απαντήσεις, ενώ δεν παύει να θέτει ερωτήματα, συχνά προκλητικά, για το «μακρύ Σάββατο» της ανθρώπινης ύπαρξης, την ατέρμονη προσμονή, τον τρόμο της ματαιότητας και την αβέβαιη λύτρωση.

 

Ένα βιβλίο που διαβάζεται τόσο σαν πανόραμα ενός πνευματικού σύμπαντος και εισαγωγή στη σκέψη ενός μεγάλου στοχαστή του 20ού αιώνα, όσο και σαν επίλογος μιας ζωής αφιερωμένης στις ιδέες, στα κείμενα, στα γράμματα.

 

Τζωρτζ Στάινερ

9.90

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη: το φάντασμα της ιστορικής παρακμής. Κυριαρχεί ο φόβος ότι η ώρα της Ευρώπης πέρασε, ότι τα αθάνατα επιτεύγματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού δεν μπορούν πια να επαναληφθούν κι ότι πρέπει να συμφιλιωθούμε με τη σκέψη πως σε παγκόσμιο επίπεδο η Ευρώπη θα έχει εφεξής ρόλο δευτεραγωνιστικό, ή και κομπάρσου.

Στη διάλεξη αυτή, ένα απ’ τα τελευταία κείμενα που δημοσίευσε πριν το θάνατό του, ο Τζωρτζ Στάινερ επιχειρεί να «γειώσει» τη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης ― να τη μεταφέρει από τους αιθέρες των μεγάλων ιδεών στο έδαφος της βιωμένης πραγματικότητας.

Τι ορίζει την Ευρώπη; ρωτά ο Στάινερ. Και απαντά: το καφενείο, αυτή η νέα αρχαία αγορά που χωρά τον διανοούμενο και τον πολιτικό μαζί με τον εργάτη και τον άστεγο· το εξημερωμένο και αχόρταγα περπατημένο τοπίο· η διαρκής παρουσία του παρελθόντος στους δημόσιους χώρους ―στους δρόμους, στις πλατείες, στις γέφυρες― και η συνακόλουθη, συχνά ασφυκτική, κυριαρχία της μνήμης· η ριζικά αντιφατική και γι’ αυτό ανεξάντλητα γόνιμη πρωτοκαθεδρία δύο πνευματικών παραδόσεων, της ελληνικής και της εβραϊκής· τέλος, η ιστορικά μοναδική αίσθηση του πεπερασμένου των ανθρώπινων επιδιώξεων και η αναγνώριση της καταστατικής τραγικότητας της ανθρώπινης συνθήκης.

Αρκούν αυτά, αναρωτιέται ο Στάινερ, για να παραμείνει η Ευρώπη μια ιδέα που διεγείρει την ψυχή και τη φαντασία; Ή μήπως είναι καταδικασμένη «να κατοικήσει στο μεγάλο μουσείο περασμένων ονείρων που ονομάζουμε ιστορία»;