Προβολή όλων των 10 αποτελεσμάτων

Ντοροτέε Έλμιγκερ

18.00

Κύβοι και βουνά από ζάχαρη, φυτείες ζαχαροκάλαμου στην Καραϊβική, αποικιοκρατία, η εξέγερση των σκλάβων στην Αϊτή. Η Έλεν Ουέστ, νοσηλευόμενη με διάγνωση νευρικής ανορεξίας το 1921, ο πρώτος Ελβετός εκατομμυριούχος του λόττο το 1979 και η πορεία του από τη φτώχεια στα πλούτη και πάλι πίσω. Σημειώσεις, συζητήσεις με φίλους, αναρίθμητες διακειμενικές αναφορές, το φως πότε πέφτει εδώ, πότε εκεί, σε μια πορεία που δεν αφήνει αμέτοχη την κεντρική αφηγήτρια· η ερωτική περιπέτειά της με τον Φ. στο Μόντοκ του Λονγκ Άιλαντ, ο ανεκπλήρωτος έρωτας με τον Τ. Ένα ιδιότυπο μυθιστόρημα μέσα από θραύσματα αφήγησης που καθρεφτίζουν συγκρουόμενες επιθυμίες και φιλοδοξίες, μέσα και σχέσεις παραγωγής, συνθήκες και διαθέσεις γύρω από το σώμα, όλα περιστρέφονται γύρω από το σώμα· τα πάθη, το χρήμα, το φαγητό, η απληστία και η ερωτική πείνα. Ένα κολάζ, μια χειροτεχνία, με κεντρικό μοτίβο τη ζάχαρη, καθώς συμβολίζει την εθιστική σχέση του σώματος με τα πράγματα, τη ζωή και τον θάνατο, ένα μοτίβο, που εξελίσσεται, χάνεται και επιστρέφει πάντοτε γοητευτικά μέσα στο βιβλίο.

Μαρία Μάζη

13.78

«Στο σύνθημα η Ζάκι ζει, η Ζάκι φαίνεται να καθίσταται ένα σύμβολο διασταυρώσεων ταυτοτήτων, που είναι ευάλωτο στην ελληνική κοινωνία, και ένα σύμβολο κοινών αγώνων διεκδίκησης στο ελληνικό ΛΟΑΤΚΙ φαντασιακό. Παρ όλα αυτά, φάνηκε σε πολλά από αυτά τα γεγονότα η ανάγκη για μία αναθεώρηση των πολιτικών και για μία ανάπτυξη διαθεματικής οπτικής, που δεν θα βασίζεται σε εσφαλμένες ή βεβιασμένες αφηγήσεις περί ενωμένης και ίσης «κοινότητας». Στο εσωτερικό του Εμείς υπήρξαν πράγματι συγκρούσεις ανάμεσα σε όλους τους παραπάνω χώρους, που υπογράμμισαν την ανάγκη ξεδιπλώματος του φαντασιακού των κοινοτήτων και ίσως μιας ειλικρινά διαθεματικής προσέγγισης των αγώνων.

Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου/της Ζάκι τον Σεπτέμβρη του 2018 συντάραξε ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Για τις ΛΟΑΤΚΙ κοινότητες, φάνηκε να υπάρχει η ανάγκη συσπείρωσης και διαμαρτυρίας αλλά και ένας αναστοχασμός γύρω από το τι σημαίνει «ασφάλεια» και «κοινότητα», μέσω της διαχείρισης του προσωπικού και του δημόσιου πένθους».

Η έρευνα της Μαρίας Μάζη που έγινε στον απόηχο της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου, με ενεργή συμμετοχή και της ίδιας της ερευνήτριας στις κινηματικές διαδικασίες, έρχεται να φωτίσει και να εξιστορήσει μια πολύ σημαντική στιγμή των ελληνικών κινηματικών διεκδικήσεων και της ορατότητας των ΛΟΑΤ(Κ)Ι ατόμων και ομάδων, τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και στον ίδιο τον κινηματικό χώρο. Ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει και ζητήματα κοινών(;) αγώνων, αντικρουόμενων συμφερόντων, θεσμικής εμπλοκής και κινηματικού ανταγωνισμού. Ποιο είναι το Εμείς που αναδύθηκε μετά τη δολοφονία της Ζάκι; Πόσο ενιαίο είναι; Είναι τελικά ένα;

Μίλαν Κούντερα

16.03

Να φωτίζεις τα σοβαρότερα προβλήματα και ταυτόχρονα να μη γράφεις ούτε μία σοβαρή φράση, να γοητεύεσαι από την πραγματικότητα του σημερινού κόσμου και ταυτόχρονα να αποφεύγεις κάθε ρεαλισμό, αυτό είναι η “Γιορτή της ασημαντότητας”. Όποιος γνωρίζει τα προηγούμενα βιβλία του Κούντερα ξέρει ότι δεν είναι διόλου απροσδόκητη η συνήθειά του να ενσωματώνει σ’ ένα μυθιστόρημα ένα “ασόβαρο” κομμάτι. Σε αρκετά κεφάλαια της “Αθανασίας” ο Γκαίτε με τον Χέμινγουέι περπατούν μαζί, φλυαρούν και διασκεδάζουν. Και στη “Βραδύτητα” η Βέρα, η γυναίκα του συγγραφέα, λέει στον άντρα της: “Συχνά μου έλεγες πως θες να γράψεις κάποτε ένα μυθιστόρημα όπου καμία λέξη δεν θα είναι σοβαρή… σε προειδοποιώ: φυλάξου: καραδοκούν οι εχθροί σου”. Όμως ο Κούντερα, αντί να φυλαχτεί, πραγματοποιεί επιτέλους στο ακέραιο το παλιό αισθητικό όραμά του, σ’ αυτό το μυθιστόρημα που μπορεί κανείς να το δει και σαν θαυμαστή σύνοψη ολόκληρου του έργου του. Παράξενη σύνοψη. Παράξενος επίλογος. Παράξενο γέλιο, που το εμπνέει η εποχή μας, που είναι κωμική επειδή έχασε κάθε αίσθηση του χιούμορ. Τι άλλο μπορεί να πει κανείς; Τίποτα. Διαβάστε!

Τέο Ρόμβος

11.00

“…αφορισμένοι περιθώριοι, εξοστρακισμένοι καν διαφορετικοί, αποκαμωμένοι από κτηνώδεις κι ανούσιες δουλειές, απ’ τα ξενύχτια, τις απόπειρες αυτοκτονίας… τα μούτρα τους σκαμμένα βαθιά από πρόωρα γεράματα, τα πρόσωπα κιτρινισμένα από χολή και οινοποσίες, στα μάτια τους μια ρέμβη που μοιάζει με άνοια γεροντική, ανίκανοι να συμμαζέψουν τα διαλυμένα απ’ τα χάπια και τ’ αλκοόλ μυαλά τους… αιωρούμενοι σε μιαν άβυσσο που την έχουνε έντεχνα επιλέξει… σιωπηλοί, χαμένοι, μοναχικοί άνθρωποι που σέρνουν τα βήματά τους αφήνοντας πίσω αιματοκηλίδες, τις υπερόριες γραφές από τις ανοιγμένες φλέβες τους, καταλήγουνε στα άσυλα και στα τρελάδικα… οι Ζωές, οι Έρωτες, ιστορίες που μοιάζουνε πιότερο με παραμιλητό παρά με ιστορίες συγγραφέων…”

Ράσελ Μπανκς

9.79

Μια μικρή κωμόπολη αποδιοργανώνεται ψυχικά από ένα τραγικό δυστύχημα με το σχολικό λεωφορείο. Ένας δικηγόρος επισκέπτεται τους γονείς των θυμάτων προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί την κατάσταση και μια νεαρή κοπέλα οδηγεί τους πάντες στον δρόμο της θεραπείας.

Στο Γλυκό Πεπρωμένο ο Ράσελ Μπανκς χρησιμοποιεί τέσσερις διαφορετικούς αφηγητές, για να πλέξει το ηθικό δίλημμα μιας μικρής κοινωνίας. Ένα δίλημμα που φέρνει στο φως ένα από τα βασανιστικότερα ερωτήματα της ζωής: όταν το χειρότερο συμβεί, σε ποιον ρίχνεις το φταίξιμο και πώς θεραπεύεσαι από την οργή;

O Russell Banks γεννήθηκε το 1940 στη Μασαχουσέτη και μεγάλωσε φτωχικά. Παρότι κέρδισε μια πανεπιστημιακή υποτροφία, παράτησε τις σπουδές του την έκτη εβδομάδα για να ταξιδέψει νότια, με σκοπό να καταταγεί στους αντάρτες που μάχονταν να ελευθερώσουν την Κούβα, υπό τον Φιντέλ Κάστρο. Κατέληξε όμως υπάλληλος σε πολυκατάστημα στη Φλόριντα, παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη.
Ο Banks ζει σήμερα στο Keene, στα βόρεια της Νέας Υόρκης, αλλά περνά τους χειμώνες του στο Μαϊάμι. Έχει διδάξει δημιουργική γραφή στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον και διετέλεσε πρόεδρος του Διεθνούς Κοινοβουλίου των Συγγραφέων. Είναι παντρεμένος με την ποιήτρια Chase Twichell, την τέταρτη σύζυγό του. Έχει τέσσερις κόρες από προηγούμενους γάμους.

Τα βιβλία του ΡΑΣΕΛ ΜΠΑΝΚΣ έχουν μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες, τιμήθηκαν με πληθώρα διεθνών βραβείων και ξεχωρίζουν για την ευαίσθητη και ακριβή ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων των ηρώων τους, ενώ πολλά από αυτά αντανακλούν την καταγωγή του από την εργατική τάξη. Το θέμα που κυριαρχεί στα βιβλία του είναι το πώς οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις τραγωδίες αλλά και τις αναποδιές της καθημερινότητας, εκφράζουν τη λύπη και την οργή τους, αλλά και επιδεικνύουν αντοχή και ανθεκτικότητα.

Ο Μπανκς τιμήθηκε το 1985 με το βραβείο μυθιστορήματος John Dos Passos και εξελέγη μέλος της Αμερικάνικης Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών το 1996. Τα έργα του Continental drift και Cloudsplitter ήταν φιναλίστ για το Βραβείο Pulitzer για τη Λογοτεχνία το 1986 και το 1999 αντίστοιχα. Τα μυθιστορήματά του Το Γλυκό Πεπρωμένο, του 1991, και Affliction, του 1989, μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο, το 1997 και το 1998, από τους σκηνοθέτες Ατόμ Εγκογιάν και Πολ Σρέιντερ αντίστοιχα. Ο ίδιος εμφανίζεται στην ταινία του Εγκογιάν ενσαρκώνοντας τον δόκτορα Ρόμπσον.

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Ηπειρώτικο Μοιρολόι

Κρίστοφερ Κινγκ

25.00

Το 2019 ο Κρίστοφερ Κινγκ αποφάσισε να φτιάξει μια μουσική ανθολογία με τα τραγούδια του Ηπειρώτικου Μοιρολογιού, και όχι μόνο ― μια μουσική συνοδεία για την ανάγνωση του βιβλίου.

Η επεξεργασία, η μίξη και η παραγωγή της ανθολογίας έγιναν στην Αμερική, από την προσωπική συλλογή δίσκων γραμμοφώνου του Κρίστοφερ Κινγκ. Κόπηκαν περίπου 2.000 CD.

Τα CD θα ενσωματώνταν σε μια νέα, συλλεκτική έκδοση του βιβλίου. Ο συγγραφέας ήθελε η νέα αυτή έκδοση να κυκλοφορήσει όταν επιτέλους θα ερχόταν να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα το βιβλίο να μείνει εκτός κυκλοφορίας για περίπου ένα χρόνο.

Ο Κρις έκανε τελικά το όνειρό του πραγματικότητα. Εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Μονοδένδρι του Ζαγορίου.

Έτσι, το βιβλίο σελιδοποιήθηκε εκ νέου σε διαφορετική διάσταση, ώστε να μπορεί να φιλοξενήσει τη μουσική ανθολογία, γράφτηκε καινούργιος πρόλογος ειδικά για τη νέα έκδοση, και τα CD ―που περιλαμβάνουν 19 εξαιρετικά σπάνια μουσικά κομμάτια― τοποθετήθηκαν στα βιβλία με το χέρι, στα γραφεία του Δώματος, σε 1.500 αντίτυπα, αριθμημένα και μονογραφημένα από τον ίδιο τον συγγραφέα.

Καζούο Ισιγκούρο

15.93

Στο πρώτο μυθιστόρημά του μετά τη βράβευσή του με το Νομπέλ (2017), ο Καζούο Ισιγκούρο αφηγείται την ιστορία της Κλάρας, μιας Τεχνητής Φίλης με εκπληκτική παρατηρητικότητα και ιδιαίτερη ευαισθησία, η οποία από τη θέση της στο κατάστημα, όπου πωλείται, παρακολουθεί με προσοχή τη συμπεριφορά όσων έρχονται για να ρίξουν μια ματιά, αλλά και όσων περνούν απ’ έξω, στον δρόμο. Και ελπίζει πως σύντομα κάποιος θα τη διαλέξει.

Ένα βαθιά συγκινητικό βιβλίο που μας προσφέρει μια μοναδική άποψη του διαρκώς μεταβαλλόμενου κόσμου μας μέσα από τα μάτια μιας αξέχαστης αφηγήτριας. Η αριστοτεχνικά συγκρατημένη πρόζα του Ισιγκούρο ενισχύει τη συναισθηματική δύναμη και τη σπάνια τρυφερότητα του κειμένου, που διερευνά το πλέον θεμελιώδες ερώτημα: Τι σημαίνει στ’ αλήθεια ν’ αγαπάς;

Κάρσον ΜακΚάλερς

12.92

Σε μια πόλη πληκτική, μικρή, ξεκομμένη απ’ όλα τα άλλα μέρη του κόσμου, στέκει γερμένο ένα κτίριο, με τα παντζούρια του κλειστά, καρφωμένα με σανίδες.
Δεν ήταν πάντα έτσι θλιμμένο και ετοιμόρροπο.

Ήταν το καφενείο της δεσποινίδας Αμέλια κι έσφυζε από ζωή. Αυτή είναι η ιστορία της και η ιστορία του εξαδέλφου Λάιμον, που ζούσε μαζί της εκείνον τον καιρό.
Και η ιστορία του πρώην συζύγου της, που γύρισε μια μέρα στην πόλη κι έφερε την καταστροφή…

Η Μπαλάντα του Θλιμμένου Καφενείου, ένα από τα ωραιότερα έργα της Carson McCullers, δημοσιεύεται εδώ μαζί με έξι ακόμα ιστορίες, μεταξύ των οποίων το Wunderkind, το πρώτο διήγημα που εξέδωσε η συγγραφέας.

Ιστορίες για τους αταίριαστους, τους χαμένους αυτού του κόσμου.
Ιστορίες για το άπιαστο όνειρο της αγάπης και το αιώνιο βάσανο της μοναξιάς, ειπωμένες με τη μαεστρία και τη δύναμη μιας από τις πιο σπουδαίες γυναικείες φωνές της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.

Ρολάν Μπαρτ

10.80

Τι ξέρουμε για το κείμενο; Τον τελευταίο καιρό, η θεωρία επιχειρεί να δώσει κάποια απάντηση. Μένει όμως ένα ερώτημα: Τι απολαμβάνουμε από το κείμενο;

Το ερώτημα τούτο οφείλουμε να το θέσουμε έστω και μόνο για ένα λόγο τακτικής: οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην αδιαφορία της επιστήμης και στον πουριτανισμό της ιδεολογικής ανάλυσης∙ οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην ταπείνωση της λογοτεχνίας σαν απλής ψυχαγωγίας.

Πώς να θέσουμε το ερώτημα; Συμβαίνει το χαρακτηριστικό της απόλαυσης να είναι πως δεν μπορεί να ειπωθεί. Χρειάστηκε λοιπόν να προσφύγουμε σε μια άτακτη σειρά αποσπασμάτων: στιλπνές πλευρές, πινελιές, κουκκίδες – φυλακτήρια ενός αόρατου σχεδιάσματος: απλή σκηνοθεσία της ερώτησης, βλαστός εξωεπιστημονικός της κειμενικής ανάλυσης.

Ρολάν Μπαρτ

Αν διαβάζω κι απολαμβάνω τούτη τη φράση, τούτη την ιστορία ή τούτη τη λέξη, είναι γιατί έχουν γραφεί μες στην απόλαυση. Το αντίθετο όμως; Γράφοντας μες στην απόλαυση, εξασφαλίζω άραγε – εγώ, ο συγγραφέας – την απόλαυση του αναγνώστη μου; Καθόλου. Τον αναγνώστη αυτόν πρέπει να τον γυρέψω [να τον «ψαρέψω»], χωρίς να ξέρω πού είναι. Κι έτσι δημιουργείται ένας χώρος της ηδονής. Δεν είναι το «πρόσωπο» του άλλου που μου είναι αναγκαίο, είναι ο χώρος…

Ρολάν Μπαρτ

Γενικά

Ο ξένος

Αλμπέρ Καμύ

10.60

«…Αυτό που θα διαβάσει ο αναγνώστης στον “Ξένο”, είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που, δίχως τίποτα το ηρωικό στη συμπεριφορά του, δέχεται να πεθάνει για την αλήθεια. Ένιωσα εξάλλου την ανάγκη να πω, κι ας μοιάζει παράδοξο, πως προσπάθησα ν’ αποδώσω με τον ήρωά μου τον μόνο Χριστό που μας αξίζει. Είναι φανερό λοιπόν, μετά τις εξηγήσεις μου, ότι το είπα χωρίς πρόσθεση βλασφημίας, απλώς και μόνο με την κάπως ειρωνική τρυφερότητα που δικαιούται να νιώθει ένας καλλιτέχνης για τα πρόσωπα που δημιουργεί».
Αλμπέρ Καμύ, 1954