Προβολή όλων των 2 αποτελεσμάτων

Κωνσταντία Σωτηρίου

Ελληνική λογοτεχνία

Πικρία χώρα

Κωνσταντία Σωτηρίου

5.60

– Εβάρεσεν.
– Ψυχομασσιεί.
– Αντελλοσσιάζεται.
– Παλλιώνει με τον Χάρον.
– Αντζελοθωρεί.
– Βαρκαρίζει.
– Σιωπάτε! Εν ήρτεν η ώρα της ακόμα.

Στην τελευταία της νύχτα στον κόσμο, καθώς παραδίδει το πνεύμα και ψυχορραγεί, η Σπασούλα συνοδεύεται στην άλλη όχθη από τις φίλες και γειτόνισσές της, που τη συντρόφευαν σε όλη της τη ζωή. Μέσα από μύθους, παραμύθια και δοξασίες, μέσα από πικρές ιστορίες και αληθινά φαντάσματα που μόνο οι γυναίκες μπορούν να δουν και να διηγηθούν, ξεδιπλώνεται η ιστορία των μανάδων των αγνοουμένων της Κύπρου, η ματαίωση, η αναμονή, οι αλήθειες και τα ψέματα της ζωής.

Με την “Πικρία χώρα” η Κωνσταντία Σωτηρίου ολοκληρώνει την τριλογία που ξεκίνησε με τα βιβλία “Η Αϊσέ πάει διακοπές” και “Φωνές από χώμα”, με μοτίβο την αφήγηση των γυναικών για την ιστορία του πολέμου στην Κύπρο. Των γυναικών που περίμεναν, που προδόθηκαν, που δεν δικαιώθηκαν. Γιατί τόσα χρόνια, όλο τούτο που έζησα, τόσα χρόνια που τόσα για τους χαμένους τα βίωσα, ένα πράμα μόνο αν ένιωσα, αν υπάρχουν αθώοι είμαστε εμείς, εγώ, η Σπασούλα και οι άλλες που περιμέναμε, εγώ, η Σπασούλα και οι άλλες που καρτερούσαμε, εγώ και η Σπασούλα και οι άλλες. Αθώες. Μόνο εμείς.

Ελληνική λογοτεχνία

Η Αϊσέ πάει διακοπές

Κωνσταντία Σωτηρίου

4.87

«Είκοσι Ιουλίου, το θυµάσαι πολύ καλά, είχε γίνει η µεγάλη καταστροφή. Ξύπνησες το πρωί και ήταν η λεκάνη στη ρίζα της συκιάς σου γεµάτη µε σύκα ανοιγµένα. Με το νυχτικό βγήκες έξω τα χαράµατα, πήρες το φαράσι και τη σκούπα να τα µαζεύεις. Μάζευες, µάζευες και τελειωµό δεν είχαν. Τα συκαλάκια σου, σκεφτόσουν, τα µελένια σου τα σύκα και µαράζωνες τη συκιά. Και έλεγες τι θα τρώµε τώρα τον Αύγουστο που δεν θα είχες τα συκαλάκια τα γλυκά, τι θα τρώµε τον Αύγουστο που δεν θα έχουµε σύκα.

Αν δει το πλάσµαν τα σύκα να ψήννουνταιεποχήν που ’εν ένι του τζαιρού τους, σηµαίνει µεγάλον µαράζιν. Σηµαίνεικαβκάδες, καρκασαλλίκκιν, κακόν. Που τζείνα τα κακά που ’εν ηµπορεί να βάλει το σέριν του ούτε ο ίδιος ο Θεός. Τίποτε ’εν θα ηµπόρει να κάµει ο Πλάστης.

Έτσι σε βρήκε η γειτόνισσα το πρωί. Ήρθε καταχαρούµενη να σου πει τα νέα. Σωθήκαµε, σου φώναξε. Σωθήκαµε. Ήρθε η µάνα µας να µας σώσει. Ήρθε η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. “Τι κάνεις εκεί µε τα σύκα;” “Σκάσανε όλα” της είπες. “Ανοίγουνε τα συκαλάκια µου τον Ιούλιο, τα µελένια µου τα σύκα που ζηλεύει όλη η γειτονιά. Σκάνε και πέφτουνε στην αυλή. Δεν θα έχουµε σύκα να τρώµε τον Αύγουστο” είπες και βούρκωσες. Άφησες µετά τη γειτόνισσα στην αυλή και έτρεξες να ξυπνήσεις τον γιο σου. “Μάνα, τι γίνεται;” σου φώναξε. “Ήρθε” του είπες “η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. Και εµάς µας αρρώστησε η συκιά µας. Δεν θα έχουµε κάτι να την τρατάρουµε. Δεν θα µπορέσουµε τον Αύγουστο να τρώµε σύκα”. Και άρχισες ύστερα να κλαις».

Το βιβλίο βραβεύτηκε από το Πετρίδειο Ίδρυμα και το Διαδικτυακό Περιοδικό “Ζωή και Τέχνη” στο πλαίσιο του 2ου Πανελλήνιου Διαγωνισμού Λογοτεχνικών Βραβείων στην μνήμη των μ.Χριστόδουλου και Μαρίας Πετρίδη. Η συγγραφέας βραβεύτηκε το 2019 με το Βραβείο της Κοινοπολιτείας της Περιφέρειας Ευρώπης και Καναδά.