Προβολή όλων των 2 αποτελεσμάτων

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Η Ανιέζε βαδίζει προς τον θάνατο

Ρενάτα Βιγκανό

14.40

“Έμειναν σιωπηλοί για κάποια λεπτά, μετά η Ανιέζε είπε: “Εσύ πιστεύεις ότι ο πόλεμος θα τελειώσει σύντομα;”. “Δεν ξέρω” απάντησε ο Κλίντο. “Ας ελπίσουμε. Γιατί, αν δεν τελειώσει ο πόλεμος, θα τελειώσουμε εμείς”. “Εμείς δεν θα τελειώσουμε” βεβαίωσε η Ανιέζε. “Είμαστε πάρα πολλοί. Όσο πεθαίνουμε, τόσο περισσότεροι έρχονται. Όσο πεθαίνουμε, τόσο περισσότερο κουράγιο κάνουμε. Αντίθετα οι Γερμανοί κι οι φασίστες, όταν πεθαίνουν, παίρνουν μαζί τους και τους ζωντανούς”.

Η Ρενάτα Βιγκανό, αντλώντας υλικό από προσωπικά και συντροφικά βιώματα, γράφει μια αληθινή ιστορία για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – την ιστορία της Ανιέζε. Το ύφος της Βιγκανό είναι αντιηρωικό, η πορεία της ηρωίδας της κοπιαστική. Η Ανιέζε διανύει έναν πόλεμο, περνάει δίπλα από κρεμασμένους, μαθαίνει για βασανισμένους, ακούει ριπές, βλέπει φωτιές, κουβαλάει τσάντες με σαλάμια και εκρηκτικά, κουράζεται, λασπώνεται, ονειρεύεται και καμιά φορά βαριέται. Τάσσεται με τους παρτιζάνους, μισεί τους φασίστες, σκοτώνει με τα χέρια της έναν απ’ αυτούς, προχωράει προς έναν θάνατο που έχει προαναγγελθεί. Το έργο της Βιγκανό, με την αδιαμφισβήτητη λογοτεχνική του αξία, καταφέρνει χωρίς ηθικισμούς και μεγάλα λόγια να μεταφέρει αυτό που αποτελεί τον πυρήνα της Αντίστασης: το πώς οι βασανισμένοι και οι καταπιεσμένες αυτού του κόσμου μπήκαν μαζικά και ορμητικά στο προσκήνιο της Ιστορίας, αγωνίστηκαν και πήραν τη ζωή τους στα χέρια τους. Μια ιστορία βγαλμένη από τα σπλάχνα της ιταλικής Αντίστασης που είναι συγχρόνως και πάρα πολύ ελληνική· καλύτερα, παγκόσμια.

Ξένη λογοτεχνία

Πικρή ζωή

Λουτσάνο Μπιαντσάρντι

15.28

Όχι, εγώ θέλω παλιομοδίτικη κηδεία, το έχω γράψει και στη δια­θήκη μου, πολιτική κηδεία, αλλά κατανυκτική. Δεν θέλω παπάδες, θέλω πρώην παπάδες, θέλω αυτούς που πέταξαν διά παντός τα ράσα τους κι έγιναν κομμουνιστές, μολονότι παρέμειναν παπά­δες στην ψυχή. Θέλω τέσσερις τέτοιους αποσχηματισμένους και τολιατικούς παπάδες και θέλω και δύο μαύρα άλογα με λοφίο στο κεφάλι, δύο λογοτεχνικούς κριτικούς στη θέση του αμαξά και στους τέσσερις τροχούς της άμαξας θέλω, με τη σειρά αυτή, έναν ιστορικό, έναν τεχνοκριτικό, ένα στέλεχος εκδοτικού οίκου κι έναν συντάκτη της τρίτης σελίδας.

(απόσπασμα από το βιβλίο)

Μυθιστόρημα αυτοβιογραφικό, η Πικρή ζωή διαδραματίζεται στο Μιλάνο του «οικονομικού θαύματος». Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μεταβαίνει εκεί προκειμένου να εκδικηθεί για τον θάνατο δεκάδων εργατών στα ορυχεία της γενέτειράς του. Από τη μικρή επαρχιακή του πόλη βρίσκεται ξαφνικά στο Μιλάνο της προόδου και της εκβιομηχάνισης, στο Μιλάνο των καμπαρέ και των φουτου­ριστών ζωγράφων. Σαν κινούμενη άμμος που ρουφάει όποιον την πλησιάσει, έτσι καταβροχθίζει κι εκείνον, κάνοντάς τον ούτε λίγο ούτε πολύ να λησμονήσει τον πρωταρχικό του στόχο. Για να επιβι­ώσει, εργάζεται αρχικά σε ένα πολιτιστικό περιοδικό, ώσπου κατα­φεύγει στο ελεύθερο επάγγελμα και βιοπορίζεται μεταφράζοντας αγγλόφωνους συγγραφείς. Η αγωνία που τον κατατρώει καθημε­ρινά είναι μία και μόνη: θα καταφέρνει άραγε να μεταφράζει σε καθημερινή βάση είκοσι σελίδες, προκειμένου να μπορεί να βγάζει τα προς το ζην ο ίδιος, η σύντροφός του στο Μιλάνο, αλλά και η σύζυγός του και το παιδί τους πίσω στον τόπο του;