Προβολή όλων των 3 αποτελεσμάτων

Έρεγκαρντ Σραμ

14.40

Η Έρεγκαρντ Σραμ ήταν η πρώτη Γερμανίδα, η οποία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο επισκέφθηκε τον Ιούνιο του 1952 τα Καλάβρυτα, για να μάθει τι είχε συμβεί εκεί κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Αυτή η συγκλονιστική εμπειρία την ώθησε να ψάξει για δυνατότητες έμπρακτης βοήθειας στις χήρες των Καλαβρύτων. Με την υποστήριξη του Γερμανικού Συνδέσμου Γυναικών και της Carl Duisberg-Gesellschaft -της Εταιρείας για την Προώθηση της Νέας Γενιάς- κατόρθωσε να στείλει στη Γερμανία 70 παιδιά από τα Καλάβρυτα και τα γύρω χωριά, ώστε να λάβουν μέρος σε ένα πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης που τους έδινε δυνατότητα εργασίας στη Γερμανία. Έτσι, λίγα χρόνια αργότερα, αφού είχαν καταφέρει να εργαστούν με επιτυχία σε διάφορες γερμανικές εταιρείες, επέστρεψαν στην Ελλάδα όντας σε θέση πια να στηρίξουν τις χήρες-μητέρες τους.

Η Σραμ όμως δεν σταμάτησε εκεί. Συγκλονισμένη από όσα έβλεπε και σε άλλους μαρτυρικούς τόπους που επισκέφτηκε -στην Κρήτη, την Ήπειρο και τη Βόρεια Μακεδονία-, προσπάθησε να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερα κονδύλια από γερμανικές πηγές χρηματοδότησης, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για να φτιαχτούν συστήματα ύδρευσης και άρδευσης, αγροτικές μονάδες παραγωγής, κτίρια, να αγοραστούν ασθενοφόρα, οικοδομικά υλικά, κ.λπ.

Καθώς όλα τα παραπάνω γίνονταν σε μια περίοδο κατά την οποία οι επίσημες γερμανικές αρχές δεν είχαν ακόμη ξεκινήσει τη συζήτηση περί της συνολικής γερμανικής ευθύνης για τις σφαγές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ενέργειές της αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Οι εκθέσεις της, η αλληλογραφία της και άλλα έγγραφα του προσωπικού της αρχείου μαρτυρούν όχι μόνο τις άοκνες προσπάθειές της για βοήθεια στα θύματα των γερμανικών σφαγών, αλλά και τον τρόπο θέασης της κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης σε Γερμανία και Ελλάδα κατά τη δεκαετία του ’50.

Νικόλας Μανιτάκης

24.90

Το 1915, το εκπαιδευτικό παράρτημα της Γαλλικής Σχολής Αθηνών που είχε ανοίξει τις πύλες του λίγα χρόνια νωρίτερα μετονομάστηκε σε “Ινστιτούτο” (Ανώτερο Ινστιτούτο Γαλλικών Σπουδών), μετεξελισσόμενο σιγά-σιγά σ’ έναν νέου τύπου εκπαιδευτικό και πολιτιστικό θεσμό, με ειδικές λειτουργίες, όπως η κατάρτιση των διδασκόντων γαλλικής γλώσσας και η διοργάνωση διαλέξεων γαλλικής λογοτεχνίας.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, το ίδρυμα της οδού Σίνα θα αναπτύξει ολοένα και πιο εξωστρεφή δράση, εξελισσόμενο στον κυριότερο δίαυλο διάχυσης του γαλλικού πολιτισμού και της γαλλικής πνευματικής παραγωγής στην Ελλάδα, σε μια περίοδο κατά την οποία η Γαλλία εξακολουθούσε να ασκεί κυρίαρχη επιρροή. Η Κατοχή όχι μόνο δεν θα ανακόψει την ανοδική πορεία του Γαλλικού Ινστιτούτου, αλλά θα του επιτρέψει να ενδυναμώσει τις σχέσεις του με τον ντόπιο πληθυσμό και ιδιαίτερα με τη σπουδάζουσα νεολαία και με κύκλους αντιστεκόμενων διανοουμένων και καλλιτεχνών. Μετά το 1945 και έως το τέλος της θητείας του πρώτου και μακροβιότερου διευθυντή του, Octave Merlier, η πορεία του ινστιτούτου θα είναι εξίσου εντυπωσιακή: νέες δραστηριότητες, έκδοση βιβλίων, βιβλιογραφική καταγραφή και ερευνητικές εργασίες, θα είναι ορισμένες μόνο από τις νέες δράσεις του ινστιτούτου, το οποίο κατάφερνε να μεσουρανεί σε μια περίοδο δυναμικής διείσδυσης της αγγλικής γλώσσας και ενός αναδυόμενου τότε πολιτιστικού εξαμερικανισμού.

Το παρόν βιβλίο μελετά αυτήν ακριβώς την περίοδο της ιστορίας του ιδρύματος καθώς και ευρύτερα ζητήματα των ελληνογαλλικών σχέσεων στον 20ό αιώνα βασίζεται κυρίως εκ αδημοσίευτα ή ανεκμετάλλευτα τεκμήρια και φωτίζει με νέους τρόπους όσα ήδη γνωρίζαμε ή έχουμε ακούσει από τους πολυάριθμους μαθητές που σπούδασαν εκεί από την ίδρυσή του έως σήμερα.

Συλλογικό

24.00

Το σύνθημα «Υγεία, Καύλα και Επανάσταση» γράφτηκε στους τοίχους της Αθήνας το 2008 και έγινε τίτλος σε αυτό τον συλλογικό τόμο, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσουμε ρωγμές στις ρατσιστικές, σεξιστικές, αποικιοκρατικές, ταξικές και ευγονικές ερμηνείες, που η εξουσία έχει μετατρέψει εδώ και δυο αιώνες σε καθεστώς αλήθειας. Μιας αλήθειας που επαναλαμβάνει, μέσα από τον αστικό βιοϊατρικό λόγο, ότι για την «κρίση» ευθύνεται η καύλα και όχι ο καπιταλισμός.

Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο ότι η καύλα ταυτίστηκε με τον βίο των «πρωτόγονων», των άγριων παιδιών, των ιερόδουλων, των «μπάσταρδων» και με τον υποτιθέμενο ανήθικο, λιβιδινικό βίο των λαϊκών στρωμάτων· και τον βίαιο, εκθηλυμένο θάνατό τους στους δρόμους. Η ευγονική θα ζητήσει τον περιορισμό της αναπαραγωγής αυτών των εκφυλισμένων ατόμων, ομάδων, πληθυσμών, φυλών, που δήθεν στερούνταν ευφυΐα, ηθική και βούληση, ενώ το ναζιστικό καθεστώς θα φτάσει μέχρι την τελειωτική λύση.

Ωστόσο, η ευγονική δεν ήταν μια παρένθεση. Κοινωνικές ομάδες, βάσει χαρακτηριστικών όπως το φύλο, ο βίος, η φυλή, η ηλικία, η ένδυση, η ηθική, η τάξη, η εθνότητα, η παιδεία, η σεξουλικότητα, η φτώχεια, και η καύλα, νοηματοδοτήθηκαν ως «ανάξιες» και μετά τον Πόλεμο. Ήρθε ο καιρός, λοιπόν, να γραφτεί τούτη η ιστορία που τολμά να αναστρέψει την κυρίαρχη αφήγηση, ζητώντας να τεθεί πάνω στο τραπέζι της «θεραπείας» όχι η καύλα, ως αιτία της φτώχειας, της εξάρτησης, της παραβατικότητας, της εγκληματικότητας, της ασθένειας και του βίαιου θανάτου, αλλά το ίδιο το οικονομικοκοινωνικό και πολιτικό σύστημα που σήμερα κυριαρχεί.