Προβολή όλων των 3 αποτελεσμάτων

Ξένη λογοτεχνία

Οι άνθρωποι της κοκαΐνης

Νίκος Μαράκης

11.00

Οι άνθρωποι της κοκαΐνης

Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο έκπτωτος Ρώσος πρίγκιπας Στέργιος Μικάλεφ καταφεύγει στη Δυτική Ευρώπη, επιβιώνοντας ως χορευτής, πλαστογράφος και σοφέρ, πριν φτάσει τελικά στην Αθήνα του Μεσοπολέμου. Περιπλανιέται στον υπόκοσμο του Πειραιά, στα στέκια των κοκαϊνομανών του περιθωρίου αλλά και της υψηλής κοινωνίας, γίνεται μέλος μιας συμμορίας μαστροπών και εμπόρων ναρκωτικών, μπαίνει και βγαίνει στη φυλακή. Καμία από τις περιπέτειές του, όμως, δεν τον σημαδεύει τόσο καθοριστικά όσο η επεισοδιακή του σχέση με τη Ζελίκα Βρανά, μια γυναίκα με μυστηριώδες παρελθόν, σαδιστικό χαρακτήρα και γοητεία στην οποία δεν μπορεί να αντισταθεί κανείς, παρά τις καταστροφικές συνέπειες που έχει ο έρωτάς της. Ο Νίκος Μαράκης (1904-1972) είναι, μετά τον Γιάννη Μαρή, ο δεύτερος πιο σημαντικός Έλληνας αστυνομικός συγγραφέας κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Πριν γίνει γνωστός από τις ιστορίες του σκληρού ντετέκτιβ Τζιμ Κάρβα και της μοιραίας γυναίκας Φροϊλάιν Γκοστ στις σελίδες του περιοδικού «Μάσκα», ο Πειραιώτης συγγραφέας και δημοσιογράφος εκδίδει το 1932 τη νουβέλα «Οι Άνθρωποι της κοκαΐνης. Απ’ τα χειρόγραφα ενός Ρώσου εμιγκρέ». Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον, αλλά ολότελα ξεχασμένο μέχρι σήμερα λογοτεχνικό κείμενό του, που αξίζει να διαβαστεί και ως ένας σημαντικός «κρίκος» στην εξέλιξη της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας και τη σχέση της με το Απόκρυφο μυθιστόρημα.

Οι άνθρωποι της κοκαΐνης

Τι κακή συνήθεια είναι να παίρνει κανείς κοκαΐνη… Είχα αδυνατίσει τρομερά απ’ την κατάχρηση. Καταλάβαινα μάλιστα μια γενική ατονία σ’ όλο μου το κορμί. Κι ανέπνεα τόσο δύσκολα… Ήθελα να ξεχάσω. Κι ύστερα ήρθε το όπιο. Κι αργότερα πάλι η κοκαΐνη, γιατί δεν ήταν εύκολο στην Αθήνα να βρίσκει κανείς το δηλητήριο αυτό. Κιόλας η χρήση του είχε ανάγκη από τόσες προετοιμασίες. Τις νύχτες γύριζα άνεργος χωρίς σκοπό. Μου ‘χε κοστίσει πάρα πολύ ο έρωτας αυτός. Περπατούσα αστόχαστα στους δρόμους, έχασκα μπροστά στις φωτεινές βιτρίνες και αργά ξέπεφτα σε ύποπτα κέντρα. Η Αθήνα τη νύχτα: μια κίνηση κάτω από χιλιάδες ηλεχτρικά λαμπιόνια. Αυτοκίνητα, τραμ, μπενζίνα, κοκαΐνη, όπιο, χασίς, καμπαρέ. Μπαλαρίνες ξανθές της οπερέτας που χόρευαν σπις. Χορεύτριες των βαριετέ. Μεθύσι δίπλα σ’ αδειανές μποτίλιες σαμπάνιας, σμόκιν. Και πιο έξω: μπαγλαμάς, ούτι, αργιλές, ζωνάρι, βρώμικα γυναικεία κορμιά, περισσέματα των χαρεμιών της Ανατολής, κοντά σε βρώμικες ξύλινες παράγκες που μέσα θρηνούσαν τον έρωτα στις στροφές παλιών αμανέδων.

Κώστας Σαββόπουλος

8.58

Νομίζω πως είναι αρκετά σημαντικό για ένα τόσο πετυχημένο και μαζικό πολιτισμικό φαινόμενο, όπως είναι η ραπ, να υπάρχει μια βιβλιογραφία γύρω από αυτό. Να υπάρχουν γραπτά, άρθρα, κείμενα, βιβλία, φανζίν που να προσπαθούν να αναλύσουν, να δώσουν πιο βαθιές ματιές, να δώσουν οπτικές και προοπτικές, να συνδέσουν με κοινωνικά ζητήματα, να εξετάσουν, να συζητήσουν, να προτείνουν.

Γιατί θεωρώ πως η ραπ ήταν και παραμένει το πιο εύκολα προσβάσιμο και ανοιχτό είδος μουσικής προς το κοινό. Οι στίχοι, η μουσική, οι δημιουργοί, μέσω της δουλειάς τους και της μορφής τους, στήνουν διαύλους επικοινωνίας με το κοινό. Ανταλλάσσουν βιώματα, απόψεις, συμφωνούν, διαφωνούν και εντέλει παράγουν μια τέχνη ζωντανή, δυναμική, που δεν σταματά να εξελίσσεται. Με τα καλά και τα κακά της. Όπως όλα τα πράγματα άλλωστε.

Οπότε, αυτό που έχουμε εδώ δεν είναι μια προσπάθεια να δικαιολογηθεί μια κατάσταση που υπάρχει στη ραπ, συγκεκριμένα ο σεξισμός. Δεν θα γράψω πως δεν είναι έτσι. Υπάρχει αυτό, φυσικά. Ούτε θα καταδικάσω, βέβαια, γιατί δεν νομίζω πως είναι κάτι τόσο απλό, που θα λυθεί με μια ρητή καταδίκη ή με μια εναντίωση. Θα παραθέσω την οπτική μου.

Άνχελ δε λα Κάγιε

19.80

Αυτό που κάνει μεγαλοφυές το «Χρώματα Πολέμου» είναι ότι χειρίζεται με ακρίβεια τα κλειδιά της αφήγησης, επιτρέποντας σε δεκάδες πρόσωπα και ιστορίες να συναντηθούν σε μία κεντρική ιστορία: ένας πράκτορας της CIA, ο αντίστοιχος συνάδελφός του στις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες μπλεγμένος στο βρόμικο πόλεμο της Αλγερίας, μια Χιλιανή ζωγράφος, ένας ζωγράφος μέλος των ανταρτών Τουπαμάρος, ένας Μεξικανός επιζών από τη σφαγή του Τλατελόλκο, ένας ζωγράφος μέλος των ανταρτών Μοντονέρος της Αργεντινής, και όλοι αυτοί συναντιούνται στο Παρίσι σε ακαθόριστη ημερομηνία, χάρη στο λάθος που διαπράττει ένας νεαρός Ισπανός όταν έρχεται στην πόλη για να γράψει μια βιογραφία της καταραμμένης πριγκίπισσας του αμερικάνικου κινηματογράφου, Τζιν Σίμπεργκ.