Βλέπετε 409–420 από 1338 αποτελέσματα

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Φωτεινό σκοτάδι

Αχιλλέας Κυριακίδης

13.93

Γραμμένα στο μάκρος σαράντα ετών (από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μέχρι σήμερα) και με διάφορες αφορμές (συνεργασίες σε περιοδικά, συμμετοχές σε συνέδρια κ.λπ.), τα κείμενα του τόμου αποτελούν τεκμήρια της ισόβιας, παθιασμένης σχέσης ενός θεατή-αναγνώστη με το θείο σκοτάδι της κινηματογραφικής αίθουσας: από τον Μπόρχες του Μπερτολούτσι και τον Κόνραντ του Κόππολα ως το μοναχικό και αέναο κινηματογραφικό ταξίδι του Αντρέι Ταρκόφσκι, από τη φθορά και τον θάνατο στις ταινίες του Σαμ Πέκινπα ή τις αφηγήσεις του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και του Αλαίν Ρεναί ως τους γεωμετρικούς τόπους των ταινιών του Βέντερς, τους κύκλους του Χίτσκοκ και τις γραμμές των οριζόντων του Φορντ, από τα νουάρ του Σαμπρόλ και τον κοσμογονικό Πολίτη Κέιν του Ουέλλς ως τον περισπουδάστως ταπεινό Λόγο του Ντράγιερ και τον ταπεινά περισπούδαστο Κέντζι Μιζογκούτσι, αλλά και από τον Δημήτρη Μαυρίκιο και τον Νίκο Παναγιωτόπουλο ως την Τώνια Μαρκετάκη και τη Φρίντα Λιάππα…

Με γενναιόδωρα πανοραμίκ ή φειδωλά γκρο πλαν, ο Αχιλλέας Κυριακίδης ανατέμνει την κινηματογραφική γλώσσα, τους κώδικες και το συμβολικό οπλοστάσιο αγαπημένων κινηματογραφιστών και ταινιών, και ανιχνεύει τα χαρακτηριστικά κινηματογραφικών ειδών αλλά και τις σχέσεις του κινηματογράφου με τη λογοτεχνία ή τις συγγενικές τέχνες της εικόνας (ζωγραφική, φωτογραφία). Τριάντα πέντε διαφανείς κριτικές δομημένες από την πένα ενός πολύτροπου δημιουργού (συγγραφέα, μεταφραστή, σεναριογράφου, κινηματογραφιστή), με επίκεντρο την τέχνη του κινηματογράφου, όλες τους κομμάτια μιας ατέλειωτης ακόμη τοιχογραφίας παζλ με θέμα αυτή τη θαυμάσια περιπέτεια που λέγεται τέχνη – ή ανθρώπινη ζωή.

Ελληνική λογοτεχνία

Άκου το λιοντάρι

Σώτη Τριανταφύλλου

15.93

Το «Άκου το λιοντάρι» είναι το πορτρέτο μιας αθηναϊκής οικογένειας. Η ιστορία των Λεοντάρηδων μοιάζει με την ιστορία της γειτονιάς τους, της Φωκίωνος Νέγρη, που στη δεκαετία του 1960 και του 1970 ήταν γνωστή με το όνομα Βία Βένετο. Αργότερα, όλα πήγαν στραβά, σχεδόν όλα: οι Λεοντάρηδες χωρίστηκαν σε εχθρικές φατρίες και είχαν το μερίδιό τους σε πόνο, αρρώστια, λάθη κι απογοήτευση. Η Φωκίωνος Νέγρη παρήκμασε μαζί με τους Λεοντάρηδες. Σ’ αυτό το μυθιστόρημα, ο αιφνίδιος θάνατος του Ηλία φέρνει στη μνήμη των επιζώντων μια γιορταστική παιδική ηλικία –στο κέντρο της πόλης και μέχρι την πίστα των Go-karts στην αθηναϊκή Ριβιέρα– και όλες τις χαμένες ελπίδες της νιότης τους.

Ξένη λογοτεχνία

Ταξίδι. Πόλεμος. Εξορία

Ετέλ Αντνάν

9.50

Προέρχομαι από μια περιοχή του κόσμου την οποία γαζώνει και ξηλώνει ο πόλεμος, απ’ τις αρχές του 20ού αιώνα. Τη μνήμη μου και τη ζωή μου στην καθημερινότητά της την έχει υφάνει ο πόλεμος. Έχω συχνά αναρωτηθεί πώς ένα τόσο ευαίσθητο σύστημα όπως το ανθρώπινο σώμα μπορεί να αντέξει τόσο συχνά επαναλαμβανόμενες συντριβές σαν αυτές που γνώρισε και εξακολουθεί να βιώνει η αραβική Εγγύς Ανατολή.

[…] Ακολούθησε μια πραγματική, με τη βιβλική έννοια, Έξοδος: στην αρχή ένα μικρό ρυάκι και σταδιακά ένα πραγματικό ποτάμι. Οι Λιβανέζοι είχαν αρχίσει να φεύγουν. Τα κτίρια εξαφανίζονταν επίσης, οι συνοικίες, οι δρόμοι. Κάθε τοίχος που κατέρρεε, κάθε ανθρώπου θάνατος έπαιρναν οριστικά μαζί τους κάτι από τη ζωή και τη συλλογική μνήμη. Ανακάλυπτα –βίωνα– το βαθύτερο νόημα της εξορίας. Τί είναι η εξορία αν όχι η βίαιη και αθέλητη απώλεια όλων των ζωντανών συμβόλων της ταυτότητας κάποιου ; Ήμουν στη Βηρυτό και έβλεπα ότι η πόλη δεν επρόκειτο ποτέ πια να αναπτυχθεί φυσιολογικά, σώζοντας τον πυρήνα της πόλης που υπήρξε. Καταλάβαινα, χωρίς υπερβολές, το νόημα της έκφρασης Χαμένος Παράδεισος.

[…] Η εξορία είναι αμετάκλητη αποστέρηση. Τη συνοδεύει πάντα ένα αίσθημα βαθιάς ταπείνωσης: «Ο άλλος», κάποιος η κάτι, καταλαμβάνει αυτό που εσείς εγκαταλείψατε, αυτό που αφήσατε πίσω σας. Ως εκ τούτου, αισθάνεστε παραμερισμένος, σαν αντικείμενο που του αλλάζουν θέση. Κι εγώ που βρίσκομαι τώρα εν μέσω όλων αυτών; Για ένα διάστημα, θεωρούσα ότι τις συγκρούσεις μου τις είχα επιλύσει μέσα στα γραπτά μου, με τα γραπτά μου. Θυμάμαι πως κάπου είχα πει ότι τα βιβλία μου, ποιητικά ή πεζά, ήταν, είναι τα σπίτια τα οποία κατοικώ. Κι είναι αλήθεια. Και μοιάζει απλό. Ωστόσο δεν είναι. Ακόμα και εκεί, το λιμάνι δεν είναι προστατευμένο από τις καταιγίδες. Η εξορία δεν είναι πια το θλιβερό προνόμιο κάποιων ελάχιστων προσώπων: Έχει γίνει συνώνυμο της ανθρώπινης συνθήκης, με μια ελάχιστη ωστόσο διαφορά: Ορισμένους από μας η αρρώστια της μάς κατατρώει με τρόπο εμφανή και τελεσίδικο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι δεν έχουν συνείδηση εκείνου από το οποίο υποφέρουν ήδη. Είχα τοποθετήσει τη Βηρυτό και τον Λίβανο πολύ ψηλότερα από ποτέ, στο κέντρο ενός αποκαλυπτικού οράματος για τον αραβικό κόσμο, γεγονός που κατέληξε, λίγο αργότερα, σε ένα μακροσκελές ποίημα το οποίο ονόμασα Η αραβική Αποκάλυψη. Η διάλυση των Αράβων αποφασίστηκε από τ ις δυτικές δυνάμεις στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, με τις διάφορες συμφωνίες που ακολούθησαν μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Με την προδοσία του Φαϊζάλ από τους Άγγλους και τους Γάλλους, τις διαιρέσεις, τους αποικισμούς, τις πολιτικές δολοφονίες, είχαμε εισέλθει σε μια τραγική φάση η οποία είχε διαμορφωθεί χωρίς τη θέλησή μας. Οπότε η εξορία κατέστη η υπαρξιακή και βιοτική συνθήκη κάθε Άραβα, είτε ζούσε στη χώρα του είτε αλλού. Ήταν σαν να έπρεπε να επιστρέψουμε πολύ πίσω, στην ιστορία ή στη μυθολογία, πίσω στην Άγαρ και στον Ισμαήλ, στην πρώτη σύζυγο του Αβραάμ και στον πρώτο του γιο, τον μυθικό θεμελιωτή των αραβικών φυλών, σε έναν γιο –έναν αποκληρωμένο γιο– και σε μία γυναίκα που εξαναγκάστηκαν σε εξορία και περιπλάνηση.

Ξένη λογοτεχνία

Αμερικάνικη αγωγή

Μπεν Λέρνερ

20.00

Τέλη της δεκαετίας του ’90 και, παρά το υποτιθέμενο «τέλος της Ιστορίας» και το θρίαμβο του φιλελευθερισμού, τα νεαρά αρσενικά της βαθιάς Αμερικής δείχνουν αποπροσανατολισμένα. Ο εκνευρισμός είναι διάχυτος, οι ρωγμές εμφανείς. Επικρατεί ο φόβος ότι μια μεγάλη βία όπου νά ’ναι θα ξεσπάσει.

Ο Άνταμ Γκόρντον, τελειόφοιτος του Λυκείου της Τοπήκα, προσπαθεί να μάθει πώς ένα αγόρι γίνεται άντρας. Μέσα απ’ τους αγώνες ρητορικής, τις μονομαχίες ραπ αυτοσχεδιασμού, τις ψυχαναλυτικές συνεδρίες, ο Άνταμ έχει προλάβει να καταλάβει πως η γλώσσα δεν είναι εργαλείο χαλιναγώγησης της βίας. Η γλώσσα είναι όπλο.

Ανενδοίαστα εξομολογητική και απροκάλυπτα πολιτική, η Αμερικανική αγωγή παρουσιάζει την ιστορία μιας οικογένειας σε μια εποχή σιωπηρών τεκτονικών μετατοπίσεων, μια ακτινογραφία της κουλτούρας της τοξικής αρρενωπότητας, και μια αρχαιολογία της ανόδου της νέας Δεξιάς, αναζητώντας χαμηλόφωνα έναν τρόπο ώστε να μάθουν οι άνθρωποι «και πάλι, αργά-αργά, πώς να μιλούν, μέσα στο γενικό σφυροκόπημα».

Ξένη λογοτεχνία

Το φοβερό βιβλίο

Τζέισον Μοτ

17.70

Ένας Αφροαμερικανός συγγραφέας γράφει ένα βιβλίο που γίνεται μπεστ σέλερ.

Τώρα γυρίζει την Αμερική για να το προωθήσει – συνεντεύξεις, παρουσιάσεις, ειδικοί του μάρκετινγκ που χτίζουν το προφίλ του, το πρόσωπό του πρέπει να είναι παντού.

Ο μικρός Μουτζούρης, αντίθετα, έχει μάθει από νωρίς πως, όσο λιγότερο φαίνεσαι, τόσο το καλύτερο – ποτέ δεν βγαίνει σε καλό να τραβάς την προσοχή αν είσαι Μαύρος.

Ποιος είναι όμως ο Μουτζούρης; Και ποιος είναι ο Μικρός, που εμφανίζεται συνεχώς μπροστά στον συγγραφέα, αλλά μάλλον δεν τον βλέπει κανένας άλλος;

Κι όσο συμβαίνουν όλα αυτά, ακόμα ένα φονικό με δράστες αστυνομικούς και θύμα έναν Μαύρο συγκλονίζει τη χώρα…

Η πραγματικότητα εισβάλλει εκκωφαντική σαν δελτίο ειδήσεων στο ωραία σκηνοθετημένο success story, οι ιστορίες διασταυρώνονται και συγκρούονται με δύναμη, απειλώντας να εκτροχιάσουν την περιοδεία και τη ζωή του ήρωά μας.

Η τέχνη και τα χρήματα, η ταυτότητα και το δικαίωμα να διαλέγεις ποιος θα είσαι, η δόξα και η αγάπη, ο ρατσισμός και το τι σημαίνει να είσαι Μαύρος στην Αμερική του σήμερα σ’ ένα καλειδοσκοπικό μυθιστόρημα, αστείο και τραγικό, που τρέχει με ξέφρενο ρυθμό κι έχει για μουσική υπόκρουση τους πυροβολισμούς εναντίον αθώων.

Ένα μυθιστόρημα που είναι ό,τι ακριβώς λέει ο τίτλος του: φοβερό βιβλίο.

Αν Κάρσον

16.92

Το να παραμείνεις ανθρώπινος σημαίνει να σπάσεις έναν περιορισμό. Δέξου το αν μπορείς. Δέξου το αν τολμάς.

Στην “Ομορφιά του Συζύγου” η πολυβραβευμένη Ανν Κάρσον συνθέτει μέσω 29 ποιημάτων-τάνγκο μια ελεγεία για τον έρωτα, τον γάμο και τον χωρισμό. Το τάνγκο (όπως κι ο γάμος) θέλει δύο και πρέπει κανείς να το χορέψει ως το τέλος – κι αυτό ακριβώς κάνει η Κάρσον στο σπαρακτικό της κείμενο.

Το έργο της Κάρσον, έργο μεγάλου στοχαστικού βάθους, θεματικού εύρους και ρηξικέλευθων πειραματισμών, αποτελεί μία από τις πιο δυναμικές και συναρπαστικές προτάσεις της σύγχρονης ποίησης. Η Ομορφιά του Συζύγου έρχεται να το επιβεβαιώσει.

Ξένη λογοτεχνία

Όνειρα τραίνων

12.96

Ο Ρόμπερτ Γκρέινιερ, εργάτης στην κατασκευή σιδηροδρόμων στην Αμερική των αρχών του 20ού αιώνα, ερωτεύεται την Γκλάντυς και απομονώνεται μαζί της σε μια ειδυλλιακή κοιλάδα, όπου θα γεννηθεί η κόρη τους. Μια πυρκαγιά θα στερήσει από τον Γκέινιερ αυτή τη χαραμάδα ευτυχίας σε μια ολόκληρη ζωή σκληρής χειρωνακτικής δουλειάς. Μέχρι το τέλος της ζωής του θα μείνει απομονωμένος μέσα στη φύση στο περιθώριο της Ιστορίας, σε μια Αμερική που μεταμορφώνεται ριζικά, καθώς μια ολόκληρη εποχή χάνεται για πάντα. Στην αριστουργηματική του νουβέλα, ο Τζόνσον με απλό, οξυδερκές και συγκινητικό ύφος κατορθώνει να συμπυκνώσει την ουσία ολόκληρης της ζωής ενός ανθρώπου, η οποία είχε ξεκινήσει με ένα δρομολόγιο του τραίνου που δεν μπορούσε να θυμηθεί, και τελείωσε την ώρα που καθόταν και περίμενε έξω από ένα τραίνο μέσα στο οποίο βρισκόταν ο Έλβις Πρίσλεϋ.

Ξένη λογοτεχνία

Τέκνο του Θεού

Κόρμακ ΜακΚάρθι

14.00

Ο Μπάλαρντ, φτωχός αγρότης, χάνει το σπίτι και τη γη του, και μαζί τον όποιο σύνδεσμο είχε με τους ανθρώπους γύρω του. Χωρίς εφόδια, χωρίς δουλειά, χωρίς χρήματα, περιφέρεται στα δάση. Διαπράττει απλές κλοπές αλλά και εγκλήματα, μη διστάζοντας ακόμα και πανανθρώπινα ταμπού να παραβιάσει. Με φόντο το άγριο τοπίο του Τενεσί, ο αναγνώστης τον παρακολουθεί σ’ αυτόν τον κατήφορο, ενώ η αφήγηση διακόπτεται από προφορικές μαρτυρίες κατοίκων της περιοχής, που προσπαθούν να βρουν μια αιτία για τις πράξεις του, αλλά δείχνουν και όλη τη σκληρότητά τους.

«Όπως και οι συγγραφείς που θαυμάζει –Μέλβιλ, Ντοστογιέφσκι, Φόκνερ– ο Μακάρθι δημιούργησε ένα σπουδαίο και βαθύ έργο, ένα αριστούργημα» (The Washington Post), που τολμά να χαρτογραφήσει το βαθύ σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής.

Μίλαν Κούντερα

18.39

Περισσότερο από κάθε άλλο μυθιστόρημα του Κούντερα, «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα. Η Τερέζα ζηλεύει. Η ζήλια της δαμάζεται την ημέρα αλλά τη νύχτα ξυπνάει, μεταμφιεσμένη σε όνειρα που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ποίηση του θανάτου. Στη μακριά της πορεία συνοδεύεται απ’ τον άντρα της, τον Τόμας, μισό Δον Ζουάν, μισό Τριστάνο, που είναι διχασμένος ανάμεσα στον έρωτά του για εκείνη και στους ακατανίκητους πειρασμούς του. Η μοίρα της Σαμπίνας, μιας από τις ερωμένες του Τόμας, απλώνει το νήμα της αφήγησης σε όλο τον κόσμο. Έξυπνη, όχι συναισθηματική, εγκαταλείπει τον Φραντς, τον μεγάλο έρωτά της στη Γενεύη, και κυνηγάει την ελευθερία της από την Ευρώπη στην Αμερική, για να μην μπορέσει στο τέλος να βρει παρά την «αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι». Πραγματικά, ποια αρετή -βαρύτητα ή ελαφρότητα- ανταποκρίνεται καλύτερα στην ανθρώπινη μοίρα; Και πού σταματάει το σοβαρό για να παραχωρήσει τη θέση του στο επιπόλαιο, και αντιστρόφως;

Με τη δική του τέχνη του παραδόξου, ο Κούντερα θέτει τα ερωτήματα αυτά σ’ ένα σύνθετο κείμενο, ξεκινώντας από μερικά απλά δεδομένα, που όμως αδιάκοπα εμπλουτίζονται με καινούριες αποχρώσεις, μέσα σ’ ένα παιχνίδι εναλλαγών όπου συναντιώνται αφήγηση, όνειρο και σκέψη, πρόζα και ποίηση, πρόσφατη και αρχαία ιστορία. Ποτέ άλλοτε ίσως στο έργο του Κούντερα δεν βρέθηκαν ενωμένες όσο μέσα στο κείμενο αυτό η σοβαρότητα και η αφέλεια. Ακόμη και ο θάνατος έχει εδώ ένα πρόσωπο διπλό: μιας γλυκειάς ονειρικής θλίψης και μιας σκληρής μαύρης φάρσας. Γιατί το μυθιστόρημα αυτό είναι επίσης μια μελέτη θανάτου: του θανάτου των ανθρώπινων όντων, αλλά ακόμη και του θανάτου -πιθανού- της γηραιάς μας Ευρώπης.

Μάικλ Λουέλιν-Σμιθ

19.88

Τον Ιανουάριο του 1915, μετά την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Βρετανία προσέφερε στην Ελλάδα σημαντικά εδαφικά αντισταθμίσματα στη Μικρά Ασία προκειμένου να μπει η Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Η πρόταση αυτή υπήρξε αφετηρία μιας διαδοχής γεγονότων που κατέληξε στην τραγωδία του 1922, με την καταστροφή της ελληνικής Σμύρνης και τον ξεριζωμό του ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Το βιβλίο αυτό προγράφει την κατοχή της Σμύρνης και το μικρασιατικό πόλεμο σε σχέση με την ελληνική Μεγάλη Ιδέα και τις διαμάχες των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Ιχνηλατεί τις απαρχές του «οράματος της Ιωνίας» του Ελευθέριου Βενιζέλου αλλά και της ιδέας που μοιράστηκε με τον Ντέιβιντ Λόυντ Τζωρτζ για μία αγγλοελληνική συνεννόηση στην ανατολική Μεσόγειο. Η συναρπαστική αφήγηση ζωντανεύει τα γεγονότα που διαμόρφωσαν την πολιτική και την κοινωνία της νεότερης Ελλάδας.

Ξένη λογοτεχνία

Η τρίτη κατάσταση

Άμος Οζ

18.00

Ο Φίμα είναι πενήντα τεσσάρων ετών, διαζευγμένος δύο φορές και εργάζεται ως υπάλληλος υποδοχής σε μια γυναικολογική κλινική. Είναι επίσης γιος ενός αυτοδημιούργητου εργοστασιάρχη καλλυντικών αλλά, παρά τις λαμπρές πανεπιστημιακές του σπουδές, εξακολουθεί να τον στηρίζει οικονομικά ο ηλικιωμένος πατέρας του. Ο Φίμα ζει στην Ιερουσαλήμ, νιώθει ωστόσο ότι θα έπρεπε να βρίσκεται αλλού. Έχει στο ενεργητικό του διάφορους μυστήριους ερωτικούς δεσμούς, άπειρες φαεινές ιδέες και μια πολλά υποσχόμενη ποιητική συλλογή. Αναρωτιέται ποιος είναι ο σκοπός του κόσμου και γιατί η χώρα του έχει πάρει τον λάθος δρόμο. Τον διακατέχει η ακόρεστη λαχτάρα για κάτι το άπιαστο και η μόνιμη επιθυμία να γυρίσει σελίδα. Να όμως που τώρα, στη διάρκεια ενός μουντού χειμωνιάτικου πρωινού, τον βλέπουμε σε ένα καταθλιπτικό διαμέρισμα να επιδίδεται σε μια ταπεινωτική μάχη, πασχίζοντας να ξεσκαλώσει το πουκάμισό του από το φερμουάρ του παντελονιού του. Με τρόπο συναρπαστικό και στιβαρό, ο Άμος Οζ πλάθει έναν μοναχικό και απρόβλεπτο αντιήρωα, έναν συνδυασμό προφήτη και κλόουν σε διαρκή αναζήτηση, πανέτοιμο ανά πάσα στιγμή για τη συντροφιά μιας γυναίκας, κάποια αποκάλυψη ή την ίδια τη σωτηρία.

Comtesse de Segur

18.00

Τα πέντε διηγήματα-παραμύθια με τον γαλλικό τίτλο Nouveaux contes de fées (Καινούρια νεραϊδοπα-ραμύθια) είναι το πρώτο έργο της Σοφί ντε Σεγκύρ που εκδίδεται από τον Ασέτ για τα βιβλιοπωλεία που, η εκδοτική του εταιρεία, ανοίγει στους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Καινούρια (nouveaux) για-τί η γαλλική λογοτεχνική παράδοση είναι πλούσια σε αυτού του είδους τη λογοτεχνία την οποία τί-μησε η γυναικεία πέννα. Φτάνει να αναφέρουμε δύο ονόματα, εκείνο της Μαρί- Κατρίν ντ’ Ωλνουά (Marie-Catherine d’Aulnoy, 1652-1705) σύγχρονης του Σαρλ Περώ και της Ζαν-Μαρί Λεπρένς ντε Μπω-μόν (Jeanne-Marie Leprince de Beaumont, 1711-1776), λίθοι ακρογωνιαίοι στον 17ο αιώνα η πρώτη και στον 18ο η δεύτερη. Η πρώτη γνωστή για το «Γαλάζιο πουλί» και η δεύτερη για το τοις πάσι γνωστό «Η Ωραία και το Τέρας». Η Σεγκύρ έρχεται με τα νεραϊδοπαραμύθια της να συνεχίσει την παράδοση αυτή στον 19ο αιώνα.

Με αυτές οι ιστορίες – διηγήματα γεμάτα εκπλήξεις και ανατροπές – ανοίγει η σειρά «Ανέμη» των εκ-δόσεων Librofilo & Co που φιλοδοξεί να ικανοποιήσει μικρούς και μεγάλους. Στους μικρούς και όχι μόνο απευθύνονται τα Παραμύθια και αποκλειστικά στους δεύτερους το Επίμετρο. Έτσι η συνερ-γασία τους μοιάζει επιβεβλημένη. Φιλοδοξία μας: η μύηση ενός νεανικού κοινού στην καλή λογοτε-χνία.

Το Επίμετρο γράφτηκε για να σκιαγραφήσει πάνω απ’ όλα την ατμόσφαιρα της εποχής και να βοη-θήσει τους «Μεγάλους» να διαβάσουν τα παραμύθια αυτά στους μικρούς. Παραμύθια που ίσως να φαντάζουν σαν δείγματα αφηγηματικών ερμηνειών και προσλήψεων ενός έργου επιφανειακά απλού αλλά με πολλές και περίπλοκες ιδιαιτερότητες σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης. Κι εδώ ο καθένας – αυτό άλλωστε είναι και η γοητεία του νεραϊδοπαραμυθιού – μπορεί να «συνομιλήσει» όπως επιθυ-μεί τόσο με τα γήινα όντα όσο και με καλόβουλες ή κακόβουλες νεράιδες και μάγους. «Ακόμη και μεγά-λοι άνθρωποι γοητεύονταν ουκ ολίγες φορές από αυτή την ωραία, χαροποιό και συγκινητική ανάγνω-ση» γράφει ο γιός της κόμισσας σε ένα μικρό βιβλίο που αφιέρωσε στη συγγραφέα και μητέρα του.

«Όταν πήγα να ξαπλώσω άνοιξα τα Νεραϊδοπαραμύθια σας για να τα ξεφυλλίσω. Έλα όμως που μετά δεν μπόρεσα να τα κλείσω, μου ήταν αδύνατον να μην πάω μέχρι τέλος. Δεν υπήρχε περίπτωση να σταματήσω την ανάγνωση ιδίως δε όταν έφτασα στον δύστυχο τον Αρκουδίωνα. Δεν μπορώ παρά να σας εκμυστηρευθώ πως με έκανε να κλάψω, σαν χαζός, με μαύρο δάκρυ», θα εκμυστηρευθεί στη Σοφί ντε Σεγκύρ ο φίλος της οικογένειας, ο αβάς Υκ. Η συγκίνησή του θα πρέπει να ήταν εξίσου αληθινή με τα παραμύθια της κόμισσας: «Μην γράφεις παρά μονάχα αυτό που είδες» ήταν πάντα η αρχή της Σοφίας Ροστόψινα και ίσως σ’ αυτό να χρωστάει την επιτυχία της γιατί έβλεπε πολλά, ακόμη και νε-ράιδες!