Ξένη λογοτεχνία
Στις 28 Ιανουαρίου 1742 ένα μισοδιαλυμένο πλοιάριο, με τα πανιά κουρελιασμένα και το κατάρτι κομμάτια, ξεβράστηκε στις ακτές της Βραζιλίας. Επιβάτες του ήταν τριάντα άντρες, σχεδόν ολότελα αποστεωμένοι. Τα όσα αφηγήθηκαν έμοιαζαν απίστευτα.
Οι άντρες ανήκαν στο πλήρωμα του Πλοίου της Αυτού Μεγαλειότητος Γουέιτζερ. Το Γουέιτζερ, που είχε αποπλεύσει δύο χρόνια νωρίτερα από την Αγγλία για να εκτελέσει μια μυστική αποστολή, τσακίστηκε σ’ ένα ερημονήσι στ’ ανοιχτά της Παταγονίας. Μετά από μήνες στο αφιλόξενο νησί οι άντρες εκείνοι κατάφεραν να κατασκευάσουν ένα θλιβερό πλεούμενο και να διασχίσουν μ’ αυτό πάνω από 3.000 μίλια άγριας θάλασσας. Τους υποδέχτηκαν σαν ήρωες.
Έξι μήνες αργότερα ένα άλλο, ακόμα πιο άθλιο πλοιάριο ξεβράστηκε στις ακτές της Χιλής. Σ’ αυτό επέβαιναν μονάχα τρεις άντρες, οι οποίοι αφηγήθηκαν μια πολύ διαφορετική ιστορία: οι τριάντα ναυτικοί που είχαν φτάσει στη Βραζιλία δεν ήταν ήρωες ― ήταν στασιαστές.
Η διαμάχη που ακολούθησε, με εκατέρωθεν κατηγορίες για ανταρσία, προδοσία και φόνο, υποχρέωσε το Ναυαρχείο να διατάξει δίκη ώστε να κριθεί ποιος έλεγε αλήθεια. Τον ένοχο τον περίμενε η κρεμάλα.
Έργο πολυετούς έρευνας σε αδημοσίευτα αρχεία και πηγές αλλά και επιτόπιας εξακρίβωσης, το Γουέιτζερ μιλά για το τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος σε συνθήκες αληθινά ακραίες: το μεγαλειώδες και μαζί το ελεεινό.