Μαγείρεψε για βασιλιάδες και κροίσους, δημιούργησε συνταγές που δοξάζονται μέχρι τις μέρες μας, ενώ η γαλλική κουζίνα που ξέρουμε σήμερα είναι δικό του δημιούργημα. Aυτή η χαριτωμένη βιογραφία του εμβληματικού Antonin Carême είναι γεμάτη πληροφορίες, συνταγές και άγνωστες ιστορίες για τον πρώτο celebrity chef στην ιστορία.
Μαγειρεύοντας για βασιλιάδες – Η ζωή του Antonin Carême, του πρώτου διάσημου σεφ,
€16.12
Μετάφραση: Πηνελόπη Τριάδα, επιμέλεια: Ελένη Κεκροπούλου
Σελίδες: 302
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LIFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LifO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop..
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LifO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LifO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Βιβλία
Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα, Έδγαρ Άλλαν Πόου
Ο Τομάζι ντι Λαμπεντούζα διηγείται τη θαμβωτική ιστορία ενός αυστηρού ελληνιστή καθηγητή, ο οποίος, απομονωμένος το καλοκαίρι της πρώτης του νεότητας σε ένα έρημο ακρογιάλι της Σικελίας, γνωρίζει τον θεϊκό έρωτα της σειρήνας Λίγειας και την «κτηνώδη χαρά της ύπαρξης», σμίγοντας μαζί της μέσα στα νερά. Η «αιώνια Σικελία» και το φυσικό μεγαλείο της είναι το σκηνικό της αλλόκοσμης αυτής ερωτικής ιστορίας όπου η μαγεία έχει κάτι χειροπιαστό και το αρχέγονο ζωώδες ένστικτο κυριαρχεί: κυριευμένος από πνευματική και σωματική ηδονή, ο καθηγητής Λα Τσιούρα παραδίνεται ολοκληρωτικά και για πάντα στο θείο πλάσμα ‒ και ο Λαμπεντούζα ανακαλεί την ιδανική χώρα της αρχαίας ελληνικής παράδοσης.
LiFO Βιβλία
Βάσος Γεώργας
Οι ταινίες, οι αίθουσες, η ατμόσφαιρα του απαγορευμένου, οι μεγάλοι πορνοστάρ της πρώτης ελληνικής φάσης, οι υποθέσεις των ταινιών του ελληνικού soft-core ξαναζούν, μέσα σε 600 σελίδες και άλλες τόσες γυμνές φωτογραφίες, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά από το αρχείο του Βάσου Γεώργα.
Βιβλία
Τζορτζ Όργουελ
Στο προτελευταίο βιβλίο του Τζορτζ Όργουελ περιγράφεται με αλληγορικό τρόπο μια δυστοπική ιστορία στην οποία τα ζώα μιας φάρμας επαναστατούν επειδή δεν αντέχουν τη σκληρή αντιμετώπιση του ανθρώπου-αφέντη, αντανακλώντας τα γεγονότα που οδήγησαν στη Ρωσική Επανάσταση του 1917 και ακολούθως στη σταλινική περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης. Η επανάσταση των ζώων που οργανώνεται από ένα ηλικιωμένο γουρούνι για να ξεφύγουν από τη σκλαβιά μετατρέπεται σταδιακά σε μονοκρατορία, όπου τα γουρούνια γίνονται οι νέοι δυνάστες. Η αλλοτρίωση που φέρνει η εξουσία και η (εύκολη) μεταμόρφωση του καταπιεσμένου σε αφέντη που κάνει αφόρητη τη ζωή των γύρω του είναι διαχρονική ‒ και σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ.
Βιβλία
Όμηρος
Η δωδέκατη ραψωδία σε μετάφραση Δημήτρη Μαρωνίτη είναι τοποθετημένη στο κέντρο της Μεσογείου, στο κέντρο του έπους και στο κέντρο του καλοκαιριού. Ο πολύπλαγκτος Οδυσσέας, επιστρέφοντας από τον Κάτω Κόσμο, περνά πάλι από το νησί της Κίρκης, όπου του δίνει συμβουλές για να αντιμετωπίσει τα εμπόδια που θα βρει στον δρόμο του. Το πλοίο περνά από το νησί των Σειρήνων και μετά από το θανατερό στενό της Σκύλλας και της Χάρυβδης. Φτάνοντας στη Θρινακία, το νησί του Ήλιου, οι άντρες, υποκύπτοντας στην πείνα τους, σφάζουν και τρώνε κάποια από τα ιερά βόδια, παρόλες τις προειδοποιήσεις του Τειρεσία και της Κίρκης. Ο Ήλιος εξαγριώνεται και ζητά από τον Δία να σηκώσει θύελλα και να χτυπήσει με κεραυνό το πλοίο. Όλοι οι σύντροφοι του Οδυσσέα χάνονται και αυτός φτάνει, άθλιος ναυαγός, στην Ωγυγία, το νησί της Καλυψώς. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτή τη μετάφραση, κανείς δεν αμφισβήτησε ότι διαβάζεται σαν τραγούδι.
LiFO Βιβλία
Νίκος Δήμου – Φανή Κωνσταντίνου
Το έργο της Nellys ήταν συνώνυμο ως τώρα με την ασπρόμαυρη φωτογραφία, τις αρχαιότητες, τα ιδανικά τοπία της Κρήτης και τις γυμνές χορεύτριες στην Ακρόπολη. Όποιο θέμα κι αν είχαν, οι διαυγείς μαύροι και γκρίζοι όγκοι τους άφηναν στην εικόνα την ηδύτητα μιας ασημένιας στιλπνότητας.
Για πρώτη φορά με το βιβλίο αυτό γίνονται γνωστές οι έγχρωμες φωτογραφίες της. Τραβηγμένες στην Αμερική την περίοδο 1939-65, για να χρησιμοποιηθούν για διαφημιστικούς λόγους, έμεναν φυλαγμένες στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη, όπου και ανήκουν. Αποκαταστάθηκαν με προσοχή, ώστε να αναδειχθεί ξανά το πλούσιο χρώμα τους, το οποίο σε πολλά σημεία είχε ξεθωριάσει επικίνδυνα.
Εκείνο που εκπλήσσει ευχάριστα στις φωτογραφίες αυτές είναι βεβαίως το χτυπητό, χαρούμενο χρώμα, τα πρόσωπα από πορσελάνη (σε εποχές πριν το photoshop), η αψυμιθίωτη χάρη του σφύζοντος αμερικάνικου ονείρου. Είναι όμως και η ίδια τους η ύπαρξη: Αυτή η εντελώς άγνωστη πτυχή της μεγάλης Ελληνίδας φωτογράφου, η οποία αποδεικνύει ότι εκτός από λεπτή αισθητήστρια υπήρξε και ένας άνθρωπος πρακτικός, που τολμούσε να δοκιμάζει συνεχώς νέα πράγματα, δίχως μεμψιμοιρίες.
Βιβλία
Μπέττυ Βακαλίδου
Η σπαρακτική αυτοβιογραφική μαρτυρία της Μπέττυς (Ελισάβετ Βακαλίδου) για το πώς ένα αγόρι που γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη, με καταπιεσμένη σεξουαλικότητα και βίαια διωγμένο από το χωριό του, κατάφερε να διεκδικήσει τη σεξουαλική του ταυτότητα και να αγωνιστεί για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων είναι ένα συγκλονιστικό χρονικό μιας τρανσέξουαλ που αγωνίζεται μέσα από τη μεταμόρφωση του σώματος να βρει και να πιστέψει στη δική της ταυτότητα. Στο πρώτο της βιβλίο, που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις όταν κυκλοφόρησε το 1980 η Μπέττυ αφηγείται πώς από το αγόρι που έβαλαν στο αναμορφωτήριο οι γονείς του για τριάμισι χρόνια λόγω της ομοφυλοφιλίας του και τις περιπέτειες στην Αμερική, όπου έζησε ως μετανάστης, μεταμορφώθηκε σε τραβεστί που έζησε τη σκληρή πλευρά του δρόμου, λίγα χρόνια πριν υποβληθεί σε εγχείρηση διόρθωσης φύλου και γίνει ‒και ανατομικά‒ γυναίκα.
Βιβλία
Πολ Μπόουλς
Ο ανελέητος ήλιος του ερήμου και ο ουρανός της Βόρειας Αφρικής, που μοιάζει να αντανακλά το φως, για ορισμένους Δυτικούς λειτούργησαν ως καθρέφτης του εσωτερικού τους spleen. Σε αυτό το μοναδικό βιβλίο, του οποίου ο πρωτότυπος τίτλος, Under the sheltering sky, είναι ακριβώς αυτή η έννοια, δύο «καταραμένοι» Αμερικανοί με ασήκωτες αποσκευές, ο Πορτ και η Κιτ Μόρσμπερι, διαρκώς ανικανοποίητοι και απολύτως υπερόπτες, ταξιδεύουν με σκοπό να διασχίσουν την έρημο της Αλγερίας, όπου ο Πορτ συναρπάζεται από την ιδέα της διαρκούς μετακίνησης, ενώ οι παράξενες συνθήκες οδηγούν την Κιτ στα όρια της καταστροφής. Η πρωτόγονη φύση, που σαγηνεύει αλλά και διαβρώνει, η ομορφιά του τοπίου και, παράλληλα, η τρομακτική συνειδητοποίηση της απομάκρυνσης από τις αστικές συνήθειες συνθέτουν «μια πραγματική αλληγορία της πνευματικής περιπέτειας στην οποία αποδύεται ο συνειδητοποιημένος άνθρωπος της εποχής μας».
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
Έγραψαν για το βιβλίο:
Ηλιου φαεινότερο λοιπόν ότι τα κείμενα αυτού του ανθρώπου, έχουν το μυστικό μιας ακριβοθώρητης γοητείας που δεν είναι δάνειο, κρυπτομνησία ή συστηματικό αλληθώρισμα, αλλά προσωπικό ένστικτο. Στα ταξιδιωτικά του αυτή η αρετή είναι διάχυτη. Πριν απο όλα εντυπωσιάζει το διαζύγιο με το «πνεύμα της βαρύτητας». Πουθενά ακρογωνιαίος λίθος, αγκονάρι ή φέροντες οργανισμοί. Αυτή η υδάτινη ροϊκότητα που άλλοτε μιμείται τον αέρα και άλλοτε πέφτει απο ψηλά, συνιστά ενα κατασταλαγμένο μάθημα ζωής, ενα είδος φυσιογνωμίας που μεταλλάσσεται ανάλογα με τη διάθεση και το έναυσμα της στιγμής.
– ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ, Κωστής Παπαγιώργης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Τα Ανθρώπινα Απωθημένα
Προχθές τα ήπια με έναν παλιό μου φίλο. Η ατμόσφαιρα ήταν πρόσφορη για ιστορίες – άκουγα τις μυγδαλιές μέσα στο Galaxy. Γιατρός αυτός, με γκρίζα μαλλιά, φτασμένος και ενδιαφέρων. Θύμιζε αμυδρά τύπο του Χένρι Τζέιμς, λιγάκι Βενετία – λιγάκι γύρω μας βυθιζόταν η Αθήνα.
«Άκου μια ιστορία», είπε, «που μου συνέβη όταν έκανα το αγροτικό μου σ’ ένα χωριό κοντά στο Βόλο. Είναι ένα γεγονός που με επηρέασε βαθιά. Ένα καλοκαίρι του 1973, Αύγουστος νομίζω, με ξύπνησαν μες στα άγρια χαράματα. Κοιμόμουν στην αυλή, κάτω από μια μουριά – για την ακρίβεια είχα αποκοιμηθεί ζαλισμένος από τα ποτά σε μια αιώρα. Με πήγαν σ’ ένα κεφαλοχώρι, από καρόδρομους, μιάμιση ώρα απόσταση, η πρωινή δροσιά κατέβαινε από το βουνό και ευτυχώς με ξύπνησε. Οι άνθρωποι στο αυτοκίνητο ήτανε έντρομοι –ο πατριάρχης της οικογένειας πέθαινε!- αλλά ο τρόμος τους είχε μαζί κάτι σαν φρίκη. Και απόγνωση
«Πεθαίνει ο μπαμπάς!», μου είπε γρήγορα και λίγο ντροπιασμένα μια γυναίκα στα πενήντα. «Έχει τρελαθεί, δεν ξέρει τι λέει. Δώστε του κάτι να σωπάσει»
«Τι λέει;», ρώτησα, ξέροντας ότι τέτοιες ώρες οι άνθρωποι θέλουν να πουν ό,τι δεν πρόλαβαν να εκφράσουν σε όλη τη ζωή τους. Έχω δει ισόβιες έχθρες να λιώνουν κάτω από ένα χάδι ή μια ευχή ή μία συγγνώμη. Σκληρότατους ανθρώπους να κλαίνε βουβά στα πόδια ενός κρεβατιού, καρδιές να γυρίζουν φόδρα, – οι ώρες αυτές έχουν κάτι άγιο
«Λέει πράγματα φρικτά!», είπε η γυναίκα και έπιασε με το χέρι της στο μέτωπό της, να συγκρατήσει ένα λυγμό.
Όταν φτάσαμε στο σπίτι, είδα τους άντρες στην αυλή. Είδα τις κάφτρες τους τσιγάρου τους στο μαβί φως του όρθρου. Καθόντανε σκυφτοί κι αμίλητοι, ένας πετεινός ελάλησε – κι έπειτα πάλι ησυχία. Οι γυναίκες ήταν καθισμένες στην κουζίνα γύρω από το αδειανό τραπέζι, τα μπράτσα δεμένα μεταξύ τους – άφηναν αραιά και πού έναν ψίθυρο ή ένα στεναγμό. Από την ανοιχτή πόρτα του υπνοδωματίου είδα τρία-τέσσερα παιδιά να κοιμούνται σε ένα διπλό κρεβάτι, ένα μωρό σ’ ένα καρότσι. Ο αέρας ήταν πηχτός κι ακίνητος, μες στο γαλάζιο σκοτάδι διέκρινα τα κάδρα των προγόνων και τη φωτογραφία του ανθρώπου που πέθαινε στο μέσα δωμάτιο. Ήταν ένα άντρας όμορφος, με καλοκαιρινό κοστούμι, μεταξωτό μαντήλι και ωραίο παναμά. Ατίθασες μπούκλες τα καστανά μαλλιά του – μου φάνηκε παράξενο! Ήτανε γελαστός και ευθυτενής και με το χέρι απλωμένο χάιδευε το λαιμό ενός λευκού αλόγου που έκλινε το κεφάλι υπάκουα. Το ήξερα! Ή μάλλον, τον είχα ακουστά. Ήταν ένας περίβλεπτος παράγων της περιοχής με τέσσερα παιδιά, εγγόνια, και δισέγγονα. Αυτοδημιούργητος, είχε εμπλακεί με τα κοινά, με επιτυχία μάλιστα. Δεν είχε βλάψει άνθρωπο, είχε τεράστια περιουσία, είχε κάνει δωρεές σε ιδρύματα και εκκλησίες – εν γένει ήταν πρόσωπο περιωπής.
Ένας άντρας στα 60, με υγρά μάτια, με πήρε από το μπράτσο. Καθώς με οδηγούσε σε μία πόρτα κλειστή, που από μέσα της άκουσα κάτι ακατάληπτους ρόγχους, μου είπε ψιθυριστά στο αυτί: «Γιατρέ, κάνε ό,τι μπορείς. Ήμασταν όλοι μέσα όταν έγινε αυτό, να πάρουμε την ευλογία του. Εμείς, τα παιδιά μας, τα παιδιά των παιδιών μας… και ξαφνικά τον έπιασε αυτή η…». Συσπάστηκε. «Τι φταίξαμε, Θεέ μου! Τι ντρόπιασμα είναι αυτό!».
Τον χτύπησα στον ώμο και μπήκα μόνος στο δωμάτιο. Απ’ το ανοιχτό παράθυρο έμπαινε το πρώτο φως της μέρας και πάνω στο κρεβάτι ένας άντρας σε βαθύ γήρας ήταν σε παραλήρημα – ένα παραλήρημα ήσυχο, δίχως φωνές, ρυθμικό και υπόκωφο. Τα μάτια ήταν θολά κι ελάχιστα θυμίζανε το λαμπερό βλέμμα του κάδρου. Πέθαινε. Έσβηνε. Πλησίασα το κεφάλι για ν’ ακούσω. Κι έμεινα αποσβολωμένος. Ξέρεις τι έλεγε ο σεβάσμιος γέρων; Έλεγε και ξανάλεγε ενώ το σάλιο κύλαγε σε μία άκρη των χειλιών του (και συγγνώμη για τη χυδαιολογία): ‘Θέλω πούτσο! Θέλω πούτσο!’.
Πέθαινε. Έσβηνε. Πλησίασα το κεφάλι για ν’ ακούσω. Κι έμεινα αποσβολωμένος. Ξέρεις τι έλεγε ο σεβάσμιος γέρων; Έλεγε και ξανάλεγε ενώ το σάλιο κύλαγε σε μία άκρη των χειλιών του (και συγγνώμη για τη χυδαιολογία): ‘Θέλω πούτσο! Θέλω πούτσο!’.
Ένα γέλιο ανέβηκε κελαρυστά απ’ το λαρύγγι μου (ήταν και τα υπολείμματα της μέθης) και το ‘πνιξα μη με λιντσάρουν. Ο γέρων άρχων ήτανε κρυφός ομοφυλόφιλος, ολόκληρη ζωή! Κράτησε τέλεια το μυστικό του, ανέβηκε στα σκαλιά της κοινωνίας, απέκτησε απογόνους, αλλά τον πρόδωσε το πάθος, την τελευταία στιγμή, με ένα πάρθιον βέλος. Τουλάχιστον ο ίδιος δεν το είχε καταλάβει. Όλη την ντροπή την έτρωγαν οι επίγονοι!
Του έκανα μια ένεση μορφίνης και έπεσε σε ένα βύθος που ελάχιστα απείχε από το κώμα. Ήπια έναν καφέ στη σιωπηλή κουζίνα και γύρισα στο εργένικο σπιτάκι μου να συμπληρώσω ύπνο.
Όταν ο γιος του γέροντα με άφησε μπροστά στην πόρτα μου και έφυγε αφήνοντας πίσω του σκόνη και καπνό, με πιάσανε τα γέλια. Ήταν ωραία εποχή, τότε απερίσκεπτη – θυμάμαι άκουγα το LittleCreatures των TalkingHeadsμέχρι να λιώσει. Ξέχασα γρήγορα το περιστατικό.
Τότε δεν είχα καταλάβει το βάρος και το δράμα αυτού του ανθρώπου’, κατέληξε πίνοντας το πέμπτο Oban. ‘Το είχα πάρει ελαφρά – ίσως γιατί εγώ ποτέ δεν είχα τέτοιου τύπου σεξουαλικά απωθημένα. Μετά, όταν κι εγώ καταδυναστεύτηκα από επιθυμίες που έθαβα, από χειρονομίες που δεν έκανα και λόγια που δεν είπα, θυμόμουν του γέροντα του Βόλου και έκανα τη μοιραία κίνηση που μ’ ελευθέρωνε. Έκτοτε, λόγω επαγγέλματος, είδα πολλούς ανθρώπους ανελεύθερους που ενώ ζούσαν λαθραία, κρυμμένοι από τον εαυτό τους, πάντα στο τέλος ένα εμπόδιο (αλά Ρίπλεϋ) τους αποκάλυπτε και τους άφηνε γυμνούς. Μοιραίες γυναίκες που όλη τη ζωή τους δίψαγαν για τρυφερότητα, δεσποτικούς άνδρες που έκρυβαν μέσα τους ένα τρομαγμένο παιδάκι, αεράτους κοσμικούς που έπασχαν από αίσθημα κατωτερότητας, ισχυρούς πολιτικούς που διαφιλονικούσαν μυστικά ολόκληρη ζωή μ’ ένα νεκρό πατέρα. Γι’ αυτό σου λέω, η ιστορία αυτή με επηρέασε – γιατί παρ’ όλη την ακρότητά της εικονογραφεί ένα κυρίαρχο μοντέλο συμπεριφοράς».
«Παιδιά, πρέπει να κλείσω», μας διέκοψε ο Μίλτος, «πλησιάζει τέσσερις». Έτσι η ιστορία μας πρέπει να τελειώσει απότομα εδώ… Ούτως ή άλλως το ηθικό δίδαγμα το μαντέψατε ήδη.
Ντάνιελ Μέντελσον
Με αφορμή ένα σεμινάριο με θέμα την Οδύσσεια, ο Ντάνιελ Μέντελσον παρασύρει τον 81χρονο πατέρα του Τζέι σε μια κρουαζιέρα στη Μεσόγειο, στα ίχνη των θρυλικών ταξιδιών του Οδυσσέα. Αποδεικνύεται μια περιπέτεια βαθιά συναισθηματική όσο και πνευματική, που του δίνει την «τελευταία ευκαιρία» να γνωρίσει τη μεγάλη λογοτεχνία που παραμέλησε στα νιάτα του – αλλά, πάνω απ’ όλα, να καταλάβει καλύτερα τον γιο του. Το διπλό αυτό ταξίδι επιτρέπει και στον Ντάνιελ να έρθει πιο κοντά στην αλήθεια του εαυτού του και να κατανοήσει, επιτέλους, τον τόσο δύσκολο πατέρα του. Καθώς ο Μέντελσον οδηγεί το χρονικό του προς τη σπαρακτική του κορύφωση, διαχρονικά θέματα, όπως η εξαπάτηση και η αναγνώριση, ο γάμος και τα παιδιά, οι χαρές του ταξιδιού και το νόημα της πατρίδας μπλέκονται στην αφήγηση με τα γεγονότα και τις αξίες της ίδιας της Οδύσσειας.
Διαβάστε ακόμη:
Η «Οδύσσεια» του Μέντελσον: Ένα μεγάλο μάθημα αυτογνωσίας
Αλέξανδρος Δουμάς
Με σκηνικό το μεσογειακό τοπίο του νησιού Μοντεχρίστο στο τοσκανικό αρχιπέλαγος, δασωμένο, ηλιοφώτιστο, δροσερό, o διαχρονικά δημοφιλής Κόμης Μοντεχρίστος είναι ένας ήρωας με τα μυθικά χαρακτηριστικά του υπεράνθρωπου. Φυλακισμένος άδικα από νεαρή ηλικία για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε, μέσα από τη διαρκή πάλη του καλού και του κακού, την «κινηματογραφική» δράση και συγκινήσεις, δραπετεύει και βρίσκει τον θησαυρό που του αναφέρει ένας συγκρατούμενός του, παίρνοντας εκδίκηση απ’ όσους τον αδίκησαν. Ο ανυπότακτος ήρωας του ακραιφνούς ρομαντισμού παλεύει μέχρις εσχάτων με τον πόνο και το σκοτάδι της βασανισμένης του ψυχής μέχρι να βρει την ποθούμενη λύτρωση και δικαίωση, όπως την εννοεί ο ίδιος. Αποδεσμευμένος από κανόνες και περιορισμούς, απολαμβάνοντας την πλήρη ελευθερία κινήσεων που του παρέχει το χρήμα μαζί με τη γνώση, φτάνει μέχρι το τέλος, αλλά, στο μεταξύ, έχει επιτρέψει στον εαυτό του να δείξει έλεος, όταν οι περιστάσεις εμπλέκουν και τα αθώα τέκνα των τιμωρουμένων. Η πλήρης εκδοχή του μυθιστορήματος σε δύο τόμους, χιλίων σελίδων έκαστος, χωρίς καμία συντόμευση, περικοπή ή λογοκρισία.
Βιβλία
Ρόμπερτ-Λούις Στίβενσον
Κλασική νουβέλα φαντασίας που βασίστηκε σε έναν εφιάλτη που είχε ο συγγραφέας της. Ο δόκτωρ Τζέκιλ βασανίζεται από την επίγνωση της αντιφατικής φύσης του, όπου δύο διαφορετικές προσωπικότητες, μία του καλού και μία του κακού, συνυπάρχουν και αγωνίζεται να βρει τρόπο να τις διαχωρίσει. Ανακαλύπτει ένα φάρμακο που τον μεταμορφώνει στον βάναυσο κύριο Χάιντ, απορροφώντας όλη την κακή πλευρά του, αλλά έχει απρόβλεπτες συνέπειες: ο κύριος Χάιντ αποκτά όλο και μεγαλύτερη αυτονομία και διαπράττει φρικιαστικά εγκλήματα, «αιχμαλωτίζοντας» σταδιακά τον δόκτορα Τζέκιλ.
LiFO Βιβλία
Γουίλφρεντ Θέσιγκερ
«Οι Άραβες των βάλτων», που εκδόθηκαν το 1964, δεν ήταν το πρώτο βιβλίο του Θέσιγκερ. Προηγήθηκαν οι «Άμμοι της Αραβίας» το 1959, όπου και πάλι περιγράφεται ένα φυσικό και ανθρώπινο τοπίο που απειλείται με καταστροφή, καταστροφή την οποία επέφερε η εκμετάλλευση του πετρελαίου -αγωγοί, εγκαταστάσεις, δρόμοι που χάραξαν με βαθιές ουλές την έρημο, αυτοκίνητα που αντικατέστησαν τις καμήλες, η εξαφάνιση του βεδουίνου, ενός πανάρχαιου ανθρώπινου τύπου σε απόλυτη συμφωνία με το περιβάλλον του. Έτσι, και στα δύο του βιβλία ο Θέσιγκερ καταγράφει παραδείσους που υπήρξαν. Δεν νομίζω ότι ο συγγραφικός του στόχος ήταν αποκλειστικά “οικολογικός” -άλλωστε, την εποχή εκείνη δεν υπήρχε οικολογικός προβληματισμός, όπως τον εννοούμε σήμερα. Οπωσδήποτε είναι πρωτοπόρος σε μια οικολογική ανησυχία και προβλέπει επερχόμενα δεινά, αλλά πιστεύω ότι οι “Άραβες των βάλτων”, όπως και οι “Άμμοι της Αραβίας”, είναι κάτι περισσότερο από οικολογικές ελεγείες. Έχουν τη δύναμη, την πειστικότητα της λογοτεχνίας. Διαισθάνομαι ότι αυτή ενδεχομένως ήταν η βαθύτερη πρόθεση του Θέσιγκερ: να γράψει ένα βιβλίο που να εκφράζει έναν κόσμο, να μεταφέρει τις οικολογικές του ανησυχίες αλλά ταυτόχρονα να αποτελεί το βιβλίο καθεαυτό κόσμο, πέραν της αναπαράστασης. Ήθελε προφανώς να γράψει ένα ωραίο βιβλίο, ένα “λογοτεχνικό” βιβλίο και το πέτυχε. Αυτό άλλωστε είναι τελικά η λογοτεχνία. Όταν η μορφή είναι κάτι σαν περιεχόμενο, ένα είδος περιεχομένου… […]
―από συνέντευξη του μεταφραστή Άρη Μπερλή στη LIFO