Τον Αύγουστο του 1806, πίσω από τους υδρατμούς μιας ζεστής μέρας, ο φιλέλληνας Γάλλος λογοτέχνης και θεμελιωτής του γαλλικού ρομαντισμού Σατωβριάνδος θα δει τις ακτές της «Κορφού» (κατοπινής Κέρκυρας). Το πλοίο του έχει ακινητοποιηθεί από την απόλυτη νηνεμία κι αυτός θα απολαύσει από το κατάστρωμα το «πρώτο ηλιοβασίλεμα και την πρώτη νύχτα κάτω από τον ουρανό της Ελλάδας». Έχοντας κάνει κτήμα του την αρχαία γραμματεία, θα διακρίνει στη φωτιά που έχουν ανάψει οι ψαράδες στην απέναντι ακτή «τις Νύμφες να βάζουν φωτιά στο πλοίο του Τηλέμαχου». Από κει θα συνεχίσει καταγράφοντας γλαφυρά την περιήγησή του στην Πελοπόννησο και στην Αττική των αρχών του 19ου αιώνα κατά τη διάρκεια του μεγάλου του ταξιδιού από το Παρίσι στην Ανατολή. Λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821 ο Σατωβριάνδος, μαζί με έναν γενίτσαρο και έναν Μιλανέζο έμπορο, θα περιηγηθεί στις κοιλάδες και στα βουνά του άδενδρου Μοριά: στη μοναξιά της Αρκαδίας, στις ερημιές του Άργους, της Κορίνθου, των Μεγάρων, αλλά και της κάποτε ένδοξης Σπάρτης, συναντώντας παντού αρχαία μνημεία ανάμεσα σε σύγχρονα ερείπια, μαζί με τη φτώχεια και τη δυστυχία ενός λαού που υποφέρει από τον κατακτητή. Στην πλούσια γη της Αττικής, όπου «το κλίμα επιδρά στην αισθητική», θα διαπιστώσει με λύπη πως οι Έλληνες κάτοικοι έχουν αποκοπεί από την ιστορική τους μνήμη και πως ο αρχαίος πολιτισμός διεκόπη βίαια, χωρίς ιστορική συνέχεια. Στο ταξίδι του από την Τζια στη Σμύρνη θα συνοψίσει το ελληνικό του οδοιπορικό σε μια πικρή σκέψη: η Ελλάδα μπορεί να απελευθερωθεί, αλλά το σημάδι απ’ τα δεσμά της δεν θα σβήσει εύκολα.
Οδοιπορικό του 1806: Πελοπόννησος – Αττική – Σμύρνη – Κωνσταντινούπολη
€16.60 €14.94
Μετάφραση – επίμετρο: Αριστέα Κομνηνέλλη
Σελίδες: 264
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LIFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LifO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop..
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LifO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LifO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
Έγραψαν για το βιβλίο:
Ηλιου φαεινότερο λοιπόν ότι τα κείμενα αυτού του ανθρώπου, έχουν το μυστικό μιας ακριβοθώρητης γοητείας που δεν είναι δάνειο, κρυπτομνησία ή συστηματικό αλληθώρισμα, αλλά προσωπικό ένστικτο. Στα ταξιδιωτικά του αυτή η αρετή είναι διάχυτη. Πριν απο όλα εντυπωσιάζει το διαζύγιο με το «πνεύμα της βαρύτητας». Πουθενά ακρογωνιαίος λίθος, αγκονάρι ή φέροντες οργανισμοί. Αυτή η υδάτινη ροϊκότητα που άλλοτε μιμείται τον αέρα και άλλοτε πέφτει απο ψηλά, συνιστά ενα κατασταλαγμένο μάθημα ζωής, ενα είδος φυσιογνωμίας που μεταλλάσσεται ανάλογα με τη διάθεση και το έναυσμα της στιγμής.
– ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ, Κωστής Παπαγιώργης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Τα Ανθρώπινα Απωθημένα
Προχθές τα ήπια με έναν παλιό μου φίλο. Η ατμόσφαιρα ήταν πρόσφορη για ιστορίες – άκουγα τις μυγδαλιές μέσα στο Galaxy. Γιατρός αυτός, με γκρίζα μαλλιά, φτασμένος και ενδιαφέρων. Θύμιζε αμυδρά τύπο του Χένρι Τζέιμς, λιγάκι Βενετία – λιγάκι γύρω μας βυθιζόταν η Αθήνα.
«Άκου μια ιστορία», είπε, «που μου συνέβη όταν έκανα το αγροτικό μου σ’ ένα χωριό κοντά στο Βόλο. Είναι ένα γεγονός που με επηρέασε βαθιά. Ένα καλοκαίρι του 1973, Αύγουστος νομίζω, με ξύπνησαν μες στα άγρια χαράματα. Κοιμόμουν στην αυλή, κάτω από μια μουριά – για την ακρίβεια είχα αποκοιμηθεί ζαλισμένος από τα ποτά σε μια αιώρα. Με πήγαν σ’ ένα κεφαλοχώρι, από καρόδρομους, μιάμιση ώρα απόσταση, η πρωινή δροσιά κατέβαινε από το βουνό και ευτυχώς με ξύπνησε. Οι άνθρωποι στο αυτοκίνητο ήτανε έντρομοι –ο πατριάρχης της οικογένειας πέθαινε!- αλλά ο τρόμος τους είχε μαζί κάτι σαν φρίκη. Και απόγνωση
«Πεθαίνει ο μπαμπάς!», μου είπε γρήγορα και λίγο ντροπιασμένα μια γυναίκα στα πενήντα. «Έχει τρελαθεί, δεν ξέρει τι λέει. Δώστε του κάτι να σωπάσει»
«Τι λέει;», ρώτησα, ξέροντας ότι τέτοιες ώρες οι άνθρωποι θέλουν να πουν ό,τι δεν πρόλαβαν να εκφράσουν σε όλη τη ζωή τους. Έχω δει ισόβιες έχθρες να λιώνουν κάτω από ένα χάδι ή μια ευχή ή μία συγγνώμη. Σκληρότατους ανθρώπους να κλαίνε βουβά στα πόδια ενός κρεβατιού, καρδιές να γυρίζουν φόδρα, – οι ώρες αυτές έχουν κάτι άγιο
«Λέει πράγματα φρικτά!», είπε η γυναίκα και έπιασε με το χέρι της στο μέτωπό της, να συγκρατήσει ένα λυγμό.
Όταν φτάσαμε στο σπίτι, είδα τους άντρες στην αυλή. Είδα τις κάφτρες τους τσιγάρου τους στο μαβί φως του όρθρου. Καθόντανε σκυφτοί κι αμίλητοι, ένας πετεινός ελάλησε – κι έπειτα πάλι ησυχία. Οι γυναίκες ήταν καθισμένες στην κουζίνα γύρω από το αδειανό τραπέζι, τα μπράτσα δεμένα μεταξύ τους – άφηναν αραιά και πού έναν ψίθυρο ή ένα στεναγμό. Από την ανοιχτή πόρτα του υπνοδωματίου είδα τρία-τέσσερα παιδιά να κοιμούνται σε ένα διπλό κρεβάτι, ένα μωρό σ’ ένα καρότσι. Ο αέρας ήταν πηχτός κι ακίνητος, μες στο γαλάζιο σκοτάδι διέκρινα τα κάδρα των προγόνων και τη φωτογραφία του ανθρώπου που πέθαινε στο μέσα δωμάτιο. Ήταν ένα άντρας όμορφος, με καλοκαιρινό κοστούμι, μεταξωτό μαντήλι και ωραίο παναμά. Ατίθασες μπούκλες τα καστανά μαλλιά του – μου φάνηκε παράξενο! Ήτανε γελαστός και ευθυτενής και με το χέρι απλωμένο χάιδευε το λαιμό ενός λευκού αλόγου που έκλινε το κεφάλι υπάκουα. Το ήξερα! Ή μάλλον, τον είχα ακουστά. Ήταν ένας περίβλεπτος παράγων της περιοχής με τέσσερα παιδιά, εγγόνια, και δισέγγονα. Αυτοδημιούργητος, είχε εμπλακεί με τα κοινά, με επιτυχία μάλιστα. Δεν είχε βλάψει άνθρωπο, είχε τεράστια περιουσία, είχε κάνει δωρεές σε ιδρύματα και εκκλησίες – εν γένει ήταν πρόσωπο περιωπής.
Ένας άντρας στα 60, με υγρά μάτια, με πήρε από το μπράτσο. Καθώς με οδηγούσε σε μία πόρτα κλειστή, που από μέσα της άκουσα κάτι ακατάληπτους ρόγχους, μου είπε ψιθυριστά στο αυτί: «Γιατρέ, κάνε ό,τι μπορείς. Ήμασταν όλοι μέσα όταν έγινε αυτό, να πάρουμε την ευλογία του. Εμείς, τα παιδιά μας, τα παιδιά των παιδιών μας… και ξαφνικά τον έπιασε αυτή η…». Συσπάστηκε. «Τι φταίξαμε, Θεέ μου! Τι ντρόπιασμα είναι αυτό!».
Τον χτύπησα στον ώμο και μπήκα μόνος στο δωμάτιο. Απ’ το ανοιχτό παράθυρο έμπαινε το πρώτο φως της μέρας και πάνω στο κρεβάτι ένας άντρας σε βαθύ γήρας ήταν σε παραλήρημα – ένα παραλήρημα ήσυχο, δίχως φωνές, ρυθμικό και υπόκωφο. Τα μάτια ήταν θολά κι ελάχιστα θυμίζανε το λαμπερό βλέμμα του κάδρου. Πέθαινε. Έσβηνε. Πλησίασα το κεφάλι για ν’ ακούσω. Κι έμεινα αποσβολωμένος. Ξέρεις τι έλεγε ο σεβάσμιος γέρων; Έλεγε και ξανάλεγε ενώ το σάλιο κύλαγε σε μία άκρη των χειλιών του (και συγγνώμη για τη χυδαιολογία): ‘Θέλω πούτσο! Θέλω πούτσο!’.
Πέθαινε. Έσβηνε. Πλησίασα το κεφάλι για ν’ ακούσω. Κι έμεινα αποσβολωμένος. Ξέρεις τι έλεγε ο σεβάσμιος γέρων; Έλεγε και ξανάλεγε ενώ το σάλιο κύλαγε σε μία άκρη των χειλιών του (και συγγνώμη για τη χυδαιολογία): ‘Θέλω πούτσο! Θέλω πούτσο!’.
Ένα γέλιο ανέβηκε κελαρυστά απ’ το λαρύγγι μου (ήταν και τα υπολείμματα της μέθης) και το ‘πνιξα μη με λιντσάρουν. Ο γέρων άρχων ήτανε κρυφός ομοφυλόφιλος, ολόκληρη ζωή! Κράτησε τέλεια το μυστικό του, ανέβηκε στα σκαλιά της κοινωνίας, απέκτησε απογόνους, αλλά τον πρόδωσε το πάθος, την τελευταία στιγμή, με ένα πάρθιον βέλος. Τουλάχιστον ο ίδιος δεν το είχε καταλάβει. Όλη την ντροπή την έτρωγαν οι επίγονοι!
Του έκανα μια ένεση μορφίνης και έπεσε σε ένα βύθος που ελάχιστα απείχε από το κώμα. Ήπια έναν καφέ στη σιωπηλή κουζίνα και γύρισα στο εργένικο σπιτάκι μου να συμπληρώσω ύπνο.
Όταν ο γιος του γέροντα με άφησε μπροστά στην πόρτα μου και έφυγε αφήνοντας πίσω του σκόνη και καπνό, με πιάσανε τα γέλια. Ήταν ωραία εποχή, τότε απερίσκεπτη – θυμάμαι άκουγα το LittleCreatures των TalkingHeadsμέχρι να λιώσει. Ξέχασα γρήγορα το περιστατικό.
Τότε δεν είχα καταλάβει το βάρος και το δράμα αυτού του ανθρώπου’, κατέληξε πίνοντας το πέμπτο Oban. ‘Το είχα πάρει ελαφρά – ίσως γιατί εγώ ποτέ δεν είχα τέτοιου τύπου σεξουαλικά απωθημένα. Μετά, όταν κι εγώ καταδυναστεύτηκα από επιθυμίες που έθαβα, από χειρονομίες που δεν έκανα και λόγια που δεν είπα, θυμόμουν του γέροντα του Βόλου και έκανα τη μοιραία κίνηση που μ’ ελευθέρωνε. Έκτοτε, λόγω επαγγέλματος, είδα πολλούς ανθρώπους ανελεύθερους που ενώ ζούσαν λαθραία, κρυμμένοι από τον εαυτό τους, πάντα στο τέλος ένα εμπόδιο (αλά Ρίπλεϋ) τους αποκάλυπτε και τους άφηνε γυμνούς. Μοιραίες γυναίκες που όλη τη ζωή τους δίψαγαν για τρυφερότητα, δεσποτικούς άνδρες που έκρυβαν μέσα τους ένα τρομαγμένο παιδάκι, αεράτους κοσμικούς που έπασχαν από αίσθημα κατωτερότητας, ισχυρούς πολιτικούς που διαφιλονικούσαν μυστικά ολόκληρη ζωή μ’ ένα νεκρό πατέρα. Γι’ αυτό σου λέω, η ιστορία αυτή με επηρέασε – γιατί παρ’ όλη την ακρότητά της εικονογραφεί ένα κυρίαρχο μοντέλο συμπεριφοράς».
«Παιδιά, πρέπει να κλείσω», μας διέκοψε ο Μίλτος, «πλησιάζει τέσσερις». Έτσι η ιστορία μας πρέπει να τελειώσει απότομα εδώ… Ούτως ή άλλως το ηθικό δίδαγμα το μαντέψατε ήδη.
Βιβλία
Αλμπέρ Καμί
Το Καλοκαίρι είναι μια συλλογή δοκιμίων, γραμμένων από το 1939 έως και το 1953, με κοινό συνδετικό άξονα τον ήλιο της Μεσογείου, τις αναμνήσεις του Καμύ από την Αλγερία, τις τραγωδίες της Ευρώπης ‒την ανθρωπότητα που ασφυκτιά κάτω από τις δικτατορίες, αιμορραγεί από τους πολέμους, ξεψυχά στα μίση‒ αλλά και την ομορφιά για την οποία, όπως ο ίδιος λέει, «οι Έλληνες πήραν τα άρματα». Με ύφος λιτό, που αρμόζει στο μεσογειακό καλοκαίρι, και γλώσσα απολαυστική αναζητά το πιο αναγκαίο στη ζωή: το φως και την ευτυχία.
Βιβλία
Βιρτζίνια Γουλφ
Η ενσάρκωση του ανδρόγυνου που διασχίζει τους αιώνες από τον 16ο έως και τις αρχές του 20ού, που χαρακτηρίστηκε το «μακρύτερο και γοητευτικότερο ερωτικό γράμμα της λογοτεχνίας», είναι μια βιογραφία αλλά και ένα μυθιστόρημα μεταμοντέρνο και φεμινιστικό, μια διαχρονική ιστορία μεταμόρφωσης δημοσιευμένη το 1928, που καταργεί τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία και γράφτηκε για τη Βίτα Σάκβιλ-Γουέστ, φίλη της Γουλφ. Το δεκαεξάχρονο αγόρι που ζει και μεγαλώνει τα χρόνια του Σαίξπηρ υπό την εύνοια της βασίλισσας Ελισάβετ, στα 30 του ξυπνάει έχοντας αλλάξει φύλο και για 300 χρόνια περιπλανιέται ως γυναίκα βιώνοντας την προκατάληψη, διαμαρτυρόμενη για το μεγάλο χάος ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα, τις περιορισμένες ευκαιρίες που έχει μια γυναίκα να διακριθεί λογοτεχνικά, αλλά και για τον αποκλεισμό της από τον έρωτα.
Βιβλία
Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα, Έδγαρ Άλλαν Πόου
Ο Τομάζι ντι Λαμπεντούζα διηγείται τη θαμβωτική ιστορία ενός αυστηρού ελληνιστή καθηγητή, ο οποίος, απομονωμένος το καλοκαίρι της πρώτης του νεότητας σε ένα έρημο ακρογιάλι της Σικελίας, γνωρίζει τον θεϊκό έρωτα της σειρήνας Λίγειας και την «κτηνώδη χαρά της ύπαρξης», σμίγοντας μαζί της μέσα στα νερά. Η «αιώνια Σικελία» και το φυσικό μεγαλείο της είναι το σκηνικό της αλλόκοσμης αυτής ερωτικής ιστορίας όπου η μαγεία έχει κάτι χειροπιαστό και το αρχέγονο ζωώδες ένστικτο κυριαρχεί: κυριευμένος από πνευματική και σωματική ηδονή, ο καθηγητής Λα Τσιούρα παραδίνεται ολοκληρωτικά και για πάντα στο θείο πλάσμα ‒ και ο Λαμπεντούζα ανακαλεί την ιδανική χώρα της αρχαίας ελληνικής παράδοσης.
LiFO Βιβλία
Νίκος Δήμου – Φανή Κωνσταντίνου
Το έργο της Nellys ήταν συνώνυμο ως τώρα με την ασπρόμαυρη φωτογραφία, τις αρχαιότητες, τα ιδανικά τοπία της Κρήτης και τις γυμνές χορεύτριες στην Ακρόπολη. Όποιο θέμα κι αν είχαν, οι διαυγείς μαύροι και γκρίζοι όγκοι τους άφηναν στην εικόνα την ηδύτητα μιας ασημένιας στιλπνότητας.
Για πρώτη φορά με το βιβλίο αυτό γίνονται γνωστές οι έγχρωμες φωτογραφίες της. Τραβηγμένες στην Αμερική την περίοδο 1939-65, για να χρησιμοποιηθούν για διαφημιστικούς λόγους, έμεναν φυλαγμένες στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη, όπου και ανήκουν. Αποκαταστάθηκαν με προσοχή, ώστε να αναδειχθεί ξανά το πλούσιο χρώμα τους, το οποίο σε πολλά σημεία είχε ξεθωριάσει επικίνδυνα.
Εκείνο που εκπλήσσει ευχάριστα στις φωτογραφίες αυτές είναι βεβαίως το χτυπητό, χαρούμενο χρώμα, τα πρόσωπα από πορσελάνη (σε εποχές πριν το photoshop), η αψυμιθίωτη χάρη του σφύζοντος αμερικάνικου ονείρου. Είναι όμως και η ίδια τους η ύπαρξη: Αυτή η εντελώς άγνωστη πτυχή της μεγάλης Ελληνίδας φωτογράφου, η οποία αποδεικνύει ότι εκτός από λεπτή αισθητήστρια υπήρξε και ένας άνθρωπος πρακτικός, που τολμούσε να δοκιμάζει συνεχώς νέα πράγματα, δίχως μεμψιμοιρίες.
Βιβλία
Ρόμπερτ-Λούις Στίβενσον
Κλασική νουβέλα φαντασίας που βασίστηκε σε έναν εφιάλτη που είχε ο συγγραφέας της. Ο δόκτωρ Τζέκιλ βασανίζεται από την επίγνωση της αντιφατικής φύσης του, όπου δύο διαφορετικές προσωπικότητες, μία του καλού και μία του κακού, συνυπάρχουν και αγωνίζεται να βρει τρόπο να τις διαχωρίσει. Ανακαλύπτει ένα φάρμακο που τον μεταμορφώνει στον βάναυσο κύριο Χάιντ, απορροφώντας όλη την κακή πλευρά του, αλλά έχει απρόβλεπτες συνέπειες: ο κύριος Χάιντ αποκτά όλο και μεγαλύτερη αυτονομία και διαπράττει φρικιαστικά εγκλήματα, «αιχμαλωτίζοντας» σταδιακά τον δόκτορα Τζέκιλ.
Αλέξανδρος Δουμάς
Με σκηνικό το μεσογειακό τοπίο του νησιού Μοντεχρίστο στο τοσκανικό αρχιπέλαγος, δασωμένο, ηλιοφώτιστο, δροσερό, o διαχρονικά δημοφιλής Κόμης Μοντεχρίστος είναι ένας ήρωας με τα μυθικά χαρακτηριστικά του υπεράνθρωπου. Φυλακισμένος άδικα από νεαρή ηλικία για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε, μέσα από τη διαρκή πάλη του καλού και του κακού, «κινηματογραφική» δράση και συγκινήσεις, δραπετεύει και βρίσκει τον θησαυρό που του αναφέρει ένας συγκρατούμενός του, παίρνοντας εκδίκηση απ’ όσους τον αδίκησαν. Ο ανυπότακτος ήρωας του ακραιφνούς ρομαντισμού παλεύει μέχρις εσχάτων με τον πόνο και το σκοτάδι της βασανισμένης του ψυχής μέχρι να βρει την ποθούμενη λύτρωση και δικαίωση, όπως την εννοεί ο ίδιος. Αποδεσμευμένος από κανόνες και περιορισμούς, απολαμβάνοντας την πλήρη ελευθερία κινήσεων που του παρέχει το χρήμα μαζί με τη γνώση, φτάνει μέχρι το τέλος, αλλά, στο μεταξύ, έχει επιτρέψει στον εαυτό του να δείξει έλεος, όταν οι περιστάσεις εμπλέκουν και τα αθώα τέκνα των τιμωρουμένων. Η πλήρης εκδοχή του μυθιστορήματος σε δύο τόμους, χιλίων σελίδων έκαστος, χωρίς καμία συντόμευση, περικοπή ή λογοκρισία.
LiFO Βιβλία
Βάσος Γεώργας
Οι ταινίες, οι αίθουσες, η ατμόσφαιρα του απαγορευμένου, οι μεγάλοι πορνοστάρ της πρώτης ελληνικής φάσης, οι υποθέσεις των ταινιών του ελληνικού soft-core ξαναζούν, μέσα σε 600 σελίδες και άλλες τόσες γυμνές φωτογραφίες, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά από το αρχείο του Βάσου Γεώργα.
LiFO Βιβλία
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
Eίχα έναν φίλο που πέθανε η μάνα του απότομα, από καρδιά. Ήταν περίεργο παιδί και δεν έκλαψε καθόλου, ούτε με το πρώτο σοκ ούτε μετά – στις εκκλησίες και στους τάφους. Ήταν κλειστός σαν πέτρα, γιατί την αγαπούσε πολύ.
Το βράδυ που έφυγαν οι επισκέπτες από το σπίτι (σχεδόν τους έδιωξε), εξαντλημένος άνοιξε το ψυγείο. Σε ένα τάπερ βρήκε γεμιστά. Τα είχε μαγειρέψει η μάνα του μια μέρα πριν πεθάνει.
Έκατσε στο τραπέζι, μόνος, και άρχισε να τρώει. Ένιωσε κάτι υπόκωφο να του χτυπάει τα σωθικά: η οικειότητα αυτής της γεύσης. Το ρύζι, η ντομάτα, το συγκεκριμένο λάδι, ο συγκεκριμένος άνηθος – αυτό το μείγμα που ανήκε αποκλειστικά στη μάνα του.
Τότε μόνο τον πήραν τα κλάματα. Έκλαιγε κι έτρωγε, σιγά-σιγά, για να μην τελειώσουν γρήγορα τα γεμιστά του. Μέχρι που τέλειωσαν.
________________
Η επώδυνη ενηλικίωση ενός αγοριού στην επαρχία της δεκαετίας του ’60 και του ’70, η παράξενη άνθηση της σεξουαλικότητας, το μπούλινγκ, οι μαγικοί κόσμοι που αναγκάστηκε να εξυφάνει στη μοναξιά του, η ειδυλλιακή εικόνα ενός νησιού που από πίσω κρύβει καταπίεση και φοβο.
Η δειλή του επανάσταση στην εφηβεία και η μεγάλη του απόδραση στην Αθήνα. Ο τρόπος που προσπάθησε να φτιάξει τη ζωή του, δίχως τις ετοιμες λύσεις της πολιτικής ή της θρησκείας – ακολουθώντας το ένστικτό του και παρατηρώντας σχεδόν με ωμότητα το παίγνιο μιάς κοινωνίας υπό διάλυση.
________________
Το νέο βιβλίο του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο – δίχως αναστολές και δίχως απολογίες. Με σχεδόν εργαστηριακό βλέμμα καταγράφει την αγριότητα και την ομορφιά που ενυπάρχουν σε κάθε ζωή · τα τεχνάσματα και τα κατά συνθήκην ψεύδη που χύνονται σαν μέλι στην παντόφλα της δημοσιογραφίας και των social media.
Κυρίως όμως το βιβλίο αυτό είναι ένα tour de force ως προς το ύφος του ― με μια γλώσα μεστή και δωρική, αστραφτερή σαν λάμα και γεμάτη ποιητικές αντηχήσεις.
Είναι μια απόλαυση να το διαβάζεις: τόσο το πρώτο μέρος που συγκεφαλαιώνει τις αφηγήσεις του Νησιού· όσο και το δεύτερο μέρος που μιλά για τον ερχομό στην μεγάλη πόλη.
______________
LiFO Βιβλία
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
Αυτό το βιβλίο βγήκε πριν οχτώ χρόνια για λόγους βιοποριστικούς. Προς μεγάλη μου έκπληξη, σήμερα τυπώνεται η τέταρτη έκδοσή του. Λογικά, τα πρόσωπα που περιλαμβάνονται σ αυτό δεν θα έπρεπε να αφορούν τη σημερινή εποχή. Κι όμως. Υπάρχει ακόμα ενδιαφέρον για τέτοιες περιπτώσεις, που είναι με τον τρόπο τους ακατάτακτες, ιδιοφυείς, λίγο εκκεντρικές και πάνω απ όλα ποιητικές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Βιβλία
Τζορτζ Όργουελ
Στο προτελευταίο βιβλίο του Τζορτζ Όργουελ περιγράφεται με αλληγορικό τρόπο μια δυστοπική ιστορία στην οποία τα ζώα μιας φάρμας επαναστατούν επειδή δεν αντέχουν τη σκληρή αντιμετώπιση του ανθρώπου-αφέντη, αντανακλώντας τα γεγονότα που οδήγησαν στη Ρωσική Επανάσταση του 1917 και ακολούθως στη σταλινική περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης. Η επανάσταση των ζώων που οργανώνεται από ένα ηλικιωμένο γουρούνι για να ξεφύγουν από τη σκλαβιά μετατρέπεται σταδιακά σε μονοκρατορία, όπου τα γουρούνια γίνονται οι νέοι δυνάστες. Η αλλοτρίωση που φέρνει η εξουσία και η (εύκολη) μεταμόρφωση του καταπιεσμένου σε αφέντη που κάνει αφόρητη τη ζωή των γύρω του είναι διαχρονική ‒ και σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ.
Βιβλία
Πάτρικ Λι Φέρμορ
Το βιβλίο του Βρετανού συγγραφέα και φιλέλληνα και ενός «από τους σπουδαιότερους Βρετανούς περιηγητές», που έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στην Καρδαμύλη, σε ένα από τα πιο ωραία σπίτια πλάι στη θάλασσα, είναι μια συναρπαστική αφήγηση της ιστορίας της Μάνης και της νότιας Πελοποννήσου, που μέχρι τότε ελάχιστοι ξένοι, αλλά και Έλληνες, είχαν επισκεφτεί. Μεταφρασμένο από τον προσωπικό του φίλο –και πρώην πρωθυπουργό‒ Τζαννή Τζανετάκη, το βιβλίο του Φέρμορ ακολουθεί την ιστορική διαδρομή τόπου και ανθρώπων και βυθίζεται στη γοητεία των μύθων τους, καταγράφει έθιμα και περιπέτειες πειρατών, το κλάμα του Ορφέα για την Ευρυδίκη, ιστορίες που προκύπτουν από απομεινάρια αρχαίων ναών και ερειπωμένων κάστρων, τα ξωκλήσια, τα φτωχικά σπίτια των ντόπιων με την αξιοπρέπεια και το φιλότιμο, τον Πάρη και την Ελένη, εκεί όπου «χιλιάδες χρόνια πριν, εκείνος ο σπουδαίος και εμπρηστικός μήνας του μέλιτος άρχισε ανάμεσα στους ψίθυρους και τα μάραθα».