Sonny Boy

22.15

Συγγραφέας:
Εκδόσεις:

Μετάφραση: Κατερίνα Μποσινάκη
Σελίδες: 304

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Κωδικός προϊόντος: LF-BK-10893 Κατηγορία: Ετικέτα:

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Γράψιμο… Τι ιδέα κι αυτή!

Φλοράνς Νουαβίλ

Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Φλοράνς Νουαβίλ και ο σύζυγός της συνδέονταν με μακρά φιλία με το ζεύγος Κούντερα.

Έτσι λοιπόν προέκυψαν κι αποτυπώθηκαν στο βιβλίο αυτό σκηνές πονηρούτσικης συνενοχής, γεύματα μεσημεριανά στο Τουκέ, επισκέψεις στο διαμέρισμα του ζεύγους, συναντήσεις καφενειακές, η αβάσταχτη νοσταλγία μιας ασήμαντης φλυαρίας σ’ ένα εξοχικό εστιατόριο, στιγμές κι αισθήσεις στιγμιαίες που ζωντανεύουν με τρυφερότητα το (βιωμένο) έργο και τη (μυθιστορηματική) ζωή του Μίλαν Κούντερα.

Η κεντροευρωπαϊκή πολιτισμική ρίζα που διαπερνά τη σκέψη και τη δράση του Κούντερα αναδεικνύεται εδώ γλαφυρά: Σπαράγματα από κείμενα και συζητήσεις, αναμνήσεις, ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο από τη Βοημία και πλήθος φωτογραφίες συγκεντρώνονται με έναν και μόνο στόχο: να γεννήσουν στον αναγνώστη την επιθυμία της (επαν)ανακάλυψης ενός μέγιστου καλλιτέχνη του 20ού αιώνα.

Συγγραφέας όσο και μουσικός, ο Μίλαν Κούντερα, εχθρός του δημόσιου κουτσομπολιού και της πληκτικής βιογράφησης, βρήκε στη Φλοράνς Νουαβίλ μια γραφίδα ικανή να αναδείξει την ειρωνική, αποστασιοποιημένη ματιά του και τη μέγιστη ικανότητά του για εμβάθυνση, αλλά κι εκείνα τα αστεία με τα οποία τρέφουμε όλοι μας τα όνειρα και τα ψέματά μας.
Κριτικές

19.00

Βαρσάμη Κωνσταντίνα, Σιάνης Παναγιώτης

Η μετανάστευση είναι μια διαδρομή γεμάτη όνειρα, αλλά και δοκιμασίες. Ο μετανάστης, θέλοντας να ριζώσει στη νέα του πατρίδα, συχνά βιώνει μοναξιά και αποξένωση. Κι όμως, η επιστροφή στην πρώτη του πατρίδα μπορεί να είναι εξίσου δύσκολη. Εκεί, ο χρόνος έχει αλλάξει τα πάντα: τους ανθρώπους, τις συνήθειες, ακόμα και τον ίδιο.

Το συναίσθημα του να νιώθεις ξένος στην ίδια σου τη χώρα είναι -ενίοτε- βαρύ, αλλά και μια βαθιά υπενθύμιση του πόσο πολύπλοκη είναι η έννοια του «σπιτιού». 29 άνθρωποι που έχουν βιώσει αυτή τη συνθήκη μιλούν μέσα στις σελίδες αυτού του βιβλίου για το πως η καρδιά μένει πάντα μοιρασμένη ανάμεσα σε δύο κόσμους.

 

17.99

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Θιβέτ

Στέλιος Βαρβαρέσος

Στο εξαιρετικά πρωτότυπο αυτό βιβλίο ο Στέλιος Βαρβαρέσος, ταξιδεύοντας στο Θιβέτ και τα Ιμαλάια, μέσα από ιστορίες δρόμου και απρόσμενες συναντήσεις, άλλοτε αποκαλυπτικές, άλλοτε συγκινητικές και βαθιά ανθρώπινες, επιχειρεί να καταγράψει με τον δικό του τρόπο, τη δική του ματιά, τα όσα είδε και ένιωσε περιπλανώμενος στον μεγαλύτερο ερημότοπο του πλανήτη, τη «Χώρα του Χιονιού», το Θιβέτ, ένα καθαρά θεοκρατικό βασίλειο: «Παρασύρθηκα, σαν ένας μικρός κόκκος σκόνης, στους ερημότοπους του Θιβέτ, ανάμεσα από σκονισμένες κοιλάδες, μικρά χωριά, χιονισμένα ψηλά περάσματα… Συνάντησα νομάδες, απλούς χωρικούς, μοναχούς, προσκυνητές… Τρύπωσα, σαν μια “σκιά”, σε ναούς και μοναστήρια, και περπάτησα στις παλιές συνοικίες της Λάσα. Έγινα, έστω και προσωρινά, ένας χορευτής στη “σκιά” των Ιμαλαΐων». Το Θιβέτ, ακόμα και σήμερα, γοητεύει τη Δύση εφόσον του αποδόθηκε, τουλάχιστον τους τελευταίους αιώνες ερήμην του, όλη εκείνη η πνευματικότητα που απουσιάζει από μια καταναλωτική κοινωνία και έναν «άπληστο» υλισμό. Νομάδες, μοναχοί, ασκητές, δραπέτες βίαιων πολιτικών καθεστώτων, ταξιδιώτες του χθες και του σήμερα, συνθέτουν τους «πλάνητες» αυτών των ερημότοπων.

Η αφήγηση του Βαρβαρέσου επιχειρεί να παρουσιάσει μέσα από την ίδια την Ιστορία, το ταξίδι και τις συναντήσεις του δρόμου, την κατάσταση που επικρατούσε στο Θιβέτ μετά τις δύο εισβολές του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού του Μάο, το 1950 και το 1959, αναζητώντας εναγωνίως να κατανοήσει ο ίδιος σε τι βαθμό η Ιστορία είχε εξοβελίσει τους μύθους στη «Χώρα του Χιονιού», μερικές δεκαετίες αργότερα: «Πριν την αναχώρησή μου αναρωτιόμουν αν θα μπορούσα να δω πίσω από τις “βαριές σκιές” αυτών των βουνών. Αναρωτιόμουν πώς η ανθρώπινη βία είχε καταφέρει να εγκατασταθεί στα πιο ψηλά υψίπεδα του πλανήτη. Ζητούσα να αφουγκραστώ τις ιστορίες των Θιβετιανών για τη χώρα τους, τη ζωή τους, τους θεούς τους, την πίστη τους, τις αλλαγές που βίωναν μετά την εισβολή του 1959, στη “σκιά” της Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο…»

Με όπλα την Ιστορία, τη γεωγραφία, την ηθογραφία, τις μαρτυρίες, τους μύθους, τον «δρόμο», ο Βαρβαρέσος καταφέρνει να αποκωδικοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τη ζωή και την πνευματικότητα ενός λαού, κάνοντας πιο έντονα τα χρώματα, τους ήχους και το άρωμα αυτού του μοναδικού ταξιδιού.

 

26.50

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Kopf Hock / Ψηλά το κεφάλι

Φάνης Παπαδημητρίου

Τον Ιούλιο του 2008 ο δεκαεννιάχρονος Φάνης, με μόνο εμπόδιο στις προοπτικές της επαγγελματικής ποδοσφαιρικής του καριέρας τους νεανικούς παραβατικούς πειραματισμούς του, εκσφενδονίστηκε από το πίσω κάθισμα μιας μηχανής στην Πάρο, όπου έκανε διακοπές με την παρέα του, σε έναν κόσμο όπου τίποτε δεν ήταν πλέον αυτονόητο.

Τι κάνεις όταν από εκεί που έπαιζες μπουνιές στα Εξάρχεια και έψαχνες ναρκωτικά στην Πλατεία Βάθη, πρέπει να μάθεις πώς να χρησιμοποιείς σανίδα για να μεταφερθείς στο κρεβάτι σου; Ποια είναι η λύση όταν το πατρικό σου έχει σκαλιά; Πώς μπορείς να τα καταφέρεις να ζήσεις αυτόνομα όταν είσαι ανειδίκευτος, άνεργος και εθισμένος στον τζόγο; Και τι γίνεται με τις σχέσεις με το άλλο φύλο;

Όπως και το αμαξίδιο, ο λόγος είναι άλλο ένα όχημα που ο Φάνης μαθαίνει να χρησιμοποιεί για να προχωρήσει σε αυτήν τη συγκινητική αυτοβιογραφία, που το ψυχικό σθένος μένει άσβεστο όταν βρέχει τουλούμια από παντού και το ζητούμενο είναι να κρατάς πάντα Ψηλά το Κεφάλι.

 

15.00

Νίκος Δρόσος

Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μετρονόμος το βιβλίο του Νίκου Δρόσου «Στέλιος Καζαντζίδης – Πάνος Γεραμάνης. Όπως τους γνώρισα».

«Το βιβλίο αυτό δεν είναι αυτοβιογραφία» σημειώνει ο συγγραφέας στην εισαγωγή του «ούτε εγώ είμαι βιογράφος. Είναι ένα ταξίμι καρδιάς. Μια κατάθεση ψυχής για δύο φίλους. Τον Στέλιο Καζαντζίδη, την ‘’μεγάλη σημαία’’ του λαϊκού τραγουδιού, κατά τον Γιώργο Ζαμπέτα, και τον δημοσιογράφο Πάνο Γεραμάνη, που στήριξε για περίπου 40 χρόνια το καλό ελληνικό τραγούδι από το δικό του μετερίζι. Και οι δυο τους, ο ένας με τα τραγούδια του, με τη φωνή του, και ο άλλος με την πένα του, πλούτισαν το οπλοστάσιο του νεοελληνικού πολιτισμού»

Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης θα ανακαλύψει ότι ακόμη και οι θρυλικές αυτές μορφές, όπως ο Καζαντζίδης και ο Γεραμάνης, είχαν την ανθρώπινη πλευρά τους. Παρά τις προσωπικές τους δυσκολίες, την ευαισθησία και τις αδυναμίες τους, ήταν το ταλέντο και η αφοσίωση στον σκοπό τους που τους έκαναν ξεχωριστούς.

«Το βιβλίο του Νίκου Δρόσου δεν είναι απλώς μια αναδρομή στα περασμένα. Είναι ταξίδι καρδιάς, καταγραφή που ξεπερνά τα όρια της βιογραφίας και γίνεται κατάθεση ψυχής για δύο σπουδαίους φίλους του, τον Καζαντζίδη και τον Γεραμάνη» αναφέρει μεταξύ άλλων στον πρόλογό του ο Χρήστος Γ. Γεωργιάδη και συνεχίζει: «Μέσα από αυτό ο Νίκος προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη τους, να αναδείξει τη σημασία τους, αλλά και να προσφέρει στους αναγνώστες βαθύτερη κατανόηση των προσώπων και των γεγονότων που σφράγισαν την ελληνική μουσική σκηνή.

Όσοι διαβάσουν το βιβλίο αυτό θα καταλάβουν ότι δεν πρόκειται απλώς για φόρο τιμής σε δύο μεγάλες μορφές, αλλά για απόπειρα να κατανοήσουμε το πώς η μουσική μπορεί να αγγίξει το συλλογικό συναίσθημα, να ενώσει διαφορετικές γενιές και να παραμείνει επίκαιρη μέσα από τα βιώματα και τις αφηγήσεις αυτών που έζησαν την εποχή της αυθεντικής δημιουργίας.»

***

Ο Νίκος Δρόσος γεννήθηκε στον Παραπόταμο Σερρών το 1951. Είναι τακτικό μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) και πτυχιούχος της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών. Εργάστηκε ως συντάκτης στις εφημερίδες Έθνος, Ελεύθερος Τύπος, Espresso, στον ραδιοφωνικό σταθμό Flash, στο εκδοτικό συγκρότημα του Γιώργου Τράγκα, και σε άλλες εφημερίδες και περιοδικά.

 

 

12.72