Θεσσαλονίκη Κωνσταντινούπολη Ανατολή

18.50

Συγγραφέας:
Εκδόσεις:

Σελίδες: 384

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Ξένη λογοτεχνία

Το μεγαλείο της ζωής

Μίχαελ Κούμπφμύλλερ

“Ποιός ήταν ο Φράντς Κάφκα; Χάρη στον Μίχαελ Κούμπφμύλλερ, μπορούμε να φανταστούμε τον διάσημο συγγραφέα σαν ευτυχισμένο άνθρωπο που στο τέλος της ζωής του βρίσκει τον μεγάλο έρωτα. Ένα έξυπνο, συγκινητικό μυθιστόρημα για την αγάπη, την πλήρωση και την αξία κάθε μιας μέρας που ζει κανείς με προσοχή και φροντίδα. ”

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 1923 σε μια λουτρόπολη της Βαλτικής, το Μύριτς. Ο φυματικός Φράντς Κάφκα, που έχει μόλις κλείσει τα σαράντα, γνωρίζει την εικοσιπεντάχρονη Ντόρα Ντιαμάντ και τολμά, λίγο πριν από το τέλος της ζωής του, να κάνει ένα βήμα που δεν είχε επιχειρήσει ώς τότε : Μετακομίζει στο Βερολίνο και ζει για πρώτη φορά μαζί με μια γυναίκα – και μάλιστα κόντρα στην οικονομική κρίση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης που κορυφώνεται, κόντρα στους γονείς του, κόντρα στη θανάσιμη αρρώστια του… Θα είναι ο τελευταίος του έρωτας, ο μεγαλύτερος ίσως στη ζωή του, σίγουρα ο πιο σημαντικός.

Ο Μίχαελ Κούμπφμύλλερ μεταμορφώνει την αληθινή ιστορία του τελευταίου χρόνου που έζησε ο Φράντς Κάφκα σ’ ένα θαυμάσιο μυθιστόρημα αγάπης, ζωντανεύοντας για μας όχι μόνο τον διάσημο συγγραφέα αλλά και την Ντόρα Ντιαμάντ, τη γυναίκα που στάθηκε δίπλα του.

Ο συγγραφέας ερεύνησε συστηματικά τον Τύπο της εποχής, την αλληλογραφία και τα τετράδια με τις σημειώσεις του Κάφκα και εμβάθυνε στην ψυχή και στο ύφος του.

Το συγκλονιστικό του μυθιστόρημα μας αποκαλύπτει ένα πρόσωπο του Κάφκα που δεν γνωρίζαμε.

 

15.90

Ελληνική λογοτεχνία

Ίσως την επόμενη φορά

Κωνσταντίνος Τζαμιώτης

Στη βραχεία λίστα για το βραβείο Μυθιστορήματος 2018 του περιοδικού «Ο Αναγνώστης»

Ο Πέτρος και η Βασιλική, οι ήρωες της ιστορίας, αν και φορτωµένοι πανίσχυρες βεβαιότητες, βολικά στερεότυπα και κοινές νευρώσεις, είναι ακόµη πολύ νέοι και λαίµαργοι για ζωή. Συναντιούνται, θαµπώνονται, παρασύρονται, ονειρεύονται, ερωτεύονται ο ένας τον άλλο, κάνουν σχέδια, και ύστερα… αρκεί µια παρεξήγηση και όλα πάνε στραβά.

Επιτέλους, αξίζει να τιµωρηθεί όποιος τολµά να ζητήσει λίγη αποδοχή χωρίς να κινδυνεύει να χάσει τον εαυτό του; Και µε τον έρωτα; Τι γίνεται µε τον έρωτα; Αν λίγη αποδοχή κοστίζει σε κάποιον ό,τι έχει και δεν έχει, ποιος µπορεί να ελπίζει πως διαθέτει αρκετή θέληση για να διεκδικήσει µια ιδέα έρωτα;

Το Ίσως την επόμενη φορά είναι ένα µυθιστόρηµα για την ερωτική επιθυµία που φτωχαίνει µπροστά στην ολοένα µειούµενη ικανότητα των ανθρώπων σήµερα να συνυπάρξουν, εξαιτίας του φόβου πως θα χάσουν την ταυτότητά τους.

Εν ολίγοις, µια ερωτική ιστορία για τη µαζικότερη ασθένεια της εποχής, την αποµάγευση του κόσµου, και το συνηθέστερο σύµπτωµά της, την εµµονή στη µοναχικότητα.

12.20

Ξένη λογοτεχνία

Πρόγευμα στο Tίφφανυς

Τρούμαν Καπότε

Το «Πρόγευμα στο “Τίφφανυς”» είναι ένα σύντομο μυθιστόρημα για μια μεγάλη πόλη και μια εύθυμη κοπέλα που τη λένε Χόλλυ Γκολάιτλυ. Η Χόλλυ είναι call-girl με χαρακτηριστικό παρελθόν —κατάγεται από τα βάθη της αμερικανικής επαρχίας— και ξεφαντώνει στη Νέα Υόρκη, απολαμβάνοντας την ανωνυμία. Ο Τρούμαν Καπότε περιγράφει εδώ την ανέμελη ζωή μιας νεοϋορκέζικης κοινότητας —τα πάρτι, τις φιλίες, τις απογοητεύσεις και τις κρίσεις— που θυμίζει τον κύκλο της Σάλλυ Μπόουλς στο «Αντίο, Βερολίνο». Η Χόλλυ ψάχνει την ευτυχία -όπως η Σάλλυ- στα πιο απίθανα μέρη και, κατά κάποιον τρόπο, τη βρίσκει· ο Τρούμαν Καπότε —όπως και ο Κρίστοφερ Ίστεργουντ- υποστηρίζει πως η ευτυχία βρίσκεται πράγματι στα πιο απίθανα μέρη. Το «Πρόγευμα στο “Τίφφανυς”» είναι ένα νεανικό μυθιστόρημα που λάμπει σαν τη φωταγωγημένη Νέα Υόρκη και σαν τη βιτρίνα του περίφημου κοσμηματοπωλείου στην Πέμπτη Λεωφόρο. Η Χόλλυ ερωτοτροπεί με τα διαμάντια του «Τίφφανυς», που δεν είναι παρά μια μεταφορά για την αιωνιότητα.

 

11.10

Πατρίσια Χάισμιθ

«Πέντε ώρες αργότερα το πλοίο είχε δέσει στον Πειραιά. Ο Τσέστερ άνοιξε δρόμο προς την κουπαστή μέσα από ένα πλήθος επιβάτες και αχθοφόρους που είχαν ανέβει για να βοηθήσουν τον κόσμο να μεταφέρει τις βαλίτσες του. Είχε πάρει με την ησυχία του πρωινό στην καμπίνα του, περιμένοντας να επιβιβαστεί μπροστά ο πολύς κόσμος. ‘Ομως τώρα διαπίστωσε ότι η αποβίβαση δεν είχε καν αρχίσει. Τα σπίτια της περιοχής και το λιμάνι του Πειραιά έμοιαζε να βρίσκονται μέσα στο χάος και τη σκόνη. Ο Τσέστερ απογοητεύτηκε που δεν μπορούσε να δει την Αθήνα στο βάθος. Άναψε τσιγάρο και χάζεψε τις κινούμενες ή σταθερές φιγούρες στη φαρδιά προβλήτα. Αχθοφόροι στα μπλε μερικοί με μάλλον τριμμένα παλτά βάδιζαν νευρικά, ρίχνοντας ματιές προς το πλοίο έμοιαζαν περισσότερο με ανθρώπους που ετοιμάζονταν να παζαρέψουν συνάλλαγμα ή ταξιτζήδες παρά με αστυνομικούς, σκέφτηκε ο Τσέστερ. Το βλέμμα του περιπλανήθηκε σε όλο το μήκος της προβλήτας, από δεξιά προς τ’ αριστερά κι ανάποδα. Όχι, δεν φαινόταν κανείς από αυτούς τους ανθρώπους να τον περιμένει. Η σκάλα είχε πέσει κι αν υπήρχε κάποιος γι’ αυτόν, δεν θ’ ανέβαινε πάνω, αντί να τον περιμένει κάτω στην προβλήτα; Φυσικά. Ο Τσέστερ καθάρισε το λαιμό του και τράβηξε μια ελαφριά ρουφηξιά. Ύστερα γύρισε και είδε την Κολέτ.
«Η Ελλάδα, του είπε χαμογελώντας.»

Έχοντας φύγει από τις ΗΠΑ, όπου κινδυνεύει να φυλακιστεί για απάτες, ο Τσέστερ ΜακΦάρλαντ κατέφυγε στην Ελλάδα με τη γοητευτική γυναίκα του, την Κολέτ. Και οι δύο προσπαθούν να έχουν το ύφος αθώων τουριστών στην Αθήνα. Μέχρι τη μέρα που στον πανικό του ο Τσέστερ σκοτώνει, χωρίς να το θέλει, έναν ιδιαίτερα περίεργο αστυνομικό επιθεωρητή, στον έκτο όροφο του ξενοδοχείου Κίνγκ’ς Πάλας.

Γιατί ο Ράυνταλ Κήνερ, ένας αργόσχολος και άφραγκος νέος Αμερικανός, που εδώ και λίγο διάστημα παρατηρεί αυτό το ζευγάρι, προτείνει τη βοήθειά του; Ο Τσέστερ περιμένει έναν εκβιασμό, αλλά ο Ράυνταλ μοιάζει να ενδιαφέρεται κυρίως για τη γοητευτική κυρία ΜακΦάρλαντ.

Με τον τρόπο αυτό οι τρεις εκτός τόπου Αμερικανοί πρωταγωνιστές της Πατρίτσια Χάισμιθ θα βρεθούν δέσμιοι ο ένας του άλλου, σ’ έναν αγώνα προς τον όλεθρο, σε μια απ’ αυτές τις ίντριγκες με την αλάνθαστη ακρίβεια όπου διαπρέπει η μυθιστοριογράφος της σειράς του “Ρίπλεϋ”, του “Γυάλινου κελιού” και άλλων αριστουργημάτων.

Όλα αυτά συμβαίνουν με φόντο την Ελλάδα των αρχών του ’60, ανάμεσα στο καφέ Μπραζίλιαν, το ξενοδοχείο Κίνγκ’ς Πάλας και τη Μεγάλη Βρετανία, το Μουσείο Μπενάκη και τα φτηνοξενοδοχεία της Ομόνοιας, και στα Χανιά, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο της Κρήτης και το Ανάκτορο της Κνωσού, που θα γίνει το ανατριχιαστικό σκηνικό ενός φόνου.

16.45

Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ

Πρωτοεπισκέφθηκα τη Μύκονο το καλοκαίρι του 1955. Εκείνη την εποχή μού ήταν αδύνατο να φανταστώ τι θα συνέβαινε τα επόμενα εξήντα χρόνια στο μαγικό και ήσυχο αυτό νησί με το ένα και μοναδικό δωδεκαθέσιο λεωφορείο και την πληθώρα από γαϊδουράκια.

Την ημέρα της άφιξής μου το νησί φιλοξενούσε περίπου δεκαπέντε επισκέπτες. Μια τυπική καλοκαιρινή ημέρα του 2018, αντιθέτως, φιλοξενεί από 120.000 έως 140.000 επισκέπτες. […]

Η Μύκονος ήταν σαν ανεξάρτητο νησιωτικό πριγκιπάτο, με τον δικό της πολιτισμό, τους δικούς της χορούς, τα τραγούδια της, την ποίηση, την κουζίνα, τα υφάσματα, την αρχιτεκτονική, ακόμα και τη γλώσσα της. Όλα αυτά εξελίχθηκαν και διαμορφώθηκαν προσεκτικά κατά τη διάρκεια χιλιάδων ετών, εν μέσω πολέμων, κατοχών, ξηρασιών κι άλλων καταστροφών. Δεν πρέπει να υποτιμάει κανείς το πόσο απομονωμένα ήταν τα νησιά του Αιγαίου τις εποχές της ιστιοφορίας και το πόσο μοναδικοί και ξεχωριστοί ήταν οι πολιτισμοί που αναπύχθηκαν στα μέρη τους.

Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι η ζωή στη Μύκονο έχει αλλάξει περισσότερο τα τελευταία εξήντα χρόνια απ΄ ό,τι εδώ και 3.000 χρόνια. Το νησί είχε περιορσιμένες αγροτικές δυνατότητες, λιγοστό νερό, καλή αλιεία και ελάχιστους άλλους φυσικούς πρόρους. Κατά κάποιον τρόπο, αντιπροσώπευε ένα ανέγγιχτο παράδειγμα ενός εξαιρετικά οργανωμένου, αυτάρκους αιγαιοπελαγίτικου πολιτισμού. Ζούσε σε ισορροπία με τους διαθέσιμους εδαφικούς, υδάτινους και θαλάσσιους πόρους του, συμπληρώνοντας το εισόδημα του με εξαγωγές και εμπόριο καϊκιών, καθώς και με εμβάσματα Μυκονιατών ναυτικών και μεταναστών. Πόσο τυχερός ήμουν που γνώρισα το νησί την εποχή εκείνη, όταν βρισκόταν στο κατώφλι της μελλονικής δραματικής του αλλαγής.

40.00