Βλέπετε 1–12 από 68 αποτελέσματα

Ξένη λογοτεχνία

Η χώρα του χιονιού

Γιασουνάρι Καουαμπάτα

16.50

Η χώρα του χιονιού είναι μια ιστορία έρωτα ανάμεσα σε έναν αργόσχολο διανοούμενο αστό του Τόκυο και μια γκέισα των βουνών της βορειοδυτικής Ιαπωνίας. Παρόλο που δεν αναφέρονται ποτέ τα πραγματικά ονόματα των τόπων, το μυθιστόρημα διαδραματίζεται σε μια απομακρυσμένη περιοχή θερμών πηγών της επαρχίας Νίιγκατα, και συγκεκριμένα στη μικρή πόλη Γιουζάουα. Ο ήρωας ταξιδεύει με το τραίνο και στην πρώτη φράση του μυθιστορήματος μόλις έχουν περάσει ένα τούνελ και βρίσκονται ξαφνικά στη χώρα του χιονιού.

Αυτή η περιοχή είναι γνωστή ως η άλλη όψη της Ιαπωνίας, και κρύοι άνεμοι, με προέλευση από τη Σιβηρία, τη διατρέχουν. Περνάμε έτσι από την πρωτεύουσα στον παράξενο και άγριο κόσμο των βουνών, από έναν κόσμο σε έναν άλλο κόσμο, σε μια διάσταση εξωπραγματική που εισάγεται από την πρώτη σελίδα με καθρεφτίσματα, μακρινά φώτα και μάτια που λάμπουν επάνω σε τζάμια σχηματίζοντας διπλοτυπίες με το νυχτερινό τοπίο.

Ο Καουαμπάτα δίνει πρόσθετες διαστάσεις και έμφαση στις εικόνες ομορφιάς και απόκοσμου που θέλει να δημιουργήσει. Φως, τραίνο, ηλεκτρικό, η κόρη του ματιού της Γυόκο πάνω σε μια μακρινή λάμψη, το καινούργιο στην υπηρεσία της ομορφιάς. Ακόμα και η βία είναι απλώς μέρος ενός κόσμου αντιθέσεων και υπάρχει κι αυτή για μερικές μόνο στιγμές πριν ο γαλαξίας τα καταπιεί όλα μέσα του. Ο έρωτας τρεμοπαίζει αβέβαιος στις καρδιές, στα μάτια, στα σώματα.

Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων συναντάει το Ζεν των στιγμών ενώνοντάς τες σε ένα τώρα που έχει καταπιεί παρελθόν και μέλλον και παραπαίει ανάμεσα σε θάμπωμα και μελαγχολία. Η ένωση με τη φύση, με το ερωτικό σώμα και τελικά με το σύμπαν είναι μοιραία στη βίωσή της και αφήνει τους ήρωες χωρίς δέρμα και χωρίς γιατρειά. Η απόσταση και η ψυχρότητα συναντούν το πάθος και την τρέλα, η φωτιά κατατρώει τα πάντα κάτω απ’ το παγωμένο βλέμμα του γαλαξία.

Η “Χώρα του χιονιού” είναι ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του Καουαμπάτα (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1968) καθώς και ένα από τα μεγάλα αριστουργήματα της ιαπωνικής λογοτεχνίας.

Ξένη λογοτεχνία

Το πρόσωπο του άλλου

Κόμπο Αμπέ

18.50

Ο αφηγητής, ένας επιστήμονας που έχει παραμορφωθεί φρικτά σε εργαστηριακό ατύχημα, είναι ένας άνθρωπος που έχει χάσει το πρόσωπό του και, μαζί με αυτό, τη σύνδεσή του με τους άλλους ανθρώπους. Από φόβο μήπως αποκαλυφθούν οι συνεχώς επιδεινούμενες πληγές του προσώπου του, τυλίγει με επιδέσμους το κεφάλι του, άλλα καταλαβαίνει ότι η μουμιοποιημένη όψη του απωθεί τους ανθρώπους. Ακόμη και η γυναίκα του πλέον τον αποστρέφεται. Η μόνη του διέξοδος για να επιστρέψει στον κόσμο των ανθρώπων είναι να δημιουργήσει μια μάσκα τόσο τέλεια ώστε να μην είναι αντιληπτή. Σύντομα όμως διαπιστώνει ότι μια τέτοια μάσκα είναι κάτι περισσότερο από μια απλή μεταμφίεση που κρύβει μόνο τις πληγές του: είναι ένας άλλος εαυτός – ένας εαυτός ικανός για τα πάντα. Παρακολουθώντας την αφήγηση μέσα από το ημερολόγιο και τις σημειώσεις του κεντρικού χαρακτήρα, το Πρόσωπο του άλλου είναι ένας τρομακτικός, καφκικός, αδυσώπητος προβληματισμός πάνω στη φύση, την ταυτότητα, τη μεταμόρφωση και τον κοινωνικό εξοστρακισμό.

Στο Πρόσωπο του άλλου ο Αμπέ αναλαμβάνει την αμείλικτη διερεύνηση του προσώπου όχι μόνο σε επίπεδο πλοκής αλλά επίσης στο επίπεδο της φόρμας που διαμορφώνει την πλοκή, σαν να προσπαθεί να σχίσει το δέρμα του προσώπου και τις εκφράσεις του. Η γραφή προσπαθεί να αποδώσει την ψυχική διαταραχή του ηρώα και τις θολωμένες σκέψεις του.

Σε αυτό το σκληρό και συναρπαστικό μυθιστόρημα βλέπουμε το παλιό, αιώνιο ζήτημα της ταυτότητας. Ποιος είναι το πραγματικό εγώ και τι αποκαλύπτει; Η μάσκα κρύβει την παλιά ταυτότητα ή μήπως δημιουργεί μια καινούργια; Σύγχρονη εκδοχή με τον τρόπο της του Δρ Τζέκυλ και κ. Χάυντ, το Πρόσωπο του άλλου έχει σημειώσει από τη δημοσίευσή του αδιάλειπτη επιτυχία.

 

 

Ξένη λογοτεχνία

Επικίνδυνος Οίκτος

Στέφαν Τσβάιχ

19.00

Tο μοναδικό μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ, γραμμένο τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, περιγράφει σπαρακτικά τη βασανιστική προδοσία της τιμής και του έρωτα, με φόντο τη διάλυση της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Οι ήρωες είναι οι αποσβολωμένοι θεατές της τραγωδίας τους, σύμβολα ενός παρακμιακού πολιτισμού που δεν μπορεί όμως να αντισταθεί στη διεγερτική χαρά ενός τελευταίου βαλς. Η πρόζα του Τσβάιχ, υπέροχη και εκλεπτυσμένη, μοιάζει με τα λείψανα αυτού του πολιτισμού που τον κατάπιε η τρέλα του 20ου αιώνα. Ο οίκτος παρουσιάζεται ως ένα επικίνδυνο συναίσθημα. Μία ημιπαράλυτη γυναίκα καταστρέφεται από τον πολύ οίκτο του περιβάλλοντός της – του πατέρα, του γιατρού της και του αρραβωνιαστικού της.

 

Γιάννης Τσαρούχης

25.00

O Τσαρούχης σε όλη του τη ζωή αρνιότανε να μαγνητοφωνηθεί ενώ μιλούσε. Το κείμενο του παρόντος βιβλίου είναι μια λαμπρή εξαίρεση: Δέχτηκε να διδάξει, δέχτηκε να κινηματογραφηθεί και δέχτηκε να μαγνητοφωνηθεί διδάσκοντας. Αυτό είναι μια πολύτιμη κληρονομιά για μας που ακολουθήσαμε.

Όπως πάντοτε αρνιόταν τον τίτλο του δασκάλου, κι εδώ δεν παραδίδει μαθήματα ως καθηγητής· μπορεί τα θέματα των μαθημάτων να είναι προσεκτικά μελετημένα και συγκροτημένα, αλλά διαβάζοντας το κείμενο, διανθισμένο με αποφθεγματικές διαπιστώσεις συγκλονιστικής ακρίβειας και πρωτοτυπίας αλλά και με το αυθόρμητο χιούμορ του, έχουμε την αίσθηση ότι παρακολουθούμε τους ελεύθερους συνειρμούς του σε μια από εκείνες τις συζητήσεις με τους φίλους του όταν μοιραζόταν μαζί μας γενναιόδωρα τα μυστικά της τέχνης του, αυτά που αναζητούσε με συγκινητική επιμονή σε όλη του τη ζωή.

Δεν μιλά ως ιστορικός τέχνης αλλά ως ζωγράφος και για ζωγράφους: “Μιλάω για ζωγράφους κυρίως εγώ και ζητώ συγγνώμη απ’ τους άλλους που δεν τα λέω φιλολογικά να τα καταλάβουνε”. Παρακολουθώντας όμως την εξέλιξη της ελληνικής τέχνης από τη μινωική περίοδο μέχρι τα σύγχρονα χρόνια, επανέρχεται διαρκώς στα τεχνικά ζητήματα που τον απασχολούσαν, στις εκδηλώσεις των γενικών ζωγραφικών προβλημάτων στην ελληνική τέχνη αλλά και στα στοιχεία της διαχρονικής της ενότητας.

Εξάλλου, δεν ασχολείται μόνο στενά με τη ζωγραφική αλλά επιμένει στη δομή της κοινωνίας και την ιδεολογία κάθε εποχής, και σε παραλληλισμούς με τις άλλες τέχνες. Ιδιαίτερα ενδιαφέρεται, ακόμα, για το θέατρο και τα κοστούμια, μια και είχε εργαστεί πολλές φορές ως σκηνογράφος, και σκηνοθέτησε και ο ίδιος παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας.

Όπως λέει: “Δε χρειάζεται ο άνθρωπος να ξέρει τόσα πολλά πράγματα”. Σ’ αυτή την πολύ προσωπική ιστορία της τέχνης κατά Γ. Τσαρούχη, μιλά με τη βεβαιότητα της προσωπικής διαπίστωσης και δεν αναπαράγει τις απόψεις άλλων για την ελληνική τέχνη. Σαν ένα μεγάλο τέλειο φίλτρο, έχει χωνέψει όλη την ιστορία της τέχνης και έχει διαμορφώσει μια συνολική θεώρηση – οι λεπτομέρειες δεν τον ενδιαφέρουν.

Ο Τσαρούχης (γεννημένος το 1910) έδωσε αυτά τα μαθήματα σε ηλικία εβδομηνταενός ετών, έχοντας πίσω του την εμπειρία του πολέμου, της δικτατορίας στην Ελλάδα και πολλά χρόνια ειρήνης και ζωγραφικής, κι έχοντας ζήσει στην Ελλάδα και στη Γαλλία. Είναι η μοναδική φορά που δέχτηκε τον τίτλο του δασκάλου, που πάντοτε τον αρνιότανε θέλοντας να τονίσει τη δυσκολία της ζωγραφικής ως τέχνης. (Από την Εισαγωγή της Ε. Δοξιάδη)

Άαρον Άπελφελντ

18.00

Ο μεγάλος συγγραφέας αναγνωρίζεται από τους χαρακτήρες που φέρνει στον κόσμο και από τη μοναδικότητα της γραφής του. Πρόκειται ακριβώς για την περίπτωση του Ισραηλινού συγγραφέα Άαρον Άππελφελντ και του μυθιστορήματος του Μέρες θαυμαστής διαύγειας, ενός από τα τελευταία και ωραιότερα έργα του.

Κάτω από το φως του Μαΐου 1945, ο εικοσάχρονος Τέο Κόρνφελντ καταφέρνει να μην υποκύψει στην υπερβολική κατανάλωση φαγητού μετά τη στρατοπεδική λιμοκτονία. Έχει μόλις αφήσει το στρατόπεδο συγκέντρωσης, που το εγκατέλειψαν οι φρουροί του καθώς πλησιάζουν οι Ρώσοι. Έχει μόνο έναν στόχο: να ξαναβρεί το οικογενειακό του σπίτι. Στους δρόμους της περιπλάνησής του στην ύπαιθρο μιας ερειπωμένης Ευρώπης, διάσπαρτης με κουφάρια από τανκ και φορτηγά, συναντά άλλους εκτοπισμένους των στρατοπέδων συγκέντρωσης, βαριά τραυματισμένους, που του θυμίζουν τη φρίκη από την οποία επέζησε, ενώ ταυτόχρονα άλλες μορφές από το παρελθόν αναδύονται στη μνήμη του. Στις Μέρες θαυμαστής διαύγειας όλοι κινούνται σ’ ένα περιβάλλον μεγάλης ερημιάς, σαν τη γη στον καιρό του Κάιν και του Άβελ.

Το βιβλίο αφηγείται το ταξίδι του Τέο Κόρνφελντ στα ηλιόλουστα τοπία της Κεντρικής Ευρώπης. Κάθε συνάντηση ξυπνάει μέσα του αμέτρητα ερωτήματα. Πώς να ζήσει μετά την καταστροφή; Πώς να συμφιλιώσει το παρελθόν με το παρόν, τη μοναξιά με την αλληλεγγύη; Πώς να βρει το μερίδιο της ανθρωπιάς που του αναλογεί;
Πέρα από τη συντριβή της Ιστορίας, αυτό το αξιοθαύμαστο βιβλίο είναι η ιστορία μιάς Ανάστασης.

Η συμπεριφορά των ηρώων του Άππελφελντ μοιάζει να υπακούει σε μια μυστηριώδη λογική, θυμίζοντας τους λογοτεχνικούς ήρωες των δασκάλων του, του Κάφκα με τους παθητικούς πρωταγωνιστές, που συγγενεύουν με τους δικούς του, ή του Σμουέλ Γιοσέφ Αγκνόν (1888-1970, Βραβείο Νόμπελ 1966), του αναβιωτή του πριν από το 1939 ευρωπαϊκού ιουδαϊσμού που δοκιμάζεται από την επικείμενη εξαφάνισή του.

Ξένη λογοτεχνία

Νορίλσκ

Καρίλ Φερέ

12.51

Ο συγγραφέας αστυνομικών πολιτικών θρίλλερ Καρύλ Φερέ, δεινός ταξιδευτής σε πολλά μέρη του πλανήτη, δέχεται μια πρόταση από δύο εκδότριές του: να ταξιδέψει και να γράψει για μία από τις πιο τερατώδεις πόλεις του κόσμου, το Νορίλσκ στη μακρινή Σιβηρία, με το μεγαλύτερο ποσοστό μόλυνσης της ατμόσφαιρας, όπου η θερμοκρασία κυμαίνεται ανάμεσα στους 20 με 60 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν.
Το παλιό γκουλάγκ, που έστησε ο Στάλιν για την εξόρυξη νικελίου και σπάνιων ορυκτών, σήμερα συνεχίζει να λειτουργεί από τον Πούτιν και τους ολιγάρχες, ενώ τα σοβιετικά κτίρια καταρρέουν. Κανείς δεν μπορεί να το επισκεφτεί χωρίς άδεια από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας, τη διάδοχο της ΚαΓκεΜπέ.

Προσδόκιμο ζωής των κατοίκων της οικτρό. Δυο μήνες το χρόνο απόλυτο σκοτάδι. Κρύο που το χειμώνα μπορεί να φτάσει και τους μείον 60 βαθμούς Κελσίου. Κανένα ζώο, κανένα δένδρο, τίποτα απολύτως. Ο συγγραφέας παραδόξως αποδέχεται την πρόταση και καλεί για συνοδό του έναν ήρωα κάποιων μυθιστορημάτων του: τον μονόφθαλμο Μακ Κας, το Τέρας με τα ευγενικά αισθήματα και τη μεγάλη τρέλα – αλλά αυτήν τη μοιράζονται.

Το βιβλίο είναι το χρονικό ενός ταξιδιού σε μια κόλαση όπου οι άνθρωποι που συναντάμε, μεταλλωρύχοι κυρίως, με τον τρόπο του Φερέ μας οδηγούν στο φως, χάρη στη δική τους τρέλα και στα δυνατά τους αισθήματα.
Από αυτό το ταξιδιωτικό χρονικό προέκυψε το σπουδαίο μυθιστόρημα του Καρύλ Φερέ Led – Πάγος του 2022.

Δημήτρης Υφαντής

22.00

Ψυχοπαθολογικαί εκδηλώσεις εξ αντιδράσεως, αλαλίαι και τρόμοι εκτοπισθέντων εις Μακρόνησον.

ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΕΡΕΥΝΑ-ΜΕΛΕΤΗ εξετάζονται οι συνθήκες στις οποίες εμφανίστηκε και εξελίχθηκε το φαινόμενο της «μακρονησιώτικης τρέλας», κατά την περίοδο που στο νησί «φιλοξενήθηκαν»
πολιτικοί εξόριστοι. Χωρίς δραματοποιήσεις ή στερεοτυπικές αντιλήψεις για τις ψυχικές παθήσεις και τους πάσχοντες εξόριστους, αναζητούνται τα χαρακτηριστικά των προσώπων. Ποιοί ήταν οι «τρελοί» της Μακρονήσου, οι προσωπικές τους ιστορίες, η «τρέλα» που τους βασάνισε και η «μετα- αναμορφωτική» τους ζωή. Διερευνώνται ακόμη οι πολιτικές, κοινωνικές, ψυχολογικές, κλινικές συνθήκες που όρισαν την αντιμετώπισή τους, όπως και οι αναπαραστάσεις της «μακρονησιώτικης τρέλας» στην καλλιτεχνική δημιουργία.

Γίνεται μια απόπειρα να λυθεί η «σιωπή» και να τεθεί προς «συζήτηση» το θέμα. Μόνο μέσα από τη νοηματοδότηση της «μακρονησιώτικης τρέλας» και την κατανόησή της μπορεί εντέλει να επέλθει και
η κάθαρση. Διαδικασία που μάλλον συνέβη με όλες τις έως τώρα μελέτες που έγιναν για τη Μακρόνησο αλλά και τον Εμφύλιο γενικότερα.

Η διενεργηθείσα έρευνα στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στο σύνολο της υπάρχουσας βιβλιογραφίας για τη Μακρόνησο, στο αρχειακό υλικό του Δημόσιου Ψυχιατρείου στο Δαφνί, στο οποίο εισήχθη μεγάλος αριθμός «τρελών» Μακρονησιωτών, και του Δρομοκαΐτειου. Συμπληρωματικά στοιχεία εντοπίστηκαν στον Τύπο, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και στο μητρώο της Πανελλήνιας Ένωσης Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου.

Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης: κατάλογο «τρελών» Μακρονησιωτών, σχετικό δημοσίευμα του ποιητή Γιώργου Μυλωνογιάννη, έως πρόσφατα άγνωστα στοιχεία για τον «ψυχίατρο της Μακρονήσου» Αντώνη Παλαιολόγο και αδημοσίευτο πρωτογενές φωτογραφικό υλικό.

Ξένη λογοτεχνία

Οι δαιμονισμένοι

Φίοντορ Ντοστογιέφσκι

33.00

OΤΑΝ ΤΟ 1871 ΠΡΩΤΟΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΑΝ ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ, το κατεξοχήν πολιτικό και προφητικό μυθιστόρημα του Ντοστογέφσκι, θύελλα αντιδράσεων ξέσπασε στους λογοτεχνικούς και πολιτικούς (κατά κύριο λόγο στους επαναστατικούς) κύκλους της Ρωσίας. Μια τεράστια συζήτηση άνοιγε κι ένας πόλεμος κηρυσσόταν εναντίον του «μεταμελημένου» πρώην θανατοποινίτη συγγραφέα και πρώην κατάδικου της Σιβηρίας. Τα γεγονότα που βρήκαν απήχηση στο μυθιστόρημα ήταν η «υπόθεση Νιετσάγεφ», η δραστηριότητα της οργάνωσης «Λαϊκή Εκδίκηση» κι η δολοφονία από πέντε μέλη της ενός φοιτητή. Το ενδιαφέρον του Ντοστογέφσκι τράβηξαν οι ιδεολογικές και οργανωτικές αρχές των μηδενιστών, οι συνεργοί στο έγκλημα και η προσωπικότητα του αρχηγού τους Σ. Γ. Νιετσάγεφ. Το πλούσιο πραγματολογικό υλικό του το προσέφεραν η επαναστατική βιβλιογραφία, οι εφημερίδες της εποχής και τα πρακτικά της πολύκροτης δίκης –της πρώτης μέχρι τότε ανοιχτής πολιτικής δίκης–, οι απολογίες και τα πολιτικά μανιφέστα των κατηγορουμένων.

«Στο έργο που γράφω τώρα για το περιοδικό Ρούσκιι Βέστνικ εναποθέτω πολλές ελπίδες, όχι όμως από λογοτεχνική άποψη όσο από ιδεολογική. Θέλω να πω κάποιες σκέψεις μου, ακόμα κι αν χαθεί η καλλιτεχνική αξία του έργου αυτού. Με απασχολούν σοβαρά όσα έχουν μαζευτεί στην καρδιά και στο μυαλό. Δεν με πειράζει αν καταλήξει σε “κατηγορώ’’, εγώ θα τα έχω πει. Ελπίζω να έχει επιτυχία», γράφει στις 25 Μαρτίου 1870.

Δεν διστάζει παράλληλα να περιγελάσει, δηκτικότατα, τις «ουτοπίες» του Φουριέ, του Τσερνισέφσκι (που το κλασικό πια μυθιστόρημά του Τί να κάνουμε; είχε γίνει η βίβλος της ανήσυχης κι επαναστατικής νεολαίας), καθώς και μερικά ακόμα ιερά τέρατα της ρωσικής λογοτεχνίας όπως ο φίλος του Τουργκένιεφ κι ο Γκρανόφσκι.

Η ιστορία των Δαιμονισμένων εξελίσσεται με επίκεντρο την «αμφιλεγόμενη» προσωπικότητα του μηδενιστή Πιότρ Βερχοβένσκι (Νιετσάγεφ) και την αινιγματική και δαιμονική φιγούρα του Νικολάι Σταβρόγκιν («κακός… προσωπικότητα τραγική, χαρακτήρας που ξεχωρίζει εξαιρετικά με την ιδιομορφία του, αλλά χαρακτήρας ρωσικός… Τον πονάω», δηλώνει ο συγγραφέας, που βαθιά μέσα του κρύβει έναν Σταβρόγκιν – όπως υποστηρίζει στο ομώνυμο εξαιρετικό άρθρο του ο Μπερντιάγεφ). Τις δύο αυτές δαιμονικές φιγούρες πλαισιώνουν ο φιλελεύθερος-ιδεαλιστής και πατέρας του μηδενιστή, ο Στεπάν Τροφίμοβιτς, και οι «ιδεολόγοι» (Σάτοφ, Κυρίλλοφ, Σιγκαλιόφ). Και γύρω από αυτούς, τραγικές φιγούρες οι γυναίκες. Τρεις γυναίκες και ο «απόλυτος», «θανατηφόρος» έρωτάς τους για τον Σταβρόγκιν (για να μην αναφερθούμε στην άνευ όρων λατρεία που του δείχνει η κυριαρχική, αρχόντισσα μητέρα του, ο ανταγωνισμός, η στωικότητα, η περηφάνια, το πάθος των οποίων αποτελούν πλούσιο υλικό για μελέτη του γυναικείου ψυχισμού.

 

Μισίμα Γιούκιο

17.00

Στην Ιαπωνία του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και στα μετέπειτα χρόνια, εν μέσω πρωτοφανών καταστροφών, ο Κοτσάν έρχεται αντιμέτωπος με τις ορμές του. Στην ασφάλεια του υπνοδωματίου του, ο πόθος ξυπνά μέσα του καθώς ξεφυλλίζει τις σελίδες ενός βιβλίου τέχνης. Η ομορφιά του γυμνού σώματος του αγίου Σεβαστιανού, όπως είναι δεμένο και δαγκωμένο από τα βέλη, τον κυριεύει. Στο δρόμο τον ελκύουν ναύτες και μικροκακοποιοί, στο σχολείο ένας συμμαθητής του με αυτοπεποίθηση και γοητεία που τον αιχμαλωτίζουν. Πώς να είσαι ομοφυλόφιλος σε μια συντηρητική κοινωνία; Από την παιδική του ηλικία ως την ενηλικίωση, αυτός ο νεαρός αστός θα κατασκευάσει μια κοινωνική μάσκα που θα τη φοράει καθημερινά για τα μάτια του κόσμου. Προσπαθεί με κάθε κόστος να συμμορφωθεί σε αυτό που θεωρείται νόρμα της επιθυμίας. Αλλά η κοροϊδία της ετεροφυλοφιλίας δεν θα τον ξεγελάει για πάντα, και για να μην προδίδει πλέον το εσώτερο είναι του θα πρέπει να βρει τη δύναμη να κοιτάξει κατάματα την έλξη που τον τρώει και να μάθει, επιτέλους, να ζει αρμονικά με τον εαυτό του.

Αληθινό ακατέργαστο διαμάντι, το πρώτο, αυτοβιογραφικό, μυθιστόρημα του Μισίμα σηματοδοτεί τη γέννηση ενός μεγάλου συγγραφέα. Με ύφος φλογερό και με ειλικρίνεια μεγαλειώδη, αυτό το βασανισμένο αφήγημα θέτει ερωτήματα για την καταπίεση του πόθου, τον ίλιγγο της εφηβείας, την προσκόλληση στο θάνατο, για το τί είναι κανονικό και τί ανήθικο.

Ξένη λογοτεχνία

Περιπλανώμενοι Εβραίοι

Γιόζεφ Ροτ

15.50

Ένας από τους σπουδαιότερους μυθιστοριογράφους του 20ού αιώνα (Το Εμβατήριο του Ρανιέτσκι, Η κρύπτη των Καπουτσίνων), ο Γιόζεφ Ροτ (1894-1939) έγραψε τις συγκλονιστικές «ανταποκρίσεις» αυτού του βιβλίου στο διάστημα του Μεσοπολέμου. Οι “Περιπλανώμενοι Εβραίοι” εφιστούν την προσοχή στα ψευδή οφέλη της εβραϊκής προσαρμογής, αποκαλύπτουν το σχίσμα μεταξύ των Εβραίων της Ανατολής και των Εβραίων της Δύσης, αναλύουν την πολυπλοκότητα της εβραϊκής ταυτότητας, στρέφουν το βλέμμα με ανησυχία στο μέλλον της Γερμανίας. Ο Ροτ συνδυάζει στη γραφή του τη συγκρατημένη, ενδελεχή θεώρηση με τη ζωντάνια και τη φλόγα του επείγοντος, κι αυτό έχει ωθήσει σε συγκρίσεις και παραβολές με το έργο του Thomas Mann και του Isaac Babel. Οι “Περιπλανώμενοι Εβραίοι” προσφέρουν μοναδική εποπτεία της ευρωπαϊκής εβραϊκής εμπειρίας σε μια κρίσιμη καμπή της παγκόσμιας Ιστορίας.

Ο Γιόζεφ Ροτ αγαπούσε ιδιαίτερα το δοκίμιο αυτό, την ποιητική και διαυγή απογραφή ενός σύμπαντος που ο συγγραφέας γνώριζε ότι απειλούνταν, αυτό των εβραϊκών οικισμών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Οι “Περιπλανώμενοι Εβραίοι” αναλύουν τους λόγους της αργής αποσύνθεσής του: τη φτώχεια που ωθεί τους κατοίκους των στετλ στην έξοδο, τον πειρασμό της αφομοίωσης στον δυτικό κόσμο. Ως πραγματικός πομπός πολιτισμού, ο αφομοιωμένος Εβραίος Ροτ ρίχνει μια ευγενική ματιά σε εκείνους τους Εβραίους με το παράξενο ιδίωμα, τους ντυμένους με καφτάνια, που συναντούσαμε άλλοτε σε ορισμένες γειτονιές της Βιέννης, του Βερολίνου ή του Παρισιού.

Ξένη λογοτεχνία

Αχ, Ουίλλιαμ!

Ελίζαμπεθ Στρουτ

16.50

H Λούσυ Μπάρτον είναι επιτυχημένη συγγραφέας. Ζει στη Νέα Υόρκη και προσπαθεί να βρει τα πατήματά της στο δεύτερο μισό της ζωής της, έχοντας χηρέψει πρόσφατα, ενώ οι δύο κόρες της είναι πια ενήλικες γυναίκες. Κάπως απροσδόκητα επανασυνδέεται με τον Ουίλλιαμ, τον πρώτο της σύζυγο, με τον οποίο έχουν μακρόχρονη ιστορία και διατηρούν, έστω και με διαλείμματα, μια σχέση φιλίας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Η Λούσυ δεν εκπλήσσεται όταν ο Ουίλλιαμ τής ζητά να τον συνοδεύσει για να ερευνήσει ένα οικογενειακό μυστικό. Στο δρόμο για το Μέην, οι πρώην εραστές αναπολούν το παρελθόν τους και κάνουν τον απολογισμό της κοινής ζωής τους, από το πανεπιστήμιο μέχρι τη ζωή με τους νέους συζύγους τους, συμπεριλαμβανομένης της γέννησης των κορών τους.

Η Ελίζαμπεθ Στράουτ απεικονίζει με την εξαίσια πένα της τους φόβους και τις αβεβαιότητες, τις απλές χαρές και τις τρυφερές χειρονομίες των χαρακτήρων της. Το Αχ, Ουίλλιαμ! σηματοδοτεί την επιστροφή της αγαπημένης της ηρωίδας, της Λούσυ Μπάρτον, σε έναν αριστοτεχνικό διαλογισμό πάνω στην οικογένεια.

Το Αχ, Ουίλλιαμ ! είναι ένα φωτεινό μυθιστόρημα γύρω από τα μυριάδες μυστήρια που υπάρχουν σε ένα γάμο· για τα οικογενειακά μυστικά που ανακαλύπτει κανείς σε μεγάλη ηλικία και που αλλάζουν όλα όσα νόμιζε πως ήξερε ακόμα και για τους πιο κοντινούς του ανθρώπους· για το πώς οι άνθρωποι συνεχίζουν πάντα να ζουν και να αγαπούν, ό,τι και να συμβαίνει. Στην καρδιά της αφήγησης, η αλησμόνητη, ακατάβλητη φωνή της Λούσυ Μπάρτον μας προσφέρει έναν βαθύ, διαχρονικό στοχασμό γύρω από το αίνιγμα της ύπαρξης. « Αλλά έτσι πάει η ζωή », λέει η Λούσυ. «Είναι τόσα και τόσα που δεν ξέρουμε ώσπου να είναι πια πολύ αργά ».

Παντελής Μπουκάλας

14.00

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 μάς κληροδότησε την ελευθερία μας καθώς και πάμπολλα δύσκολα ερωτήματα, η αναψηλάφηση των οποίων, με τους όρους της ιστοριογραφίας αλλά και της τέχνης, διακονεί την εμβάθυνση της εθνικής μας αυτογνωσίας. Η επέτειος των δύο αιώνων του Αγώνα δεν συνέβαλε ιδιαίτερα στην αποκαθήλωση των βαυκαλιστικών μυθευμάτων και στην υπερνίκηση των ταμπού. Η απόσταση της δημόσιας ιστορίας από την επιστημονική ιστοριογραφία παραμένει τεράστια.

Ένας από τους πιο δύσκολους «κόμπους» της κληρονομιάς μας έχει το όνομα των Μαυρομιχαλαίων. Η τρανή μανιάτικη οικογένεια είχε κάθε δικαίωμα να καυχιέται ότι δεκάδες μέλη της σκοτώθηκαν στους απελευθερωτικούς αγώνες, η ιστορία της όμως σημαδεύτηκε από τη δολοφονία του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια από τον Γεώργιο και τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, γιο και αδερφό του Πετρόμπεη. Τυπικός μανιάτικος γδικιωμός ; Τυραννοκτονία, κατά τον στιχουργικό ύμνο του Αλέξανδρου Σούτσου; Άδικος φόνος, κατά τον χαρακτηρισμό του σφοδρότατα αντικαποδιστριακού Αδαμάντιου Κοραή ; Γαλλική η αγγλική συνωμοσία, με εκτελεστικό βραχίονα τους Μαυρομιχαλαίους; Γόρδιος δεσμός ; Ίσως. Κανένα όφελος δεν θα έχουμε πάντως αν τον «λύσουμε» με τη μέθοδο της κοφτερής σπάθης που αποδίδουμε στον Μεγαλέξανδρο.

Κοφτερή είναι και η σπάθη του μανιχαϊσμού, τραυματίζει όμως πρώτους τους ίδιους τους χρήστες της. Στον Πέτρο της Μάνης, ο Πετρόμπεης μιλάει με τα ενθυμήματά του, προϊόντα της φαντασίας βεβαίως, και με την «Πολιτική Διαθήκη» του, που την υπαγόρευσε το 1842, όταν νόσησε και φοβήθηκε ότι θα πεθάνει, πρωτοδημοσιεύτηκε όμως το 1903. Κυρίως δε συνομιλεί με τον γιατρό Απόστολο
Μαυρογένη, πολεμιστή του 1821 αλλά και του 1854, στην επανάσταση της Ηπείρου.

Ο Μαυρογένης, που η μυθοπλασία τον θέλει φανατικό συλλογέα και αναγνώστη βιβλίων για τον Αγώνα, είχε τη σπάνια τύχη να ζήσει σε τρεις αιώνες : 18ο, 19ο, 20ό. Πέθανε 114 ετών, γι’ αυτό και αποκλήθηκε «παππούς όλων των Ελλήνων».

Μια κιβωτός μνήμης.

Μια-δυό φορές, για τις ανάγκες της μυθοπλασίας, το θεατρικό κείμενο ενδίδει σε αναχρονιστικές «παρασπονδίες», όπως λόγου χάρη όταν ο Μαυρογένης διαβάζει από τα απομνημονεύματα του Κανέλλου Δεληγιάννη, τα οποία ωστόσο εκδόθηκαν πολύ αργότερα