«Μια φανταστική αλλά πειστική θεωρία για τα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι» (The New York Times). Ο ΝτεΛίλο συνδυάζει αληθινά και φανταστικά συμβάντα και φτιάχνει «ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα όπου μπαίνει με τόλμη στο μυαλό του Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, του εκτελεστή του Κένεντι (Newsweek) και διηγείται την ιστορία του».
«Το πλουσιότερο και ίσως καλύτερο μυθιστόρημα του ΝτεΛίλο» (USA Today).
Ζυγός
€27.00
Μετάφραση: Αλέξης Καλοφωλιάς
Σελίδες: 717
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Λέσχη Ανάγνωσης
Αλμπέρ Καμύ
Το Καλοκαίρι είναι μια συλλογή δοκιμίων, γραμμένων από το 1939 έως και το 1953, με κοινό συνδετικό άξονα τον ήλιο της Μεσογείου, τις αναμνήσεις του Καμύ από την Αλγερία, τις τραγωδίες της Ευρώπης ‒την ανθρωπότητα που ασφυκτιά κάτω από τις δικτατορίες, αιμορραγεί από τους πολέμους, ξεψυχά στα μίση‒ αλλά και την ομορφιά για την οποία, όπως ο ίδιος λέει, «οι Έλληνες πήραν τα άρματα». Με ύφος λιτό, που αρμόζει στο μεσογειακό καλοκαίρι, και γλώσσα απολαυστική αναζητά το πιο αναγκαίο στη ζωή: το φως και την ευτυχία.
Ξένη λογοτεχνία
Μαρκ Τουέιν
Ο σκανταλιάρης Τομ Σόγιερ διαθέτει όλα τα ζηλευτά χαρακτηριστικά ενός νεαρού αγοριού: είναι πολύ έξυπνος αν και καθόλου σπασίκλας, έχει λάβει την ανατροφή πολιτισμένου παιδιού αλλά ενδόμυχα θέλει να περνά τις μέρες του χωρίς δεσμεύσεις και περιορισμούς, θυσιάζεται για τα μάτια της αγαπημένης του Μπέκι και αφήνει τον μισητό του δάσκαλο να τον σαπίσει στις ξυλιές, είναι σκράπας στα θρησκευτικά και κάτι παραπάνω από αδιάφορος στο κατηχητικό (απηχώντας τον αθεϊσμό του Μαρκ Τουέιν), διέπεται από μια χαριτωμένη ηθική ανομία που οδηγεί το βλέμμα του προς τον ανοιχτό ορίζοντα, ζώντας σε ένα αιώνιο καλοκαίρι, σε ένα χωριό του Μισισιπή. Μαζί με τον κολλητό του, τον Χάκλμπερι Φιν, βρίσκει το ατρόμητο στοιχείο που του λείπει για να ξεχυθεί στις περιπέτειές του. Στο πρόσωπο του αλητάκου γιου του μπεκρή, του απροσάρμοστου και πιο μπρούτου της παρέας, που τα υπόλοιπα παιδιά θαυμάζουν και φοβούνται, κατά κάποιον τρόπο προπάτορα του Χόλντεν Κόλφιλντ του Σάλιντζερ, ανακαλύπτει την απόδραση που ο συγγραφέας ονόμαζε την ευκαιρία που αν δεν αδράξεις θα μετανιώνεις για το υπόλοιπο της ζωής σου. Αν ο Τουέιν δεν συνέχιζε με το σίκουελ Οι περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν, ο ξυπόλυτος συνοδοιπόρος του ήρωα θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο φανταστικός του φίλος, ένα επινοημένο alter ego που διαμορφώνει τον χαρακτήρα του, ενισχύει το αγωνιστικό του πνεύμα, εξάπτει την ήδη ζωηρή περιέργειά του για το τι άλλο υπάρχει εκεί έξω και καταρρίπτει τη δειλία του. Οι αποκοτιές τους στα στοιχειωμένα σπίτια και στις σπηλιές παραμένουν θρυλικές, ένα χάρμα ανάγνωσης, γραμμένες σε ντοπιολαλιά, απλά και σταράτα, σαν να έχουν βγει από την καρδιά ενός 13χρονου που επιτέλους ξυπνάει, γιατί θέλει να τρομάξει, να ερωτευτεί, να μάθει – χωρίς η αφήγηση να βαραίνει από τον καταναγκασμό της ιστορίας ενηλικίωσης, καθώς ο Σόγιερ μαρκάρει την ηλικία του, σαν να προτιμά να την κρατήσει για πάντα. Η αβίαστη συνεννόηση των δύο αγοριών, όποτε τα βρίσκουν σκούρα αλλά και όταν απλώς χαζεύουν αποχαυνωμένα, τόσο χαρούμενα που δεν έχουν τίποτε ιδιαίτερο να κάνουν, συνιστά την ουτοπία της εφηβικής φιλίας, εκεί όπου ο αλλεργικός στις ευθύνες Χακ τραβάει από το χέρι τον εχέφρονα Τομ. Τους Αμερικανούς λογοτεχνικούς αναλυτές ακόμη απασχολούν τα ρατσιστικά θέματα που διατρέχουν το βιβλίο, αλλά ο υπόλοιπος κόσμος κρατά το ατόφιο πνεύμα της συνενοχής.
Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος
Λέσχη Ανάγνωσης
Τζέφρι Ευγενίδης
Το Middlesex αφηγείται τη συνταρακτική ιστορία της Καλλιόπης Στεφανίδη και τριών γενεών της ελληνοαμερικανικής οικογένειας Στεφανίδη, ένα μεγάλο οικογενειακό μυστικό και την εκπληκτική ιστορία που μεταμορφώνει την Κάλι σε Καλ, έναν από τους πιο τολμηρούς και υπέροχους αφηγητές στη σύγχρονη μυθιστορία. Η Κάλι ξεκινά τη ζωή της σαν κορίτσι, στην εφηβεία της αποκαλύπτει τον ανδρισμό που κρύβει μέσα της και στα δεκατέσσερά της μια χειρουργική επέμβαση ξεκαθαρίζει τα πράγματα: η Κάλι είναι από δω και πέρα Καλ. Απέναντι στο κυρίαρχο δίπολο αρσενικό/θηλυκό και την υποχρέωση να διαλέξει ένα από τα δύο, ώστε να ζήσει με τρόπο κοινωνικά αποδεκτό, η Καλ αρθρώνει ένα άλλο, ολοδικό της αφήγημα πάνω στο φύλο της, ξεφεύγοντας από τις παγίδες του ετεροσεξισμού και αποδεχόμενη την ιδιαιτερότητά της, μια ιδιαιτερότητα ικανή να την κατατάξει στις αποκλίσεις από το φυσιολογικό, καταδικάζοντάς την να ζει ως τέρας ή παρίας.
Λέσχη Ανάγνωσης
Πάτι Σμιθ
Μπορείς να ερωτευτείς τους φίλους σου; Σίγουρα μπορείς. Και μάλιστα ανεξάρτητα από το τι τους αρέσει να ερωτεύονται αυτοί, αγόρια ή κορίτσια ή οτιδήποτε. Και υπάρχει ο αρχετυπικός έρωτας γι’ αυτό: της Πάτι Σμιθ, ποιήτριας, και του Ρόμπερτ Μέιπλθορπ, φωτογράφου. Γνωρίζονται στα είκοσι κάτι τους στη Νέα Υόρκη. Δεν έχουν να φάνε. Δεν έχουν σταθερές δουλειές και ούτε σκοπεύουν να πιάσουν. Είναι αποφασισμένοι να τα καταφέρουν: θα κάνουν τέχνη. Ζωγραφίζουν και φτιάχνουν κοσμήματα. Μοιράζονται στη μέση ελάχιστο φαγητό. Έχουν στυλ, απόψεις, και ένα δωματιάκι στο Chelsea Hotel, όπου η δημιουργική ατμόσφαιρα μεταξύ φτώχειας, ταλέντου και ναρκωτικών είναι εκρηκτική.
Η Πάτι και ο Ρόμπερτ χτίζουν μεθοδικά τη φιλία τους. Η αφήγηση ξεκινά από τις σκληρές δουλειές του ποδαριού που κάνουν – τα μαρτύρια των εργατών θα απασχολούν δημιουργικά τη Σμιθ για όλη της τη ζωή. Η Σμιθ θέλει να κάνει τέχνη που θα αλλάξει τον κόσμο. Ζωγραφίζει, μελετά, γράφει ποιήματα. Ανάμεσα σε χαοτικά ξενοδοχεία με ενέσεις και σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, στους παγωμένους δρόμους της Νέας Υόρκης και στη στέρηση του φαγητού, περιτριγυρισμένα από ποιητές, συγγραφείς και μουσικούς, τα δυο παιδάκια, η Πάτι και ο Ρόμπερτ, γίνονται η Πάτι Σμιθ και ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ. Ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ γίνεται ένας αναγνωρισμένος φωτογράφος που φωτογραφίζει με ερωτικό τρόπο λουλούδια και χέρια και δερμάτινα και σαδομαζοχιστικά τελετουργικά μεταξύ ανδρών. Η Πάτι Σμιθ γίνεται ένα alien αδιάφορο για τη γνώμη των άλλων, ένα φυτό που μελετά γαλλική ποίηση και πάει χωρίς λεφτά στο Παρίσι για να προσκυνήσει τάφους. Κάνει performance. Πολλοί την περνούν για γκέι γυναίκα τζάνκι, ενώ η ίδια ξοδεύει τις νύχτες της χορεύοντας νηστική και μαστουρωμένη σε στενά δωμάτια, όπου κρατάει απρόσεχτα φυλαγμένα τα ποιήματα και τις ζωγραφιές της. Βάζει την ποίησή της σε τραγούδια και γίνεται διάσημη. Μαθαίνει λίγο κιθάρα. Πλέκει μουσικές και λέξεις. Αναγνωρίζεται διεθνώς. Η Σμιθ γράφει ότι δεν θα τα κατάφερνε χωρίς τον Μέιπλθορπ, ότι της έσωσε τη ζωή –προφανώς είναι ακόμα ερωτευμένη με τον Ρόμπερτ της.
Πεθαίνοντας νέος ο Μέιπλθορπ, αναγνωρισμένος και περιτριγυρισμένος από τις υλικές απολαύσεις που τόσο αναζήτησε, λέει στην Πάτι να γράψει την ιστορία τους. Κι αυτή το κάνει. Ζωή όπου τέχνη και καθημερινότητα μπερδεύονται αξεδιάλυτα, η ζωή του Ρόμπερτ και της Πάτι, μεταξύ ξενοδοχείων, γκαλερί, φθηνών βιβλιοπωλείων, τρένων, μουσικών σκηνών, πάρτι, μπαρ και μουσείων, διαβάζεται ως ειλικρινής ύμνος στη νεότητα, στα ρευστά όρια φιλίας και έρωτα, στην καλλιτεχνική δημιουργία, στη Νέα Υόρκη που δεν υπάρχει πια και στις αλάνθαστα θεραπευτικές ιδιότητες της ποίησης.
Βίβιαν Στεργίου
Ξένη λογοτεχνία
Ντόνα Ταρτ
Οι αμφίρροπες δυνάμεις της οικογένειας και του κοινωνικού περιβάλλοντος, ο θρήνος της απώλειας, οι θεραπευτικές ιδιότητες της τέχνης, ο εθισμός, η καθοριστική δύναμη της στιγμής, η παρακμή του αμερικανικού ονείρου τη μετά την 9/11 εποχή: είναι πολλά τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται η Ντόνα Ταρτ στο μνημειώδες, βραβευμένο με Πούλιτζερ το 2014, τρίτο μυθιστόρημά της. Μέσα στις σχεδόν 1.000 σελίδες του, όμως, είναι η έννοια της φιλίας και οι διαφορετικές της εκφάνσεις που διαπερνούν τη ραχοκοκαλιά του. Ο κεντρικός χαρακτήρας του, Θίο Ντέκερ, αναπτύσσει, όπως όλοι μας, φιλίες διαφορετικού ειδικού βάρους κατά τη διάρκεια της εφηβείας και της νεότητάς του. Όλες αυτές οι όψεις της φιλίας παρουσιάζονται εντελώς αρχετυπικά από την Ταρτ, και μάλιστα όχι σαν απλά υποκατάστατα του οικογενειακού ελλείμματος, αλλά ως αυθύπαρκτες σχέσεις που συνδέουν ετερόκλητους ανθρώπους. Η αγνή, σχολική φιλία του με τον Άντι Μπάρμπουρ είναι αυτή που θα του δώσει την πρώτη του κοινωνική ώθηση, μετά τον αιφνίδιο θάνατο της μητέρας του. Το βραχύβιο μητρικό υποκατάστατο της αγέρωχης κυρίας Μπάρμπουρ σχεδόν θα αντιστραφεί στη συνέχεια, μετά τον θάνατο του Άντι, που θα φέρει στην επιφάνεια την ευάλωτη πλευρά της. Η γνωριμία του με τον Χόμπι θα τον εμπνεύσει επαγγελματικά, καθώς ο αντικέρ θα λειτουργήσει ως μέντορας για το μέλλον του. Τα συναισθήματά του για την Πίπα, που τον στοιχειώνουν επί σειρά ετών, δεν θα μπορέσουν τελικά, λόγω του κοινού τραυματικού βιώματος, να εξελιχθούν σε ερωτική σχέση.
Είναι όμως η αδελφική, περίπλοκη, βαθιά φιλία του Θίο με τον Μπόρις που μας έρχεται πρώτη στο μυαλό όταν ανατρέχουμε ξανά στην Καρδερίνα. Όπως είχε γράψει και η κορυφαία κριτικός των «New York Times», Μιτσίκο Κακουτάνι, χαρακτηρίζοντάς την «ντικενσιανό μυθιστόρημα», «ο Μπόρις είναι ο Artful Dodger στον Όλιβερ Τουίστ του Θίο […], [δύο χαρακτήρες που] θα λάβουν τη θέση τους στο πάνθεον των κλασικών σχέσεων φιλίας, δίπλα στον Λόρελ και τον Χάρντι, τον Βλαντιμίρ και τον Εστραγκόν (σ.σ. από το Περιμένοντας τον Γκοντό του Μπέκετ), τον Μέισον και τον Ντίξον του Πίντσον». Κι αν ο Μπόρις μπορεί σε μια πρώτη, εύκολη ανάγνωση να φαντάζει ως η «κακή επιρροή» που οδηγεί τον Θίο σταδιακά στον εθισμό και στο έγκλημα, το κλασικό αντίβαρο, δηλαδή, στην έλλειψη οικογενειακής προσοχής και στο τραύμα, η αλήθεια είναι ότι μάλλον τον βοηθά να επιβιώσει και λειτουργεί ως το έναυσμα για απελευθέρωση, καθώς η σχέση τους θεμελιώνεται σταδιακά από βαθιά αγάπη και ανάγκη για επαφή. Ακόμα και όταν προκύπτει η προδοσία του Μπόρις, είναι τόσο ισχυρά θεμελιωμένο αυτό που έχουν, τόσο άνευ όρων η αγάπη που τους συνδέει, που δεν θα μπορούσε παρά να ακολουθήσει μια ιδιότυπη, επεισοδιακή κάθαρση, παρά το στερεότυπο που θέλει τις φιλίες να διαλύονται πιο εύκολα από τις οικογενειακές σχέσεις.
Αλέξανδρος Διακοσάββας
Λέσχη Ανάγνωσης
Μπραμ Στόκερ
Η αρχέγονη αντίληψη περί της δύναμης του αίματος και της δοξασίας πως το κακό τρέφεται και γιγαντώνεται με το αίμα, όπως και η μακραίωνη παράδοση γύρω από τον Δράκουλα της Τρανσυλβανίας, αξιοποιούνται από τον Μπραμ Στόκερ στο ομώνυμο αριστούργημά του του 1897. Ο Βρετανός δικηγόρος Τζόναθαν Χάρκερ επισκέπτεται τον κόμη Δράκουλα στον πύργο του στα Καρπάθια Όρη για να τον βοηθήσει να αγοράσει ένα σπίτι στο Λονδίνο. Ο Χάρκερ ανακαλύπτει την τρομακτική αλήθεια για τον κόμη ‒ο οποίος στην αναζήτηση αίματος μεταμορφώνεται σε ένα φρικτό τέρας‒ και μένει φυλακισμένος στον πύργο του όσο ο Δράκουλας ταξιδεύει στην Αγγλία προς αναζήτηση θυµάτων για τον κόσµο των νεκροζώντανων.
Ξένη λογοτεχνία
Γουίλφρεντ Θέσιγκερ
«Οι Άραβες των βάλτων», που εκδόθηκαν το 1964, δεν ήταν το πρώτο βιβλίο του Θέσιγκερ. Προηγήθηκαν οι «Άμμοι της Αραβίας» το 1959, όπου και πάλι περιγράφεται ένα φυσικό και ανθρώπινο τοπίο που απειλείται με καταστροφή, καταστροφή την οποία επέφερε η εκμετάλλευση του πετρελαίου -αγωγοί, εγκαταστάσεις, δρόμοι που χάραξαν με βαθιές ουλές την έρημο, αυτοκίνητα που αντικατέστησαν τις καμήλες, η εξαφάνιση του βεδουίνου, ενός πανάρχαιου ανθρώπινου τύπου σε απόλυτη συμφωνία με το περιβάλλον του. Έτσι, και στα δύο του βιβλία ο Θέσιγκερ καταγράφει παραδείσους που υπήρξαν. Δεν νομίζω ότι ο συγγραφικός του στόχος ήταν αποκλειστικά “οικολογικός” -άλλωστε, την εποχή εκείνη δεν υπήρχε οικολογικός προβληματισμός, όπως τον εννοούμε σήμερα. Οπωσδήποτε είναι πρωτοπόρος σε μια οικολογική ανησυχία και προβλέπει επερχόμενα δεινά, αλλά πιστεύω ότι οι “Άραβες των βάλτων”, όπως και οι “Άμμοι της Αραβίας”, είναι κάτι περισσότερο από οικολογικές ελεγείες. Έχουν τη δύναμη, την πειστικότητα της λογοτεχνίας. Διαισθάνομαι ότι αυτή ενδεχομένως ήταν η βαθύτερη πρόθεση του Θέσιγκερ: να γράψει ένα βιβλίο που να εκφράζει έναν κόσμο, να μεταφέρει τις οικολογικές του ανησυχίες αλλά ταυτόχρονα να αποτελεί το βιβλίο καθεαυτό κόσμο, πέραν της αναπαράστασης. Ήθελε προφανώς να γράψει ένα ωραίο βιβλίο, ένα “λογοτεχνικό” βιβλίο και το πέτυχε. Αυτό άλλωστε είναι τελικά η λογοτεχνία. Όταν η μορφή είναι κάτι σαν περιεχόμενο, ένα είδος περιεχομένου… […]
―από συνέντευξη του μεταφραστή Άρη Μπερλή στη LIFO
ΟΙ ΑΝΑΣΕΣ ΤΩΝ ΒΑΛΤΩΝ : Ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΡΗΣ ΜΠΕΡΛΗΣ ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΧΟΥΣΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ WILFRED THESIGER
Λέσχη Ανάγνωσης
Αντρέ Ασιμάν
Πριν διαβάσει κανείς το βιβλίο, αναπόφευκτα θα φέρει στο μυαλό τις πάμφωτες, καλοκαιρινές εικόνες της δημοφιλούς κινηματογραφικής του μεταφοράς. Αλλά το βιβλίο δεν χρειάζεται υποστήριξη. Είναι ένα από τα πιο ερωτικά και τρυφερά βιβλία που έχουν γραφτεί μεταπολεμικά, με τον καθηγητή ιστορίας Έλιο να αναπολεί ένα καλοκαίρι του στην ιταλική Ριβιέρα των ’80s, όταν, ως 17χρονος έφηβος, ερωτεύτηκε παράφορα τον Όλιβερ, έναν 24χρονο Αμερικανό ερευνητή, φτάνοντας σε τέτοιο σημείο σύνδεσης ώστε να «δανειστούν» ο ένας το όνομα το άλλου. Απροετοίμαστοι για τις συνέπειες της αμοιβαίας έλξης, οι ατέλειωτες καλοκαιρινές μέρες τούς παρασύρουν σε εναλλασσόμενα ρεύματα εμμονής, σαγήνης και πόθου. Αψηφώντας τους κινδύνους, οι δυο τους συγκλίνουν προς κάτι που φοβούνται ότι δεν θα ξαναβρούν ποτέ: την απόλυτη σύνδεση με έναν άλλον άνθρωπο. Το καλοκαίρι που τραγουδάει και βομβίζει σε κάθε σελίδα της ιστορίας επιτείνει την αίσθηση του χαμένου παραδείσου, που είναι κάθε περασμένος έρωτας.
Λέσχη Ανάγνωσης
Ντάνιελ Μέντελσον
Με αφορμή ένα σεμινάριο με θέμα την Οδύσσεια, ο Ντάνιελ Μέντελσον παρασύρει τον 81χρονο πατέρα του Τζέι σε μια κρουαζιέρα στη Μεσόγειο, στα ίχνη των θρυλικών ταξιδιών του Οδυσσέα. Αποδεικνύεται μια περιπέτεια βαθιά συναισθηματική όσο και πνευματική, που του δίνει την «τελευταία ευκαιρία» να γνωρίσει τη μεγάλη λογοτεχνία που παραμέλησε στα νιάτα του – αλλά, πάνω απ’ όλα, να καταλάβει καλύτερα τον γιο του. Το διπλό αυτό ταξίδι επιτρέπει και στον Ντάνιελ να έρθει πιο κοντά στην αλήθεια του εαυτού του και να κατανοήσει, επιτέλους, τον τόσο δύσκολο πατέρα του. Καθώς ο Μέντελσον οδηγεί το χρονικό του προς τη σπαρακτική του κορύφωση, διαχρονικά θέματα, όπως η εξαπάτηση και η αναγνώριση, ο γάμος και τα παιδιά, οι χαρές του ταξιδιού και το νόημα της πατρίδας μπλέκονται στην αφήγηση με τα γεγονότα και τις αξίες της ίδιας της Οδύσσειας.
Διαβάστε ακόμη:
Η «Οδύσσεια» του Μέντελσον: Ένα μεγάλο μάθημα αυτογνωσίας
Ξένη λογοτεχνία
Σεμπάστιαν Μπάρι
«Ήταν ευλογία να είσαι παιδί ανάμεσα στους ανθρώπους της φυλής μου. Οι γυναίκες κρατούσαν το χωριό, οι άντρες κυνηγούσαν και πολεμούσαν, κι η δική μας δουλειά, η δουλειά των παιδιών, ήταν μόνο να τριγυρνάμε και να παίζουμε και να ’μαστε ευτυχισμένα. Αυτό το θυμόμουν πολύ καθαρά».
«Με λένε Γουινόνα». Έτσι αρχίζει την ιστορία της η νεαρή Ινδιάνα στα Χίλια φεγγάρια. «Παλιά μ’ έλεγαν Οτζιντζίντκα, που θα πει τριαντάφυλλο. Ο Τόμας ΜακΝάλτι έκανε μεγάλες προσπάθειες να το προφέρει αυτό το όνομα, μα δεν τα κατάφερνε, κι έτσι μου ’δωσε το όνομα της πεθαμένης ξαδέρφης μου, επειδή του ερχόταν πιο εύκολα στο στόμα. Γουινόνα θα πει πρωτότοκη. Εγώ δεν ήμουνα πρωτότοκη».
Η Γουινόνα γλιτώνει από τη σφαγή της φυλής της, και υιοθετημένη από τον Τζον Κόουλ και τον Τόμας ΜακΝάλτι μεγαλώνει στο χάος της μετεμφυλιακής Αμερικής. Το φτωχό αγρόκτημα έξω από το Πάρις του Τενεσί μοιάζει με ουτοπικό καταφύγιο σ’ έναν κόσμο που ακόμα σφαδάζει πιασμένος στις δίνες του πολέμου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου νικητές και νικημένοι συνεχίζουν να χτυπιούνται λυσσασμένα, όπου η σκληρότητα και η δυστυχία εξακολουθούν στην πραγματικότητα να σκοτώνουν με χίλιους τρόπους και η στοιχειώδης ασφάλεια είναι άγνωστη λέξη, η νεαρή Γουινόνα αναζητά την ταυτότητά της και το δίκιο της. Γιατί η ιστορία που έχει ν’ αφηγηθεί, η ιστορία της νεαρής ζωής της, είναι η ιστορία όχι ενός αλλά πολλών εγκλημάτων. Δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά εγκλήματα: ένας βιασμός, ένας λυσσασμένος ξυλοδαρμός, ένας φόνος. Είναι και τα δημόσια εγκλήματα: η τρομερή γενοκτονία, η συγκάλυψη της βίας, η παρανομία του νόμου.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
O Sebastian Barry (Σεμπάστιαν Μπάρι) γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Έχει βρεθεί δύο φορές στις βραχείες λίστες του βραβείου Man Booker για τα μυθιστορήματα Μακριά, πολύ μακριά (Πόλις, 2007) και Η μυστική γραφή (Καστανιώτης, 2009), με το τελευταίο να έχει κερδίσει το 2008 τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial. Το 2011, το βιβλίο του Εις γην Χαναάν (Καστανιώτης, 2011) ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Man Booker. Το μυθιστόρημά του Μέρες δίχως τέλος (Ίκαρος, 2018) τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Επιπλέον, βρέθηκε στη μακρά λίστα των The Man Booker Prize 2017, HWA Endeavour Ink Gold Crown 2017 και Andrew Carnegie Medals for Excellence in Fiction 2018. Το Φεβρουάριο του 2018 ο Sebastian Barry τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).