Δοκίμιο
Το Παρασκήνιο της μνήμης είναι μια περιπέτεια στη λογοτεχνία, στις ιδέες, στο έργο και στους τόπους όπου έζησαν οι μεγάλοι συγγραφείς και διανοητές· ένα γοητευτικό πανόραμα και ταυτοχρόνως μια πνευματική αυτοβιογραφία.
Ακολουθώντας τον μνημοτεχνικό κανόνα των θέσεων και των εικόνων, ο Αναστάσης Βιστωνίτης με καθαρά αφηγηματικά μέσα μεταφέρει από το παρασκήνιο στο προσκήνιο τη ζωή και το έργο των κορυφαίων συγγραφέων της δυστοπίας: Χάξλεϋ, Όργουελ, Καίσλερ, Ζαμυάτιν και Μπράντμπερυ· καταγράφει τις επισκέψεις του στους τόπους όπου έζησαν κι έγραψαν μεγάλοι συγγραφείς, όπως ο Λέων Τολστόι, ο Έντγκαρ Άλλαν Πόου, ο Φραντς Κάφκα, ο Βικτόρ Σερζ· μας δίνει το πορτρέτο κορυφαίων διανοητών που σημάδεψαν την εποχή μας: του Τζωρτζ Στάινερ, του Μισέλ Φουκώ, του Κάρολου Δαρβίνου, του Ζίγκμουντ Φρόυντ, του Καρλ Μαρξ, του Τζων Μέυναρντ Κέυνς κ.ά.· ανακαλεί την περιπέτεια συγγραφέων πρώτης γραμμής που υπήρξαν «μαύρα πρόβατα» της λογοτεχνίας: του Έζρα Πάουντ, του Λουί Φερντινάν Σελίν, του Μπα Τζιν και του Αλεξάντρ Φαντέγιεφ· παρουσιάζει την τοπογραφία της λογοτεχνίας και τα μεγάλα κινήματα που τη διαμόρφωσαν στον 20ό αιώνα· κι ακόμη, την προσωπική σχέση του συγγραφέα με τον εκδότη του.
Όταν δεν αξίζει η ζωή μας να τη διηγηθούμε, είναι σαν να μην τη ζήσαμε. Είμαστε ακόμα ζωντανοί κι ό,τι ζήσαμε ήταν αληθινό δεν πρέπει να επιτρέψουμε να παραχαραχθεί και να αλλοιωθεί. Με την πίστη πως ό,τι έχει υπάρξει αληθινά δε γίνεται να χαθεί, θα το βρουν μπροστά τους φωτεινό οι επόμενοι, οι οπλισμένοι με μνήμη και γνώση, καταθέτω δικαιωματικά, μετά από τριάντα χρόνια, σκόρπιες σημειώσεις, ημερολόγια, ποιήματα, κείμενα και ντοκουμέντα που γράφτηκαν και διασώθηκαν κάτω από συνθήκες παρανομίας και απίστευτων δυσκολιών.
Εκθέτοντας ακόμα μια φορά τον εαυτό μου, χωρίς να επέμβω και να αλλάξω το παραμικρό, για να φανεί η ατμόσφαιρα και το κλίμα μιας τρυφερά επαναστατημένης και εξεγερμένης γενιάς που δημιούργησε το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα. Κι έτσι μιλάνε μόνα τους τα κείμενα – σπαράγματα, με τη φωνή ενός εικοσιτριάχρονου φοιτητή τότε και ενός ανθρώπου σήμερα που ζει τη ζωή του σαν να τη θυμάται σε ένα διαρκές παρόν.
Η εξέγερση μέσα από τις καταθέσεις συγγενών νεκρών, τραυματιών και αυτοπτών μαρτύρων – Aστυνομικά ντοκουμέντα για τους νεκρούς και τους τραυματίες.
Πολυτεχνείο 1973. Πενήντα χρόνια μετά, 23 συγγενείς νεκρών, 133 τραυματίες, 2 συγγενείς τραυματιών και 25 αυτόπτες μάρτυρες δολοφονιών και τραυματισμών παίρνουν ξανά τον λόγο. Οι ξεχασμένες καταθέσεις τους στα δικαστήρια ζωντανεύουν το μεγαλείο της εξέγερσης μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, δρόμο τον δρόμο, αλλά και τη δολοφονική καταστολή της από την αστυνομία και τον στρατό, η οποία είχε όλα τα χαρακτηριστικά ατιμώρητων καθεστωτικών εγκλημάτων πολέμου.
Μέσα από την πολυφωνική αφήγηση προσωπικών βιωμάτων, αναδεικνύονται όλες οι συνισταμένες της διαλεκτικής ενός λαϊκού ξεσηκωμού, από τη συνειδητή μάχιμη συμμετοχή μέχρι τη συμπτωματική παρουσία στα διαρκώς μετατοπιζόμενα πεδία των ταυτόχρονων συγκρούσεων. Αποτυπώνονται λεπτομέρειες και στιγμιότυπα, πολύτιμες ψηφίδες της εξέγερσης, αναγκαίες για μια κατά το δυνατόν ολιστική εξιστόρηση της ενιαίας και αδιαίρετης δράσης των «εντός» και των «εκτός» του Πολυτεχνείου εξεγερμένων.
Μέσα από τη φωτιά των φραγμάτων πυρός ξεπροβάλλουν το μέγα πάθος, η επίμονη μαχητικότητα και η συντροφική αλληλεγγύη των ανθρώπων που βρέθηκαν να διαδηλώνουν δίπλα δίπλα, να σώζουν τραυματίες και τελικά να πεθαίνουν ή να τραυματίζονται και οι ίδιοι, χωρίς να ξέρει ο ένας το όνομα τουάλλου: στοιχεία που προσέδωσαν στην αυθόρμητη εκκίνηση της φοιτητικής κατάληψης τον χαρακτήρα γνήσιας λαϊκής εξέγερσης.
Η έκταση της φονικής καταστολής επιπλέον τεκμηριώνεται με άκρως απόρρητα αστυνομικά και άλλα έγγραφα από τον «Φάκελο 650» του Γραφείου Εθνικής Ασφάλειας τα οποία αναφέρονται:
στους «αναγνωρισμένους» από την αστυνομία νεκρούς,
σε 320 τραυματίες που καταγράφτηκαν σε καταστάσεις νοσοκομείων και κλινικών,
σε 510 τραυματίες που περιλαμβάνονταν σε καταστάσεις της Ασφάλειας.
Ιστορία
Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
To βιβλίο αυτό είναι μια συλλογή ατομικών βιωματικών αφηγήσεων με θέμα την Εξέγερση του Πολυτεχνείου (14-18 Νοεμβρίου 1973). Αποτελείται από ογδόντα τέσσερα απομαγνητοφωνημένα κείμενα προφορικών μαρτυριών-συνεντεύξεων με ισάριθμους αφηγητές, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από τα τέλη του 2010 έως και το φθινόπωρο του 2020. Πρόκειται για μια συστηματική μελέτη προφορικής ιστορίας με βάση επάλληλα κριτήρια αντιπροσωπευτικότητας όσον αφορά τη συμμετοχή στα γεγονότα, που τη συναπαρτίζουν μαρτυρίες από γυναίκες και άντρες, φοιτήτριες και φοιτητές, συνδικαλιστές του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, μέλη παράνομων οργανώσεων, μαθητές, εργάτες, διαδηλωτές που τραυματίστηκαν από σφαίρες, αυτόπτες μάρτυρες και στρατιωτικούς. Βασικός στόχος του βιβλίου είναι να αποτελέσει ένα σώμα πληροφοριών, που θα καλύψει ορισμένα από τα κενά της έρευνας γύρω από την Εξέγερση του Πολυτεχνείου, και παράλληλα να συμβάλει στη διατήρηση της μνήμης ενός από τα πιο εμβληματικά γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, το οποίο συνεχίζει να είναι αντικείμενο έντονων φορτίσεων αλλά και να υπόκειται σε διάφορες στρεβλώσεις και ποικίλες αναθεωρήσεις.
Ξένη λογοτεχνία
Ο Γκάμπριελ Όουκ είναι βαθιά ερωτευμένος με τη δυναμική Μπαθσίμπα Έβερντιν. Και ίσως να κέρδιζε την αγάπη της, αν μια αναποδιά της τύχης δεν τον υποχρέωνε να καταλήξει ένας απλός βοσκός στη φάρμα της. Εξάλλου, ο συνετός Γκάμπριελ έχει να ανταγωνιστεί δυο ακόμη άντρες που τη διεκδικούν: τον γοητευτικό αλλά επικίνδυνο λοχία Τρόι, έναν νεαρό στρατιώτη χωρίς ηθικούς φραγμούς, και τον αξιοσέβαστο μεσήλικα κτηματία Μπόλντγουντ, στην κοιμισμένη ως τότε καρδιά του οποίου η όμορφη κοπέλα αφυπνίζει ένα άσβεστο πάθος. Κι ενώ η μοίρα των τριών επίδοξων μνηστήρων εξαρτάται από την επιλογή που θα κάνει εντέλει η Μπαθσίμπα, εκείνη ανακαλύπτει τις φοβερές συνέπειες της ανεξάρτητης μα παρορμητικής κι ευμετάβλητης φύσης της. Το Μακριά απ’ το αγριεμένο πλήθος αναβάθμισε τη δημιουργική πορεία και εκτόξευσε τη φήμη του Τόμας Χάρντυ. Ο ίδιος στο συγκεκριμένο βιβλίο εισάγει επισήμως και την ιδέα του Ουέσεξ, ενός τόπου πραγματικού αλλά και μυθικού, όπου διαδραματίζονται οι ιστορίες του. Τούτο το μυθιστόρημα, που μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά, παραμένει το πλέον δημοφιλές και πολυδιαβασμένο έργο του μεγάλου Βρετανού συγγραφέα. Ένα αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
«Ένα πράγμα θα κάνω σ’ αυτή τη ζωή –ένα πράγμα μόνο– κι αυτό θα είναι να σ’ αγαπώ, και να σε σκέφτομαι και να μην πάψω να σε θέλω ώσπου να πεθάνω».
«Ο κορυφαίος τραγωδός μεταξύ των Άγγλων μυθιστοριογράφων».
Βιρτζίνια Γουλφ
«Το Μακριά απ’ το αγριεμένο πλήθος είναι το πρώτο από τα σπουδαία μυθιστορήματα που έγραψε ο Τόμας Χάρντυ, αλλά και το πρώτο όπου διατρανώνεται εκείνος ο ιδιαίτερος δραματικός τόνος που διαπερνά τις αλησμόνητες ιστορίες του».
Μάργκαρετ Ντραμπλ
Ξένη λογοτεχνία
Η Μαμά, μια ογδοντάχρονη γυναίκα στη βόρεια Ινδία, βουλιάζει σε μια περίοδο κατάθλιψης μετά τον θάνατο του άντρα της και, όταν συνέρχεται, την πλημμυρίζει μια νέα όρεξη για ζωή. Αποφασισμένη να σαρώσει κάθε κανόνα και περιορισμό, προκαλεί αναστάτωση με τις αντισυμβατικές επιλογές της. Πιάνει φιλίες με μια χίτζρα, ένα άτομο του τρίτου φύλου, και φέρνει τα πάνω κάτω στην καθημερινότητα της κόρης της, η οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή θεωρείται το πιο ανοιχτόμυαλο μέλος της οικογένειας. Η Μαμά, σε πείσμα όλων, ταξιδεύει στο Πακιστάν και έρχεται αντιμέτωπη με το ιστορικό τραύμα του Διαχωρισμού της Ινδίας και του ξεριζωμού, βιώματα που στιγμάτισαν την εφηβεία και τη μετέπειτα πορεία της. Τι σημαίνει να είσαι μητέρα, κόρη, γυναίκα, φεμινίστρια; Οι έννοιες αποκτούν εδώ καινούργια και απρόβλεπτα νοήματα, δίχως ποτέ να εγκλωβίζονται σε στεγανά. Παρά το τραγικό υπόβαθρο της αφήγησης, το θαυμάσιο ύφος της Γκιτάντζαλι Σρι σμιλεύει ένα φωτεινό, ευφρόσυνο, λεπταίσθητο, συγκινητικό και πρωτότυπο μυθιστόρημα, το οποίο παράλληλα συνιστά μια επίκαιρη και επείγουσα διαμαρτυρία ενάντια στις καταστροφικές συνέπειες των συνόρων που χαράσσονται ανάμεσα σε χώρες, θρησκείες, ανθρώπους και φύλα.
«Αυτό το βιβλίο δεν είναι ούτε για μουσικούς ούτε για μη μουσικούς· είναι μάλλον ένα βιβλίο για όσους έχουν την περιέργεια να ανακαλύψουν τις αναλογίες ανάμεσα στη μουσική και τη ζωή, καθώς και εκείνη τη σοφία που μονάχα ένα σκεπτόμενο αυτί μπορεί να κατανοήσει. Αυτό δεν αποτελεί προνόμιο μόνο των εξαιρετικά ταλαντούχων μουσικών, που λαμβάνουν μουσική εκπαίδευση από πολύ νεαρή ηλικία, ούτε είναι ένας φιλντισένιος πύργος, μια πολυτέλεια μόνο για τους πλούσιους· είμαι απόλυτα πεισμένος ότι η ανάπτυξη της ευφυΐας του αυτιού είναι μια βασική αναγκαιότητα για όλους μας».
Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ
Ξένη λογοτεχνία
Γιατί γράφεις; Και για ποιον; Τι ήθελες ακριβώς να πεις στο τελευταίο σου βιβλίο; Αντλείς το υλικό για τις ιστορίες σου από τη φαντασία σου ή απευθείας από τη ζωή; O συγγραφέας γνωρίζει πια πολύ καλά τις ερωτήσεις που θα του απευθύνουν και στην αποψινή λογοτεχνική βραδιά. Πηγαίνοντας εκεί, για να απαντήσει σε ερωτήματα που δεν ξέρει πώς να απαντήσει, ο συγγραφέας ουσιαστικά δεν σταματάει να παρατηρεί, να παρακολουθεί και να προσδίδει βιογραφικά στοιχεία και περιπέτειες στα άτομα που συναντάει. Αλλού ψαρεύει μια χαρακτηριστική έκφραση του προσώπου, αλλού κλέβει μια τυχαία λέξη ή μια κίνηση του σώματος και από αυτά πλέκει για τον καθέναν από αυτούς μια πιθανή ιστορία. Όλο το βιβλίο διαδραματίζεται στο Τελ-Αβίβ, κατά τη διάρκεια μιας υγρής και ζεστής καλοκαιρινής νύχτας, στην αρχή της δεκαετίας του ’80. O ίδιος ο συγγραφέας παίρνει μέρος στο ξεδίπλωμα της ιστορίας – πότε ως ενεργό μέλος και πότε ως αφηγητής της.
Το νέο μυθιστόρημα του Oζ είναι μια γοητευτική εξομολόγηση και μια συναρπαστική ανάλυση της τέχνης της γραφής, έτσι όπως ο ίδιος ο συγγραφέας τη βιώνει και τη μεταγγίζει στους άλλους, στο αναγνωστικό του κοινό.
Ξένη λογοτεχνία
1872. Η έρημος, ακτινοβόλα και λαμπερή, είναι ένα καλειδοσκόπιο από σκύλους, βάτα, σκόνη και ουρανό. Η Τσίνα Άιρον, το κορίτσι που είχε κερδίσει ο γκάουτσο Μαρτίν Φιέρο στα χαρτιά, συνοδεύει πλέον τη Λιζ, μια Σκωτσέζα η οποία ακολουθεί τα ίχνη του δικού της άντρα. Η Τσίνα, απαλλαγμένη πια από το λάσο του γκάουτσο, ξεκινά ένα ταξίδι εξερεύνησης μέσα από τις υφές, τις γεύσεις και τις απολαύσεις που της προσφέρουν η γη και η νέα της σύντροφος. Έπειτα από μια μακρά πορεία φτάνουν στο Παραΐσο. Εκεί συναντούν έναν κόσμο ελεύθερο, όπου τα πλάσματα αγκαλιάζονται γεμάτα επιθυμία, όπου τα ποτάμια, τα πουλιά και τα δέντρα συνυπάρχουν μέσα στην ίδια αγάπη. Με τούτη την πληθωρική αφήγηση, που ήταν υποψήφια για το Διεθνές Βραβείο Booker, η Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα ανατρέπει και συγχρόνως αναπλάθει το σύμπαν ενός κλασικού λογοτεχνικού έπους της Αργεντινής μέσα από το πρίσμα του θηλυκού φύλου. Οι Περιπέτειες της Τσίνα Άιρον είναι μια παθιασμένη κουήρ περιπέτεια, μια πολύχρωμη γιορτή για τη ζωή, ένα ριζοσπαστικό μυθιστόρημα για τη χειραφέτηση μιας γυναίκας που αγκαλιάζει τα αχανή τοπία της πάμπας.
Fiction/Μυστηρίου
Η Γη δέχεται την εισβολή μιας απόκοσμης ακτινοβολίας που μεταλλάσσει τα ψυχικά δάκρυα σε τοξικά. Όποιος κλαίει από έντονη χαρά ή λύπη χάνει τα μάτια του. Κλονίζονται όλες οι θεμελιώδεις αρχές και τελικά καταρρέουν, ενώ όσοι άνθρωποι απομένουν αντιμετωπίζουν τις μνήμες ως πιθανή απειλή και ζουν απομονωμένοι.
Η Άλις Γουόντερ, ένα κορίτσι που γεννήθηκε μετά την ακτινοβολία, ταξιδεύει με ανυπομονησία για τη Φυλακή – το ασφαλέστερο μέρος στη Νέα Εποχή. Οφείλει όμως να κάνει πρώτα μια στάση για την κηδεία μιας άγνωστης γυναίκας, της μαμάς της. Στο τρένο συναντάει έναν μυστηριώδη άντρα, τον Άλμπερτ, ο οποίος της αποκαλύπτει πως γνώριζε τη μητέρα της από παιδί και της προτείνει να μοιραστεί μια παλιά, κοινή ανάμνησή τους. Η Άλις, αν και απαγορεύεται αυστηρά από τον νόμο, υποκύπτει στον πειρασμό και δέχεται. Πριν το καταλάβει, ένας άλλος, καλύτερος, κόσμος φανερώνεται μπροστά στα μάτια της. Μένει έκθαμβη, αλλά πολύ σύντομα συνειδητοποιεί πως κινδυνεύει…
Ένα αλληγορικό μυθιστόρημα για τη μνήμη και την υποταγή.
Μια ιστορία για το πώς θα ήταν η ζωή δίχως αναμνήσεις.
Ελληνική λογοτεχνία
Τα λαϊκά νουάρ διηγήματα του Κώστα Θ. Καλφόπουλου μοιάζουν να βγαίνουν από τις κιτρινισμένες και ιλουστρασιόν σελίδες των οικογενειακών περιοδικών μιας άλλης εποχής ή από ταινίες του παλιού, ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου. Ανάμεσα στις γραμμές τους, σαν ολογράμματα, προβάλλουν ο αστυνόμος Μπέκας και ο επιθεωρητής Μαιγκρέ την «αποφράδα μέρα» της 21ης Απριλίου 1967, ο Γιάννης Διακογιάννης φευγαλέα, τα ΒΙΠΕΡ, που κατέκλυζαν τα περίπτερα τη δεκαετία του ’70, μια κίτρινη εσάρπα τον φοβερό μήνα Αύγουστο του 1968, το Αμβούργο, γκρίζο και βροχερό όπως στον Αμερικανό φίλο του Βέντερς, τα λαϊκά κορίτσια των 70s, ένα φονικό παράξενο καλοκαίρι στην Κρήτη, μαζί και μια διαφορετική ληστεία στην Αθήνα τη μέρα του μεγάλου τελικού Άγιαξ-Παναθηναϊκού το 1971. Γραμμένα σε μια περίοδο έξαρσης του αναγεννημένου «είδους», τα διηγήματα του βιβλίου συνομιλούν με την παράδοση του αμερικανικού, κυρίως, νουάρ, εκεί όπου συνυφαίνονται οι μοίρες των ηρώων με τον έρωτα, την πόλη και τον θάνατο. Παράλληλα, συνδέουν το λαϊκό μοτίβο με το ποπ στοιχείο, όπως αυτά αναδεικνύονται σταδιακά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 στη νεοελληνική εκδοχή της καταναλωτικής κοινωνίας.
Ένα ταξίδι σε μια Ελλάδα φωτεινή και σκοτεινή συνάμα, λαϊκή αλλά και νουάρ.
Ξένη λογοτεχνία
“Το Εγώ του ταξιδιώτη” γράφει ο Κλάουντιο Μάγκρις “είναι μόλις κάτι περισσότερο από ένα βλέμμα, ένα κοίλο κέλυφος στο οποίο αποτυπώνεται η μορφή της πραγματικότητας, ένα δοχείο που υπερχειλίζει από τα πράγματα”. Εξού και η τεράστια ποικιλία των τοπίων που ο ίδιος διασχίζει και αποκωδικοποιεί σαν να είναι πρόσωπα, από τη Μαδρίτη στην Πράγα, το Βερολίνο και τη Βαρσοβία, από τη Φινλανδία μέχρι την Αυστραλία, από τη μια θάλασσα στην άλλη, κάνοντας στάση και στην Τεργέστη φυσικά, στην πόλη όπου κατεξοχήν υφαίνεται και περιπλέκεται ένας λαβυρινθώδης ιστός διαφορετικών εποχών. “Σκοπός του ταξιδιού” διευκρινίζει ο Μάγκρις “είναι οι άνθρωποι”. Ταξιδεύω σημαίνει “έρχομαι αντιμέτωπος με την Ιστορία και τις παραλλαγές της”. Και το βιβλίο αυτό συνιστά ακριβώς μια τέτοια απολαυστική αναμέτρηση, διότι προέρχεται από έναν παρατηρητή φιλοπερίεργο και πολυμαθή, ειρωνικό και μεγαλόψυχο, ποιητή και συγχρόνως ιστορικό και φιλόσοφο. Πέρα όμως από τις ετερόκλητες αφορμές που πυροδότησαν τα συγκεκριμένα αφηγήματα, αυτό που κυρίως συναρπάζει είναι η βαθύτερη συνοχή τους χάρη στην οποία αναγνωρίζουμε τα βασικά θέματα και μοτίβα του έργου του Μάγκρις, τις αέναες και δημιουργικές ανησυχίες του.