Βλέπετε 1–12 από 67 αποτελέσματα

Γκουσταύος Κλάους

20.00

Ο Γουσταύος Κλάους είναι Βαυαρός έμπορος, που έρχεται στην Πάτρα και δημιουργεί την οινοποιία «Αχαΐα». Η γνωστή σήμερα ως «Achaia Clauss» πρωταγωνιστεί με τα κρασιά της στο οινικό fun του 20ού αιώνα και συνεχίζει στον 21ο αιώνα με το «Castro Clauss». Ο Φραντσέσκο Μάλλια, μετανάστης από τη Μάλτα, είναι το δεξί χέρι του Γουσταύου, ο πρώτος άποικος στην Colonie. H Colonie είναι η πολυεθνική κοινότητα των εργαζομένων στην οινοποιία, με τις οικογένειές τους (Γερμανοί, Έλληνες, Ιταλοί, Μαλτέζοι), στην οποία ο Κλάους δίνει το όνομα Gutland. Ο Γιάκομπ Κλίπφελ, Γερμανός, είναι ο πρώτος οινολόγος, ίσως ο δημιουργός της γλυκιάς Μαυροδάφνης. Η Αθηναία Θωμαΐδα Καρπούνη είναι η σύζυγος του Κλάους. Ο Γιούλιους Καρλ Βίλχελμ Φίλιπ Μέντσερ είναι Γερμανός κρασέμπορος, βουλευτής στο Ράιχσταγκ, ο πρώτος εισαγωγέας ελληνικών κρασιών στη Γερμανία. Ο Βασίλης Κασπίρης είναι ο φουστανελοφόρος σωματοφύλακας του Κλάους και ο κωδωνοκρούστης της Gutland. Η Αμαλία φον Πέρφαλ, κόρη του Γουσταύου και της Θωμαΐδας, παντρεμένη με βαρόνο στο Μόναχο, είναι η μοναδική κληρονόμος του. Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας -η Σίσσυ- είναι η πρώτη διάσημη επισκέπτρια της οινοποιίας. Ο Βλάσιος Αντωνόπουλος, φιλελεύθερος σταφιδέμπορος, βουλευτής του Βενιζέλου, είναι ο συνεχιστής της «Αχαΐας» και των κρασιών της μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο καπνοβιομήχανος από την Αίγυπτο Θεόδωρος Βαφειάδης εκπροσωπεί τα κρασιά της «Αχαΐας» στη Βομβάη· και ο αρσιβαρίστας Δημήτρης Τόφαλος, στη Νέα Υόρκη. Η Λαμπρινή Κακού, Επονίτισσα, επισκέπτεται την «Αχαΐα» και υψώνει ένα ποτήρι στη μνήμη του απαγχονισθέντος αδελφού της, τις τελευταίες ημέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Αυτοί είναι μερικοί από τους ήρωες που κατοικούν στην Γκούτλαντ. Μια μεγάλη αφήγηση, πλήρως τεκμηριωμένη, που καλύπτει περισσότερο από έναν αιώνα, από το 1833 έως το 1949. Ο συγγραφέας ανασυστήνει μικρόκοσμους, άγνωστους και απρόοπτους, ανασυστήνει ακόμη και το φυσικό τοπίο, δίνει χρώμα και βάθος στην καθημερινή ζωή, υπερβαίνει τα στερεότυπα και ρίχνει φως σε αθέατες περιοχές, εκεί που δεν φτάνει ποτέ η μεγάλη ιστορία. Το κρασί και το αμπέλι είναι, βέβαια, οι πανταχού παρόντες πρωταγωνιστές.

Τζέιμς Μπόλντουιν

17.70

Ο Τζον Γκράιμς, ένας ευαίσθητος και χαρισματικός έφηβος, μεγαλώνει στο Χάρλεμ. Η οικογένειά του τον προετοιμάζει για να γίνει ιεροκήρυκας.

Τη νύχτα των γενεθλίων του όμως, όταν κλείνει τα δεκατέσσερα, θα βιώσει μια πρωτοφανούς έντασης ηθική και πνευματική κρίση. Θέλει να ορίζει ο ίδιος τον εαυτό του. Αλλά ένας νέος που προέρχεται από ένα τόσο βαθιά θρησκευόμενο περιβάλλον έχει δικαίωμα επιλογής; Και, ακόμα περισσότερο, πόσο ελεύθερος μπορεί να είναι ένας νεαρός μαύρος Αμερικανός, τη δεκαετία του ’30;

Σε αυτό το πρώτο του μυθιστόρημα -ένα από τα κλασικά κείμενα, όχι μόνο της αμερικανικής, αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, βιβλίο που επηρέασε αποφασιστικά συγγραφείς όπως η Toni Morrison και η Maya Angelou- ο Τζέιμς Μπόλντουιν μεταπλάθει προσωπικές του εμπειρίες από τα νεανικά του χρόνια στη Νέα Υόρκη της Μεγάλης Ύφεσης και αφηγείται, με σπαρακτική ειλικρίνεια, μια πολυεπίπεδη ιστορία βίαιης αλλά και λυτρωτικής ενηλικίωσης, που συνυφαίνεται αριστοτεχνικά με τη συλλογική οδύσσεια των μαύρων της Αμερικής, τη βαθιά και περίπλοκη σχέση τους με τη θρησκεία και τον αδιάκοπο αγώνα τους ενάντια στην αδικία, τη μισαλλοδοξία και τον ρατσισμό.

Ξένη λογοτεχνία

Με άνεμο κακό

Αντίμι Κάουτερ

17.70

Αλγέρι, Σεπτέμβριος του 1972. Ένας άνεμος κακός, που έρχεται από τη Σαχάρα, καλύπτει με κόκκινη άμμο την πόλη. Σε ένα βιβλιοπωλείο, ο Σαΐντ, διάσημος συγγραφέας, παρουσιάζει το πολυσυζητημένο βιβλίο του, “το μεγαλύτερο αλγερινό μυθιστόρημα”. Εκθέτει την πλοκή: οι διασταυρούμενες ζωές ανθρώπων, που κατάγονται από το ίδιο χωριό, καθώς παρασύρονται στη δίνη των γεγονότων της σύγχρονης Αλγερίας.

Η Λεϊλά και ο Ταρέκ, παιδικοί φίλοι του συγγραφέα, όταν συνειδητοποιούν ότι, εν αγνοία τους, χρησιμοποιήθηκαν από τον Σαΐντ ως πρωταγωνιστές του βιβλίου του, νιώθουν τις ζωές τους κατεστραμμένες, λεηλατημένες. Τότε η συγγραφέας παίρνει τη σκυτάλη, για να αφηγηθεί και να αποκαταστήσει την αληθινή, τη μη μυθιστορηματική, ζωή του Ταρέκ και της Λεϊλά.

Αρχές της δεκαετίας του 1920: Τρία παιδιά μεγαλώνουν μαζί σ’ ένα χωριό της Ανατολικής Αλγερίας. Η Λεϊλά, και τα δύο αγόρια που είναι παράφορα ερωτευμένα μαζί της: ο Ταρέκ, λιγομίλητος, μελαχρινός, γλυκός και συνεσταλμένος, που προορίζεται για βοσκός, και ο Σαΐντ, άριστος χειριστής της αραβικής γλώσσας, από πιο ευκατάστατη οικογένεια, ανοιχτόχρωμος, που προετοιμάζεται να φύγει στην Τυνησία για σπουδές και κάνει όνειρα για το μέλλον. Η Λεϊλά, που η οικογένειά της την παντρεύει πολύ νέα και παρά τη θέλησή της, βρίσκει το κουράγιο να εγκαταλείψει τον άντρα της και επιστρέφει στο πατρικό της μαζί με τον γιο της, προκαλώντας τη γενική αποδοκιμασία. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος στέλνει τα δύο αγόρια στο μέτωπο. Ο Σαΐντ θα γίνει, αργότερα, επιτυχημένος συγγραφέας. Ο Ταρέκ επιστρέφει στο χωριό, παντρεύεται τη Λεϊλά και υιοθετεί τον γιο της. Θα αποκτήσουν μαζί τέσσερα κορίτσια. Ο Ταρέκ θα πάρει μέρος στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας της Αλγερίας, θα εργαστεί στα γυρίσματα της ταινίας του Τζίλο Ποντεκόρβο Η μάχη του Αλγερίου, θα δουλέψει σε εργοστάσιο στη Γαλλία, θα βρει δουλειά σε μια υπέροχη βίλα στην Ιταλία, με πολύ σημαντικά έργα ελληνορωμαϊκής τέχνης.

Η Λεϊλά μεγαλώνει τα παιδιά, κρατάει το σπίτι, περιμένει τον άντρα της -που επιστρέφει κάθε δύο χρόνια- και αγωνίζεται να μάθει γραφή και ανάγνωση.
Μετά, όμως, την έκδοση του μυθιστορήματος του Σαΐντ, ο Ταρέκ και η Λεϊλά θα κληθούν να αντιμετωπίσουν και αυτόν τον “κακό άνεμο”.

Η Καουτέρ Αντιμί δημιουργεί μια εντυπωσιακή τοιχογραφία της ιστορίας της Αλγερίας, από τη δεκαετία του 1920 μέχρι το καλοκαίρι του 1992: πρωταγωνιστούν η γαλλική αποικιοκρατία, ο αγώνας για την ανεξαρτησία, η ενίσχυση των ισλαμιστών και ο εμφύλιος πόλεμος.

 

Ρίκα Μπενβενίστε

17.70

Η Βουλγαρική Κατοχή αφάνισε την εβραϊκή κοινότητα της Καβάλας· κανείς δεν γύρισε από την Τρεμπλίνκα. Επέστρεψαν, μονάχα, ναυαγοί της Shoah, μερικές δεκάδες Εβραίοι που είχαν καταφέρει να διαφύγουν πριν από την εκτόπιση, ή επέζησαν από τα καταναγκαστικά έργα στη Βουλγαρία. Μέσα από την έρευνα σε ένα μεγάλο επιστολικό αρχείο, το βιβλίο αυτό ζωντανεύει τους βίους, τις φωνές και τις διαδρομές των μελών μιας σημαντικής οικογένειας Εβραίων καπνεμπόρων, αλλά και άλλων Καβαλιωτών Εβραίων. Οι ιστορίες τους φέρνουν στην επιφάνεια διλήμματα και επιλογές που σφράγισαν τον μεταπολεμικό κόσμο. Η αφήγηση του βιβλίου παρακολουθεί τους επιζώντες να σχετίζονται, να παντρεύονται, να συνεργάζονται επαγγελματικά, να παραμένουν στον τόπο τους ή να μεταναστεύουν. Διερωτάται για τους τρόπους με τους οποίους γράφουν για όλα αυτά και εκφράζουν τα συναισθήματά τους. Για τις μεγάλες αλλά και τις μικρές χειρονομίες, για «ένα μικρό ναι, ένα μικρό όχι, που αρκούν για να εξοντώσουν ένα σύνταγμα από δραγόνους», όπως έγραφε ο Μπέκετ. Χειρονομίες που έρχονται από μια μακρά πολιτισμική παράδοση. Τρόποι που κλονίστηκαν από το ναυάγιο και όμως επιβιώνουν για να κρατούν το νήμα μιας συνέχειας με τα προπολεμικά χρόνια, μέχρις ότου υποχωρήσουν για να δώσουν τη θέση τους σε νέους τρόπους, νέες συνήθειες, νέες μόδες, μέσα στα χρόνια εκείνα που οι δυσκολίες ήταν ευθέως ανάλογες με τις προσπάθειες και τις ελπίδες των ανθρώπων.

Ελληνική λογοτεχνία

Οξυγόνο

Ξένια Κουναλάκη

16.00

Μια παρέα φοιτητών, ένα καλοκαίρι του ’90, κάνει ελεύθερο κάμπινγκ, όταν ο Νικόλας, ο πιο χαρισματικός απ’ όλους, πνίγεται στην προσπάθειά του να βγάλει έναν ροφό από τη θάλασσα. Ο πατέρας πενθεί τον γιο του· οι φίλοι θυμούνται και εξιδανικεύουν τον πεισματάρη φίλο τους.

Είκοσι χρόνια αργότερα, οι ίδιοι άνθρωποι ξαναβρίσκονται στο νησί για το μνημόσυνο του Νικόλα και αναλογίζονται τις δικές τους καθημερινές ασφυξίες και απώλειες: τα όρια του γάμου και της οικογένειας, τη φθορά του σώματος, το τέλος της γονιμότητας, την επαγγελματική αβεβαιότητα, τον θάνατο που πλησιάζει.

Ο καθηγητής Νομικής διαβάζει Φίλιπ Ροθ και ταυτίζεται μαζί του, η γυναίκα του προσπαθεί να καταπολεμήσει την ηττοπάθεια της μέσης ηλικίας, ο εισοδηματίας φίλος τους ζει αποτραβηγμένος και παρατηρεί τις ζωές των άλλων, η ψυχίατρος-μετανάστρια στη Βιέννη βλέπει την Ελλάδα να απομακρύνεται από την Ευρώπη, η συγγραφέας της παρέας αγωνίζεται να κάνει παιδί με κάθε τρόπο προκειμένου να δώσει νόημα στη ζωή της.
Με φόντο πάντα την ανάμνηση του φίλου τους, που πρόλαβε και πέθανε νέος, οι ζωές τους διασταυρώνονται και πλέκονται στον θρήνο και τη νοσταλγία για τα χρόνια που πέρασαν, στην κρίση της χώρας, αλλά και τη δική τους, την προσωπική.

Γιοάν Σαπουτό

20.00

Η “αναζήτηση νοήματος” έχει εκπέσει σε εμπόριο στα χέρια των ψυχοθεραπευτών και των “κόουτς”. Κάποτε ήταν υπόθεση των θεολόγων, που έψαχναν το χέρι του Θεού στην Ιστορία. Ανάμεσα στον Διαφωτισμό (18ος αιώνας) και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (αρχές του 20ού), η θεολογία έδωσε τη θέση της στην πολιτική: στη Δύση της “απομάγευσης” (Μαξ Βέμπερ) και της απόσυρσης του Θεού, το νόημα αναζητήθηκε στις “κοσμικές θρησκείες” (Ρεϊμόν Αρόν), τον κομμουνισμό, τον φασισμό και τον ναζισμό, όπως επίσης στον φιλελευθερισμό και τις παραλλαγές του (υπερ-, νεο-…), αλλά και, ολοένα και περισσότερο κατά τα φαινόμενα, στη συνωμοσιολογία, από τότε που οι “μεγάλες αφηγήσεις” (Ζαν-Φρανσουά Λυοτάρ) έμειναν ορφανές.

Η αναζήτηση νοήματος είναι επίσης μια μανία του ιστορικού – όταν μιλάμε για το νόημα των πράξεων στις οποίες προέβησαν οι δρώντες μιας εποχής, για εκφράσεις μιας “κοσμοθεωρίας” που χαρακτηρίζει έναν χρόνο, έναν τόπο, μια ανθρώπινη ομάδα (τάξη, φυλή, έθνος, ή αστυνομική μονάδα, σώμα δημοσίων υπαλλήλων, θρησκευτικό τάγμα), νομιμοποιώντας και δικαιολογώντας καμιά φορά τα χειρότερα.

Ελληνική λογοτεχνία

Δυναμώστε τη μουσική, παρακαλώ

Μιχάλης Μαλανδράκης

16.00

Μεγαλώνοντας, ο Χάρης Αλεξιάδης ενδιαφέρεται όλο και πιο πολύ για τα σπουδαία, κοσμοϊστορικά γεγονότα. Χρόνια αργότερα, αυτό το άγουρο ενδιαφέρον γίνεται επάγγελμα. Ύστερα από μια σύντομη θητεία στον αθηναϊκό Τύπο, η παράλληλη άνοδος της ιδιωτικής τηλεόρασης θα του προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία: να βρεθεί στο Σαράγεβο τον Ιούνιο του 1992, ως πολεμικός ανταποκριτής ενός νέου μεγάλου καναλιού, και να καλύψει τις συγκρούσεις που ακολούθησαν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.

Ο Χάρης ενθουσιάζεται με αυτή την προοπτική. Αναγνωρίζει αμέσως την ιστορική σημασία των συγκρούσεων και ανυπομονεί να βρεθεί στο επίκεντρο των εξελίξεων, στην καρδιά της Ευρώπης.

Θα παραμείνει, ωστόσο, στο Σαράγεβο περισσότερο απ’ όσο έχει υπολογίσει. Οι συγκρούσεις παγιώνονται, διαρκούν ολόκληρους χειμώνες, και καταλήγουν στην πιο μακρόχρονη πολιορκία πρωτεύουσας στην ιστορία των σύγχρονων πολέμων. Ο αρχικός ενθουσιασμός του Χάρη μετατρέπεται σε κούραση και σταδιακή εξάντληση από το κρύο, την ανασφάλεια και, κυρίως, τη βεβαιότητα ότι αυτή η τραγική κατάσταση δεν θα αλλάξει. Τα αιματηρά επεισόδια είναι αμέτρητα και, στις 5 Φεβρουαρίου 1994, η αντοχή του στον ανθρώπινο πόνο δοκιμάζεται, όταν παρακολουθεί και καταγράφει τον βομβαρδισμό της αγοράς του Μαρκάλε, με 68 νεκρούς και 144 τραυματίες.

Την επόμενη μέρα, ο Χάρης ζητάει την άδεια να επιστρέψει στην Ελλάδα. Δυσκολεύεται να προσαρμοστεί και παραμένει για πολύ καιρό αδρανής. Σκέφτεται να αποσυρθεί από το πολεμικό ρεπορτάζ και, σε συνεννόηση με το κανάλι, αποφασίζει να μεταπηδήσει στην ψυχαγωγία και να αναλάβει παρουσιαστής σ’ ένα νέο μουσικό τηλεπαιχνίδι.

Αρχίζει έτσι, για εκείνον, μια καινούργια φάση. Ανάμεσα σε πλατό, κάμερες, εκτυφλωτικούς προβολείς και συναναστροφές με τις κοσμικές προσωπικότητες της Αθήνας, η ζωή του αλλάζει κι εκείνος αφήνεται να παρασυρθεί. Τα επόμενα χρόνια αναλαμβάνει κι άλλα, αμφιβόλου ποιότητος τηλεπαιχνίδια, και στροβιλίζεται σε έναν εκστατικό χορό με σύντομα διαστήματα μελαγχολίας. Ώσπου, ξαφνικά, ένα νευρολογικό πρόβλημα πλήττει την κινητικότητά του και τον αναγκάζει ν’ αποσυρθεί βίαια από οτιδήποτε έχει ανάγκη.

Το “Δυναμώστε τη μουσική, παρακαλώ” είναι ένα μυθιστόρημα για τα μεγάλα μεγέθη που δεν μεταβολίζονται από το άτομο· για την ομορφιά και τη φασαρία, ως στιγμιαίο αντίδοτο σε όλα εκείνα που δεν θεραπεύονται· και για όσους επιζητούν την ένταση της μουσικής τόσο δυνατά ώστε να καλύπτει τα πάντα.

Ξένη λογοτεχνία

Το υπερωκεάνιο

Πιέρ Ασουλίν

20.00

Στη Μασσαλία, στο ολοκαίνουργιο και πολυτελέστατο υπερωκεάνιο Ζορζ Φιλιππάρ που ετοιμάζεται να αποπλεύσει με τελικό προορισμό την Ιαπωνία, επιβιβάζεται και ο Ζακ-Μαρί Μποέρ.

Βιβλιοπώλης με εξειδίκευση στα σπάνια βιβλία που κυνηγούν οι συλλέκτες, αγαπά με πάθος τη λογοτεχνία, ταξιδεύει μόνος, μισεί τα κλισέ και τις κοινοτοπίες, περνά τον καιρό του παρατηρώντας τους άλλους, με κριτική διάθεση, με θαυμασμό, με ειρωνεία, καλοπροαίρετα ή και εχθρικά, αν χρειαστεί. Αναπτύσσει φιλικές σχέσεις με τον πρώην πλοίαρχο Πρεσανύ και την ατίθαση νεαρή εγγονή του, τον ασφαλιστή Ερκύλ Μαρτέν και τον Ρώσο πιανίστα Σοκολόβσκι, ή τη γοητευτική Αναΐς Μοντέ-Ντελακούρ. Ωστόσο, δεν αποκαλύπτει σε κανέναν τον λόγο του ταξιδιού του.

Είναι Φεβρουάριος του 1932, βρισκόμαστε μόλις λίγους μήνες πριν ανέλθει στην εξουσία ο Χίτλερ. Γερμανοί επιβάτες προπαγανδίζουν ανοιχτά τον ναζισμό, η ομήγυρη διχάζεται. Διαδίδονται σκοτεινές θεωρίες για το μέλλον του κόσμου, ενώ ορισμένοι επιβάτες ανησυχούν για τις τεχνικές βλάβες που επαναλαμβάνονται…

Μέσα από την επική και δραματική εξιστόρηση της παρθενικής κρουαζιέρας του Ζορζ Φιλιππάρ, που κατέληξε σε ναυάγιο με θύμα, μεταξύ άλλων, τον σπουδαίο και διάσημο δημοσιογράφο Αλμπέρ Λοντρ, η φιγούρα του οποίου σημαδεύει το βιβλίο, ο Πιερ Ασουλίν προαναγγέλλει το ναυάγιο της Ευρώπης, σ’ έναν εντυπωσιακό μυθιστορηματικό πίνακα.

Ξένη λογοτεχνία

Αγριότοπος

Ρόμπερ Πεν Γουόρεν

17.70

Το καλοκαίρι του 1863 ο νεαρός Εβραίος Άνταμ Ρόζεντσβαϊγκ αναχωρεί από ένα γκέτο της Βαυαρίας για την Αμερική, με σκοπό να πολεμήσει στο πλευρό των Βορείων κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Έχει κληρονομήσει τον επαναστατικό ιδεαλισμό του πατέρα του και ποθεί να αγωνιστεί για την ανθρώπινη ελευθερία.

Σταδιακά, όμως, ο Άνταμ έρχεται αντιμέτωπος με έναν πολύπλοκο κόσμο που δεν ανταποκρίνεται στα υψηλά ιδανικά του. Στο πλοίο για την Αμερική, το παραμορφωμένο του πόδι τραβάει άθελά του την προσοχή και οι υπεύθυνοι απειλούν να τον στείλουν πίσω στην Ευρώπη. Ο Άνταμ το σκάει και καταφεύγει στη Νέα Υόρκη, όπου αντικρίζει τη βία και τη φρίκη των ταραχών που ταλανίζουν την πόλη εξαιτίας της αναγκαστικής στρατολόγησης. Κατορθώνει, τελικά, να ενσωματωθεί στον στρατό της Ένωσης, όχι όμως ως οπλίτης αλλά ως βοηθός προμηθευτή του στρατεύματος.

Οι συναντήσεις του Άνταμ μεταξύ άλλων, με έναν πλούσιο ευεργέτη, έναν πρώην σκλάβο, έναν κυνηγημένο Νότιο, έναν χωρικό και τη γυναίκα του κλονίζουν την αντίληψή του για τον εαυτό του και για τον κόσμο. Θα καταφέρει, άραγε, ο ιδεαλισμός του να αντισταθεί στην απογοητευτική πεζότητα της πραγματικότητας;

Ο Αγριότοπος, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1961, παραμένει μέχρι σήμερα ένα εξαιρετικά σημαντικό μυθιστόρημα για το νόημα του Αμερικανικού Εμφυλίου και την ανεξάντλητη ποικιλομορφία της ανθρώπινης εμπειρίας.

Ξένη λογοτεχνία

Ο επίτιμος πρόξενος

20.00

Σε μια επαρχιακή πόλη της Αργεντινής, μια αντάρτικη ομάδα σχεδιάζει την απαγωγή του αμερικανού πρεσβευτή. Από λάθος, όμως, στη θέση του συλλαμβάνει τον επίτιμο πρόξενο (χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες) της Μεγάλης Βρετανίας, Τσάρλι Φόρτναμ. Εξηντάρης, αμετανόητος πότης, παντρεμένος με μια νεαρή πρώην πόρνη, την Κλάρα, δεν έχει και πολλές συμπάθειες και η τύχη του αφήνει μάλλον τους πάντες
(και τη Μεγάλη Βρετανία) αδιάφορους.

Μόνο ο νεαρός γιατρός Εδουάρδο Πλαρ, γιος ενός εξόριστου Άγγλου που πέρασε δεκαπέντε χρόνια στη φυλακή πριν δολοφονηθεί, εραστής της Κλάρα, ανίκανος να αγαπήσει, ζηλεύοντας το πάθος που τρέφει ο Φόρτναμ για την ερωμένη του, μπλέκεται σχεδόν άθελά του στην προσπάθεια απελευθέρωσης του ομήρου, αντιμετωπίζοντας γραφειοκρατικά εμπόδια, κρατική διαφθορά, διπλωματικές συμπαιγνίες, καθώς και τη συναισθηματική εμπλοκή του με τους απαγωγείς, των οποίων ηγείται ένας πρώην ιερέας.

Ο Γκράχαμ Γκρην, με αφάνταστη μυθιστορηματική επιδεξιότητα, εκθέτει στους αναγνώστες του την άποψή του για τον κόσμο, τη χωρίς ελπίδα αγάπη, τους φτωχούς, την πίστη στον Θεό και την Επανάσταση, τη θυσία και τη λύτρωση, χωρίς ποτέ να εκπέσει στην ηθικολογία και τον διδακτισμό.

Βάσω Κιντή

22.00

Μπορούμε να έχουμε έγκυρη γνώση του παρελθόντος αφού αυτό δεν υπάρχει πια; Τι είναι τα γεγονότα και σε τι διαφέρουν από τα συμβάντα; Η ιστοριογραφία ανακαλύπτει τις ιστορίες που διηγείται ή τις φιλοτεχνεί; Πώς μπορούμε να έχουμε πρόσβαση στις σκέψεις και στις προθέσεις ιστορικών υποκειμένων; Τι εννοούμε όταν λέμε «θα μας κρίνει η ιστορία»; Μοιάζουν οι ιστορικοί με δικαστές, με ψυχαναλυτές ή με ντετέκτιβ; Μπορεί πεποιθήσεις του παρελθόντος που μας φαίνονται σήμερα παράλογες να ήταν εύλογες και ορθολογικές; Πώς να κατανοήσουμε την αντικειμενικότητα στην ιστορία; Ως ουδετερότητα, ως αμεροληψία, ως απόλυτη σύλληψη της πραγματικότητας; Είναι η ουδετερότητα αρετή για τον/την ιστορικό; Είναι η ιστορία επιστήμη ή μία τέχνη που διδάσκει και συγκινεί; Αν η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται όπως λέγεται συχνά, γιατί να τη μελετάμε; Αυτά και άλλα ανάλογα ερωτήματα εξετάζει η φιλοσοφία της ιστορίας όχι για να δώσει οριστικές απαντήσεις, αλλά για να φέρει στο φως και να διασαφηνίσει μέσα από φιλοσοφική ανάλυση πολλές από τις όψεις αυτών των θεμάτων ώστε να εκτιμήσουμε καλύτερα τα ιστοριογραφικά κείμενα, να απολαύσουμε πιο στοχαστικά τις ιστορικές αφηγήσεις και γα κατανοήσουμε πληρέστερα τις διαμάχες σχετικά με την ιστορία.

Δημήτρης Χατζησωκράτης

25.48

Χρόνια τώρα, κάθε φορά, που γίνονται οι συζητήσεις για το Πολυτεχνείο, μένω στο τέλος τους με την ίδια απορία. Πώς είναι δυνατόν τελικά να αντιστρέφεται μια τόσο απτή, κατά την άποψή μου, αλληλουχία γεγονότων και να μην κρατάμε το καίριο! Το Πολυτεχνείο δεν θα είχε την ξεχωριστή θέση του στην ιστορική διαδρομή της μεταπολεμικής Ελλάδας αν τη δεύτερη ημέρα της κατάληψης οι φοιτητές που ανήκαν στις αντιστασιακές οργανώσεις της Αριστεράς δεν κατάφερναν να αντιστρέψουν το χαρακτήρα που έπαιρνε με τα αιτήματα και τα συνθήματα που προωθούσαν οι υπεραριστεροί και οι αναρχικοί. . . Αυτή ακριβώς η συμπύκνωση των στόχων της εξέγερσης στα δύο καίρια αιτήματα ευρύτερης κατανόησης και αποδοχής – πτώση της δικτατορίας και απαλλαγή από τα στηρίγματά της και την εξάρτηση της χώρας – ήταν εκείνη που μετέτρεψε, με την ουσιαστική συνεισφορά του ραδιοσταθμού, τη φοιτητική έκρηξη σε παλλαϊκού χαρακτήρα ξέσπασμα ενάντια στη δικτατορία.