Αυτό που κάνει μεγαλοφυές το «Χρώματα Πολέμου» είναι ότι χειρίζεται με ακρίβεια τα κλειδιά της αφήγησης, επιτρέποντας σε δεκάδες πρόσωπα και ιστορίες να συναντηθούν σε μία κεντρική ιστορία: ένας πράκτορας της CIA, ο αντίστοιχος συνάδελφός του στις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες μπλεγμένος στο βρόμικο πόλεμο της Αλγερίας, μια Χιλιανή ζωγράφος, ένας ζωγράφος μέλος των ανταρτών Τουπαμάρος, ένας Μεξικανός επιζών από τη σφαγή του Τλατελόλκο, ένας ζωγράφος μέλος των ανταρτών Μοντονέρος της Αργεντινής, και όλοι αυτοί συναντιούνται στο Παρίσι σε ακαθόριστη ημερομηνία, χάρη στο λάθος που διαπράττει ένας νεαρός Ισπανός όταν έρχεται στην πόλη για να γράψει μια βιογραφία της καταραμμένης πριγκίπισσας του αμερικάνικου κινηματογράφου, Τζιν Σίμπεργκ.
Χρώματα Πολέμου
€19.80
Μετάφραση: Κρίτων Ηλιόπουλος
Σελίδες: 296
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Ελληνική λογοτεχνία
Μαρία Ξυλούρη
Σε κάποιους τόπους, οι άνθρωποι έστηναν γύρω από τους τάφους πέτρες σε σχήμα καραβιού, πέτρινα πλοία για να πάνε τους νεκρούς στον άλλο κόσμο. Για τους ζωντανούς, τα πλοία αυτά γίνονταν τόποι συνάντησης και τελετουργίας. Τα διηγήματα αυτής της συλλογής, δεκαπέντε ιστορίες για νησιά κυριολεκτικά ή μεταφορικά, σε θάλασσες πραγματικές ή φανταστικές, είναι πέτρινα πλοία με τον τρόπο τους: αφηγήσεις για ανθρώπους και τόπους που χάνονται, για τα ίχνη τους που κάποτε σβήνουν, και για όσους μένουν πίσω να θυμούνται.
Λένε κάποιοι πως η θάλασσα είναι απλώς ένας καθρέφτης. Τα νησιά δεν είναι παρά αντανακλάσεις των αστεριών? ο ωκεανός, ο ουρανός αντίστροφα. Γι’ αυτό και, όταν έχεις χαθεί στη θάλασσα, αρκεί να σηκώσεις τα μάτια στον ουρανό και τ’ αστέρια θα σου δείξουν τον δρόμο. Στο τέλος, θα χρειαστεί κάποιος να στραγγίξει τον ωκεανό για ν’ ανασύρει τα πτώματα. (απόσπασμα από το βιβλίο)
Ξένη λογοτεχνία
Κάρολιν Έμκε
Ποιοι είμαστε; Ποιοι μπορούμε να είμαστε, ποιοι θέλουμε να είμαστε, όταν μάλιστα ακολουθούμε διαφορετικούς δρόμους από αυτούς που επιτάσσει η «κανονικότητα»;
Ανακαλύπτουμε εμείς την ερωτική επιθυμία ή μας ανακαλύπτει εκείνη; Πόσο ελεύθεροι είμαστε να ζήσουμε τον πόθο μας; Και έχει αυτός μία και μόνο μορφή, ή μεταβάλλεται και βαθαίνει, γίνεται τρυφερότερος;
Στο τόσο προσωπικό και συγχρόνως αναλυτικό κείμενό της, η Καρολίν Έμκε ψηλαφεί την αναζήτηση και τη βαθμιαία ανακάλυψη του δικού της, διαφορετικού πόθου. Μιλάει για την ομοφυλοφιλική επιθυμία, την περίοδο της νιότης της στη δεκαετία του ’80, όταν η σεξουαλικότητα παρέμενε καταχωνιασμένη σε βαθύ σκοτάδι. Αρθρώνει τις ποικίλες διαλέκτους του πόθου, περιγράφει την απόλαυση της εκπλήρωσης, αλλά και το δράμα, τον κοινωνικό αποκλεισμό των ανθρώπων που δεν βρίσκουν τον τρόπο να δώσουν περίγραμμα και μορφή στην επιθυμία τους. Ένας ύμνος στην ελευθερία, μια συγκλονιστική μαρτυρία, βαθιά προσωπική και, ταυτόχρονα, άκρως πολιτική.
Διονύσιος Σολωμός
Ο Δάντης, ο Πετράρχης και ο Φόσκολος συγγενεύουν εκλεκτικά στο ιταλόγλωσσο έργο του Σολωμού με καίριες απηχήσεις του Ομήρου, του Σαίξπηρ και του Σίλλερ. Τερτσίνες, σονέτα, οκτάβες και ωδές, ποιήματα σοβαρά και σατιρικά, τελειωμένα ή σωσμένα σε κατάσταση σχεδιάσματος, ποιήματα ερωτικά, επικαιρικά και ευκαιριακά, συνθέσεις θρησκευτικής πνοής και βαθυστόχαστα δοκίμια απαρτίζουν το σώμα μιας σπουδαίας δημιουργίας, που ξεκίνησε να στήνεται από τα νεανικά χρόνια του ποιητή στην Ιταλία, συνεχίστηκε με την επάνοδό του στη Ζάκυνθο και έφτασε στο αποκορύφωμα της στην Κέρκυρα κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του.
Η έρρυθμη και έμμετρη μετάφραση των ποιημάτων αυτών υποτείνεται ως πρόταση από την κατ’ εξοχήν σολωμική ιδέα του «in modo misto genuino», δηλαδή αρθρώνεται «εις είδος μιχτό αλλά νόμιμο». Η παρούσα έκδοση με τα μεταφράσματα όλων των ιταλικών έργων του Σολωμού είναι αμιγώς ποιητική και έχει επιτελεσθεί προγραμματικώς και ενσυνειδήτως κατά μίμηση του ελληνόγλωσσου ποιητικού έργου του: σαν να εκτελείται παλιό μουσικό έργο σήμερα με όργανα εποχής.
Ξένη λογοτεχνία
Jonathan Coe
Το μεθυστικό καλοκαίρι του 1977 μια αφελής κοπέλα, η Καλλιστώ, αναχωρεί από την Αθήνα για να γνωρίσει τον κόσμο. Μετά το ταξίδι της στην Αμερική, βρίσκεται αναπάντεχα σε ένα ελληνικό νησί που έχει μετατραπεί σε κινηματογραφικό σκηνικό. O Μπίλι Γουάιλντερ, διάσημος σκηνοθέτης του Χόλυγουντ, γυρίζει εκεί την ταινία του Fedora, και η Καλλιστώ προσλαμβάνεται ως βοηθός. Παρατηρεί συνεπαρμένη τον λαμπερό, πρωτόγνωρο για εκείνη τρόπο ζωής, βιώνοντας μια εμπειρία που θα τη σημαδέψει για πάντα.
Ενώ η Καλλιστώ είναι ενθουσιασμένη με τη νέα της περιπέτεια, ο ίδιος ο Γουάιλντερ αντιλαμβάνεται ότι το άστρο του έχει μάλλον αρχίσει να σβήνει. Το Χόλυγουντ τον απορρίπτει, και μόλις που κατόρθωσε να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για την ταινία του, από τη Γερμανία. Η Καλλιστώ τον ακολουθεί στο Μόναχο για τα γυρίσματα των επόμενων σκηνών και τον συντροφεύει σε ένα ταξίδι αναμνήσεων που οδηγεί στον σκοτεινό πυρήνα της οικογενειακής του ιστορίας.
Σε αυτό το μυθιστόρημα, που αποτελεί ταυτόχρονα τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης και ευαίσθητο πορτρέτο μίας από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του αμερικανικού κινηματογράφου, ο Jonathan Coe στρέφει το βλέμμα του στην έννοια του χρόνου και στη σημασία της φήμης, στην οικογένεια και στην απατηλή σαγήνη της νοσταλγίας. Όταν ο κόσμος βαδίζει προς την αλλαγή, γαντζώνεσαι στην παλιά, αγαπημένη σου ζωή, ή αποφασίζεις ότι είναι ώρα να την αφήσεις πίσω;
Ξένη λογοτεχνία
Τζούλιαν Μπαρνς
O βραβευμένος με Μπούκερ Τζούλιαν Μπαρνς μας ξεναγεί στο Παρίσι της Μπελ Επόκ, αφηγούμενος τη ζωή του πρωτοπόρου της ιατρικής Σάμιουελ Πότσι.
Το καλοκαίρι του 1885, τρεις Γάλλοι κατέφτασαν στο Λονδίνο για ψώνια. Ο ένας ήταν πρίγκιπας, ο άλλος κόµης και ο τρίτος ένας κοινός θνητός µε ιταλικό όνοµα, που πριν από τέσσερα χρόνια είχε απαθανατιστεί σε ένα από τα πιο σπουδαία πορτρέτα του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ. Αυτός ο κοινός θνητός ήταν o Σαµιέλ Πότσι, γιατρός, πρωτοπόρος γυναικολόγος και ελεύθερο πνεύµα – ένας λογικός επιστήµονας µε µια διαβόητα περίπλοκη προσωπική ζωή.
Φόντο της ζωής του, η παρισινή Μπελ Επόκ. Η όµορφη εποχή της λάµψης και της ευχαρίστησης συχνότερα έδειχνε την άσχηµη πλευρά της: υστερική, ναρκισσιστική, χλιδάτη και βίαιη, µια εποχή αχαλίνωτης προκατάληψης και νατιβισµού, που έχει περισσότερες οµοιότητες µε τη δική µας εποχή απ’ όσο θα φανταζόµασταν.
Πολιτική
Τζενκίζ Ακτάρ
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τη μελλοντική πορεία της Τουρκίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 αποτελούσε υπόδειγμα για τις μουσουλμανικές χώρες και ήταν υποψήφια για να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Η αποτυχία της ευρωπαϊκής της πορείας, για την οποία είναι συνυπεύθυνη και η Ευρώπη, ήταν προάγγελος μιας εκτροπής από την πορεία εκδυτικισμού.
Η Τουρκία γίνεται πολεμοχαρής στην εσωτερική και εξωτερική της πολιτική, ενώ οι χώρες της Δύσης προσπαθούν να διαχειριστούν την “τουρκική κρίση” χωρίς να την έχουν κατανοήσει. Αμφιταλαντεύονται στον τρόπο αντιμετώπισης, ενώ η μεγάλη αυτή χώρα οδηγείται στην αποσύνθεση. Ο συγγραφέας μάς δίνει τα απαραίτητα εργαλεία ανάλυσης για να κατανοήσουμε τον διαμελισμό μιας κοινωνίας ανάμεσα στο κράτος, το έθνος, τη θρησκεία, τους αυτοκρατορικούς μύθους και τη Δύση.
Ποίηση
Γιάννης Στίγκας, Νικόλας Ευαντινός
Φιλοσοφία
Μαθήματα για τη ρωσική λογοτεχνία: Γκόγκολ, Γκόρκι, Ντοστογέφσκι, Τολστόι, Τουργκένιεφ, Τσέχοφ
Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ
«Κάποτε υπολόγισα ότι η γνωστή και αναγνωρισμένη παγκοσμίως ρωσική λογοτεχνική παραγωγή, ποίηση και πεζογραφία, από τις αρχές του 19ου αιώνα και έπειτα, δεν ξεπερνά τις 23.000 τυπωμένες σελίδες κανονικού μεγέθους. Από την άλλη, η γαλλική ή η αγγλική, λόγου χάριν, λογοτεχνία έχει πίσω της ήδη μια ιστορία αρκετών αιώνων και ουκ ολίγων αριστουργημάτων. Καταλήγω, λοιπόν, στο πρώτο από τα συμπεράσματά μου: Με εξαίρεση ένα μεσαιωνικό μείζον έργο, η ρωσική λογοτεχνία μπορεί πολύ εύκολα να χωρέσει στα στενά όρια ενός περίπου αιώνα – ή έστω λίγο περισσότερο, αν συνυπολογίσουμε και κάποια πιο πρόσφατα έργα μιας κάποιας αξίας.
Εν ολίγοις, ένας αιώνας, ο 19ος, υπήρξε αρκετός προκειμένου σε μια χώρα δίχως αυτοφυή λογοτεχνική παράδοση να “παραχθεί” λογοτεχνία υψηλής ποιότητας, με παγκόσμια ακτινοβολία, ικανή να συγκριθεί –σε όλα τα πεδία, με εξαίρεση τον όγκο της– με εκείνη της Γαλλίας ή της Αγγλίας, οι ρίζες των οποίων βρίσκονται πολλούς αιώνες πίσω. Αυτή η αξιοθαύμαστη άνθηση θα ήταν αδύνατη αν η Ρωσία δεν είχε σημειώσει ανάλογη πρόοδο, και μάλιστα ταχύρρυθμη, και σε άλλα πεδία της πνευματικής ζωής – τόσο ώστε να μην υπολείπεται ως προς την πρόοδο αυτή των μεγάλων χωρών της Δύσης. Έχω επίγνωση ότι αυτή η αλματώδης πολιτισμική και πνευματική πρόοδος που σημειώθηκε στη Ρωσία του 19ου αιώνα είναι ελάχιστα γνωστή στη Δύση». B. N.
Ξένη λογοτεχνία
Σεμπάστιαν Μπάρι
«Ήταν ευλογία να είσαι παιδί ανάμεσα στους ανθρώπους της φυλής μου. Οι γυναίκες κρατούσαν το χωριό, οι άντρες κυνηγούσαν και πολεμούσαν, κι η δική μας δουλειά, η δουλειά των παιδιών, ήταν μόνο να τριγυρνάμε και να παίζουμε και να ’μαστε ευτυχισμένα. Αυτό το θυμόμουν πολύ καθαρά».
«Με λένε Γουινόνα». Έτσι αρχίζει την ιστορία της η νεαρή Ινδιάνα στα Χίλια φεγγάρια. «Παλιά μ’ έλεγαν Οτζιντζίντκα, που θα πει τριαντάφυλλο. Ο Τόμας ΜακΝάλτι έκανε μεγάλες προσπάθειες να το προφέρει αυτό το όνομα, μα δεν τα κατάφερνε, κι έτσι μου ’δωσε το όνομα της πεθαμένης ξαδέρφης μου, επειδή του ερχόταν πιο εύκολα στο στόμα. Γουινόνα θα πει πρωτότοκη. Εγώ δεν ήμουνα πρωτότοκη».
Η Γουινόνα γλιτώνει από τη σφαγή της φυλής της, και υιοθετημένη από τον Τζον Κόουλ και τον Τόμας ΜακΝάλτι μεγαλώνει στο χάος της μετεμφυλιακής Αμερικής. Το φτωχό αγρόκτημα έξω από το Πάρις του Τενεσί μοιάζει με ουτοπικό καταφύγιο σ’ έναν κόσμο που ακόμα σφαδάζει πιασμένος στις δίνες του πολέμου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου νικητές και νικημένοι συνεχίζουν να χτυπιούνται λυσσασμένα, όπου η σκληρότητα και η δυστυχία εξακολουθούν στην πραγματικότητα να σκοτώνουν με χίλιους τρόπους και η στοιχειώδης ασφάλεια είναι άγνωστη λέξη, η νεαρή Γουινόνα αναζητά την ταυτότητά της και το δίκιο της. Γιατί η ιστορία που έχει ν’ αφηγηθεί, η ιστορία της νεαρής ζωής της, είναι η ιστορία όχι ενός αλλά πολλών εγκλημάτων. Δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά εγκλήματα: ένας βιασμός, ένας λυσσασμένος ξυλοδαρμός, ένας φόνος. Είναι και τα δημόσια εγκλήματα: η τρομερή γενοκτονία, η συγκάλυψη της βίας, η παρανομία του νόμου.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
O Sebastian Barry (Σεμπάστιαν Μπάρι) γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Έχει βρεθεί δύο φορές στις βραχείες λίστες του βραβείου Man Booker για τα μυθιστορήματα Μακριά, πολύ μακριά (Πόλις, 2007) και Η μυστική γραφή (Καστανιώτης, 2009), με το τελευταίο να έχει κερδίσει το 2008 τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial. Το 2011, το βιβλίο του Εις γην Χαναάν (Καστανιώτης, 2011) ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Man Booker. Το μυθιστόρημά του Μέρες δίχως τέλος (Ίκαρος, 2018) τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Επιπλέον, βρέθηκε στη μακρά λίστα των The Man Booker Prize 2017, HWA Endeavour Ink Gold Crown 2017 και Andrew Carnegie Medals for Excellence in Fiction 2018. Το Φεβρουάριο του 2018 ο Sebastian Barry τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).
Δήμητρα Κελέση
Το βιβλίο βασίζεται σε πέντε βιοαφηγήσεις παιδιών του ελληνικού εμφυλίου. Οι ηλικιωμένοι, σήμερα, αφηγητές περιγράφουν τη ζωή τους στο χωριό στην κορύφωση του Εμφυλίου, τη μετακίνησή τους στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, τη διαβίωση στα “ολοπαγή ιδρύματα”, το πέρασμα από την Ανατολική στη Δυτική Γερμανία και τη ζωή τους εκεί. Οι αφηγήσεις ολοκληρώνονται με τον επαναπατρισμό και τη μόνιμη εγκατάστασή τους στην Καβάλα.
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι αφηγητές το έζησαν πολιτογραφημένοι ως αλλοδαποί, με ενδεικτικό τον χαρακτηρισμό στην ταυτότητα που τους δόθηκε στην Ανατολική Γερμανία: “Έλληνας χωρίς πατρίδα”. Όταν επέστρεψαν στην πατρίδα, στις άδειες παραμονής τους αναγραφόταν “υπηκοότης ακαθόριστος”.
“Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα, κάνουν τα πράγματα διαφορετικά εκεί”, είναι η πρώτη φράση στο μυθιστόρημα The Go-Between του L. P. Hartley. Ο Salman Rushdie, στο Imaginary Homelands, παρατηρώντας μια φωτογραφία στον τοίχο του δωματίου που δούλευε, η οποία απεικόνιζε ένα παλιό και κάπως παράξενο σπίτι -μια φωτογραφία που πάρθηκε πριν ο ίδιος γεννηθεί- νιώθει ότι η φωτογραφία του λέει να αντιστρέφει αυτή την ιδέα. Του θυμίζει ότι το παρόν του είναι το ξένο και ότι το παρελθόν είναι το σπίτι του, μολονότι “είναι ένα χαμένο σπίτι σε μια χαμένη πόλη, στην ομίχλη ενός χαμένου χρόνου”. Ίσως το ίδιο ισχύει και για τους αφηγητές μας. Με τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις τους έχουν νιώσει πολλές φορές ξένο το κάθε φορά παρόν τους. Γι’ αυτό, η αφηγηματοποίηση του παρελθόντος λειτουργεί όχι μόνο αυτοδικαιωτικά για το παρελθόν, αλλά και λυτρωτικά για το παρόν. Άλλωστε, έτσι κλείνει την αφήγησή της η Μάρθα: “Δεν πειράζει που κλαίω, ας θυμάμαι κι ας κλαίω”.
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Βασίλι Γκρόσμαν
Ακόμα και να διαβάζεις κάτι τέτοιο είναι ανείπωτα δύσκολο. Ας με πιστέψουν οι αναγνώστες, μου είναι εξίσου δύσκολο να το γράφω. Μπορεί κάποιος να ρωτήσει: “Για ποιο λόγο να τα γράφουμε, για ποιο λόγο να το θυμίζουμε όλ’ αυτά;”
Το χρέος του συγγραφέα είναι να διηγείται τη φρικτή αλήθεια, το χρέος του πολίτη-αναγνώστη είναι να τη γνωρίζει. Όποιος στρέψει το βλέμμα από την άλλη, όποιος κλείσει τα μάτια και προσπεράσει, θα προσβάλει τη μνήμη των νεκρών.
Το κείμενο “Η Κόλαση της Τρεμπλίνκα” του Βασίλι Γκρόσσμαν είναι η πρώτη μαρτυρία στον κόσμο για στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο συγγραφέας είναι πολεμικός ανταποκριτής του ρωσικού στρατού που φτάνει στην Τρεμπλίνκα το καλοκαίρι του 1944. Ο Γκρόσσμαν προσπαθεί να περιγράψει στην Κόλαση της Τρεμπλίνκα το αδύνατο να ειπωθεί. Αγγίζει τα όρια της γραφής.
Εξετάζοντας τα αφηγηματικά χαρακτηριστικά της Κόλασης της Τρεμπλίνκα που καλούνται να υπογραμμίσουν το πρωτόγνωρο και ανίερο της εξόντωσης χιλιάδων ανθρώπων, παρατηρεί κανείς ότι οι πληροφορίες ξεδιπλώνονται σιγά σιγά, διαδοχικά, παράλληλα με την πορεία θανάτου των πρωταγωνιστών αυτής της τρομακτικής αφήγησης. Ξεκινώντας από το ήρεμο, ειδυλλιακό τοπίο του πευκόφυτου, “πληκτικού”, καθώς λέει ο αφηγητής, τοπίου της πολωνικής επαρχίας, η πληροφόρηση του αναγνώστη ακολουθεί σαν σε κάποιου είδους θρίλλερ τη σταδιακή αποκάλυψη και συνειδητοποίηση της πραγματικότητας σε μια μαρτυρική διαδρομή προς το θάνατο και συγχρόνως προς την αλήθεια.
Στην Κόλαση της Τρεμπλίνκα ο Γκρόσσμαν παρατηρεί με ενάργεια και φρικιάζει με τη μεθοδικότητα και την οργάνωση της μαζικής δολοφονίας, την οποία παρομοιάζει επανειλημμένως με βιομηχανία: Πρόκειται, τονίζει, για το στρατόπεδο ως εργοστάσιο παραγωγής θανάτου, για “σφαγείο-ιμάντα παραγωγής”.
Με τον τίτλο ήδη του κειμένου του, ο Γκρόσσμαν αναφέρεται στην Τρεμπλίνκα ως “κόλαση” μιλώντας για “κύκλους” σε μια σαφή σύνδεση με την Κόλαση του Δάντη: “Ας περιηγηθούμε λοιπόν στους κύκλους της κόλασης της Τρεμπλίνκα”. Λίγο αργότερα αυτή ακριβώς τη μετωνυμία θα χρησιμοποιήσει και ο Πρίμο Λέβι.
Ξένη λογοτεχνία
Μαριάνο Ασουέλα
Ο Σολίς έβαλε άλλο ένα ποτήρι, έκανε μια μεγάλη παύση κι έπειτα συνέχισε να μιλά. “Θα με ρωτήσετε λοιπόν γιατί συνεχίζω να υποστηρίζω την επανάσταση. . . Επειδή η επανάσταση είναι ένας τυφώνας που σε παρασύρει και ο άνθρωπος που παρασύρεται από την επανάσταση δεν είναι άνθρωπος πια, είναι ένα νεκρό φύλλο που το παίρνει μακριά ο άνεμος”.
Όταν τελικά ο Ορτύκης έσπασε εκείνη τη σιωπή, είπε με λίγα λόγια αυτό που σκέπτονταν όλοι: “Τώρα λοιπόν, παιδιά, κάθε αράχνη ας φτιάξει τον δικό της ιστό.
Ο Μαριάνο Ασουέλα (Mariano Azuela,1873 – 1952) ήταν Μεξικανός συγγραφέας και γιατρός, γνωστότερος για τα μυθιστορήματά του με θέματα σχετιζόμενα με τη Μεξικανική Επανάσταση του 1910. Υπήρξε Βιγίστα, δηλαδή ακόλουθος του Πάντσο Βίγια, ενός εκ των τριών ηγετών της Μεξικανικής Επανάστασης. Οι άλλοι δύο ήταν οι Εμιλιάνο Ζαπάτα και Βανουστιάνο Καράνσα (ο οποίος αργότερα στράφηκε εναντίον τους).
Ανάμεσα στα έργα του Ασουέλα, όπου περιγράφεται με ρεαλισμό η ζωή των Μεξικανών της εποχής του, ξεχωρίζει το αριστούργημά του Οι καταδικασμένοι (Los de abajo) –ένα έργο ατόφιου ρεαλισμού– που βασίζεται σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα. Στο εμβληματικό έργο του Ασουέλα, εκτός από περιγραφές μαχών «από πρώτο χέρι», απεικονίζεται η ματαιότητα της Επανάστασης, οι οπορτουνιστές στην εξουσία και οι μάζες των μη προνομιούχων της χώρας. Ο συγγραφέας πίστευε ότι η Επανάσταση διόρθωσε μερικές αδικίες, αλλά γέννησε άλλες, εξίσου κατακριτέες.
Το 1940 το Los de abajo μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη, σε σκηνοθεσία Τσάνο Ουρουέτα.