«…Μια μέρα που με παρακολουθούσε σιωπηλός να δουλεύω, μου πέταξε: ‘‘Εσένα η μελαγχολία σου δεν είναι συναισθηματικής τάξεως. Εσύ έχεις εννοιολογική μελαγχολία, γι’ αυτό ταιριάζουμε’’. Και εγώ κάπως μισοκατάλαβα πως οι έννοιες των πραγμάτων μπορεί να είναι πιο τρομακτικές από τα πράγματα τα ίδια».
Εύα Μπέη, Με τον Νίκο Καρούζο – Ημερολόγιο
Η ζωγράφος Εύα Μπέη έζησε πλάι στον ποιητή Νίκο Καρούζο τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του. Στο διάστημα αυτό συνήθιζε να κρατά σκόρπιες ημερολογιακές σημειώσεις, η πλειοψηφία των οποίων αφορούσε την κοινή τους ζωή. Για χρόνια ολόκληρα αυτό το υλικό έμενε αδρανές, κλεισμένο στο συρτάρι. Χάρη στην απόφασή της να το εκδώσει σε βιβλίο, φτάνει στα χέρια μας μια σημαντική μαρτυρία για τον ποιητή από μια συνοδοιπόρο, μια γυναίκα που τον έζησε μέσα στην τριβή της καθημερινότητας και αργότερα βίωσε όλη την περιπέτεια της υγείας του, από το Royal Marsden του Λονδίνου μέχρι το τέλος, στο νοσοκομείο Υγεία.
Η Μπέη χειρίζεται το υλικό της σαν ψηφιδωτό που σκοπεύει στη μεγάλη εικόνα. Ανάμεσα σε παρατηρήσεις για την εποχή και τους ανθρώπους της, αλλά και την τέχνη, μας χαρίζει ένα διεισδυτικό, ίσως μοναδικό, πορτρέτο για την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του Νίκου Καρούζου.
Με τον Νίκο Καρούζο
€14.31
Σελίδες: 384
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Ξένη λογοτεχνία
Ιούλιος Βερν
Ένα μυστηριώδες θαλάσσιο τέρας περιπλανιέται στους ωκεανούς το έτος 1866. Θορυβημένη η αμερικανική κυβέρνηση, οργανώνει ειδική αποστολή εντοπισμού και εξόντωσης του τέρατος με αρχηγό έναν Γάλλο θαλάσσιο βιολόγο. Όταν η αποστολή συναντάει το κήτος ανοιχτά της Ιαπωνίας, η καταδίωξή του καταλήγει σε πανωλεθρία. Τότε είναι που τα εναπομείναντα μέλη της αποστολής συνειδητοποιούν ότι δεν πρόκειται για τέρας, αλλά για υποβρύχιο. Ένας θαυμαστός υποθαλάσσιος κόσμος ανοίγεται μπροστά στα μάτια τους, ενώ η εμφάνιση του κάπτεν Νέμο, του κυβερνήτη του «Ναυτίλου» (όπως ονομάζεται το υποβρύχιο), θα φέρει νέα δεδομένα στη ζωή των μελών της αποστολής αλλά και στο πώς βλέπουν τον κόσμο γύρω τους.
Οι 20.000 λεύγες θεωρούνται από τις πιο συναρπαστικές μυθοπλαστικές περιπέτειες και από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ. Λέγεται πως αυτό το βιβλίο μαζί με το Από τη Γη στη Σελήνη έκαναν τον μεγάλο Αμερικανό αστρονόμο Έντουιν Χαμπλ να εγκαταλείψει τη νομική και να ασχοληθεί με την αστρονομία και την κοσμολογία.
Πέρα από τη λογοτεχνική αξία του, το βιβλίο έχει ξεχωρίσει για τα τεχνολογικά, επιστημονικά, πραγματολογικά στοιχεία του, που είναι μπροστά από την εποχή τους, για τους πολιτικούς υπαινιγμούς εκ μέρους του συγγραφέα (έχει λεχθεί πως ασκεί κριτική στην αποικιοκρατία σε πολύ πρώιμο στάδιο), όπως επίσης για μια υπόγεια οικολογική ανησυχία που φαίνεται να εκφράζει ο Βερν μέσα από το πρόσωπο του Νέμο.
Φιλοσοφία
Μαθήματα για τη ρωσική λογοτεχνία: Γκόγκολ, Γκόρκι, Ντοστογέφσκι, Τολστόι, Τουργκένιεφ, Τσέχοφ
Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ
«Κάποτε υπολόγισα ότι η γνωστή και αναγνωρισμένη παγκοσμίως ρωσική λογοτεχνική παραγωγή, ποίηση και πεζογραφία, από τις αρχές του 19ου αιώνα και έπειτα, δεν ξεπερνά τις 23.000 τυπωμένες σελίδες κανονικού μεγέθους. Από την άλλη, η γαλλική ή η αγγλική, λόγου χάριν, λογοτεχνία έχει πίσω της ήδη μια ιστορία αρκετών αιώνων και ουκ ολίγων αριστουργημάτων. Καταλήγω, λοιπόν, στο πρώτο από τα συμπεράσματά μου: Με εξαίρεση ένα μεσαιωνικό μείζον έργο, η ρωσική λογοτεχνία μπορεί πολύ εύκολα να χωρέσει στα στενά όρια ενός περίπου αιώνα – ή έστω λίγο περισσότερο, αν συνυπολογίσουμε και κάποια πιο πρόσφατα έργα μιας κάποιας αξίας.
Εν ολίγοις, ένας αιώνας, ο 19ος, υπήρξε αρκετός προκειμένου σε μια χώρα δίχως αυτοφυή λογοτεχνική παράδοση να “παραχθεί” λογοτεχνία υψηλής ποιότητας, με παγκόσμια ακτινοβολία, ικανή να συγκριθεί –σε όλα τα πεδία, με εξαίρεση τον όγκο της– με εκείνη της Γαλλίας ή της Αγγλίας, οι ρίζες των οποίων βρίσκονται πολλούς αιώνες πίσω. Αυτή η αξιοθαύμαστη άνθηση θα ήταν αδύνατη αν η Ρωσία δεν είχε σημειώσει ανάλογη πρόοδο, και μάλιστα ταχύρρυθμη, και σε άλλα πεδία της πνευματικής ζωής – τόσο ώστε να μην υπολείπεται ως προς την πρόοδο αυτή των μεγάλων χωρών της Δύσης. Έχω επίγνωση ότι αυτή η αλματώδης πολιτισμική και πνευματική πρόοδος που σημειώθηκε στη Ρωσία του 19ου αιώνα είναι ελάχιστα γνωστή στη Δύση». B. N.
Δήμητρα Κελέση
Το βιβλίο βασίζεται σε πέντε βιοαφηγήσεις παιδιών του ελληνικού εμφυλίου. Οι ηλικιωμένοι, σήμερα, αφηγητές περιγράφουν τη ζωή τους στο χωριό στην κορύφωση του Εμφυλίου, τη μετακίνησή τους στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, τη διαβίωση στα “ολοπαγή ιδρύματα”, το πέρασμα από την Ανατολική στη Δυτική Γερμανία και τη ζωή τους εκεί. Οι αφηγήσεις ολοκληρώνονται με τον επαναπατρισμό και τη μόνιμη εγκατάστασή τους στην Καβάλα.
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι αφηγητές το έζησαν πολιτογραφημένοι ως αλλοδαποί, με ενδεικτικό τον χαρακτηρισμό στην ταυτότητα που τους δόθηκε στην Ανατολική Γερμανία: “Έλληνας χωρίς πατρίδα”. Όταν επέστρεψαν στην πατρίδα, στις άδειες παραμονής τους αναγραφόταν “υπηκοότης ακαθόριστος”.
“Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα, κάνουν τα πράγματα διαφορετικά εκεί”, είναι η πρώτη φράση στο μυθιστόρημα The Go-Between του L. P. Hartley. Ο Salman Rushdie, στο Imaginary Homelands, παρατηρώντας μια φωτογραφία στον τοίχο του δωματίου που δούλευε, η οποία απεικόνιζε ένα παλιό και κάπως παράξενο σπίτι -μια φωτογραφία που πάρθηκε πριν ο ίδιος γεννηθεί- νιώθει ότι η φωτογραφία του λέει να αντιστρέφει αυτή την ιδέα. Του θυμίζει ότι το παρόν του είναι το ξένο και ότι το παρελθόν είναι το σπίτι του, μολονότι “είναι ένα χαμένο σπίτι σε μια χαμένη πόλη, στην ομίχλη ενός χαμένου χρόνου”. Ίσως το ίδιο ισχύει και για τους αφηγητές μας. Με τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις τους έχουν νιώσει πολλές φορές ξένο το κάθε φορά παρόν τους. Γι’ αυτό, η αφηγηματοποίηση του παρελθόντος λειτουργεί όχι μόνο αυτοδικαιωτικά για το παρελθόν, αλλά και λυτρωτικά για το παρόν. Άλλωστε, έτσι κλείνει την αφήγησή της η Μάρθα: “Δεν πειράζει που κλαίω, ας θυμάμαι κι ας κλαίω”.
Ελληνική λογοτεχνία
Στρατής Παπαϊωάννου
Ο ρήτορας και φιλόσοφος Μιχαήλ Ψελλός (Κωνσταντινούπολη, 1018-1078) είναι μια εμβληματική προσωπικότητα στην ιστορία της λόγιας βυζαντινής λογοτεχνίας και ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους Έλληνες συγγραφείς του Μεσαίωνα. Η απήχησή του δεν είναι τυχαία. Ἐγραψε σχεδόν για τα πάντα, καλλιεργώντας περίπου όλα τα βυζαντινἀ λογοτεχνικά είδη και παρέχοντάς μας όχι απλώς μια μοναδική ματιά στο Βυζάντιο του ενδέκατου αιώνα, αλλά και μια πολυτυπία προσωπογραφιών που ακροβατούν ανάμεσα στην εξιδανίκευση, την ειρωνεία και την ευαισθησία. Η μορφή που ξεχωρίζει στις προσωπογραφήσεις του Ψελλού είναι αναμφισβήτητα εκείνη του εαυτού του, το εγώ του συγγραφέα.
Το βιβλίο προσπαθεί να αποδομήσει αλλά και να ανασυνθέσει τον αυτοαναφορικό λόγο του Ψελλού, εντοπίζοντας τις εμμονές και τις σιωπές του. Πώς ορίζει τον λογοτέχνη και την αυτοπαρουσίαση; Πώς χειρίζεται τη σχέση ανάμεσα στο κείμενο και το πρόσωπο; Με ποιούς τρόπους σκιαγραφεί και πραγματώνει το πορτρέτο του; Τι ρόλο προσδίδει στο σώμα και στα συναισθήματα, στο εγώ που γοητεύει αλλά και πάσχει; Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ποιο ήταν το κύρος ενός ρήτορα, όπως ο Ψελλός, στη βυζαντινή κοινωνία; Ποιο το ακροατήριο και οι προσδοκίες του; Ποια η θέση των κειμένων του στην ιστορία της ρητορικής και της αυτοπαρουσίασης στον ελληνικό έντεχνο λόγο, από τους κλασικούς έως το Βυζάντιο της μέσης περιόδου; Τι ήταν εντέλει η βυζαντινή ρητορική; Και ποια η σχέση της με αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως λογοτεχνία; Στις απαντήσεις που προτείνονται, αναδύεται μια λογοτεχνία που παραμένει άγνωστη και παρεξηγημένη, ένας λόγος ίσως ξένος, αλλά και τόσο οικείος.
Ξένη λογοτεχνία
Μαριάνο Ασουέλα
Ο Σολίς έβαλε άλλο ένα ποτήρι, έκανε μια μεγάλη παύση κι έπειτα συνέχισε να μιλά. “Θα με ρωτήσετε λοιπόν γιατί συνεχίζω να υποστηρίζω την επανάσταση. . . Επειδή η επανάσταση είναι ένας τυφώνας που σε παρασύρει και ο άνθρωπος που παρασύρεται από την επανάσταση δεν είναι άνθρωπος πια, είναι ένα νεκρό φύλλο που το παίρνει μακριά ο άνεμος”.
Όταν τελικά ο Ορτύκης έσπασε εκείνη τη σιωπή, είπε με λίγα λόγια αυτό που σκέπτονταν όλοι: “Τώρα λοιπόν, παιδιά, κάθε αράχνη ας φτιάξει τον δικό της ιστό.
Ο Μαριάνο Ασουέλα (Mariano Azuela,1873 – 1952) ήταν Μεξικανός συγγραφέας και γιατρός, γνωστότερος για τα μυθιστορήματά του με θέματα σχετιζόμενα με τη Μεξικανική Επανάσταση του 1910. Υπήρξε Βιγίστα, δηλαδή ακόλουθος του Πάντσο Βίγια, ενός εκ των τριών ηγετών της Μεξικανικής Επανάστασης. Οι άλλοι δύο ήταν οι Εμιλιάνο Ζαπάτα και Βανουστιάνο Καράνσα (ο οποίος αργότερα στράφηκε εναντίον τους).
Ανάμεσα στα έργα του Ασουέλα, όπου περιγράφεται με ρεαλισμό η ζωή των Μεξικανών της εποχής του, ξεχωρίζει το αριστούργημά του Οι καταδικασμένοι (Los de abajo) –ένα έργο ατόφιου ρεαλισμού– που βασίζεται σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα. Στο εμβληματικό έργο του Ασουέλα, εκτός από περιγραφές μαχών «από πρώτο χέρι», απεικονίζεται η ματαιότητα της Επανάστασης, οι οπορτουνιστές στην εξουσία και οι μάζες των μη προνομιούχων της χώρας. Ο συγγραφέας πίστευε ότι η Επανάσταση διόρθωσε μερικές αδικίες, αλλά γέννησε άλλες, εξίσου κατακριτέες.
Το 1940 το Los de abajo μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη, σε σκηνοθεσία Τσάνο Ουρουέτα.
Ξένη λογοτεχνία
Πάτρικ Λι Φέρμορ
Τη Ρούμελη δεν τη βρίσκεις στους σημερινούς χάρτες. Είναι το όνομα που δόθηκε παλιά στη βόρεια Ελλάδα, από τον Βόσπορο ως την Αδριατική κι από τη Μακεδονία μέχρι τον Κορινθιακό Κόλπο. Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ σαγηνεύτηκε τόσο από την παραδοξότητα αυτού του ονόματος, που το απαθανάτισε σ’ αυτό το απολαυστικό αφήγημα.
Είναι μια περιήγηση που μας ταξιδεύει ανάμεσα στους σαρακατσάνους βοσκούς, στα μοναστήρια των Μετεώρων και τα χωριά των Κραβάρων κι ως την ανακάλυψη, ακόμα, ενός ζευγαριού παντόφλες που φορούσε ο Μπάιρον στο Μεσολόγγι. Όπου πηγαίνει ο Φέρμορ, συμμετέχει στην τοπική ζωή, που οι περιγραφές της ξεπηδούν ολοζώντανες απ’ τη σελίδα. Η τελετή του σαρακατσάνικου γάμου, με όλο της το συναρπαστικό τελετουργικό, και η διήγηση του μπαρμπα-Ηλία για τις λογής λογής επιδέξιες μεθόδους επαιτείας έχουν εξίσου θέση σ’ αυτό το θαυμάσιο οδοιπορικό.
Και είναι επίσης ένα ταξίδι που αποκαλύπτει τη σύγκρουση που ενυπάρχει στην κληρονομιά των Ελλήνων: την αδύναμη λόγια διασύνδεση με τα κλέη του αρχαίου κόσμου, και την πιο πρόσφατη μα όχι λιγότερο ιστορική βυζαντινή κληρονομιά, καθώς κι αυτήν που άφησε πίσω της η Τουρκοκρατία. Κάτω απ’ όλα αυτά, ωστόσο, υπάρχει ένας ακόμα παλαιότερος κόσμος, που ενδείξεις του βρίσκει ο Φέρμορ σε λόφους, βουνά και σχεδόν άγνωστες ακτές.
Ρόμπερτ Μπόγιερ
Όταν ξέσπασε η παγκόσμια κρίση του covid-19, ξεκίνησε μια μεγάλη συζήτηση για το μέλλον των καπιταλισμών. Και ορισμένοι υποστήριξαν ότι οι «αυριανές μέρες» δεν θα πρέπει πλέον να θυμίζουν σε τίποτα τις «χθεσινές». Προς το παρόν, οι όποιες προβλέψεις προσκρούουν σε μια ριζική αβεβαιότητα που μας καλεί να είμαστε προσεκτικοί: θα χρειαστεί χρόνος για να ξεμπλέξουμε το κουβάρι των ευθυνών και να οικοδομήσουμε ενδεχομένως νέες εναλλακτικές.
Γι’ αυτό και πρέπει οπωσδήποτε να αντιληφθούμε τη δυναμική της κρίσης. Όπως έδειξε η περίφημη 18η Μπρυμαίρ του Λουβοδίκου Βοναπάρτη του Μαρξ (1852), οι καλύτερες «εν θερμώ» αναλύσεις γίνονται από συγγραφείς που μπορούν να διακρίνουν σε βάθος χρόνου τις τάσεις του συστήματος. Ο Ρομπέρ Μπουαγιέ, μείζων συντελεστής της οικονομικής Σχολής της Ρύθμισης –η οποία μελετά την οικονομία ως αναπόσπαστο τμήμα των κοινωνιών και της ιστορίας τους–, είναι ο πλέον κατάλληλος να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση.
Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων κρίσεων, αποδείχτηκε η αξία αυτής της σχολής σκέψης, η οποία λαμβάνει υπόψη της τόσο τις αδράνειες που συντείνουν στην αναπαραγωγή του συστήματος όσο και τις δυνάμεις που το ωθούν σε μετασχηματισμό: η έκβαση δεν είναι ποτέ προδιαγεγραμμένη και, όσο περισσότερο διαρκούν οι κρίσεις, τόσο πιο απίθανη καθίσταται η επιστροφή στην προγενέστερη κατάσταση.
Στο ανά χείρας δοκίμιο, ο συγγραφέας μάς βοηθά να κατανοήσουμε τις διεργασίες που πυροδοτήθηκαν το 2020 και εξερευνά τις υπάρχουσες δυνατότητες. Η αποσταθεροποίηση των διεθνών σχέσεων, ο κατακερματισμός της Ευρωζώνης, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και η άνοδος των λαϊκισμών είναι κάποια πιθανά σενάρια. Δεν θα πρέπει, όμως, να αποκλειστεί και μια μεγάλη στροφή προς ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, βασισμένο στη συμπληρωματική σχέση μεταξύ παιδείας, επαγγελματικής κατάρτισης, υγείας και πολιτισμού, που θα ανταποκρινόταν στα αιτήματα αλληλεγγύης των πολιτών και στις απαιτήσεις της οικολογικής μετάβασης.
Ξένη λογοτεχνία
Σεμπάστιαν Μπάρι
«Ήταν ευλογία να είσαι παιδί ανάμεσα στους ανθρώπους της φυλής μου. Οι γυναίκες κρατούσαν το χωριό, οι άντρες κυνηγούσαν και πολεμούσαν, κι η δική μας δουλειά, η δουλειά των παιδιών, ήταν μόνο να τριγυρνάμε και να παίζουμε και να ’μαστε ευτυχισμένα. Αυτό το θυμόμουν πολύ καθαρά».
«Με λένε Γουινόνα». Έτσι αρχίζει την ιστορία της η νεαρή Ινδιάνα στα Χίλια φεγγάρια. «Παλιά μ’ έλεγαν Οτζιντζίντκα, που θα πει τριαντάφυλλο. Ο Τόμας ΜακΝάλτι έκανε μεγάλες προσπάθειες να το προφέρει αυτό το όνομα, μα δεν τα κατάφερνε, κι έτσι μου ’δωσε το όνομα της πεθαμένης ξαδέρφης μου, επειδή του ερχόταν πιο εύκολα στο στόμα. Γουινόνα θα πει πρωτότοκη. Εγώ δεν ήμουνα πρωτότοκη».
Η Γουινόνα γλιτώνει από τη σφαγή της φυλής της, και υιοθετημένη από τον Τζον Κόουλ και τον Τόμας ΜακΝάλτι μεγαλώνει στο χάος της μετεμφυλιακής Αμερικής. Το φτωχό αγρόκτημα έξω από το Πάρις του Τενεσί μοιάζει με ουτοπικό καταφύγιο σ’ έναν κόσμο που ακόμα σφαδάζει πιασμένος στις δίνες του πολέμου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου νικητές και νικημένοι συνεχίζουν να χτυπιούνται λυσσασμένα, όπου η σκληρότητα και η δυστυχία εξακολουθούν στην πραγματικότητα να σκοτώνουν με χίλιους τρόπους και η στοιχειώδης ασφάλεια είναι άγνωστη λέξη, η νεαρή Γουινόνα αναζητά την ταυτότητά της και το δίκιο της. Γιατί η ιστορία που έχει ν’ αφηγηθεί, η ιστορία της νεαρής ζωής της, είναι η ιστορία όχι ενός αλλά πολλών εγκλημάτων. Δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά εγκλήματα: ένας βιασμός, ένας λυσσασμένος ξυλοδαρμός, ένας φόνος. Είναι και τα δημόσια εγκλήματα: η τρομερή γενοκτονία, η συγκάλυψη της βίας, η παρανομία του νόμου.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
O Sebastian Barry (Σεμπάστιαν Μπάρι) γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Έχει βρεθεί δύο φορές στις βραχείες λίστες του βραβείου Man Booker για τα μυθιστορήματα Μακριά, πολύ μακριά (Πόλις, 2007) και Η μυστική γραφή (Καστανιώτης, 2009), με το τελευταίο να έχει κερδίσει το 2008 τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial. Το 2011, το βιβλίο του Εις γην Χαναάν (Καστανιώτης, 2011) ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Man Booker. Το μυθιστόρημά του Μέρες δίχως τέλος (Ίκαρος, 2018) τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Επιπλέον, βρέθηκε στη μακρά λίστα των The Man Booker Prize 2017, HWA Endeavour Ink Gold Crown 2017 και Andrew Carnegie Medals for Excellence in Fiction 2018. Το Φεβρουάριο του 2018 ο Sebastian Barry τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).
Ξένη λογοτεχνία
Κάρολιν Έμκε
Ποιοι είμαστε; Ποιοι μπορούμε να είμαστε, ποιοι θέλουμε να είμαστε, όταν μάλιστα ακολουθούμε διαφορετικούς δρόμους από αυτούς που επιτάσσει η «κανονικότητα»;
Ανακαλύπτουμε εμείς την ερωτική επιθυμία ή μας ανακαλύπτει εκείνη; Πόσο ελεύθεροι είμαστε να ζήσουμε τον πόθο μας; Και έχει αυτός μία και μόνο μορφή, ή μεταβάλλεται και βαθαίνει, γίνεται τρυφερότερος;
Στο τόσο προσωπικό και συγχρόνως αναλυτικό κείμενό της, η Καρολίν Έμκε ψηλαφεί την αναζήτηση και τη βαθμιαία ανακάλυψη του δικού της, διαφορετικού πόθου. Μιλάει για την ομοφυλοφιλική επιθυμία, την περίοδο της νιότης της στη δεκαετία του ’80, όταν η σεξουαλικότητα παρέμενε καταχωνιασμένη σε βαθύ σκοτάδι. Αρθρώνει τις ποικίλες διαλέκτους του πόθου, περιγράφει την απόλαυση της εκπλήρωσης, αλλά και το δράμα, τον κοινωνικό αποκλεισμό των ανθρώπων που δεν βρίσκουν τον τρόπο να δώσουν περίγραμμα και μορφή στην επιθυμία τους. Ένας ύμνος στην ελευθερία, μια συγκλονιστική μαρτυρία, βαθιά προσωπική και, ταυτόχρονα, άκρως πολιτική.
Γουίλιαμ ΜακΝιλ
Η χιλιόχρονη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας, με κτήσεις στην Ιταλία και την Ελλάδα και εμπορική κυριαρχία σε όλη τη Μεσόγειο, αποτελεί τον άξονα γύρω από τον οποίο ο βραβευμένος William H. McNeill ανασυνθέτει ολάκερη την ιστορία της δυτικής Ευρώπης κατά τον ύστερο Μεσαίωνα και τους πρώιμους νεότερους χρόνους. Μέσα από τις διενέξεις και τις αλληλεπιδράσεις καθολικών και ορθοδόξων, τη διαμάχη Ενετών και Βυζαντινών και, κατόπιν, Ενετών και Οθωμανών, ο McNeill εξερευνά τις βάσεις της ενετικής εξουσίας και τις πηγές του πλούτου της, κατοχυρώνοντας τη μοναδική της θέση στα σύνορα παπικού και ορθοδόξου κόσμου.
Πρόκειται για μία επιβλητική ιστορία της μεγαλύτερης θαλασσοκράτειρας δύναμης, μια κλασική στιγμή της ευρωπαϊκής ιστοριογραφίας.
Βιβλία
Γκράχαμ Γκριν
Συναγερμός στις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Μια διαρροή πληροφοριών πυροδοτεί κλίμα καχυποψίας, διάχυτης ανησυχίας και έντασης, ενώ διεξάγονται συνεχείς έλεγχοι ασφαλείας. Τα πρόσωπα σιγά-σιγά εμφανίζονται στη σκηνή: Ο Μορίς Κάσελ, ένας ήσυχος και διακριτικός πράκτορας που εγκατέλειψε το πεδίο δράσης του στην Αφρική για να αποσυρθεί στα κεντρικά γραφεία του Λονδίνου. Η γυναίκα του Σάρα, μαύρη, από τη Νότια Αφρική, που διέφυγε στη Βρετανία καταδιωκόμενη από το καθεστώς του απαρτχάιντ. Ο Ντέιβις, βοηθός του Κάσελ, που, για να ξεχάσει τους αποτυχημένους έρωτές του, βυθίζεται στο αλκοόλ και τον τζόγο. Ο κυνικός και επικίνδυνος Πέρσιβαλ, με το καλοκάγαθο παρουσιαστικό του οικογενειακού γιατρού. Ο Συνταγματάρχης Ντέιντρι, άνθρωπος αφοσιωμένος στο καθήκον, με αυστηρό προφίλ, μοναχικός, που παλεύει με τη συνείδησή του. Και ο C, ο επικεφαλής της υπηρεσίας, διχασμένος ανάμεσα στην αγάπη του για την Αφρική και την πίστη του στις συντηρητικές αξίες και την ταξική δομή της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Γκρην επιστρέφει στον κόσμο των κατασκόπων και της προδοσίας, για να πλέξει το εγκώμιο της ανυπακοής και να δείξει με οξυδερκή και ευαίσθητο τρόπο σε ποια τραγωδία μπορεί να καταλήξει η αδιάλλακτη και άκαμπτη εφαρμογή της έννοιας του “εθνικού συμφέροντος” που πολύ συχνά και εύκολα παραμερίζει τον ανθρώπινο παράγοντα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Διονύσιος Σολωμός
Ο Δάντης, ο Πετράρχης και ο Φόσκολος συγγενεύουν εκλεκτικά στο ιταλόγλωσσο έργο του Σολωμού με καίριες απηχήσεις του Ομήρου, του Σαίξπηρ και του Σίλλερ. Τερτσίνες, σονέτα, οκτάβες και ωδές, ποιήματα σοβαρά και σατιρικά, τελειωμένα ή σωσμένα σε κατάσταση σχεδιάσματος, ποιήματα ερωτικά, επικαιρικά και ευκαιριακά, συνθέσεις θρησκευτικής πνοής και βαθυστόχαστα δοκίμια απαρτίζουν το σώμα μιας σπουδαίας δημιουργίας, που ξεκίνησε να στήνεται από τα νεανικά χρόνια του ποιητή στην Ιταλία, συνεχίστηκε με την επάνοδό του στη Ζάκυνθο και έφτασε στο αποκορύφωμα της στην Κέρκυρα κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του.
Η έρρυθμη και έμμετρη μετάφραση των ποιημάτων αυτών υποτείνεται ως πρόταση από την κατ’ εξοχήν σολωμική ιδέα του «in modo misto genuino», δηλαδή αρθρώνεται «εις είδος μιχτό αλλά νόμιμο». Η παρούσα έκδοση με τα μεταφράσματα όλων των ιταλικών έργων του Σολωμού είναι αμιγώς ποιητική και έχει επιτελεσθεί προγραμματικώς και ενσυνειδήτως κατά μίμηση του ελληνόγλωσσου ποιητικού έργου του: σαν να εκτελείται παλιό μουσικό έργο σήμερα με όργανα εποχής.