Ο σουρεαλισμός δεν επιτρέπει σε εκείνους που επιδίδονται σε αυτόν να παραιτηθούν όταν τους ευχαριστεί. Τα πάντα οδηγούν στην πίστη ότι επενεργεί στο μυαλό με τον τρόπο των ναρκωτικών· όπως κι αυτά, δημιουργεί μια ορισμένη κατάσταση ανάγκης και μπορεί να ωθήσει τον άνθρωπο σε τρομερές εξεγέρσεις. Είναι ένας τεχνητός παράδεισος· κι ακόμη –η ανάλυση των μυστηριωδών επιπτώσεων και των ξεχωριστών απολαύσεων που μπορεί να προκαλέσει ο σουρεαλισμός– παρουσιάζεται σαν ένα καινούριο βίτσιο που δεν πρέπει να είναι ίδιο ορισμένων ανθρώπων.
Μανιφέστα του σουρεαλισμού
€11.66
Μετάφραση: Ελένη Μοσχονά
Σελίδες: 224
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Διονύσιος Σολωμός
Ο Δάντης, ο Πετράρχης και ο Φόσκολος συγγενεύουν εκλεκτικά στο ιταλόγλωσσο έργο του Σολωμού με καίριες απηχήσεις του Ομήρου, του Σαίξπηρ και του Σίλλερ. Τερτσίνες, σονέτα, οκτάβες και ωδές, ποιήματα σοβαρά και σατιρικά, τελειωμένα ή σωσμένα σε κατάσταση σχεδιάσματος, ποιήματα ερωτικά, επικαιρικά και ευκαιριακά, συνθέσεις θρησκευτικής πνοής και βαθυστόχαστα δοκίμια απαρτίζουν το σώμα μιας σπουδαίας δημιουργίας, που ξεκίνησε να στήνεται από τα νεανικά χρόνια του ποιητή στην Ιταλία, συνεχίστηκε με την επάνοδό του στη Ζάκυνθο και έφτασε στο αποκορύφωμα της στην Κέρκυρα κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του.
Η έρρυθμη και έμμετρη μετάφραση των ποιημάτων αυτών υποτείνεται ως πρόταση από την κατ’ εξοχήν σολωμική ιδέα του «in modo misto genuino», δηλαδή αρθρώνεται «εις είδος μιχτό αλλά νόμιμο». Η παρούσα έκδοση με τα μεταφράσματα όλων των ιταλικών έργων του Σολωμού είναι αμιγώς ποιητική και έχει επιτελεσθεί προγραμματικώς και ενσυνειδήτως κατά μίμηση του ελληνόγλωσσου ποιητικού έργου του: σαν να εκτελείται παλιό μουσικό έργο σήμερα με όργανα εποχής.
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το ολοκαύτωμα
Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο - Αλμπέρτος Ναρ
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΖΩΝΤΩΝ, τις οποίες συγκέντρωσαν και εξέδωσαν στον τόμο αυτό οι Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και Αλμπέρτας Ναρ, δεν αποτελούν απλώς τεκμήριο και ανεκτίμητη ιστορική πηγή, αλλά και μάθημα για τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσα στο κακό, τόσο από τη μεριά εκείνων που το επιβάλλουν όσο και από εκείνους που το υφίστανται και επιβιώνουν. Μας δίνει τη δυνατότητα να ρίξουμε μια ματιά στην καρδιά του βαθύτερου σκότους, αυτού της ζωής και του θανάτου στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο παρών τόμος περιλαμβάνει επίσης ένα μικρό λεξικό όρων, ονομάτων και τόπων, καθώς και χρονολογικό πίνακα γραμμένα από τη Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου.
“Κι εμείς μυρίζαμε όλο τον καπνό. Ήτανε μυρωδιά από κρέας καμένο. Και το πιστεύαμε και δεν το πιστεύαμε. Είναι άσχημα να το πεις αυτό σ’ έναν άνθρωπο, ότι καίγονται άνθρωποι εκεί μέσα. Είναι δύσκολο να το πιστέψεις. Μπορεί να το κάνουν αυτό άνθρωποι; Κι εντούτοις, μετά, με τον καιρό… Βλέπεις η συνήθεια σου δίνει μια ανακούφιση. Συνηθίζεις το κακό. Στην αρχή υποφέρεις πολύ. Μετά το συνηθίζεις και λες, αυτή είναι η ζωή, και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Είμαστε σ’ ένα στρατόπεδο και είναι αδιέξοδο”.
“Υπήρχαν κάποιοι αποχωρισμοί που σε κανένα βιβλίο δεν γράφονται, δηλαδή μια μάνα να αφήνει το παιδί, το παιδί να αφήνει τη μάνα… και να ξέρουμε ότι δεν θα ξαναϊδωθούμε ποτέ. Ήταν μαρτύριο, κόλαση εκείνη η ώρα. Αποχωρισμός ζωντανός… Και δεν φταίγαμε σε τίποτα, έφταιγε μόνο το ότι ήμασταν Εβραίοι. Δεν κλέψαμε, δεν δολοφονήσαμε, μόνο που ήμασταν Εβραίοι”.
“Κι εγώ ήθελα να φύγω και μου λέει ο πατέρας μου: “Πάρε ένα πιστόλι, σκότωσέ μας, κι ύστερα φύγε”. Πως να φύγουμε λοιπόν; Τι να κάνουμε; Να αφήναμε τον πατέρα με πέντε παιδιά;”
“Αυτά που σας λέω, ούτε λέγονται, ούτε μπορεί να τα γράψει κανείς, ούτε να τα φανταστεί. Το τι μέρες δύσκολες, του θανάτου, έχουμε περάσει, δεν γράφονται, ούτε διηγούνται”.
“Εύχομαι άλλο κακό να μη δούμε”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Κοινωνιολογία
Συλλογικό
Μαζί με τη σχέση των δύο φύλων και των διαφορετικών γενεών, αυτή του αφέντη-υπηρέτη συνιστά ίσως την πιο πλούσια σημασιολογικά, θέτοντας ζητήματα εξουσίας, αυτοπροσδιορισμού, ιδεολογικής ταυτότητας, κοινωνικών και εργασιακών διεκδικήσεων και οικονομικών, ταξικών και φυλετικών ιεραρχήσεων, αντιθέσεων και συγκρούσεων.
Η παρούσα έκδοση φωτίζει με σφαιρικό τρόπο, για πρώτη φορά στην ελληνική βιβλιογραφία, τις ιστορικές διαδρομές και τις καλλιτεχνικές εκφάνσεις που σχετίζονται με το υπηρετικό προσωπικό στον ελληνόφωνο χώρο σε ένα διάστημα δύο αιώνων (19ος αιώνας έως σήμερα), μέσα από δεκαεννέα κείμενα ειδικών από διαφορετικούς επιστημονικούς χώρους, δομημένα σε τέσσερα μέρη που αλληλοσυμπληρώνονται («Ιστορικές αποτυπώσεις και εργασιακή καθημερινότητα», «Όψεις της οικιακής εργασίας στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία», «Το υπηρετικό προσωπικό στη δραματουργία και τη θεατρική πράξη», «Απεικονίσεις στον κινηματογράφο και την τηλεόραση»), Η διεπιστημονική και χρονικά διευρυμένη αυτή εξέταση αναδεικνύει τις εξελίξεις στην εργασιακή καθημερινότητα του υπηρετικού προσωπικού, τις ομοιότητες και τις διαφορές σε αναπαραστάσεις ποικίλων καλλιτεχνικών και πολιτιστικών προϊόντων και τις αναλογίες και αποκλίσεις ανάμεσα στις ιστορικές πτυχές του θέματος και τις μυθοπλαστικές αποδόσεις του.
Με αυτόν τον τρόπο, προεκτείνονται οι γνώσεις που έχουν παράσχει προγενέστερες μελέτες και εγκαινιάζονται νέοι ορίζοντες στην έρευνα για το υπηρετικό προσωπικό στην Ελλάδα. Πάνω από όλα, ο συλλογικός αυτός τόμος βοηθά να κατανοήσουμε βαθύτερα ζητήματα που αφορούν τις εμπειρίες και τις εικόνες μίας μεγάλης ομάδας εργαζομένων με μακρά ιστορία και στενή σχέση με την ελληνική οικογένεια: από τα κορίτσια και τα αγόρια που εγκατέλειπαν την επαρχία στο παρελθόν για να υπηρετήσουν εύπορες οικογένειες των αστικών κέντρων μέχρι τις σημερινές μετανάστριες και τους μετανάστες που απασχολούνται στο μέσο ελληνικό σπίτι. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου
Μορίν Κόνορς Σαντέλι
Η Ελληνική Επανάσταση είχε ιδιαίτερη σημασία για τους Αμερικανούς. Οι αμερικανικές εφημερίδες της εποχής ονόμασαν το ξέσπασμα συμπάθειας και υποστήριξης προς τους Έλληνες «Ελληνική Φωτιά», κάνοντας έναν παραλληλισμό με το βυζαντινό υγρό πυρ. Αν και η σύσταση του υγρού πυρός έχει χαθεί στο διάβα της Ιστορίας, η αμερικανική «Ελληνική Φωτιά» αποτελούνταν από ενθουσιασμό για τον ελληνικό αγώνα, τον οποίο ενέπνεε η πεποίθηση πως τα δημοκρατικά ιδεώδη συνέδεαν τους Αμερικανούς με το αρχαίο ελληνικό παρελθόν.
Το παρόν βιβλίο, ωστόσο, δεν περιέχει απλώς μια ιστορία για το εύρος της στήριξη που παρείχαν οι Αμερικανοί στους Έλληνες. Το κίνημα υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησίας αποτελεί ένα μοναδικό όχημα για να διερευνηθούν τα συμφέροντα των Αμερικανών στην Ελλάδα και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία· να διαπιστωθούν οι τρόποι με τους οποίους οι Αμερικανοί πίστευαν ότι θα βοηθούσαν τους Έλληνες να εξασφαλίσουν την ανεξαρτησία, καθώς και να εξεταστεί πώς αυτές οι προσπάθειες επηρέασαν τα μεταρρυθμιστικά κινήματα του 19ου αιώνα στις ΗΠΑ.
Η αμερικανική υποστήριξη στην Ελληνική Επανάσταση είχε κοινωνικές επιπτώσεις και πολιτικό αντίκτυπο στις ΗΠΑ, ενώ, αντίθετα, ο Πόλεμος της Ελληνικής Ανεξαρτησίας βοήθησε τους Αμερικανούς να αυτοπροσδιοριστούν ως λαός και να ερμηνεύσουν την κληρονομιά της Αμερικανικής Επανάστασης στη διεθνή σκηνή.
Ξένη λογοτεχνία
Σεμπάστιαν Μπάρι
«Ήταν ευλογία να είσαι παιδί ανάμεσα στους ανθρώπους της φυλής μου. Οι γυναίκες κρατούσαν το χωριό, οι άντρες κυνηγούσαν και πολεμούσαν, κι η δική μας δουλειά, η δουλειά των παιδιών, ήταν μόνο να τριγυρνάμε και να παίζουμε και να ’μαστε ευτυχισμένα. Αυτό το θυμόμουν πολύ καθαρά».
«Με λένε Γουινόνα». Έτσι αρχίζει την ιστορία της η νεαρή Ινδιάνα στα Χίλια φεγγάρια. «Παλιά μ’ έλεγαν Οτζιντζίντκα, που θα πει τριαντάφυλλο. Ο Τόμας ΜακΝάλτι έκανε μεγάλες προσπάθειες να το προφέρει αυτό το όνομα, μα δεν τα κατάφερνε, κι έτσι μου ’δωσε το όνομα της πεθαμένης ξαδέρφης μου, επειδή του ερχόταν πιο εύκολα στο στόμα. Γουινόνα θα πει πρωτότοκη. Εγώ δεν ήμουνα πρωτότοκη».
Η Γουινόνα γλιτώνει από τη σφαγή της φυλής της, και υιοθετημένη από τον Τζον Κόουλ και τον Τόμας ΜακΝάλτι μεγαλώνει στο χάος της μετεμφυλιακής Αμερικής. Το φτωχό αγρόκτημα έξω από το Πάρις του Τενεσί μοιάζει με ουτοπικό καταφύγιο σ’ έναν κόσμο που ακόμα σφαδάζει πιασμένος στις δίνες του πολέμου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου νικητές και νικημένοι συνεχίζουν να χτυπιούνται λυσσασμένα, όπου η σκληρότητα και η δυστυχία εξακολουθούν στην πραγματικότητα να σκοτώνουν με χίλιους τρόπους και η στοιχειώδης ασφάλεια είναι άγνωστη λέξη, η νεαρή Γουινόνα αναζητά την ταυτότητά της και το δίκιο της. Γιατί η ιστορία που έχει ν’ αφηγηθεί, η ιστορία της νεαρής ζωής της, είναι η ιστορία όχι ενός αλλά πολλών εγκλημάτων. Δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά εγκλήματα: ένας βιασμός, ένας λυσσασμένος ξυλοδαρμός, ένας φόνος. Είναι και τα δημόσια εγκλήματα: η τρομερή γενοκτονία, η συγκάλυψη της βίας, η παρανομία του νόμου.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
O Sebastian Barry (Σεμπάστιαν Μπάρι) γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Έχει βρεθεί δύο φορές στις βραχείες λίστες του βραβείου Man Booker για τα μυθιστορήματα Μακριά, πολύ μακριά (Πόλις, 2007) και Η μυστική γραφή (Καστανιώτης, 2009), με το τελευταίο να έχει κερδίσει το 2008 τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial. Το 2011, το βιβλίο του Εις γην Χαναάν (Καστανιώτης, 2011) ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Man Booker. Το μυθιστόρημά του Μέρες δίχως τέλος (Ίκαρος, 2018) τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Επιπλέον, βρέθηκε στη μακρά λίστα των The Man Booker Prize 2017, HWA Endeavour Ink Gold Crown 2017 και Andrew Carnegie Medals for Excellence in Fiction 2018. Το Φεβρουάριο του 2018 ο Sebastian Barry τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).
Ελληνική λογοτεχνία
Σταύρος Ζουμπουλάκης
Η Μεγάλη Εβδομάδα συμπυκνώνει όλο σχεδόν τον χριστιανισμό. Συγκλονιστικά γεγονότα, πρόσωπα και κείμενα συνωστίζονται στις μέρες της. Τούτο το μικρό βιβλίο σχολιάζει κάποια ελάχιστα από τον ανεξάντλητο πλούτο της, χωρίς φιλοδοξίες συστηματικότητας ή πρωτοτυπίας, με μόνη επιθυμία να μην απευθύνεται αποκλειστικά στους πιστούς, αλλά σε όλους, τους εντός και τους εκτός, τους εγγύς και τους μακράν. Μια μικρή ανθοδέσμη είναι το βιβλίο, με ανθύλλια, fioretti.
Πολιτική
Τζενκίζ Ακτάρ
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τη μελλοντική πορεία της Τουρκίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 αποτελούσε υπόδειγμα για τις μουσουλμανικές χώρες και ήταν υποψήφια για να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Η αποτυχία της ευρωπαϊκής της πορείας, για την οποία είναι συνυπεύθυνη και η Ευρώπη, ήταν προάγγελος μιας εκτροπής από την πορεία εκδυτικισμού.
Η Τουρκία γίνεται πολεμοχαρής στην εσωτερική και εξωτερική της πολιτική, ενώ οι χώρες της Δύσης προσπαθούν να διαχειριστούν την “τουρκική κρίση” χωρίς να την έχουν κατανοήσει. Αμφιταλαντεύονται στον τρόπο αντιμετώπισης, ενώ η μεγάλη αυτή χώρα οδηγείται στην αποσύνθεση. Ο συγγραφέας μάς δίνει τα απαραίτητα εργαλεία ανάλυσης για να κατανοήσουμε τον διαμελισμό μιας κοινωνίας ανάμεσα στο κράτος, το έθνος, τη θρησκεία, τους αυτοκρατορικούς μύθους και τη Δύση.
Ποίηση
Χάρης Μεγαλυνός
ΗΜΕΡΑ
Καταλαβαίνω τη μέρα απ’ το στόμα,
απ’ το πώς τρέχει το νερό στον νιπτήρα,
απ’ το πώς συνδυάζεται το κρασί της περασμένης βραδιάς
με την κολλημένη στον πίσω γομφίο οδοντόπαστα.
Κι όμως δεν ήταν πάντα έτσι ανθρώπινη η μέρα μου,
ο ξυπνητός μου ήλιος,
αφού δεν περίμενε ούτε καν την αυγή
για να κοκκινίσει τα σκοτεινά παντζούρια
και τις αναλαμπές των τζαμιών.
Πες ότι οι μέρες τότε ήσαν αμίμητες,
έτοιμες να εφορμήσουν απ’ τον τάφο των σεντονιών
και τις ομίχλες που τύλιγαν στη μακαριότητά τους
τα χαλιά, τα υπνοδωμάτια, τις κορνίζες.
Πες καλύτερα ότι οι μέρες εκείνες
για πρώτη φορά έσπρωχναν προς τα πίσω
χοντρά ρούχα, φατνώματα και πόρτες
που δεν είχαν αριθμούς σπιτιών
ούτε σούπες ρυθμισμένες για το κρύο
παρά οκτάωρα μελετηρών παιδιών
με εξασφαλισμένο το οικονομικό τους μέλλον.
Φιλοσοφία
Μαθήματα για τη ρωσική λογοτεχνία: Γκόγκολ, Γκόρκι, Ντοστογέφσκι, Τολστόι, Τουργκένιεφ, Τσέχοφ
Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ
«Κάποτε υπολόγισα ότι η γνωστή και αναγνωρισμένη παγκοσμίως ρωσική λογοτεχνική παραγωγή, ποίηση και πεζογραφία, από τις αρχές του 19ου αιώνα και έπειτα, δεν ξεπερνά τις 23.000 τυπωμένες σελίδες κανονικού μεγέθους. Από την άλλη, η γαλλική ή η αγγλική, λόγου χάριν, λογοτεχνία έχει πίσω της ήδη μια ιστορία αρκετών αιώνων και ουκ ολίγων αριστουργημάτων. Καταλήγω, λοιπόν, στο πρώτο από τα συμπεράσματά μου: Με εξαίρεση ένα μεσαιωνικό μείζον έργο, η ρωσική λογοτεχνία μπορεί πολύ εύκολα να χωρέσει στα στενά όρια ενός περίπου αιώνα – ή έστω λίγο περισσότερο, αν συνυπολογίσουμε και κάποια πιο πρόσφατα έργα μιας κάποιας αξίας.
Εν ολίγοις, ένας αιώνας, ο 19ος, υπήρξε αρκετός προκειμένου σε μια χώρα δίχως αυτοφυή λογοτεχνική παράδοση να “παραχθεί” λογοτεχνία υψηλής ποιότητας, με παγκόσμια ακτινοβολία, ικανή να συγκριθεί –σε όλα τα πεδία, με εξαίρεση τον όγκο της– με εκείνη της Γαλλίας ή της Αγγλίας, οι ρίζες των οποίων βρίσκονται πολλούς αιώνες πίσω. Αυτή η αξιοθαύμαστη άνθηση θα ήταν αδύνατη αν η Ρωσία δεν είχε σημειώσει ανάλογη πρόοδο, και μάλιστα ταχύρρυθμη, και σε άλλα πεδία της πνευματικής ζωής – τόσο ώστε να μην υπολείπεται ως προς την πρόοδο αυτή των μεγάλων χωρών της Δύσης. Έχω επίγνωση ότι αυτή η αλματώδης πολιτισμική και πνευματική πρόοδος που σημειώθηκε στη Ρωσία του 19ου αιώνα είναι ελάχιστα γνωστή στη Δύση». B. N.
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Βασίλι Γκρόσμαν
Ακόμα και να διαβάζεις κάτι τέτοιο είναι ανείπωτα δύσκολο. Ας με πιστέψουν οι αναγνώστες, μου είναι εξίσου δύσκολο να το γράφω. Μπορεί κάποιος να ρωτήσει: “Για ποιο λόγο να τα γράφουμε, για ποιο λόγο να το θυμίζουμε όλ’ αυτά;”
Το χρέος του συγγραφέα είναι να διηγείται τη φρικτή αλήθεια, το χρέος του πολίτη-αναγνώστη είναι να τη γνωρίζει. Όποιος στρέψει το βλέμμα από την άλλη, όποιος κλείσει τα μάτια και προσπεράσει, θα προσβάλει τη μνήμη των νεκρών.
Το κείμενο “Η Κόλαση της Τρεμπλίνκα” του Βασίλι Γκρόσσμαν είναι η πρώτη μαρτυρία στον κόσμο για στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο συγγραφέας είναι πολεμικός ανταποκριτής του ρωσικού στρατού που φτάνει στην Τρεμπλίνκα το καλοκαίρι του 1944. Ο Γκρόσσμαν προσπαθεί να περιγράψει στην Κόλαση της Τρεμπλίνκα το αδύνατο να ειπωθεί. Αγγίζει τα όρια της γραφής.
Εξετάζοντας τα αφηγηματικά χαρακτηριστικά της Κόλασης της Τρεμπλίνκα που καλούνται να υπογραμμίσουν το πρωτόγνωρο και ανίερο της εξόντωσης χιλιάδων ανθρώπων, παρατηρεί κανείς ότι οι πληροφορίες ξεδιπλώνονται σιγά σιγά, διαδοχικά, παράλληλα με την πορεία θανάτου των πρωταγωνιστών αυτής της τρομακτικής αφήγησης. Ξεκινώντας από το ήρεμο, ειδυλλιακό τοπίο του πευκόφυτου, “πληκτικού”, καθώς λέει ο αφηγητής, τοπίου της πολωνικής επαρχίας, η πληροφόρηση του αναγνώστη ακολουθεί σαν σε κάποιου είδους θρίλλερ τη σταδιακή αποκάλυψη και συνειδητοποίηση της πραγματικότητας σε μια μαρτυρική διαδρομή προς το θάνατο και συγχρόνως προς την αλήθεια.
Στην Κόλαση της Τρεμπλίνκα ο Γκρόσσμαν παρατηρεί με ενάργεια και φρικιάζει με τη μεθοδικότητα και την οργάνωση της μαζικής δολοφονίας, την οποία παρομοιάζει επανειλημμένως με βιομηχανία: Πρόκειται, τονίζει, για το στρατόπεδο ως εργοστάσιο παραγωγής θανάτου, για “σφαγείο-ιμάντα παραγωγής”.
Με τον τίτλο ήδη του κειμένου του, ο Γκρόσσμαν αναφέρεται στην Τρεμπλίνκα ως “κόλαση” μιλώντας για “κύκλους” σε μια σαφή σύνδεση με την Κόλαση του Δάντη: “Ας περιηγηθούμε λοιπόν στους κύκλους της κόλασης της Τρεμπλίνκα”. Λίγο αργότερα αυτή ακριβώς τη μετωνυμία θα χρησιμοποιήσει και ο Πρίμο Λέβι.
Ελληνική λογοτεχνία
Στρατής Παπαϊωάννου
Ο ρήτορας και φιλόσοφος Μιχαήλ Ψελλός (Κωνσταντινούπολη, 1018-1078) είναι μια εμβληματική προσωπικότητα στην ιστορία της λόγιας βυζαντινής λογοτεχνίας και ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους Έλληνες συγγραφείς του Μεσαίωνα. Η απήχησή του δεν είναι τυχαία. Ἐγραψε σχεδόν για τα πάντα, καλλιεργώντας περίπου όλα τα βυζαντινἀ λογοτεχνικά είδη και παρέχοντάς μας όχι απλώς μια μοναδική ματιά στο Βυζάντιο του ενδέκατου αιώνα, αλλά και μια πολυτυπία προσωπογραφιών που ακροβατούν ανάμεσα στην εξιδανίκευση, την ειρωνεία και την ευαισθησία. Η μορφή που ξεχωρίζει στις προσωπογραφήσεις του Ψελλού είναι αναμφισβήτητα εκείνη του εαυτού του, το εγώ του συγγραφέα.
Το βιβλίο προσπαθεί να αποδομήσει αλλά και να ανασυνθέσει τον αυτοαναφορικό λόγο του Ψελλού, εντοπίζοντας τις εμμονές και τις σιωπές του. Πώς ορίζει τον λογοτέχνη και την αυτοπαρουσίαση; Πώς χειρίζεται τη σχέση ανάμεσα στο κείμενο και το πρόσωπο; Με ποιούς τρόπους σκιαγραφεί και πραγματώνει το πορτρέτο του; Τι ρόλο προσδίδει στο σώμα και στα συναισθήματα, στο εγώ που γοητεύει αλλά και πάσχει; Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ποιο ήταν το κύρος ενός ρήτορα, όπως ο Ψελλός, στη βυζαντινή κοινωνία; Ποιο το ακροατήριο και οι προσδοκίες του; Ποια η θέση των κειμένων του στην ιστορία της ρητορικής και της αυτοπαρουσίασης στον ελληνικό έντεχνο λόγο, από τους κλασικούς έως το Βυζάντιο της μέσης περιόδου; Τι ήταν εντέλει η βυζαντινή ρητορική; Και ποια η σχέση της με αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως λογοτεχνία; Στις απαντήσεις που προτείνονται, αναδύεται μια λογοτεχνία που παραμένει άγνωστη και παρεξηγημένη, ένας λόγος ίσως ξένος, αλλά και τόσο οικείος.
Βιβλία
Γκράχαμ Γκριν
Συναγερμός στις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Μια διαρροή πληροφοριών πυροδοτεί κλίμα καχυποψίας, διάχυτης ανησυχίας και έντασης, ενώ διεξάγονται συνεχείς έλεγχοι ασφαλείας. Τα πρόσωπα σιγά-σιγά εμφανίζονται στη σκηνή: Ο Μορίς Κάσελ, ένας ήσυχος και διακριτικός πράκτορας που εγκατέλειψε το πεδίο δράσης του στην Αφρική για να αποσυρθεί στα κεντρικά γραφεία του Λονδίνου. Η γυναίκα του Σάρα, μαύρη, από τη Νότια Αφρική, που διέφυγε στη Βρετανία καταδιωκόμενη από το καθεστώς του απαρτχάιντ. Ο Ντέιβις, βοηθός του Κάσελ, που, για να ξεχάσει τους αποτυχημένους έρωτές του, βυθίζεται στο αλκοόλ και τον τζόγο. Ο κυνικός και επικίνδυνος Πέρσιβαλ, με το καλοκάγαθο παρουσιαστικό του οικογενειακού γιατρού. Ο Συνταγματάρχης Ντέιντρι, άνθρωπος αφοσιωμένος στο καθήκον, με αυστηρό προφίλ, μοναχικός, που παλεύει με τη συνείδησή του. Και ο C, ο επικεφαλής της υπηρεσίας, διχασμένος ανάμεσα στην αγάπη του για την Αφρική και την πίστη του στις συντηρητικές αξίες και την ταξική δομή της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Γκρην επιστρέφει στον κόσμο των κατασκόπων και της προδοσίας, για να πλέξει το εγκώμιο της ανυπακοής και να δείξει με οξυδερκή και ευαίσθητο τρόπο σε ποια τραγωδία μπορεί να καταλήξει η αδιάλλακτη και άκαμπτη εφαρμογή της έννοιας του “εθνικού συμφέροντος” που πολύ συχνά και εύκολα παραμερίζει τον ανθρώπινο παράγοντα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)