Προβολή όλων των 5 αποτελεσμάτων

Ελληνική λογοτεχνία

Ο βραχόκηπος

Νίκος Καζαντζάκης

15.93

«Κάποιος μέσα μου υποφέρει και μάχεται για λευτεριά».

Το 1935 ο Νίκος Καζαντζάκης ταξίδεψε στην Ιαπωνία. Καρπός του ταξιδιού του αυτού ήταν Ο Βραχόκηπος, που δεν αποτελεί απλώς μια παράξενη απόπειρα επεξήγησης της Ασκητικής ή άλλο ένα Ταξιδεύοντας, αλλά «το περίπαθο μυθιστόρημα μιας ευρωπαϊκής ψυχής που γυρεύει ν’ ανανεωθεί από την επαφή με τη γοητευτική, επικίντυνη κι ηρωική ψυχή της Άπω Ανατολής», όπως αναφέρει ο ίδιος.

Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο μυθιστόρημα με φιλοσοφικό χαρακτήρα, όπου ο συγγραφέας αναστοχάζεται τη ζωή σε μια προσπάθεια να σώσει την ύπαρξή του, ενώ γύρω του όλοι μάχονται για την επιβίωσή τους, αποτυπώνοντας για άλλη μια φορά το πνεύμα του ανθρώπου.
Πάνω από όλα όμως Ο Βραχόκηπος είναι το μοναδικό πραγματικό ταξίδι που κάνει ο άνθρωπος στη ζωή του: Γύρω από την ψυχή του και μέσα στον εαυτό του.
Η Ιαπωνία με τα τρομερά πάθη, τα υποταγμένα σε μια πειθαρχημένη και πρόσχαρη μορφή, θα είναι ο οδηγός μου.
Άγνωστη χώρα, όλα θα μου φανούν παρθενικά, και το τράνταγμα θα είναι δυνατό.
Δεν ήξερα παρά δυο γιαπωνέζικες λέξεις, όταν ξεκινούσα γι’ αυτό το μεγάλο χρυσάνθεμο: σακουρά, άνθος κερασιάς, και κοκορό, καρδιά.
Αυτές οι δυο λέξεις, έλεγα με το νου μου, θα γίνουν τα δυο κλειδιά που θα μου ανοίξουν όλες τις πόρτες.

Οι νέες εκδόσεις, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε.

Ελληνική λογοτεχνία

Οι Αδερφοφάδες

Νίκος Καζαντζάκης

15.93

Τίποτα, λοιπόν, δεν πεθαίνει μέσα μας;
Τίποτα δεν μπορεί να πεθάνει όσο ζούμε;

Το συγκλονιστικό και συνάμα πικρό μυθιστόρημα του Νίκου Κα­ζα­­­ντζά­κη Οι Αδερφοφάδες εκτυλίσσεται στο φανταστικό χωριό Κάστελος, στα χρόνια του Εμφυλίου.
Το χωριό βρίσκεται υπό τον έλεγχο του στρατού και πολιορκείται από τους αντάρτες.
Ο ιερέας του, ο παπα-Γιάνναρος, δεν δέχεται τον θάνατο ως τετελεσμένο αποτέλεσμα του διχασμού και συνεχώς αναρωτιέται πού πραγματικά βρίσκεται η έννοια του δικαίου.

Παρόλο που το κοινωνικό και επαναστατικό όραμα των ανταρτών τού φαίνεται κάποιες φορές σωστό, τον προβληματίζει η βία που θεωρούν αναγκαία για την επίτευξη των στόχων τους.
Η κατάσταση στον Κάστελο συνεχίζει να παραμένει τραγική και η διχόνοια, που απλώνεται βίαια και σαρωτικά, ωθεί τον ήρωα να δράσει, παίρνοντας μια μεγάλη απόφαση, με απώτερο σκοπό τη συμφιλίωση, την αδελφοσύνη, την ειρήνη.
Η ειρήνη όμως θα έρθει με το μεγαλύτερο αντίτιμο: Τη θυσία της ανθρώπινης ζωής.

Οι Αδερφοφάδες είναι ένα βιβλίο-ύμνος στην υπαρξιακή ελευθερία του ανθρώπου, στην υπέρτατη αξία της ζωής πάνω από κάθε ιδεολογία.
Στάθηκε μια στιγμή πάνω από τον τάφο του ο παπα-Γιάνναρος χαρούμενος. «Θάνατε, δε σε φοβούμαι!» μουρμούρισε, κι ένιωσε απότομα μέσα στο νου του πως είναι λεύτερος.
Τι θα πει λεύτερος; Αυτός που δε φοβάται το θάνατο.
Χάδεψε ο παπα-Γιάνναρος τα γένια του ευχαριστημένος. «Θεέ μου», συλλογίστηκε, «υπάρχει μεγαλύτερη χαρά στον κόσμο, να μη φοβάσαι το θάνατο; Όχι, δεν υπάρχει».

Οι νέες εκδόσεις, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε»

Ελληνική λογοτεχνία

Ο φτωχούλης του Θεού

Νίκος Καζαντζάκης

16.92

Αγάπη! Αγάπη! Αγάπη!

Ο Φτωχούλης του Θεού είναι η μυθιστορηματική βιογραφία του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης.
Αφηγητής είναι ο φράτε Λεόνε, ένας ταπεινός ζητιάνος που περιπλανιέται στον κόσμο ζητώντας τον Θεό.
Όταν φτάνει στην Ασίζη, συναντά τον Φραγκίσκο, ένα πλούσιο αρχοντόπουλο που βασανίζεται από παρόμοιες αναζητήσεις.

Ο Φραγκίσκος πιστεύει ότι μέσα από τον Λεόνε του μιλά ο Θεός.
Εγκαταλείπει, λοιπόν, την πλούσια ζωή του, συγκρούεται με τον πατέρα του και, ακολουθώντας τις θεϊκές επιταγές, βγαίνει στον κόσμο για να κηρύξει την αγάπη, το ιδανικό της πενίας και την απάρνηση των υλικών αγαθών.
Ο Λεόνε τον ακολουθεί και του συμπαραστέκεται μέχρι το θάνατό του.

Στον Φτωχούλη του Θεού, ο Καζαντζάκης φέρνει τον Θεό στα μέτρα του ανθρώπου και ιχνηλατεί τον δρόμο του ανήφορου, από τον ουρανό προς τη γη, που εντέλει οδηγεί στην ελευθερία, επιτελώντας έτσι το ανώτατο χρέος του ανθρώπου, ανώτερο κι από την ηθική κι από την αλήθεια κι από την ωραιότητα: να μετουσιώνει την ύλη που του εμπιστεύτηκε ο Θεός και να την κάνει πνεύμα.

«Μη ζητάς το Θεό, αν θες να Τον βρεις,κλείσε τα μάτια σου, αν θες να Τον δεις, φράξε τ’ αυτιά σου, να Τον ακούσεις. Αυτό κάνω κι εγώ», είπε, κι έκλεισε τα μάτια του, έφραξε τ’ αυτιά του, σταύρωσε τα χέρια κι άρχισε να κλαίει.
Και μια γυναίκα, που ασκήτευε στο δάσο, έτρεχε κάτω από τα πεύκα ολόγυμνη και φώναζε: «Αγάπη! Αγάπη! Αγάπη!» και χτυπούσε τα στήθια της κι άλλη απόκριση δεν μπορούσε να μου δώσει.

Οι νέες εκδόσεις, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε

Ελληνική λογοτεχνία

Ο Καπετάν Μιχάλης

Νίκος Καζαντζάκης

19.80

«Πολεμώντας να σώσουμε την Κρήτη, τι κάνουμε θαρρείς; Πολεμούμε να σώσουμε την ψυχή μας».

Ο Νίκος Καζαντζάκης αναμετριέται με τον Καπετάν Μιχάλη για πολλά χρόνια.
Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα, που επικεντρώνεται περισσότερο στους ανθρώπους παρά στην ιστορία.
Η Κρήτη είναι ένα νησί στο οποίο καίει μια ασίγαστη φλόγα και οι άνθρωποι εκεί κινούνται από μια δαιμονική φωτιά. Δεν φοβούνται τον θάνατο κι αγαπούν τη ζωή με έναν τρόπο μαυλιστικό.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται στα 1889, όταν οι υπόδουλοι Έλληνες επιχειρούν με έναν νέο ξεσηκωμό να ελευθερωθούν από τον τουρκικό ζυγό.
Αυτός ο ξεσηκωμός, αυτή η φλογερή εξέγερση είναι μέρος της ατέρμονης αναζήτησης της ελευθερίας, ακόμα κι αν τελικά το τίμημα είναι ο θάνατος.
Στον Καπετάν Μιχάλη απεικονίζεται καθαρά η ορμή του ανθρώπου προς τη δικαιοσύνη ενάντια στην τυραννία, συνθέτοντας ένα ψηφιδωτό από πρόσωπα και κουλτούρες που συγκρούονται και ταυτόχρονα προσπαθούν να βρουν κοινό έδαφος.

Μια στιγμή τα χείλια του, τα φρύδια του, τα μάτια του έπαιξαν, κοίταξε γύρα τους συντρόφους, κάτω την Τουρκιά, απάνω τον ακατοίκητο ουρανό… «Ελευτερία ή θάνατος!» μουρμούρισε κουνώντας άγρια την κεφάλα του.
«Ελευτερία ή θάνατος, ε κακομοίρηδες Κρητικοί! Ελευτερία και θάνατος! Αυτό πρέπει να γράψω εγώ στο μπαϊράκι μου· αυτό ’ναι το αληθινό μπαϊράκι του κάθε αγωνιστή! Ελευτερία και θάνατος!»

Οι νέες εκδόσεις των βιβλίων του Νίκου Καζαντζάκη, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε

Ελληνική λογοτεχνία

Ο ανήφορος

Νίκος Καζαντζάκης

15.93

Σκλάβοι γεννηθήκαμε και πολεμούμε όλη μας τη ζωή να γίνουμε ελεύτεροι.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’40, αμέσως μετά τον Ζορμπά, ο Καζαντζάκης γράφει τον Ανήφορο, ένα κείμενο εσωτερικό, που το διακρίνει μελαγχολία βαθιά και λυτρωτική.

Η δράση του εκτυλίσσεται αμέσως μετά τον πόλεμο, σε Κρήτη και Αγγλία.
Ο Κοσμάς, έπειτα από απουσία είκοσι χρόνων και την ενεργή συμμετοχή του στον πόλεμο, επιστρέφει στην πατρίδα του, το Μεγάλο Κάστρο, μαζί με την Εβραία γυναίκα του, τη Νοεμή, η οποία κουβαλάει την πανανθρώπινη μνήμη του Ολοκαυτώματος, και μαζί της την ερώτηση για την αξία της ζωής.

Έχουν περάσει μόλις μερικές μέρες από τον θάνατο του πατέρα του κι η Κρήτη μετράει τις πληγές της αναβιώνοντας προσωπικές ιστορίες θάρρους και πόνου.

Ο άνθρωπος που βγαίνει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να στοχαστεί, ένας άνθρωπος που δεν έχει σωθεί, που κινδυνεύει, και ο Κοσμάς μεταβαίνει στη μεταπολεμική Αγγλία για να τον σώσει.
Το προσωπικό κόστος της επιλογής του είναι τεράστιο.
Όμως αυτό είναι το χρέος, αυτός είναι ο ανήφορος που όλοι πρέπει να διαβούμε.

Ο Ανήφορος, το ανέκδοτο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, είναι ένα κλασικό έργο που θέτει ερωτήματα που διαρκώς κατατρέχουν τον άνθρωπο, δεν αποτελεί απλώς μια πολύ μεγάλη λογοτεχνική στιγμή για τη χώρα μας αλλά και ένα πολιτιστικό γεγονός.

«Δε με νοιάζει ο θάνατος», συλλογίζουνταν, «με νοιάζει η φθορά, αυτή εξευτελίζει τον άνθρωπο. Αυτήν πρέπει να νικήσω…» Είχε γεράσει η πολιτεία της παιδικής του ηλικίας και της νιότης, θρύβουνταν κι αυτή, άρχιζε να γίνεται κουρνιαχτός και να σκορπίζεται στον άνεμο. Μπορούσε άλλη πολιτεία να χτιστεί αποπάνω της μα δε θα ’ταν η δική του, θα ξαναγέμιζαν πάλι οι δρόμοι με νέους μα δε θα ’ταν η δική του νιότη… «Αγαπημένο Κάστρο», μουρμούριζε κοιτάζοντάς το με τρυφερότητα, «γεράσαμε…»

 

Το βιβλίο κυκλοφορεί από 26.10