Βλέπετε 1–15 από 1250 αποτελέσματα

Λογοτεχνία

Ελληνική λογοτεχνία

Σταυραετός και Κούκος

Αύγουστος Κορτώ

Για χρόνια θα ιστορούσαν τον γυρισμό της Σμαρώς στον Σταυραετό…
Δυο χωριά δεμένα με άσβεστο μίσος.
Δυο νέοι που κλέβονται, και γυρεύουν την τύχη τους στο σκοτάδι της κατοχικής Αθήνας.
Κι έπειτα;
Κανείς δεν ξέρει τι γίνηκε, εκτός απ’ τη Σμαρώ, που γυρνά το ’45 στον Σταυραετό με δυο μωρά παιδιά – μα μόνο το ένα είναι του Μηνά, του Κούκου που την έκλεψε.
Όμως τα μυστικά του παρελθόντος, τα ψέματα της επιβίωσης, θα στοιχειώσουν το μέλλον όλων τους.
Απ’ τη μια, το μοναστήρι για τα ορφανά κορίτσια. Κι απ’ την άλλη, ένας γάμος σαν κλωστή που βαστάει δυο πεπρωμένα.
Ένα βιβλίο μαχαιριά.
Μια ιστορία για τους απλούς ανθρώπους, που ποτέ δεν είναι απλοί.
Μια ιστορία για την Ελλάδα – τη σκληρότητα και την ομορφιά της.

17.91

Ξένη λογοτεχνία

Μέρα

Μάικλ Κάνινγχαμ

Από τoν βραβευμένο με Πούλιτζερ συγγραφέα του βιβλίου Οι ώρες

5 Απριλίου 2019: Στη θαλπωρή μιας κατοικίας του Μπρούκλιν, το λούστρο της οικιακής ευτυχίας αρχίζει να σκάει. Ο Νταν και η Ίζαμπελ, ένα αντρόγυνο όχι χωρίς προβλήματα, είναι και οι δύο ελαφρώς ερωτευμένοι με τον μικρότερο αδελφό της Ίζαμπελ, τον Ρόμπι, την άστατη ψυχή της οικογένειας, που ζει ακόμα στη σοφίτα· τον Ρόμπι που, προσπαθώντας να ξεπεράσει τον χωρισμό από τον τελευταίο του φίλο, έχει δημιουργήσει ένα αστραφτερό άβαταρ στο διαδίκτυο· τον Ρόμπι που πρέπει τώρα να φύγει απ’ το σπίτι – με κίνδυνο να διαλύσει την οικογένεια. Στο μεταξύ ο Νέιθαν, δέκα ετών, κάνει τα πρώτα βήματά του προς την ανεξαρτησία, ενώ η Βάιολετ, πέντε, κάνει ό,τι μπορεί για να μη δει το ρήγμα που μεγαλώνει ανάμεσα στους γονείς της.

5 Απριλίου 2020: Καθώς ο κόσμος μπαίνει σε καραντίνα, το σπίτι μοιάζει περισσότερο με φυλακή. Η Βάιολετ τρέμει μη μείνουν τα παράθυρα ανοιχτά –η οικογενειακή ασφάλεια τής έχει γίνει έμμονη ιδέα– ενώ ο Νέιθαν προσπαθεί να παρακάμψει τους κανόνες της. Η Ίζαμπελ και ο Νταν επικοινωνούν με μπηχτές και στεναγμούς δυσφορίας. Και ο αγαπημένος τους Ρόμπι έχει αποκλειστεί στην Ισλανδία, σε μια ορεινή καλύβα, με μόνη παρέα τις σκέψεις του – και τη μυστική ζωή του στο Instagram.

5 Απριλίου 2021: Βγαίνοντας από το απόγειο της κρίσης, η οικογένεια αναμετριέται με μια νέα, πολύ διαφορετική πραγματικότητα – με ό,τι έμαθαν, ό,τι έχασαν και όσα μπορούν να τους κρατήσουν ακόμα.

 

14.79

Ξένη λογοτεχνία

Ο κηπουρός και ο θάνατος

Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ

Ένας άντρας κάθεται δίπλα στο κρεβάτι του άρρωστου πατέρα του καταγράφοντας πότε αμείλικτα και πότε τρυφερά τη ζωή του. Μέχρι την αυγή εκείνου του τελευταίου πρωινού που περνάνε μαζί. Ενός πατέρα που γεννήθηκε μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο στη Βουλγαρία. Ενός αθεράπευτου καπνιστή και επαναστάτη. Ενός άντρα που ήξερε πώς να αποτυγχάνει με ηρωικό αυτοσαρκασμό. Ο κήπος που δημιούργησε στην άγονη αυλή του χωριού που πρώτα τον έσωσε και μετά τον σκότωσε σήμερα παραμένει η ζωντανή κληρονομιά του: παιώνιες και πατάτες, τριαντάφυλλα και κερασιές – και πάνω απ’ όλα ατελείωτες ιστορίες. Χωρίς αυτόν ωστόσο το παρελθόν του γιου του αρχίζει να ραγίζει σιωπηλά. Γιατί το τέλος των πατέρων μας είναι και τέλος ενός κόσμου.

Τέσσερα χρόνια μετά το Χρονοκαταφύγιο (International Booker Prize 2023), ο Georgi Gospodinov παρουσιάζει μια σπαρακτική προσωπική ιστορία· έναν ύμνο στον πιο στενό οικογενειακό δεσμό με τη μελαγχολική ματιά ενός ποιητή και τη γλώσσα ενός σπουδαίου συγγραφέα.

«Ένα βιβλίο όχι για τον θάνατο, αλλά για τη ζωή που σβήνει. Υπάρχει διαφορά.»

16.60

Στεμπάστιαν Φίτζεκ

Τι κάνεις όταν ο θάνατος είναι ο μόνος τρόπος να επιζήσεις;

Χρόνια πριν, μια κοπέλα βρέθηκε παραμονές γιορτών σ’ ένα απομονωμένο σπιτάκι στο Δάσος της Φραγκονίας.
Κι εκεί, ένας ψυχοπαθής έφτιαξε μαζί της ένα χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο φρίκης…
Μια μητέρα σκαλίζει τώρα εκείνη την παλιά ιστορία, για να σώσει το δικό της παιδί.
Ένα αινιγματικά σφραγισμένο παρελθόν. Ένας αγώνας για ζωή.
Ένα ημερολόγιο που δεν έπρεπε ποτέ να είχε ανοίξει

Συλλεκτική έκδοση με ειδικό εφέ που δημιουργήθηκε αποκλειστικά για αυτό το βιβλίο

25.50

Λάσλο Κρασναχορκάι

Σε μια μικρή και λησμονημένη από τον Θεό πόλη της Ουγγαρίας, χαμένη μέσα στην ομιχλώδη και παγωμένη λεκάνη των Καρπαθίων, πλανάται η απροσδιόριστη απειλή μιας επικείμενης καταστροφής. Η απειλή, που δεν κατονομάζεται ποτέ, επιτείνεται όταν καταφτάνει στην πόλη ένα μυστηριώδες τσίρκο που κουβαλάει μαζί του μια γιγαντιαία φάλαινα και επιδεικνύει τον παράδοξο “Πρίγκιπα” με τα τρία, καθώς λέγεται, μάτια. Οι τρομαγμένοι πολίτες νιώθουν πως πρέπει να αντιδράσουν και καταφεύγουν σε οτιδήποτε νομίζουν πως μπορεί να δαμάσει το χάος, από τη μουσική ως τον φασισμό. Και ανάμεσα στους μοχθηρούς ή άβουλους κατοίκους της πόλης ξεχωρίζει ο αλαφροΐσκιωτος Βάλουσκα, ο τρυφερός ήρωας του βιβλίου, η μοναδική αγνή και ευγενική ψυχή. “Αντάξιο ενός Κάφκα κι ενός Μπέκετ, ενός Μπέρνχαρτ και ενός Μέλβιλ, το μυθιστόρημα καθηλώνει τον αναγνώστη με τις υπνωτιστικές ποιητικές εικόνες του, τους παραληρηματικούς μονολόγους των ηρώων του και τις μπουρλέσκ καταστάσεις που φέρνουν ένα πικρό μειδίαμα στα χείλη του αναγνώστη. Με άκρως διεισδυτική ματιά, ο συγγραφέας περιγράφει την ανθρώπινη κατάσταση στις σύγχρονες κοινωνίες μας, στις οποίες τα άτομα, έρμαια του φόβου και των δεισιδαιμονιών τους, μάταια αγωνίζονται ενάντια στην κατάσταση της διάλυσης και του χάους που, κατά την άποψη του συγγραφέα, “είναι η φυσική κατάσταση του κόσμου”. Μυστήριο, μελαγχολία και θλίψη διατρέχει όλο το βιβλίο η αντίσταση είναι ανώφελη, αφού η προσπάθεια να αλλάξει η υπάρχουσα κατάσταση οδηγεί την πόλη σε ένα αυταρχικό καθεστώς. Η μόνη χαραμάδα φωτός είναι η αποδοχή της ανθρώπινης κατάστασής μας και η αλλαγή στάσης απέναντι στη ζωή και στον συνάνθρωπό μας”, παρατηρεί η μεταφράστρια του βιβλίου Ιωάννα Αβραμίδου. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Πάει και το φραντζολάκι

Λάσλο Κρασναχορκάι

Κεντρικός ήρωας του νέου μυθιστορήματος του Λάσλο Κράσναχορκαϊ είναι ο 91χρονος Γιόζι Κάντα, ο οποίος μάταια έκανε τα πάντα για να εξαφανιστεί από τα μάτια του κόσμου. Οι οπαδοί του, όμως, καταφέρνουν να τον εντοπίσουν σ’ ένα χωριό της Ουγγαρίας. Ο Κάντα, συνταξιούχος ηλεκτρολόγος, έχει στο αίμα του το ινκόγκνιτο, η οικογένειά του κρατάει μυστική την καταγωγή της εδώ και αιώνες και, προς το παρόν, ούτε κι ο ίδιος θέλει να μαθευτεί ευρέως ότι, σαν απόγονος του Τζένγκις Χαν και του Μπέλα Δ΄, θα μπορούσε να διεκδικήσει τον ουγγρικό θρόνο ως Ιωσήφ Α΄ του οίκου των Άρπαντ. Δεν θέλει ωστόσο να αναμειχθεί στην πολιτική: δηλώνει ότι δεν θέλει να ταΐσει άλλο τη φωτιά, αλλά να ξεχωρίσει την ήρα από το σιτάρι. Τι λένε όμως γι’ αυτό οι ενθουσιώδεις μαθητές του, στους οποίους συγκαταλέγονται αιθεροβάμονες βασιλόφρονες αλλά και επίδοξοι τρομοκράτες; Και γενικά: μπορεί κανείς να προλάβει ποτέ το μοιραίο; Στο νέο του σατιρικό μυθιστόρημα, ο Κράσναχορκαϊ –μετά τη Νέα Υόρκη, τη Δαλματία και τη Θουριγγία– επιστρέφει σε μια καρναβαλική Ουγγαρία. Όλοι είναι βυθισμένοι στο τέλμα: ο γερο-βασιλιάς με το εξοχικό του σπιτάκι αλλά και οι φιλοξενούμενοί του που εμφανίζονται από το πουθενά, ανάμεσά τους και ένας περιπλανώμενος μουσικός ονόματι Λάσλο Κράσναχορκαϊ. Και πού να βρίσκεται στο μεταξύ το Φραντζολάκι, το σκυλί φύλακας του Γιόζι; Θα χαθεί στην ομίχλη; Ή θα παραμείνει μαζί μας για πάντα;

20.00

Λάσλο Κρασναχορκάι

Τοποθετημένη στο σήμερα, η Επιστροφή του βαρόνου Βένκχαϊμ αφηγείται την ιστορία του βαρόνου Μπέλα Βένκχαϊμ (ενός ήρωα που θυμίζει τον πρίγκιπα Μίσκιν), ο οποίος αποφασίζει, στο τέλος της ζωής του, να επιστρέψει στη γενέτειρά του στην ουγγρική επαρχία. Δραπετεύοντας από το Μπουένος Άιρες, για να μην αναγκαστεί να πληρώσει τα υπέρογκα χρέη του στα καζίνα της πόλης, όπου ζούσε εξόριστος, ελπίζει να συναντηθεί και πάλι με τη Μάρικα, την αγαπημένη του από τα μαθητικά του χρόνια. Στην πατρίδα του πια, βρίσκει μια πόλη γεμάτη κομπιναδόρους και πολιτικάντηδες, όπου βασιλεύει η μιζέρια και ο παραλογισμός. Στο μεταξύ, ο κύριος Καθηγητής -ένας διεθνούς φήμης επιστήμονας που μελετά τα βρύα και ζει σε ένα αλλόκοτο παράπηγμα, σαν ησυχαστήριο, σε μια ακατοίκητη περιοχή έξω απ’ την πόλη- παραληρεί ακατάπαυστα και προσπαθεί επίμονα να αποκτήσει ανοσία απέναντι στις ίδιες του τις σκέψεις. Μέσω μιας συναρπαστικής πλοκής, με τον θάνατο και την άβυσσο να καραδοκούν, η έσχατη καταδίκη έρχεται να συντρίψει τους ανυποψίαστους κατοίκους της πόλης. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

22.00

Ξένη λογοτεχνία

Η Σέιομπο πέρασε από κάτω

Λάσλο Κρασναχορκάι

Από το Κιότο στη Βενετία, από το Παρίσι στην Αθήνα, και, ακόμη, περνώντας από τη Γρανάδα και τη Γενεύη, ο Λάσλο Κρασναχορκάι μας παρασύρει σε ένα γοητευτικό ταξίδι μέσα από δεκαεπτά αφηγήσεις, που αποτελούν παραλλαγές και στοχασμούς γύρω από την τέχνη και τη δημιουργία, αλλά και την αναζήτηση: του ιερού. Με τη βοήθεια ενός τουρίστα, που χάνεται στα δαιδαλώδη δρομάκια της Βενετίας και ανακαλύπτει θαμπωμένος ένα άγνωστο έργο της Σχολής του Σαν Ρόκο, ενός ηθοποιού του θεάτρου Νο, ο οποίος ενσαρκώνει τη θεά Σέιομπο, ενός φύλακα του Μουσείου του Λούβρου, που τον συνδέει ένας σχεδόν ερωτικός δεσμός με την Αφροδίτη της Μήλου, ή, ακόμα, ενός αρχιτέκτονα παθιασμένου με τη μουσική μπαρόκ, ο οποίος με αδέξιο τρόπο προσπαθεί να μεταδώσει τον ενθουσιασμό του σε κάποιους γέροντες χωρικούς, ο συγγραφέας μάς κάνει να μοιραστούμε μαζί του τη δύναμη της καλλιτεχνικής εμπειρίας σε όλη την πολυπλοκότητά της. Ξεδιπλώνοντας μια μεγαλειώδη πρόζα, που με τον ρυθμό της μας προσκαλεί σε στοχαστικές αναζητήσεις, ο Κρασναχορκάι, διαδοχικά ιερατικός, ειρωνικός, και πάντα βαθιά καλλιεργημένος, καταπιάνεται με τον ρόλο του καλλιτέχνη, αλλά και του θεατή, και ερευνά τη συγκίνηση που προκαλεί η μεγάλη τέχνη στον καθένα από εμάς. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) «Με απρόσμενο τρόπο, η σειρά των κεφαλαίων της Σέιομπο -φωτεινά και κάποιες φορές εκτυφλωτικά, όπως εκείνο που είναι αφιερωμένο σε μια επίσκεψη στην Ακρόπολη με τον ήλιο κατακούτελα, που μας κάνει να συναντήσουμε τα θαύματα του ορατού μας κόσμου (αγάλματα, πίνακες, μάσκες, μνημεία)- ολοκληρώνεται με σελίδες απίστευτης, σχεδόν αβάσταχτης, έντασης με μια κραυγή στο σκοτάδι». (Le Nouveau Magazine Litteraire) «Η αβάσταχτη ομορφιά της τέχνης. Ένας ύμνος στην αισθητική έκσταση. Ο μακροπερίοδος χαρακτηριστικός λόγος του Κρασναχορκάι δεν δυσκολεύει τον αναγνώστη και συμβολίζει με τον τρόπο του τη βαθιά εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του ωραίου που καθοδηγεί το κείμενο και μας καθιστά πιο ισχυρούς». (Le Monde) «Τον χαρακτηρίζουν αυστηρό και δυσπρόσιτο. Ο μεγάλος Ούγγρος συγγραφέας με τη Σέιομπο αποδεικνύει ότι η ριζοσπαστικότητά του δεν τον εμποδίζει να παρακολουθεί τον κόσμο γύρω του. Ένα σαγηνευτικό μυθιστόρημα για τη δύναμη της τέχνης με ύφος αισθητικού μανιφέστου». (Lire)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Το τανγκό του Σατανά

Λάσλο Κρασναχορκάι

Ένα απομονωμένο χωριό βυθισμένο στην εγκατάλειψη και την παρακμή, στα βάθη μιας ουγγρικής πεδιάδας που τη σαρώνει ο άνεμος και η αδιάκοπη βροχή. Παντού λάσπη, αγέλες σκύλων τριγυρίζουν και οι λιγοστοί κάτοικοι φυτοζωούν ανάμεσά τους, ένας γιατρός χωρίς ασθενείς κι ένας δάσκαλος χωρίς μαθητές. Χωρίς δουλειά, παλεύουν ο ένας εναντίον του άλλου και προσπαθούν να επιβιώσουν μέσω της ίντριγκας, της προδοσίας, της απιστίας, νιώθοντας βαθιά απόγνωση. Κάθε προσπάθεια φυγής είναι καταδικασμένη εκ των προτέρων. Ο κομμουνισμός έχει καταρρεύσει, η πίστη στον Θεό και στις ιδεολογίες έχει κλονιστεί. Και να, ξαφνικά, δύο άντρες, που όλοι πίστευαν ότι είναι νεκροί, επανεμφανίζονται. Φως στο σκοτάδι. Ο ένας από τους δύο, παρά τη διαβολική του εμφάνιση, γίνεται δεκτός ως ο «Μεσσίας» που θα τους σώσει από τον αφανισμό. Περιμένουν, αγωνιούν και ελπίζουν. Έχουν την αίσθηση μιας επικείμενης αποκάλυψης. Τη φοβούνται και την επιθυμούν. Το “Τανγκό του Σατανά” είναι ο κωμικοτραγικός χορός μιας λύτρωσης που δεν έρχεται ποτέ, ένα ποιητικό ταξίδι για την αναζήτηση της αλήθειας, ένα κείμενο που ξεχειλίζει από συμπόνια και ανθρωπιά για τη μηδαμινή κουκκίδα που συνιστά η ύπαρξή μας μέσα σ’ έναν χαοτικό κόσμο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) «Το “Τανγκό του Σατανά” είναι ένα κολοσσιαίο μυθιστόρημα: συμπαγές, έξυπνα δομημένο, συχνά συνταρακτικό, με ένα όραμα που συναρπάζει. Σκληρό, αμείλικτο και σε τέτοιο βαθμό ζοφερό που συχνά γίνεται κωμικό. Ο Κρασναχορκάι είναι ένας οραματιστής συγγραφέας» (Theo Tait, The Guardian) «Μεθυστικό και χιουμοριστικό, σκοτεινό αλλά όμορφο, το “Τανγκό του Σατανά” είναι ένα σύγχρονο αριστούργημα που καταφέρνει όχι μόνο να μιλήσει στην εποχή του, αλλά και να την υπερβεί» (Beth Jones, The Telegraph)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Πόλεμος και πόλεμος

Λάσλο Κρασναχορκάι

Από τις γειτονιές μιας μικρής ουγγρικής πόλης, στη Βουδαπέστη, στη Νέα Υόρκη και αλλού, ακολουθούμε τη μανιακή φωνή του Γκιόργκι Κόριμ, του ήρωα του Πόλεμος και πόλεμος, αυτού του ταπεινού, θλιμμένου γραφιά. Απελπισμένος, ώρες ώρες σχεδόν τρελός, αλλά επίσης έντονα συναισθηματικός, ο Κόριμ έχει ανακαλύψει, στα σκονισμένα Αρχεία της μικρής ουγγρικής πόλης όπου εργάζεται, ένα χειρόγραφο το οποίο επί δεκαετίες δεν έχει αγγίξει κανείς. Το συγκλονιστικής ποιητικής ομορφιάς κείμενο εξιστορεί την περιπλάνηση τεσσάρων συντρόφων, που πολέμησαν μαζί σ’ έναν καταστροφικό πόλεμο και αγωνίζονται τώρα να επιστρέψουν σπίτι τους και να ξεφύγουν από τον αμείλικτο κόσμο της βίας. Συγκινημένος από τον εξαιρετικά ευάλωτο χαρακτήρα των ηρώων του χειρογράφου, ο Κόριμ θέτει ως σκοπό της ζωής του να μεταβιβάσει στον κόσμο το ζωτικής σημασίας μήνυμα του κειμένου που μόλις ανακάλυψε. Αποφασίζει να εκπληρώσει αυτό το καθήκον στη Νέα Υόρκη, που αποτελεί για κείνον το «κέντρο του κόσμου». Ακολουθώντας τον Κόριμ με επίμονο ρεαλισμό σε όλη του τη διαδρομή, και κυρίως στους δρόμους της Νέας Υόρκης, το Πόλεμος και πόλεμος -ένα από τα σημαντικότερα και πλέον φιλόδοξα βιβλία αυτού του Ούγγρου «μαιτρ της Αποκάλυψης», όπως τον αποκαλεί η Susan Sontag- μας μεταφέρει με συγκλονιστικό και ανθρώπινο τρόπο σ’ έναν κόσμο που διχάζεται ανάμεσα στην αγριότητα και τη μανιώδη ομορφιά. Με γραφή που δεν μοιάζει με καμιά άλλη, το Πόλεμος και πόλεμος επιβεβαιώνει τα λόγια του W. B. Sebald ότι η πρόζα του Κρασναχορκάι «ξεπερνά κατά πολύ όλες τις ήσσονος σημασίας ανησυχίες της σύγχρονης γραφής». (Από την παρουσίαση της έκδοσης)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Έθιμα ταφής

Χάνα Κεντ

Στη Βόρεια Ισλανδία του 1829 η Agnes Magnúsdóttir καταδικάζεται σε θάνατο για την άγρια δολοφονία δύο ανδρών. Υποχρεώνεται να περάσει το χρόνο μέχρι την εκτέλεσή της στη φάρμα του Jón Jónsson με την οικογένειά του, την γυναίκα του και τις δύο κόρες τους. Η οικογένεια, τρομοκρατημένη που αναγκάζεται να συμβιώσει με μια καταδικασμένη δολοφόνο, αποφεύγει να της μιλήσει.

Μόνον ο Tóti, που έχει οριστεί πνευματικός σύμβουλός της έχει επαφή μαζί της, προσπαθώντας να σώσει την ψυχή της. Καθώς περνά ο καιρός και έρχεται ο χειμώνας, οι δουλειές στη φάρμα τους φέρνουν όλους πιο κοντά. Η ιστορία της Agnes ξεδιπλώνεται ενώ αναδύεται και το ερώτημα της πραγματικής ή μη ενοχής της.

Βασισμένο σε μια πραγματική ιστορία το Έθιμα Ταφής είναι ένα βαθιά συγκινητικό μυθιστόρημα για την προσωπική ελευθερία: πως βλέπουμε τον εαυτό μας, πως μας βλέπουν οι άλλοι, και ως που θα φτάσει ο καθένας για την αγάπη.

Η Hannah Kent μέσα από τις περιγραφές της Βορείου Ισλανδίας, όπου κάθε μέρα είναι μια μάχη για την επιβίωση, θέτει ένα καίριο ερώτημα: πως μπορεί μια γυναίκα να αντέξει όταν η ζωή της εξαρτάται από τις ιστορίες των άλλων.

Το μυθιστόρημα έχει αποσπάσει τα εξής βραβεία: ABIA Literary Fiction Book Of The Year 2014, ABA Nielsen Bookdata Bookseller’s Choice Award 2014, FAW Christina Stead Award 2013, 2014 Indie Awards Debut Fiction Of The Year, Victorian Premier’s Literary Award People’s Choice Award 2014

Ήταν στη βραχεία λίστα για: The Stella Prize 2014, The Baileys Women’s Prize For Fiction 2014, The Victorian Premier’s Prize For Fiction 2014, The ALS Gold Medal 2014, Guardian First Book Award 2013, Nib Waverley Award For Literature 2013.

16.50

Ελληνική λογοτεχνία

Το όνειρο και το πάθος

Χριστίνα Ντουνιά

Στο βιβλίο αυτό παρουσιάζονται καινούργια στοιχεία για τον Κ. Γ. Καρυωτάκη, έναν από τους πιο σημαντικούς ποιητές του ελληνικού εικοστού αιώνα, διατυπώνονται νέες ερμηνευτικές προτάσεις και φωτίζονται όψεις της διανοητικής και πολιτισμικής ιστορίας που συνέβαλαν στη διαμόρφωση του έργου του.

Στο πλαίσιο αυτό, η Χριστίνα Ντουνιά διερευνά τη θέση του ανάμεσα στους συνοδοιπόρους της πρώτης μεσοπολεμικής δεκαετίας, τη σχέση του με τον Κ. Π. Καβάφη και την Μαρία Πολυδούρη, αλλά και τη θητεία του στο έργο των Ε. Α. Πόε, Σάρλ Μπωντλαίρ και των εκπροσώπων της Ντεκαντάνς, ενός δυναμικού ρεύματος που οδήγησε στις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες του 20ού αιώνα.

Η συγγραφέας, συνδυάζοντας ελκυστικό λόγο και ουσιαστική γνώση, αναδεικνύει τους τρόπους με τους οποίους η μελαγχολική ροπή, η εμπειρία της ασθένειας, η αγωνία της ύπαρξης, τα ερωτικά αδιέξοδα, η κοινωνική υποκρισία, η ταραγμένη πολιτική κατάσταση, το δράμα των προσφύγων, το συνδικαλιστικό κίνημα δίνουν αντισυμβατική και ρηξικέλευθη διάσταση στο έργο του Καρυωτάκη, το οποίο αποτελεί τομή στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: η εμπειρία ενός κόσμου κατακερματισμένου, δίχως συνεκτικούς δεσμούς, μέσα στον οποίο το άτομο νιώθει αποξενωμένο και αλλοτριωμένο, είναι η προβολή της «μοντέρνας» συνείδησης σε μια ποίηση που προκαλεί ακόμα και σήμερα το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού.

22.00

Ξένη λογοτεχνία

Μπιμπί-λα-Μπιμίστ

Ρεϊμόντ Λινοσιέ

«ΦΙΛΗ ΤΟΥ ΦΡΑΝΣΙΣ ΠΟΥΛΕΝΚ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΕΟΝ-ΠΟΛ ΦΑΡΓΚ, Η ΛΙΝΟΣΙΕ ΜΑΣ ΠΑΡΕΔΩΣΕ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ, ΤΡΙΑΝΤΑ ΓΡΑΜΜΕΣ ΟΛΟ ΚΙ ΟΛΟ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑΥΜΑΖΕ Ο ΕΖΡΑ ΠΑΟΥΝΤ. ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗ ΤΗΣ ΚΑΛΥΠΤΕ ΕΝΑ ΠΕΠΛΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ».

Με τα παραπάνω –και μάλιστα με γράμματα κεφαλαία– ο Éric Dussert, ειδικός των ξεχασμένων γρα πτών, σκιαγραφεί το πορτραίτο της Ρεϊμόντ Λινοσιέ, της πλέον μυστήριας και διακριτικής μορφής των γαλλικών γραμμάτων του Μεσοπολέμου, στο μηνιαίο περιοδικό Le Matricule des anges (αριθμ. 59, Ιανουάριος 2005). Από τη λογοτεχνική αβάν-γκαρντ «ξεφύτρωσε» η Μπιμπί-λα-Μπιμίστ, ένα μυθιστόρημα που διαρκεί όσο μια σεκάνς ψευδαίσθησης. Το δημιούργημα της Μαύρης Βιολέτας, όπως αποκαλούσε τη συγγραφέα ο Λεόν-Πολ Φαργκ, η Μπιμπί-λα-Μπιμίστ αγαπήθηκε από τους μεγάλους της μεσοπολεμικής πρωτοπορίας, μεταξύ των οποίων και ο Έζρα Πάουντ.

Τυπωμένο από τον μοναδικό καλλιτέχνη-τυπογράφο Πολ Μπιρό, στον οποίο εμπιστευόταν τα γραπτά του ο Απολλιναίρ, το μοναδικό στο είδος του αυτό «τεχνούργημα», καθώς έχει αναμφισβήτητα κάτι το χειροποίητο, θα αποκτήσει έναν ολόκληρο κύκλο θαυμαστών και θα γίνει «πηγή δημιουργικής και ψυχαγωγικής έμπνευσης», όπως θα πει αργότερα η Αντριέν Μονιέ, η εμβληματική μορφή της γαλλικής διανόησης και ιδιοκτήτρια του περίφημου βιβλιοπωλείου Librairie de l’Odéon, το οποίο μαζί με εκείνο της συντρόφου της Σύλβια Μπιτς (Shakespeare and Company) λειτούργησαν ως φυτώρια λογοτεχνικών πειραματισμών, αναδεικνύοντας τα μεγαλύτερα γαλλόφωνα και αγγλόφωνα ονόματα του 20ού αιώνα. Στην Αντριέν Μονιέ απευθύνθηκε η νεαρή Ρεϊμόντ Λινοσιέ για την έκδοση του μυθιστορήματός της: «Όταν πρόφερε τη λέξη “μυθιστόρημα” χαμογελούσε πονηρά με νόημα…», θα παρατηρήσει η ηγερία της Librairie de l’Odéon, και δεν έχει άδικο. Ένα πονηρό και συνάμα μυστηριώδες χαμόγελο παραμένει μέχρι σήμερα η Μπιμπί, που συνεχίζει να μας προκαλεί για πολλαπλές αναγνώσεις.

Με την παρούσα έκδοση η ΣΤΙΛΒΗ ξεκινά τη σειρά «Συλλεκτικά», ένα εκδοτικό πείραμα που φιλοδοξεί να γνωρίσει στο κοινό σπάνια «γνωστά-άγνωστα» κείμενα, τα οποία διαμόρφωσαν κινήματα και ιδεολογίες, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα τους. Η σειρά αυτή θα έχει πάντα -ανεξαρτήτως μεγέθους κειμένου- την ίδια τιμή, προσβλέποντας στον εκδημοκρατισμό της σπανιότητας.

Μέσω του δελτίου τύπου η ΣΤΙΛΒΗ ευχαριστεί τον ποιητή Αλέκο Λούντζη που δέχτηκε να συνομιλήσει με την Μπιμπί στο τέλος του βιβλίου εν είδει επιμέτρου, και εύχεται σε όσους πάρουν το βιβλίο στα χέρια τους καλές αναγνώσεις

20.00

Τζορτζ Έλιοτ

«Κι έπειτα, κοιτάξτε τα γραπτά της! Εκλαμβάνει την ασάφεια ως βαθύτητα, τον στόμφο ως ευγλωττία και την προσποίηση ως πρωτοτυπία. Στη μια σελίδα κομπάζει, αγανακτεί στην επόμενη, μορφάζει στην τρίτη και γίνεται υστερική στην τέταρτη».

H μεγάλη βικτωριανή συγγραφέας (που υποχρεώθηκε να γράφει με ανδρικό όνομα) λοιδωρεί τα γυναικεία μυθιστορήματα της εποχής της. Ενάμιση αιώνα αργότερα το πεδίο παραμένει αναλλοίωτο.

7.00

Όσκαρ Ουάιλντ

O δηλητηριαστής συνεπήρε το συλλογικό φαντασιακό των βικτωριανών ως ο πιο προσφιλής απόηχος της γοτθικής κουλτούρας που τους καθόρισε, φιλοδωρώντας με μια πρόσθετη χροιά εκλέπτυνσης την ευγενή τέχνη του φόνου. Ο Ουάιλντ σκιαγράφησε ευφυώς την περσόνα του θέματός του ως μετενσάρκωση του gothic villain, με δεδομένο ότι στην ιστορία του διαπλέκονται όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις αφηγήσεις του είδους (μολυσμένος οικογενειακός ιστός, προδοσία, απληστία, γοητεία και εξαπάτηση, ίντριγκες για την υφαρπαγή περιουσίας, εμπλοκή με τον νόμο). Τον αναδεικνύει σε μαύρο άγγελο της γοτθικής μυθιστορίας –εξεγερμένο ρομαντικό, μελαγχολικό δήμιο και περιούσιο θύμα μιας οριστικής απομάγευσης του κόσμου–, στις αισθητικές εκβολές και καταβολές του οποίου συναντιούνται ο beau ténébreux του Amadis de Gaule, ο λόρδος πιερότος του Λαφόργκ και ο δολοφονικός δανδής του Μπωντλαίρ ή του Ωρεβιγύ που, επιδιδόμενος σε μια διαβολική flânerie, σουλατσάρει στα βουλεβάρτα της γαλλικής πρωτεύουσας μεταμορφώνοντας την πραγματικότητα με την ακρίβεια και την ορμή εικονοκλάστη αλχημιστή.

«Ο Ουάιλντ είναι από εκείνους τους happy few που δεν χρειάζονται την αποδοχή του κριτικού – και, μερικές φορές, ούτε καν την αποδοχή του αναγνώστη, καθώς η απόλαυση που μας χαρίζει είναι διαρκής και ακαταμάχητη». Jorge Luis Borges

8.00