Ξένη λογοτεχνία
Γιατί το μέλλον περνάει μέσα από την έρημο;
Γιατί ένας αντάρτης γίνεται ένας πολυλογάς που κρύβει τα όπλα του;
Γιατί μια κοπέλα πέφτει με τη θέλησή της στα χέρια του βιαστή της;
Γιατί τη λύση μπορεί να τη δώσει μόνο ένας τυφλός κι ένας κουφός;
Γύρω από αυτά –και πολλά άλλα– ερωτήματα, ο Γασσάν Kαναφάνι, ο πλέον σημαντικός Παλαιστίνιος συγγραφέας, ο οποίος και αναδείχτηκε σε σύμβολο του παλαιστινιακού αγώνα, δομεί τις δύο νουβέλες («Άνθρωποι στον ήλιο» και «O τυφλός και ο κουφός») που τον έκαναν διάσημο σ’ όλο τον κόσμο.
Ξένη λογοτεχνία
Ο Πόλεμος της Ινδοκίνας κράτησε πολλά χρόνια. Ωστόσο, στα γαλλικά σχολικά εγχειρίδια, μόλις που αναφέρεται. Με μια εντυπωσιακή αίσθηση της αφήγησης, το Μια αξιοπρεπής έξοδος περιγράφει πώς, με μια απίστευτη ιστορική ανατροπή, δύο από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες δυνάμεις ηττήθηκαν από έναν πολύ μικρό λαό.
Με μια σειρά από αξέχαστες σκηνές, ο Eric Vuillard περιγράφει την απίστευτη διαπλοκή συμφερόντων και ξαναζωντανεύει μια ολόκληρη πινακοθήκη πορτρέτων: καλλιεργητές καουτσούκ, Γάλλους στρατηγούς, τις συζύγους τους, πολιτικούς, τραπεζίτες, μια απειλητική ανθρώπινη κωμωδία. Αν στόχος της λογοτεχνίας είναι η οικουμενικότητα, δεν μπορούσε να μην αποτελέσει αντικείμενο της αφήγησης το πώς αυτός ο πολύ μικρός λαός, οι Βιετναμέζοι, κατάφερε να νικήσει δύο από τις μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου. Και αυτό μπορεί να μας επιτρέψει να καταλάβουμε γιατί, ακόμη και σήμερα, στο Αφγανιστάν, στο Μάλι ή αλλού, η Γαλλία θα αναζητά, μάταια πάντα, μια αξιοπρεπή έξοδο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ξένη λογοτεχνία
Παράφορο, πυρακτωμένο, σκοτεινό, φιλοσοφικό: αυτό είναι το πορτρέτο των Κόμπσον, της πλέον εμβληματικής από τις οικογένειες που επινόησε η αξεπέραστη φαντασία του Φόκνερ. Σ’ αυτό το σπουδαίο επίτευγμά του καταβυθίζεται στα ιλιγγιώδη βάθη της ανθρώπινης ψυχής, εκεί όπου ελάχιστοι συγγραφείς κατάφεραν ποτέ να φτάσουν.
Ξένη λογοτεχνία
Ένας μικρέμπορος έργων τέχνης σ’ έναν μικρό οίκο πλειστηριασμών στη Νέα Υόρκη, που ετοιμάζεται να παίξει το μεγάλο παιχνίδι της ζωής του σε μια κλειστή δημοπρασία κλεμμένων αναγεννησιακών έργων, βρίσκεται δολοφονημένος μ’ ένα μαχαίρι στην πλάτη, και ο ντετέκτιβ ΄Εϊμος Χάτσερ, που δουλεύει στην εξιχνίαση κλοπών έργων τέχνης, φεύγει για τη Ρώμη να βρει τη λύση.
Αρχίζοντας από μία μοναδική ένδειξη -μία πρόστυχη επιγραφή σε αρχαΐζοντα ιταλικά- ο Χάτσερ συνθέτει ένα τρομακτικό αντιφατικό πορτρέτο του δολοφόνου : πρόκειται για έναν αλλόκοτο εγκληματικό εγκέφαλο με εξαιρετική πολυμάθεια και απάνθρωπα ένστικτα, που λατρεύει τον Καραβάτζο…
Ξένη λογοτεχνία
Βλέπετε, ο πίνακας του Μητροπολιτικού Μουσείου του 1660 είναι ανολοκλήρωτος. Η Χέντρικε ήταν ήδη άρρωστη. Πέθαινε. Φαντάζομαι ότι ο Ρέμπραντ δεν άντεχε να τον τελειώσει. Αισθάνεται κανείς την τραγωδία, την αίσθηση της θνητότητας. Είναι τα πράγματα που δεν μπορώ να παραβλέψω στη φωτογραφία του πίνακα. Η γνώμη μου είναι ότι ο χαμένος πίνακας πρέπει να τοποθετηθεί κοντά στο 1660 με αυτόν του Μητροπολιτικού Μουσείου και όχι στο 1658 με αυτόν του Βερολίνου».
[…] Σταμάτησε να μιλάει. Με τα μάτια μισόκλειστα, ακολούθησε με το δείκτη του το περίγραμμα του προσώπου της Χέντρικε στη φωτογραφία που είχε μπροστά του. «Ναι, πιστεύω ότι ο πίνακας είναι του Ρέμπραντ». O Σάμιουελ Βάϊνστοκ, ένας διορατικός έμπορος έργων τέχνης, ιδιοκτήτης μιας μικρής γκαλερί στη Βοστώνη, δέχεται μια μέρα από έναν μικρομεσάζοντα κάτι απίστευτο: ένα χαμένο, άγνωστο έργο του Ρέμπραντ, που απεικόνιζε μια γυναίκα της εποχής του 1660, όταν ο μεγάλος καλλιτέχνης ζωγράφιζε την τότε σύντροφό του, τη Χέντρικε Στόφελς, μετά το θάνατο της αγαπημένης του Σάσκια. Υπήρχε η εξαιρετική πιθανότητα να είναι αληθινό; Παράλληλα, ο Έλτον Ρος, διευθυντής ενός μουσείου στη Βοστώνη, βρίσκεται μπρος σ’ ένα εκπληκτικό αρχαιοελληνικό αγγείο, αντίστοιχης ομορφιάς και τέχνης με τον κρατήρα του Εξηκία στο Μόναχο και τον κρατήρα του Ευφρονίου στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης· τού τον έχει προσκομίσει μυστικά ένας Αρμένης σκοτεινός έμπορος τέχνης. Οι δύο ιστορίες πλέκονται και αρχίζει μια σειρά φόνων και εξαφανίσεων. Ο Έιμος Χάτσερ, ο ντετέκτιβ-ιστορικός τέχνης, ήρωας του Όλιβερ Μπανκς, εμφανίζεται ξανά, και μέσα από τις έρευνες της αστυνομίας, την ιστορία της τέχνης, σχολαστικούς ακαδημαϊκούς ερευνητές, ειδικευμένους κορνιζοποιούς στα τελάρα του 17ου αιώνα και περιπετειώδη ταξίδια στην Ευρώπη προσπαθεί να βρει τα νήματα που θα τον οδηγήσουν στη λύση του μυστηρίου. Η έκδοση συνοδεύεται από σημείωμα του μεταφραστή Ανδρέα ΑποστολίδηHAMSTERX: Ένας άντρας κλείνει ραντεβού με ένα ζευγάρι, σε δημοφιλές sex date app. Όμως η βραδιά θα έχει τα πάντα… εκτός από sex.
ΚΟΥΜΠΑΡΙΕΣ: Pothead, άθεος και εν γένει ρεμάλι, αναγκάζεται να παντρέψει μια μακρινή του ξαδέλφη. Καλά, πάντωδ, δεν θα πάει αυτό!
Ο ΜΑΚΑΡΙΤΗΣ: Ο πατέρας μιας οικογένειας πεθαίνει ξαφνικά, καμία κηδεία όμως δεν μπορεί να χωρέσει ταυτόχρονα και χήρα και ερωμένη.
ΚΟΙΤΑ ΠΩΣ ΤΑ ΚΑΝΑΤΕ!: Κληρονόμησε μια τεράστια περιουσία και θέλει να το γλεντήσει με τους ανθρώπους της ζωής της! Ή μήπως να «γλεντήσει» τους ίδιους;
ΤΟ COMING OUT: Στο οικογενειακό τραπέζι θα αποκαλύψει σε όλους ότι είναι gay. Αυτό το coming out θα είναι σκέτη καταστροφή, αλλά όχι για τον λόγο που φαντάζεσαι…
5 κωμικοτραγικές ιστορίες που -θα μπορούσαν να- έχουν συμβεί, σε σενάριο Ηλία Κατιρτζιγιανόγλου και σχέδιο Φώτη Τσελεπατιώτη.
“Hinterhof” στα γερμανικά θα πει «πίσω αυλή»· ένα μέρος όπου
συνήθως στοιβάζονται πράγματα που δεν θέλουμε να βλέπουμε.
Μεταφορικά, θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το μέρος όπου
εμείς ως κοινωνία έχουμε κρύψει τη σεξουαλική εργασία. Ως
εκ τούτου, φαίνεται ταιριαστό το γεγονός ότι το στούντιο όπου
η Ντάσα Χινκ εργάζεται ως επαγγελματίας αφέντρα βρίσκεται
ακριβώς σε μια τέτοια αυλή στο Βερολίνο.
Πριν μετακομίσει εκεί, ζούσε μια καθημερνή ζωή, με μια σταθερή
σχέση και με βλέψεις για ιδιόκτητο σπίτι και παιδιά, αλλά τα όνειρα
της την οδήγησαν αλλού. Άφησε τον φίλο της, μετακόμισε στη
μεγαλούπολη και έγινε dominatrix. Στο Βερολίνο, βρήκε τη ζωή
που πάντα ονειρευόταν ως μουσικός, σκηνοθέτης, καλλιτέχνης
αλλά και σεξεργάτρια. Στο βιβλίο που κρατάτε, η Ντάσα
Χινκ μοιράζεται μαζί μας την καθημερινότητα και
τις σκέψεις της, μας συστήνει τους πελάτες της
και μας μιλάει για τη σεξεργασία και τις
αντιδράσεις του κόσμου στη νέα της ζωή.
Ελληνική λογοτεχνία
Σύρσιμο – Τυφλότητα – Καράκεντρο – Ρεβεγιόν – Φόρμουλα ένα από τα παλιά
Λαντ Ρόβερ – Μέχρι τέλους – Πες την – Περιστερώνας – Τomboy
Δέκα ιστορίες θραυσματικών ηρώων και ανατρεπτικών καταστάσεων.
Από το οπισθόφυλλο:
Του πέταξε τα κλειδιά στη μούρη. Εκείνος έβγαλε άμυνα με τα χέρια, ενστικτωδώς, και τα κλειδιά πετάχτηκαν ποιος ξέρει πού.
– Αυτό είμαι εγώ για σένα, ε; Αυτό είμαι; ούρλιαζε κλαίγοντας.
Εκείνος δε μιλούσε.
Έστριψα το τετράγωνο, πάρκαρα, και γύρισα προς το σπίτι. Ήταν ακόμα εκεί· έψαχναν τα κλειδιά με τους φακούς από τα κινητά τους, ανάμεσα στα παρκαρισμένα, μες στα σκοτάδια. Τα βρήκε εκείνος.
– Δεν ταιριάζουν τα χνώτα μας, ε; του ’κανε πιο ήρεμη.
– Ε, δεν ταιριάζουν, τι να κάνουμε τώρα… της είπε.
Άνοιξαν με τα κλειδιά και μπήκαν μέσα σε μια πολυκατοικία. Μπροστά από το ασανσέρ, έγειρε στον ώμο του κι αυτός πέρασε το χέρι του γύρω της.
Η πόρτα της οικοδομής έκλεισε πίσω τους.
Ποίηση
Κρύβομαι
σε ένα μικρό μέρος
Μια τρύπα
Το μερίδιό μου από το όλο του κόσμου
Τα πόδια μου
ενδυναμώνονται από μια άγνωστη αγάπη
η επόμενη τρύπα
είναι πολύ μακριά
Τρέχω
Ξένη λογοτεχνία
Καλοκαίρι του 1949, ένας χρόνος μετά τον πόλεμο που οι Παλαιστίνιοι θρηνούν ως τη Νάκμπα -την καταστροφή που οδήγησε στον εκτοπισμό 700.000 Παλαιστινίων- και οι Ισραηλινοί γιορτάζουν ως τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας. Ισραηλινοί στρατιώτες αιχμαλωτίζουν μια νεαρή Παλαιστίνια στην έρημο Νέγκεβ, τη βιάζουν και στη συνέχεια την εκτελούν και θάβουν το σώμα της στην άμμο. Χρόνια αργότερα, μια γυναίκα αγκιστρώνεται από αυτή την ασήμαντη λεπτομέρεια και αναζητά εμμονικά την αλήθεια αυτού του γεγονότος.
Μια στοιχειωτική καταγραφή της βίας και του τρόμου, της απώλειας και της ζωής που κυλά ανάμεσα σε υλικά και άυλα σύνορα.
Ξένη λογοτεχνία
1975. Σε μία από τις κορυφές των ελβετικών Άλπεων, εξαιρετικά δύσκολης στην αναρρίχησή της, το σαλέ του μεγιστάνα του γερμανικού Τύπου Άξελ Σεζάρ Σπρίνγκερ τυλίγεται στις φλόγες μέσα στη νύχτα. Την επομένη, τα ελικόπτερα φτάνουν πολύ αργά: το σαλέ έχει γίνει στάχτη. Η αστυνομία εξαπολύει διεθνές ανθρωποκυνηγητό, επικηρύσσοντας τους τρομοκράτες, που θεωρεί πως ήρθαν από το εξωτερικό για να καταστρέψουν την κατοικία του Σπρίνγκερ. Η πυρκαγιά αποδίδεται στις βίαιες παρεκτροπές του φοιτητικού κινήματος.
Τριάντα χρόνια αργότερα, ο δράστης αυτού του εμπρησμού, ένας άνθρωπος υπεράνω κάθε υποψίας, διηγείται με χιούμορ τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οργάνωσε και διέπραξε το «έγκλημά του», σαν μια κυριακάτικη βόλτα στο βουνό…
Ελληνική λογοτεχνία
…Ό,τι πιο άσχημο έχω ζήσει στην παιδική μου ζωή ήταν τα χρόνια του σχολείου κι αργότερα τα χρόνια της στράτευσης. Στο σχολείο πήγα στα επτά μου χρόνια και την πρώτη μέρα, την πρώτη ώρα, τα πρώτα λεπτά, ο δάσκαλος με ανέκρινε για να μάθει εάν είμαι κορίτσι ή αγόρι. Αιτία τα μακριά μου μαλλιά. Και όταν κατάλαβε επιτέλους ότι είμαι αγόρι, με έδιωξε λέγοντάς μου ότι θα πρέπει πρώτα να πάω να κουρευτώ και μετά να παρουσιαστώ στο σχολείο. Αυτονόητο είναι ότι μίσησα απόλυτα το σχολείο, μαζί και τους δασκάλους του και τον ναρκισσισμό του αυταρχισμού τους.
Λυτρώθηκα κάπως με τις σχετικά σύντομες εμπειρίες ενός εμπνευσμένου δασκάλου στο Δημοτικό κι ενός φιλολόγου στο Γυμνάσιο που μου έδειξαν ότι δεν είναι όλοι τους καθίκια. Και έτσι, το σχολείο και η αρρωστημένη προσφερόμενη εκπαίδευση παρέμειναν ένα απόλυτα απεχθές κομμάτι της ζωής μου. Παρόλα αυτά η σχέση μου με την εκπαίδευση συνεχίστηκε, όχι βεβαίως στην Ελλάδα αλλά σε κάποιες άλλες χώρες της Ευρώπης, όπου έκανα σπουδές και γνώρισα και λάτρεψα σπουδαίους δασκάλους.
Αυτά είχα στο νου μου όταν άνοιξα το Octopus Press, στέκι και καταφύγιο και σχολείο για τους νέους της εποχής, που τους αγάπησα και με αγάπησαν κι εκείνοι. Κι έγινε το βιβλιοπωλείο, όπως και το σπίτι μου και η ζωή μου ολόκληρη και όλοι οι χώροι όπου συναντιόμασταν, τόποι απελευθερωτικής γιορτής, τόποι φιλίας, αγάπης και καθημερινής δημιουργίας έργων που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια και ίχνη ενός αυριανού πολιτισμού…