Βλέπετε 421–432 από 814 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Το χάδι

Αλέξανδρος Στεφανίδης

8.50

“Θυμήθηκε την τελευταία φορά που ένιωσε τη ζεστασιά της στο σώμα του. Ήταν έξι χρονών και βρίσκονταν σε μια συγγενική επίσκεψη. Τον είχε όρθιο στην αγκαλιά της, ανάμεσα στα πόδια της, με την πλάτη γυρισμένη, και του δάγκωσε χαδιάρικα το αυτί. Ένιωσε την υγρασία των χειλιών της να τον πλημμυρίζει. Χρόνια κρατούσε ζωντανή τη μνήμη από το υγρό χάδι της.”

Το χάδι, ως διαρκής έλλειψη και αναζήτηση, διατρέχει το βιβλίο, το οποίο συντίθεται από δώδεκα διηγήματα, σπαράγματα ζωής της παιδικής και εφηβικής ηλικίας του αφηγητή, σε κάποιο ορφανοτροφείο της Αθήνας.
Ο αφηγητής, ώριμος και νηφάλιος πια, αποτολμά το συγκερασμό του παρόντος και του παρελθόντος χρόνου, αναπτύσσοντας μια ιδιότυπη αποστασιοποιημένη μνημοτεχνική, που του επιτρέπει, μέσω της κινηματογραφικής εικονοποιίας και της ελλειπτικής καταγραφής, να ψαύσει -ως παιδί και ως ενήλικος- το αληθινό πρόσωπό του.

Ελληνική λογοτεχνία

Άπαντα

Πάνος Κουτρουμπούσης

39.00

Παναγιώτης Κουτρουμπούσης, έλκων την καταγωγήν από Άνω Μουσουνίτσα Παρνασσίδος (τώρα, χωρίον Αθανάσιος Διάκος)… κι απέ: Σουρρρεαλισμός εν τω γίγνεσθαι!!!…

Κάποτε, λοιπόν, γύρω στα μέσα των ’60s -αν δεν απατώμαι!- ταξιδεύαμε με τον Παναγιώτη, με αυτοκίνητο, κι είχαμε μόλις περάσει τα Ιταλο-Γαλλικά σύνορα, παραλιακά, προς Κυανή Ακτή… Μπαίνοντας στη Γαλία, μου λέει: “Μόλις βρούμε μια τράπεζα, να σταματήσουμε περικαλώ, ν’ αλλάξω κάτι λιρέττες που μου ‘χουνε μείνει, σε Γαλλικά φράγκα” (Τότε ακόμα, στην Ευρώπη, η κάθε χώρα είχε το δικό της νόμισμα!)… Ο.Κ., πράγματι, βρίσκουμε σε λίγο μια τράπεζα, σταματάω, βγαίνει ο Παναγιώτης, μπαίνει στην τράπεζα, και γυρίζει μετά από λίγο, τρεχάτος και χεσμένος στα γέλια!!!… “Τι έγινε ρε συ;” τον ρωτάω, και εξακολουθώντας να γελάει μου δείχνει το διαβατήριό του, και την απόδειξη της συναλλαγής… Στο διαβατήριο, βέβαια, έγραφε το όνομά του με λατινικά, “Panayote Koutrouboussis”, το οποίον η ταμίας, στην τράπεζα, είχε αντιγράψει στην απόδειξη ως “Pavejnolus Clardeluna”!!!…

Έκτοτε, πάντα έτσι υπέγραφε στην σποραδική αλληλογραφία μας!

Ξένη λογοτεχνία

Ασυμβίβαστοι

Μάριο Ντεζιάτι

14.94

Η Κλάουντια εισβάλλει στη ζωή του Φραντσέσκο ένα ηλιόλουστο πρωινό, στο σχολικό προαύλιο μιας επαρχιακής πόλης της νότιας Ιταλίας. Η συνάντησή τους, σαν κεραυνός στη ζωή τους, γεννά μέσα τους μια πρωτόγνωρη επιθυμία: την επιθυμία για ζωή.

Θα μεγαλώσουν μαζί, διαφορετικοί ο ένας από τον άλλον, όπως η φωτιά και το νερό. Εκείνη, μια εκκεντρική κοκκινομάλλα που φοράει γραβάτες, πάντα φευγάτη. Εκείνος συνεσταλμένος, διστακτικός, μα με τη φλόγα της ερωτικής περιέργειας να σιγοκαίει μέσα του. Δυο ασυμβίβαστοι, δυο άνθρωποι που νιώθουν να μην τους χωράει ο τόπος, ή με άλλα λόγια απλώς δυο νέοι.

Με γλώσσα λυρική και τρυφερή, ο Μάριο Ντεζιάτι τολμά να καταδυθεί στον ερωτικό κόσμο και στις ιδιαιτερότητες μιας ρευστής, ξεριζωμένης, ασυμβίβαστης γενιάς: της δικής του. Της γενιάς των Millennials, των σημερινών σαραντάρηδων, που απελευθερώθηκαν και δεν φοβήθηκαν να αναζητήσουν τη θέση τους στον κόσμο μακριά από τον τόπο τους, και που ένιωσαν πραγματικά πολίτες της Ευρώπης.

Ένα μυθιστόρημα για το αίσθημα του ανήκειν, την αυτοεκτίμηση, τις ακλόνητες φιλίες, και τις άπειρες μορφές που μπορεί να λάβει η ερωτική επιθυμία όταν αφήνεται να εκδηλωθεί.

Ελληνική λογοτεχνία

Μπρούτζινος

Δημήτρης Μανιάτης

10.60

Ο Μπρους Λι. Η οδός Φυλής. Ένας νάνος που λέει τα κάλαντα. Ένας γυμνιστής που μένει έξω απ’ το σπίτι του. Ένας ακέφαλος περαστικός. Τενίστες που γλυτώνουν το λιντσάρισμα σε μια συναυλία. Μια στρίπερ. Ο νεκρός με τις μπότες. Μια άχρηστη εφημερίδα που τυλίγει ψάρια. Το Τροπάριο της Κασσιανής. Ένα μπαλκόνι για οφθαλμόλουτρο. Ένας μπρούντζινος νάρκισσος στην Πανεπιστημίου. Η αυξητική γλουτών. Ένα παλιό σινεμά. Ο Λυκαβηττός. Δεκάξι διηγήματα μικρής φόρμας. Μικρές ιστορίες, σαν φέτες ζωής ή σαν μικρά όνειρα που καταγράφηκαν πυρετικά λίγο πριν τελειώσουν. Πικρά, αστεία, γλυκόπικρα, αδιάφορα, στιγμιότυπα μιας ζωής που χάνεται, μιας ζωής που ανατέλλει, μιας ζωής που δεν υπήρξε ποτέ ή απειλητική εδώ γύρω μας κυκλώνει.

Ελληνική λογοτεχνία

Μπέμπης

Θωμάς Κοροβίνης

16.50

O Δημήτρης Στεργίου, γνωστός ως Μπέμπης (Πειραιάς 16.4.1927-24.12.1972), υπήρξε μια ιδιότυπη πρωταγωνιστική φυσιογνωμία της ελληνικής λαϊκής μουσικής που, λόγω της ιδιοφυΐας, της μόρφωσης, της απαράμιλλης δεξιοτεχνίας του στο μπουζούκι και στην κιθάρα, της καθηλωτικής γοητείας του και της αυτοκαταστροφικής αγωνίας του, απέκτησε, τόσο εν ζωή όσο και μετά θάνατον, διαστάσεις θρύλου.

Ο Θωμάς Κοροβίνης, έχοντας μελετήσει τα υπάρχοντα στοιχεία της εργοβιογραφίας και της καλλιτεχνικής διαδρομής του και «συνομιλώντας» για χρόνια με την προσωπικότητά του, παρουσιάζει ένα εκτενές λογοτεχνικό πορτραίτο του, μια αυτοαναφορική εξομολόγησή του, με αποδέκτη έναν φανταστικό επιστήθιο φίλο του μα και όλους μας. Μέσα από την αφήγηση αναδεικνύονται σημαίνοντα πρόσωπα της λαϊκής μας μουσικής, εμβληματικά τραγούδια, ανάλυση χαρακτήρων συνθετών, στιχουργών, ερμηνευτών και θαυμαστών του τραγουδιού, η ανθρωπογεωγραφική σύνθεση του Πειραιά της εποχής του καλλιτέχνη, η ζωή των μουσικών μας στην Κατοχή και στη μεταπολεμική Ελλάδα, και στα αμερικανικά κέντρα διασκέδασης, με ιδιαίτερη έμφαση στο «αγγελικό και μαύρο φως» που σφραγίζει την ψυχική ιδιοσυστασία αυτού του μοναδικού και ανεπανάληπτου «αριστοκράτη μάγκα».

Ξένη λογοτεχνία

Αιλουροειδής φιλοσοφία

Τζον Γκρέι

16.65

Οι γάτες δεν έχουν ανάγκη τη φιλοσοφία. Ακολουθώντας τη φύση τους, είναι ευχαριστηµένες µε τη ζωή που τους προσφέρει. Στους ανθρώπους, από την άλλη, η δυσφορία για την ίδια τους τη φύση µοιάζει φυσική. Το ανθρώπινο ζώο δεν παύει ποτέ να πασχίζει να γίνει κάτι που δεν είναι.

Οι γάτες δεν κάνουν καµία τέτοια προσπάθεια. Μεγάλο µέρος του ανθρώπινου βίου συνίσταται στον αγώνα για ευτυχία. Για τις γάτες, από την άλλη, η ευτυχία είναι η βασική τους κατάσταση. Κατέχουν µια έµφυτη ευτυχία την οποία οι άνθρωποι συνήθως αδυνατούν να κατακτήσουν.

Οι άνθρωποι δεν µπορούν να γίνουν γάτες. Εντούτοις, εάν παραµερίσουν την ιδέα ότι είναι ανώτερα πλάσµατα, µπορεί να κατανοήσουν πώς οι γάτες ευηµερούν χωρίς να αναζητούν εναγωνίως πώς να ζουν.

Ξένη λογοτεχνία

Το άλλο όνομα

Γιον Φόσε

16.20

«Και με βλέπω που στέκομαι και κοιτάζω…» Τι κοιτάζει και τι σκέφτεται ο ηλικιωμένος ζωγράφος Άσλε, που, μετά τον θάνατο της γυναίκας του, ζει απομονωμένος στην εξοχή; Τι τον συνδέει με τον αλκοολικό συνονόματό του Άσλε, επίσης ζωγράφο; Πώς μοιράζονται τις σκέψεις τους για την τέχνη, τον Θεό, τον αλκοολισμό, τη φιλία, τον έρωτα, το πέρασμα του χρόνου;

«Ένας από τους πιο ιδιοφυείς ανθρώπους της εποχής μας» (The Daily Telegraph), ο Γιον Φόσε (γενν. Χάουγκεζουντ 1959) ζει σήμερα στο Grotten, μια κατοικία που παραχωρεί ο βασιλιάς της Νορβηγίας στη σημαντικότερη προσωπικότητα του πολιτισμού της χώρας. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε σαράντα γλώσσες· τα θεατρικά του ανεβαίνουν από σπουδαίους σκηνοθέτες (Τ. Οστερμάγερ, Κλοντ Ρεζί, Πατρίς Σερό). Έχει τιμηθεί με σημαντικά βραβεία και με το βραβείο Ίψεν.

Ζάουμε Καμπρέ

16.00

Ο Ισμαήλ είναι καθηγητής φιλολογίας. Πέρασε δύσκολα παιδικά και νεανικά χρόνια, και τώρα η ζωή του είναι ήρεμη ή μάλλον ανιαρή. Τίποτα δεν συμβαίνει, και το μόνο που τον βγάζει από τον λήθαργό του είναι η αγάπη του για τη λογοτεχνία.

Μέχρι τη στιγμή που ξανασυναντά μια παιδική του φίλη, τη Λέο. Η έλξη που του ασκεί είναι ακαταμάχητη, μια ελπίδα ευτυχίας γεννιέται. Ο Ισμαήλ, όμως, βλέπει μια μέρα στον δρόμο -φαινομενικά, τυχαία- τον πρώην επιστάτη του σχολείου στο οποίο διδάσκει. Αυτός ο άνθρωπος του ζητά μια μικρή εξυπηρέτηση… Η συνάντησή τους θα έχει τρομακτικές συνέπειες και ο Ισμαήλ ξυπνά στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου χωρίς να θυμάται ούτε ποιος είναι, ούτε πώς κατέληξε εκεί. Το μόνο που θυμάται είναι τα βιβλία που τον σημάδεψαν.

Το Μας καταβροχθίζει η φωτιά συνδυάζει αριστοτεχνικά τα συστατικά των κορυφαίων κλασικών νουάρ: καταδικασμένους έρωτες, αθώους που μπαίνουν στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης, μοιραίες γυναίκες που στάθηκαν άτυχες· όλοι, παγιδευμένοι στη δίνη μιας τραγικής μοίρας που τους καταδιώκει αμείλικτα.

Ξένη λογοτεχνία

Το κουρδιστό πορτοκάλι

Άντονι Μπέρτζες

13.41

Η ολοκληρωμένη έκδοση του αριστουργήματος του Anthony Burgess για πρώτη φορά στα ελληνικα.

«Αυτό που γυρεύαμε ήταν μια παλιά, καλή επίσκεψη-έκπληξη… με μπόλικη υπερβία

Ο δεκαπεντάχρονος Aλεξ απολαμβάνει τους βιασμούς, τα ναρκωτικά και την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Ως αρχηγός μιας συμμορίας εφήβων, περιπλανιέται στους δρόμους ενός δυστοπικού μέλλοντος αναζητώντας φρικτές συγκινήσεις. Όταν ο Aλεξ συλλαμβάνεται και φυλακίζεται για την αποκλίνουσα συμπεριφορά του, το Κράτος αναλαμβάνει να τον αναμορφώσει… αλλά με ποιο κόστος;

Το απαράμιλλο λογοτεχνικό επίτευγμα που ενέπνευσε την ομότιτλη ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και συμπεριλήφθηκε στη λίστα του περιοδικού TIME με τα 100 κορυφαία μυθιστορήματα της αγγλικής γλώσσας που γράφτηκαν τον 20ό αιώνα.

Μιχάλης Κατσαρός

17.09

Τα “Μείζονα Ποιητικά” του Μιχάλη Κατσαρού (1920-1998), ενός από τους πιο επιδραστικούς ποιητές στη νεοελληνική λογοτεχνία, περιλαμβάνουν το πιο γνωστό, σχολιασμένο και πολλαπλώς διαβασμένο έργο του, δηλαδή τις τρεις συλλογές του “Μεσολόγγι” (1949), “Κατά Σαδδουκαίων” (1953), “Οροπέδιο” (1957).

Το πρόσθετο ενδιαφέρον όμως σε αυτή την έκδοση είναι ότι περιλαμβάνει ικανό αριθμό ποιημάτων που εντοπίστηκαν μετά τον θάνατο του ποιητή στο Αρχείο του και που -αυτό ίσως είναι το σημαντικότερο- αποκαλύπτουν στον αναγνώστη υφολογικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά που παραπέμπουν ευθέως στις τρεις μείζονες συλλογές του.

Τα περισσότερα από αυτά τα ποιήματα του Αρχείου είτε έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικές εκδόσεις, είτε παρέμεναν ως τώρα ανέκδοτα, είτε δεν έχουν ποτέ θησαυριστεί.

Με αυτή την έννοια ο τόμος “Μείζονα Ποιητικά” παρουσιάζει πρόσθετο χρηστικό και αισθητικό ενδιαφέρον: τόσο για τον ειδικό ερευνητή όσο και, κυρίως, για τον αναγνώστη που εμπνέεται και συγκινείται από τη διαχρονικής δύναμης ελευθεριακή ποίηση του Μιχάλη Κατσαρού.

Ξένη λογοτεχνία

Ο εχθρός

Εμανουέλ Καρέρ

11.66

Στις 9 Ιανουαρίου 1993, ο Ζαν-Κλωντ Ρομάν σκότωσε τη γυναίκα του, τα παιδιά του, τους γονείς του, και επιχείρησε, δίχως επιτυχία τελικά, να αυτοκτονήσει. Η ανάκριση αποκάλυψε ότι δεν ήταν γιατρός, όπως διατεινόταν, και, κάτι ακόμα πιο δύσκολο να πιστέψει κανείς, ότι δεν ήταν και τίποτε άλλο. Εξαπατούσε επί δεκαοχτώ χρόνια, και αυτό το ψέμα δεν κάλυπτε τίποτα. Καθώς πλησίαζε η ώρα της αποκάλυψης, προτίμησε να δολοφονήσει τους ανθρώπους των οποίων δεν θα μπορούσε να αντέξει το βλέμμα. Καταδικάστηκε σε ισόβια.

Γνωρίστηκα μαζί του, παραβρέθηκα στη δίκη του.

Προσπάθησα να διηγηθώ με ακρίβεια, μέρα τη μέρα, εκείνη τη ζωή της μοναξιάς, της απάτης και της απουσίας. Να φανταστώ τι υπήρχε στο μυαλό του τις άδειες ώρες, τις δίχως μάρτυρα ή σκοπό, που υποτίθεται πως περνούσε στη δουλειά του και που στην πραγματικότητα τις περνούσε στα πάρκινγκ της εθνικής οδού ή στα δάση του Ιούρα. Να καταλάβω, τέλος, τι ήταν αυτό που σε μια τέτοια ακραία ανθρώπινη ζωή με άγγιξε τόσο και το οποίο αγγίζει, πιστεύω, τον καθένα μας

Ξένη λογοτεχνία

Η δίκη του Ματάν

Ναντίφα Μοχάμεντ

14.94

Ο Μαχμούτ Ματάν είναι μια γνώριμη φιγούρα στο Τάιγκερ Μπέι στο Κάρντιφ, που το 1952 είναι γεμάτο ναύτες από τη Σομαλία και τις Δυτικές Ινδίες, Μαλτέζους επιχειρηματίες και Εβραίους.
Είναι πατέρας, καιροσκόπος, καμιά φορά και κλεφτρόνι. Είναι πολλά πράγματα, αλλά όχι δολοφόνος.

Έτσι, όταν η ιδιοκτήτρια ενός μαγαζιού δολοφονείται βάναυσα και όλα τα βλέμματα πέφτουν πάνω του, δεν ανησυχεί και τόσο.
Είναι αλήθεια ότι έχει πιο συχνά μπλεξίματα απ’ όταν τον παράτησε η γυναίκα του η Λόρα.
Αλλά ο Μαχμούτ είναι αθώος κι άρα είναι σίγουρος ότι δεν κινδυνεύει σε μια χώρα που υπάρχει δικαιοσύνη.

Αλλά, καθώς οδηγείται σε δίκη, ο Μαχμούτ συνειδητοποιεί την τρομακτική αλήθεια, πως παλεύει όχι μόνο για την ελευθερία του αλλά και για την ίδια του τη ζωή, ενάντια σε συνωμοσίες, προκαταλήψεις και την απανθρωπιά του κράτους.
Και, καθώς η σκιά της κρεμάλας πλανάται από πάνω του, καταλαβαίνει πως δεν αρκεί η αλήθεια για να τον σώσει…