Βλέπετε 1–15 από 1742 αποτελέσματα

Βιβλία

Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ

Αναμένοντας την εσχάτη των ποινών, ένας κατάδικος, πασχίζει να συλλάβει τον κόσμο γύρω του, να βάλει τάξη στην ανθρώπινη εντροπία που τον βασανίζει. Κι ο κόσμος, διά των οικείων του, του δήμιου, και των δεσμοφυλάκων του, μοιάζει να του σκαρώνει μια μεγαλοπρεπή φάρσα: Αντί να τον τιμωρήσει, τον προσκαλεί να συνταχθεί με τους ανόμοιούς του και να συμφιλιωθεί με την τελετουργία του τέλους του. Καθώς η πλοκή εξελίσσεται, η ειρωνεία των ηρώων αλλά και του αφηγητή-συγγραφέα είναι τόσο συντριπτική που οτιδήποτε στιβαρό γκρεμίζεται, κάθε ανθρώπινο υλικό αποσυντίθεται, το σκηνικό και οι χαρακτήρες καταρρέουν μπροστά μας, οι ίδιες οι λέξεις εξεγείρονται. Η υποψία του πρωταγωνιστή ότι υπάρχει ένας εξωτερικός κόσμος αποδεικνύεται ψευδαίσθηση. Στην Πρόσκληση σε έναν αποκεφαλισμό ο Ναμπόκοφ χτίζει με χειρουργική περιγραφική ακρίβεια και απαράμιλλο ύφος μια κοινωνικοπολιτική αλληγορία που υπονομεύει ανηλεώς κάθε λογική, συναισθηματική, ηθική συνοχή, προσθέτοντας ακόμα ένα σπουδαίο έργο στη λογοτεχνική του κληρονομιά.

“Τότε ο Κιγκινάτος στάθηκε και, κοιτώντας γύρω του, λες και μόλις είχε προσγειωθεί σ’ αυτή την πέτρινη ερημιά, μάζεψε όλη του τη θέληση, φαντάστηκε τη ζωή του ολάκερη και επιχείρησε να ξεκαθαρίσει τη θέση του με τον ακριβέστερο τρόπο. Κατηγορούμενος για το χειρότερο των εγκλημάτων, τη γνωσιολογική νωθρότητα, τόσο εξαιρετικά ακατανόητη, που πρέπει να χρησιμοποιείς περιγραφές του τύπου: “μη διαπερατότητα”, “αδιαφάνεια”, “παρακώληση”· θανατική καταδίκη για έγκλημα· κλεισμένος στο φρούριο, εν αναμονή της άγνωστης, αλλά σύντομης, αλλά επικείμενης προθεσμίας αυτής της εκτέλεσης (την οποία την προαισθανόταν, σαν το τράβηγμα, το ξερίζωμα και τη σύνθλιψη κάποιου τερατώδους δοντιού, οπότε όλο του το σώμα ήταν το φλεγμαίνον ούλο και το κεφάλι ήταν αυτό το δόντι)· έτσι όπως έστεκε εκείνη τη στιγμή στον διάδρομο της φυλακής με την καρδιά να σβήνει, ακόμη ζωντανός, ακόμη ακέραιος, ακόμη Κιγκινάτος – ο Κιγκινάτος Κ. ένιωσε μια άγρια λαχτάρα για ελευθερία, για την πιο απλή, την πιο πραγματική, την πιο πραγματικά απτή ελευθερία?”

 

16.50

Ξένη λογοτεχνία

Τόκιο η επιστροφή

Ντέιβιντ Πις

Κάποιοι εξαφανίζονται…
Τόκιο, Ιούλιος του 1949. Ο πρόεδρος Σιμογιάμα, επικεφαλής των Εθνικών Σιδηροδρόμων Ιαπωνίας, εξαφανίζεται μόλις μία μέρα μετά την ανακοίνωση 30.000 απολύσεων. Ο Αμερικανός αστυνομικός ντετέκτιβ Χάρι Σουίνι αναλαμβάνει την έρευνα για τον αγνοούμενο.

Κάποιοι τρελαίνονται…
Οκτώβριος 1964. Το Τόκιο προετοιμάζεται πυρετωδώς να υποδεχτεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα παγκόσμια φώτα της δημοσιότητας. Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Μουρότα Χιντέκι αναλαμβάνει μια υπόθεση που τον αναγκάζει να έρθει αντιμέτωπος με ένα έγκλημα από το οποίο κρυβόταν εδώ και δεκαπέντε χρόνια.

Κάποιοι και τα δύο…
Τέλη του 1988. Ενώ ο αυτοκράτορας Χιροχίτο πεθαίνει, ο Ντόναλντ Ράιχενμπαχ, ένας ηλικιωμένος Αμερικανός, πίνει μπίρες δίπλα στη λίμνη Σινόζαμπου στο Ουένο, βέβαιος ότι η οριστική λύση του μεγαλύτερου μυστηρίου της περιόδου Σόουα εξαρτάται από εκείνον.

 

21.50

Ξένη λογοτεχνία

Να πώς χάνεις μια γυναίκα

Τζούνο Ντίαζ

Το “Να πώς χάνεις μια γυναίκα” είναι ένα βιβλίο για την απιστία, αλλά κυρίως ένα βιβλίο για τη βασανιστική, ανέφικτη δύναμη της αγάπης – της επίμονης αγάπης, της παράνομης αγάπης, της αγάπης που σβήνει, της μητρικής αγάπης: Μια καταδικασμένη σχέση παραδέρνει σε μια παραλία του Αγίου Δομίνικου. Στη λάβρα του πλυσταριού ενός νοσοκομείου του Νιου Τζέρσυ, μια γυναίκα πλένει τα ρούχα του εραστή της και σκέφτεται τη σύζυγό του. Στη Βοστόνη, ένας άντρας αγοράζει για τον μοναχογιό του, καρπό του παράνομου έρωτά του, το πρώτο του ρόπαλο και γάντι του μπέιζμπολ. Στην καρδιά όλων αυτών των ιστοριών βρίσκεται ο ασυγκράτητος, ακαταμάχητος Γιούνιορ, ένας νεαρός ξεροκέφαλος που η λαχτάρα του για έρωτα συναγωνίζεται μόνο την απερισκεψία του – και οι εντυπωσιακές γυναίκες που αγαπάει και χάνει: η καλλιτέχνιδα Άλμα, η μεσήλικη δεσποινίδα Λόρα, η Μαγδαλένα που πιστεύει ότι όλοι οι Δομινικανοί είναι άπιστοι και ο έρωτας της ζωής του, που η πικρή απογοήτευσή της γίνεται τελικά δική του.

Με μια γραφή γεμάτη δύναμη και ενέργεια ζωής, πρωτότυπη, τρυφερή και αστεία, ο Τζούνο Ντίαζ, ένα από τα πιο λαμπρά φοβερά παιδιά της αμερικανικής λογοτεχνικής σκηνής σήμερα, ανατέμνει στο βιβλίο αυτό την απέραντη λαχτάρα και την αναπόφευκτη αδυναμία της ανθρώπινης καρδιάς. Μας υπενθυμίζει ότι το πάθος πάντα νικά την εμπειρία και ότι “ο χρόνος ζωής του έρωτα είναι το άπειρο”.

 

12.64

Ξένη λογοτεχνία

Θα κάψω το Παρίσι

Μπρούνο Γιασένσκι

Ο νεαρός Γάλλος εργάτης Πιερ βλέπει τη ζωή του να καταστρέφεται όταν ξαφνικά απολύεται από τη δουλειά του, η αγαπημένη του τον εγκαταλείπει και ο σπιτονοικοκύρης του τον πετάει έξω. Άστεγος, πεινασμένος και βυθισμένος στην απόγνωση, ο Πιερ περιπλανιέται στους δρόμους του Παρισιού πασχίζοντας να επιβιώσει στον σκληρό και αδυσώπητο κόσμο που εκτείνεται πίσω από τα λαμπερά φώτα και τα ακριβά καταστήματα των πλουσίων. Όταν ένας φίλος του τον ξεναγεί στο Ινστιτούτο Παστέρ, ο Πιερ αποφασίζει να κλέψει δύο δοκιμαστικούς σωλήνες που περιέχουν πανούκλα. Η απελπισία και η απύθμενη οργή για ένα σύστημα που τον καταδίκασε στο περιθώριο τον ωθούν, την παραμονή των εορτασμών για την επέτειο της Γαλλικής Επανάστασης, να αδειάσει τους σωλήνες στη δεξαμενή που τροφοδοτεί το Παρίσι με νερό. Η πόλη μολύνεται, ο ιός εξαπλώνεται, οι νεκροί πληθαίνουν και ένας ανηλεής αγώνας για επιβίωση ξεκινά. Το μίσος και η βία διαποτίζουν τα πάντα, η εκλεγμένη εξουσία καταρρέει και το κοσμοπολίτικο Παρίσι χωρίζεται σε ζώνες όπου, μεταξύ άλλων, κυριαρχούν Κινέζοι κομμουνιστές, φιλοσοβιετικοί Γάλλοι, Αγγλοαμερικάνοι καπιταλιστές, θεοσεβούμενοι Εβραίοι και φιλομοναρχικοί Ρώσοι. Η πόλη παραδίδεται στις καταστροφικές φλόγες μιας πρωτοφανούς εξέγερσης. Τα όσα ακολουθούν είναι ικανά να αλλάξουν τη ροή της Ιστορίας.

18.79

Κοινωνιολογία

Επιστροφή στη Ρενς

Ντιντιέ Εριμπόν

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Ντιντιέ Εριμπόν επιστρέφει στη Ρενς, τη γενέτειρά του στη βόρεια Γαλλία, ύστερα από 30 χρόνια. Το ταξίδι αυτό τον φέρνει αντιμέτωπο με ένα παρελθόν με το οποίο είχε κόψει κάθε δεσμό, σηματοδοτώντας για τον συγγραφέα μια τολμηρή κατάδυση στην οικογενειακή ιστορία του και τις κοινωνικές καταβολές του. Ο Εριμπόν ανασύρει στη μνήμη του τον κόσμο της εργατικής τάξης –τον κόσμο των παιδικών του χρόνων– και ανασυστήνει την πορεία της κοινωνικής του ανέλιξης. Μέσα από αυτή την προσωπική αφήγηση, αναπτύσσει τις σκέψεις του για τις κοινωνικές τάξεις και το σχολικό σύστημα, την κατασκευή των ταυτοτήτων και την ομοφυλοφιλία, την ομοφοβία και τον ρατσισμό, την Αριστερά και την Ακροδεξιά, τις εκλογές και τη δημοκρατία. Επανεντάσσοντας τις προσωπικές διαδρομές στους μηχανισμούς κοινωνικής αναπαραγωγής και κοινωνικού αποκλεισμού, ο συγγραφέας θέτει εντέλει καίρια ερωτήματα σχετικά με την πολλαπλότητα των μορφών που παίρνει η κυριαρχία και, συνεπώς, η αντίσταση.

Η Επιστροφή στη Ρενς είναι η αυτοβιογραφική ανάλυση ενός από τους σημαντικότερους στοχαστές της εποχής μας, αλλά κι ένα κλασικό πλέον έργο κοινωνιολογίας και κριτικής θεωρίας. Γνώρισε τεράστια επιτυχία στη Γαλλία, όπου κυκλοφόρησε το 2009, και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Το 2017 διασκευάστηκε και μεταφέρθηκε στο θέατρο από τον Τόμας Οστερμάγιερ. Η ανάγνωση της Επιστροφής στη Ρενς υπήρξε, μεταξύ άλλων, καθοριστική για τον συγγραφέα Εντουάρ Λουί (μέλος, μαζί με τον Εριμπόν και τον φιλόσοφο και κοινωνιολόγο Ζεφρουά ντε Λαγκανερί, ενός ενεργού πυρήνα αριστερών διανοουμένων), ο οποίος αφιερώνει στον Εριμπόν το πρώτο του βιβλίο Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ (μτφρ. Μιχάλης Αρβανίτης, Αντίποδες, 2018).

19.00

Κωνσταντίνος Τσουκαλάς

«Ταυτότητες» και «διαφορές» στην εποχή της παγκοσμιοποίησης

ΒΡΑΒΕΙΟ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ ΔΙΑΒΑΖΩ

Όλες οι θεμελιώδεις αξιακές προδιαγραφές της νεωτερικότητας βρίσκονται σε συνεχή και εκρηκτική μετατόπιση. Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει και για μετάλλαξη. Όλες οι μεγάλες λέξεις και έννοιες αλλάζουν. Μεταμορφώνονται. Καθόλου τυχαία, η ελευθερία γίνεται «δικαίωμα στην αυτοδιαφοροποίηση», η ισότητα «ισότητα ατομικών ευκαιριών», η πρόοδος «οικονομική μεγιστοποίηση». Όσο για την αλληλεγγύη και την αδελφότητα, αυτές παραμένουν στα αζήτητα. Και οι μεταλλαγές δεν είναι ποτέ αθώες. Έτσι, η αιφνίδια εισβολή του «δικαιώματος στη διαφορά» και του «πολυπολιτισμού» στο προσκήνιο δεν μπορεί να αυτονομηθεί από τα κοινωνικά και ιδεολογικά της συμφραζόμενα. Τα νέα αιτήματα βρίσκονται σε ευθεία συνάρτηση με τις παρενέργειες της παγκοσμιοποίησης, την κατάρρευση των κλειστών πολιτικών οντοτήτων, την αποδυνάμωση των σταθερών εθνικών ταυτοτήτων και την αποσάθρωση του Κράτους Πρόνοιας.

Το γεγονός ότι το «δικαίωμα στη διαφορά» φαίνεται να αποσυνδέεται από την κοινωνική δικαιοσύνη και το δικαίωμα στην άμεση επιβίωση δεν είναι λοιπόν τυχαίο. Για όσο καιρό η καταξίωση της ελεύθερης επιλογής αποδεσμεύεται από την υλικότητα των επιβιωτικών αναγκών όλων δίχως εξαίρεση των αδικημένων, το όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο παραμένει ανοιχτό και ανολοκλήρωτο.

 

12.72

Άντονι Μπέρτζες

Σε αντίθεση με άλλους συγγραφείς οι οποίοι έμειναν στην ιστορία της λογοτεχνίας μόνο λόγω των βιβλίων τους (έχοντας να επιδείξουν μια συνήθως άχαρη, μονότονη και τετριμμένη ζωή), ο Χέμινγουεϊ είναι εξίσου γνωστός για την έντονη ζωή που έζησε. Σε αυτή την κλασική πλέον βιογραφία που έγραψε ο Άντονι Μπέρτζες, συγγραφέας του περίφημου μυθιστορήματος Το κουρδιστό πορτοκάλι, η περιπετειώδης ζωή και ο τραγικός θάνατος του νομπελίστα συγγραφέα βρίσκονται σε πρώτο πλάνο. «Ο Χέμινγουεϊ δεν αρκούνταν στο να είναι απλώς εξαιρετικός ως κυνηγός, ψαράς, πυγμάχος και αρχι-αντάρτης. Έπρεπε να μετατρέψει τον εαυτό του σε Ομηρικό μύθο, κάτι που συνεπάγεται πως έπρεπε να προσποιείται και να λέει ψέματα, αντιμετωπίζοντας τη ζωή σαν μυθοπλασία», γράφει ο Μπέρτζες ο οποίος, για να αφηγηθεί τη ζωή του μεγάλου νομπελίστα συγγραφέα, δεν περιορίστηκε σε επίσημες αρχές, σε ιστορικά στοιχεία, σε επιστολές και ημερολόγια, αλλά μελέτησε και τις ιστορίες που έλεγε ο ίδιος ο Χέμινγουεϊ σε μπαρ, σε πλοία, σε σαφάρι, ιστορίες που με τη σειρά τους εμπλουτίζονται από αναμνήσεις άλλων, και που εξακολουθούν, τόσα χρόνια μετά το θάνατό του, να βγαίνουν στην επιφάνεια.

 

12.72

Έλλη Σκοπετέα

«Μεγαλειώδες», «ανυπέρβλητο», «μοναδικό», είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που έχουν διατυπωθεί για το μνημειώδες βιβλίο της Έλλης Σκοπετέα, σταθερά βασικό βιβλίο αναφοράς εδώ και σαράντα χρόνια. Το βιβλίο είναι μια πολύτιμη πηγή για τη μελέτη της ιδεολογικής αφετηρίας της Μεγάλης Ιδέας, και εργαλείο για να κατανοήσουμε την εκκίνηση του ελληνικού κράτους, αλλά και το παρόν της ελληνικής κοινωνίας.

«Στο βιβλίο επιχειρείται η καταγραφή και, ως έναν εφικτό βαθμό, η κωδικοποίηση των αντιλήψεων για το ελληνικό έθνος και τον “προορισμό” του, όπως διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα κατά τις πρώτες δεκαετίες της ανεξαρτησίας της. Στην αφετηρία βρίσκεται η επισήμανση μιας ιστοριογραφικής έξης που έρχεται συχνά να συσκοτίσει την εικόνα του ελληνικού 19ου αιώνα, και που η πλάνη της φαίνεται αυτονόητη: H σοβαρότητα που αποδίδει η πολιτική ιστορία στην τομή της ίδρυσης του ελληνικού κράτους δεν έχει αντίκρυσμα στην ιστορία της κίνησης των ιδεών· εκεί οι εξελίξεις που καταλαμβάνουν το επίκεντρο της προσοχής της πολιτικής ιστορίας υποβιβάζονται σε δεύτερη μοίρα, καθώς επικρατεί, γενικά, η τάση να θεωρείται δεδομένη η ενότητα και η συνέχεια της ελληνικής σκέψης και πνευματικής παραγωγής. Το αποτέλεσμα είναι να προκύπτουν δύο διαφορετικές όψεις της εποχής, που κάποτε είναι εξαιρετικά δύσκολο να ταιριάξουν μεταξύ τους. Ό,τι για τη μία όψη θα ήταν “ιδέα”, για την άλλη μπορεί να μην είναι παρά “σύνθημα”, και ένας επίγονος π.χ. του διαφωτισμού μπορεί, κατά τις βουλές του παρατηρητή του, να μεταμορφώνεται σε απλό κρατικό λειτουργό ή κομματάρχη».

 

23.00

Γκουρμπετελλί Ερσόζ

Από παλιά τα βουνά ήταν μέσα στην καρδιά μου, αλλά κατάλαβα ότι πόλεμος σημαίνει να κεντήσω την καρδιά μου στα βουνά.

Δεν μπορεί να υπάρξει πόλεμος χωρίς το φόβο.

Ο πόλεμος δεν είναι ζωή στον κήπο με τα ρόδα, αλλά προσπάθεια συνέχισης της ζωής μέσα στην πυρίτιδα και στο αίμα”.

Tο ΚΕΝΤΗΣΑ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ. Ημερολόγιο μιας Κούρδισσας αντάρτισσας, 1995-1997 της Γκουρμπετελλί Ερσόζ είναι ένα χρονικό του αγώνα για ανεξάρτητο Κουρδιστάν και ταυτόχρονα μια επιτόπια μαρτυρία ως απάντηση στην παραπληροφόρηση του κράτους της Τουρκίας και των συμμάχων του.

Η Γκουρμπέτ, η Ξενιτοπούλα, αφηγείται μάχες, γράφει ποιήματα, αποδύεται σε στοχασμούς και αυτοκριτική. Το γράψιμο του ημερολογίου είναι για εκείνη, αφενός, πράξη πολιτική και προσωπική, που της επέτρεψε την ακατέργαστη καταγραφή των γεγονότων μιας ιστορίας που δεν θα δημοσιευθεί ποτέ επίσημα, και, αφετέρου, ευκαιρία να εκφράσει τα όνειρά της, τις πεποιθήσεις της, να διατυπώσει τις αναλύσεις και τις αμφιβολίες της.

Το Ημερολόγιο της Γκουρμπέτ μας δίνει επίσης τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τη διαμόρφωση μιας μαχήτριας, να διαπιστώσουμε και να εξερευνήσουμε τα παρακείμενα και τις αντιφάσεις του ένοπλου αγώνα, και, κυρίως, να συντροφέψουμε τις αντάρτισσες γυναίκες και να σφυρηλατήσουμε το ρόλο τους σε ένα τέτοιο πλαίσιο.

Η κατασκευή ενός αρχείου μνήμης in situ μας είναι απαραίτητη στο να χαρτογραφούμε και να συνοδεύουμε τους πολιτικούς αγώνες.

21.00

Ξένη λογοτεχνία

Μην κλαις, μπαμπά

Ρουμένα Μπουζαρόφσκα

Το “Μην κλαις, μπαμπά” αποτελείται από μικρές ιστορίες γυναικών διαφορετικών ηλικιών. Η Τίνα βιώνει την τραυματική εμπειρία της πρώτης επίσκεψης σε γυναικολόγο. Η Καίτη παρασύρεται από τη φίλη της και ξοδεύει σε ρούχα τις οικονομίες που κρατούσε για μια εξαγωγή φρονιμίτη. Κάποια νεαρή σύζυγος αναγκάζεται να συγκατοικήσει με την πεθερά της. Κάθε ιστορία είναι κι ένα μικρό δράμα που οδηγεί σε συναισθηματικά αδιέξοδα, εντάσεις και κατάρρευση οικογενειακών σχέσεων.

Η βραβευμένη Ρούμενα Μπουζάροφσκα (γενν. Βόρεια Μακεδονία, 1981) νιώθει τη γυναίκα, την αντίσταση και τη συντριβή της κάτω από την πίεση της «παρηκμασμένης» πατριαρχικής κοινωνίας. Στη σειρά Aldina κυκλοφορούν επίσης οι συλλογές διηγημάτων της “Ο άντρας μου” και “Δεν πάω πουθενά”.

15.00

Ξένη λογοτεχνία

Μια πληγή γεμάτη ψάρια

Λορένα Σαλασάρ Μάσο

Στο άχρονο τοπίο της κολομβιανής ζούγκλας, μια μητέρα κι ένα παιδί διαπλέουν τον ποταμό Aτράτο. Η μητέρα είναι λευκή, το παιδί, μαύρο. Σκοπός του ταξιδιού τους, η συνάντηση με τη βιολογική μητέρα που το εγκατέλειψε. Στο κανό ταξιδεύουν μαζί τους ιστορίες για τον ποταμό και τις γυναίκες του, εικόνες υπνωτιστικής ομορφιάς, αλλά και σκηνές φριχτής βίας που μας ακινητοποιούν σε ένα προγλωσσικό στάδιο λυγμών και κραυγών. Σαν αντιστάθμισμα στη βία που σβήνει τα πάντα, το παιδί κάνει όλη την ώρα ερωτήσεις και η αφηγήτρια, για να τις απαντήσει, πρέπει ν’ ανακαλύψει τον κόσμο απ’ την αρχή. Σε μια αφήγηση βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, η σχέση μάνας-παιδιού μετατρέπεται στον τόπο όπου ξαναγεννιέται η γλώσσα, ονειρική, αληθινή, άσπιλη από τη φτώχεια, την εγκατάλειψη και τον τρόμο που ταξιδεύουν πλάι τους.

14.00

Ινάζο Νιτόμπε

«Το Μπουσίντο είναι ο κώδικας ηθικών αρχών που διδάσκονταν και έπρεπε να τηρούν οι ιππότες (“σαμουράι”). Δεν πρόκειται για γραπτούς κανόνες. Στην καλύτερη περίπτωση περιλαμβάνει κάποια αποφθέγματα που διαδόθηκαν προφορικά από γενιά σε γενιά ή προήλθαν από την πένα κάποιου γνωστού πολεμιστή ή σοφού. Συνήθως είναι ένας κώδικας άγραφος και άφατος, που όμως θεωρείται απαράβατος σαν συμβόλαιο, νόμος γραμμένος στις σάρκινες πλάκες της καρδιάς… Ενδεχομένως κατέχει την ίδια θέση στην ιστορία της ηθικής με το Σύνταγμα της Αγγλίας στην ιστορία της πολιτικής».

Θάρρος, εντιμότητα, ευγένεια, αφοσίωση, αίσθηση του καθήκοντος: ο κώδικας αξιών των σαμουράι πολεμιστών έφτασε με το πέρασμα των αιώνων να χαρακτηρίσει την κουλτούρα ολόκληρου του ιαπωνικού λαού. Και ο Ινάζο Νιτόμπε, ένας από τους σημαντικότερους πρεσβευτές του ιαπωνικού πολιτισμού, αναλαμβάνει στις αρχές του 20ού αιώνα να συστήσει την ψυχή της Ιαπωνίας, όπως χαρακτηρίζει το Μπουσίντο, σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο.

9.90

Γιάννης Ξανθούλης

Είναι βέβαιο πως η Ροδόσταμη, κωμόπολη της Ανατολικής Μακεδονίας, δεν είναι ευρύτερα γνωστή. Οι άνθρωποί της, όμως, πιθανότατα θυμίζουν γείτονες, συγγενείς, εραστές ή και τυχαίες γνωριμίες.

Το έτος 1959 και η αναμονή του ξεχωριστού 1960, που εγκαινίαζε μια ζωηρή δεκαετία, ανέσυρε αναμνήσεις από γεγονότα που η Ιστορία κατέγραψε ως κοσμοϊστορικά, με τη συνδρομή επιστημόνων, ιστορικών ή καφενόβιων ρητόρων που κυκλοφορούν πάντα ανάμεσά μας, σαν αντιβίωση στην πλήξη. Μπορεί όμως να είμαστε κι εμείς φορείς ανάλογης αβάσταχτης σοβαρότητας ή και ελαφρότητας, όσο κι αν δεν το έχουμε εμπεδώσει, αφού ουδείς μάς το επισήμανε εγκαίρως… Η Ροδόσταμη, πάντως, συγκέντρωνε μια ενδιαφέρουσα ποικιλία από σωσίες των εαυτών μας. Οι αδελφές Γαργάρα, Φιλοθέη και Μαγιοπούλα, εκπαιδεύουν την αθωότητά τους αρχικά στην οικογενειακή αρένα και μετά ταξινομούν αλήθειες και ψευδαισθήσεις με σθένος ηρωικό και ευτράπελο. Οι δύο θυγατέρες του παλαιστή Ηρακλή Γαργάρα έγιναν έτσι αφορμή να γραφτεί ένα πόνημα θυελλωδών καταστάσεων – καιρικών, ψυχολογικών και άλλων.

Ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι πρόκειται για συγγενικές του περσόνες ως προς την επιδίωξη απόδρασης σε μια Αθήνα έτοιμη να τις ανταμείψει με μυστικά τερατωδών αλλά ρομαντικών ρεφρέν, που υμνούσαν κάθε οξύμωρη προσδοκία ή ματαίωση. Κι αυτές, εύπιστες και απελπισμένες, επιδόθηκαν στο σπορ της Άλωσης, παραδομένες στα κέφια ενός εκτροχιασμένου χρόνου. Όσο για την εμμονή του συγγραφέα με τα έτη 1959 και 1960, αυτή, σύμφωνα με φήμες και σχόλια εμπειρογνωμόνων, οφείλεται στην ψυχωτική αμηχανία ενηλικίωσης που υπέστη – και την οποία, μάλλον, δεν ξεπέρασε ποτέ.

19.90

Μαρκήσιος ντε Σαντ

Οι 120 μέρες είναι οι χίλιες και μία νύχτες από κάποιο Μεσαίωνα που σαν να μην τέλειωσε ακόμα. “Κι απ’ όλους τους μεσαίωνες δεν υπάρχει χειρότερος από το μεσαίωνα του ανθρώπου” (Λόρδος Βύρων).

Σημασία έχει να τον ατενίζουμε και να μην κρυβόμαστε υποκριτικά πίσω από μια ηθική που δεν είναι παρά η άρνηση της ίδιας της ζωής (Νίτσε).

Ο Φουκώ έγραφε το 1966: “Ο Σαντ αγγίζει τα πέρατα του κλασικού λόγου και στοχασμού. Βασιλεύει ακριβώς στα όριά τους. Μετά απ’ αυτόν η βία, η ζωή και ο θάνατος, η επιθυμία, η σεξουαλικότητα θα απλώσουν ένα τεράστιο σκιερό στρώμα που προσπαθούμε τώρα να συνεχίσουμε, όσο μπορούμε, μέσα στο δικό μας λόγο, τη δική μας ελευθερία, το δικό μας στοχασμό. Αλλά ο στοχασμός μας είναι τόσο σύντομος, η ελευθερία μας τόσο υποταγμένη, ο λόγος μας τόσο ξαναμασημένος που πρέπει πια ν’ αντιληφθούμε πως ουσιαστικά αυτό το υπόγειο στρώμα είναι μια απέραντη θάλασσα”. Σαν να μην είχε άδικο ο Γάλλος ιστορικός όταν έλεγε πως, όσο λιγότερο θα μπορούμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο, τόσο περισσότερο θα διαβάζουμε Σαντ.

23.00

Όμηρος

Τα περισσότερα, ιστορικά και γραμματολογικά, συμφραζόμενα της ομηρικής Ιλιάδας παραμένουν ή αδιάγνωστα ή υποθετικά. Τίποτε βέβαιο δεν ξέρουμε για τον ποιητή της (ή τους ποιητές της): ούτε πότε έζησε ακριβώς ούτε που έζησε και έδρασε ούτε καν πώς λεγόταν. Ίσως γεννήθηκε σε κάποια πόλη της παράλιας Μικράς Ασίας ή σε κάποιο παράκτιο νησί της.

Η Ιλιάδα πιθανολογείται ότι συντάχθηκε στα μέσα περίπου του όγδοου προχριστιανικού αιώνα ότι η Οδύσσεια ακολούθησε, εν γνώσει μάλλον της Ιλιάδας, στα τέλη του ίδιου αιώνα. Τα δύο έπη προϋποθέτουν πάντως μακρά προφορική παράδοση, που την καλλιέργησαν κάποιοι εμπνευσμένοι αοιδοί, οι οποίοι εξελίχτηκαν σε ραψωδούς. Σ’ αυτή την προφορική παράδοση χρωστούν τα ομηρικά έπη λίγο-πολύ: το μύθο τους και τα κύρια πρόσωπά τους σίγουρα τον εξάμετρο και τη γλώσσα τους τους επαναλαμβανόμενους λογοτύπους (άλλως πως: φόρμουλες), τις τυπικές σκηνές, τα τυπικά τους θέματα και μεγαθέματα. […]

 

30.00