Showing all 7 results

Νόμπελ λογοτεχνίας

Λάσλο Κρασναχορκάι

Σε μια μικρή και λησμονημένη από τον Θεό πόλη της Ουγγαρίας, χαμένη μέσα στην ομιχλώδη και παγωμένη λεκάνη των Καρπαθίων, πλανάται η απροσδιόριστη απειλή μιας επικείμενης καταστροφής. Η απειλή, που δεν κατονομάζεται ποτέ, επιτείνεται όταν καταφτάνει στην πόλη ένα μυστηριώδες τσίρκο που κουβαλάει μαζί του μια γιγαντιαία φάλαινα και επιδεικνύει τον παράδοξο “Πρίγκιπα” με τα τρία, καθώς λέγεται, μάτια. Οι τρομαγμένοι πολίτες νιώθουν πως πρέπει να αντιδράσουν και καταφεύγουν σε οτιδήποτε νομίζουν πως μπορεί να δαμάσει το χάος, από τη μουσική ως τον φασισμό. Και ανάμεσα στους μοχθηρούς ή άβουλους κατοίκους της πόλης ξεχωρίζει ο αλαφροΐσκιωτος Βάλουσκα, ο τρυφερός ήρωας του βιβλίου, η μοναδική αγνή και ευγενική ψυχή. “Αντάξιο ενός Κάφκα κι ενός Μπέκετ, ενός Μπέρνχαρτ και ενός Μέλβιλ, το μυθιστόρημα καθηλώνει τον αναγνώστη με τις υπνωτιστικές ποιητικές εικόνες του, τους παραληρηματικούς μονολόγους των ηρώων του και τις μπουρλέσκ καταστάσεις που φέρνουν ένα πικρό μειδίαμα στα χείλη του αναγνώστη. Με άκρως διεισδυτική ματιά, ο συγγραφέας περιγράφει την ανθρώπινη κατάσταση στις σύγχρονες κοινωνίες μας, στις οποίες τα άτομα, έρμαια του φόβου και των δεισιδαιμονιών τους, μάταια αγωνίζονται ενάντια στην κατάσταση της διάλυσης και του χάους που, κατά την άποψη του συγγραφέα, “είναι η φυσική κατάσταση του κόσμου”. Μυστήριο, μελαγχολία και θλίψη διατρέχει όλο το βιβλίο η αντίσταση είναι ανώφελη, αφού η προσπάθεια να αλλάξει η υπάρχουσα κατάσταση οδηγεί την πόλη σε ένα αυταρχικό καθεστώς. Η μόνη χαραμάδα φωτός είναι η αποδοχή της ανθρώπινης κατάστασής μας και η αλλαγή στάσης απέναντι στη ζωή και στον συνάνθρωπό μας”, παρατηρεί η μεταφράστρια του βιβλίου Ιωάννα Αβραμίδου. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Πάει και το φραντζολάκι

Λάσλο Κρασναχορκάι

Κεντρικός ήρωας του νέου μυθιστορήματος του Λάσλο Κράσναχορκαϊ είναι ο 91χρονος Γιόζι Κάντα, ο οποίος μάταια έκανε τα πάντα για να εξαφανιστεί από τα μάτια του κόσμου. Οι οπαδοί του, όμως, καταφέρνουν να τον εντοπίσουν σ’ ένα χωριό της Ουγγαρίας. Ο Κάντα, συνταξιούχος ηλεκτρολόγος, έχει στο αίμα του το ινκόγκνιτο, η οικογένειά του κρατάει μυστική την καταγωγή της εδώ και αιώνες και, προς το παρόν, ούτε κι ο ίδιος θέλει να μαθευτεί ευρέως ότι, σαν απόγονος του Τζένγκις Χαν και του Μπέλα Δ΄, θα μπορούσε να διεκδικήσει τον ουγγρικό θρόνο ως Ιωσήφ Α΄ του οίκου των Άρπαντ. Δεν θέλει ωστόσο να αναμειχθεί στην πολιτική: δηλώνει ότι δεν θέλει να ταΐσει άλλο τη φωτιά, αλλά να ξεχωρίσει την ήρα από το σιτάρι. Τι λένε όμως γι’ αυτό οι ενθουσιώδεις μαθητές του, στους οποίους συγκαταλέγονται αιθεροβάμονες βασιλόφρονες αλλά και επίδοξοι τρομοκράτες; Και γενικά: μπορεί κανείς να προλάβει ποτέ το μοιραίο; Στο νέο του σατιρικό μυθιστόρημα, ο Κράσναχορκαϊ –μετά τη Νέα Υόρκη, τη Δαλματία και τη Θουριγγία– επιστρέφει σε μια καρναβαλική Ουγγαρία. Όλοι είναι βυθισμένοι στο τέλμα: ο γερο-βασιλιάς με το εξοχικό του σπιτάκι αλλά και οι φιλοξενούμενοί του που εμφανίζονται από το πουθενά, ανάμεσά τους και ένας περιπλανώμενος μουσικός ονόματι Λάσλο Κράσναχορκαϊ. Και πού να βρίσκεται στο μεταξύ το Φραντζολάκι, το σκυλί φύλακας του Γιόζι; Θα χαθεί στην ομίχλη; Ή θα παραμείνει μαζί μας για πάντα;

20.00

Λάσλο Κρασναχορκάι

Τοποθετημένη στο σήμερα, η Επιστροφή του βαρόνου Βένκχαϊμ αφηγείται την ιστορία του βαρόνου Μπέλα Βένκχαϊμ (ενός ήρωα που θυμίζει τον πρίγκιπα Μίσκιν), ο οποίος αποφασίζει, στο τέλος της ζωής του, να επιστρέψει στη γενέτειρά του στην ουγγρική επαρχία. Δραπετεύοντας από το Μπουένος Άιρες, για να μην αναγκαστεί να πληρώσει τα υπέρογκα χρέη του στα καζίνα της πόλης, όπου ζούσε εξόριστος, ελπίζει να συναντηθεί και πάλι με τη Μάρικα, την αγαπημένη του από τα μαθητικά του χρόνια. Στην πατρίδα του πια, βρίσκει μια πόλη γεμάτη κομπιναδόρους και πολιτικάντηδες, όπου βασιλεύει η μιζέρια και ο παραλογισμός. Στο μεταξύ, ο κύριος Καθηγητής -ένας διεθνούς φήμης επιστήμονας που μελετά τα βρύα και ζει σε ένα αλλόκοτο παράπηγμα, σαν ησυχαστήριο, σε μια ακατοίκητη περιοχή έξω απ’ την πόλη- παραληρεί ακατάπαυστα και προσπαθεί επίμονα να αποκτήσει ανοσία απέναντι στις ίδιες του τις σκέψεις. Μέσω μιας συναρπαστικής πλοκής, με τον θάνατο και την άβυσσο να καραδοκούν, η έσχατη καταδίκη έρχεται να συντρίψει τους ανυποψίαστους κατοίκους της πόλης. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

22.00

Ξένη λογοτεχνία

Η Σέιομπο πέρασε από κάτω

Λάσλο Κρασναχορκάι

Από το Κιότο στη Βενετία, από το Παρίσι στην Αθήνα, και, ακόμη, περνώντας από τη Γρανάδα και τη Γενεύη, ο Λάσλο Κρασναχορκάι μας παρασύρει σε ένα γοητευτικό ταξίδι μέσα από δεκαεπτά αφηγήσεις, που αποτελούν παραλλαγές και στοχασμούς γύρω από την τέχνη και τη δημιουργία, αλλά και την αναζήτηση: του ιερού. Με τη βοήθεια ενός τουρίστα, που χάνεται στα δαιδαλώδη δρομάκια της Βενετίας και ανακαλύπτει θαμπωμένος ένα άγνωστο έργο της Σχολής του Σαν Ρόκο, ενός ηθοποιού του θεάτρου Νο, ο οποίος ενσαρκώνει τη θεά Σέιομπο, ενός φύλακα του Μουσείου του Λούβρου, που τον συνδέει ένας σχεδόν ερωτικός δεσμός με την Αφροδίτη της Μήλου, ή, ακόμα, ενός αρχιτέκτονα παθιασμένου με τη μουσική μπαρόκ, ο οποίος με αδέξιο τρόπο προσπαθεί να μεταδώσει τον ενθουσιασμό του σε κάποιους γέροντες χωρικούς, ο συγγραφέας μάς κάνει να μοιραστούμε μαζί του τη δύναμη της καλλιτεχνικής εμπειρίας σε όλη την πολυπλοκότητά της. Ξεδιπλώνοντας μια μεγαλειώδη πρόζα, που με τον ρυθμό της μας προσκαλεί σε στοχαστικές αναζητήσεις, ο Κρασναχορκάι, διαδοχικά ιερατικός, ειρωνικός, και πάντα βαθιά καλλιεργημένος, καταπιάνεται με τον ρόλο του καλλιτέχνη, αλλά και του θεατή, και ερευνά τη συγκίνηση που προκαλεί η μεγάλη τέχνη στον καθένα από εμάς. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) «Με απρόσμενο τρόπο, η σειρά των κεφαλαίων της Σέιομπο -φωτεινά και κάποιες φορές εκτυφλωτικά, όπως εκείνο που είναι αφιερωμένο σε μια επίσκεψη στην Ακρόπολη με τον ήλιο κατακούτελα, που μας κάνει να συναντήσουμε τα θαύματα του ορατού μας κόσμου (αγάλματα, πίνακες, μάσκες, μνημεία)- ολοκληρώνεται με σελίδες απίστευτης, σχεδόν αβάσταχτης, έντασης με μια κραυγή στο σκοτάδι». (Le Nouveau Magazine Litteraire) «Η αβάσταχτη ομορφιά της τέχνης. Ένας ύμνος στην αισθητική έκσταση. Ο μακροπερίοδος χαρακτηριστικός λόγος του Κρασναχορκάι δεν δυσκολεύει τον αναγνώστη και συμβολίζει με τον τρόπο του τη βαθιά εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του ωραίου που καθοδηγεί το κείμενο και μας καθιστά πιο ισχυρούς». (Le Monde) «Τον χαρακτηρίζουν αυστηρό και δυσπρόσιτο. Ο μεγάλος Ούγγρος συγγραφέας με τη Σέιομπο αποδεικνύει ότι η ριζοσπαστικότητά του δεν τον εμποδίζει να παρακολουθεί τον κόσμο γύρω του. Ένα σαγηνευτικό μυθιστόρημα για τη δύναμη της τέχνης με ύφος αισθητικού μανιφέστου». (Lire)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Το τανγκό του Σατανά

Λάσλο Κρασναχορκάι

Ένα απομονωμένο χωριό βυθισμένο στην εγκατάλειψη και την παρακμή, στα βάθη μιας ουγγρικής πεδιάδας που τη σαρώνει ο άνεμος και η αδιάκοπη βροχή. Παντού λάσπη, αγέλες σκύλων τριγυρίζουν και οι λιγοστοί κάτοικοι φυτοζωούν ανάμεσά τους, ένας γιατρός χωρίς ασθενείς κι ένας δάσκαλος χωρίς μαθητές. Χωρίς δουλειά, παλεύουν ο ένας εναντίον του άλλου και προσπαθούν να επιβιώσουν μέσω της ίντριγκας, της προδοσίας, της απιστίας, νιώθοντας βαθιά απόγνωση. Κάθε προσπάθεια φυγής είναι καταδικασμένη εκ των προτέρων. Ο κομμουνισμός έχει καταρρεύσει, η πίστη στον Θεό και στις ιδεολογίες έχει κλονιστεί. Και να, ξαφνικά, δύο άντρες, που όλοι πίστευαν ότι είναι νεκροί, επανεμφανίζονται. Φως στο σκοτάδι. Ο ένας από τους δύο, παρά τη διαβολική του εμφάνιση, γίνεται δεκτός ως ο «Μεσσίας» που θα τους σώσει από τον αφανισμό. Περιμένουν, αγωνιούν και ελπίζουν. Έχουν την αίσθηση μιας επικείμενης αποκάλυψης. Τη φοβούνται και την επιθυμούν. Το “Τανγκό του Σατανά” είναι ο κωμικοτραγικός χορός μιας λύτρωσης που δεν έρχεται ποτέ, ένα ποιητικό ταξίδι για την αναζήτηση της αλήθειας, ένα κείμενο που ξεχειλίζει από συμπόνια και ανθρωπιά για τη μηδαμινή κουκκίδα που συνιστά η ύπαρξή μας μέσα σ’ έναν χαοτικό κόσμο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) «Το “Τανγκό του Σατανά” είναι ένα κολοσσιαίο μυθιστόρημα: συμπαγές, έξυπνα δομημένο, συχνά συνταρακτικό, με ένα όραμα που συναρπάζει. Σκληρό, αμείλικτο και σε τέτοιο βαθμό ζοφερό που συχνά γίνεται κωμικό. Ο Κρασναχορκάι είναι ένας οραματιστής συγγραφέας» (Theo Tait, The Guardian) «Μεθυστικό και χιουμοριστικό, σκοτεινό αλλά όμορφο, το “Τανγκό του Σατανά” είναι ένα σύγχρονο αριστούργημα που καταφέρνει όχι μόνο να μιλήσει στην εποχή του, αλλά και να την υπερβεί» (Beth Jones, The Telegraph)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Πόλεμος και πόλεμος

Λάσλο Κρασναχορκάι

Από τις γειτονιές μιας μικρής ουγγρικής πόλης, στη Βουδαπέστη, στη Νέα Υόρκη και αλλού, ακολουθούμε τη μανιακή φωνή του Γκιόργκι Κόριμ, του ήρωα του Πόλεμος και πόλεμος, αυτού του ταπεινού, θλιμμένου γραφιά. Απελπισμένος, ώρες ώρες σχεδόν τρελός, αλλά επίσης έντονα συναισθηματικός, ο Κόριμ έχει ανακαλύψει, στα σκονισμένα Αρχεία της μικρής ουγγρικής πόλης όπου εργάζεται, ένα χειρόγραφο το οποίο επί δεκαετίες δεν έχει αγγίξει κανείς. Το συγκλονιστικής ποιητικής ομορφιάς κείμενο εξιστορεί την περιπλάνηση τεσσάρων συντρόφων, που πολέμησαν μαζί σ’ έναν καταστροφικό πόλεμο και αγωνίζονται τώρα να επιστρέψουν σπίτι τους και να ξεφύγουν από τον αμείλικτο κόσμο της βίας. Συγκινημένος από τον εξαιρετικά ευάλωτο χαρακτήρα των ηρώων του χειρογράφου, ο Κόριμ θέτει ως σκοπό της ζωής του να μεταβιβάσει στον κόσμο το ζωτικής σημασίας μήνυμα του κειμένου που μόλις ανακάλυψε. Αποφασίζει να εκπληρώσει αυτό το καθήκον στη Νέα Υόρκη, που αποτελεί για κείνον το «κέντρο του κόσμου». Ακολουθώντας τον Κόριμ με επίμονο ρεαλισμό σε όλη του τη διαδρομή, και κυρίως στους δρόμους της Νέας Υόρκης, το Πόλεμος και πόλεμος -ένα από τα σημαντικότερα και πλέον φιλόδοξα βιβλία αυτού του Ούγγρου «μαιτρ της Αποκάλυψης», όπως τον αποκαλεί η Susan Sontag- μας μεταφέρει με συγκλονιστικό και ανθρώπινο τρόπο σ’ έναν κόσμο που διχάζεται ανάμεσα στην αγριότητα και τη μανιώδη ομορφιά. Με γραφή που δεν μοιάζει με καμιά άλλη, το Πόλεμος και πόλεμος επιβεβαιώνει τα λόγια του W. B. Sebald ότι η πρόζα του Κρασναχορκάι «ξεπερνά κατά πολύ όλες τις ήσσονος σημασίας ανησυχίες της σύγχρονης γραφής». (Από την παρουσίαση της έκδοσης)

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Σας αφιερώνω τη σιωπή μου

Μάριο Βάργκας Λιόσα

Ο Τόνιο Ασπιλκουέτα μοιράζει τις μέρες του ανάμεσα στη δουλειά, στο σπίτι και στο ακαταμάχητο πάθος του: στην κρεολική μουσική. Η απρόσμενη πρόσκληση να πάει να ακούσει έναν άγνωστο κιθαρίστα, τον Λάλο Μολφίνο, του αλλάζει τη ζωή. Ο αινιγματικός και εξαιρετικά ταλαντούχος καλλιτέχνης επιβεβαιώνει αυτό που ο Τόνιο ήδη διαισθανόταν: Η δική του αγάπη για την περουβιανή παραδοσιακή μουσική οφείλεται σε κάτι περισσότερο από την απλή τέρψη που προσφέρει. Σε ένα Περού κατακερματισμένο και ισοπεδωμένο από τη βία του Φωτεινού Μονοπατιού, θα μπορούσαν άραγε οι βαθύρριζες λαϊκές μελωδίες να προκαλέσουν μια κοινωνική επανάσταση, να ανατρέψουν τις προκαταλήψεις και να ενώσουν τη χώρα σε μια αγκαλιά συμπερίληψης και αδελφοσύνης; Είναι πολύ πιθανό η δεξιοτεχνία του Λάλο Μολφίνο να συνδέεται με όλα αυτά, οπότε ο Τόνιο αποφασίζει να ταξιδέψει στον τόπο καταγωγής του μουσικού, να διερευνήσει την ιστορία του, την οικογένεια και τους έρωτές του, να μάθει πώς έγινε κιθαρίστας. Ο Τόνιο σκοπεύει, επίσης, να γράψει ένα βιβλίο. Το τελευταίο, συγκινητικό μυθιστόρημα που δημοσίευσε ο μεγάλος νομπελίστας συγγραφέας, ένα κύκνειο άσμα εμποτισμένο με την αναζήτηση της ουτοπίας.

 

Το Σας αφιερώνω τη σιωπή μου αφηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου που ονειρεύτηκε μια χώρα ενωμένη μέσω της μουσικής και τρελάθηκε στην προσπάθειά του να γράψει το τέλειο βιβλίο που θα εξιστορούσε το εν λόγω γεγονός.

«Το βαλς, που γεννήθηκε στα στενοσόκακα της Λίμα, δόμησε το Περού. Εδώ αφηγούμαι αυτή την ιστορία, και μαζί της εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου σε μια κρυφή αγάπη που με συνοδεύει σε όλη μου τη ζωή: την αγάπη που νιώθω για την κρεολική μουσική και, ειδικά, για το βαλς της χώρας μου».

Μάριο Βάργκας Λιόσα

18.00