Εδώ και δεκαετίες, κάθε ερχομός των Scorpions στην Ελλάδα προξενεί κύματα ενθουσιασμού, μα και απορίας. Από τη μία, χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας τρέχουν να τους δουν και να ξανακούσουν τα τραγούδια τους. Άλλοι, πάλι, βλέπουν σε αυτή την απήχηση ένα φαινόμενο παρακμής. Κάπου ανάμεσα σε όλα τούτα, εν τω μεταξύ, συχνά χάνεται η ουσία. Ποιοι ήταν οι Scorpions; Τι αποτύπωμα άφησαν; Τι εκπροσώπησαν; Ποιες οι δόξες τους και ποια τα λάθη τους; Ήταν καλύτεροι στην εποχή του Uli Jon Roth ή στη δεκαετία του 1980, όταν έκαναν ακόμα και την Αμερική να υποκλιθεί στα χαρακτηριστικά τους αγγλικά, με τη βαριά γερμανική προφορά; Με την ευκαιρία της στρογγυλής επετείου 60 ετών που συμπληρώνεται φέτος (2025) από την ίδρυσή τους, η παρούσα μελέτη φιλοδοξεί να δώσει κάποιες, έστω, απαντήσεις, διαλέγοντας την πορεία μιας κριτικής βιογραφίας.
Βιντσέντζο Λατρόνικο
Όλοι θα ήθελαν τη ζωή της Άννας και του Τομ. Ένα νεαρό ζευγάρι ψηφιακών νομάδων ζει το όνειρό του στο Βερολίνο, σε ένα φωτεινό διαμέρισμα γεμάτο φυτά και αντικείμενα ντιζάιν. Η καθημερινότητά τους περιστρέφεται γύρω από το εκλεπτυσμένο φαγητό, την προοδευτική πολιτική ατζέντα, τον σεξουαλικό πειραματισμό και τα ατελείωτα πάρτι. Η ιδανική συνθήκη, κοινή για μια ολόκληρη γενιά, που ζει και ανασαίνει μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Σταδιακά, η τελειότητα αποδεικνύεται μονότονη και οι ισορροπίες τους εύθραυστες. Οι φίλοι τους επιστρέφουν στην πατρίδα, κάνουν παιδιά, ωριμάζουν. Ο ακτιβισμός τους, τόσο άρτιος επιφανειακά, πρακτικά περιορίζεται στο να μποϊκοτάρουν το Uber, να αφήνουν φιλοδώρημα σε μετρητά ή να μην τρώνε τόνο. Η ζωή τους, πίσω από τα άψογα φωτογραφικά καρέ που οι ίδιοι δημιουργούν, αρχίζει να μοιάζει με χρυσό κλουβί. Η Άννα και ο Τομ προχωρούν σε ολοένα και πιο ριζοσπαστικά βήματα, αναζητώντας την αυθεντικότητα και τον σκοπό που διαρκώς ξεγλιστρούν μέσα από τα χέρια τους.
Υποψήφιο για το Διεθνές Βραβείο Booker 2025
Τίτος Πατρίκιος
Όταν φτάσεις κάποτε ν’ ανακαλύψεις
πόσες ακόμα αυταπάτες συντηρούσες
όταν αναγκαστείς ν’ αναγνωρίσεις
κι εκείνα που δεν ήθελες να παραδεχτείς
όταν πέσει και το τελευταίο είδωλο
που πάνω του στήριζες την πίστη σου
τότε μπορεί ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις
πόσο βαθιά πηγαίνουν, πόσο είναι σκοτεινές
οι ρίζες της καθεμιάς σου πράξης.
Νίκος Καζαντζάκης
«Κόλαση, Καθαρτήρι, Παράδεισος υπάρχουν μέσα μας, μυστική, φοβερή ανθρώπινη Τριάδα, κι όλο το τραγούδι του Δάντη είναι το ασκητικό, επίπονο ανέβασμα από το χτήνος στο Θεό. Κάθε άνθρωπος έχει εντός του όλες τις αμαρτίες κι όλες τις δυνατότητες να τις παλέψει και να τις υποτάξει, κι όλες τις ελπίδες, ανηφορίζοντας από σφαίρα σε σφαίρα, δηλαδή από άθλο σε άθλο, να σμίξει με το Θεό. Κολασμένος, Αγωνιστής, Λυτρωμένος, να τα τρία πατώματα του τέλειου ανθρώπου. Ένα από αυτά τα τρία να λείψει -και του Κολασμένου ακόμα, προπάντων του Κολασμένου-, ο άνθρωπος είναι μισερός».
Η “Θεία Κωμωδία” του Νίκου Καζαντζάκη είναι ένα έργο βαθιά φιλοσοφικό, που ξεπερνά τα όρια της θρησκείας και της μεταφυσικής, για να γίνει ένας ύμνος στην ανθρώπινη αναζήτηση και στην αέναη πάλη για γνώση και ελευθερία. Με τολμηρό ύφος, έντονο λυρισμό και φιλοσοφική ενδοσκόπηση, ο Καζαντζάκης δεν ακολουθεί τον δρόμο του Δάντη, αλλά δημιουργεί το δικό του μονοπάτι, προσφέροντας μια νέα εκδοχή της μετά θάνατον περιπλάνησης.