[…] δέρμα νερού
στο χρώμα του χρυσού
εφάπτομαι
βήμα ανάλαφρο στην κόψη του
ξυραφιού
σκοντάφτω να μη βλάψω
ανάβω ένα κερί γυρίζω μια σελίδα
αφουγκράζομαι: στοργικές φυλλωσιές
ζώο ρουθουνίζει ζώο
ο χορός της φλόγας […]
Δέρμα νερού
€9.00
Σελίδες: 52
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Ξένη λογοτεχνία
Γιόζεφ Ροτ
Ο Γιόζεφ Ροτ φαντάζεται τις τελευταίες ένδοξες μέρες του Ναπολέοντα, αφότου κατάφερε να δραπετεύσει από τη νήσο Έλβα ως την τελειωτική του ήττα στο Βατερλό. Τοποθετημένη στο πρώτο εξάμηνο του 1815 κυρίως στο Παρίσι, η αφήγηση γίνεται από δύο διαφορετικές οπτικές, του Ναπολέοντα και της αφοσιωμένης πλύστρας του παλατιού Αντζελίνα Πιέτρι, που του ’χει δώσει οριστικά την καρδιά της.
Ο Ροτ καταφέρνει να εκφράσει με αριστοτεχνικό τρόπο τη βαθιά θλίψη που συνδέει τη μοίρα τους. Παρόντα εδώ τα χαρακτηριστικά της γραφής του Ροτ, η λυρική κομψότητα και οι υποβλητικές ατμοσφαιρικές λεπτομέρειες, που συνδυάζονται με τη λεπτή και ταυτόχρονα ωμή κατάδυση στην κρυφή πλευρά του Ναπολέοντα, τη στραμμένη προς το σκοτάδι και την αυτοκαταστροφή.
Το πιο επιτυχημένο τέχνασμα του συγγραφέα ήταν το ότι αντιστοίχισε τη μοιραία πορεία του Ναπολέοντα με εκείνη της άσημης Πιέτρι, μίας εκ των αναρίθμητων γυναικών που «όπως όλες οι γυναίκες της χώρας (ίσως κι όλες οι γυναίκες όλης της γης) αγαπούσαν τον αυτοκράτορα». Στο τέλος θα φανεί πως οι δύο μοίρες κατά κάποιο τρόπο συγκλίνουν στην απόγνωση και σε μια πεισματική αφοσίωση. Το μυθιστόρημα συνοδεύεται από ένα δοκίμιο του Κλαούντιο Μάγκρις για τον συγγραφέα.
Δήμητρα Κελέση
Το βιβλίο βασίζεται σε πέντε βιοαφηγήσεις παιδιών του ελληνικού εμφυλίου. Οι ηλικιωμένοι, σήμερα, αφηγητές περιγράφουν τη ζωή τους στο χωριό στην κορύφωση του Εμφυλίου, τη μετακίνησή τους στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, τη διαβίωση στα “ολοπαγή ιδρύματα”, το πέρασμα από την Ανατολική στη Δυτική Γερμανία και τη ζωή τους εκεί. Οι αφηγήσεις ολοκληρώνονται με τον επαναπατρισμό και τη μόνιμη εγκατάστασή τους στην Καβάλα.
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι αφηγητές το έζησαν πολιτογραφημένοι ως αλλοδαποί, με ενδεικτικό τον χαρακτηρισμό στην ταυτότητα που τους δόθηκε στην Ανατολική Γερμανία: “Έλληνας χωρίς πατρίδα”. Όταν επέστρεψαν στην πατρίδα, στις άδειες παραμονής τους αναγραφόταν “υπηκοότης ακαθόριστος”.
“Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα, κάνουν τα πράγματα διαφορετικά εκεί”, είναι η πρώτη φράση στο μυθιστόρημα The Go-Between του L. P. Hartley. Ο Salman Rushdie, στο Imaginary Homelands, παρατηρώντας μια φωτογραφία στον τοίχο του δωματίου που δούλευε, η οποία απεικόνιζε ένα παλιό και κάπως παράξενο σπίτι -μια φωτογραφία που πάρθηκε πριν ο ίδιος γεννηθεί- νιώθει ότι η φωτογραφία του λέει να αντιστρέφει αυτή την ιδέα. Του θυμίζει ότι το παρόν του είναι το ξένο και ότι το παρελθόν είναι το σπίτι του, μολονότι “είναι ένα χαμένο σπίτι σε μια χαμένη πόλη, στην ομίχλη ενός χαμένου χρόνου”. Ίσως το ίδιο ισχύει και για τους αφηγητές μας. Με τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις τους έχουν νιώσει πολλές φορές ξένο το κάθε φορά παρόν τους. Γι’ αυτό, η αφηγηματοποίηση του παρελθόντος λειτουργεί όχι μόνο αυτοδικαιωτικά για το παρελθόν, αλλά και λυτρωτικά για το παρόν. Άλλωστε, έτσι κλείνει την αφήγησή της η Μάρθα: “Δεν πειράζει που κλαίω, ας θυμάμαι κι ας κλαίω”.
Διονύσιος Σολωμός
Ο Δάντης, ο Πετράρχης και ο Φόσκολος συγγενεύουν εκλεκτικά στο ιταλόγλωσσο έργο του Σολωμού με καίριες απηχήσεις του Ομήρου, του Σαίξπηρ και του Σίλλερ. Τερτσίνες, σονέτα, οκτάβες και ωδές, ποιήματα σοβαρά και σατιρικά, τελειωμένα ή σωσμένα σε κατάσταση σχεδιάσματος, ποιήματα ερωτικά, επικαιρικά και ευκαιριακά, συνθέσεις θρησκευτικής πνοής και βαθυστόχαστα δοκίμια απαρτίζουν το σώμα μιας σπουδαίας δημιουργίας, που ξεκίνησε να στήνεται από τα νεανικά χρόνια του ποιητή στην Ιταλία, συνεχίστηκε με την επάνοδό του στη Ζάκυνθο και έφτασε στο αποκορύφωμα της στην Κέρκυρα κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του.
Η έρρυθμη και έμμετρη μετάφραση των ποιημάτων αυτών υποτείνεται ως πρόταση από την κατ’ εξοχήν σολωμική ιδέα του «in modo misto genuino», δηλαδή αρθρώνεται «εις είδος μιχτό αλλά νόμιμο». Η παρούσα έκδοση με τα μεταφράσματα όλων των ιταλικών έργων του Σολωμού είναι αμιγώς ποιητική και έχει επιτελεσθεί προγραμματικώς και ενσυνειδήτως κατά μίμηση του ελληνόγλωσσου ποιητικού έργου του: σαν να εκτελείται παλιό μουσικό έργο σήμερα με όργανα εποχής.
Ελληνική λογοτεχνία
Σταύρος Ζουμπουλάκης
Η Μεγάλη Εβδομάδα συμπυκνώνει όλο σχεδόν τον χριστιανισμό. Συγκλονιστικά γεγονότα, πρόσωπα και κείμενα συνωστίζονται στις μέρες της. Τούτο το μικρό βιβλίο σχολιάζει κάποια ελάχιστα από τον ανεξάντλητο πλούτο της, χωρίς φιλοδοξίες συστηματικότητας ή πρωτοτυπίας, με μόνη επιθυμία να μην απευθύνεται αποκλειστικά στους πιστούς, αλλά σε όλους, τους εντός και τους εκτός, τους εγγύς και τους μακράν. Μια μικρή ανθοδέσμη είναι το βιβλίο, με ανθύλλια, fioretti.
Ξένη λογοτεχνία
Τζούλιαν Μπαρνς
O βραβευμένος με Μπούκερ Τζούλιαν Μπαρνς μας ξεναγεί στο Παρίσι της Μπελ Επόκ, αφηγούμενος τη ζωή του πρωτοπόρου της ιατρικής Σάμιουελ Πότσι.
Το καλοκαίρι του 1885, τρεις Γάλλοι κατέφτασαν στο Λονδίνο για ψώνια. Ο ένας ήταν πρίγκιπας, ο άλλος κόµης και ο τρίτος ένας κοινός θνητός µε ιταλικό όνοµα, που πριν από τέσσερα χρόνια είχε απαθανατιστεί σε ένα από τα πιο σπουδαία πορτρέτα του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ. Αυτός ο κοινός θνητός ήταν o Σαµιέλ Πότσι, γιατρός, πρωτοπόρος γυναικολόγος και ελεύθερο πνεύµα – ένας λογικός επιστήµονας µε µια διαβόητα περίπλοκη προσωπική ζωή.
Φόντο της ζωής του, η παρισινή Μπελ Επόκ. Η όµορφη εποχή της λάµψης και της ευχαρίστησης συχνότερα έδειχνε την άσχηµη πλευρά της: υστερική, ναρκισσιστική, χλιδάτη και βίαιη, µια εποχή αχαλίνωτης προκατάληψης και νατιβισµού, που έχει περισσότερες οµοιότητες µε τη δική µας εποχή απ’ όσο θα φανταζόµασταν.
Ξένη λογοτεχνία
Σεμπάστιαν Μπάρι
«Ήταν ευλογία να είσαι παιδί ανάμεσα στους ανθρώπους της φυλής μου. Οι γυναίκες κρατούσαν το χωριό, οι άντρες κυνηγούσαν και πολεμούσαν, κι η δική μας δουλειά, η δουλειά των παιδιών, ήταν μόνο να τριγυρνάμε και να παίζουμε και να ’μαστε ευτυχισμένα. Αυτό το θυμόμουν πολύ καθαρά».
«Με λένε Γουινόνα». Έτσι αρχίζει την ιστορία της η νεαρή Ινδιάνα στα Χίλια φεγγάρια. «Παλιά μ’ έλεγαν Οτζιντζίντκα, που θα πει τριαντάφυλλο. Ο Τόμας ΜακΝάλτι έκανε μεγάλες προσπάθειες να το προφέρει αυτό το όνομα, μα δεν τα κατάφερνε, κι έτσι μου ’δωσε το όνομα της πεθαμένης ξαδέρφης μου, επειδή του ερχόταν πιο εύκολα στο στόμα. Γουινόνα θα πει πρωτότοκη. Εγώ δεν ήμουνα πρωτότοκη».
Η Γουινόνα γλιτώνει από τη σφαγή της φυλής της, και υιοθετημένη από τον Τζον Κόουλ και τον Τόμας ΜακΝάλτι μεγαλώνει στο χάος της μετεμφυλιακής Αμερικής. Το φτωχό αγρόκτημα έξω από το Πάρις του Τενεσί μοιάζει με ουτοπικό καταφύγιο σ’ έναν κόσμο που ακόμα σφαδάζει πιασμένος στις δίνες του πολέμου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου νικητές και νικημένοι συνεχίζουν να χτυπιούνται λυσσασμένα, όπου η σκληρότητα και η δυστυχία εξακολουθούν στην πραγματικότητα να σκοτώνουν με χίλιους τρόπους και η στοιχειώδης ασφάλεια είναι άγνωστη λέξη, η νεαρή Γουινόνα αναζητά την ταυτότητά της και το δίκιο της. Γιατί η ιστορία που έχει ν’ αφηγηθεί, η ιστορία της νεαρής ζωής της, είναι η ιστορία όχι ενός αλλά πολλών εγκλημάτων. Δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά εγκλήματα: ένας βιασμός, ένας λυσσασμένος ξυλοδαρμός, ένας φόνος. Είναι και τα δημόσια εγκλήματα: η τρομερή γενοκτονία, η συγκάλυψη της βίας, η παρανομία του νόμου.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
O Sebastian Barry (Σεμπάστιαν Μπάρι) γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Έχει βρεθεί δύο φορές στις βραχείες λίστες του βραβείου Man Booker για τα μυθιστορήματα Μακριά, πολύ μακριά (Πόλις, 2007) και Η μυστική γραφή (Καστανιώτης, 2009), με το τελευταίο να έχει κερδίσει το 2008 τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial. Το 2011, το βιβλίο του Εις γην Χαναάν (Καστανιώτης, 2011) ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Man Booker. Το μυθιστόρημά του Μέρες δίχως τέλος (Ίκαρος, 2018) τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Επιπλέον, βρέθηκε στη μακρά λίστα των The Man Booker Prize 2017, HWA Endeavour Ink Gold Crown 2017 και Andrew Carnegie Medals for Excellence in Fiction 2018. Το Φεβρουάριο του 2018 ο Sebastian Barry τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Σάμιουελ Μπέκετ
Στις 15 Ιουνίου 1930 ο Μπέκετ ενημερώνεται την τελευταία στιγμή για έναν διαγωνισμό ποίησης με θέμα τον χρόνο. Η προθεσμία είναι τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας. Θα υποβάλει ένα ποίημα 98 στίχων και θα κερδίσει το πρώτο βραβείο, εντυπωσιάζοντας τα μέλη της επιτροπής. Λίγες εβδομάδες αργότερα θα του προτείνουν να γράψει μια μονογραφία για τον Μαρσέλ Προυστ, με μέγιστη έκταση 17000 λέξεις. Ο Μπέκετ θα δεχθεί. Είναι είκοσι τεσσάρων ετών και ήδη στις δημοσιεύσεις του στα διάφορα περιοδικά εμφανίζεται ως Ιρλανδός ποιητής και δοκιμιογράφος. Η μονογραφία για τον Προυστ θα είναι μια καλή ευκαιρία να συνυπάρξουν σε ένα κείμενο η αγάπη του για τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία και την ποίηση, με αφορμή το έργο ενός συγγραφέα· αλλά και η ευκαιρία να εμβαθύνει στο Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο.
Το δοκίμιο του Μπέκετ για τον Προυστ θα προκαλέσει αρκετή αμηχανία. Απαντάει εμμέσως σε όλες τις κριτικές της εποχής, αλλά ταυτόχρονα προεκτείνει και τις θέσεις του ίδιου του Προυστ. Η πρωτοτυπία της ανάγνωσής του οφείλεται στη μεγάλη χρονική απόσταση που δείχνει να παίρνει από το έργο. Ο Μπέκετ εμφανίζεται ως παρατηρητής-αναγνώστης που διαβάζει μάλλον έναν κλασικό συγγραφέα παρά κάποιον σύγχρονό του. Είναι επίσης ο πρώτος αναγνώστης και κριτικός του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο που κινητοποιεί τόσο πολλούς φιλοσόφους και ρεύματα σκέψης.
Θα υποδείξει, για πρώτη φορά, συγγένειες του έργου του Προυστ με τον Λόγο περί μεθόδου του Καρτέσιου, τη Μοναδολογία του Λάιμπνιτς και τη θεματική της φιλίας στον Νίτσε. Ωστόσο, μεγαλύτερη συνεισφορά του μπορεί να θεωρηθεί η ανάδειξη της συνάφειας που υπάρχει ανάμεσα στο έργο του Προυστ και τη σκέψη του Σοπενάουερ: Είμαστε μόνοι. Δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούν να μας γνωρίσουν.
Κοινωνιολογία
Συλλογικό
Μαζί με τη σχέση των δύο φύλων και των διαφορετικών γενεών, αυτή του αφέντη-υπηρέτη συνιστά ίσως την πιο πλούσια σημασιολογικά, θέτοντας ζητήματα εξουσίας, αυτοπροσδιορισμού, ιδεολογικής ταυτότητας, κοινωνικών και εργασιακών διεκδικήσεων και οικονομικών, ταξικών και φυλετικών ιεραρχήσεων, αντιθέσεων και συγκρούσεων.
Η παρούσα έκδοση φωτίζει με σφαιρικό τρόπο, για πρώτη φορά στην ελληνική βιβλιογραφία, τις ιστορικές διαδρομές και τις καλλιτεχνικές εκφάνσεις που σχετίζονται με το υπηρετικό προσωπικό στον ελληνόφωνο χώρο σε ένα διάστημα δύο αιώνων (19ος αιώνας έως σήμερα), μέσα από δεκαεννέα κείμενα ειδικών από διαφορετικούς επιστημονικούς χώρους, δομημένα σε τέσσερα μέρη που αλληλοσυμπληρώνονται («Ιστορικές αποτυπώσεις και εργασιακή καθημερινότητα», «Όψεις της οικιακής εργασίας στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία», «Το υπηρετικό προσωπικό στη δραματουργία και τη θεατρική πράξη», «Απεικονίσεις στον κινηματογράφο και την τηλεόραση»), Η διεπιστημονική και χρονικά διευρυμένη αυτή εξέταση αναδεικνύει τις εξελίξεις στην εργασιακή καθημερινότητα του υπηρετικού προσωπικού, τις ομοιότητες και τις διαφορές σε αναπαραστάσεις ποικίλων καλλιτεχνικών και πολιτιστικών προϊόντων και τις αναλογίες και αποκλίσεις ανάμεσα στις ιστορικές πτυχές του θέματος και τις μυθοπλαστικές αποδόσεις του.
Με αυτόν τον τρόπο, προεκτείνονται οι γνώσεις που έχουν παράσχει προγενέστερες μελέτες και εγκαινιάζονται νέοι ορίζοντες στην έρευνα για το υπηρετικό προσωπικό στην Ελλάδα. Πάνω από όλα, ο συλλογικός αυτός τόμος βοηθά να κατανοήσουμε βαθύτερα ζητήματα που αφορούν τις εμπειρίες και τις εικόνες μίας μεγάλης ομάδας εργαζομένων με μακρά ιστορία και στενή σχέση με την ελληνική οικογένεια: από τα κορίτσια και τα αγόρια που εγκατέλειπαν την επαρχία στο παρελθόν για να υπηρετήσουν εύπορες οικογένειες των αστικών κέντρων μέχρι τις σημερινές μετανάστριες και τους μετανάστες που απασχολούνται στο μέσο ελληνικό σπίτι. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ξένη λογοτεχνία
Τζ. Ντ. Σάλιντζερ
Το εμβληματικό μυθιστόρημα του Τζερόμ Ντέιβιντ Σάλιντζερ, έργο αναφοράς και αναγνωρισμένο αριστούργημα, εκδόθηκε το 1951, μεταφράστηκε σε όλο τον κόσμο, λατρεύτηκε από την κριτική και το αναγνωστικό κοινό.
Από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα ενηλικίωσης, με ήρωα τον Χόλντεν Κόλφιλντ, παγκόσμιο σύμβολο πια της εφηβικής επανάστασης, ο Φύλακας στη σίκαλη κυκλοφορεί σε καινούρια μετάφραση από την Αθηνά Δημητριάδου.
Αξεπέραστη ελεγεία της εκρηκτικής εφηβείας, ο Φύλακας στη σίκαλη συλλαμβάνει μοναδικά τη βαθιά ανάγκη του ανθρώπου να συνδεθεί με τους άλλους και το χαοτικό αίσθημα απώλειας της παιδικής ηλικίας.
Ο J. D. Salinger (1919-2010) γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη. Κέρδισε τη συγγραφική του φήμη με την έκδοση ενός και μόνο μυθιστορήματος, του The Catcher in the Rye (Ο φύλακας στη σίκαλη, 1951), του οποίου ο κεντρικός ήρωας, Holden Caulfield, συνόψιζε τη βίαιη έκφραση του άγχους της νέας γενιάς της εποχής. Η αίσθηση που προκάλεσε το βιβλίο και η ταύτισή του με τη γενιά των μπήτνικ, ανάγκασε τον Σάλιντζερ να εγκαταλείψει τη Ν. Υόρκη για ένα σπίτι στους μακρινούς λόφους του Cornish, New Hampshire. Προηγουμένως, είχε προλάβει να δημοσιεύσει και ορισμένα διηγήματά του, σε ένα από τα οποία -στο A Perfect Day for Bananafish (Τέλεια μέρα για μπανανόψαρα, περιοδικό New Yorker, 1949)-, εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Seymour Glass, χαρακτήρας τον οποίο ξαναβρίσκουμε στα βιβλία Franny and Zooey (Φράνυ και Ζούι, 1961) και Raise High the Roof Beam, Carpenters/Seymour: An Introduction (Ψηλά σηκώστε τη στέγη, ξυλουργοί/Σίμορ: συστατικά στοιχεία, 1963), τα μόνα άλλα βιβλία που εξέδωσε ο Σάλιντζερ. Από 35, περίπου, διηγήματά του που δημοσιεύτηκαν σε διάφορα περιοδικά, επέτρεψε να εκδοθούν όσα, κατά τη γνώμη του, μπορούσαν να αντέξουν στο χρόνο, στον τόμο Nine Stories (Εννέα ιστορίες, 1953). Πέθανε τον Ιανουάριο του 2010 στο σπίτι του, στο Νιού Χαμπσάιρ, από φυσικά αίτια.
Ξένη λογοτεχνία
Χόρχε Λουις Μπόρχες΄, Μαρία Κοδάμα
Μπουένος Άιρες, Ισλανδία και Μαγιόρκα, Ελλάδα, Καλιφόρνια και Ρώµη, ο Μπόρχες δηµιουργεί την προσωπική του γεωγραφία από πεζά, στίχους, όνειρα και φωτογραφίες· χαρτογραφεί ένα ταξίδι στο οποίο ο χρόνος είναι ταυτόχρονα πεπερασµένος και άπειρος. Και αποδεικνύει, για άλλη µία φορά, ότι η τέχνη δεν είναι απλώς µια αναπαράσταση της πραγµατικότητας, αλλά ένα αναπόσπαστο κοµµάτι της.
«Κατά τη διάρκεια της ευχάριστης παραµονής µας στη Γη, η Μαρία Koδάµα κι εγώ πήραµε γεύση από πολλά µέρη, κάνοντας πολλά ταξίδια από τα οποία προέκυψαν πολλά κείµενα και πλούσιο φωτογραφικό υλικό… Ιδού, λοιπόν, το βιβλίο. Δεν πρόκειται για µια σειρά κείµενα που τα εικονογραφούν φωτογραφίες ή για µια σειρά φωτογραφίες που επεξηγούνται από λεζάντες. Κάθε τίτλος καλύπτει µια ενότητα που αποτελείται από εικόνες και λέξεις. Η ανακάλυψη του αγνώστου δεν είναι ειδικότητα µονάχα του Σεβάχ, του Έρικ του Ερυθρού ή του Κοπέρνικου. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να µην έχει κάνει µια ανακάλυψη. Αρχίζει ανακαλύπτοντας το πικρό, το αλµυρό, το κοίλο, το λείο, το τραχύ, τα επτά χρώµατα του ουράνιου τόξου και τα είκοσι τόσα γράµµατα του αλφαβήτου· ύστερα συνεχίζει µε τα πρόσωπα, τους χάρτες, τα ζώα και τα άστρα· καταλήγει στην αµφιβολία ή την πίστη και στη σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα της άγνοιάς του». Χ. Λ. Μπόρχες
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το ολοκαύτωμα
Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο - Αλμπέρτος Ναρ
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΖΩΝΤΩΝ, τις οποίες συγκέντρωσαν και εξέδωσαν στον τόμο αυτό οι Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και Αλμπέρτας Ναρ, δεν αποτελούν απλώς τεκμήριο και ανεκτίμητη ιστορική πηγή, αλλά και μάθημα για τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσα στο κακό, τόσο από τη μεριά εκείνων που το επιβάλλουν όσο και από εκείνους που το υφίστανται και επιβιώνουν. Μας δίνει τη δυνατότητα να ρίξουμε μια ματιά στην καρδιά του βαθύτερου σκότους, αυτού της ζωής και του θανάτου στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο παρών τόμος περιλαμβάνει επίσης ένα μικρό λεξικό όρων, ονομάτων και τόπων, καθώς και χρονολογικό πίνακα γραμμένα από τη Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου.
“Κι εμείς μυρίζαμε όλο τον καπνό. Ήτανε μυρωδιά από κρέας καμένο. Και το πιστεύαμε και δεν το πιστεύαμε. Είναι άσχημα να το πεις αυτό σ’ έναν άνθρωπο, ότι καίγονται άνθρωποι εκεί μέσα. Είναι δύσκολο να το πιστέψεις. Μπορεί να το κάνουν αυτό άνθρωποι; Κι εντούτοις, μετά, με τον καιρό… Βλέπεις η συνήθεια σου δίνει μια ανακούφιση. Συνηθίζεις το κακό. Στην αρχή υποφέρεις πολύ. Μετά το συνηθίζεις και λες, αυτή είναι η ζωή, και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Είμαστε σ’ ένα στρατόπεδο και είναι αδιέξοδο”.
“Υπήρχαν κάποιοι αποχωρισμοί που σε κανένα βιβλίο δεν γράφονται, δηλαδή μια μάνα να αφήνει το παιδί, το παιδί να αφήνει τη μάνα… και να ξέρουμε ότι δεν θα ξαναϊδωθούμε ποτέ. Ήταν μαρτύριο, κόλαση εκείνη η ώρα. Αποχωρισμός ζωντανός… Και δεν φταίγαμε σε τίποτα, έφταιγε μόνο το ότι ήμασταν Εβραίοι. Δεν κλέψαμε, δεν δολοφονήσαμε, μόνο που ήμασταν Εβραίοι”.
“Κι εγώ ήθελα να φύγω και μου λέει ο πατέρας μου: “Πάρε ένα πιστόλι, σκότωσέ μας, κι ύστερα φύγε”. Πως να φύγουμε λοιπόν; Τι να κάνουμε; Να αφήναμε τον πατέρα με πέντε παιδιά;”
“Αυτά που σας λέω, ούτε λέγονται, ούτε μπορεί να τα γράψει κανείς, ούτε να τα φανταστεί. Το τι μέρες δύσκολες, του θανάτου, έχουμε περάσει, δεν γράφονται, ούτε διηγούνται”.
“Εύχομαι άλλο κακό να μη δούμε”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Πολιτική
Τζενκίζ Ακτάρ
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τη μελλοντική πορεία της Τουρκίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 αποτελούσε υπόδειγμα για τις μουσουλμανικές χώρες και ήταν υποψήφια για να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Η αποτυχία της ευρωπαϊκής της πορείας, για την οποία είναι συνυπεύθυνη και η Ευρώπη, ήταν προάγγελος μιας εκτροπής από την πορεία εκδυτικισμού.
Η Τουρκία γίνεται πολεμοχαρής στην εσωτερική και εξωτερική της πολιτική, ενώ οι χώρες της Δύσης προσπαθούν να διαχειριστούν την “τουρκική κρίση” χωρίς να την έχουν κατανοήσει. Αμφιταλαντεύονται στον τρόπο αντιμετώπισης, ενώ η μεγάλη αυτή χώρα οδηγείται στην αποσύνθεση. Ο συγγραφέας μάς δίνει τα απαραίτητα εργαλεία ανάλυσης για να κατανοήσουμε τον διαμελισμό μιας κοινωνίας ανάμεσα στο κράτος, το έθνος, τη θρησκεία, τους αυτοκρατορικούς μύθους και τη Δύση.