Είναι 1985, και βρισκόμαστε σε μια πόλη της Ιρλανδίας. Πλησιάζουν Χριστούγεννα, εποχή πολυάσχολη για τον Μπιλ Φέρλονγκ, προμηθευτή ξυλείας και κάρβουνου. Νωρίς ένα πρωί, παραδίδει μια παραγγελία στο τοπικό μοναστήρι – κι έρχεται αντιμέτωπος με τη σκοτεινιά και τη συνένοχη σιωπή μιας πόλης που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της εκκλησίας.
Σε μια μικρή πόλη της Ιρλανδίας ο Μπιλ Φέρλονγκ προσπαθεί να καλύψει τις παραγγελίες των πελατών του καθώς η χρονιά πλησιάζει στο τέλος της. Στο τιμόνι μιας μικρής εταιρείας και πατέρας πέντε κοριτσιών, έχει καταφέρει να φτιάξει τη ζωή του μόνος του. Η μητέρα του, υπηρέτρια, έμεινε έγκυος στα δεκαπέντε αλλά, σε αντίθεση με ό,τι συνήθως συνέβαινε, δεν την πέταξαν απ’ το σπίτι με το μωρό της. Από αυτή την άποψη, ο Μπιλ ήταν πιο τυχερός από άλλα παιδιά. Την παραμονή των Χριστουγέννων ο Μπιλ κάνει την τελευταία του παράδοση στο μοναστήρι – όπου, υπό το πρόσχημα ότι τις εκπαιδεύουν, οι μοναχές εκμεταλλεύονται κοπέλες «χαλαρών ηθών» και τις βάζουν να δουλεύουν στο πλυντήριο του μοναστηριού. Τα όσα ανακαλύπτει ο Μπιλ εκεί, και η δύσκολη απόφαση στην οποία τον οδηγούν, τα αφηγείται η συγγραφέας με τόσο συγκρατημένη χάρη, που αυτό το όμορφο κείμενο γίνεται ταυτόχρονα αινιγματικό και συνταρακτικό.
Ένα κομψοτέχνημα που δικαίως υμνήθηκε από την κριτική.
Αλεξάντερ Κλαπ
Πού πάνε τα σκουπίδια; Ποιες χώρες φορτώνονται τα απορρίμματα του δυτικού κόσμου; Ποιον δηλητηριάζουν οι πεταμένες ηλεκτρονικές συσκευές μας; Πώς χρησιμοποιούν οι πετρελαιοβιομηχανίες την ανακύκλωση ως δούρειο ίππο για να προωθήσουν την υπερπαραγωγή πλαστικού; Ο πόλεμος των σκουπιδιών μαίνεται σήμερα ανεξέλεγκτος.
Στο βιβλίο αυτό, καρπό επιτόπιας έρευνας σε πέντε ηπείρους —από την κεντρική Αμερική και την Αφρική στο Αιγαίο και την Ινδονησία—, ο Αλεξάντερ Κλαπ αναζητά τους τόπους και τους ανθρώπους που παραλαμβάνουν τελικά τα απορρίμματά μας: τοξικά απόβλητα, ηλεκτρονικά απόβλητα, παλιοσίδερα, πλαστικά. Συνομιλεί με εργάτες και πολιτικούς, με επιστήμονες και μεσίτες σκουπιδιών, με εφοπλιστές και ακτιβιστές, εξερευνώντας τον αφανή κόσμο της παγκόσμιας διακίνησης αποβλήτων και τα θηριώδη οικονομικά συμφέροντα που τον κυβερνούν.
Εμανουέλ Καρέρ
Η τρέλα και ο τρόμος έχουν στοιχειώσει τη ζωή μου. Όλα τα βιβλία μου δεν μιλούν για τίποτε άλλο.
Μετά τον Εχθρό, δεν άντεχα πια. Ήθελα να ξεφύγω.
Πίστεψα ότι θα ξέφευγα αγαπώντας μια γυναίκα και κάνοντας μια έρευνα.
Η έρευνα αφορούσε τον παππού μου από την πλευρά της μητέρας μου, ο οποίος αφού έζησε μια δραματική ζωή εξαφανίστηκε το φθινόπωρο του 1944 και εκτελέστηκε, κατά πάσα πιθανότητα, ως συνεργάτης των Γερμανών. Αυτό είναι το μυστικό της μητέρας μου, το φάντασμα που καταδιώκει την οικογένειά μας.
Για να ξορκίσω αυτό το φάντασμα, πήρα ριψοκίνδυνους δρόμους. Κατέληξα σε μια μικρή πόλη, χαμένη κάπου στη ρωσική επαρχία, όπου έμεινα για αρκετό καιρό, όντας συνέχεια σ’ επιφυλακή, περιμένοντας να συμβεί κάτι. Και όντως συνέβη κάτι: ένα αποτρόπαιο έγκλημα.
Η τρέλα και ο τρόμος επέστρεφαν. Επέστρεψαν, επίσης, στην ερωτική μου ζωή. Έγραψα, για τη γυναίκα που αγαπούσα, μια ερωτική ιστορία η οποία πίστευα ότι θα είχε αντίκτυπο στην πραγματικότητα, όμως η πραγματικότητα ανέτρεψε τα πλάνα μου. Μας βύθισε σ’ έναν εφιάλτη που έμοιαζε με τις χειρότερες ιστορίες των βιβλίων μου και ο οποίος ισοπέδωσε τις ζωές μας και την αγάπη μας.
Γι’ αυτό μιλάει ετούτο το βιβλίο: για τα σχέδια που καταστρώνουμε προκειμένου να ελέγξουμε την πραγματικότητα και για τον τρομακτικό τρόπο με τον οποίο η πραγματικότητα ξαναπαίρνει πάντοτε το πάνω χέρι και μας απαντάει.
Γωγώ Ατζολετάκη
H Αλεξάνδρα, μέσα στην απομόνωση και τη μοναξιά που βιώνει, μετρά τα χρόνια της. Σίγουρα είναι πολλά. Βρίσκεται πια στη «γκρίζα ζώνη» της ζωής της… Όμως, δεν είναι τόσο μεγάλη ούτε τόσο άρρωστη, όσο πιστεύουν οι άλλοι.
Κι αυτοί ο «άλλοι» δεν είναι παρά τα παιδιά της –ο γιος της και η νύφη της, ιδιαιτέρως η νύφη της–, που πλέον δεν θέλουν τη γιαγιά μέσα στα πόδια τους, στο πολυτελές σπίτι τους, που η ίδια η Αλεξάνδρα τους βοήθησε ν’ αποκτήσουν.
Και πώς ν’ απαλλαγούν από τη «γριά»; Πού να τη στείλουν;
Το Γηροκομείο είναι πάντα μια καλή λύση!
Ανήμπορη να αντιδράσει η Αλεξάνδρα, υποτάσσεται στη μοίρα της. Αποφασισμένη ότι εκεί, στο Γηροκομείο, παραπεταμένη και ξεχασμένη, θα τελευτήσει τις μέρες της.
Όμως, η πάντα απρόβλεπτη ζωή, θα κάνει τη μεγάλη ανατροπή. Ένα τυχαίο γεγονός θα γίνει το έναυσμα για μια καινούργια αρχή, για πρωτόγνωρους και ελπιδοφόρους ορίζοντες.
Ποτέ μη λες «ποτέ»!
Μια ωδή στην τρίτη ηλικία της ζωής μιας γυναίκας, που τελικά μπορεί να εξελιχθεί σε μια… τρίτη άνοιξη!