Τον Αύγουστο του 1806, πίσω από τους υδρατμούς μιας ζεστής μέρας, ο φιλέλληνας Γάλλος λογοτέχνης και θεμελιωτής του γαλλικού ρομαντισμού Σατωβριάνδος θα δει τις ακτές της «Κορφού» (κατοπινής Κέρκυρας). Το πλοίο του έχει ακινητοποιηθεί από την απόλυτη νηνεμία κι αυτός θα απολαύσει από το κατάστρωμα το «πρώτο ηλιοβασίλεμα και την πρώτη νύχτα κάτω από τον ουρανό της Ελλάδας». Έχοντας κάνει κτήμα του την αρχαία γραμματεία, θα διακρίνει στη φωτιά που έχουν ανάψει οι ψαράδες στην απέναντι ακτή «τις Νύμφες να βάζουν φωτιά στο πλοίο του Τηλέμαχου». Από κει θα συνεχίσει καταγράφοντας γλαφυρά την περιήγησή του στην Πελοπόννησο και στην Αττική των αρχών του 19ου αιώνα κατά τη διάρκεια του μεγάλου του ταξιδιού από το Παρίσι στην Ανατολή. Λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821 ο Σατωβριάνδος, μαζί με έναν γενίτσαρο και έναν Μιλανέζο έμπορο, θα περιηγηθεί στις κοιλάδες και στα βουνά του άδενδρου Μοριά: στη μοναξιά της Αρκαδίας, στις ερημιές του Άργους, της Κορίνθου, των Μεγάρων, αλλά και της κάποτε ένδοξης Σπάρτης, συναντώντας παντού αρχαία μνημεία ανάμεσα σε σύγχρονα ερείπια, μαζί με τη φτώχεια και τη δυστυχία ενός λαού που υποφέρει από τον κατακτητή. Στην πλούσια γη της Αττικής, όπου «το κλίμα επιδρά στην αισθητική», θα διαπιστώσει με λύπη πως οι Έλληνες κάτοικοι έχουν αποκοπεί από την ιστορική τους μνήμη και πως ο αρχαίος πολιτισμός διεκόπη βίαια, χωρίς ιστορική συνέχεια. Στο ταξίδι του από την Τζια στη Σμύρνη θα συνοψίσει το ελληνικό του οδοιπορικό σε μια πικρή σκέψη: η Ελλάδα μπορεί να απελευθερωθεί, αλλά το σημάδι απ’ τα δεσμά της δεν θα σβήσει εύκολα.
Ρούνεϋ Σάλλυ
Πέρα από το γεγονός ότι είναι αδέλφια, ο Πίτερ και ο Ίβαν Κούμπεκ ελάχιστα κοινά φαίνεται να έχουν μεταξύ τους. Ο Πίτερ είναι δικηγόρος στο Δουβλίνο, γύρω στα τριάντα, επιτυχημένος, ικανός και φαινομενικά άτρωτος. Όμως, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, χρειάζεται υπνωτικά για να κοιμηθεί και πασχίζει να διαχειριστεί τη σχέση του με δύο πολύ διαφορετικές γυναίκες – την παντοτινή πρώτη του αγάπη, τη Σύλβια, και τη Ναόμι, μια φοιτήτρια η οποία αντιμετωπίζει τη ζωή σαν μια μεγάλη φάρσα. Ο Ίβαν είναι επαγγελματίας σκακιστής, είκοσι δύο ετών. Πάντα θεωρούσε τον εαυτό του κοινωνικά αδέξιο, μοναχικό, το αντίθετο από τον γοητευτικό και δημοφιλή μεγαλύτερο αδελφό του. Διανύοντας τις πρώτες εβδομάδες του πένθους του, ο Ίβαν γνωρίζει τη Μάργκαρετ, γυναίκα μεγαλύτερή του σε ηλικία, που βγαίνει από το δικό της ταραχώδες παρελθόν, και οι ζωές τους συνδέονται ακαριαία και έντονα. Για τα αδέλφια που πενθούν και τους ανθρώπους που αγαπούν, η περίοδος αυτή είναι ένα μεσοδιάστημα, ένα ιντερμέδιο, μια περίοδος πόθου και απελπισίας, ανοιχτή σε κάθε πιθανότητα, μια ευκαιρία να ανακαλύψουν πόσα μπορεί να βαστάξει μια ζωή χωρίς να διαλυθεί…
Μόντ Ρόγιερ
Στη Γαλλία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια άνευ προηγουμένου σειρά τρανσφοβικών επιθέσεων. Η Μωντ Ρουαγιέ, ακτιβίστρια με ουσιαστική συμμετοχή σε κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, προβαίνει στην καταγραφή αυτής της επικίνδυνης κατάστασης. Είναι αλήθεια ότι η μεγάλη πλειονότητα των γαλλικών φεμινιστικών κινημάτων αντιτίθεται στην τρανσφοβία. Ωστόσο, υπάρχουν και ορισμένες αντιδραστικές ομάδες οι οποίες λειτουργούν πλέον ως ένα πραγματικά τρανσφοβικό λόμπι, αναπαράγοντας και στη Γαλλία συζητήσεις, πολεμικές και θεματικές που διατυπώνονται διεθνώς και διαδίδονται ιδίως από τη Δεξιά και την Άκρα Δεξιά. Αντιγράφουν, επίσης, τη στρατηγική τους: επιτίθενται δηλαδή στα δικαιώματα των τρανς παιδιών και εφήβων, με απώτερο σκοπό να θέσουν υπό αμφισβήτηση τα δικαιώματα των γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙ προσώπων. Η Ρουαγιέ, με το στρατευμένο και παιδαγωγικά γραμμένο βιβλίο της, ξεσκεπάζει αυτούς τους τρανσφοβικούς μηχανισμούς προκειμένου να τους αντικρούσει αποτελεσματικότερα.
Ονορέ Φανόν Τζέφερς
Το εξαιρετικό πορτρέτο µιας αµερικανικής οικογένειας και, παράλληλα, ένα σπάνιας δύναµης και αλήθειας πορτρέτο της Αµερικής.
Από την παιδική της ήδη ηλικία, η Έιλυ Περλ Γκάρφιλντ έχει κατα-νοήσει πολύ καλά τι ακριβώς εννοούσε ο σπουδαίος στοχαστής Γ.E.Μπ. Ντυ Μπουά (1868-1963) όταν έγραφε κάποτε για το ζήτηµα της µαύρης φυλής στην Αµερική και για τη «διπλή συνείδηση», που υποχρεώνει κάθε Αφροαµερικανό να κοιτά τον εαυτό του µέσα από τα µάτια των άλλων για να επιβιώσει.
Η Έιλυ έχει τα ονόµατα δύο ανθρώπων –από τη µια του ξακουστού χορογράφου Άλβιν Έιλυ και από την άλλη της προγιαγιάς της Περλ, που ήταν απόγονος σκλάβων– και κουβαλά τη «διπλή συνείδηση» βαρύ φορτίο στις πλάτες της. Μεγαλωµένη σε µεγάλο αστικό κέντρο του Βορρά, περνάει τα καλοκαίρια της στην Τσικασίττα, µια µικρή πόλη της Τζόρτζια, όπου ζει η οικογένεια της µητέρας της από τότε που οι πρόγονοί τους έφτασαν από την Αφρική υπό καθεστώς δουλείας.
Σε όλη της τη ζωή αγωνίζεται να ανήκει κάπου, ενώ ψίθυροι γυναικών αιώνων την παροτρύνουν να πετύχει ό,τι δεν πέτυχαν εκείνες. Ξεκινά έτσι ένα ταξίδι στο παρελθόν της οικογένειάς της, αποκαλύπτοντας τις συγκλονιστικές ιστορίες παλαιότερων γενεών, ιθαγενών, µαύρων και λευκών, στα βάθη του Νότου. Καλείται να αποδεχτεί ολόκληρο το προγονικό της παρελθόν, µια κληρονοµιά καταπίεσης και αντίστασης, δουλείας και ανεξαρτησίας, σκληρότητας και ανθεκτικότητας που αποτελεί την ιστορία –και το τραγούδι– της ίδιας της Αµερικής.




