Το βιβλίο αυτό έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό ιστοριογραφικό κενό αναφορικά με τους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες στην Ανατολική Γερμανία. Δεν πρόκειται, ωστόσο, για μια ακόμη γενική μελέτη για την πολιτική προσφυγιά στην υπερορία μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, καθώς εστιάζει περισσότερο στη διακρίβωση των όρων υπό τους οποίους η συγκεκριμένη ευάριθμη κοινότητα των πολιτικών προσφύγων περιλήφθηκε στις πρακτικές ενός αρτισύστατου πολιτικού συστήματος και αντιμετωπίστηκε με συγκεκριμένα εργαλεία πειθαναγκασμού από το ανατολικογερμανικό καθεστώς.
Οι “Έλληνες της Στάζι”, δηλαδή όσοι στρατολογήθηκαν από την ανατολικογερμανική Κρατική Ασφάλεια ως σημαντικοί πράκτορες ή απλοί πληροφοριοδότες από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 έως και την πτώση του Τείχους το 1989, συγκροτούν το δεύτερο μέρος του βιβλίου. Επρόκειτο κυρίως για παιδιά και νέους, αλλά και για μερικές δεκάδες μέλη του ΚΚΕ, που παγιδεύτηκαν στα πλοκάμια της Στάζι. Μέσα από τη μελέτη εξατομικευμένων περιπτώσεων επιχειρείται η κατανόηση της δομής και λειτουργίας ενός ολοκληρωτικού μηχανισμού ελέγχου και πειθάρχησης της κοινωνίας, που αποστολή του ήταν η μακροημέρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, της “βιτρίνας” του ανατολικού συνασπισμού.