Αυτό που έκανε το Πολυτεχνείο να γίνει το «Πολυτεχνείο», δεν είναι εκείνα που συνέβησαν μέσα στο υπό κατάληψη ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, αλλά όσα διαδραματίστηκαν έξω από αυτό. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν αρχικά γύρω από το Πολυτεχνείο και στη συνέχεια ξεχύθηκαν στους δρόμους της Αθήνας, συγκρότησαν διαδηλώσεις απ’ άκρου σ’ άκρο της πόλης, πανικόβαλαν τη φρουρά του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, έστησαν οδοφράγματα για να εμποδίσουν τη διέλευση των τεθωρακισμένων, πνίγηκαν στα δακρυγόνα και ξυλοφορτώθηκαν αγρίως από την Αστυνομία, στάθηκαν -κυριολεκτικά- μπροστά στις κάνες και δεν έκαναν πίσω παρά μόνο όταν πλέον μετρούσαν στις τάξεις τους εκατοντάδες τραυματίες και τους πρώτους νεκρούς. Πρόκειται για αυτούς που, ακόμη πιο εντυπωσιακό, τις επόμενες ημέρες, ενώ η εστία του Πολυτεχνείου είχε πλέον συντριβεί, εγκατέλειψαν τα σχολεία τους και τις δουλειές τους και διαδήλωναν ανάμεσα στα πυρά των αστυνομικών, των ακροβολιστών και των τεθωρακισμένων, μετρώντας νέα -και περισσότερα- θύματα. Την ιστορία εκείνων των αφανών ηρώων της εξέγερσης του 1973 επιχειρεί να καταγράψει (με ασυγχώρητη καθυστέρηση πενήντα ετών) αυτό το βιβλίο.
Το πολυτεχνείο έξω από το πολυτεχνείο
€21.20
Σελίδες: 312
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Κάρλχαϊντς Ντέσνερ
Γνωστός για τη σκληρή καταγγελτική του γλώσσα – είχε προκαλέσει τη μήνη της Καθολικής Εκκλησίας που τον πήγε στα δικαστήρια όταν εξέδωσε την «Εγκληματική Ιστορία του Χριστιανισμού» -, ο Βαυαρός ερευνητής και συγγραφέας περνάει στο πόνημα αυτό «γενεές δεκατέσσερις» την αμερικανική ιστορία, από τον επιθετικό αποικισμό του Νέου Κόσμου και την εξολόθρευση των Ινδιάνων μέχρι τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους στην Κορέα, το Βιετνάμ κι αργότερα στην Εγγύς Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο. Αποκαλύπτει έτσι, λέει, «με ποιο τρόπο το ισχυρότερο μέλος του ΝΑΤΟ παριστάνει τη φιλειρηνική δύναμη τη στιγμή που εμφανίζει εξαιρετικά ύποπτες και σκοτεινές πτυχές», χαρακτηρίζοντας τη λεγόμενη «Χώρα της Ελευθερίας» ή «Χώρα του Θεού» ως ένα «βίαιο, ανήθικο και διεφθαρμένο έθνος» – έναν «Μολώχ» που τρώει μέχρι και τα δικά του παιδιά.
Γοντα Φαν Στιν
– «Από πού είστε»; Είναι η πιο συνηθισμένη ερώτηση που κάνουν οι Έλληνες στους ξένους επισκέπτες. Εκφράζει την ανάγκη να καταλάβεις από πού προέρχεται κάποιος, να τον τοποθετήσεις σε ένα τοπικό, χρονικό και κοινωνικό πλαίσιο. Και όμως, 4.000 περίπου Έλληνες δεν μπορούν να δώσουν μια ξεκάθαρη απάντηση: οι διεθνείς υιοθεσίες από την Ελλάδα προς τις ΗΠΑ (και αργότερα προς την Ολλανδία), από τη δεκαετία του 1950 και μετά, διατάραξαν την αίσθηση του ανήκειν. Οι υιοθετημένοι αυτοί και οι οικογένειές τους έχουν περάσει εβδομήντα χρόνια διερωτώμενοι για το τι ακριβώς συνέβη, ενώ συχνά αναζητούν εναγωνίως τις ρίζες τους σε μια ελληνική οικογένεια.
Ελπίζω ότι το βιβλίο προσφέρει απαντήσεις μέσα από τις δύσκολες πορείες που διένυσαν οι υιοθετημένοι στη διάρκεια της ζωής τους. Πορείες που, όλες μαζί, συνθέτουν ένα άγνωστο κεφάλαιο στην ιστορία της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Ιστορία
Κορνέλια Ίσλερ-Κέρενυι
Ο Διόνυσος αποτελεί ακόμα και στις μέρες μας μία από τις πιο αγαπητές μορφές της ελληνικής μυθολογίας. Είναι ο γνωστός σε όλους αρχαίος θεός της έκστασης, του κρασιού και του θεάτρου. Κι όμως, για τους αρχαίους Έλληνες, και δη τους πολίτες της κλασικής Αθήνας, αντιπροσώπευε πολλά περισσότερα. Μια πρόχειρη ματιά στην αρχαία εικονογραφία αρκεί για να διαπιστώσει κανείς τον αναπάντεχο πλούτο των ποικίλων εκφάνσεων του διονυσιακού σύμπαντος.
Ειδικά τα αγγεία, συνδεδεμένα καθώς ήταν με όλο το φάσμα της καθημερινότητας, αλλά και με κρίσιμες στιγμές στη ζωή του ατόμου, της οικογένειας και της πόλης (τελετές ενηλικίωσης, ταφικά έθιμα κτλ.), αποκαλύπτουν το πανόραμα ενός κόσμου στενά συνυφασμένου με όλες τις πτυχές του ατομικού και κοινωνικού βίου. Πρόκειται για έναν κόσμο οριακό, μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, όπου, χάρη στον διαμεσολαβητικό ρόλο μορφών όπως οι σάτυροι, πραγματωνόταν, θα λέγαμε, ένα είδος άμεσης επικοινωνίας με έναν θεό που εμφανιζόταν ως εγγυητής της ατομικής και συλλογικής ευδαιμονίας.
Δήμητρα Κελέση
Το βιβλίο βασίζεται σε πέντε βιοαφηγήσεις παιδιών του ελληνικού εμφυλίου. Οι ηλικιωμένοι, σήμερα, αφηγητές περιγράφουν τη ζωή τους στο χωριό στην κορύφωση του Εμφυλίου, τη μετακίνησή τους στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, τη διαβίωση στα “ολοπαγή ιδρύματα”, το πέρασμα από την Ανατολική στη Δυτική Γερμανία και τη ζωή τους εκεί. Οι αφηγήσεις ολοκληρώνονται με τον επαναπατρισμό και τη μόνιμη εγκατάστασή τους στην Καβάλα.
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι αφηγητές το έζησαν πολιτογραφημένοι ως αλλοδαποί, με ενδεικτικό τον χαρακτηρισμό στην ταυτότητα που τους δόθηκε στην Ανατολική Γερμανία: “Έλληνας χωρίς πατρίδα”. Όταν επέστρεψαν στην πατρίδα, στις άδειες παραμονής τους αναγραφόταν “υπηκοότης ακαθόριστος”.
“Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα, κάνουν τα πράγματα διαφορετικά εκεί”, είναι η πρώτη φράση στο μυθιστόρημα The Go-Between του L. P. Hartley. Ο Salman Rushdie, στο Imaginary Homelands, παρατηρώντας μια φωτογραφία στον τοίχο του δωματίου που δούλευε, η οποία απεικόνιζε ένα παλιό και κάπως παράξενο σπίτι -μια φωτογραφία που πάρθηκε πριν ο ίδιος γεννηθεί- νιώθει ότι η φωτογραφία του λέει να αντιστρέφει αυτή την ιδέα. Του θυμίζει ότι το παρόν του είναι το ξένο και ότι το παρελθόν είναι το σπίτι του, μολονότι “είναι ένα χαμένο σπίτι σε μια χαμένη πόλη, στην ομίχλη ενός χαμένου χρόνου”. Ίσως το ίδιο ισχύει και για τους αφηγητές μας. Με τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις τους έχουν νιώσει πολλές φορές ξένο το κάθε φορά παρόν τους. Γι’ αυτό, η αφηγηματοποίηση του παρελθόντος λειτουργεί όχι μόνο αυτοδικαιωτικά για το παρελθόν, αλλά και λυτρωτικά για το παρόν. Άλλωστε, έτσι κλείνει την αφήγησή της η Μάρθα: “Δεν πειράζει που κλαίω, ας θυμάμαι κι ας κλαίω”.
Ιστορία
Οι ζωές των άλλων – Η Στάζι και οι Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες στην Ανατολική Γερμανία (1949-1989)
Στράτος Δορδανάς - Βάιος Καλογρηάς
Το βιβλίο αυτό έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό ιστοριογραφικό κενό αναφορικά με τους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες στην Ανατολική Γερμανία. Δεν πρόκειται, ωστόσο, για μια ακόμη γενική μελέτη για την πολιτική προσφυγιά στην υπερορία μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, καθώς εστιάζει περισσότερο στη διακρίβωση των όρων υπό τους οποίους η συγκεκριμένη ευάριθμη κοινότητα των πολιτικών προσφύγων περιλήφθηκε στις πρακτικές ενός αρτισύστατου πολιτικού συστήματος και αντιμετωπίστηκε με συγκεκριμένα εργαλεία πειθαναγκασμού από το ανατολικογερμανικό καθεστώς.
Οι “Έλληνες της Στάζι”, δηλαδή όσοι στρατολογήθηκαν από την ανατολικογερμανική Κρατική Ασφάλεια ως σημαντικοί πράκτορες ή απλοί πληροφοριοδότες από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 έως και την πτώση του Τείχους το 1989, συγκροτούν το δεύτερο μέρος του βιβλίου. Επρόκειτο κυρίως για παιδιά και νέους, αλλά και για μερικές δεκάδες μέλη του ΚΚΕ, που παγιδεύτηκαν στα πλοκάμια της Στάζι. Μέσα από τη μελέτη εξατομικευμένων περιπτώσεων επιχειρείται η κατανόηση της δομής και λειτουργίας ενός ολοκληρωτικού μηχανισμού ελέγχου και πειθάρχησης της κοινωνίας, που αποστολή του ήταν η μακροημέρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, της “βιτρίνας” του ανατολικού συνασπισμού.
Θανάσης Γιοχάλας - Ζωή Βαΐου
Οία κεφαλή και εγκέφαλον ουκ είχε
Το εξής νοστιμώτατον εξεδικάσθη εν τω ενταύθα πταισματοδικείω. Ο κ. Α. Πετσάλης κατεμήνυσε τους κρεοπώλας Γ. Παπαδόπουλον ή Ντιρίκον και Νικόλ. Κακόν πωλήσαντας αυτώ κεφαλήν αρνίου άνευ μυελού, ον είχον υπεξαιρέσει κλείσαντες το κρανίον τεχνηέντως κατόπιν! Το πταισματοδικείον κατεδίκασεν αυτούς ερήμην εις κράτησιν τριών εβδομάδων εκάτερον.
Νέα Εφημερίς
ΕΤOΣ ΙΒ΄, ΑΡΙΘ. 169
Παρασκευή 18 Ιουνίου 1893
Η εφημερίδα Ραμπαγάς τον Ιούνιο του 1882 ανακοινώνει ότι λόγω του πολλαπλασιασμού των λωποδυτών πολίτες αποφάσισαν να συστήσουν Σύλλογον αντιλωποδυτικόν. Κάθε μέλος φέρει επί της ράχης του πινακίδα όπου ευκρινώς αναγράφεται η φράση Απαγορεύεται η προσέγγισις. Οι λωποδύτες απαντούν με τη σύσταση δικού τους σωματείου. Κάθε μέλος φέρει επί του στήθους την επιγραφή: Άρπαξε να φας και κλέψε νάχης.
Οι άνθρωποι διασταυρώθηκαν στους δρόμους και στις συνοικίες, έδωσαν τον παλμό της καθημερινότητας, ζωγράφισαν με τα θερμά και ψυχρά χρώματα των συναισθημάτων τους, ξανά και ξανά, το μεταβαλλόμενο τοπίο της πόλης. Έπαιξαν ρόλους πρωταγωνιστών ή βουβών προσώπων, δυναμικών ή απαθών θεατών, ενορχηστρώθηκαν στο ανώνυμο πλήθος των επωνύμων μελών της κοινότητας. […]
Το πρόσωπο της Αθήνας θα ήταν άχρωμο, με το βλέμμα κενό, χωρίς την παρουσία τους, τις ιστορίες τους, τις ζωές τους. Η Ιστορία έχει ανάγκη τη μικροϊστορία, πτυχές της οποίας αποτυπώνονται εν θερμώ στις στήλες των εφημερίδων και εγγράφονται στη συλλογική μνήμη· τη μνήμη της πόλης.
Μαρία Βάρβογλη
Το όνομα ΦΛΟΚΑ είναι ιδιαίτερα γνωστό. Κάποτε το συναντούσε κανείς σε κάθε γωνιά της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, αλλά και όλης της Ελλάδας. Η αλυσίδα ζαχαροπλαστείων και εστιατορίων υπήρξε τόπος συνάντησης καλλιτεχνών και πολιτικών, αλλά και όλων όσοι λάτρευαν το καλό φαγητό και γλυκό. Ένα μεγάλο εργοστάσιο παρήγε κάθε λογής γλυκές λιχουδιές, από σοκολάτες και καραμέλες μέχρι γλυκά του κουταλιού και φρουί γλασέ. Υπήρχαν κυλικεία στα σύνορα, στα αεροδρόμια, στους κινηματογράφους και η επιγραφή ΦΛΟΚΑ ήταν πολύ συνηθισμένη στις τέντες των περιπτέρων.
Αυτή η πρωτόγνωρη για την Ελλάδα αλυσίδα καταστημάτων έσβησε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 αφήνοντας ανεξίτηλο τον απόηχο του ονόματος στις μνήμες όλων. Το βιβλίο Ραντεβού στου Φλόκα προσφέρει στους αναγνώστες την ευκαιρία να γνωρίσουν την ιστορία των ζαχαροπλαστείων και να πάρουν μια γεύση της εποχής.
Ιστορία
Μοντήγκλ Στερνς
O πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Μοντήγκλ Στερνς επιχειρεί μια αναδρομή στην ελληνική ιστορία και πολιτική του εικοστού αιώνα και διερευνά την προσωπικότητα του πρώτου σοσιαλιστή πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Στη διάρκεια των τριών διπλωματικών του θητειών στην Αθήνα, ο Στερνς παρακολούθησε τη μεταμόρφωση του Παπανδρέου από φιλικό Αμερικανό οικονομολόγο σε σφοδρό αντιαμερικανό.
Η μόνιμη διαμάχη ως προς το πώς και από ποιον έπρεπε να κυβερνηθεί η Ελλάδα θυμίζει τα ανεπίλυτα θέματα μεταξύ των Παπανδρέου, πατέρα και γιου. Ο Ανδρέας έφυγε από την Ελλάδα το 1940, πολιτογραφήθηκε Αμερικανός και ήταν μόνιμος κάτοικος των ΗΠΑ επί είκοσι χρόνια. Αντιθέτως ο Γεώργιος ήταν ακραιφνής Έλληνας: ένας πληθωρικός πολιτικός δημοκρατικών τάσεων, πρώην πρωθυπουργός και για μεγάλο διάστημα αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων.
Ο Στερνς ήρθε στην Αθήνα ως διπλωμάτης στις αρχές του 1958, στο αποκορύφωμα της πολιτικής αναταραχής. Τα επόμενα πέντε χρόνια γνώρισε πρώτα τον Γεώργιο και έπειτα τον γιο του. Γείτονες σε αθηναϊκό προάστιο, Αμερικανοί συμπατριώτες και ομοϊδεάτες ως προς τα μεταπολεμικά προβλήματα που ταλάνιζαν την Ελλάδα, ο Στερνς και ο Ανδρέας έγιναν γρήγορα στενοί φίλοι. Ωστόσο, με το πέρασμα των δεκαετιών, η φιλία αυτή δοκιμάστηκε πολύ. Το ανά χείρας βιβλίο είναι –μεταξύ άλλων– μια αναψηλάφηση του Ψυχρού Πολέμου και των συνεπειών του στην Ελλάδα και στον ίδιο τον Ανδρέα, που η αμφιθυμική του προσωπικότητα γοήτευσε εξαρχής και μέχρι τέλους τον συγγραφέα.
Τζον Καρ
Το Ύψωμα 731 ήταν το σκηνικό μιας από τις αγριότερες μάχες του Ελληνοϊταλικού Πολέμου στην Αλβανία, την οποία παρακολούθησε διά ζώσης και ο ίδιος ο Μουσολίνι. Στις 9 Μαρτίου 1941 οι Ιταλοί εξαπέλυσαν την ανοιξιάτικη επίθεσή τους, με σκοπό να βάλουν τέλος στις επί τέσσερις μήνες ταπεινωτικές υποχωρήσεις του στρατού τους. Στόχος ήταν δύο παράλληλες πεδιάδες όπου έστεκε το Ύψωμα 731, το οποίο και έπρεπε να καταλάβουν από τους Έλληνες πάση θυσία.
Το VIII ιταλικό Σώμα Στρατού, μέρος της 11ης Στρατιάς του Τζελόζο, είχε την αποστολή να καταλάβει το ύψωμα, ανοίγοντας την επίθεση με την 38η Μεραρχία Πεζικού «Πούλιε». Απέναντί τους βρισκόταν η Ελληνική 1η Μεραρχία του Β΄ Σώματος Στρατού, με την 4η και 6η Μεραρχία στα πλάγια.
Επί δεκαεπτά ημέρες, ύστερα από σφοδρό φραγμό πυρός του πυροβολικού, αποτέλεσμα του οποίου ήταν να μειωθεί το ύψος του λόφου κατά έξι μέτρα, οι Ιταλοί ρίχτηκαν με γενναιότητα στους Έλληνες στρατιώτες, οι οποίοι τους αναχαίτισαν προκαλώντας τους τρομακτικές απώλειες. Δόθηκαν μάχες σώμα με σώμα με ξιφολόγχες και οι Έλληνες κατάφεραν να κρατήσουν τις θέσεις τους.
Ο Μουσολίνι ήθελε τη νίκη για να εντυπωσιάσει τον Φύρερ. Αντ’ αυτού η αιματηρή πανωλεθρία του Υψώματος 731 έπαιξε τον ρόλο της στην απόφαση του Χίτλερ να αναβάλει την εισβολή στη Ρωσία κατά τέσσερις εβδομάδες τουλάχιστον, καθυστέρηση που, μαζί με άλλους παράγοντες, συνέβαλε ώστε να του στοιχίσει τελικά την έκβαση του πολέμου.
Ιστορία
Η τριακονταετής γενοκτονία: Ο αφανισμός των χριστιανικών μειονοτήτων της Τουρκίας, 1894-1924
Μπένι Μόρις-Ντρορ Ζε'εβί
Από το 1894 έως το 1924 τρία κύματα βίας σάρωσαν την Ανατολία με στόχο τις περιοχές όπου διέμεναν χριστιανικές μειονότητες, οι οποίες αποτελούσαν ως τότε το 20 τοις εκατό του πληθυσμού. Το 1924 οι Αρμένιοι, οι Ασσύριοι και οι Έλληνες είχαν μειωθεί στο 2 τοις εκατό του πληθυσμού. Οι περισσότεροι ιστορικοί έχουν πραγματευτεί αυτά τα τρία κύματα βίας ως ξεχωριστά και μεμονωμένα γεγονότα, ενώ οι διαδοχικές τουρκικές κυβερνήσεις τα παρουσιάζουν ως μια αλληλουχία ατυχών συμβάντων. Η Τριακονταετής γενοκτονία είναι το πρώτο έργο που δείχνει ότι στην πραγματικότητα αυτά τα τρία κύματα ήταν μια ενιαία, συνεχής και συνειδητή προσπάθεια να εξοντωθεί ο χριστιανικός πληθυσμός της Ανατολίας.
Αυτή η περίοδος, η πιο βίαιη στην πρόσφατη ιστορία της περιοχής, άρχισε στη διάρκεια της εξουσίας του Οθωμανού σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β΄, συνεχίστηκε υπό τους Νεοτούρκους και τελείωσε τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του Κεμάλ Ατατούρκ. Παρά τη δραματική αλλαγή από την ισλαμική απολυταρχία του σουλτάνου στον κοσμικό ρεπουμπλικανισμό, οι πολιτικές εξόντωσης που εφαρμόστηκαν στη χώρα ήταν αξιοσημείωτα σταθερές και συστηματικές, με προσχεδιασμένους μαζικούς φόνους, εκτοπίσεις, εξαναγκαστικό προσηλυτισμό στο ισλάμ, μαζικούς βιασμούς και απάνθρωπες απαγωγές γυναικών και παιδιών. Και το πιο σταθερό στοιχείο ήταν το κάλεσμα σε ιερό πόλεμο. Μολονότι δεν τη δικαιολογεί η διδασκαλία του ισλάμ, η εξόντωση δύο εκατομμυρίων χριστιανών πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο μιας αδίστακτης προτροπής προς τους Τούρκους να δημιουργήσουν ένα καθαρά μουσουλμανικό έθνος.
Αποκαλυπτικό και βασισμένο σε εκτεταμένη έρευνα, το βιβλίο αυτό επαναπροσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε ένα από τα πιο αποτρόπαια γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας.
LiFO Βιβλία
Γιαννάκη Ευτυχία, Δρόλιας Βασίλειος Φ., Κυθρεώτης Χρίστος, Μαλανδράκης Μιχάλης, Μαλαφέκας Μάκης, Μπέκας Βαγγέλης, Παπαμάρκος Δημοσθένης, Πέτσα Βασιλική, Στεργίου Βίβιαν
Δέκα Έλληνες συγγραφείς που έχουν ξεχωρίσει τα τελευταία χρόνια εμπνέονται από την Ελληνική Επανάσταση και δημιουργούν ιστορίες ηρώων και αντιηρώων, αληθινές και φανταστικές, βασισμένες σε πραγματικά γεγονότα αλλά και με μια δόση fiction. Τα δέκα διηγήματα που γράφτηκαν με ανάθεση της LiFΟ είναι εξαιρετικά δείγματα της νέας λογοτεχνίας, με πρωταγωνιστές πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον αγώνα για την ελευθερία αλλά και ανθρώπους «ασήμαντους», με τους οποίους δεν είχε ασχοληθεί κανείς, από τον Μάρκο Μπότσαρη, τον Νικηταρά, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και την κυρά του Κάστρου της Ακροπόλεως, την Νταλιάνα, μέχρι την Καχριέ, μια νεαρή τουρκοπούλα που έγινε κατάσκοπος των Ελλήνων, αλλά και τους ρομαντικούς στο Μεσολόγγι.
Η Ευτυχία Γιαννάκη γράφει ορμώμενη από τους μύθους και τις φήμες της περιοχής του Ερεχθείου, όπου μεγάλωσε, σχετικά με την Ασήμω Γκούρα ή Νταλιάνα στο διήγημα «Νταλιάνα, τα κουμπούρια σου», ο Βασίλειος Φ. Δρόλιας, στον «Αποχαιρετισμό», γράφει για τις κρυπτογραφημένες ιστορίες που βρήκε στα τετράδια του παππού του, ο Χρίστος Κυθρεώτης στο διήγημα «Η φωνή μας» έχει κεντρικό ήρωα τον εκδότη μιας πατρινής εφημερίδας, ο οποίος την περίοδο των Ιουνιακών του 1863 βρίσκεται στην Αθήνα, ο Μιχάλης Μαλανδράκης γράφει για τον Νικηταρά στο διήγημά του «Μόνο σκιές», ο Μάκης Μαλαφέκας στο «Κάποτε στο Μεσολόγγι» φαντάζεται τον διάλογο δύο ρομαντικών στο Μεσολόγγι για το ’21, ο Βαγγέλης Μπέκας, με τον «Μάρκο», εστιάζει σε ένα περιστατικό που συνέβη το βράδυ πριν από τη σφαγή του λόχου των φιλελλήνων στο Πέτα με πρωταγωνιστή τον Μάρκο Μπότσαρη, η Μαρία Ξυλούρη, στο «Ξετρύπι», μας μεταφέρει στην Κρήτη, γράφοντας για τη σφαγή γυναικόπαιδων σε καταφύγιο, ενώ επίκειται επίθεση σε κοντινό τους μοναστήρι, ο Δημοσθένης Παπαμάρκος στο «Γρίκα» έχει πρωταγωνιστή έναν ακαδημαϊκό που μελετάει τη Νεότερη Ελληνική Ιστορία και αναμετριέται με τον ιστορικό γρίφο του επιτεύγματος του Οδυσσέα Ανδρούτσου στο Χάνι της Γραβιάς, η Βασιλική Πέτσα ξανακοιτάζει την Επανάσταση υπό την οπτική του παρόντος στο διήγημά της «Ο Γιάννης Πασάς πόσταρε στον τοίχο του Κίτσου Μπότσαρη το τραγούδι “Hide me”» και η Βίβιαν Στεργίου γράφει για την Καχριέ, την κόρη του βοεβόδα των Καλαβρύτων, μια όμορφη τουρκοπούλα που μετέδιδε πληροφόρηση στους επαναστατημένους Έλληνες, στο διήγημα «Για σένα βγάζει το σώμα φύλλα».
Γιάννης Κοκκινάκης
Η επανάσταση του 1775 που οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου, δυναμικού έθνους που δυόμιση αιώνες μετά θα κυριαρχούσε στην Υφήλιο σε ένα καλογραμμένο ιστορικό δοκίμιο: Oι πολυεπίπεδες ρήξεις και οι αλλαγές ιδεών, αντιλήψεων και νοοτροπιών που αυτή σήμανε, οι δυνάμεις που στήριξαν την απόσχιση από τη βρετανική αυτοκρατορία και ίδρυσαν το αμερικανικό κράτος σε δημοκρατικές βάσεις, η νέα σχέση πολίτη-Πολιτείας που προέκυψε, η έστω τυπική όπως εξελίχθηκε υποχρέωση λογοδοσίας της δεύτερης στον πρώτο παρότι οι υφιστάμενες, οι αποικιακές δομές εκμετάλλευσης δεν καταργήθηκαν – απλώς άλλαξαν μορφή -, οι σχέσεις των νεοφερμένων αποίκων με τους αυτόχθονες Ινδιάνους, τα Συντάγματα των αμερικανικών Πολιτειών και το «πολυκέφαλο τέρας».