Κωνσταντινούπολη. Μια ιστορία τριών πόλεων.
€22.95
Μετάφραση: Χρήστος Καψάλης
Σελίδες: 872
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Πολ Μπόιερ
Μια συμπυκνωμένη σε «βιβλίο τσέπης» εισαγωγική ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών εστιασμένη στα σημαντικότερα κατά την κρίση του συγγραφέα γεγονότα που σημάδεψαν την εξέλιξή τους. Ξεκινώντας από την προϊστορία του τόπου περνά στον αποικισμό και την αμερικανική επανάσταση που σήμανε τη δημιουργία ενός νέου έθνους, συνεχίζοντας με τα πρώτα του βήματα, τη δουλεία και τον εμφύλιο που σημάδεψαν τον 19ο αιώνα. Προχωρά έπειτα στην εκβιομηχάνιση που ακολούθησε και τις συνέπειές της, στα μεταρρυθμιστικά κινήματα και τους μεγάλους πολέμους του πρώτου μισού του 20ού αιώνα και διατρέχοντας την παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ μεταπολεμικά και την ευημερία που αυτή επέφερε προτού ξεσπάσει η γενικευμένη κοινωνική αναταραχή της δεκαετίας του ’60, καταλήγει στη σύγχρονη εποχή και συγκεκριμένα στην περίοδο της προεδρίας Ομπάμα οπότε και εκδόθηκε (2012).
Έντουαρντ Κοέν
Με μια πρωτοποριακή προσέγγιση που απευθύνεται τόσο στον μελετητή όσο και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, ο συγγραφέας διερευνά τη διάρθρωση της αγοράς του έρωτα στην αρχαία Αθήνα, εξετάζοντας στοιχεία που αφορούν την οικονομική και κοινωνική ιστορία, αλλά και την ιστορία του φύλου και του δικαίου, βασισμένος στις πηγές.
Έτσι, μέσα από περιπτώσεις γυναικών που διηύθυναν επιχειρήσεις πορνείας, οι οποίες συχνά διατηρούνταν από γενιά σε γενιά, σε μητρογραμμική βάση, εξετάζεται ο ρόλος που διαδραμάτισε το ανθηρό εμπόριο του έρωτα στην αθηναϊκή κοινωνία.
Κάρλχαϊντς Ντέσνερ
Γνωστός για τη σκληρή καταγγελτική του γλώσσα – είχε προκαλέσει τη μήνη της Καθολικής Εκκλησίας που τον πήγε στα δικαστήρια όταν εξέδωσε την «Εγκληματική Ιστορία του Χριστιανισμού» -, ο Βαυαρός ερευνητής και συγγραφέας περνάει στο πόνημα αυτό «γενεές δεκατέσσερις» την αμερικανική ιστορία, από τον επιθετικό αποικισμό του Νέου Κόσμου και την εξολόθρευση των Ινδιάνων μέχρι τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους στην Κορέα, το Βιετνάμ κι αργότερα στην Εγγύς Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο. Αποκαλύπτει έτσι, λέει, «με ποιο τρόπο το ισχυρότερο μέλος του ΝΑΤΟ παριστάνει τη φιλειρηνική δύναμη τη στιγμή που εμφανίζει εξαιρετικά ύποπτες και σκοτεινές πτυχές», χαρακτηρίζοντας τη λεγόμενη «Χώρα της Ελευθερίας» ή «Χώρα του Θεού» ως ένα «βίαιο, ανήθικο και διεφθαρμένο έθνος» – έναν «Μολώχ» που τρώει μέχρι και τα δικά του παιδιά.
Ιστορία
Νικόλο Μακιαβέλλι
Ο Νικολό Μακιαβέλλι δεν είναι μόνο ο συγγραφέας του Ηγεμόνα· τα πολιτικά του έργα περιλαμβάνουν τις Διατριβές πάνω στην πρώτη δεκάδα του Τίτου Λίβιου, την Τέχνη του Πολέμου και τις Φλωρεντινές Ιστορίες. Σ’ αυτά αποκαλύπτονται πτυχές της σκέψης του που δεν απαντώνται στον Ηγεμόνα, ενώ συγχρόνως δείχνουν την εξέλιξή της. Οι Φλωρεντινές Ιστορίες είναι το τελευταίο μείζον έργο του και γράφτηκε κατά παραγγελία του Ιουλίου των Μεδίκων που εξελέγη πάπας με το όνομα Κλήμης Ζ’· αποτελείται από οκτώ βιβλία, από τα οποία το πρώτο είναι αφιερωμένο σε μια γενική ιστορία της Ιταλίας από την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ως το τέλος του 15ου αιώνα, ενώ τα υπόλοιπα αφορούν την ιστορία της πόλης της Φλωρεντίας, με τις περίπλοκες και αποκαλυπτικές εσωτερικές συγκρούσεις της, από το 1250 ως το 1494.
Για τη συγγραφή του έργου, ο Μακιαβέλλι ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την ουμανιστική παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο στοχαστικός συγγραφέας γράφει ιστορία για να διδάξει, για να παρουσιάσει παραδείγματα άξια μίμησης, προκειμένου δε να πείσει το ακροατήριό του χρησιμοποιεί την ευγλωττία. Βεβαίως δεν αγνοεί την υποχρέωση της αλήθειας· με τη λέξη αυτή όμως δεν εννοεί τα γεγονότα, τα οποία καταγράφουν τα χρονικά, αλλά τη «συνολική αλήθεια», δηλαδή τα αίτια, τα κίνητρα, τους χαρακτήρες, το φόντο, τη στρατηγική. Αυτή η αντίληψη της αλήθειας ξεχώριζε την ιστορία από το χρονικό. O Μακιαβέλλι γράφει λοιπόν την ιστορία της πόλης του για να προσφέρει στον ηγεμόνα της, τον πρώτο αναγνώστη του, παραδείγματα ανθρώπων που μπόρεσαν να αρθούν πάνω από τις επιδιώξεις και τις αντιλήψεις της ομάδας τους, αφιερώθηκαν στο «κοινό καλό» κι αναμόρφωσαν το πολίτευμα.
Θανάσης Γιοχάλας - Ζωή Βαΐου
Οία κεφαλή και εγκέφαλον ουκ είχε
Το εξής νοστιμώτατον εξεδικάσθη εν τω ενταύθα πταισματοδικείω. Ο κ. Α. Πετσάλης κατεμήνυσε τους κρεοπώλας Γ. Παπαδόπουλον ή Ντιρίκον και Νικόλ. Κακόν πωλήσαντας αυτώ κεφαλήν αρνίου άνευ μυελού, ον είχον υπεξαιρέσει κλείσαντες το κρανίον τεχνηέντως κατόπιν! Το πταισματοδικείον κατεδίκασεν αυτούς ερήμην εις κράτησιν τριών εβδομάδων εκάτερον.
Νέα Εφημερίς
ΕΤOΣ ΙΒ΄, ΑΡΙΘ. 169
Παρασκευή 18 Ιουνίου 1893
Η εφημερίδα Ραμπαγάς τον Ιούνιο του 1882 ανακοινώνει ότι λόγω του πολλαπλασιασμού των λωποδυτών πολίτες αποφάσισαν να συστήσουν Σύλλογον αντιλωποδυτικόν. Κάθε μέλος φέρει επί της ράχης του πινακίδα όπου ευκρινώς αναγράφεται η φράση Απαγορεύεται η προσέγγισις. Οι λωποδύτες απαντούν με τη σύσταση δικού τους σωματείου. Κάθε μέλος φέρει επί του στήθους την επιγραφή: Άρπαξε να φας και κλέψε νάχης.
Οι άνθρωποι διασταυρώθηκαν στους δρόμους και στις συνοικίες, έδωσαν τον παλμό της καθημερινότητας, ζωγράφισαν με τα θερμά και ψυχρά χρώματα των συναισθημάτων τους, ξανά και ξανά, το μεταβαλλόμενο τοπίο της πόλης. Έπαιξαν ρόλους πρωταγωνιστών ή βουβών προσώπων, δυναμικών ή απαθών θεατών, ενορχηστρώθηκαν στο ανώνυμο πλήθος των επωνύμων μελών της κοινότητας. […]
Το πρόσωπο της Αθήνας θα ήταν άχρωμο, με το βλέμμα κενό, χωρίς την παρουσία τους, τις ιστορίες τους, τις ζωές τους. Η Ιστορία έχει ανάγκη τη μικροϊστορία, πτυχές της οποίας αποτυπώνονται εν θερμώ στις στήλες των εφημερίδων και εγγράφονται στη συλλογική μνήμη· τη μνήμη της πόλης.
Μαρία Βάρβογλη
Το όνομα ΦΛΟΚΑ είναι ιδιαίτερα γνωστό. Κάποτε το συναντούσε κανείς σε κάθε γωνιά της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, αλλά και όλης της Ελλάδας. Η αλυσίδα ζαχαροπλαστείων και εστιατορίων υπήρξε τόπος συνάντησης καλλιτεχνών και πολιτικών, αλλά και όλων όσοι λάτρευαν το καλό φαγητό και γλυκό. Ένα μεγάλο εργοστάσιο παρήγε κάθε λογής γλυκές λιχουδιές, από σοκολάτες και καραμέλες μέχρι γλυκά του κουταλιού και φρουί γλασέ. Υπήρχαν κυλικεία στα σύνορα, στα αεροδρόμια, στους κινηματογράφους και η επιγραφή ΦΛΟΚΑ ήταν πολύ συνηθισμένη στις τέντες των περιπτέρων.
Αυτή η πρωτόγνωρη για την Ελλάδα αλυσίδα καταστημάτων έσβησε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 αφήνοντας ανεξίτηλο τον απόηχο του ονόματος στις μνήμες όλων. Το βιβλίο Ραντεβού στου Φλόκα προσφέρει στους αναγνώστες την ευκαιρία να γνωρίσουν την ιστορία των ζαχαροπλαστείων και να πάρουν μια γεύση της εποχής.
Δήμητρα Κελέση
Το βιβλίο βασίζεται σε πέντε βιοαφηγήσεις παιδιών του ελληνικού εμφυλίου. Οι ηλικιωμένοι, σήμερα, αφηγητές περιγράφουν τη ζωή τους στο χωριό στην κορύφωση του Εμφυλίου, τη μετακίνησή τους στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, τη διαβίωση στα “ολοπαγή ιδρύματα”, το πέρασμα από την Ανατολική στη Δυτική Γερμανία και τη ζωή τους εκεί. Οι αφηγήσεις ολοκληρώνονται με τον επαναπατρισμό και τη μόνιμη εγκατάστασή τους στην Καβάλα.
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι αφηγητές το έζησαν πολιτογραφημένοι ως αλλοδαποί, με ενδεικτικό τον χαρακτηρισμό στην ταυτότητα που τους δόθηκε στην Ανατολική Γερμανία: “Έλληνας χωρίς πατρίδα”. Όταν επέστρεψαν στην πατρίδα, στις άδειες παραμονής τους αναγραφόταν “υπηκοότης ακαθόριστος”.
“Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα, κάνουν τα πράγματα διαφορετικά εκεί”, είναι η πρώτη φράση στο μυθιστόρημα The Go-Between του L. P. Hartley. Ο Salman Rushdie, στο Imaginary Homelands, παρατηρώντας μια φωτογραφία στον τοίχο του δωματίου που δούλευε, η οποία απεικόνιζε ένα παλιό και κάπως παράξενο σπίτι -μια φωτογραφία που πάρθηκε πριν ο ίδιος γεννηθεί- νιώθει ότι η φωτογραφία του λέει να αντιστρέφει αυτή την ιδέα. Του θυμίζει ότι το παρόν του είναι το ξένο και ότι το παρελθόν είναι το σπίτι του, μολονότι “είναι ένα χαμένο σπίτι σε μια χαμένη πόλη, στην ομίχλη ενός χαμένου χρόνου”. Ίσως το ίδιο ισχύει και για τους αφηγητές μας. Με τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις τους έχουν νιώσει πολλές φορές ξένο το κάθε φορά παρόν τους. Γι’ αυτό, η αφηγηματοποίηση του παρελθόντος λειτουργεί όχι μόνο αυτοδικαιωτικά για το παρελθόν, αλλά και λυτρωτικά για το παρόν. Άλλωστε, έτσι κλείνει την αφήγησή της η Μάρθα: “Δεν πειράζει που κλαίω, ας θυμάμαι κι ας κλαίω”.
Ιστορία
Μοντήγκλ Στερνς
O πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Μοντήγκλ Στερνς επιχειρεί μια αναδρομή στην ελληνική ιστορία και πολιτική του εικοστού αιώνα και διερευνά την προσωπικότητα του πρώτου σοσιαλιστή πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Στη διάρκεια των τριών διπλωματικών του θητειών στην Αθήνα, ο Στερνς παρακολούθησε τη μεταμόρφωση του Παπανδρέου από φιλικό Αμερικανό οικονομολόγο σε σφοδρό αντιαμερικανό.
Η μόνιμη διαμάχη ως προς το πώς και από ποιον έπρεπε να κυβερνηθεί η Ελλάδα θυμίζει τα ανεπίλυτα θέματα μεταξύ των Παπανδρέου, πατέρα και γιου. Ο Ανδρέας έφυγε από την Ελλάδα το 1940, πολιτογραφήθηκε Αμερικανός και ήταν μόνιμος κάτοικος των ΗΠΑ επί είκοσι χρόνια. Αντιθέτως ο Γεώργιος ήταν ακραιφνής Έλληνας: ένας πληθωρικός πολιτικός δημοκρατικών τάσεων, πρώην πρωθυπουργός και για μεγάλο διάστημα αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων.
Ο Στερνς ήρθε στην Αθήνα ως διπλωμάτης στις αρχές του 1958, στο αποκορύφωμα της πολιτικής αναταραχής. Τα επόμενα πέντε χρόνια γνώρισε πρώτα τον Γεώργιο και έπειτα τον γιο του. Γείτονες σε αθηναϊκό προάστιο, Αμερικανοί συμπατριώτες και ομοϊδεάτες ως προς τα μεταπολεμικά προβλήματα που ταλάνιζαν την Ελλάδα, ο Στερνς και ο Ανδρέας έγιναν γρήγορα στενοί φίλοι. Ωστόσο, με το πέρασμα των δεκαετιών, η φιλία αυτή δοκιμάστηκε πολύ. Το ανά χείρας βιβλίο είναι –μεταξύ άλλων– μια αναψηλάφηση του Ψυχρού Πολέμου και των συνεπειών του στην Ελλάδα και στον ίδιο τον Ανδρέα, που η αμφιθυμική του προσωπικότητα γοήτευσε εξαρχής και μέχρι τέλους τον συγγραφέα.
Γιάννης Κοκκινάκης
Η επανάσταση του 1775 που οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου, δυναμικού έθνους που δυόμιση αιώνες μετά θα κυριαρχούσε στην Υφήλιο σε ένα καλογραμμένο ιστορικό δοκίμιο: Oι πολυεπίπεδες ρήξεις και οι αλλαγές ιδεών, αντιλήψεων και νοοτροπιών που αυτή σήμανε, οι δυνάμεις που στήριξαν την απόσχιση από τη βρετανική αυτοκρατορία και ίδρυσαν το αμερικανικό κράτος σε δημοκρατικές βάσεις, η νέα σχέση πολίτη-Πολιτείας που προέκυψε, η έστω τυπική όπως εξελίχθηκε υποχρέωση λογοδοσίας της δεύτερης στον πρώτο παρότι οι υφιστάμενες, οι αποικιακές δομές εκμετάλλευσης δεν καταργήθηκαν – απλώς άλλαξαν μορφή -, οι σχέσεις των νεοφερμένων αποίκων με τους αυτόχθονες Ινδιάνους, τα Συντάγματα των αμερικανικών Πολιτειών και το «πολυκέφαλο τέρας».
Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης
Το έργο του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη, καθηγητή Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, πραγματεύεται ένα από τα λιγότερο μελετημένα ιστορικά θέματα. Από το 1830 μέχρι το 1947, η ελληνική επικράτεια, αναπτύχθηκε με γοργούς ρυθμούς, χωρίς όμως απόλυτες βεβαιότητες. Συνήθως, τα σύνορα της Ελλάδας κατοχυρώθηκαν επιτυχημένα και μόνιμα, άλλες όμως φορές, χαράχθηκαν περιστασιακά ή ατελέσφορα. Πάντα συσχετίστηκαν με το πρόγραμμα της εθνικής ομογενοποίησης και της εθνικής ολοκλήρωσης, αλλά και με τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις των Δυνάμεων. Κατοχή, κυριαρχία, συγκυριαρχία, συνθέτουν το περίπλοκο σχήμα της γενεαλογίας μιας θυελλώδους και αιματηρής περιπέτειας που διατρέχει την ελληνική επικράτεια πριν πάρει τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα.
Το γραμματόσημο, ελληνικό και ξένο, αποτελεί ένδειξη και μέσο άσκησης εξουσίας, κατοχής ή κυριαρχίας του εδάφους που έγινε -ή δεν έγινε- ελληνικό. Ισχυρό σύμβολο και μήνυμα για το ποιος ασκεί τον πολιτικό και θεσμικό έλεγχο επί του εδάφους , το γραμματόσημο, όπως και η ταχυδρομική σφραγίδα, συνδέεται με κάθε γωνιά της ελληνικής επικράτειας που βρέθηκε κάποτε από την μία ή την άλλη πλευρά της συνοριακής γραμμής..
Αντρέ Κάσπι, Έλεν Κάρτερ
Μια αφιερωματική έκδοση στις 45 προσωπικότητες που βρέθηκαν μέχρι σήμερα στο «τιμόνι» των ΗΠΑ – πολλοί εξ αυτών, ειδικά από τον Β’ Παγκόσμιο και μετά, κι ενός μεγάλου μέρους του υπόλοιπου κόσμου – από τον Τζορτζ Ουάσινγκτον ως τον Ντόναλντ Τραμπ, καθώς επίσης στον θεσμό καθαυτό: Πώς διαμορφώθηκε στα 200 και πλέον χρόνια της ύπαρξής του, τι συμβολίζει, τι εύρος εξουσιών έχει, πώς ελέγχεται, η αμερικανική εκλογική ορολογία κ.ά. Μέσα από μια εξιστόρηση γραμμένη έτσι ώστε να γίνεται κατανοητή από κάθε αναγνώστη «περνάει όλη η ταραχώδης πολιτική ιστορία των ΗΠΑ, τα σκάνδαλα, οι δολοφονίες αλλά και οι μεγάλες αποφάσεις που έκαναν τη χώρα αυτή την ισχυρότερη στον πλανήτη», όπως σημειώνει ο υπεύθυνος της σειράς Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος.
Ιστορία
Γιάννης Τσιώμης
Το πεπρωμένο της Αθήνας ήταν παράδοξο: μια μικρή κωμόπολη, με βαρύ ιστορικό παρελθόν, ξεχασμένη όμως στο πέρασμα των αιώνων, γίνεται η καρδιά ενός νέου εθνικού κράτους. Ειδικά στην περίπτωση της Αθήνας, η επιλογή της πρωτεύουσας είναι μια πράξη αποφασιστικής σημασίας, καθώς σηματοδοτεί τη ρήξη με τη μακρά οθωμανική κυριαρχία. Η αποκατάσταση και η δημιουργία των μνημείων της, η χάραξη του πολεοδομικού της σχεδίου, των αξόνων και των προοπτικών της εκφράζουν τη νέα αποστολή της στο σταυροδρόμι της πολιτικής, της ιδεολογίας και της αισθητικής.
Την επομένη της ελληνικής ανεξαρτησίας, η Αθήνα μεταφέρθηκε στον ίδιο τόπο όπου γεννήθηκε: βρισκόταν εκεί και συνάμα έπρεπε να επινοηθεί. Η ερειπωμένη και θαμμένη αρχαία πόλη αναγορεύεται σε πρωτεύουσα του νέου κράτους από τους Βαυαρούς και, υπό την αιγίδα μιας Ευρώπης ζωογονημένης από την κυκλοφορία ιδεών, τεχνών και επιστημών, γνωρίζει το ξεκίνημα της αναγέννησής της και την είσοδό της στη νεωτερικότητα.
Ο σχεδιασμός της νέας πόλης ανατίθεται σε Γάλλους, Γερμανούς και Έλληνες αρχιτέκτονες και μηχανικούς που είχαν σπουδάσει στο Παρίσι, στο Μόναχο και στο Βερολίνο και αντλούσαν έμπνευση από τα έργα μεγάλων μορφών του κλασικισμού, όπως ο Ντυράν ή ο Σίνκελ. Από το 1833, η Αθήνα γίνεται ένα πεδίο εμπειριών που θα ενσαρκώσει εντέλει την ουσία της σύγχρονης πρωτεύουσας και όπου, μέσω της πολεοδομίας, θα αναδειχθεί ένα κίνημα που θα γίνει οικουμενικό: ο νεοκλασικισμός.
Το βιβλίο αυτό, πλούσιο σε εικονογραφικό υλικό από το έργο που κληροδότησαν οι κυριότεροι τεχνίτες αυτού του νέου τόπου εξουσίας —ανάμεσά τους ο Λέο φον Κλέντσε, ο Έντουαρντ Σάουμπερτ και ο Σταμάτιος Κλεάνθης—, δεν ανιχνεύει απλώς την πορεία μιας αστικής εποποιίας· αποτυπώνει παραστατικά το πορτρέτο μιας ηπείρου που την αρδεύουν οι πολιτισμικές ανταλλαγές και οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες και που στο παράδειγμα της Αθήνας βρήκε την ευκαιρία να αναδείξει μια «ευρωπαϊκή καλλιτεχνική υπόθεση».