Ο Νίκος Μπακουνάκης παρουσιάζει τους τίτλους που χαρακτήρισαν την εκδοτική χρονιά που φεύγει.

Ένας απολογισμός της εκδοτικής και αναγνωστικής χρονιάς μέσα από είκοσι τίτλους που συζητήθηκαν ή που άφησαν το αποτύπωμά τους. Μια επιλογή από όλες τις κατηγορίες και τα λογοτεχνικά είδη, όπου συναντάμε τον Σαρλ Μποντλέρ, τη Λουίζ Γκλικ, τη Ζυράννα Ζατέλη, τον Ζορζ Σιμενόν, τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, τον Ανδρέα Μιαούλη, τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, τον Σάμιουελ Μπέκετ, τον Σάιμον Κρίτσλι, τον Γιώργο Σεφέρη και την Ιωάννα Τσάτσου, τη Γόντα φαν Στιν, τη Νάσια Διονυσίου, τον Χανς Φάλαντα, τον Εντουάρ Λουί, τον Ανδρέα Κάλβο, τον Αλέξη Παπαχελά, τον Παναγή Παναγιωτόπουλο, τον Στρατή Παπαιωάννου. Από το μυθιστόρημα στην ποίηση, από το δοκίμιο στην έρευνα, από την ιστορία στην αυτοβιογραφία.

Ακούστε εδώ το Podcast

Τα καλύτερα βιβλία του 2021

Γκουσταύος Κλάους

20.00

Ο Γουσταύος Κλάους είναι Βαυαρός έμπορος, που έρχεται στην Πάτρα και δημιουργεί την οινοποιία «Αχαΐα». Η γνωστή σήμερα ως «Achaia Clauss» πρωταγωνιστεί με τα κρασιά της στο οινικό fun του 20ού αιώνα και συνεχίζει στον 21ο αιώνα με το «Castro Clauss». Ο Φραντσέσκο Μάλλια, μετανάστης από τη Μάλτα, είναι το δεξί χέρι του Γουσταύου, ο πρώτος άποικος στην Colonie. H Colonie είναι η πολυεθνική κοινότητα των εργαζομένων στην οινοποιία, με τις οικογένειές τους (Γερμανοί, Έλληνες, Ιταλοί, Μαλτέζοι), στην οποία ο Κλάους δίνει το όνομα Gutland. Ο Γιάκομπ Κλίπφελ, Γερμανός, είναι ο πρώτος οινολόγος, ίσως ο δημιουργός της γλυκιάς Μαυροδάφνης. Η Αθηναία Θωμαΐδα Καρπούνη είναι η σύζυγος του Κλάους. Ο Γιούλιους Καρλ Βίλχελμ Φίλιπ Μέντσερ είναι Γερμανός κρασέμπορος, βουλευτής στο Ράιχσταγκ, ο πρώτος εισαγωγέας ελληνικών κρασιών στη Γερμανία. Ο Βασίλης Κασπίρης είναι ο φουστανελοφόρος σωματοφύλακας του Κλάους και ο κωδωνοκρούστης της Gutland. Η Αμαλία φον Πέρφαλ, κόρη του Γουσταύου και της Θωμαΐδας, παντρεμένη με βαρόνο στο Μόναχο, είναι η μοναδική κληρονόμος του. Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας -η Σίσσυ- είναι η πρώτη διάσημη επισκέπτρια της οινοποιίας. Ο Βλάσιος Αντωνόπουλος, φιλελεύθερος σταφιδέμπορος, βουλευτής του Βενιζέλου, είναι ο συνεχιστής της «Αχαΐας» και των κρασιών της μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο καπνοβιομήχανος από την Αίγυπτο Θεόδωρος Βαφειάδης εκπροσωπεί τα κρασιά της «Αχαΐας» στη Βομβάη· και ο αρσιβαρίστας Δημήτρης Τόφαλος, στη Νέα Υόρκη. Η Λαμπρινή Κακού, Επονίτισσα, επισκέπτεται την «Αχαΐα» και υψώνει ένα ποτήρι στη μνήμη του απαγχονισθέντος αδελφού της, τις τελευταίες ημέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Αυτοί είναι μερικοί από τους ήρωες που κατοικούν στην Γκούτλαντ. Μια μεγάλη αφήγηση, πλήρως τεκμηριωμένη, που καλύπτει περισσότερο από έναν αιώνα, από το 1833 έως το 1949. Ο συγγραφέας ανασυστήνει μικρόκοσμους, άγνωστους και απρόοπτους, ανασυστήνει ακόμη και το φυσικό τοπίο, δίνει χρώμα και βάθος στην καθημερινή ζωή, υπερβαίνει τα στερεότυπα και ρίχνει φως σε αθέατες περιοχές, εκεί που δεν φτάνει ποτέ η μεγάλη ιστορία. Το κρασί και το αμπέλι είναι, βέβαια, οι πανταχού παρόντες πρωταγωνιστές.

Σαρλ Μπωντλαίρ

13.95

Δίγλωσση έκδοση (ελληνικά και γαλλικά) δύο ενοτήτων από το σκανδαλώδες αριστούργημα του Μπωντλαίρ. Οι «Παρισινοί πίνακες» και «Τα απαγορευμένα ποιήματα» περιλαμβάνουν ποιήματα με τολμηρό ερωτικό περιεχόμενο, και ανήκουν οργανικά στα Άνθη του κακού (1857), τη μία και μόνη συλλογή του Μπωντλαίρ.

Ελληνική λογοτεχνία

Ορατή σαν αόρατη

Ζυράννα Ζατέλη

16.00

«Δεν μπορείς να πεθάνεις αν δεν γράψεις αυτήν την ιστορία».
«Για να την γράψω πρέπει κάποιος να πεθάνει πρώτα».

Έρχονταν κι έφευγαν οι εποχές, οι μέρες καταπίνανε τις μέρες, κι η Λεύκα παράδερνε μες στην σιωπή και στους δισταγμούς της. Όλο ένοιωθε να την φυσάει το αεράκι της ευφορίας, να παρακινείται συθέμελα να γράψει επιτέλους την «ιστορία φάντασμα», όλο μαζεύονταν τα σύννεφα πάνω από το κεφάλι της, κι έλεγες τώρα θ’ ανοίξουν οι κρουνοί και να πώς ξεκινούν οι καταιγίδες. Πέφτανε τότε μερικές ωραίες στάλες, το ρίγος την συνέπαιρνε, κι ύστερα πάλι όλα χάνονταν, κρύβονταν κατά πού δεν ξέρουμε. Και πόσο ακόμα να περιμένει ν’ αποδημήσει ένας άνθρωπος για να λάβει το λάκτισμα, την ευλογία!… Πώς αντέχω και δεν απελπίζομαι; αναρωτιόταν, την ώρα που μέσα της βαθειά εφτά φορές είχε αλλάξει δέρμα απ’ την απελπισία. Κι εκεί ήταν το ζήτημα: οι φοβερότερες στιγμές και σκέψεις, οι πιο ανείπωτες, δύνανται άραγε να γραφούν σ’ ένα χαρτί ή μήτε στον αιώνα τον άπαντα; Δύναται να «κρυφτεί» η ίδια μέσα σ’ αυτά που έγραφε ή μόνο να κρυφτεί απ’ αυτά; Κι αν δεν υπήρχε διαφορά;

Μια μαγική αναζήτηση για τα άρρητα της γραφής, μέσα στα μυστικότερα μονοπάτια της μυθοπλασίας· γιατί τα καλύτερα είναι αυτά που δεν γράφονται και το πιο σημαντικό ποτέ δεν το λέμε.

Εντουάρ Λουί

9.00

«Για μεγάλο μέρος της ζωής της η μητέρα μου έζησε μες στη φτώχεια και την ανάγκη, στο περιθώριο, τσακισμένη και πολλές φορές ταπεινωμένη από τη βία των αντρών. Η ύπαρξή της έμοιαζε να οριοθετείται απολύτως από τη διπλή κυριαρχία που ασκούνταν πάνω της, την κυριαρχία της τάξης και την ανδρική κυριαρχία. Κι όμως, μια μέρα, στα σαράντα τέσσερά της, εξεγέρθηκε ενάντια σε αυτή τη ζωή, έφυγε, και σιγά σιγά θεμελίωσε την ελευθερία της. Το βιβλίο είναι η ιστορία αυτής της μεταμόρφωσης.»

Ξένη λογοτεχνία

Γράμμα στον δικαστή μου

Ζωρζ Σιμενόν

14.00
Ένας επαρχιακός γιατρός, που ζει μια συμβατική οικογενειακή ζωή, προβαίνει, μετά την καταδίκη του, σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση στον δικαστή του, χωρίς την αναζήτηση κανενός οίκτου. Γράφει για ό,τι τον οδήγησε στον φόνο, για ένα εκτός ορίων και ελέγχου πάθος ερωτικό. Ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματα  του Σιμενόν, με τη συγκλονιστική ανατομία ενός φόνου.

Σάιμον Κρίτσλεϊ

19.80

Μπορεί να νοµίζουµε ότι έχουµε ξεµπερδέψει µε το παρελθόν, αλλά το παρελθόν δεν έχει ξεµπερδέψει µε εµάς. Η αρχαία τραγωδία µάς επιτρέπει να έρθουµε πρόσωπο µε πρόσωπο µε ό,τι δε γνωρίζουµε για τον εαυτό µας.

Στο βιβλίο αυτό ο Simon Critchley εξετάζει ό,τι νοµίζαµε πως γνωρίζαµε για τους ποιητές, δραµατουργούς και φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας και µας τους παρουσιάζει υπό ένα φως καινούριο, απροσδόκητο και πρωτότυπο. Με τρόπο προκλητικό και επίκαιρο περιγράφει πώς η τραγωδία εξακολουθεί να εκφράζει τις συγκρούσεις και αντιφάσεις του κόσµου στον οποίο ζούµε σήµερα.
Η τραγωδία παρουσιάζει έναν κόσµο όπου η ιδιωτική και η δηµόσια ζωή συγκρούονται και καταρρέουν. Έναν κόσµο οργής, θλίψης και πολέµου. Έναν κόσµο όπου η ηθική είναι αµφίσηµη και οι δυνατοί ταπεινώνουν και καταστρέφουν τους αδύναµους. Έναν κόσµο όπου το δίκαιο µοιάζει πάντοτε να βρίσκεται και στις δυο πλευρές και όπου ωραιοποιηµένες λέξεις λειτουργούν ως προκάλυµµα για κρυφές επιχειρήσεις βίας. Έναν κόσµο µάλλον σαν τον δικό µας.

Πρέπει να προσπαθήσουµε να κάνουµε τους αρχαίους να ζήσουν ξανά στην εποχή µας. Στον καθρέφτη τους, βλέπουµε όλη την απόγνωση και πλάνη της ζωής µας, αλλά και την τροµακτική οµορφιά και ένταση της ύπαρξης. Αν θέλουµε να καταλάβουµε καλύτερα τον εαυτό µας, τότε πρέπει να επιστρέψουµε στο θέατρο και στην αρχαία τραγωδία, που µε το δριµύ και αυστηρό της βλέµµα µάς επιτρέπει να δούµε φευγαλέα τι σηµαίνει να είµαστε ζωντανοί.

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Τι είναι ένας κάμπος

Νάσια Διονυσίου

14.00

Μέσα από τις ημερολογιακές σημειώσεις ενός Κύπριου δημοσιογράφου ξεδιπλώνεται η ιστορία των βρετανικών στρατοπέδων της Αμμοχώστου – των «camps», που οι Κύπριοι τα είπαν «Κάμπους»· εκεί όπου, μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο πριν από την ίδρυση του Ισραήλ, κρατήθηκαν Εβραίοι πρόσφυγες.

Ακούγοντας τις μαρτυρίες των προσφύγων, ο δημοσιογράφος ανασυνθέτει την παροντική τους κατάσταση και τις προσδοκίες τους για το μέλλον, όλα με φόντο το πιο ακραίο κακό που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.

Τα απόκοσμα όνειρα που ταράζουν τις νύχτες του ήρωα ξετυλίγουν τη «Φούγκα του θανάτου», το πιο γνωστό ίσως ποίημα για το Ολοκαύτωμα, του Πάουλ Τσέλαν, που, σ’ ένα συμβολικό κράμα παραίσθησης και πραγματικότητας, μέσα απ’ τα μάτια του δημοσιογράφου γίνεται μια φιγούρα που περιφέρεται στο στρατόπεδο.

Η ημερολογιακή αφήγηση διακόπτεται από τρεις παράλληλες ιστορίες, τοποθετημένες στον ίδιο χώρο και χρόνο, σε γλώσσα που συχνά ταλαντεύεται μεταξύ της ελληνικής και της κυπριακής παραλλαγής της. Μια αγρότισσα κρύβει στο σπίτι της έναν Γερμανό αιχμάλωτο που δραπέτευσε. Μέσα από την ανάμνηση ενός σεφαραδίτικου τραγουδιού, μια Εβραία της Θεσσαλονίκης μνημονεύει την πόλη και τους νεκρούς της.Ένας νεαρός οδηγός, Μεγάλη Παρασκευή, βγάζει κρυφά μερικά παιδιά από το στρατόπεδο.

Το βιβλίο πραγματεύεται σε πρώτο επίπεδο το Ολοκαύτωμα και τις συνθήκες ζωής στα στρατόπεδα κράτησης. Σε παράλληλη ωστόσο πορεία λανθάνουν κι άλλα: Η ένταση των Κυπρίων που σιγοβράζει κάτω από τον αποικιοκρατικό ζυγό κι ο κατοπινός ξεριζωμός από την ίδια την πόλη της Αμμοχώστου.

Η εναλλαγή ρόλων –γηγενείς και πρόσφυγες, ριζωμένοι και εκδιωγμένοι, διώκτες και διωκόμενοι– μέσα στην αέναη περιστροφή της ιστορικής συγκυρίας. Η απώλεια του τόπου και του ανήκειν κι η αδυναμία της γλώσσας να την περιγράψει. Η ανθρωπιά ως τελευταίο ανάχωμα μπροστά στον φόβο, την τυφλότητα και το μίσος.

Ποια η σχέση ιστορίας και μνήμης, ποιες οι δυνάμεις της καταστροφής και ποιες οι δυνάμεις της καλοσύνης: Αυτά είναι τα ερωτήματα που συνοψίζονται στο μεγάλο ερώτημα του βιβλίου: «Τι είναι ένας κάμπος».

Κέιτ Κιρκπάτρικ

16.92

Η Σιµόν ντε Μποβουάρ θεωρείται µία από τις πιο επιδραστικές διανοούµενες του 20ού αιώνα. Ως σύµβολο της απελευθέρωσης των γυναικών, ενέπνευσε αλλά και σκανδάλισε τη γενιά της µέσα από τις αντισυµβατικές σχέσεις της. Ως φιλόσοφος και συγγραφέας, κέρδισε σηµαντικά λογοτεχνικά βραβεία και άλλαξε τον τρόπο µε τον οποίο αντιµετωπίζουµε τα έµφυλα ζητήµατα µε το βιβλίο της Το δεύτερο φύλο. Παρά τις επιτυχίες της, όµως, αναρωτιόταν µήπως υποτιµούσε τον εαυτό της.

Αν και η σχέση της µε τον Ζαν-Πολ Σαρτρ έχει καταγραφεί στις θρυλικές ερωτικές σχέσεις του προηγούµενου αιώνα, για την Μποβουάρ είχε το κόστος της: για δεκαετίες ολόκληρες έµεινε στη σκιά του υπαρξιστή φιλοσόφου. Τα τελευταία χρόνια έχουν έρθει στο φως ηµερολόγια και επιστολές που αποκαλύπτουν την ευρηµατικότητα της δικής της φιλοσοφίας αλλά και τη θέση των υπόλοιπων εραστών στη ζωή της.
Αυτή η πρωτοποριακή βιογραφία αντλεί υλικό από αδηµοσίευτες πηγές για να αφηγηθεί τη συναρπαστική ιστορία του πώς η Σιµόν έγινε η Μποβουάρ, η γυναίκα που ακόµα και σήµερα προκαλεί και µας εµπνέει.

Ξένη λογοτεχνία

Η άγρια Ίρις

Λουίζ Γκλικ

13.50

“Στο τέλος του μαρτυρίου μου
υπήρχε μία πόρτα.
Άκουσέ με: αυτό που ονομάζεις θάνατο
το θυμάμαι” (Από το ποίημα “Η άγρια ίρις”)

Η παραβολή και ο μύθος είναι παρόντα σε όλη την έκταση της ποίησης της Λουίζ Γκλικ, μιας ποίησης που υπερβαίνει τη γυναικεία εμπειρία, μεταμορφώνοντας τη σε ένα απλό ίχνος, ένα εννοιακό σημάδι που μένει να διερευνηθεί, να αμφισβητηθεί και να ερμηνευτεί. Ιδιαίτερα στη συλλογή Η άγρια ίρις, το στοιχείο της παραβολής προσδίδει στον κήπο -τον φανταστικό χώρο μέσα στον οποίο αναπτύσσονται οι φωνές της ποιητικής σύνθεσης- βιβλική και μυθολογική χροιά.

Μέσα στον κήπο της κηπουρού (της ποιήτριας) διαδραματίζεται μια συνομιλία μεταξύ τριών “φωνών”; του Θεού ή ενός ανώτερου όντος, της ποιήτριας, και των φυτών και λουλουδιών. Η κηπουρός αναρωτιέται για το πεπερασμένο της ύπαρξής της, για τη φθορά των σχέσεων με τους άλλους, για τη διαρροή του νοήματος. Απευθύνεται στον Δημιουργό της, ζητώντας του κατά έναν τρόπο να αποκαλυφθεί, μέσα από προσευχές (ή αντι-προσευχές), τις οποίες η Γκλικ προσφυώς τιτλοφορεί “Όρθρους” και “Εσπερινούς”. Ο Θεός απευθύνεται στα δημιουργήματά του μέσα από ποιήματα που αναφέρονται σε μια στιγμή μέσα στην ημέρα (“Καθαρό πρωινό”), ή μέσα στο έτος (“Απρίλιος”), κάποτε ακόμη και σε μια μετεωρολογική συνθήκη (“Άνεμος που αποσύρεται”). Η φωνή των φυτών και των λουλουδιών, τα οποία εμφανίζονται στη σύνθεση με μια σειρά που αντιστοιχεί στον φυσικό κύκλο της ζωής τους, λειτουργεί αντιστικτικά προς τη συνομιλία Δημιουργού και κηπουρού, δημιουργώντας μια ορατοριακού χαρακτήρα πολυφωνία μέσω της οποίας σχολιάζεται η αέναη επανάληψη γέννησης, θανάτου και αναγέννησης – ο αδιάσπαστος κύκλος της ζωής.

Με μια γραφή που χρησιμοποιεί καθημερινή γλώσσα, η οποία, ωστόσο, μεταρσιώνεται μέσω της λεπτής επεξεργασίας του στίχου, των αιφνίδιων τομών, των εκλείψεων και των πολλαπλών βιβλικών και μυθολογικών αντηχήσεων στον πυρήνα των ποιημάτων, η Λουίζ Γκλικ μεταφέρει με ενάργεια την οξύτητα του οράματός της. Μια εξαιρετική ποιητική σύνθεση για τον καιρό της ανθοφορίας αλλά και του μαρασμού, που αποτυπώνει αριστοτεχνικά την τραγική ομορφιά της ζωής, σε όλες τις μορφές της.

Ευκλείδης Τσακαλώτος

20.00

Ο βασικός κορμός του βιβλίου αποτελείται από τα πολιτικά ημερολόγια δύο περιόδων: 2019-2021 και 2012-2013.

Περιλαμβάνονται επίσης και κάποια άλλα κείμενα που έχω κατά καιρούς δημοσιεύσει σε εφημερίδες την περίοδο 2019-2021 αλλά και στο περιοδικό Κάπα το 1987, και τα οποία κατά τη γνώμη μου παραμένουν επίκαιρα στη σημερινή συγκυρία και εξακολουθούν να έχουν γενικότερο ιδεολογικό ενδιαφέρον.
Συμπεριλαμβάνεται ακόμα, με τη μορφή εισαγωγής, ένα εντελώς νέο κείμενο, το οποίο εξηγεί την επιλογή της παρέμβασης με τη μορφή πολιτικού ημερολογίου και εμπεριέχει αρκετά βιωματικά στοιχεία, τόσο της πολιτικής όσο και της προσωπικής μου διαδρομής.

Παρότι οικονομολόγος –που ως τέτοιος έχει την τάση να εμβαθύνει σε θέματα οικονομίας– θεωρώ ότι η Αριστερά, αν θέλει να ανακτήσει την ιδεολογική, και όχι μόνο, ηγεμονία της, οφείλει να παρεμβαίνει σε μια πολύ ευρεία γκάμα θεμάτων. Γι’ αυτό και στο πολιτικό μου ημερολόγιο θα συναντήσει κανείς από αναλύσεις για τη σημασία της δημοσιονομικής πολιτικής μέχρι λογοτεχνικά κείμενα του Τζόναθαν Κόου, του Αντρέα Καμιλέρι, της Μάρως Δούκα και του Εντουάρ Λουί· από θέσεις για τις ιδιωτικοποιήσεις φυσικών μονοπωλίων μέχρι ζητήματα φύλου· από τα ανθρώπινα δικαιώματα μέχρι την περιβαλλοντική κρίση. Στα μάτια μου, όλα είναι αλληλένδετα, αποτελούν όλα πεδία δράσης για την Αριστερά. Μένει η ματιά του αναγνώστη και της αναγνώστριας.
Ευκλείδης Τσακαλώτος

Γοντα Φαν Στιν

25.20

– «Από πού είστε»; Είναι η πιο συνηθισμένη ερώτηση που κάνουν οι Έλληνες στους ξένους επισκέπτες. Εκφράζει την ανάγκη να καταλάβεις από πού προέρχεται κάποιος, να τον τοποθετήσεις σε ένα τοπικό,  χρονικό και κοινωνικό πλαίσιο. Και όμως, 4.000 περίπου Έλληνες δεν μπορούν να δώσουν μια ξεκάθαρη απάντηση: οι διεθνείς υιοθεσίες από την Ελλάδα προς τις ΗΠΑ (και αργότερα προς την Ολλανδία), από τη δεκαετία του 1950 και μετά, διατάραξαν την αίσθηση του ανήκειν. Οι υιοθετημένοι αυτοί και οι οικογένειές τους έχουν περάσει εβδομήντα χρόνια διερωτώμενοι για το τι ακριβώς συνέβη, ενώ συχνά αναζητούν εναγωνίως  τις ρίζες τους σε μια ελληνική οικογένεια.

Ελπίζω ότι  το βιβλίο προσφέρει απαντήσεις μέσα από τις δύσκολες πορείες που διένυσαν οι υιοθετημένοι στη διάρκεια της ζωής τους. Πορείες που, όλες μαζί, συνθέτουν ένα άγνωστο κεφάλαιο στην ιστορία της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Μπένι Μόρις-Ντρορ Ζε'εβί

28.80

Από το 1894 έως το 1924 τρία κύματα βίας σάρωσαν την Ανατολία με στόχο τις περιοχές όπου διέμεναν χριστιανικές μειονότητες, οι οποίες αποτελούσαν ως τότε το 20 τοις εκατό του πληθυσμού. Το 1924 οι Αρμένιοι, οι Ασσύριοι και οι Έλληνες είχαν μειωθεί στο 2 τοις εκατό του πληθυσμού. Οι περισσότεροι ιστορικοί έχουν πραγματευτεί αυτά τα τρία κύματα βίας ως ξεχωριστά και μεμονωμένα γεγονότα, ενώ οι διαδοχικές τουρκικές κυβερνήσεις τα παρουσιάζουν ως μια αλληλουχία ατυχών συμβάντων. Η Τριακονταετής γενοκτονία είναι το πρώτο έργο που δείχνει ότι στην πραγματικότητα αυτά τα τρία κύματα ήταν μια ενιαία, συνεχής και συνειδητή προσπάθεια να εξοντωθεί ο χριστιανικός πληθυσμός της Ανατολίας.

Αυτή η περίοδος, η πιο βίαιη στην πρόσφατη ιστορία της περιοχής, άρχισε στη διάρκεια της εξουσίας του Οθωμανού σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β΄, συνεχίστηκε υπό τους Νεοτούρκους και τελείωσε τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του Κεμάλ Ατατούρκ. Παρά τη δραματική αλλαγή από την ισλαμική απολυταρχία του σουλτάνου στον κοσμικό ρεπουμπλικανισμό, οι πολιτικές εξόντωσης που εφαρμόστηκαν στη χώρα ήταν αξιοσημείωτα σταθερές και συστηματικές, με προσχεδιασμένους μαζικούς φόνους, εκτοπίσεις, εξαναγκαστικό προσηλυτισμό στο ισλάμ, μαζικούς βιασμούς και απάνθρωπες απαγωγές γυναικών και παιδιών. Και το πιο σταθερό στοιχείο ήταν το κάλεσμα σε ιερό πόλεμο. Μολονότι δεν τη δικαιολογεί η διδασκαλία του ισλάμ, η εξόντωση δύο εκατομμυρίων χριστιανών πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο μιας αδίστακτης προτροπής προς τους Τούρκους να δημιουργήσουν ένα καθαρά μουσουλμανικό έθνος.

Αποκαλυπτικό και βασισμένο σε εκτεταμένη έρευνα, το βιβλίο αυτό επαναπροσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε ένα από τα πιο αποτρόπαια γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας.

Αλέξης Παπαχελάς

17.91

Ο Ιωαννίδης και η παγίδα της Κύπρου – Τα πετρέλαια στο Αιγαίο – Ο ρόλος των Αμερικανών

Το βιβλίο φωτίζει μερικά από τα πλέον πολυσυζητημένα ερωτήματα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας: την ανατροπή του δικτάτορα Παπαδόπουλου από τον Ιωαννίδη, τον ρόλο σημαντικών παραγόντων της εποχής, όπως του Αριστοτέλη Ωνάση, την ανακάλυψη πετρελαίων στο Αιγαίο, το πώς άρχισε η ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1974, με άγνωστα παρασκήνια, το αν και ποιος έδωσε διαβεβαιώσεις στον Ιωαννίδη πριν από το μοιραίο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ερευνά ακόμα πώς αντιμετώπιζαν οι Αμερικανοί τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς και ποιες ήταν οι προβλέψεις τους για τον ρόλο που θα έπαιζαν στη μελλοντική ιστορία του τόπου.

Θα «ακούσετε» –για πρώτη φορά– τις φωνές του Δημητρίου Ιωαννίδη και του αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγού Γρηγορίου Μπονάνου στο Πολεμικό Συμβούλιο της 20ής Ιουλίου 1974. Ήταν στιγμές χάους, απελπισίας. Πρόκειται για μια συγκλονιστική αποτύπωση της ανεπάρκειας όσων διαχειρίζονταν τις τύχες του έθνους εκείνη τη στιγμή. Τα 38 λεπτά αυτού του Πολεμικού Συμβουλίου αποτελούν ένα πολύτιμο ντοκουμέντο για την κατανόηση των γεγονότων.

Στο βιβλίο υπάρχει εκτενές Παράρτημα, με σπάνιο υλικό. Σε αυτό περιλαμβάνονται αναλυτικό χρονολόγιο της εποχής, βιογραφικά σημειώματα των προσώπων που πρωταγωνιστούν στο βιβλίο, καθώς και αναλυτική βιβλιογραφία. Την έκδοση εμπλουτίζουν 22 QR codes που παρεμβάλλονται μες στις σελίδες του βιβλίου. Σκανάροντάς τα ο αναγνώστης ανακαλύπτει σπάνιο οπτικοακουστικό υλικό με άγνωστα ντοκουμέντα.

Παναγής Παναγιωτόπουλος

16.20

Ποια είναι η ιστορία της μεσαίας τάξης στη Δύση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο; Ποια η σχέση της με την κατανάλωση, τον ατομικισμό και τη χειραφέτηση; Με ποιον τρόπο φτάσαμε στην πανθομολογούμενη πλέον υπαρξιακή της κρίση; Ποια η ιστορική πορεία των μεσαίων στρωμάτων στην Ελλάδα από τη δεκαετία του ’60 και μετά; Μέσα από ποιες εμπειρίες συνάφθηκε το κοινωνικό συμβόλαιο της μεταπολιτευτικής μεσαίας τάξης; Πώς γίνεται η ελληνική οικογένεια να είναι ταυτόχρονα ο βιότοπος και η καταδίκη της; Υπάρχει ακόμα κάποια ταυτότητα μεσαίων στρωμάτων στη χώρα μας ή πλέον έχουν διασπαστεί σε αντίπαλες μικρο-κοινότητες ανθρώπων οι οποίοι με δυσκολία συνυπάρχουν σήμερα στους τόπους της κοινωνικής και συναισθηματικής ερήμωσης; Η κρίση της πανδημίας θα επικυρώσει τις ανισότητες που διέπουν τις σχέσεις των μελών της παλιάς μεσαίας τάξης στην Ελλάδα ή μήπως θα αποδειχτεί ευκαιρία για μια νέα κοινωνική και πολιτισμική σύγκλιση;

Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θέτει και πασχίζει να απαντήσει αυτό το βιβλίο.

Στρατής Παπαϊωάννου

18.00

Ο ρήτορας και φιλόσοφος Μιχαήλ Ψελλός (Κωνσταντινούπολη, 1018-1078) είναι μια εμβληματική προσωπικότητα στην ιστορία της λόγιας βυζαντινής λογοτεχνίας και ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους Έλληνες συγγραφείς του Μεσαίωνα. Η απήχησή του δεν είναι τυχαία. Ἐγραψε σχεδόν για τα πάντα, καλλιεργώντας περίπου όλα τα βυζαντινἀ λογοτεχνικά είδη και παρέχοντάς μας όχι απλώς μια μοναδική ματιά στο Βυζάντιο του ενδέκατου αιώνα, αλλά και μια πολυτυπία προσωπογραφιών που ακροβατούν ανάμεσα στην εξιδανίκευση, την ειρωνεία και την ευαισθησία. Η μορφή που ξεχωρίζει στις προσωπογραφήσεις του Ψελλού είναι αναμφισβήτητα εκείνη του εαυτού του, το εγώ του συγγραφέα.

Το βιβλίο προσπαθεί να αποδομήσει αλλά και να ανασυνθέσει τον αυτοαναφορικό λόγο του Ψελλού, εντοπίζοντας τις εμμονές και τις σιωπές του. Πώς ορίζει τον λογοτέχνη και την αυτοπαρουσίαση; Πώς χειρίζεται τη σχέση ανάμεσα στο κείμενο και το πρόσωπο; Με ποιούς τρόπους σκιαγραφεί και πραγματώνει το πορτρέτο του; Τι ρόλο προσδίδει στο σώμα και στα συναισθήματα, στο εγώ που γοητεύει αλλά και πάσχει; Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ποιο ήταν το κύρος ενός ρήτορα, όπως ο Ψελλός, στη βυζαντινή κοινωνία; Ποιο το ακροατήριο και οι προσδοκίες του; Ποια η θέση των κειμένων του στην ιστορία της ρητορικής και της αυτοπαρουσίασης στον ελληνικό έντεχνο λόγο, από τους κλασικούς έως το Βυζάντιο της μέσης περιόδου; Τι ήταν εντέλει η βυζαντινή ρητορική; Και ποια η σχέση της με αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως λογοτεχνία; Στις απαντήσεις που προτείνονται, αναδύεται μια λογοτεχνία που παραμένει άγνωστη και παρεξηγημένη, ένας λόγος ίσως ξένος, αλλά και τόσο οικείος.