Στον παρόντα τόμο συγκεντρώνονται πέντε από τις γνωστότερες και δημοφιλέστερες ιστορίες του Στέφαν Τσβάιχ (Βιέννη 1881 – Πετρόπολις, Βραζιλία, 1942), που αν και δημοσιεύτηκαν πολλές φορές και σε διάφορες μεταφράσεις στην Ελλάδα σε προηγούμενες δεκαετίες, παραμένουν κατ’ ουσίαν άγνωστες στο ελληνικό κοινό που ανακαλύπτει ξανά τον Στέφαν Τσβάιχ τα τελευταία χρόνια. Γραμμένες από έναν από τους διασημότερους αυτόχειρες της λογοτεχνίας, έχουν κοινό παρονομαστή την αυτοχειρία και βίαιους θανάτους. Το ΑΜΟΚ, η εκτενέστερη και διασημότερη από τις ιστορίες, πραγματεύεται την απομόνωση και την απώλεια της λογικής και του εαυτού ενός γιατρού σε μια ζούγκλα των Τροπικών της Μαλαισίας. Στο ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ ανακαλύπτεται γυμνός σε μια σχεδία ένας Ρώσος λιποτάκτης πολέμου. Στη ΛΕΠΟΡΕΛΛΑ, μία αλλόκοτη υπηρέτρια με ανύπαρκτη ζωή στο αρχοντικό ενός βαρόνου στις όχθες του Δούναβη, ερωτεύεται το αφεντικό της με καταστροφικές συνέπειες. Στο κλασικό και πολυδημοσιευμένο ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ έχουμε την ιστορία ενός ταπεινωμένου πάθους σ’ ένα μικρό γαλλικό λιμάνι, όπου βρίσκεται τυχαία ο αφηγητής-συγγραφέας, με ένα αριστοτεχνικό διφορούμενο τέλος. Στη ΒΕΑΤΡΙΚΗ ΤΣΕΝΤΣΙ, με άλλο αφηγηματικό ύφος, ο Τσβάιχ αναδιαπραγματεύεται έναν αιμοσταγή θρύλο μέσα από την Ιστορία, δίνοντας μια νέα ποιητική διάσταση στο τραγικό και καταστροφικό πάθος. Στο Επίμετρο της έκδοσης δημοσιεύεται μια συγκλονιστική επιστολή του Τσβάιχ από την Πετρόπολη της Βραζιλίας στον Φράντς Βέρφελ και τη γυναίκα του Άλμα τον Νοέμβριο του 1941 καθώς και το δοκίμιο του Π. Κ. Τσούκα “Εκούσιος θάνατος κατ’ ανάγκη” γύρω από το μοτίβο του θανάτου και της αυτοχειρίας στο έργο και τη ζωή του Τσβάιχ. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ρούνεϋ Σάλλυ
Πέρα από το γεγονός ότι είναι αδέλφια, ο Πίτερ και ο Ίβαν Κούμπεκ ελάχιστα κοινά φαίνεται να έχουν μεταξύ τους. Ο Πίτερ είναι δικηγόρος στο Δουβλίνο, γύρω στα τριάντα, επιτυχημένος, ικανός και φαινομενικά άτρωτος. Όμως, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, χρειάζεται υπνωτικά για να κοιμηθεί και πασχίζει να διαχειριστεί τη σχέση του με δύο πολύ διαφορετικές γυναίκες – την παντοτινή πρώτη του αγάπη, τη Σύλβια, και τη Ναόμι, μια φοιτήτρια η οποία αντιμετωπίζει τη ζωή σαν μια μεγάλη φάρσα. Ο Ίβαν είναι επαγγελματίας σκακιστής, είκοσι δύο ετών. Πάντα θεωρούσε τον εαυτό του κοινωνικά αδέξιο, μοναχικό, το αντίθετο από τον γοητευτικό και δημοφιλή μεγαλύτερο αδελφό του. Διανύοντας τις πρώτες εβδομάδες του πένθους του, ο Ίβαν γνωρίζει τη Μάργκαρετ, γυναίκα μεγαλύτερή του σε ηλικία, που βγαίνει από το δικό της ταραχώδες παρελθόν, και οι ζωές τους συνδέονται ακαριαία και έντονα. Για τα αδέλφια που πενθούν και τους ανθρώπους που αγαπούν, η περίοδος αυτή είναι ένα μεσοδιάστημα, ένα ιντερμέδιο, μια περίοδος πόθου και απελπισίας, ανοιχτή σε κάθε πιθανότητα, μια ευκαιρία να ανακαλύψουν πόσα μπορεί να βαστάξει μια ζωή χωρίς να διαλυθεί…
Μόντ Ρόγιερ
Στη Γαλλία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια άνευ προηγουμένου σειρά τρανσφοβικών επιθέσεων. Η Μωντ Ρουαγιέ, ακτιβίστρια με ουσιαστική συμμετοχή σε κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, προβαίνει στην καταγραφή αυτής της επικίνδυνης κατάστασης. Είναι αλήθεια ότι η μεγάλη πλειονότητα των γαλλικών φεμινιστικών κινημάτων αντιτίθεται στην τρανσφοβία. Ωστόσο, υπάρχουν και ορισμένες αντιδραστικές ομάδες οι οποίες λειτουργούν πλέον ως ένα πραγματικά τρανσφοβικό λόμπι, αναπαράγοντας και στη Γαλλία συζητήσεις, πολεμικές και θεματικές που διατυπώνονται διεθνώς και διαδίδονται ιδίως από τη Δεξιά και την Άκρα Δεξιά. Αντιγράφουν, επίσης, τη στρατηγική τους: επιτίθενται δηλαδή στα δικαιώματα των τρανς παιδιών και εφήβων, με απώτερο σκοπό να θέσουν υπό αμφισβήτηση τα δικαιώματα των γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙ προσώπων. Η Ρουαγιέ, με το στρατευμένο και παιδαγωγικά γραμμένο βιβλίο της, ξεσκεπάζει αυτούς τους τρανσφοβικούς μηχανισμούς προκειμένου να τους αντικρούσει αποτελεσματικότερα.
Σαντάλ Άκερμαν
Οι εκδόσεις Πλήθος με μεγάλη χαρά σας παρουσιάζουν τον νέο λογοτεχνικό τους τίτλο, το βιβλίο Η μητέρα μου γελάει της Σαντάλ Άκερμαν (Chantal Akerman). Μπλέκοντας κειμενικά θραύσματα με φωτογραφίες από το αρχείο της και στιγμιότυπα από τις ταινίες της, η σπουδαία βελγίδα κινηματογραφίστρια αποτυπώνει τον χρόνο που περνάει με την άρρωστη μητέρα της, αναπολεί δύσκολες σχέσεις και καταγράφει τη γυναικεία καθημερινότητα σε μια συγκλονιστική αφήγηση.
Η έκδοση περιλαμβάνει έγχρωμες φωτογραφίες από το προσωπικό αρχείο της Άκερμαν και στιγμιότυπα από τις ταινίες της.
***
Η μητέρα της Σαντάλ Άκερμαν πεθαίνει.
Προβάλλοντας πάντα αντίσταση σε χαρακτηρισμούς όπως «φεμινίστρια», «λεσβία», «Εβραία», η Άκερμαν ένιωθε άνετα μόνο μέσα στη λέξη «κόρη». Γι’ αυτό, μπροστά στον αδιανόητο θάνατο της μητέρας της, κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: καταγράφει τον χρόνο. Βάζει σε λέξεις τις επώδυνες επαναλήψεις, τις λεπτομέρειες, τις μακρόσυρτες σιωπές λεπτό προς λεπτό.
Αλλά δεν είναι μόνο το τέλος της ζωής που πονάει. Όσο γράφει, η Άκερμαν διαπιστώνει ότι θυμάται και καταλαβαίνει περισσότερα απ’ όσα θα ήθελε για τις παλιές ερωμένες της, τις παλιές φιλίες της, για όλες εκείνες τις σχέσεις που έχουν τελειώσει οριστικά.
Γραμμένο πολύ κοντά στο τέλος, το βιβλίο Η μητέρα μου γελάει διαβάζεται σαν τρυφερή επιστολή αγάπης και σαν σπαρακτικός αποχαιρετισμός.




