Βλέπετε 505–516 από 807 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Όλες οι γάτες είναι όμορφες

12.00

Στην Ελλάδα ήμουν πάντα «ο Αλβανός». Όταν επισκεπτόμουν την Αλβανία γινόμουν αυτόματα «ο Έλληνας». Σε τσακωμούς, και στις δύο χώρες, κολλούσαν στην αντίστοιχη λέξη το «βρωμο». Όταν πήγα να σπουδάσω για έναν χρόνο στο Βέλγιο, στα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ήμουν «ο τεμπέλης Έλληνας». Μαχόμουν με σθένος να αποδείξω πως αυτό το, καλλιεργημένο τελευταία, στερεότυπο για τον «τεμπέλη Έλληνα που δεν πληρώνει ποτέ φόρους στο Κράτος» δεν ισχύει και είναι πέρα για πέρα άδικο. Όταν πηγαίνω στην Κύπρο είμαι «ο Καλαμαράς ή ο Ελλαδίτης». Γιατί αρέσει τόσο πολύ στον κόσμο να βάζει ταμπέλες; Στην Ελλάδα συνήθιζα να ακούω, φαντάζομαι και πολλοί άλλοι, το «μα δε μοιάζεις με Αλβανό». Στη Γερμανία, όπου ήρθα ως κάτοχος ελληνικής υπηκοότητας, ως Έλληνας, άκουσα κάποιες φορές το «μα δε μοιάζεις με Έλληνα».

Όσο αστεία κι αν ακούγονται όλα αυτά, που σίγουρα έχουν και την αστεία τους πλευρά, έχουν και μια πολύ άσχημη πλευρά. Κάθε ένας από αυτούς τους χαρακτηρισμούς προκαλεί κάτι διαφορετικό στον κάθε άνθρωπο, αδιαφορία, θυμό, πόνο. Κάποιοι διαχειρίζονται αυτόν τον πόνο με σχετική ευκολία και κάποιους άλλους τους ταλαιπωρεί μια ολόκληρη ζωή. Η ευχή μου είναι να εξαλειφθεί εντελώς αυτός ο πόνος, αν και όπου υπάρχει. Να βλέπουμε περισσότερο τον καθένα ατομικά χωρίς τις ταμπέλες που κουβαλά. Διότι αν βγάλεις την ταμπέλα του μετανάστη, του πρόσφυγα, του «άλλου», του «δικού μας» από τους ανθρώπους, τι είναι αυτό που μένει; Δεν μένει τίποτα άλλο παρά μονάχα ο άνθρωπος. Να δούμε τον άνθρωπο ως άνθρωπο, έτσι όπως τον βλέπουν τα μάτια ενός παιδιού, δίχως καμία απολύτως ταμπέλα.

Ο Έλσον Ζγκούρη γεννήθηκε στο Belsh της Αλβανίας. Σε μικρή ηλικία μετανάστευσε με την οικογένειά του στην Ελλάδα όπου εγκαταστάθηκαν σ’ ένα μικρό χωριό στον κάμπο των Γιαννιτσών. Αγάπησε την ελληνική γλώσσα και άρχισε να γράφει από πολύ μικρή ηλικία. Σπούδασε Πληροφορική και Ενεργειακά στην Καβάλα, τη Γάνδη και το Βερολίνο […] Πρόσφατα μετέφρασε για τις Παράξενες Μέρες το βιβλίο του Ρούντι Ερεμπάρα «Το έπος των άστρων της αυγής» που έχει τιμηθεί με λογοτεχνικό βραβείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι το πρώτο του βιβλίο.

Ρέα Γαλανάκη

18.00

Σ’ αυτό το μυθιστόρημα αναζητώ ποιοι υπήρξαν οι «γνωστοί-άγνωστοι» γονείς μου – όπως συνήθως είναι οι γονείς. Τι διαμόρφωσε τον Εμμανουήλ και την Αικατερίνη πριν παντρευτούν, πριν τους γνωρίσω, πριν συγκρουστούμε με σφοδρότητα, πριν συμφιλιωθούμε αργότερα. Από πού άντλησαν εκείνο το φορτίο πολιτισμών, νοοτροπιών, συμπεριφορών, ακόμη και ιστορικής οπτικής, που μοιραία μου κληροδότησαν.

 Αναζήτηση επιτρεπτή, αν όχι και απαραίτητη στην ώριμη ηλικία ενός παιδιού, ενός συγγραφέα – όπως είναι πλέον η δική μου. Παραδόξως, μόνο τώρα αφέθηκαν σε εξομολογήσεις τα κατάλοιπα των νεκρών γονέων, μόνο τώρα αποκρίθηκαν στις ερωτήσεις μου οι παλιές μαυρόασπρες φωτογραφίες τους. Η μνήμη μουανακάλεσε πιο εύκολα τις οικογενειακές προφορικές εξιστορήσεις, που τόσο πολύ διαφέρουν από στόμα σε στόμα, απόάντρα σε γυναίκα, από δωμάτιο σε δωμάτιο, από εποχή σε εποχή. Βρέθηκα στους τόπους, όπου σε ποικίλουςχρόνους και σε καιρούς δύσκολους είχαν ζήσει: ιστορικά χωριά της Κρήτης, προπολεμική Βιέννη και Μπορντό, Αθήνα, Ηράκλειο κι άλλους ακόμη. Τόπους-σκηνικά, αφού ανέκαθεν η οικογένεια είναι ο βαθύς εκρηκτικός πυρήνας κάθε δράματος στη ζωή, στην τέχνη. 

Σ’ αυτά τα παραμύθια που δεν είναι παραμύθια αμφισβητώ, επινοώ, κατανοώ, εικάζω, σαρκάζω, και μάλλον συγχωρώ. Στο κάτω-κάτω οι γονείς είναι ο ένας μόνο από τους πολλούς καθρέφτες της αυτογνωσίας μας, ίσως ο πιο σκληρός αλλά και τρυφερός καθρέφτης.

Ελληνική λογοτεχνία

Το τηλεφώνημα που δεν έγινε

Απόστολος Δοξιάδης

12.96

…Ενώ περπατά με το κεφάλι σκυφτό, βλέπει ξαφνικά στο έδαφος ένα «ντάιμ», δηλαδή ένα νόμισμα των δέκα σεντς, που χρησίμευε τότε στην Αμερική ως τηλεφωνικό κέρμα. Βουτάει το νόμισμα και τρέχει πάλι στον τηλεφωνικό θάλαμο. Κλείνει την πόρτα, αρπάζει το ακουστικό και ρίχνει το νόμισμα μέσα στη συσκευή ενώ το χέρι του πάει στο καντράν του τηλεφώνου. Μα, εκεί που πάει να σχηματίσει το πρώτο ψηφίο ενός αριθμού, σταματά. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει, από τη χαρά στη λύπη. Αφήνει το ακουστικό να κρέμεται και ξαναβγαίνει. Γιατί όμως δεν τηλεφώνησε;

Από αυτό το ερώτημα, στο οποίο οδηγεί μια μαθητική ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους, ο Απόστολος Δοξιάδης ξεκινά μια έρευνα που σε αρκετά σημεία θυμίζει αστυνομική αναζήτηση, προσπαθώντας να βρει την αιτία ενός μεγάλου, ακόμη αθεράπευτου, καημού. Κινείται από το σήμερα στο 1968, από την Αθήνα στην Ουάσινγκτον και πάλι πίσω, με πρόσωπα αληθινά και μυθιστορηματικά να διαπλέκονται και στόχο μια απάντηση που θα ξεκλειδώσει το μυστήριο και θα θεραπεύσει. Μα η απάντηση παίρνει όψεις απατηλές.

Ανάμεσα στο μυθιστόρημα και την αυτοβιογραφία, στην εξομολόγηση και την ανάλυση, το Τηλεφώνημα που δεν έγινε είναι ταυτόχρονα αφήγηση αλλά και αναφορά σε ένα πρόσωπο που, ενώ παίζει τον κυριότερο ρόλο στην ιστορία, κρύβεται συστηματικά από τον συγγραφέα και τον αναγνώστη.

Ελληνική λογοτεχνία

Κινέζικα μαρτύρια

Αντώνης Ιορδάνογλου

9.90

Η φωτογράφιση ενός ζευγαριού στη Σαντορίνη που εξελίσσεται σε θρίλερ, ένας ουρολόγος με εμφανή προβλήματα προσανατολισμού, ζωηρά παιδιά σε πολυτελές ξενοδοχείο που φιλοξενεί ρομαντικά ζευγάρια αλλά δεν έχει ρεύμα, η μελαγχολική πτήση ενός οινοβαρούς μεγιστάνα με ελικόπτερο πάνω από το Αιγαίο, ένας γκρινιάρης καθηγητής φιλοσοφίας πεινασμένος στην αττική γη, ένα γκροτέσκο μάθημα γαστρονομίας σε ξενοδοχείο του Ναυπλίου, ένας ξεναγός χαμένος στο πέλαγος της μετάφρασης…

Κινέζικα μαρτύρια είναι οι μικρές και μεγάλες οδύσσειες Κινέζων ταξιδιωτών στην Ελλάδα, μέσα από την εξιστόρηση των οποίων φωτίζονται οι ταξιδιωτικές συμπεριφορές αυτού του συχνά εκπληκτικού και συχνότερα ακατανόητου έθνους. Η συλλογή των συγκεκριμένων αφηγήσεων δεν είναι μόνο μια σπουδή κοινωνιολογίας των συμπεριφορών. Είναι και ένας χαμογελαστός τρόπος να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε κάπως τους Κινέζους μας: φίλους, ταξιδιώτες, πελάτες, εσχάτως και συμπατριώτες. Οι περιπέτειές τους αυτές μοιάζουν με έναν μίνι οδηγό για έναν τόπο που ακόμη ανακαλύπτεται· έναν οδηγό κατανόησης του Άλλου, με χιούμορ και πάντα με καλή διάθεση.

Δέκα συν μία ιλαροτραγικές ιστορίες οι οποίες, παρότι είναι εμπνευσμένες από αληθινά γεγονότα, έχουν πολλά φανταστικά στοιχεία στη δομή, τα πρόσωπα και το σκηνικό. Εξάλλου, όπως θα έλεγε και ο Γάλλος συγγραφέας Εντμόν Αμπού: «Οι πιο αληθινές ιστορίες δεν είναι αυτές που έχουν συμβεί».

Ξένη λογοτεχνία

Εσύ, η ζωώδης μηχανή

Ελένη Σικέλιανός

12.96

H ιστορία της Χρυσής Ελληνίδας, της Ελένης Παπαμάρκου, που παντρεύτηκε πέντε φορές, έκανε τρία παιδιά, ήταν χορεύτρια μπουρλέσκ με το ψευδώνυμο Μελένα, το Κορίτσι Λεοπάρδαλη, αλλά και «η πιο σκληροτράχηλη γυναίκα που έφαγε σίδερο και μάσησε ατσάλι επί προσώπου γης».

Αντλώντας από την ιστορία και τη μνήμη, η Σικελιανός γράφει για τη γιαγιά της, έναν κρίκο μιας ευρύτερης οικογενειακής αλυσίδας, που περικλείει μορφινομανείς και ηρωινομανείς, πρόσφυγες, ρεμπέτες, αριστοκράτες από το Ιόνιο, μια από τις πλουσιότερες οικογένειες των Ηνωμένων Πολιτειών που εξάντλησε την περιουσία της επιχειρώντας να αναβιώσει το αρχαιοελληνικό θέατρο, Εβραίους από τη Λιθουανία, μουσικούς, γκαρσόνες, έναν ζωγράφο, αρκετούς ποιητές (έναν υποψήφιο για Νόμπελ), διακινητές οπίου και έναν νάνο (τον έναν από τους πέντε συζύγους της Ελένης).

Μετεωριζόμενη ανάμεσα στο πραγματικό και στο φανταστικό, συνδυάζοντας το χρονικό με την ποίηση, το ντοκουμέντο και το δοκίμιο με τη μυθοπλαστική επινόηση, η Σικελιανός θέτει με αριστοτεχνικό τρόπο το ζήτημα της ταυτότητας όπως αναδύεται μέσα από την εμπειρία μιας γυναίκας ελληνικής καταγωγής, δεύτερης γενιάς μετανάστριας στην Αμερική.

Ξένη λογοτεχνία

Στα ίχνη της

Κριστόφ Μπολτανσκί,

17.70

Η μητέρα πέθανε. Έμενε κλεισμένη στο παρισινό διαμέρισμά της, μέσα σε ένα συνονθύλευμα επίπλων, εφημερίδων, μισο-σβησμένων τσιγάρων, σκουπιδιών, με μόνη συντροφιά τον σκύλο της τον Τσιπς. Σιλουέτα ασθενική, φασματική, άναβε το ένα Γκωλουάζ μετά το άλλο, παρόλο που ο καρκίνος είχε προσβάλει τους πνεύμονές της. Αυτή, που τη γοήτευαν η έντονη ζωή και οι συγκινήσεις, είχε μείνει χωρίς επικοινωνία με τον έξω κόσμο, χωρίς εργασία, και ονειρευόταν μυστικά μια καριέρα συγγραφέως αστυνομικών μυθιστορημάτων. Ο γιος της ανακαλύπτει σχεδιάσματα, σκόρπιες σημειώσεις, για ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να γραφτεί. Το ανολοκλήρωτο ως μεγάλη τέχνη.

Για τον γιο της, παραμένει μια άγνωστη. Αυτή ήταν απόμακρη, απούσα. Αυτός, σε δημοσιογραφική αποστολή, δεν ήταν παρών ούτε στην κηδεία της. Ο συγγραφέας, γιος και αφηγητής ακολουθεί τα ίχνη της μητέρας του ως ντετέκτιβ και κατάσκοπος. Προσπαθεί να ανασυστήσει το πορτρέτο της, να μάθει ποια ήταν αυτή η τόσο φευγαλέα γυναίκα που τόσο πολύ έμοιαζε με τους ήρωες των μυθιστορημάτων που ήθελε να γράψει. Κι αν όλα ξεκίνησαν όταν ήταν φοιτήτρια στη Σορβόννη, τότε που συνδέθηκε με τις οργανώσεις της Άκρας Αριστεράς και πέρασε στην παρανομία, βοηθώντας τους αλγερίνους επαναστάτες στον Πόλεμο της Αλγερίας, με κίνδυνο να κατηγορηθεί για προδοσία;

Συνταρακτική ιστορία μιας γυναίκας που χάθηκε, αναζήτηση από έναν γιο που ψάχνει τη μητέρα του, το Στα ίχνη της είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο αντικατοπτρισμών που θέτει διαρκώς ερωτήσεις, προσθέτει συνεχώς νέα στοιχεία του παζλ, αλλά αρνείται να δώσει οριστικές απαντήσεις. Ο Κριστόφ Μπολτανσκί προσφέρει στη μητέρα του τον πιο ωραίο προορισμό: να γίνει ηρωίδα ενός μυθιστορήματος. (

Ξένη λογοτεχνία

Το ακουστικό κέρας

Λεονόρα Κάρινγκτον

14.31

H Λεονόρα Κάρινγκτον, η σπουδαία σουρεαλίστρια ζωγράφος και συγγραφέας, μας συστήνει την πιο απρόβλεπτη λογοτεχνική ηρωίδα του 20ού αιώνα, τη Μάριαν Λέδερμπι, μια βαρήκοη, χορτοφάγο ηλικιωμένη γυναίκα, γεμάτη όρεξη για ζωή παρά τα ενενήντα δύο της χρόνια.

Όταν η επιστήθια φίλη της Καρμέλα τής δωρίζει ένα ακουστικό κέρας, ξαναβρίσκει την ακοή της και έτσι ανακαλύπτει ότι οι δικοί της ετοιμάζονται να τη βάλουν σε γηροκομείο. Η στενοχώρια της είναι μεγάλη, γιατί δεν θα μπορέσει έτσι να πραγματοποιήσει το ταξίδι των ονείρων της, να πάει στη Λαπωνία. Αντίθετα, θα βρεθεί κλεισμένη σ’ αυτό τον αλλόκοτο οίκο ευγηρίας, όπου όλες οι τρόφιμοι μένουν σε περίεργα οικήματα, υφίστανται τα αλλοπρόσαλλα κηρύγματα των ιδιοκτητών και γευματίζουν υπό το πονηρό βλέμμα του μυστηριώδους πορτρέτου μιας ηγουμένης.
Και όταν μία από τις τροφίμους δίνει κρυφά στη Μάριαν ένα βιβλίο που αφηγείται τον βίο της ηγουμένης, τότε εκτυλίσσεται μια απίθανη σουρεαλιστική περιπέτεια… τελικά, μήπως τα καταφέρει και έρθει η Λαπωνία στη Μάριαν;

Το Ακουστικό Κέρας, μια αποκρυφιστική εκδοχή της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, είναι ένα κλασικό έργο σουρεαλιστικής λογοτεχνίας. Και όπως είπε και ο Λουίς Μπουνιουέλ, «Διαβάζοντας το Ακουστικό Κέρας, απελευθερωνόμαστε από την άθλια πραγματικότητα που μας περιβάλλει».

Ξένη λογοτεχνία

Κάτω από τον τροχό

Χέρμαν Έσσε

12.18

Ο Χανς Γκίμπενρατ είναι ένας ιδιαίτερα προικισμένος έφηβος που γεννιέται σε κάποιο ειδυλλιακό χωριό του Μέλανα Δρυμού στις αρχές του περασμένου αιώνα. Οι εξαιρετικές του ικανότητες στα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά προσελκύουν το έντονο ενδιαφέρον των δασκάλων του, ταυτόχρονα όμως τον αποξενώνουν από όλα όσα συνιστούν το πλαίσιο της ομαλής μετάβασης από την παιδικότητα στην ενηλικίωση. Αφού περνάει με επιτυχία τις σχετικές εξετάσεις, αρχίζει να φοιτά στη Θεολογική Σχολή του Μάουλμπρον, όπου η αυστηρή σχολική πειθαρχία και τάξη έρχονται σε σύγκρουση με την προσωπική του ορμητική ανάγκη για ελευθερία.

Το εκπαιδευτικό σύστημα και οι υπερβολικές του απαιτήσεις καταρρακώνουν τον νεαρό έφηβο, τον αποσπούν βίαια από τις μικροχαρές της παιδικής ηλικίας, τον απομακρύνουν από την ομορφιά της φύσης, του απαγορεύουν ουσιαστικά κάθε σχέση με τους συνομηλίκους του, οδηγώντας τον τελικά στην καταστροφή. Σχεδόν έναν ολόκληρο αιώνα μετά, το Κάτω από τον τροχό αποτελεί ένα δριμύτατο, σαρκαστικό και ταυτόχρονα λυρικό Κατηγορώ εναντίον γονέων και παιδαγωγών που, τυφλωμένοι από τις προσωπικές τους φιλοδοξίες, είναι ανίκανοι να συναισθανθούν τις ευαισθησίες και τις ανάγκες της ευάλωτης εφηβικής ψυχής. Nέα, ολοκληρωμένη μετάφραση από τα Γερμανικά.

Ξένη λογοτεχνία

Μωρίς

Ε.Μ. Φόρστερ

15.90

O Μωρίς, ένα συνηθισμένο και απλό παιδί, έχει τις εμπειρίες που έχουν και χιλιάδες άλλα παιδιά – εκτός από τη βαθύτερη εκείνη συναίσθηση της έλξης από το ίδιο του το φύλο. Kαι μόνο πολύ αργότερα, όταν στο Πανεπιστήμιο θα γνωρίσει έναν έξυπνο και καλλιεργημένο αριστοκράτη φοιτητή, αφυπνίζεται και υποχρεώνεται να οδηγηθεί προς μία πρώτη συνειδητοποίηση του εσώτερου εαυτού του: είναι ερωτευμένος με τον Kλάιβ. H ιδιότυπη και ιδεαλιστική σχέση που διαμορφώνεται μεταξύ τους διαρκεί τρία χρόνια, μέχρι που ο Kλάιβ τον εγκαταλείπει στρεφόμενος προς τις γυναίκες. Aπομένοντας μόνος, ο Μωρίς ή θα καταστραφεί ή θα αναλάβει να ακολουθήσει την άγουσα «διά της στενής πύλης» προς την πλήρη συνείδηση, προς τη ζωή.

Eάν το βιβλίο είναι η δύσκολη, αργή, επώδυνη συνειδητοποίηση ενός κοινού ανθρώπου ότι είναι ομοφυλόφιλος και, συνεπώς, απορρίπτεται από το κοινωνικό σύνολο, είναι επίσης η ιστορία της προσωπικής μας απελευθέρωσης από τη σωρεύουσα σκόνη των κοινωνικών συμβάσεων. Έργο βαθύτατα ηθικό, είναι η αντιπαράθεση συμβατικότητας και αλήθειας, σύγχυσης και συνείδησης, αυταπάτης και ειλικρίνειας. Γραμμένο με τρόπο μαγευτικό, το 1914, παρέμεινε ανέκδοτο μέχρι το θάνατο του συγγραφέα, το 1970, αφού ο ίδιος ο Φόρστερ δε θέλησε ποτέ να το δημοσιεύσει.

Άνχελ δε λα Κάγιε

19.80

Αυτό που κάνει μεγαλοφυές το «Χρώματα Πολέμου» είναι ότι χειρίζεται με ακρίβεια τα κλειδιά της αφήγησης, επιτρέποντας σε δεκάδες πρόσωπα και ιστορίες να συναντηθούν σε μία κεντρική ιστορία: ένας πράκτορας της CIA, ο αντίστοιχος συνάδελφός του στις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες μπλεγμένος στο βρόμικο πόλεμο της Αλγερίας, μια Χιλιανή ζωγράφος, ένας ζωγράφος μέλος των ανταρτών Τουπαμάρος, ένας Μεξικανός επιζών από τη σφαγή του Τλατελόλκο, ένας ζωγράφος μέλος των ανταρτών Μοντονέρος της Αργεντινής, και όλοι αυτοί συναντιούνται στο Παρίσι σε ακαθόριστη ημερομηνία, χάρη στο λάθος που διαπράττει ένας νεαρός Ισπανός όταν έρχεται στην πόλη για να γράψει μια βιογραφία της καταραμμένης πριγκίπισσας του αμερικάνικου κινηματογράφου, Τζιν Σίμπεργκ.

Ξένη λογοτεχνία

Σάγκι Μπέιν

Ντάγκλας Στιούαρτ

16.92

Αρχές της δεκαετίας του 1980. Η Γλασκόβη βρίσκεται σε παρακμή, οι πολιτικές της Θάτσερ έχουν βυθίσει ολόκληρες οικογένειες στην ανεργία, κι όλοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να επιβιώσουν. Η Άγκνες Μπέιν είχε μεγαλύτερες προσδοκίες για τη ζωή. Ονειρεύεται πράγματα πιο σπουδαία: ένα δικό της σπίτι, μια ζωή με μεγαλύτερες πολυτέλειες, σαν εκείνες που βλέπει στα περιοδικά, οτιδήποτε θα μπορούσε να φωτίσει κάπως τη δική της γκρίζα ζωή. Προσπαθεί να διατηρήσει την αξιοπρέπειά της παραμένοντας περιποιημένη και όμορφη, αλλά τελικά καταφεύγει στο ποτό, βρίσκοντας σε αυτό ολοένα και μεγαλύτερη ανακούφιση.

Όταν ο άντρας της την εγκαταλείπει, η Άγκνες και τα τρία παιδιά της θα βρεθούν σε αδιέξοδο, σε αυτή τη διαλυμένη πόλη. Και όσο εκείνη θα βουλιάζει όλο και περισσότερο στον αλκοολισμό, τα παιδιά θα αναγκαστούν να φύγουν, να σώσουν τον εαυτό τους. Ο μικρός Σάγκι όμως μένει. Και δεν σταματά ποτέ να ελπίζει. Ελπίζει πως οι μέρες που θα έρθουν θα είναι καλύτερες, πως η μητέρα του θα σωθεί. Και την ίδια στιγμή, ο ίδιος αγωνίζεται να βρει την ταυτότητά του, να καταλάβει ποιος είναι και γιατί όλοι τον αντιμετωπίζουν σαν κάτι διαφορετικό. Μια βαθιά συγκινητική ιστορία για τον εθισμό, τη φτώχεια και τη σεξουαλικότητα, μα πάνω από όλα μια ιστορία για την αγάπη.

Ο Douglas Stuart με γραφή ωμή αλλά και τρυφερή, μιλά για την ανέχεια, τις καταχρήσεις και τις διαλυμένες οικογένειες. Μέσα από το σκοτάδι όμως μας φανερώνει το φως, την αφοσίωση και τελικά την ελπίδα.

Ξένη λογοτεχνία

Οι προφήτες

Ρόμπερτ Τζόουνς Τζ.

16.92

Ο Αϊζάια ήταν του Σάμιουελ και ο Σάμιουελ του Αϊζάια. Έτσι ήταν από την αρχή κι έτσι θα ήταν ως το τέλος.
Στον στάβλο φρόντιζαν τα ζώα αλλά κι ο ένας τον άλλο, κάνοντας την άδεια καλύβα καταφύγιο της ανθρωπιάς, της τρυφερότητας και της ελπίδας σε έναν κόσμο που τον όριζαν σκληροί αφέντες.
Αλλά, όταν ένας μεγαλύτερος άντρας –σκλάβος κι αυτός– προσπάθησε να κερδίσει την εύνοια του αφέντη κηρύττοντας τη θρησκεία του στη φυτεία, οι σκλάβοι στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου.

Και η αγάπη του Αϊζάια και του Σάμιουελ, κάποτε τόσο απλή, έγινε ξαφνικά αμαρτία και απειλή για την αρμονία της φυτείας.

Μ’ έναν λυρισμό που θυμίζει Toni Morrison, ο Robert Jones, Jr. δίνει φωνή σε σκλάβους και αφέντες μιας φυτείας του αμερικανικού Νότου, από τον Αϊζάια και τον Σάμιουελ έως τον άκαρδο κύριό τους και τις γυναίκες που τους πλαισιώνουν, γυναίκες που κουβαλούν στους ώμους τους την ψυχή της φυτείας.

Καθώς το βάρος αιώνων –το βάρος των προγόνων αλλά και των γενεών που θα έρθουν– συσσωρεύεται και η ένταση αυξάνεται προς μια σαρωτική κορύφωση, το βιβλίο αποκαλύπτει την κληρονομιά της οδύνης και των βασάνων, αλλά ταυτόχρονα δονείται από ομορφιά, αλήθεια και την τεράστια, ηρωική δύναμη της αγάπης.