Βλέπετε 577–588 από 815 αποτελέσματα

Ξένη λογοτεχνία

Γκρίζες μέλισσες

Αντρέϊ Κούρκοφ

20.00

Στο χωριό Μάλαγια Σταρογκράντοφκα, που βρίσκεται στη λεγόμενη «γκρίζα ζώνη» της Ανατολικής Ουκρανίας, έχουν απομείνει μονάχα ο σαρανταεννιάχρονος συνταξιούχος Σεργκέι Σεργκέγιτς και ο πρώην συμμαθητής του Πάσκα. Έχοντας διαμετρικά αντίθετες απόψεις για τη ζωή, είναι αναγκασμένοι να συμφιλιωθούν και το κατορθώνουν υπό νευραλγικές συνθήκες, δεχόμενοι μάλιστα επισκέψεις από διαφορετικούς ανθρώπους, ο ένας στρατιωτικούς του επίσημου κράτους και ο άλλος ρωσόφωνους αυτονομιστές.

Με τον ερχομό της άνοιξης, το βασικό μέλημα του Σεργκέγιτς είναι να μεταφέρει τις έξι κυψέλες με τις μέλισσές του όσο γίνεται πιο μακριά από τον πόλεμο, για να μην πάρει το μέλι του τη γεύση των όπλων. Όμως δεν μπορεί να φανταστεί τις δοκιμασίες που του επιφυλάσσει αυτό το ταξίδι. Ύστερα από μια ατυχή στάση κοντά στο Ζαπορόζιε, αποφασίζει να πάει στην Κριμαία και να βρει έναν Τατάρο τον οποίο είχε γνωρίσει παλιότερα σε ένα συνέδριο μελισσοκόμων. Το καλοκαίρι που θα περάσει εκεί θα μάθει στον Σεργκέγιτς να μην εμπιστεύεται κανέναν, ούτε καν τις μέλισσές του. Σε τούτο το μυθιστόρημα ο Αντρέι Κούρκοφ ακτινογραφεί την αβέβαιη μοίρα μιας ολόκληρης χώρας. Είναι διορατικός και συγκινητικός.

 

-Διαθέσιμο από 28.3.22

 

Όντεν Γουίσταν Χιου

10.00

Γραμμένο την δεκαετία του 1940, το ποίημα αρχικά μοιράστηκε δακτυλογραφημένο ανάμεσα σε φίλους του Ώντεν. Τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1965, σε περιοδικό της Νέας Υόρκης, και κυκλοφόρησε ταυτόχρονα σαν φυλλάδιο.

Αλλά λίγο καιρό αργότερα, μετά από έφοδο της αστυνομίας της Νέας Υόρκης, στο βιβλιοπωλείο του Ed Sanders, κατασχέθηκαν τα περισσότερα αντίγραφά του, μαζί με άλλο «άσεμνο» υλικό, και κατεστράφησαν.

Ξαναδημοσιεύθηκε στο Λονδίνο το 1967 και στο Άμστερνταμ το 1969 (στο ερωτικό δημοσίευμα Suck που αναφέρεται στο ποίημα του Σπέντερ). Το ποίημα, ωστόσο, δεν συμπεριλαμβάνεται στις Εκδόσεις των Ποιητικών Συλλογών του Ώντεν.

Σωτήρης Κακίσης

13.78

Ο μέσα κήπος

Όλυμπε, Κίσσαβε, βουνά της Κίνας,
άγνωστα ‘Εβερεστ της Ινδοκίνας,
ψηλά κι απάτητα, μικρά μπροστά μου,
μπρος στα αισθήματα τα πιο κρυφά μου.

Ο μέσα έρωτας, ο μέσα κήπος,
κόσμος ολόκληρος αυτός ο χτύπος.
Ο μέσα έρωτας, καρδιά, καρδιά μου,
βουνά κι ηφαίστεια όλα δικά μου!

Βουνά ρεμπέτικα της Αλαμπάμα,
Αίτνα της Θήρας μου και Φουτζιγιάμα,
ηφαίστεια άγρια, σβηστά μπροστά μου,
μπροστά στον έρωτα και την καρδιά μου.

Σωτήρης Κακίσης

7.63

Στην τσέπη μου μέσα μυρίζει ρίγανη, φυτεία ολόκληρη από κάθε ως τώρα μου εποχή, κάθε κόκκος της κι άλλη μυρωδιά, όλες σ’ όλους η μία καλύτερη από την άλλη, η μια εποχή πιο δική μου εδώ τώρα από το μέλλον όπως φαίνεται, από την άλλη. και χάδια στην τσέπη μου μέσα μαζί, κι από των ελάχιστων ηλικιών μέσα στην τσέπη μου εδώ φερμένα. κι όπερα ολόκληρη μες στην τσέπη μου υπέροχα ιδιωτική. όπερα με χάδια και ρίγανη αποκλειστικά.

Τζον Μακ Γκρέγκορ

22.71

“…και όλα τα αρχεία του κόσμου να είχε στη διάθεσή του, δεν θα τον βοηθούσαν σε τίποτα εάν δεν ήξερε ποιον ή τι θα αναζητούσε, ή έστω πού έπρεπε να ψάξει…”

Ο Ντέηβιντ είναι έφορος σε μουσείο στο Κόβεντρυ. Από παιδί έχει τη συνήθεια να συλλέγει κάθε λογής αντικείμενα για να συγκρατεί το παρελθόν. Το μεγάλο όνειρο του Ντέηβιντ είναι να διευθύνει κάποτε το δικό του μουσείο. Προηγουμένως χρειάζεται όμως να βάλει σε τάξη τη δική του ιστορία. Ξάφνου όμως, από τη μια μέρα στην άλλη, όλα του τα στηρίγματα καταρρέουν. Μαθαίνει πως δεν είναι γιος των γονιών του. Έτσι, αφιερώνει όλη του τη ζωή αναζητώντας τη μητέρα του, από το χάος που βασίλευε στο Λονδίνο γύρω στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ως την Ιρλανδία της νέας χιλιετίας. Ο γάμος του σχεδόν διαλύεται όσο ο ίδιος βυθίζεται όλο και περισσότερο στην απεγνωσμένη αναζήτηση της πραγματικής του μητέρας, ενώ η σύζυγός του Έληνορ ταλανίζεται εξίσου από κατάθλιψη και οικογενειακά προβλήματα – η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και η υιοθεσία, η κατάθλιψη και η άνοια και κυρίως η μνήμη και ο καταλυτικός της ρόλος στη ζωή μας. Κοινή η ανάγκη τους για συναισθηματική ασφάλεια, κοινή και η αδυναμία τους να συγχωρούν. Τίποτε δε μένει αλώβητο στο πέρασμα του χρόνου· κάθε μέρα που ξημερώνει ζητά μια νέα αρχή. Συνηθισμένα πράγματα, καθημερινά· που όμως ο λυρισμός και η συναισθηματική σοφία του ΜακΓκρέγκορ τα απογειώνουν. Όλα αυτά με φόντο το Κόβεντρυ, τον μικρόκοσμο της σύγχρονης Αγγλίας, με τις συνεχείς εναλλαγές οικονομικής ύφεσης και ανάκαμψης.

Με το ξεχωριστό ύφος που τον διακρίνει, ο ΜακΓκρέγκορ μάς αφηγείται την ιστορία του Ντέηβιντ, σε ένα συγκινητικό μυθιστόρημα γύρω από τις ανεξάντλητες δυνατότητες που προσφέρονται καθημερινά για μια νέα αρχή.

Ελληνική λογοτεχνία

Στα Δάση

Ιορδάνης Παπαδόπουλος

11.97

Ουσιαστικά, Στα ΔΑΣΗ διαβάζει κανείς ένα ημερολόγιο που άρχισε να γράφεται λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία. Μέσα τους μπορεί να διακρίνει εξομολογητικούς τόνους, ποιητικά κατάλοιπα, στοιχεία μυθοπλασίας και εκλαϊκευμένης θεωρίας.

Στα ΔΑΣΗ άλλοτε εμπλέκονται κι άλλοτε τρέχουν παράλληλα γνωστικά αντικείμενα δενδροκομίας, γεωμετρίας, μηχανικής και γεωγραφίας, υψηλής κουλτούρας, λαϊκών δοξασιών και βιντεοπαιχνιδιών.

Στα ΔΑΣΗ εναλλάσσεται η δαιδαλώδης, ίσως και αγχωτική, περιήγηση μ’ ένα ανακουφιστικό πανόραμα˙ προτείνεται ταυτόχρονα μια επιτομή δασικής οικολογίας και μια εκτεταμένη επισκόπηση της ποιητικής τους.

Ξένη λογοτεχνία

Διάλογοι προσφύγων

Μπέρτολτ Μπρεχτ

10.80

Στο εστιατόριο ενός σιδηροδρομικού σταθμού στο Ελσίνκι, στην Ευρώπη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, δύο πολιτικοί πρόσφυγες, ο βιοπαλαιστής Κόλε και ο αστός Τσίφελ, συναντιούνται σχεδόν τυχαία και συζητούν εφήμερα για θέματα φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους: Ξεκινώντας από την καθημερινότητα της προσφυγιάς, όπου τα πούρα είναι κακής ποιότητας, η μπίρα αραιωμένη και ο καφές δεν είναι καφές, αναλύουν σημαντικά ζητήματα της πολιτικής και της ηθικής, μιλώντας για τα διαβατήρια, τον υλισμό, τις αρετές, την πορνογραφία, τον πόλεμο, το σχολείο, τον πατριωτισμό και τη δημοκρατία.

Στους Διαλόγους προσφύγων ο Μπρεχτ αξιοποιεί βιωματικό υλικό από την περιπλάνησή του ανά την Ευρώπη, όπου βρέθηκε ως πρόσφυγας, διωκόμενος από το ναζιστικό καθεστώς, για να καυτηριάσει την υποκρισία των ισχυρών σε βάρος των ανίσχυρων. Οι δύο διαφορετικοί κόσμοι του εργάτη Κόλε και του διανοούμενου Τσίφελ συνθέτουν εν τέλει ένα αδιάσπαστο σύνολο, που φωτίζει πτυχές της ζωής του συγγραφέα και σκιαγραφεί την κοινωνία την εποχή του ναζισμού. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Ρολάν Μπαρτ

10.80

Τι ξέρουμε για το κείμενο; Τον τελευταίο καιρό, η θεωρία επιχειρεί να δώσει κάποια απάντηση. Μένει όμως ένα ερώτημα: Τι απολαμβάνουμε από το κείμενο;

Το ερώτημα τούτο οφείλουμε να το θέσουμε έστω και μόνο για ένα λόγο τακτικής: οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην αδιαφορία της επιστήμης και στον πουριτανισμό της ιδεολογικής ανάλυσης∙ οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην ταπείνωση της λογοτεχνίας σαν απλής ψυχαγωγίας.

Πώς να θέσουμε το ερώτημα; Συμβαίνει το χαρακτηριστικό της απόλαυσης να είναι πως δεν μπορεί να ειπωθεί. Χρειάστηκε λοιπόν να προσφύγουμε σε μια άτακτη σειρά αποσπασμάτων: στιλπνές πλευρές, πινελιές, κουκκίδες – φυλακτήρια ενός αόρατου σχεδιάσματος: απλή σκηνοθεσία της ερώτησης, βλαστός εξωεπιστημονικός της κειμενικής ανάλυσης.

Ρολάν Μπαρτ

Αν διαβάζω κι απολαμβάνω τούτη τη φράση, τούτη την ιστορία ή τούτη τη λέξη, είναι γιατί έχουν γραφεί μες στην απόλαυση. Το αντίθετο όμως; Γράφοντας μες στην απόλαυση, εξασφαλίζω άραγε – εγώ, ο συγγραφέας – την απόλαυση του αναγνώστη μου; Καθόλου. Τον αναγνώστη αυτόν πρέπει να τον γυρέψω [να τον «ψαρέψω»], χωρίς να ξέρω πού είναι. Κι έτσι δημιουργείται ένας χώρος της ηδονής. Δεν είναι το «πρόσωπο» του άλλου που μου είναι αναγκαίο, είναι ο χώρος…

Ρολάν Μπαρτ

Ξένη λογοτεχνία

Απόψεις ενός κλόουν

Χάινριχ Μπελ

20.00

Ο Χανς Σνηρ, γόνος πλούσιας και ισχυρής οικογένειας, εγκαταλείπει το πατρικό του σπίτι, αηδιασμένος από την ψευτιά και την υποκρισία των δικών του και των “ισχυρών” που τους περιστοιχίζουν, και διαλέγει το μόνο επάγγελμα που τον αντιπροσωπεύει: γίνεται κλόουν, δίνει παραστάσεις από πόλη σε πόλη, κι έχει μαζί του τη Μαρί, την πρώτη και μοναδική του αγάπη.

Έπειτα από έξι χρόνια δύσκολης συμβίωσης, η Μαρί τον εγκαταλείπει για να παντρευτεί έναν σπουδαίο παράγοντα του γερμανικού καθολικισμού, κι ο Χανς, που δεν καταφέρνει να την ξεπεράσει, κατρακυλάει σταθερά. Ζητιάνος πια, θα καταλήξει στα σκαλιά του σιδηροδρομικού σταθμού της Βόννης, περιμένοντας τη Μαρί να επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι της.

Όσκαρ Ουάιλντ

15.00

Σε τούτο το βιβλίο αναδεικνύονται οι στιβαρές ρίζες του Όσκαρ Ουάιλντ ως ενός κλασικού φιλολόγου από την Ιρλανδία, προτού ακόμη κατακτήσει τους θεατές με τις κωμωδίες του και το αναγνωστικό κοινό με το σκανδαλώδες Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι. Ο ίδιος είναι περισσότερο γνωστός σε όλους μας για το χιούμορ, την ευφυή ετοιμολογία και την προκλητικότητά του. Σε αυτόν τον ξεχωριστό, δίγλωσσο τόμο συναντούμε τον νεαρό φοιτητή και αρχαιολάτρη Ουάιλντ.

Στις Γυναίκες του Ομήρου (1876) τον παρακολουθούμε να ζωγραφίζει με τα δικά του χρώματα τις θηλυκές μορφές της Οδύσσειας και της Ιλιάδας, να θαυμάζει τη Ναυσικά και να παινεύει την Ελένη. Στον Ελληνισμό (1877) η λατρεία του για το κάλλος και η ωραιοπάθεια των αισθητιστών φαίνεται να υποχωρεί μπροστά στην προσπάθειά του να εξετάσει την αντανάκλαση της Ιμπεριαλιστικής Βρετανίας μέσω της αρχαίας Αθήνας και Σπάρτης.

Ο Ουάιλντ είχε γράψει και τα δύο δοκίμια κατά την περίοδο των διακοπών του. Νωρίτερα είχε ταξιδέψει στην Ελλάδα και είχε ντυθεί φιλέλληνας αγωνιστής του ’21. Τι σήμαινε όμως για αυτόν ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, τι ακριβώς θαύμαζε σε εκείνον τον κόσμο και τι κράτησε από τις σχετικές σπουδές του στην Οξφόρδη; Τα σπάνια πρωτόλεια ενός εκκολαπτόμενου καλλιτέχνη.

Ξένη λογοτεχνία

Led – Πάγος

Καρίλ Φερέ

17.91

Το Νορίλσκ ειναι η βορειότερη πόλη της Σιβηρίας και η πλέον μολυσμένη του κόσμου· μια πόλη-εργοστάσιο, μια δαντική Κόλαση, με το διαρκές βόρειο σέλας και τη θερμοκρασία να πέφτει μέχρι και στους μείον 50° Κελσίου. Σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, την επομένη μιας αρκτικής καταιγίδας, στα χαλάσματα μιας στέγης που κατέρρευσε, γίνεται η ανακάλυψη του πτώματος ενός εκτροφέα ταράνδων. Την έρευνα αναλαμβάνει ο Μπορίς, ένας φλεγματικός, εξόριστος αστυνομικός απ’ το Ιρκούτσκ.

Στη χωρίς τοίχους φυλακή της πόλης του Νορίλσκ, ο Μπορίς ανακατεύεται με μια νεολαία που φτύνει αίμα στις στοές των ορυχείων, που εφευρίσκει διάφορους τρόπους για να αποδράσει, να ξεχαστεί, που αγαπάει αψηφώντας κάθε κίνδυνο. Γιατί στο Νορίλσκ βασιλεύει η διαφθορά και όλοι παρακολουθούν ο ένας τον άλλο. Όσο ο κίνδυνος, αδυσώπητος, τους περιτριγυρίζει, ο Μπορίς πεισματώνει, ώσπου να δώσει τη λύση.
Ο Πάγος, Led [Λιότ] στα ρωσικά, είναι μια κατάδυση στο ακραίο, αλά Blade Runner, σκηνικό της Σιβηρίας. Σε αυτό το πολιτικό και οικολογικό μυθιστόρημα, διαφορετικό από τα προηγούμενα πολάρ του, ο Καρύλ Φερέ ντύνει το νουάρ στο αρκτικό λευκό, με πολλούς κεντρικούς χαρακτήρες να υφαίνουν την ιστορία του.

Ο Καρύλ Φερέ, στο αποκορύφωμα της τέχνης του, πραγματοποιεί μια συγγραφική στροφή από την περίφημη Τριλογία της λατινικής Αμερικής.

Ξένη λογοτεχνία

Americana

Ντον Ντελίλο

17.10

Το Americana (1971), το πρώτο μυθιστόρημα του κορυφαίου Αμερικανού συγγραφέα Ντον ΝτεΛίλο, αποτυπώνει το νευρωτικό τοπίο της σύγχρονης ζωής και την αποσύνθεση του αμερικανικού ονείρου.

Ο νεαρός Ντέιβιντ Μπελ, ευκατάστατος, εμφανίσιμος εργάζεται ως παραγωγός σε τηλεοπτικό σταθμό. Oι συνεχείς ίντριγκες, οι συκοφαντίες και η μωροφιλοδοξία του επαγγελματικού του περιβάλλοντος, του έχουν δημιουργήσει τεράστιο εσωτερικό κενό και τον έχουν φέρει στα όρια της κατάρρευσης. Αποφασίζει να φύγει για τις Μεσοδυτικές Πολιτείες με μια κάμερα στο χέρι και να κινηματογραφήσει την Αμερική πίσω από την απατηλή εικόνα της την κατασκευασμένη από τα ΜΜΕ.

Ο ΝτεΛίλο είναι “ο αρχι-σαμάνος της παρανοϊκής σχολής της αμερικανικής μυθοπλασίας” (The New York Review of Books).