Βλέπετε 145–156 από 484 αποτελέσματα

Ξένη λογοτεχνία

Η πλάνη του Πλην

Άντριου Σων Γκρίερ

18.00

Κι εκεί που νόμιζε πως είχε επιτέλους βάλει τη ζωή του σε σειρά, μια αναποδιά από το πουθενά (;) αναγκάζει τον Άρθουρ Πλην να ξαναπάρει τους δρόμους. Καινούργια περιπλάνηση.

Δείτε τον. Διασχίζει ερήμους, φαράγγια, βάλτους, χωράφια, διασχίζει την Αμερική ολόκληρη, από το Σαν Φρανσίσκο στα δυτικά μέχρι το Ντέλαγουερ στ’ ανατολικά, στο πατρικό του. Ο Πλην νόμιζε πως ήξερε την Αμερική. Αλλά μήπως έκανε λάθος;

Δείτε τον με το καινούργιο του μουστάκι. Μα είναι δυνατόν να μην το παρατηρεί κανένας; Δείτε τον μες στο αρχαίο βανάκι του, τη Ροζίνα, με τη γενναία Ντόλι, μια νυσταλέα σκυλίτσα, στο πλευρό του. Δείτε τον που παίρνει τη ζωή στα χέρια του και δεν φοβάται πια.

Αλλά γιατί τον περνούν όλοι για ξένο; Τόσο πολύ φαίνεται ότι είναι ομοφυλόφιλος; Και γιατί όλες αυτές οι τιμές; Αναγνωρίστηκε επιτέλους η αξία του;

Αλίμονο. Η πλάνη του Πλην είναι πλήρης.

Ξένη λογοτεχνία

Καθώς ψυχορραγώ

Ουίλλιαμ Φώκνερ

14.40

Τα παιδιά και ο σύζυγος της ετοιμοθάνατης Άντι εκπληρώνουν την επιθυμία της να ταφεί στον τόπο όπου γεννήθηκε στον Αμερικανικό Νότο. Κωμικοτραγικά επεισόδια συνθέτουν μια συγκλονιστική αφήγηση για τα πάθη της ανθρώπινης ψυχής με στοιχεία σκοτεινής κωμωδίας και σκληρού ρεαλισμού. Από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα

Ξένη λογοτεχνία

Ο αποικιοκράτης χίπστερ

Γκρέγκορι Πιερρό

14.34

Ο χιπστερισμός του 21ου αιώνα τα χωράει όλα: κάθε πολιτική άποψη και καλλιτεχνική έκφραση γίνεται μέρος ενός μενού από το οποίο επιλέγει κανείς για να δημιουργήσει την ατομική του ταυτότητα. Ωστόσο οι σύγχρονοι χίπστερ είναι επίσης η τελευταία παραλλαγή μιας παλιάς πολιτισμικής παράδοσης.

Τα θεμελιώδη στοιχεία του χιπ, τα ρούχα, η συμπεριφορά, η μουσική, η λογική του γνώστη, μας οδηγούν στην ιστορία της αποικιοκρατίας και του δουλεμπορίου. Οι χίπστερ, εμπροσθοφυλακή της αστικής και πολιτισμικής αποικιοκρατίας, είναι επίσης η αιχμή του δόρατος του εξευγενισμού, που διαγράφει τη μνήμη της διαφορετικότητας, καλύπτοντας το παρελθόν με τη μονοχρωμία της κουλ ομογενοποίησης.

Ο Γκρέγκορι Πιερρό, ανατρέχοντας στην ιστορία του φαινομένου, μας οδηγεί να το ξανασκεφτούμε, να το αντιστρέψουμε, να το αποδιαρθρώσουμε, και εντέλει να το αποαποικιοποιήσουμε.

Ξένη λογοτεχνία

Παραντάϊς

Φερνάντα Μελτσόρ

13.50

Δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο· μια απλώς μέτρια γκόμενα ήταν, που όμως ήξερε πώς να κουνιέται και να ντύνεται για να ερεθίζει τους άντρες. Γι’ αυτό κι εκείνος ο φαλάκρας, ο κοντοστούπης σύζυγός της την περιέφερε σαν τρόπαιο και δεν σταματούσε να τη χουφτώνει, όταν την έδειχνε στους λεφτάδες φίλους του, που ερχόντουσαν να τους επισκεφτούν στο συγκρότημα πολυτελών κατοικιών Πάρανταϊς.

Δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο, αλλά αυτός ο σιχαμένος ο χοντρός, ο Φράνκο Ανδράδε, με τις δίπλες στην κοιλιά και τα μπιμπίκια στη μούρη, είχε πάθει εμμονή μαζί της. Μόνο γι’ αυτή μιλούσε και πάντα έβρισκε τρόπο να είναι δίπλα της και να την παίρνει μάτι, όποτε η σενιόρα Μαριάν έβγαινε στην πισίνα με τα δυο κακομαθημένα βρωμόπαιδά της για να κάνει ηλιοθεραπεία.

Ο Πόλο δεν έφταιξε σε τίποτα. Ποτέ δεν το πίστεψε ότι ο Φράνκο σκόπευε στ’ αλήθεια να κάνει αυτό που έλεγε. Ο Πόλο είναι εντελώς αθώος, ο χοντρός φταίει για όλα.

Ντέιβιντ Ντιόπ

15.93

Το 1750 ο εικοσιτριάχρονος γάλλος φυσιοδίφης Μισέλ Αντανσόν φτάνει στη Σενεγάλη με μεγάλα σχέδια: θα μελετήσει τη χλωρίδα της χώρας, θα συγγράψει ένα μεγαλειώδες επιστημονικό έργο και θα κερδίσει την καταξίωση και τη δόξα. Η συνέχεια, όμως, είναι αναπάντεχη. Ο Αντανσόν θα γοητευτεί από τη χώρα, από τη χλωρίδα και την πανίδα της, κυρίως από τους κατοίκους της, και θα αγαπήσει με πάθος τη Μαράμ, μια γυναίκα-μυστήριο. Παράλληλα, καθώς η Σενεγάλη είναι γαλλική κτήση, θα διαπιστώσει με τα ίδια του τα μάτια τι σημαίνει αποικιοκρατία, εκμετάλλευση και δουλεμπόριο, και θα έρθει αντιμέτωπος με τον κυνισμό και τη βαρβαρότητα των αξιωματούχων της αποικιακής διοίκησης.

Ο Ντιοπ απλώνει το χέρι του και, μέσα από τρεις αφηγήσεις που αλληλοδιαπλέκονται, αναδύονται πρόσωπα αλησμόνητα, μαγικές αντιλήψεις για τη ζωή, χρώματα, γεύσεις και μυρωδιές της Αφρικής. Μας καλεί σε έναν αφρικανικό περίπλου μιας άλλης εποχής: “Η Πύλη του ταξιδιού χωρίς επιστροφή” είναι ένα μυθιστόρημα σαν ταξίδι, ένα ωραίο ταξίδι στη γη των Γουόλοφ, ένα ταξίδι στον αιώνα των Φώτων, που όμως είναι αιώνας σκότους και οδύνης για τους λαούς της Αφρικής. «Η σκέψη μου», γράφει ο ήρωας, «ήταν πράγματι ασύμβατη με τον πλούτο ενός κόσμου που στηριζόταν στο δουλεμπόριο εκατομμυρίων νέγρων για περισσότερο από έναν αιώνα».

Μυθιστόρημα περιπετειώδες, ευαίσθητο, συμβολικό και ποιητικό, με κύκλους αφηγήσεων που ανοίγουν και κλείνουν εγκλωβίζοντας όνειρα και επιθυμίες, αποτυχίες και απογοητεύσεις, μια ελεγεία για τον τραγικό έρωτα του Αντανσόν και της Μαράμ, αυτού του ζευγαριού με τη μοίρα του Ορφέα και της Ευρυδίκης. Η Ιστορία είναι παρούσα εδώ, το ίδιο και ο μύθος. Βέβαια, «ο μύθος και η ιστορία, εξ ορισμού, δεν σμίγουν ποτέ ολότελα, γιατί ανάμεσά τους μένει πάντα ένα κενό, ορατό ή αδιόρατο, που υπήρξε όμως από παλιά ο γόνιμος και παραγωγικός χώρος της λογοτεχνίας»

Αλεξάντρ Γκριν

15.29

Η παρούσα συλλογή με τον τίτλο Το νησί Ρενό και άλλα διηγήματα επιχειρεί μια περιήγηση στον παράξενο και αινιγματικό κόσμο του Αλεξάντρ Γκριν, έναν κόσμο ονειρικό και εξωτικό, εδεμικό και συνάμα εφιαλτικό, ο οποίος κυριαρχείται από την επιθυμία της φυγής· συγχρόνως φιλοδοξεί να μας δώσει μια εικόνα της ποικιλίας του ύφους, των θεμάτων και της τεχνικής του ξεχωριστού αυτού συγγραφέα.

Οι ιστορίες του βιβλίου εκτυλίσσονται τόσο σε γνώριμα αστικά τοπία -Πετρούπολη, Λονδίνο, Μόσχα- όσο και στην Γκρινλανδία, την επινοημένη χώρα που έπλασε η δημιουργική φαντασία του Γκριν, με τα παραδεισένια νησιά της, ξεχασμένα από τον υπόλοιπο κόσμο. Κοινό χαρακτηριστικό των ηρώων που πρωταγωνιστούν στα διηγήματα είναι η αδυναμία τους να συμμορφωθούν με τις κοινωνικές συμβάσεις και τον ρόλο που αυτές τους επιφυλάσσουν, ενώ ενίοτε έρχονται σε ανοιχτή, ακόμα και βίαιη ρήξη με τη συμβατική λογική.

Ο Γκριν μάς αφηγείται ιστορίες υπαρξιακής αγωνίας, με μια γραφή λυρική και συμβολική, που αγαπά τις εικόνες, τις μεταφορές και τις λεπτοδουλεμένες περιγραφές. Η ματιά του, ασκημένη στην εξερεύνηση του αγνώστου που προβάλλει πίσω από την καθησυχαστική όψη της καθημερινής ζωής, καταφέρνει επίσης να φέρει στο φως τα μυστήρια της ανθρώπινης ψυχής.

Ξένη λογοτεχνία

Κόντρα στο ρεύμα

Μάικλ Λόουι

11.66

Τα διάφορα δοκίμια που συγκεντρώνονται σε αυτό το βιβλίο είναι αρκετά διαφορετικά. Για την ακρίβεια δεν έχουν τίποτα κοινό εκτός του ότι καταπιάνονται με τον ίδιο συγγραφέα. Θα υποστήριζα ωστόσο ότι υπάρχει ένα κόκκινο νήμα που τα ενώνει και παρέχει κάποιου είδους ενότητα σε αυτή την περίεργη συλλογή δοκιμίων: όλα έχουν να κάνουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, με την πολιτική του Μπένγιαμιν, μια αποφασιστικής σημασίας πλευρά που συχνά παραβλέπουν οι ακαδημαϊκές μελέτες γι’ αυτόν. Αυτό το νήμα περιλαμβάνει όχι μόνο τα δοκίμια που ασχολούνται με τον μαρξισμό και τον αναρχισμό, αλλά επίσης κι εκείνα που ασχολούνται με την τεχνολογία, τη θρησκεία ή την οικολογία.

Ο Μπένγιαμιν συνέκρινε κάποτε τον κριτικό λογοτεχνίας με έναν αλχημιστή. Αυτό αποτελεί καλή περιγραφή της μεθόδου του. Η σκέψη του έχει πολλές πηγές: Τον ιουδαϊκό μεσσιανισμό, τον γερμανικό ρομαντισμό, τον αναρχισμό, τον μαρξισμό. Συνδυάζοντας αυτά τα στοιχεία -σε διαφορετικές αναλογίες στις διάφορες φάσεις της ζωής του- σε ένα αλχημικό μείγμα, δημιούργησε κάτι καινούργιο: τη δική του και μοναδική φιλοσοφική λίθο. Μία θαυμάσια φιλοσοφική λίθο που του επιτρέπει να συνενώνει τον ιστορικό υλισμό και τη θεολογία, τη μαρξιστική πειθαρχία και τον αναρχικό αυθορμητισμό, τις επαναστατικές ουτοπίες και τη ρομαντική νοσταλγία.

Ξένη λογοτεχνία

Δέκα μικρές αναρχικές

Ντανιέλ ντε Ρουλέ

14.00

Το 1872 ο Μπακούνιν βρίσκεται στην πόλη Σεντ-Ιμιέ, στον Ιούρα, στην καρδιά της ελβετικής ωρολογοποιίας, μεταφέροντας τη φλόγα και την ενέργεια της Παρισινής Κομμούνας. Δέκα ντόπιες νεαρές γυναίκες, εργάτριες ωρολογοποιίας που ζουν μια ζωή γεμάτη εκμετάλλευση και φτώχεια, επηρεάζονται από τις ιδέες της ελευθερίας και αποφασίζουν να μεταναστεύσουν στη Νότια Αμερική για να ξεκινήσουν μια αυτεξούσια ζωή εκεί. Η καθεμία παίρνει μαζί της κι ένα “κρεμμύδι”, ένα Λονζίν 20Α.

Στην αρχή όλα είναι δύσκολα: σύντομα μαθαίνουν για τον βίαιο θάνατο των δύο γυναικών που προπορεύτηκαν, της Κολέτ και της ερωμένης της, της Ζιλιέτ. Παρ’ όλα αυτά, οι άλλες οκτώ ξεκινούν το ταξίδι τους. Ταξιδεύουν μ’ ένα πλοίο που μεταφέρει επίσης φυλακισμένους εξόριστους της Κομμούνας και στο οποίο η Εμιλί πεθαίνει πάνω στη γέννα. Οι υπόλοιπες εφτά φτάνουν στην Πούντα Αρένας στην Παταγονία, όπου φτιάχνουν από κοινού ένα αρτοποιείο, τη Γενική Αρτοποιία, καθώς και ένα εργαστήριο ωρολογοποιίας, αψηφώντας την πατριαρχική συμπεριφορά των αποικιακών αξιωματούχων.

Η Βαλεντίν, η τελευταία επιζώσα των “δέκα μικρών αναρχικών”, μας διηγείται την ιστορία αυτής της ουτοπίας, αυτό το ξεχωριστό έπος των γυναικών που ενώνονται από μια σφοδρή αγάπη για την ελευθερία, που έχουν επιλέξει να “χαρούν το απρόβλεπτο χωρίς να χάσουν τη δύναμη να εξεγείρονται”.

Βασισμένος σε ιστορικά στοιχεία και με τη βοήθεια της φαντασίας του, ο Ντανιέλ ντε Ρουλέ αφηγείται την ιστορία δέκα γυναικών που αναζητούσαν την ελευθερία σε μια εποχή η οποία δεν είχε σκοπό να τους προσφέρει τίποτα.

Ξένη λογοτεχνία

Οι αθέατοι

Αλαίν Νταμαζιό

22.00

Γαλλία, έτος 2040. Το κράτος έχει πτωχεύσει και προβαίνει στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, με εξαίρεση αυτές που αφορούν τη δημόσια ασφάλεια. Ακόμα και οι πόλεις περιέρχονται στην ιδιοκτησία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Οι φτωχοί θεωρούνται πολίτες δεύτερης κατηγορίας, ενώ σημαντικά προνόμια απονέμονται σε όσους έχουν την οικονομική ευχέρεια να τα αγοράσουν. Η δημοκρατία τύποις λειτουργεί, έχοντας όμως τεθεί υπό αυστηρή επιτήρηση. Ένας εκτεταμένος έλεγχος μέσω της γενικευμένης χρήσης της πιο προηγμένης ψηφιακής τεχνολογίας επιβάλλεται σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, επιτρέποντας τον εύκολο εντοπισμό των ανεπιθύμητων. Ρωγμές, ωστόσο, εμφανίζονται στο σύστημα και δυνάμεις αντίστασης ξεπροβάλλουν. Οι αποκλεισμένοι οργανώνουν την εξέγερσή τους, ενώ οι μυστηριώδεις «Αθέατοι», απροσδιόριστα πλάσματα μεταξύ ζώου και ανθρώπου, κατορθώνουν να ξεφύγουν από την επιτήρηση, παρά τον ανελέητο διωγμό τους από τις Αρχές. Η πλοκή εκτυλίσσεται ακολουθώντας ένα ζευγάρι, τον Λόρκα και τη Σαχάρ, που αναζητούν την εξαφανισμένη τους κόρη με την ελπίδα ότι έχει καταφύγει στους «Αθέατους». Εδώ η πένα του Νταμαζιό αποκτά έντονη συναισθηματική φόρτιση και ο συγγραφέας αφιερώνει κάποιες πολύ συγκινητικές σελίδες στη σχέση γονιών-παιδιών.

Ο Αλαίν Νταμαζιό, μία από τις σημαντικότερες παρουσίες στον χώρο της σύγχρονης γαλλόφωνης λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας, συναρθρώνει σε μια συναρπαστική ποιητική μυθοπλασία την πολιτική παρέμβαση, το θρίλερ και τη φιλοσοφία. Οι Αθέατοι είναι ένα βιβλίο-σύμπαν με θέμα τα διακυβεύματα των καιρών μας: την προσπάθεια ελέγχου των πάντων, την αμφισβήτηση και την αλληλεγγύη.

Ξένη λογοτεχνία

Ο θάνατος του Βιβέκ Ότζι

Ακουέκε Εμέζι

18.90

Έκαναν στάχτες την αγορά τη μέρα που πέθανε ο Βιβέκ Ότζι.

Ένα απόγευμα, σε μια πόλη της νοτιοανατολικής Νιγηρίας, μετά από μια μέρα ταραχών στην κεντρική αγορά, μια μητέρα ανοίγει την εξώπορτά της και ανακαλύπτει το άψυχο, γυμνό σώμα του γιου της, τυλιγμένο σε πολύχρωμο ύφασμα, στα πόδια της. Τι οδήγησε στον θάνατο τον εικοσάχρονο Βιβέκ, τον ευγενικό, αινιγματικό, όμορφο και πολυαγαπημένο της γιο;

Η ιστορία μιας υπερπροστατευτικής μητέρας και ενός απόμακρου πατέρα και η σπαρακτική αφήγηση της προσπάθειας μιας οικογένειας να κατανοήσει τον γιο της ενόσω αυτός μαθαίνει να αναγνωρίζει και να αποδέχεται τον εαυτό του, στο πλαίσιο μιας ασφυκτικά παραδοσιακής νιγηριανής κοινωνίας.

Ένα μυθιστόρημα γεμάτο αξέχαστους χαρακτήρες γραμμένο με διαύγεια, αισθησιακή δύναμη, ευγένεια και πυρετική ένταση, που εξερευνά ζητήματα ταυτότητας και φύλου, ανεκτικότητας και μισαλλοδοξίας, αθωότητας και προκατάληψης. Μια δραματική ιστορία απώλειας και υπέρβασης. Ένας συγκινητικός και οικουμενικός φόρος τιμής σε μια νεότητα που τα φτερά της έχουν καεί πριν καν προλάβει να πετάξει.

Ξένη λογοτεχνία

Ταξίδι. Πόλεμος. Εξορία

Ετέλ Αντνάν

9.50

Προέρχομαι από μια περιοχή του κόσμου την οποία γαζώνει και ξηλώνει ο πόλεμος, απ’ τις αρχές του 20ού αιώνα. Τη μνήμη μου και τη ζωή μου στην καθημερινότητά της την έχει υφάνει ο πόλεμος. Έχω συχνά αναρωτηθεί πώς ένα τόσο ευαίσθητο σύστημα όπως το ανθρώπινο σώμα μπορεί να αντέξει τόσο συχνά επαναλαμβανόμενες συντριβές σαν αυτές που γνώρισε και εξακολουθεί να βιώνει η αραβική Εγγύς Ανατολή.

[…] Ακολούθησε μια πραγματική, με τη βιβλική έννοια, Έξοδος: στην αρχή ένα μικρό ρυάκι και σταδιακά ένα πραγματικό ποτάμι. Οι Λιβανέζοι είχαν αρχίσει να φεύγουν. Τα κτίρια εξαφανίζονταν επίσης, οι συνοικίες, οι δρόμοι. Κάθε τοίχος που κατέρρεε, κάθε ανθρώπου θάνατος έπαιρναν οριστικά μαζί τους κάτι από τη ζωή και τη συλλογική μνήμη. Ανακάλυπτα –βίωνα– το βαθύτερο νόημα της εξορίας. Τί είναι η εξορία αν όχι η βίαιη και αθέλητη απώλεια όλων των ζωντανών συμβόλων της ταυτότητας κάποιου ; Ήμουν στη Βηρυτό και έβλεπα ότι η πόλη δεν επρόκειτο ποτέ πια να αναπτυχθεί φυσιολογικά, σώζοντας τον πυρήνα της πόλης που υπήρξε. Καταλάβαινα, χωρίς υπερβολές, το νόημα της έκφρασης Χαμένος Παράδεισος.

[…] Η εξορία είναι αμετάκλητη αποστέρηση. Τη συνοδεύει πάντα ένα αίσθημα βαθιάς ταπείνωσης: «Ο άλλος», κάποιος η κάτι, καταλαμβάνει αυτό που εσείς εγκαταλείψατε, αυτό που αφήσατε πίσω σας. Ως εκ τούτου, αισθάνεστε παραμερισμένος, σαν αντικείμενο που του αλλάζουν θέση. Κι εγώ που βρίσκομαι τώρα εν μέσω όλων αυτών; Για ένα διάστημα, θεωρούσα ότι τις συγκρούσεις μου τις είχα επιλύσει μέσα στα γραπτά μου, με τα γραπτά μου. Θυμάμαι πως κάπου είχα πει ότι τα βιβλία μου, ποιητικά ή πεζά, ήταν, είναι τα σπίτια τα οποία κατοικώ. Κι είναι αλήθεια. Και μοιάζει απλό. Ωστόσο δεν είναι. Ακόμα και εκεί, το λιμάνι δεν είναι προστατευμένο από τις καταιγίδες. Η εξορία δεν είναι πια το θλιβερό προνόμιο κάποιων ελάχιστων προσώπων: Έχει γίνει συνώνυμο της ανθρώπινης συνθήκης, με μια ελάχιστη ωστόσο διαφορά: Ορισμένους από μας η αρρώστια της μάς κατατρώει με τρόπο εμφανή και τελεσίδικο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι δεν έχουν συνείδηση εκείνου από το οποίο υποφέρουν ήδη. Είχα τοποθετήσει τη Βηρυτό και τον Λίβανο πολύ ψηλότερα από ποτέ, στο κέντρο ενός αποκαλυπτικού οράματος για τον αραβικό κόσμο, γεγονός που κατέληξε, λίγο αργότερα, σε ένα μακροσκελές ποίημα το οποίο ονόμασα Η αραβική Αποκάλυψη. Η διάλυση των Αράβων αποφασίστηκε από τ ις δυτικές δυνάμεις στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, με τις διάφορες συμφωνίες που ακολούθησαν μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Με την προδοσία του Φαϊζάλ από τους Άγγλους και τους Γάλλους, τις διαιρέσεις, τους αποικισμούς, τις πολιτικές δολοφονίες, είχαμε εισέλθει σε μια τραγική φάση η οποία είχε διαμορφωθεί χωρίς τη θέλησή μας. Οπότε η εξορία κατέστη η υπαρξιακή και βιοτική συνθήκη κάθε Άραβα, είτε ζούσε στη χώρα του είτε αλλού. Ήταν σαν να έπρεπε να επιστρέψουμε πολύ πίσω, στην ιστορία ή στη μυθολογία, πίσω στην Άγαρ και στον Ισμαήλ, στην πρώτη σύζυγο του Αβραάμ και στον πρώτο του γιο, τον μυθικό θεμελιωτή των αραβικών φυλών, σε έναν γιο –έναν αποκληρωμένο γιο– και σε μία γυναίκα που εξαναγκάστηκαν σε εξορία και περιπλάνηση.

Ξένη λογοτεχνία

Αμερικάνικη αγωγή

Μπεν Λέρνερ

20.00

Τέλη της δεκαετίας του ’90 και, παρά το υποτιθέμενο «τέλος της Ιστορίας» και το θρίαμβο του φιλελευθερισμού, τα νεαρά αρσενικά της βαθιάς Αμερικής δείχνουν αποπροσανατολισμένα. Ο εκνευρισμός είναι διάχυτος, οι ρωγμές εμφανείς. Επικρατεί ο φόβος ότι μια μεγάλη βία όπου νά ’ναι θα ξεσπάσει.

Ο Άνταμ Γκόρντον, τελειόφοιτος του Λυκείου της Τοπήκα, προσπαθεί να μάθει πώς ένα αγόρι γίνεται άντρας. Μέσα απ’ τους αγώνες ρητορικής, τις μονομαχίες ραπ αυτοσχεδιασμού, τις ψυχαναλυτικές συνεδρίες, ο Άνταμ έχει προλάβει να καταλάβει πως η γλώσσα δεν είναι εργαλείο χαλιναγώγησης της βίας. Η γλώσσα είναι όπλο.

Ανενδοίαστα εξομολογητική και απροκάλυπτα πολιτική, η Αμερικανική αγωγή παρουσιάζει την ιστορία μιας οικογένειας σε μια εποχή σιωπηρών τεκτονικών μετατοπίσεων, μια ακτινογραφία της κουλτούρας της τοξικής αρρενωπότητας, και μια αρχαιολογία της ανόδου της νέας Δεξιάς, αναζητώντας χαμηλόφωνα έναν τρόπο ώστε να μάθουν οι άνθρωποι «και πάλι, αργά-αργά, πώς να μιλούν, μέσα στο γενικό σφυροκόπημα».