Ξένη λογοτεχνία
Σπούδασε. Κάνε καριέρα. Να είσαι ευγενική ακόμα και σε εχθρικό περιβάλλον. Αγόρασε διαμέρισμα. Αγόρασε έργα τέχνης. Αγόρασε κάποιου είδους ευτυχία. Πάνω απ’ όλα όμως σκύψε το κεφάλι. Να είσαι φρόνιμη και να επιμένεις… Η αφηγήτρια, Βρετανίδα, κόρη Αφρικανών μεταναστών, έχει θέσει ως στόχο της την κοινωνική και οικονομική ανέλιξη με κάθε τίμημα. Είναι υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος και ετοιμάζεται να παντρευτεί έναν γόνο παλιάς αστικής οικογένειας. Τότε, μια ιατρική διάγνωση την αναγκάζει να επανεξετάσει τις επιλογές της.
Η Βρετανίδα Νατάσα Μπράουν (γενν. 1990) βραβεύτηκε με το London Writers (2019), ενώ η Συνάντηση, “εντυπωσιακό συγγραφικό ντεμπούτο, τολμηρό, σαγηνευτικό” (Μπερναρντίν Εβαρίστο), βρέθηκε στη βραχεία λίστα των λογοτεχνικών βραβείων Folio, Goldsmiths και Orwell Μυθοπλασίας.
Ξένη λογοτεχνία
Tο μοναδικό μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ, γραμμένο τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, περιγράφει σπαρακτικά τη βασανιστική προδοσία της τιμής και του έρωτα, με φόντο τη διάλυση της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Οι ήρωες είναι οι αποσβολωμένοι θεατές της τραγωδίας τους, σύμβολα ενός παρακμιακού πολιτισμού που δεν μπορεί όμως να αντισταθεί στη διεγερτική χαρά ενός τελευταίου βαλς. Η πρόζα του Τσβάιχ, υπέροχη και εκλεπτυσμένη, μοιάζει με τα λείψανα αυτού του πολιτισμού που τον κατάπιε η τρέλα του 20ου αιώνα. Ο οίκτος παρουσιάζεται ως ένα επικίνδυνο συναίσθημα. Μία ημιπαράλυτη γυναίκα καταστρέφεται από τον πολύ οίκτο του περιβάλλοντός της – του πατέρα, του γιατρού της και του αρραβωνιαστικού της.
Ξένη λογοτεχνία
Το Χρυσόψαρο (1929) είναι ένα μυθιστόρημα για τις ποικίλες εκδοχές της ομοερωτικής επιθυμίας, για τη ρευστότητα των έμφυλων ταυτοτήτων, αλλά και για τις ηδονές και τη μνήμη του σώματος. Σταθμός στην ομοερωτική λογοτεχνία, όπως δείχνουν και οι σύγχρονες εκδόσεις του σε ευρωπαϊκές γλώσσες, μιλά με τόλμη και απροσποίητα για τους αποκλεισμούς και τη σεξεργασία, για τις βαθύτατες ταξικές διακρίσεις και την πατριαρχική οπτική που διαχέει παντού την υποκρισία της.
Το μεγάλο ταλέντο του Alec Scouffi έγκειται στη ζωντάνια με την οποία περιγράφει τον κόσμο του «Χρυσόψαρου». Μας καλεί να ακολουθήσουμε τους ήρωες στα νυχτερινά κέντρα της Μονμάρτρης και της Πιγκάλ, να αισθανθούμε την ατμόσφαιρα του πρόσκαιρου πανηγυριού, ν’ ακούσουμε τον απόηχο της τζαζ, να νιώσουμε την έξαψη των σωμάτων, αλλά και να καταδυθούμε στο σκοτάδι και στη σιωπή, να τρέξουμε μαζί με τους φευγαλέους ίσκιους, να γίνουμε μάρτυρες του εσωτερικού διχασμού προσώπων έωλων και ξεριζωμένων, που δεν είναι μόνο θύτες ή μόνο θύματα, αλλά παραδέρνουν διαρκώς σε μια αμφιθυμική κρίση, κατατρύχονται από ανεκπλήρωτα πάθη, περιδινούνται στον κρατήρα των ηδονών, σε μια φρενήρη κίνηση χωρίς δυνατότητα εξόδου.
Ξένη λογοτεχνία
Στις 28 Ιανουαρίου 1742 ένα μισοδιαλυμένο πλοιάριο, με τα πανιά κουρελιασμένα και το κατάρτι κομμάτια, ξεβράστηκε στις ακτές της Βραζιλίας. Επιβάτες του ήταν τριάντα άντρες, σχεδόν ολότελα αποστεωμένοι. Τα όσα αφηγήθηκαν έμοιαζαν απίστευτα.
Οι άντρες ανήκαν στο πλήρωμα του Πλοίου της Αυτού Μεγαλειότητος Γουέιτζερ. Το Γουέιτζερ, που είχε αποπλεύσει δύο χρόνια νωρίτερα από την Αγγλία για να εκτελέσει μια μυστική αποστολή, τσακίστηκε σ’ ένα ερημονήσι στ’ ανοιχτά της Παταγονίας. Μετά από μήνες στο αφιλόξενο νησί οι άντρες εκείνοι κατάφεραν να κατασκευάσουν ένα θλιβερό πλεούμενο και να διασχίσουν μ’ αυτό πάνω από 3.000 μίλια άγριας θάλασσας. Τους υποδέχτηκαν σαν ήρωες.
Έξι μήνες αργότερα ένα άλλο, ακόμα πιο άθλιο πλοιάριο ξεβράστηκε στις ακτές της Χιλής. Σ’ αυτό επέβαιναν μονάχα τρεις άντρες, οι οποίοι αφηγήθηκαν μια πολύ διαφορετική ιστορία: οι τριάντα ναυτικοί που είχαν φτάσει στη Βραζιλία δεν ήταν ήρωες ― ήταν στασιαστές.
Η διαμάχη που ακολούθησε, με εκατέρωθεν κατηγορίες για ανταρσία, προδοσία και φόνο, υποχρέωσε το Ναυαρχείο να διατάξει δίκη ώστε να κριθεί ποιος έλεγε αλήθεια. Τον ένοχο τον περίμενε η κρεμάλα.
Έργο πολυετούς έρευνας σε αδημοσίευτα αρχεία και πηγές αλλά και επιτόπιας εξακρίβωσης, το Γουέιτζερ μιλά για το τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος σε συνθήκες αληθινά ακραίες: το μεγαλειώδες και μαζί το ελεεινό.
Ξένη λογοτεχνία
Μια νύχτα με καταιγίδα, ένας μαυροντυμένος άνδρας επισκέπτεται την Κάρμεν, κάποια διάσημη συγγραφέα. Μήπως είναι δημοσιογράφος; Παλιός εραστής; Ο διάβολος αυτοπροσώπως; Η συζήτησή τους εξελίσσεται σε ανάκριση, εξομολόγηση, ξέσπασμα. Η συγγραφέας θυμάται ιστορίες από τη δικτατορία του Φράνκο, τον ισπανικό εμφύλιο και τη μεταπολίτευση. Μιλάει για τη δεινή θέση των γυναικών διαχρονικά, για τα όνειρά της, για όσα χαράχτηκαν στην ψυχή της και όσα λησμονήθηκαν.
Στο Πίσω δωμάτιο (Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας της Ισπανίας) η Κάρμεν Μαρτίν Γκάιτε (1925-2001) συνδέει προσωπικά βιώματα με την ιστορία της χώρας της “μιλά στην καρδιά του αναγνώστη”( Le Monde). “Από τις σημαντικότερες συγγραφείς της Ισπανίας του 20ού αιώνα” (El Pa?s). Για το έργο της έχει τιμηθεί και με το λογοτεχνικό βραβείο Πρίγκιπας των Αστουριών (1988).
Ξένη λογοτεχνία
Ένα χτύπημα στην πόρτα μια βροχερή νύχτα αλλάζει τη ζωή της Άιλις. Δύο αξιωματικοί της νεοσύστατης μυστικής αστυνομίας αναζητούν τον άντρα της. Ποια θα είναι η τύχη τόσο του ίδιου όσο και του πρωτότοκου γιου τους ; Η πατρίδα της, η Ιρλανδία, βρίσκεται στο έλεος μιας δικτατορικής κυβέρνησης. Η πόλη της, το Δουβλίνο, είναι το κέντρο μιας αιματηρής εμφύλιας διαμάχης, κι εκείνη πρέπει να προστατέψει τα παιδιά της και τον ηλικιωμένο πατέρα της. Πόσο μακριά θα φτάσει για να σώσει την οικογένειά της; Και τι –ή ποιον– θα υποχρεωθεί να αφήσει πίσω;
«Από το πρώτο χτύπημα στην πόρτα το Τραγούδι του προφήτη μας αναγκάζει να βγούμε από τον εφησυχασμό μας», τόνισε η πρόεδρος της επιτροπής του Booker ανακοινώνοντας τον Πολ Λιντς (γενν. Ιρλανδία, 1977) ως νικητή για το 2023. «Πρόκειται για μια συγκινητική αφήγηση, συναρπαστική και τολμηρή, που αποτυπώνει τις ανησυχίες του σήμερα».
Ξένη λογοτεχνία
Η πόρτα άνοιγε με κέρμα του ενός σελινιού, κι όταν την κλείδωσα πίσω μου, ένιωσα πρώτα-πρώτα μια κάποια θαλπωρή ή το συναίσθημα πως ήμουν σε καλά χέρια. Ξάπλωσα χωρίς να το πολυσκεφτώ πάνω στα πλακάκια του δαπέδου, βάζοντας το σακίδιο για προσκέφαλο. Ο καμπινές ήταν βέβαια τόσο μικρός, ώστε ούτε κατά διάνοια δεν μπορούσε κανείς να τεντωθεί, οπότε λοιπόν κι εγώ κουλουριάστηκα εν είδει ημικυκλίου γύρω από τη λεκάνη, με το κεφάλι ακουμπισμένο στον πίσω τοίχο. Το φως σ’ αυτό το μάλλον ευρύχωρο δημόσιο αφοδευτήριο, πολύ ζωηρό, κατάλευκο, έμενε αναμμένο όλη τη νύχτα κι έφτανε ελάχιστα μόνο χαμηλωμένο στον καμπινέ, που ήταν ανοιχτός από πάνω αλλά, στο φάρδος παιδικού ποδιού, και από κάτω. Σκεπασμένος με μερικά ρούχα από το σακίδιο προσπάθησα να διαβάσω, τους «Μπούντενμπροκ» του Τόμας Μαν, που μάλλον με ξένιζαν για καιρό, αλλά ξαφνικά την προηγουμένη στο Ραντεντχάιν με είχαν συνεπάρει και ενθουσιάσει, εκεί στο τέλος όταν έρχεται η έσχατη ώρα και ο ετοιμοθάνατος αρχίζει να διαλογίζεται την τελευτή με εντελώς ανάλαφρο τρόπο.
Το πιο απροσδόκητο από τα πέντε «δοκίμια» του νομπελίστα Πέτερ Χάντκε έχει ως αντικείμενο το «μέρος», και μάλιστα σε όλες τις εκδοχές του, από τον απόπατο στο αγροτόσπιτο του παππού μέχρι τα περίτεχνα αποχωρητήρια των ιαπωνικών ναών. Ποιος θα περίμενε ότι αυτός ο δεξιοτέχνης της εσωτερικότητας θα έστρεφε κάποτε την προσοχή στο πιο αποσιωπημένο και ανάδελφο αναχωρητήριο της καθημερινής ζωής; Στο αφήγημα αυτό του Αυστριακού συγγραφέα το θέμα δεν είναι βέβαια τα τεκταινόμενα στην τουαλέτα, αλλά η ανατομία της στιγμιαίας αναχώρησης από τη φορτική πολυκοσμία και λογοδιάρροια των ανθρώπων που σου κόβει μερικές φορές τη λαλιά. Υπ’ αυτό το πρίσμα το κάθε αποχωρητήριο γίνεται μια μικρή ουτοπία, προσωρινό καταφύγιο από την τύρβη. Δεν πρόκειται για άρνηση του κόσμου, αλλά για μια συνειδησιακή ανάπαυλα πριν επανέλθει κανείς με νέα ευγλωττία σ’ αυτόν ακριβώς τον αναπόφευκτο κόσμο. Ο Πέτερ Χάντκε γεννήθηκε το 1942 στην Καρινθία της Αυστρίας. Η μητέρα του ήταν σλοβενικής καταγωγής και ο πατέρας του Γερμανός στρατιώτης. Σπούδασε νομικά στο Γκρατς, αλλά διέκοψε τις σπουδές του το 1966, όταν δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο Σφήκες. Την ίδια χρονιά ανέβηκε στη Φρανκφούρτη σε σκηνοθεσία Κλάους Πάιμαν το θρυλικό θεατρικό του Βρίζοντας το κοινό. Χαλκέντερος συγγραφέας, ο Χάντκε δημοσίευσε έκτοτε δεκάδες μυθιστορήματα, νουβέλες και θεατρικά έργα και θεωρείται πια ένας από τους κλασικούς μοντέρνους του 20ού αιώνα. Μετέφρασε επίσης ξένους συγγραφείς στα γερμανικά, μεταξύ άλλων τραγωδίες του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία. Το 2019 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Από την Εστία, σε μετάφραση Σπύρου Μοσκόβου, κυκλοφορούν η νουβέλα Η μεγάλη πτώση, Η ανέμελη δυστυχία, Η δεύτερη μάχαιρα και το Δοκίμιο για το αποχωρητήριο, Θα ακολουθήσουν τα: Περί κοπώσεως και Περί επιτυχημένης μέρας.
Ξένη λογοτεχνία
Ένα σύγχρονο κλασικό, μια σπαρακτική ιστορία για τα παιδικά χρόνια, την απώλεια, και πρωτίστως την αγάπη.
Βρισκόμαστε στην ιρλανδική επαρχία, στην κάψα του καλοκαιριού. Ένας πατέρας πηγαίνει το μικρό κορίτσι του να ζήσει με κάποιους συγγενείς, στο αγρόκτημά τους∙ η μικρή δεν γνωρίζει πότε, ή ακόμα και αν, θα την ξαναπάρουν πίσω στο σπίτι της. Στο σπίτι των Κινσέλα, βρίσκει στοργή και ζεστασιά, πράγματα που ως τότε δεν είχε νιώσει ποτέ, κι έτσι σιγά σιγά, ζώντας μαζί τους, το κορίτσι ανθίζει. Στο νέο αυτό σπιτικό όμως, όπου όλα είναι τόσο φροντισμένα, υπάρχει κάτι που παραμένει ανείπωτο – κι αυτό το καλοκαίρι σύντομα θα τελειώσει.
Ξένη λογοτεχνία
Είναι 1985, και βρισκόμαστε σε μια πόλη της Ιρλανδίας. Πλησιάζουν Χριστούγεννα, εποχή πολυάσχολη για τον Μπιλ Φέρλονγκ, προμηθευτή ξυλείας και κάρβουνου. Νωρίς ένα πρωί, παραδίδει μια παραγγελία στο τοπικό μοναστήρι – κι έρχεται αντιμέτωπος με τη σκοτεινιά και τη συνένοχη σιωπή μιας πόλης που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της εκκλησίας.
Σε μια μικρή πόλη της Ιρλανδίας ο Μπιλ Φέρλονγκ προσπαθεί να καλύψει τις παραγγελίες των πελατών του καθώς η χρονιά πλησιάζει στο τέλος της. Στο τιμόνι μιας μικρής εταιρείας και πατέρας πέντε κοριτσιών, έχει καταφέρει να φτιάξει τη ζωή του μόνος του. Η μητέρα του, υπηρέτρια, έμεινε έγκυος στα δεκαπέντε αλλά, σε αντίθεση με ό,τι συνήθως συνέβαινε, δεν την πέταξαν απ’ το σπίτι με το μωρό της. Από αυτή την άποψη, ο Μπιλ ήταν πιο τυχερός από άλλα παιδιά. Την παραμονή των Χριστουγέννων ο Μπιλ κάνει την τελευταία του παράδοση στο μοναστήρι – όπου, υπό το πρόσχημα ότι τις εκπαιδεύουν, οι μοναχές εκμεταλλεύονται κοπέλες «χαλαρών ηθών» και τις βάζουν να δουλεύουν στο πλυντήριο του μοναστηριού. Τα όσα ανακαλύπτει ο Μπιλ εκεί, και η δύσκολη απόφαση στην οποία τον οδηγούν, τα αφηγείται η συγγραφέας με τόσο συγκρατημένη χάρη, που αυτό το όμορφο κείμενο γίνεται ταυτόχρονα αινιγματικό και συνταρακτικό.
Ένα κομψοτέχνημα που δικαίως υμνήθηκε από την κριτική.
Ξένη λογοτεχνία
Σε μια ανώνυμη πόλη με κατοίκους χωρίς ονόματα, σε μια κοινωνία που τη σκεπάζει η σκιά της βίας και η τρομοκρατία διαποτίζει κάθε ορατή και αθέατη πτυχή του δημόσιου βίου, ένα δεκαοχτάχρονο κορίτσι προσπαθεί να κρατήσει την προσωπική του ελευθερία. Ώσπου, ο επονομαζόμενος «Γαλατάς», ένας από τους ηγέτες ισχυρής παραστρατιωτικής οργάνωσης, γίνεται η σκιά της. Με ποιο σκοπό την πλησιάζει; Οι διαδόσεις θεριεύουν, ενώ οι προκαταλήψεις δοκιμάζουν τις αντοχές της κοινότητας.
Με απαράμιλλη υφολογική δεξιοτεχνία, η Anna Burns αποτυπώνει την ανασφάλεια, την πίστη και την ελπίδα του ατόμου σε κοινωνίες που αρνούνται πεισματικά να κάνουν αυτοκριτική. Παραδίδει έτσι ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα, που δικαίως τιμήθηκε με το Βραβείο Booker. Οι κριτικοί είδαν στην Burns μια συγγραφέα του διαμετρήματος ενός Μπέκετ κι ενός Στερν.
Ξένη λογοτεχνία
Ένα χωριό με παλιά σπίτια, αιωνόβια κυπαρίσσια, καταπράσινους λόφους, οπωρώνες. Κάποιος, τις νύχτες, σκάβει κάτω από το σπίτι του γέρου Πέσαχ. Ο μεσίτης βρίσκεται κλειδωμένος στο υπόγειο του πεθαμένου συγγραφέα. Η κρεβατοκάμαρα της οικογένειας Λεβίν κρύβει κάποιο μυστικό, ενώ ο Πρόεδρος της κοινότητας ψάχνει τη γυναίκα του που έχει εξαφανιστεί. Μια άλλη γυναίκα, η γυναίκα του Τσέλνικ, έφυγε για την Καλιφόρνια και δεν επέστρεψε, ο γιος της Ντάλιας αυτοπυρπολείται, ενώ η χωρισμένη βιβλιοθηκάριος και ο νεαρός που λιώνει από πόθο γι’ αυτήν το μόνο που βρίσκουν να συζητήσουν είναι για την αυτοκτονία της Βιρτζίνια Γουλφ. Ένα φανταστικό χωριό που θυμίζει Τοσκάνη, μια συλλογή από υπέροχες ιστορίες που έχουν κοινό παρονομαστή το μέρος στο οποίο διαδραματίζονται, ένα ψηφιδωτό αντί-ηρώων που έπαψαν να ψάχνουν να βρουν νόημα στη ζωή τους και το μόνο που ζητούν είναι να καταλάβουν του κανόνες του παιχνιδιού. Από τα καλύτερα πρόσφατα βιβλία του μεγάλου σύγχρονου ισραηλινού συγγραφέα, οι Εικόνες από τη ζωή στο χωριό θα σας αποκαλύψουν έναν διαφορετικό, μερικές φορές πιο μαύρο, αλλά σίγουρα και πιο σαγηνευτικό Άμος Οζ.
Ξένη λογοτεχνία
Τον χειμώνα η όμορφη Κοιλάδα του Κλότζκο μετατρέπεται σε ένα μέρος αρκετά ερημικό και μάλλον αφιλόξενο. Μεταξύ των λιγοστών κατοίκων που παραμένουν εκεί είναι η Γιανίνα Ντουσέικο, λάτρης της αστρολογίας, η οποία στον ελεύθερο χρόνο της προσέχει τα σπίτια των απόντων γειτόνων και μεταφράζει ποιήματα του Μπλέικ. Κάπως έτσι γεμίζει τις μέρες της αυτή η ώριμη και μοναχική γυναίκα. Από τους άλλους, πάλι, η ίδια θεωρείται ιδιότροπη και εκκεντρική, αν όχι τρελή, επειδή ακριβώς προτιμά την παρέα των ζώων παρά των ανθρώπων. Ώσπου κάποια στιγμή η γαλήνη του τόπου διαταράσσεται, γίνεται ένας φόνος. Δεν πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό. Τα πτώματα αυξάνονται και τα θύματα είναι κυνηγοί. Τι συμβαίνει; Η Γιανίνα κάτι υποψιάζεται και αναλαμβάνει να διερευνήσει την υπόθεση. Ακολουθεί όμως τα σωστά ίχνη; Η βραβευμένη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας Όλγκα Τοκάρτσουκ αφηγείται μια αντισυμβατική ιστορία μυστηρίου και αγωνίας με γρήγορο ρυθμό και παιγνιώδη διάθεση. Δημιουργεί ένα υπαρξιακό θρίλερ, με κοινωνικό και πολιτικό ορίζοντα, που προσλαμβάνει ωστόσο φιλοσοφικές και μεταφυσικές διαστάσεις. Ένα ακατάτακτο και απολαυστικό μυθιστόρημα για την αξία της ενσυναίσθησης.