Ξένη λογοτεχνία
Ο Πόλεμος της Ινδοκίνας κράτησε πολλά χρόνια. Ωστόσο, στα γαλλικά σχολικά εγχειρίδια, μόλις που αναφέρεται. Με μια εντυπωσιακή αίσθηση της αφήγησης, το Μια αξιοπρεπής έξοδος περιγράφει πώς, με μια απίστευτη ιστορική ανατροπή, δύο από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες δυνάμεις ηττήθηκαν από έναν πολύ μικρό λαό.
Με μια σειρά από αξέχαστες σκηνές, ο Eric Vuillard περιγράφει την απίστευτη διαπλοκή συμφερόντων και ξαναζωντανεύει μια ολόκληρη πινακοθήκη πορτρέτων: καλλιεργητές καουτσούκ, Γάλλους στρατηγούς, τις συζύγους τους, πολιτικούς, τραπεζίτες, μια απειλητική ανθρώπινη κωμωδία. Αν στόχος της λογοτεχνίας είναι η οικουμενικότητα, δεν μπορούσε να μην αποτελέσει αντικείμενο της αφήγησης το πώς αυτός ο πολύ μικρός λαός, οι Βιετναμέζοι, κατάφερε να νικήσει δύο από τις μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου. Και αυτό μπορεί να μας επιτρέψει να καταλάβουμε γιατί, ακόμη και σήμερα, στο Αφγανιστάν, στο Μάλι ή αλλού, η Γαλλία θα αναζητά, μάταια πάντα, μια αξιοπρεπή έξοδο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ξένη λογοτεχνία
Παράφορο, πυρακτωμένο, σκοτεινό, φιλοσοφικό: αυτό είναι το πορτρέτο των Κόμπσον, της πλέον εμβληματικής από τις οικογένειες που επινόησε η αξεπέραστη φαντασία του Φόκνερ. Σ’ αυτό το σπουδαίο επίτευγμά του καταβυθίζεται στα ιλιγγιώδη βάθη της ανθρώπινης ψυχής, εκεί όπου ελάχιστοι συγγραφείς κατάφεραν ποτέ να φτάσουν.
Ξένη λογοτεχνία
Ένας μικρέμπορος έργων τέχνης σ’ έναν μικρό οίκο πλειστηριασμών στη Νέα Υόρκη, που ετοιμάζεται να παίξει το μεγάλο παιχνίδι της ζωής του σε μια κλειστή δημοπρασία κλεμμένων αναγεννησιακών έργων, βρίσκεται δολοφονημένος μ’ ένα μαχαίρι στην πλάτη, και ο ντετέκτιβ ΄Εϊμος Χάτσερ, που δουλεύει στην εξιχνίαση κλοπών έργων τέχνης, φεύγει για τη Ρώμη να βρει τη λύση.
Αρχίζοντας από μία μοναδική ένδειξη -μία πρόστυχη επιγραφή σε αρχαΐζοντα ιταλικά- ο Χάτσερ συνθέτει ένα τρομακτικό αντιφατικό πορτρέτο του δολοφόνου : πρόκειται για έναν αλλόκοτο εγκληματικό εγκέφαλο με εξαιρετική πολυμάθεια και απάνθρωπα ένστικτα, που λατρεύει τον Καραβάτζο…
Ξένη λογοτεχνία
Βλέπετε, ο πίνακας του Μητροπολιτικού Μουσείου του 1660 είναι ανολοκλήρωτος. Η Χέντρικε ήταν ήδη άρρωστη. Πέθαινε. Φαντάζομαι ότι ο Ρέμπραντ δεν άντεχε να τον τελειώσει. Αισθάνεται κανείς την τραγωδία, την αίσθηση της θνητότητας. Είναι τα πράγματα που δεν μπορώ να παραβλέψω στη φωτογραφία του πίνακα. Η γνώμη μου είναι ότι ο χαμένος πίνακας πρέπει να τοποθετηθεί κοντά στο 1660 με αυτόν του Μητροπολιτικού Μουσείου και όχι στο 1658 με αυτόν του Βερολίνου».
[…] Σταμάτησε να μιλάει. Με τα μάτια μισόκλειστα, ακολούθησε με το δείκτη του το περίγραμμα του προσώπου της Χέντρικε στη φωτογραφία που είχε μπροστά του. «Ναι, πιστεύω ότι ο πίνακας είναι του Ρέμπραντ». O Σάμιουελ Βάϊνστοκ, ένας διορατικός έμπορος έργων τέχνης, ιδιοκτήτης μιας μικρής γκαλερί στη Βοστώνη, δέχεται μια μέρα από έναν μικρομεσάζοντα κάτι απίστευτο: ένα χαμένο, άγνωστο έργο του Ρέμπραντ, που απεικόνιζε μια γυναίκα της εποχής του 1660, όταν ο μεγάλος καλλιτέχνης ζωγράφιζε την τότε σύντροφό του, τη Χέντρικε Στόφελς, μετά το θάνατο της αγαπημένης του Σάσκια. Υπήρχε η εξαιρετική πιθανότητα να είναι αληθινό; Παράλληλα, ο Έλτον Ρος, διευθυντής ενός μουσείου στη Βοστώνη, βρίσκεται μπρος σ’ ένα εκπληκτικό αρχαιοελληνικό αγγείο, αντίστοιχης ομορφιάς και τέχνης με τον κρατήρα του Εξηκία στο Μόναχο και τον κρατήρα του Ευφρονίου στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης· τού τον έχει προσκομίσει μυστικά ένας Αρμένης σκοτεινός έμπορος τέχνης. Οι δύο ιστορίες πλέκονται και αρχίζει μια σειρά φόνων και εξαφανίσεων. Ο Έιμος Χάτσερ, ο ντετέκτιβ-ιστορικός τέχνης, ήρωας του Όλιβερ Μπανκς, εμφανίζεται ξανά, και μέσα από τις έρευνες της αστυνομίας, την ιστορία της τέχνης, σχολαστικούς ακαδημαϊκούς ερευνητές, ειδικευμένους κορνιζοποιούς στα τελάρα του 17ου αιώνα και περιπετειώδη ταξίδια στην Ευρώπη προσπαθεί να βρει τα νήματα που θα τον οδηγήσουν στη λύση του μυστηρίου. Η έκδοση συνοδεύεται από σημείωμα του μεταφραστή Ανδρέα ΑποστολίδηΞένη λογοτεχνία
Καλοκαίρι του 1949, ένας χρόνος μετά τον πόλεμο που οι Παλαιστίνιοι θρηνούν ως τη Νάκμπα -την καταστροφή που οδήγησε στον εκτοπισμό 700.000 Παλαιστινίων- και οι Ισραηλινοί γιορτάζουν ως τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας. Ισραηλινοί στρατιώτες αιχμαλωτίζουν μια νεαρή Παλαιστίνια στην έρημο Νέγκεβ, τη βιάζουν και στη συνέχεια την εκτελούν και θάβουν το σώμα της στην άμμο. Χρόνια αργότερα, μια γυναίκα αγκιστρώνεται από αυτή την ασήμαντη λεπτομέρεια και αναζητά εμμονικά την αλήθεια αυτού του γεγονότος.
Μια στοιχειωτική καταγραφή της βίας και του τρόμου, της απώλειας και της ζωής που κυλά ανάμεσα σε υλικά και άυλα σύνορα.
Ξένη λογοτεχνία
1975. Σε μία από τις κορυφές των ελβετικών Άλπεων, εξαιρετικά δύσκολης στην αναρρίχησή της, το σαλέ του μεγιστάνα του γερμανικού Τύπου Άξελ Σεζάρ Σπρίνγκερ τυλίγεται στις φλόγες μέσα στη νύχτα. Την επομένη, τα ελικόπτερα φτάνουν πολύ αργά: το σαλέ έχει γίνει στάχτη. Η αστυνομία εξαπολύει διεθνές ανθρωποκυνηγητό, επικηρύσσοντας τους τρομοκράτες, που θεωρεί πως ήρθαν από το εξωτερικό για να καταστρέψουν την κατοικία του Σπρίνγκερ. Η πυρκαγιά αποδίδεται στις βίαιες παρεκτροπές του φοιτητικού κινήματος.
Τριάντα χρόνια αργότερα, ο δράστης αυτού του εμπρησμού, ένας άνθρωπος υπεράνω κάθε υποψίας, διηγείται με χιούμορ τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οργάνωσε και διέπραξε το «έγκλημά του», σαν μια κυριακάτικη βόλτα στο βουνό…
Ξένη λογοτεχνία
Έκανα το πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα στα 1947 και το τελευταίο το φθινόπωρο του 1966. Η τελευταία εικόνα μου: ένα νησί του Αιγαίου, άδεντρο, μ’ ένα μοναδικό χωριό· τοπίο απογυμνωμένο με τη μιζέρια και την ομορφιά συναρμοσμένες σαν δυό πλαγιές του ίδιου λόφου. Μιζέρια και ομορφιά. Σύζευξη των αντιθέτων, όπως η φράση του Ηράκλειτου που τα κυκλαδίτικα τοπία δεν παύουν να τη συλλαβίζουν μέσα στο φως τους: «Αρμονίη κόσμου παλίντροπος». Αν η εικόνα αυτού του χαμένου νησιού παραμένει μέσα μου τόσο έντονη, είναι ίσως επειδή στάθηκε η τελευταία. Ωστόσο, κοιτώντας απ’ την απόσταση του χρόνου, συνειδητοποιώ μέχρι ποιού σημείου μπλέκονται μέσα στη μνήμη μου οι αναμνήσεις σαν σε παιχνίδι αινιγματικό. Γιατί τάχα ορισμένες τους, τόσο ανώνυμες φαινομενικά, παραμένουν επίμονες λες κι ήθελαν να υπογραμμίσουν ένα μήνυμα που το νόημά του δεν καταφέρνω ακόμα να συλλάβω;
Ξένη λογοτεχνία
Αρχές 1956. Λίγους μήνες πριν, η Charmian Clift έχει φτάσει με την οικογένειά της στην’Υδρα – κι ας μην αναφέρεται πουθενά μέσα στο σώμα του κειμένου του βιβλίου της το όνομα του νησιού. Δεν έχουν έρθει για διακοπές· έχουν έρθει για να στεριώσουν. Θα μείνουν εκεί σχεδόν μια δεκαετία και θα αποτελέσουν έναν ζωτικό πυρήνα, θα διαμορφώσουν αυτοί πρωτίστως τη φιλόξενη εστία γύρω από την οποία θα αναπτυχθεί στην ‘Υδρα της δεκαετίας του ’60 η εκτεταμένη «αποικία» ξένων καλλιτεχνών και διανοούμενων, με εξέχοντα μέλη της τον Λέοναρντ Κοέν, τον Άξελ Γένσεν και πολλούς άλλους «ανθρώπους που ονειρεύτηκαν νησιά». Προς το παρόν όμως, όταν γράφει αυτό το βιβλίο -ουσιαστικά τα απομνημονεύματα της Κλιφτ από τους πρώτους μήνες της παραμονής τους στην Ύδρα- τα πράγματα είναι δύσκολα. «Ζώντας σ’ ένα νησί, κάποια στιγμή, αναπόφευκτα, θα συναντήσεις τον εαυτό σου» γράφει η Κλιφτ στο “Καθάρισέ μου έναν λωτό” – και αυτή η «συνάντηση» βρίσκεται στον πυρήνα του βιβλίου.
Ξένη λογοτεχνία
Τέσσερις φίλοι και συμφοιτητές μετακομίζουν, μετά την αποφοίτησή τους, στη Νέα Υόρκη για να φτιάξουν τη ζωή τους – άφραγκοι, χαμένοι, με μόνο τους στήριγμα τη φιλία τους και τις φιλοδοξίες τους:
Ο ευγενής, ωραίος Γουίλεμ, επίδοξος ηθοποιός• ο Τζέι Μπι, ζωγράφος από το Μπρούκλιν, που προσπαθεί να κατακτήσει τον καλλιτεχνικό κόσμο• ο Μάλκολμ, αρχιτέκτονας σε μια σημαντική εταιρεία• και ο Τζουντ – ο ιδιοφυής, αινιγματικός Τζουντ. Όπως περνούν οι δεκαετίες, οι σχέσεις τους βαθαίνουν, αλλά και σκοτεινιάζουν, καθώς τις χρωματίζουν ο εθισμός, η επιτυχία, η περηφάνια. Ωστόσο η σπουδαιότερη πρόκληση, συνειδητοποιούν όλοι, είναι ο ίδιος ο Τζουντ, πλέον ένας απίστευτα χαρισματικός δικηγόρος μα και ένας άνθρωπος ολοένα και πιο διαλυμένος, με το σώμα του και τον νου του σημαδεμένα από τους ανείπωτους τρόμους της παιδικής του ηλικίας – κυνηγημένος από τραύματα που φοβάται ότι όχι μόνο δεν θα ξεπεράσει ποτέ, αλλά και θα τον ορίζουν για πάντα. Με πρόζα πλούσια και λαμπρή, η Γιαναγκιχάρα γράφει έναν τραγικό, υπερβατικό ύμνο στην αγάπη, μια αριστοτεχνική απεικόνιση του σπαραγμού, της τυραννίας της μνήμης και των ορίων της ανθρώπινης αντοχής.
Ξένη λογοτεχνία
Βασισμένο σε συνεντεύξεις με όλους τους ανθρώπους-κλειδιά που επηρέασαν την εξέλιξή του, το Χωρίς Φίλτρο ζωντανεύει μοναδικά την ανάδειξη του Instagram ως της πιο επιτυχημένης φωτογραφικής εφαρμογής της εποχής μας. Καλύπτει την άγνωστη πορεία από τη σύλληψή του, σε ένα καφέ στη Σίλικον Βάλεϊ, ως την εξαγορά μαμούθ από το Facebook και τις δραματικές συγκρούσεις των ιδρυτών του με το νέο τους αφεντικό, τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ. Παράλληλα, εξετάζεται πώς το Instagram έχει αλλάξει τη σύγχρονη κοινωνία – υποχρεώνοντας τις επιχειρήσεις να θέτουν υπεράνω όλων την αισθητική της εικόνας τους, δημιουργώντας μια νέα οικονομία ψηφιακών επιχειρηματιών και διαμορφώνοντας τον τρόπο που μια ολόκληρη γενιά αντιλαμβάνεται τη διασημότητα και την επιτυχία.
Το αποτέλεσμα είναι η πλέον τεκμηριωμένη ιστορία για την επανάσταση που έφερε μια απλή πλατφόρμα στην τεχνολογία, την επιχειρηματικότητα και την ποπ κουλτούρα. Η συλλογική μας ταυτότητα επαναπροσδιορίστηκε με βάση τη μορφή του Instagram, και αυτό το βιβλίο αποκαλύπτει το πώς.
Ξένη λογοτεχνία
Είναι δύσκολο να βρω έναν εργοδότη που να μην κάνει πολλές ερωτήσεις για το παρελθόν μου. Ευχαριστώ, λοιπόν, την τύχη μου που οι Γκάρικ με προσέλαβαν για να καθαρίζω το εκπληκτικό ρετιρέ τους με θέα στην πόλη και να ετοιμάζω φανταχτερά γεύματα στη λαμπερή κουζίνα τους. Μπορώ να δουλέψω εδώ για λίγο, να μείνω απαρατήρητη μέχρι να καταφέρω αυτό που θέλω.
Όλα φαίνονται τέλεια. Αλλά ακόμα δεν έχω γνωρίσει την κυρία Γκάρικ, ούτε επιτρέπεται να μπω στο δωμάτιό της. Είμαι σίγουρη ότι την ακούω να κλαίει. Παρατηρώ κηλίδες αίματος γύρω από τη λαιμόκοψη των λευκών νυχτικών της όταν βάζω πλυντήριο. Και μια μέρα δεν μπορώ να αντισταθώ, της χτυπώ την πόρτα. Όταν η πόρτα ανοίγει, αυτό που βλέπω αλλάζει τα πάντα…
Τότε είναι που δίνω μια υπόσχεση. Άλλωστε, το έχω ξανακάνει αυτό. Μπορώ να προστατεύσω την κυρία Γκάρικ, ενώ κρατάω τα δικά μου μυστικά κλειδωμένα. Ο Ντάγκλας Γκάρικ έκανε ένα μεγάλο λάθος και θα πληρώσει. Το θέμα είναι μέχρι πού είμαι αποφασισμένη να φτάσω.
Αυτή η απολύτως εκρηκτική και σοκαριστική συνέχεια του διεθνούς φαινομένου και των New York Times, USA Today και Wall Street Journal μπεστ σέλερ Η αγγελία θα σας κάνει να γυρίζετε τις σελίδες χωρίς σταματημό.
Ξένη λογοτεχνία
Σκέψου το δικό σου Χαρούμενο Μέρος…
Η Χάριετ και ο Γουίν είναι το τέλειο ζευγάρι από τότε που γνωρίστηκαν στο κολέγιο, ταιριάζουν σαν το αλάτι με το πιπέρι, το μέλι με το τσάι, τον αστακό με τα ψωμάκια. Μόνο που τώρα πια –για λόγους που ακόμα δεν θέλουν να συζητήσουν– δεν είναι μαζί.
Χώρισαν πριν από πέντε μήνες… και ακόμα δεν το έχουν πει στους κολλητούς τους.
Να γιατί καταλήγουν να μένουν στο ίδιο δωμάτιο σε ένα εξοχικό στο Μέιν, που είναι ο τόπος απόδρασης της παρέας τους κάθε χρόνο την τελευταία δεκαετία. Το ετήσιο διάλειμμά τους από τον κόσμο, όπου για μία έντονη βδομάδα ευδαιμονίας αφήνουν πίσω τους την καθημερινή ζωή τους. Καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες τυριού, κρασιού και θαλασσινών. Και απολαμβάνουν την αλμυρή θαλασσινή αύρα με τους ανθρώπους που τους καταλαβαίνουν καλύτερα.
Μόνο που φέτος η Χάριετ και ο Γουίν λένε τρελά ψέματα, ενώ προσπαθούν να μη δίνουν σημασία στο πόσο απελπισμένα θέλουν ακόμα ο ένας τον άλλον. Γιατί το εξοχικό είναι προς πώληση κι αυτή η βδομάδα είναι η τελευταία που θα περάσουν όλοι μαζί σ’ αυτό το μέρος. Δεν αντέχουν να ραγίσουν τις καρδιές των φίλων τους και έτσι θα παίξουν τους ρόλους τους. Η Χάριετ θα είναι η ειδικευόμενη γιατρός που ποτέ δεν ξεκινάει καβγάδες και ο Γουίν ο χαλαρός γόης που δεν αφήνει ποτέ να φανούν οι αδυναμίες του.
Το σχέδιο είναι άψογο (αν το δεις από μεγάλη απόσταση φορώντας γυαλιά ηλίου λερωμένα με αντηλιακό).
Έπειτα από τόσα χρόνια έρωτα, πόσο δύσκολο μπορεί να είναι να προσποιηθείς για μία βδομάδα ότι είσαι ακόμα ερωτευμένος… μπροστά σ’ αυτούς που σε ξέρουν καλύτερα απ’ όλους;