Βλέπετε 1–12 από 32 αποτελέσματα

Φιλοσοφία

Ο Εκκλησιαστής

Άγνωστος

14.00

Όλα για το τίποτα, είπε ο Εκκλησιαστής. Όλα είν’ ανώφελα, όλα για το τίποτα.

Μία είναι η μοίρα των ανθρώπων, δίκαιων και άδικων, φτωχών και πλούσιων, δούλων και ελεύθερων: ο θάνατος. Τα καλά θα χαθούν. Οι προσπάθειες θ’ αποτύχουν. Τα όνειρα θ’ αποδειχτούνε χίμαιρες. Μα οι έγνοιες δε θα κοπάσουν.

Ο Εκκλησιαστής παραμένει ένα αίνιγμα. Την ίδια στιγμή που χαρακτηρίζεται ως το σκοτεινότερο κείμενο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο Εκκλησιαστής περιγράφεται και σαν ένας φιλοσοφικός ύμνος στη χαρά. Ίσως γιατί τόλμησε να βυθιστεί πέρα ώς πέρα στο σκοτάδι της ματαιότητας, για να βρει ένα πράγμα αληθινά φωτεινό. Η χαρά του κόπου. Αυτό είναι το μερτικό του ανθρώπου, το μόνο πράγμα που αξίζει στις μετρημένες μέρες της ζωής του. Μα οι έγνοιες δε θα κοπάσουν.

Ανώφελο κι αυτό,  ανεμοκυνηγητό.

Ο Εκκλησιαστής γράφτηκε κατά πάσα πιθανότητα τον 3ο αιώνα π.Χ. Περιλαμβάνεται στην εβραϊκή Βίβλο και τη χριστιανική Παλαιά Διαθήκη.

Φιλοσοφία

Η παρρησία

Μισέλ Φουκώ

19.80

Αν η φιλοσοφία θέτει το ερώτημα «ποια είναι η αλήθεια;», υπάρχει κάτι πριν από τη φιλοσοφία, που αποτελεί προϋπόθεσή της: η ικανότητα να αμφισβητείς αυτό που παρουσιάζεται ως αλήθεια, να το αρνείσαι, να του εναντιώνεσαι· η ετοιμότητα να στέκεσαι απέναντι στην αυθεντία, δηλαδή την πνευματική και πολιτική εξουσία, και να τολμάς να της ασκήσεις κριτική ― το «κριτικό ήθος» ή η κριτική στάση.

Ο Φουκώ αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη μελέτη της ιστο­ρίας του κριτικού ήθους στον δυτικό πολιτισμό και, πιο συγκεκριμένα, σε μια μάλλον παραμελημένη έννοια της αρχαιοελληνικής σκέψης: την έννοια της παρρησίας. Στις διαλέξεις που μεταφράζονται εδώ, τις οποίες έδωσε στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ το φθινόπωρο του 1983, ο Φουκώ εξετάζει τη γένεση, τις μορφές και την εξέλιξη της παρρησίας από τον 5ο αιώνα π.Χ. ­μέχρι την ύστερη αρχαιότητα.

Στον Ίωνα του Ευριπίδη παρατηρούμε αρχικά την αμφισβήτηση των θεών ως πηγής της αλήθειας· έδρα της αλήθειας παύει να είναι το μαντείο και γίνεται  η ίδια η πόλη. Στον Ορέστη, πάλι του Ευριπίδη, βλέπουμε την παρρησία ως δικαίωμα εντός της δημοκρατικής πόλεως, και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί στο πλαίσιο του δημόσιου ανταγωνισμού για την αλήθεια. Με τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα το πρόβλημα της αλήθειας μεταφέρεται από τον δημόσιο χώρο στην ψυχή: Πώς συμβιβάζεται η ζωή που ζεις με την αλήθεια που λες ότι πρεσβεύεις; Στους Κυνικούς η παρρησία παίρνει τη μορφή της δημόσιας αμφισβήτησης των κοινών αξιών, ενώ στους Στωικούς η κριτική στρέφεται στον ίδιο τον εαυτό, και εκδηλώνεται ως μια διαρκής αυτοεξέταση του ατόμου στον αγώνα του για εσωτερική, δηλαδή πραγματική, ελευθερία.

«Η ανάλυση της παρρησίας αποτελεί μέρος αυτού που θα μπορούσα να ονομάσω ιστορική οντολογία του εαυτού μας, δεδομένου ότι έχουμε, ως ανθρώπινα όντα, την ικανότητα να λέμε την αλήθεια και, λέγοντας την αλήθεια, να μεταμορφώνουμε τον εαυτό μας, τις συνήθειές μας, το ἦθος μας, την κοινωνία μας».

Μισέλ Φουκό

19.00

Το 1969, μετά τις μελέτες του για την τρέλα, την κλινική ιατρική και τις προϋποθέσεις ύπαρξης των επιστημών της ζωής, της γλώσσας και της οικονομίας, ο Μισέλ Φουκώ θα προχωρήσει αποφασιστικά στη θεωρητική συστηματοποίηση του σχεδίου που τον ενέπνεε και θα δώσει το ακριβές στίγμα του ως ιστορικού και φιλοσόφου. Η αρχαιολογία που προτείνει δεν αναζητά αιτιακές σχέσεις και επιδράσεις ανάμεσα στα συμβάντα, δεν θεωρεί την ιστορία μια σταδιακή εκδίπλωση του ορθού λογού που θα οδηγούσε τελεολογικά στην επικράτηση της απόλυτης αλήθειας, δεν τη στηρίζει σε κάποιον καθοριστικό ρόλο που θα είχε σ’ αυτήν η συνείδηση του υποκειμένου. Τα ίδια τα ιστορικά συμβάντα υπάρχουν καθόσον αποτελούν «ρηθέντα πράγματα», καθόσον προβληματοποιούνται μέσα από εκφωνήματα, εκφωνηματικούς σχηματισμούς, λόγους, διαμορφώνοντας, έτσι, το αρχείο, δηλαδή επικράτειες λόγου αυτόνομες αλλά όχι ανεξάρτητες, ρυθμισμένες, παρότι βρίσκονται σε συνεχή μετασχηματισμό, ανώνυμες και χωρίς υποκείμενο, παρότι διαπερνούν τα ατομικά έργα. Η ιστορία και η κίνησή της αποκτά τότε άλλο νόημα. Όχι πλέον οι συμπαγείς γνωστικοί κλάδοι, αλλά οι νόμοι που διέπουν τις κατανομές, τη διασπορά, τους μετασχηματισμούς, τις εναλλαγές, τα μεσοδιαστήματα των λόγων μέσα σε ένα πεδίο στρατηγικών πιθανοτήτων. Η αίσθηση της μεταβολής δεν δίνεται μέσα από την εξέλιξη, τις συνεκτικές σχέσεις, τα κρυφά νοήματα αλλά μέσα από τα αινιγματικά κομβικά σημεία της ρήξης και της ασυνέχειας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

«Η περιγραφή του αρχείου […] μάς στερεί τις συνέχειές μας διαλύει εκείνη τη χρονική ταυτότητα όπου μας αρέσει να κατοπτριζόμαστε για να εξορκίσουμε τις ρήξεις της ιστορίας. […] Είμαστε διαφορά […] ο Λόγος μας είναι η διαφορά των λόγων, […] η ιστορία μας η διαφορά των χρόνων, […] το εγώ μας είναι η διαφορά των προσωπείων. […] Η διαφορά, αντί να είναι η λησμονημένη και επικαλυμμένη καταγωγή, είναι αυτή η διασπορά η οποία είμαστε και την οποία πράττουμε». (Michel Foucault)

Δημήτριος Καπετανάκης

50.00

«Υπήρξαν γενιές που, μετά τον πόλεμο, μυήθηκαν στη σκέψη του Δημητρίου Καπετανάκη», γράφει στον Πρόλογο του Πρώτου Τόμου των Έργων τού συγγραφέα (Τα Δημοσιευμένα ) η Εμμανουέλα Κάντζια. ερευνήτρια και σήμερα καθηγήτρια συγκριτικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Κι αυτό, προσθέτουμε εμείς, συνέβη έστω και με τα ελάχιστα κείμενά του που ήταν μέχρι τότε γνωστά, κυρίως τα δοκίμιά του Έρως και Χρόνος και Μυθολογία του Ωραίου. Σήμερα η φιλολογική επιμελήτρια Ε. Κάντζια παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό τον Δεύτερο Τόμο των Έργων του Καπετανάκη, τα Κατάλοιπα, βγαλμένα από δυσεύρετα αρχεία αυτού του «μυητή» ποιητή και δοκιμιογράφου, στον συντομότατο βίο του οποίου (Σμύρνη 1912 – Λονδίνο 1944) γονιμοποιήθηκαν πλούσιες και ώριμες αισθητικές, στοχαστικές και κριτικές μελέτες καλύπτοντας μεγάλο φάσμα γνωστικών πεδίων. Ο ίδιος και το έργο του ποτέ δεν έφτασαν στο ευρύτερο κοινό. Αινιγματικός και αταξινόμητος, άνθρωπος των γραμμάτων και της τέχνης στη θρυλική δεκαετία του 1930, ο Δημήτριος Καπετανάκης, από τα φοιτητικά του χρόνια στην Αθήνα είχε συνδεθεί φιλικά με τον δάσκαλό του Παναγιώτη Κανελλόπουλο και με τον κύκλο του Ιωάννη Συκουτρή, ενώ αργότερα, στη Χαϊδελβέργη, μαθήτευσε πλάι στον Καρλ Γιάσπερς και γοητεύθηκε από την επιβλητική ποιητική φυσιογνωμία του Στέφαν Γκεόργκε.

Ο Τόμος Δεύτερος – τα Κατάλοιπα (χωρισμένος σε δύο Βιβλία), περιλαμβάνει: στο βιβλίο Α΄ τα πρώιμα «Φοιτητικά μελετήματα» —για τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα, για τον Λεβιάθαν του Τόμας Χομπς (στα γερμανικά), και για τον Προυστ (στα γαλλικά)—, καθώς και τις περίφημες «Διαλέξεις του “Ασκραίου”», της δεκαετίας του ’30: τέσσερα κείμενα για τον Στέφαν Γκεόργκε και δεκαπέντε κείμενα περί Αισθητικής (Βίνκελμαν, Γκαίτε, Βαν Γκογκ) ̇ επίσης, 12 κείμενα για την ιστορία της φιλοσοφίας (με έμφαση στην ινδική φιλοσοφία), για τον Πλάτωνα, τον Κήρκεγκααρντ, για τη διδασκαλία της φιλοσοφίας και τη φιλοσοφική επικοινωνία, για τη φιλοσοφία της Τέχνης και του Καλού (Έντγκαρ Άλλαν Πόου, Μπωντλαίρ) ̇ το Βιβλίο Α΄ κλείνει με την πολυσυζητημένη διάλεξη για τον Ανδρέα Κάλβο του 1938 στον «Παρνασσό». Το Βιβλίο Β΄ συγκεντρώνει τα αγγλόφωνα έργα στο πρωτότυπο: τα «Δοκίμια του Καίμπριτζ» (21 κείμενα για βρετανούς ποιητές, από τον Τσώσερ, Σαίξπηρ, Χέρμπερτ, Βων, Νταν, Ντράιντεν, ως τον Κάουπερ, Ουώρντσγουόρθ, Τόμας Γκρεϋ, Οράτιο Ουώλπολ, Τζον Κητς κ.ά, αλλά και για πεζογράφους —Τζέιν Ώστεν, Σαρλότ Μπροντέ (στα ελληνικά), Ντε Κουίνσυ, Τσαρλς Λαμ) ̇ επίσης τις αγγλόφωνες διαλέξεις του συγγραφέα στο Λονδίνο (1941-1944), κυρίως για την Ελλάδα και τους Έλληνες, όταν ο Καπετανάκης υπηρετούσε στο Γραφείο Τύπου της ελληνικής κυβέρνησης. Το Βιβλίο Β΄ κλείνει με 4 αδημοσίευτα ποιήματα, 2 στα αγγλικά και 2 στα ελληνικά.

Ο Δημήτριος Καπετανάκης, μεταφυσικός στοχαστής αλλά και άνθρωπος του κόσμου τούτου που πάλεψε βαθιά με το αίνιγμα του έρωτα και της μαθητείας, διακρίθηκε και ως δεινός δάσκαλος, για τον παιδαγωγικό του τρόπο να ξυπνάει τον εσωτερικό δαίμονα των μαθητών του (και αναγνωστών του) οδηγώντας τους στο δρόμο της διαρκούς αναζήτησης.

Δημήτριος Καπετανάκης

50.00

«Υπήρξαν γενιές που, μετά τον πόλεμο, μυήθηκαν στη σκέψη του Δημητρίου Καπετανάκη», γράφει στον Πρόλογο του Α΄ Τόμου των απάντων του συγγραφέα η Εμμανουέλα Κάντζια. Ερευνήτρια, συγκριτολόγος ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, έβγαλε από τα αρχεία και επιμελήθηκε τη σημαντική αυτή έκδοση των Δημοσιευμένων (Τόμος Πρώτος) και των Αδημοσίευτων (Τόμος Δεύτερος, ετοιμάζεται) έργων αυτού του «μυητή» ποιητή και δοκιμιογράφου, στον συντομότατο βίο του οποίου (Σμύρνη 1912 – Λονδίνο 1944) γονιμοποιήθηκαν πλούσιες και ώριμες αισθητικές, στοχαστικές και κριτικές μελέτες καλύπτοντας μεγάλο φάσμα γνωστικών πεδίων. Οι μεταπολεμικοί ωστόσο λατρευτικοί αναγνώστες του γνώριζαν ελάχιστες από αυτές, κυρίως τα δοκίμιά του Έρως και Χρόνος και Μυθολογία του Ωραίου. Ο ίδιος και το έργο του ποτέ δεν έφτασαν στο ευρύτερο κοινό. Αινιγματικός και αταξινόμητος, άνθρωπος των γραμμάτων και της τέχνης στη θρυλική δεκαετία του 1930, ο Δημήτριος Καπετανάκης, από τα φοιτητικά του χρόνια στην Αθήνα είχε συνδεθεί φιλικά με τον δάσκαλό του Παναγιώτη Κανελλόπουλο και με τον κύκλο του Ιωάννη Συκουτρή, ενώ αργότερα, στη Χαϊδελβέργη, μαθήτευσε πλάι στον Καρλ Γιάσπερς και γοητεύθηκε από την επιβλητική ποιητική φυσιογνωμία του Στέφαν Γκεόργκε. Η εκτενής Εισαγωγή της επιμελήτριας τον παρακολουθεί στις πνευματικές και ανθρώπινες περιπλανήσεις του ταραγμένου βίου του, έως την καταφυγή του στην Αγγλία το ’39, παραμονές του πολέμου, όπου μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, ώς το θάνατό του, θα αναδειχθεί σε γνήσιο εκφραστή της μοντέρνας αγγλικής ποίησης.

Ο Τόμος Πρώτος – Τα Δημοσιευμένα (χωρισμένος σε Βιβλίο Α΄ και Βιβλίο Β΄) περιλαμβάνει τα δοκίμια του και μελέτες του (αυτές για τον Ευθύδημο του Πλάτωνα και για τον Ρεμπώ), τα αγγλόφωνα κείμενά του (μεταξύ άλλων, για τον Γκεόργκε, για τον Ντοστογιέφσκι, για την αγγλική ποίηση), βιβλιοκρισίες και τεχνοκριτικά του σημειώματα (για τους Ρούντολφ Φάρνερ, Τσαρούχη, Σκίπη, Τσάτσο, Πρεβελάκη, Καντ κ.λπ.), τα ποιήματά του στα ελληνικά και στα αγγλικά, το μονόπρακτο θεατρικό του έργο Η θύελλα, καθώς και μεταφράσεις του προς τα ελληνικά ή προς τα αγγλικά (των Χαίλντερλιν, Άντονυ Χάξλεϋ, Ελύτη, Πρεβελάκη, Κανελλόπουλο). Ο Δημήτριος Καπετανάκης, μεταφυσικός στοχαστής αλλά και άνθρωπος του κόσμου τούτου που πάλεψε βαθιά με το αίνιγμα του έρωτα και της μαθητείας, διακρίθηκε και ως δεινός δάσκαλος, μέσω των περιλάλητων διαλέξεών του στην Αθήνα του ’30, για τον παιδαγωγικό του τρόπο να ξυπνάει το δαιμόνιο των μαθητών του οδηγώντας τους στο δρόμο της διαρκούς αναζήτησης.

Βάσω Κιντή

22.00

Μπορούμε να έχουμε έγκυρη γνώση του παρελθόντος αφού αυτό δεν υπάρχει πια; Τι είναι τα γεγονότα και σε τι διαφέρουν από τα συμβάντα; Η ιστοριογραφία ανακαλύπτει τις ιστορίες που διηγείται ή τις φιλοτεχνεί; Πώς μπορούμε να έχουμε πρόσβαση στις σκέψεις και στις προθέσεις ιστορικών υποκειμένων; Τι εννοούμε όταν λέμε «θα μας κρίνει η ιστορία»; Μοιάζουν οι ιστορικοί με δικαστές, με ψυχαναλυτές ή με ντετέκτιβ; Μπορεί πεποιθήσεις του παρελθόντος που μας φαίνονται σήμερα παράλογες να ήταν εύλογες και ορθολογικές; Πώς να κατανοήσουμε την αντικειμενικότητα στην ιστορία; Ως ουδετερότητα, ως αμεροληψία, ως απόλυτη σύλληψη της πραγματικότητας; Είναι η ουδετερότητα αρετή για τον/την ιστορικό; Είναι η ιστορία επιστήμη ή μία τέχνη που διδάσκει και συγκινεί; Αν η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται όπως λέγεται συχνά, γιατί να τη μελετάμε; Αυτά και άλλα ανάλογα ερωτήματα εξετάζει η φιλοσοφία της ιστορίας όχι για να δώσει οριστικές απαντήσεις, αλλά για να φέρει στο φως και να διασαφηνίσει μέσα από φιλοσοφική ανάλυση πολλές από τις όψεις αυτών των θεμάτων ώστε να εκτιμήσουμε καλύτερα τα ιστοριογραφικά κείμενα, να απολαύσουμε πιο στοχαστικά τις ιστορικές αφηγήσεις και γα κατανοήσουμε πληρέστερα τις διαμάχες σχετικά με την ιστορία.

Φιλοσοφία

Η παρρησία

Μισέλ Φουκώ

17.82

Αν η φιλοσοφία θέτει το ερώτημα «ποια είναι η αλήθεια;», υπάρχει κάτι πριν από τη φιλοσοφία, που αποτελεί προϋπόθεσή της: η ικανότητα να αμφισβητείς αυτό που παρουσιάζεται ως αλήθεια, να το αρνείσαι, να του εναντιώνεσαι· η ετοιμότητα να στέκεσαι απέναντι στην αυθεντία, δηλαδή την πνευματική και πολιτική εξουσία, και να τολμάς να της ασκήσεις κριτική ― το «κριτικό ήθος» ή η κριτική στάση.

Ο Φουκώ αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη μελέτη της ιστο­ρίας του κριτικού ήθους στον δυτικό πολιτισμό και, πιο συγκεκριμένα, σε μια μάλλον παραμελημένη έννοια της αρχαιοελληνικής σκέψης: την έννοια της παρρησίας. Στις διαλέξεις που μεταφράζονται εδώ, τις οποίες έδωσε στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ το φθινόπωρο του 1983, ο Φουκώ εξετάζει τη γένεση, τις μορφές και την εξέλιξη της παρρησίας από τον 5ο αιώνα π.Χ. ­μέχρι την ύστερη αρχαιότητα.

Στον Ίωνα του Ευριπίδη παρατηρούμε αρχικά την αμφισβήτηση των θεών ως πηγής της αλήθειας· έδρα της αλήθειας παύει να είναι το μαντείο και γίνεται  η ίδια η πόλη. Στον Ορέστη, πάλι του Ευριπίδη, βλέπουμε την παρρησία ως δικαίωμα εντός της δημοκρατικής πόλεως, και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί στο πλαίσιο του δημόσιου ανταγωνισμού για την αλήθεια. Με τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα το πρόβλημα της αλήθειας μεταφέρεται από τον δημόσιο χώρο στην ψυχή: Πώς συμβιβάζεται η ζωή που ζεις με την αλήθεια που λες ότι πρεσβεύεις; Στους Κυνικούς η παρρησία παίρνει τη μορφή της δημόσιας αμφισβήτησης των κοινών αξιών, ενώ στους Στωικούς η κριτική στρέφεται στον ίδιο τον εαυτό, και εκδηλώνεται ως μια διαρκής αυτοεξέταση του ατόμου στον αγώνα του για εσωτερική, δηλαδή πραγματική, ελευθερία.

«Η ανάλυση της παρρησίας αποτελεί μέρος αυτού που θα μπορούσα να ονομάσω ιστορική οντολογία του εαυτού μας, δεδομένου ότι έχουμε, ως ανθρώπινα όντα, την ικανότητα να λέμε την αλήθεια και, λέγοντας την αλήθεια, να μεταμορφώνουμε τον εαυτό μας, τις συνήθειές μας, το ἦθος μας, την κοινωνία μας».

Πολ Τίλλιχ

7.42

Κανείς δεν μπορεί να ζήσει χωρίς ελπίδα, ακόμα κι αν αφορά τα πιο ευτελή πράγματα που δίνουν μια κάποια ικανοποίηση, ακόμα και κάτω από τις χειρότερες συνθήκες, ακόμα και στη φτώχεια, την ασθένεια και την κοινωνική αποτυχία. Χωρίς ελπίδα, η τάση της ζωής μας προς το μέλλον θα εξαφανιζόταν και, μαζί της, η ίδια η ζωή. Θα καταλήγαμε σε απόγνωση, μια λέξη που αρχικά σήμαινε ακριβώς «χωρίς ελπίδα» ή θανατηφόρα αδιαφορία. Επομένως, έχουμε δικαίωμα να ελπίζουμε; Υπάρχει άραγε μια επαρκής δικαιολογία ο καθένας μας να ελπίζει; Υπάρχει ελπίδα για έθνη και κινήματα, για την ανθρωπότητα και ίσως για όλη τη ζωή, για ολόκληρο το σύμπαν; Έχουμε δικαίωμα στην ελπίδα χωρίς να έχουμε καμία ελπίδα; Την έχουμε ακόμη και ενάντια στην παροδικότητα όλων των πραγμάτων, ενάντια στην πραγματικότητα του θανάτου;

Νίκος Ειρηνάκης

18.10

Δεν υπάρχει παρά ένα πρωταρχικό φιλοσοφικό ερώτημα, το οποίο είναι διττό: τι είμαστε και τι θα θέλαμε να γίνουμε, αλλά και ένα μετα-ερώτημα: γιατί θα θέλαμε, και πώς μπορούμε εν τέλει, να γίνουμε αυτό. Το διαχρονικό, ανοικτό παίγνιο ανάμεσα στο είναι και στο γίγνεσθαι αποτελεί την ουσία του ερωτήματος της αυθεντικότητας – όπως επίσης το τι εμπεριέχεις και τι σε εμπεριέχει αποτελεί την απαρχή της ιχνηλάτησης του ερωτήματος της αυθεντικότητας.

Το μεγάλο πρόταγμα της νεωτερικότητας δεν είναι άλλο από αυτό της ελευθερίας. Ωστόσο, ίσως η πραγμάτωσή της να μη βασίζεται αμιγώς σε μια θεώρηση κάποιας μορφής ορθολογικότητας ή/και ιστορικότητας, αλλά ο δρόμος προς αυτήν να διανοίγεται μέσα από μια ανανεωμένη θεώρηση της δημιουργικότητας και της αυθεντικότητας.

Η πλειονότητα των στοχαστών είτε ταυτίζουν την αυθεντικότητα με την αυτονομία είτε αντιλαμβάνονται τη μία ως μείζονα συνθήκη για την επίτευξη της άλλης, ωστόσο μια σαφέστερη διάκριση μεταξύ τους και μια αναθεώρηση της σχέσης τους -στα πεδία του πραγματικού (υλικού) και του υπερ-πραγματικού (ψηφιακού)- καθίσταται πλέον αναγκαία. Η αυθεντικότητα-ως-δημιουργικότητα -απελευθερωμένη από την ανάγκη κάποιου ενδότερου εαυτού και με πρωτότυπες πτυχές, όπως η συν-αυθεντικότητα και η ισο-αυθεντικότητα- ίσως να αποτελεί ένα κοινωνικο-πολιτικό, αισθητικο-καλλιτεχνικό και ηθικό ιδεώδες που μπορεί εν τέλει να προσφέρει μια δίοδο, πέρα από τα αδιέξοδα της ύστερης νεωτερικότητας, προς την απάντηση του ερωτήματος: τι καθιστά έναν προσωπικό και συλλογικό βίο καλό και πώς αυτός είναι δυνατό να διαχθεί;

Μισέλ Φουκώ

26.10

Οι παραδόσεις με τίτλο “Το θάρρος της αλήθειας” είναι οι τελευταίες που έδωσε ο Μισέλ Φουκώ στο Κολέγιο της Γαλλίας, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1984. Πέθανε λίγους μήνες αργότερα, στις 25 Ιουνίου 1984. Το πλαίσιο αυτό παρακινεί τον αναγνώστη να δει τις εν λόγω παραδόσεις σαν μια φιλοσοφική διαθήκη, πολλώ δε μάλλον από τη στιγμή που η θεματική του θανάτου είναι έντονα παρούσα, ιδίως στη νέα ανάγνωση που προτείνει ο Φουκώ, ακολουθώντας τον Ντυμεζίλ, για τα τελευταία λόγια του Σωκράτη («Κρίτων, χρωστάμε έναν πετεινό στον Ασκληπιό!»), θεωρώντας τα έκφραση βαθιάς ευγνωμοσύνης προς τη φιλοσοφία, η οποία θεραπεύει από τη μόνη σοβαρή ασθένεια: εκείνη των ψευδών απόψεων και των προκαταλήψεων.

Αυτός ο κύκλος παραδόσεων συνεχίζει και ριζοσπαστικοποιεί τις αναλύσεις του αμέσως προηγούμενου έτους [ελλ. έκδ.: Η κυβέρνηση του εαυτού και των άλλων. Παραδόσεις στο Κολέγιο της Γαλλίας, 1982-1983, μτφρ. Γ. Καράμπελας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, υπό έκδοση]. Εκεί, το ζητούμενο του Φουκώ ήταν να θέσει υπό διερώτηση τη λειτουργία του «αληθώς λέγειν» στην πολιτική, προκειμένου να θεσπίσει για τη δημοκρατία ορισμένες ηθικές προϋποθέσεις που δεν μπορούν να αναχθούν στους τυπικούς κανόνες της συναίνεσης: οι προϋποθέσεις αυτές είναι το θάρρος και η πεποίθηση, το φρόνημα.

Με τους κυνικούς, αυτή η εκδήλωση του αληθούς δεν εγγράφεται πλέον απλώς σε μια ριψοκίνδυνη δημόσια τοποθέτηση, σε μια δημηγορία, αλλά στην ίδια την υλικότητα της ύπαρξης. Ο Φουκώ προτείνει λοιπόν μια πρωτοποριακή μελέτη του αρχαίου κυνισμού, βλέποντάς τον ως πρακτική φιλοσοφία, άθληση της αλήθειας, δημόσια πρόκληση, ασκητική κυριαρχία επί του εαυτού και των άλλων. Το σκάνδαλο της αληθινής ζωής συγκροτείται έτσι ως αντίθεση στον πλατωνισμό και στον υπερβατικό του κόσμο των νοητών Μορφών.

«Δεν υπάρχει εγκαθίδρυση της αλήθειας χωρίς ουσιώδη θέσπιση της ετερότητας· η αλήθεια δεν είναι ποτέ το ίδιο· δεν μπορεί να υπάρξει αλήθεια παρά μόνο στη μορφή του άλλου κόσμου και της άλλης ζωής»

Συλλογικό

22.50

Η τεράστια επίδραση που άσκησε ο Θωμάς Ακυινάτης στην ευρωπαϊκή σκέψη δεν χρειάζεται επιχειρήματα και τεκμήρια. Εκείνο όμως που ασφαλώς χρειάζεται να τεκμηριωθεί είναι η επίδραση που άσκησε στη βυζαντινή σκέψη, η οποία υπήρξε εκτεταμένη και ουσιαστική, αντίθετα από ό,τι συνήθως νομίζεται.

Την τεκμηρίωση αυτή επιχειρεί το ερευνητικό πρόγραμμα «Thomas de Aquino Byzantinus» (Πανεπιστήμιο Πατρών και Κολλέγιο Royal Holloway του Πανεπιστημίου του Λονδίνου), που έχει ως αντικείμενό του την άρτια επιστημονική έκδοση και τη συστηματική μελέτη των βυζαντινών μεταφράσεων δεκαέξι τουλάχιστον πραγματειών του, καθώς και την πρόσληψη γενικότερα του έργου του από σπουδαίους Βυζαντινούς λογίους και θεολόγους (φιλοθωμικούς και αντιθωμικούς, πλατωνίζοντες και αριστοτελίζοντες, φιλοπαλαμικούς και αντιπαλαμικούς).

Η μελέτη του συνόλου της γραμματείας αυτής θα οδηγήσει στην επανεκτίμηση της πνευματικής ιστορίας του ύστερου Βυζαντίου, αλλά, ελπίζουμε, και σε αναθεώρηση της στάσης σημερινών Ορθοδόξων θεολόγων, οι οποίοι συχνά απορρίπτουν συλλήβδην τον Ακυινάτη, αντίθετα από τους Βυζαντινούς προγόνους τους, που τον μετέφραζαν και τον συζητούσαν.

Γιώργος Παππάς

14.94

Σε όλη τη διάρκεια της έξαρσης του Covid-19 και της απομόνωσης που επέφερε, ο συγγραφέας εξηγούσε και καθησύχαζε έναν μεγάλο κύκλο ανθρώπων με τις αναρτήσεις του γύρω από το θέμα στο Facebook.
Mε χιούμορ, γνώση και λογική, θύμιζε τον απώτερο σκοπό, αυτό που τελικά κατορθώσαμε ως κοινωνία: Παρά την κούραση είμαστε ακόμη εδώ και έχουμε προφυλάξει αποτελεσματικά τους δικούς μας ευπαθείς.

Μας λείπουν αγαπημένοι άνθρωποι του ευρύτερου κύκλου μας που δεν πρόλαβαν να πάρουν τα δώρα της επιστήμης κι αυτός είναι ο λόγος που αισθανόμαστε ακόμη περισσότερο ευτυχείς που ζούμε σήμερα εδώ που ζούμε, ώστε να έχουμε ένα όπλο απέναντι στον ιό, ώστε να μπορούμε να βγούμε από αυτή την ιστορία όλοι, μαζί.
Πάρα πολλές μέρες ήταν δύσκολες, και τα σημάδια της πανδημίας θα είναι ορατά πάνω μας.
Αλλά ορατή πάνω μας θα είναι και η επιτυχία του να είμαστε εδώ πλήρεις και ακέραιοι, μαζί.

Μια ματιά στους φόβους, τις ελπίδες, τα συναισθήματά μας, στον τρόπο που καλούμαστε να προσαρμοστούμε στις μεγάλες προκλήσεις της ζωής και μια εκλαϊκευμένη προσέγγιση πολλών ζητημάτων ιατρικής και δημόσιας υγείας από μια αυθεντία του αντικειμένου. Ένα βιβλίο για το μέλλον μας στον αιώνα των πανδημιών.