Μια πόλη βομβαρδίζεται. Η δεκαεφτάχρονη Άννα και η Όλγα, η γιαγιά της, βρίσκονται στο άδειο σαλόνι του σπιτιού τους. Το κορίτσι προτείνει να φύγουν, να βρουν καταφύγιο. Η γιαγιά αρνείται. Η Άννα διαπιστώνει ότι τα πόδια της Όλγας έχουν παραλύσει. Τότε η εγγονή παίρνει τη γιαγιά στην πλάτη και βγαίνουν από το σπίτι.
Οι δύο γυναίκες σαν ένα σώμα θα έρθουν αντιμέτωπες με την αποσύνθεση ενός κόσμου, με σκιές και αγρίμια με αποκριάτικες μάσκες, με παρένθετες μητέρες και καταφύγια-φυλακές, με παιδομάζωμα, αλλά και με κάθε λογής όμορφα πλάσματα, προσπαθώντας να επιζήσουν.
Θα φτάσουν, άραγε, στα σύνορα; Και τι θα θυσιάσουν;
Μια ιστορία επιβίωσης σε μια βομβαρδιζόμενη χώρα. Μια περιπέτεια ενηλικίωσης στις φλόγες του πολέμου. Ένας αγώνας διεκδίκησης των πλέον δεδομένων, του νερού, της τροφής, της στέγης, της ασφάλειας, της αγάπης, και κάποιων όχι και τόσο αυτονόητων, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της ειρήνης, της ίδιας της ζωής.
Το βιβλίο είναι εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία και κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών κατοικημένων πόλεων, όπως στη Λωρίδα της Γάζας και σε άλλα σημεία του πλανήτη. Η ιστορία και τα πρόσωπα είναι προϊόντα μυθοπλασίας.