Τι κωμικό πράγμα που είναι η ζωή — αυτή η μυστηριώδης επιστράτευση άπονης λογικής για έναν μάταιο σκοπό. Το πολύ-πολύ που μπορείς να ελπίζεις να αποκομίσεις είναι μια κάποια γνώση του εαυτού σου — η οποία έρχεται πολύ αργά. Μια σοδειά ανεξίτηλης πίκρας. Έχω παλέψει με το θάνατο. Είναι ο πιο πεζός αγώνας που μπορεί κανείς να φανταστεί. Διεξάγεται μέσα σ’ ένα ασχημάτιστο γκρίζο, όπου δεν υπάρχει τίποτα κάτω απ’ τα πόδια σου, ούτε γύρω σου, ούτε θεατές, ούτε οχλαγωγία, ούτε δόξα, ούτε η μεγάλη επιθυμία για νίκη, ούτε ο μεγάλος φόβος της ήττας, μόνο μια αρρωστιάρικη ατμόσφαιρα χλιαρού σκεπτικισμού, χωρίς καν πολλή πίστη στο δίκαιο του αγώνα σου, κι ακόμα λιγότερο σ’ εκείνο του αντιπάλου σου. Αν η ύστατη σοφία παίρνει αυτή τη μορφή, τότε η ζωή είναι ακόμα μεγαλύτερο αίνιγμα απ’ όσο νομίζουμε. Βρέθηκα μια ανάσα από την τελευταία ευκαιρία ν’ αποφανθώ γι’ αυτό το αίνιγμα, και ανακάλυψα ταπεινωμένος πως, μάλλον, δεν είχα τίποτε να πω. Γι’ αυτό υποστηρίζω ότι ήταν τόσο αξιοπρόσεχτος άνθρωπος ο Κουρτς. Γιατί εκείνος είχε κάτι να πει. Και το είπε.
Η καρδιά του σκότους
€11.69
Μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου
Σελίδες: 145
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Λέσχη Ανάγνωσης
Μιγκέλ Ντε Θερβάντες
Ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα, έχοντας περάσει μια ακραία περιπετειώδη ζωή με αδιανόητες ταπεινώσεις και εξευτελισμούς, έμελλε, στην ώριμη ηλικία των 58, να εκδώσει το κορυφαίο του συγγραφικό επίτευγμα, τον Δον Κιχώτη, το βιβλίο που σηματοδοτεί ουσιαστικά τη γέννηση του σύγχρονου μυθιστορήματος. Γεννημένος το 1547, από αριστοκρατική γενιά, χωρίς σημαντικούς οικονομικούς πόρους όμως, ως παιδί αγαπούσε την ποίηση, ενώ είχε την τύχη να μαθητεύσει δίπλα στον λόγιο ουμανιστή κληρικό Χουάν Λόπεθ ντε Όγιος.
Μεγαλώνοντας, η καλοσύνη του και οι ευγενικοί του τρόποι κέρδιζαν τον σεβασμό όλων. Το 1570 κατατάχθηκε στον ισπανικό στρατό της Ιταλίας, γεγονός που οδήγησε στη συμμετοχή του στο «πιο δοξασμένο γεγονός που είδανε ποτέ ή θα δούνε οι αιώνες», όπως έλεγε, την καθοριστικής σημασίας για τις χριστιανικές δυνάμεις νίκη επί του τουρκικού στόλου, τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Σε αυτήν λαβώθηκε άσχημα και κατέληξε με αχρηστευμένο το αριστερό του χέρι. Κατά την επιστροφή του στην Ισπανία πέντε χρόνια αργότερα, πιάστηκε όμηρος από κουρσάρους και κατέληξε σκλάβος στην κόλαση του Αλγερίου. Αποπειράθηκε να αποδράσει πέντε φορές και μόνο το 1580 επέστρεψε στην πατρίδα του χάρη σε καταβολή λύτρων.
Το 1585 έγραψε το ποιμενικό μυθιστόρημα Γαλάτεια και ακολούθησαν τριάντα θεατρικά έργα, χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία, μέχρι που το 1605 η έκδοση του πρώτου μέρους του δίτομου Η ζωή και το έργο του μεγαλόπνευστου ιδαλγού Δον Κιχώτη από τη Μάντσα απέσπασε ενθουσιώδη υποδοχή. Ως πιστός καθολικός ήθελε να σατιρίσει τα ιπποτικά βιβλία, μια μάστιγα της εποχής του που οι εκκλησιαστικοί κύκλοι προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν. Αυτό όντως επετεύχθη χάρη στο Δον Κιχώτη. Ακολούθησαν άλλες πέντε εκδόσεις και το 1615 εξέδωσε το δεύτερο μέρος, επισφραγίζοντας τον θρίαμβο ενός βιβλίου που σήμερα θεωρείται από τα σημαντικότερα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ισάξιο εκείνων του Δάντη, του Γκαίτε και του Σαίξπηρ.
Πρόκειται για την ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη με ευγενική ψυχή, ο οποίος, έχοντας χάσει το μυαλό του από την παθιασμένη ανάγνωση ιπποτικών βιβλίων, πιστεύει ότι είναι ένας ιππότης, ο Δον Κιχώτης. Ξεκινάει ένα ταξίδι με το ψωραλέο του άλογο, τον Ροσινάντε, φορώντας μια ξεχαρβαλωμένη πανοπλία και συνοδευόμενος από τον απλοϊκό χωρικό Σάντσο Πάντσα και το γαϊδουράκι του, και μπλέκει συχνά σε κωμικοτραγικές περιπέτειες. Εκείνος, ψηλός και λιπόσαρκος, ο άλλος, κοντός και χοντρούλης, κωμική φιγούρα με λαϊκή σοφία επιβίωσης, γίνεται προστάτης άγγελός του, πιστός συνοδοιπόρος και ανιδιοτελής φίλος, που τον σώζει από κακοτοπιές και ατυχίες, στέκοντας γενναία στο ύψος των περιστάσεων όταν τον χλευάζουν και τον εξαπατούν. Γίνεται το συμπλήρωμά του, το αντίθετό του, αυτό που ήταν ο Σγαναρέλος για τον Δον Ζουάν, η ρεαλιστική εκδοχή του ποιητικού μεγαλείου του ιππότη που μάχεται και υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά και ηθικές αξίες αλλοτινών καιρών. Έτσι, ο μεν παρωδεί τους στοχασμούς του δε, μπλέκοντας αριστοτεχνικά το ποταπό με το ιδεώδες.
Χρήστος Παρίδης
Λέσχη Ανάγνωσης
Πάτι Σμιθ
Μπορείς να ερωτευτείς τους φίλους σου; Σίγουρα μπορείς. Και μάλιστα ανεξάρτητα από το τι τους αρέσει να ερωτεύονται αυτοί, αγόρια ή κορίτσια ή οτιδήποτε. Και υπάρχει ο αρχετυπικός έρωτας γι’ αυτό: της Πάτι Σμιθ, ποιήτριας, και του Ρόμπερτ Μέιπλθορπ, φωτογράφου. Γνωρίζονται στα είκοσι κάτι τους στη Νέα Υόρκη. Δεν έχουν να φάνε. Δεν έχουν σταθερές δουλειές και ούτε σκοπεύουν να πιάσουν. Είναι αποφασισμένοι να τα καταφέρουν: θα κάνουν τέχνη. Ζωγραφίζουν και φτιάχνουν κοσμήματα. Μοιράζονται στη μέση ελάχιστο φαγητό. Έχουν στυλ, απόψεις, και ένα δωματιάκι στο Chelsea Hotel, όπου η δημιουργική ατμόσφαιρα μεταξύ φτώχειας, ταλέντου και ναρκωτικών είναι εκρηκτική.
Η Πάτι και ο Ρόμπερτ χτίζουν μεθοδικά τη φιλία τους. Η αφήγηση ξεκινά από τις σκληρές δουλειές του ποδαριού που κάνουν – τα μαρτύρια των εργατών θα απασχολούν δημιουργικά τη Σμιθ για όλη της τη ζωή. Η Σμιθ θέλει να κάνει τέχνη που θα αλλάξει τον κόσμο. Ζωγραφίζει, μελετά, γράφει ποιήματα. Ανάμεσα σε χαοτικά ξενοδοχεία με ενέσεις και σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, στους παγωμένους δρόμους της Νέας Υόρκης και στη στέρηση του φαγητού, περιτριγυρισμένα από ποιητές, συγγραφείς και μουσικούς, τα δυο παιδάκια, η Πάτι και ο Ρόμπερτ, γίνονται η Πάτι Σμιθ και ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ. Ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ γίνεται ένας αναγνωρισμένος φωτογράφος που φωτογραφίζει με ερωτικό τρόπο λουλούδια και χέρια και δερμάτινα και σαδομαζοχιστικά τελετουργικά μεταξύ ανδρών. Η Πάτι Σμιθ γίνεται ένα alien αδιάφορο για τη γνώμη των άλλων, ένα φυτό που μελετά γαλλική ποίηση και πάει χωρίς λεφτά στο Παρίσι για να προσκυνήσει τάφους. Κάνει performance. Πολλοί την περνούν για γκέι γυναίκα τζάνκι, ενώ η ίδια ξοδεύει τις νύχτες της χορεύοντας νηστική και μαστουρωμένη σε στενά δωμάτια, όπου κρατάει απρόσεχτα φυλαγμένα τα ποιήματα και τις ζωγραφιές της. Βάζει την ποίησή της σε τραγούδια και γίνεται διάσημη. Μαθαίνει λίγο κιθάρα. Πλέκει μουσικές και λέξεις. Αναγνωρίζεται διεθνώς. Η Σμιθ γράφει ότι δεν θα τα κατάφερνε χωρίς τον Μέιπλθορπ, ότι της έσωσε τη ζωή –προφανώς είναι ακόμα ερωτευμένη με τον Ρόμπερτ της.
Πεθαίνοντας νέος ο Μέιπλθορπ, αναγνωρισμένος και περιτριγυρισμένος από τις υλικές απολαύσεις που τόσο αναζήτησε, λέει στην Πάτι να γράψει την ιστορία τους. Κι αυτή το κάνει. Ζωή όπου τέχνη και καθημερινότητα μπερδεύονται αξεδιάλυτα, η ζωή του Ρόμπερτ και της Πάτι, μεταξύ ξενοδοχείων, γκαλερί, φθηνών βιβλιοπωλείων, τρένων, μουσικών σκηνών, πάρτι, μπαρ και μουσείων, διαβάζεται ως ειλικρινής ύμνος στη νεότητα, στα ρευστά όρια φιλίας και έρωτα, στην καλλιτεχνική δημιουργία, στη Νέα Υόρκη που δεν υπάρχει πια και στις αλάνθαστα θεραπευτικές ιδιότητες της ποίησης.
Βίβιαν Στεργίου
Ξένη λογοτεχνία
Ντόνα Ταρτ
Οι αμφίρροπες δυνάμεις της οικογένειας και του κοινωνικού περιβάλλοντος, ο θρήνος της απώλειας, οι θεραπευτικές ιδιότητες της τέχνης, ο εθισμός, η καθοριστική δύναμη της στιγμής, η παρακμή του αμερικανικού ονείρου τη μετά την 9/11 εποχή: είναι πολλά τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται η Ντόνα Ταρτ στο μνημειώδες, βραβευμένο με Πούλιτζερ το 2014, τρίτο μυθιστόρημά της. Μέσα στις σχεδόν 1.000 σελίδες του, όμως, είναι η έννοια της φιλίας και οι διαφορετικές της εκφάνσεις που διαπερνούν τη ραχοκοκαλιά του. Ο κεντρικός χαρακτήρας του, Θίο Ντέκερ, αναπτύσσει, όπως όλοι μας, φιλίες διαφορετικού ειδικού βάρους κατά τη διάρκεια της εφηβείας και της νεότητάς του. Όλες αυτές οι όψεις της φιλίας παρουσιάζονται εντελώς αρχετυπικά από την Ταρτ, και μάλιστα όχι σαν απλά υποκατάστατα του οικογενειακού ελλείμματος, αλλά ως αυθύπαρκτες σχέσεις που συνδέουν ετερόκλητους ανθρώπους. Η αγνή, σχολική φιλία του με τον Άντι Μπάρμπουρ είναι αυτή που θα του δώσει την πρώτη του κοινωνική ώθηση, μετά τον αιφνίδιο θάνατο της μητέρας του. Το βραχύβιο μητρικό υποκατάστατο της αγέρωχης κυρίας Μπάρμπουρ σχεδόν θα αντιστραφεί στη συνέχεια, μετά τον θάνατο του Άντι, που θα φέρει στην επιφάνεια την ευάλωτη πλευρά της. Η γνωριμία του με τον Χόμπι θα τον εμπνεύσει επαγγελματικά, καθώς ο αντικέρ θα λειτουργήσει ως μέντορας για το μέλλον του. Τα συναισθήματά του για την Πίπα, που τον στοιχειώνουν επί σειρά ετών, δεν θα μπορέσουν τελικά, λόγω του κοινού τραυματικού βιώματος, να εξελιχθούν σε ερωτική σχέση.
Είναι όμως η αδελφική, περίπλοκη, βαθιά φιλία του Θίο με τον Μπόρις που μας έρχεται πρώτη στο μυαλό όταν ανατρέχουμε ξανά στην Καρδερίνα. Όπως είχε γράψει και η κορυφαία κριτικός των «New York Times», Μιτσίκο Κακουτάνι, χαρακτηρίζοντάς την «ντικενσιανό μυθιστόρημα», «ο Μπόρις είναι ο Artful Dodger στον Όλιβερ Τουίστ του Θίο […], [δύο χαρακτήρες που] θα λάβουν τη θέση τους στο πάνθεον των κλασικών σχέσεων φιλίας, δίπλα στον Λόρελ και τον Χάρντι, τον Βλαντιμίρ και τον Εστραγκόν (σ.σ. από το Περιμένοντας τον Γκοντό του Μπέκετ), τον Μέισον και τον Ντίξον του Πίντσον». Κι αν ο Μπόρις μπορεί σε μια πρώτη, εύκολη ανάγνωση να φαντάζει ως η «κακή επιρροή» που οδηγεί τον Θίο σταδιακά στον εθισμό και στο έγκλημα, το κλασικό αντίβαρο, δηλαδή, στην έλλειψη οικογενειακής προσοχής και στο τραύμα, η αλήθεια είναι ότι μάλλον τον βοηθά να επιβιώσει και λειτουργεί ως το έναυσμα για απελευθέρωση, καθώς η σχέση τους θεμελιώνεται σταδιακά από βαθιά αγάπη και ανάγκη για επαφή. Ακόμα και όταν προκύπτει η προδοσία του Μπόρις, είναι τόσο ισχυρά θεμελιωμένο αυτό που έχουν, τόσο άνευ όρων η αγάπη που τους συνδέει, που δεν θα μπορούσε παρά να ακολουθήσει μια ιδιότυπη, επεισοδιακή κάθαρση, παρά το στερεότυπο που θέλει τις φιλίες να διαλύονται πιο εύκολα από τις οικογενειακές σχέσεις.
Αλέξανδρος Διακοσάββας
Λέσχη Ανάγνωσης
Ντάνιελ Μέντελσον
Με αφορμή ένα σεμινάριο με θέμα την Οδύσσεια, ο Ντάνιελ Μέντελσον παρασύρει τον 81χρονο πατέρα του Τζέι σε μια κρουαζιέρα στη Μεσόγειο, στα ίχνη των θρυλικών ταξιδιών του Οδυσσέα. Αποδεικνύεται μια περιπέτεια βαθιά συναισθηματική όσο και πνευματική, που του δίνει την «τελευταία ευκαιρία» να γνωρίσει τη μεγάλη λογοτεχνία που παραμέλησε στα νιάτα του – αλλά, πάνω απ’ όλα, να καταλάβει καλύτερα τον γιο του. Το διπλό αυτό ταξίδι επιτρέπει και στον Ντάνιελ να έρθει πιο κοντά στην αλήθεια του εαυτού του και να κατανοήσει, επιτέλους, τον τόσο δύσκολο πατέρα του. Καθώς ο Μέντελσον οδηγεί το χρονικό του προς τη σπαρακτική του κορύφωση, διαχρονικά θέματα, όπως η εξαπάτηση και η αναγνώριση, ο γάμος και τα παιδιά, οι χαρές του ταξιδιού και το νόημα της πατρίδας μπλέκονται στην αφήγηση με τα γεγονότα και τις αξίες της ίδιας της Οδύσσειας.
Διαβάστε ακόμη:
Η «Οδύσσεια» του Μέντελσον: Ένα μεγάλο μάθημα αυτογνωσίας
Λέσχη Ανάγνωσης
Τόμας Μαν
Ο πενηντάχρονος Γκούσταφ Άσενμπαχ, επιτυχημένος συγγραφέας, ταξιδεύει στη Βενετία για παραθερισμό. Στη διάρκεια ενός γεύματος στο ξενοδοχείο την προσοχή του τραβάει ένα εξαιρετικά όμορφο αγόρι. Σύντομα οι μέρες του αρχίζουν να περιστρέφονται γύρω από το πότε θα το ξαναδεί και αγνοεί τις δυσοίωνες φήμες που κυκλοφορούν ότι ένας λοιμός εξαπλώνεται στην πόλη. Ο Θάνατος στη Βενετία είναι μια αριστουργηματική ιστορία του 1912 για την εμμονή, την αγωνία του δημιουργού και την άβυσσο του τέλους. Κυρίως, είναι ένα εκπληκτικής δεξιοτεχνίας χρονικό της παρακμής, κάθε είδους. Ο Τόμας Μαν αναλύει και καταγράφει με ακρίβεια τις τάσεις της εποχής του, τις αγωνίες της ωριμότητας, την άβυσσο του θανάτου, που περισσότερο από καθένα βιώνει και αισθάνεται ο καλλιτέχνης, ο δημιουργός.
«ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ» ΤΟΥ ΤΟΜΑΣ ΜΑΝ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΘΟ ΓΙΑ ΜΙΑ ΟΠΤΑΣΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΙΣ ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΕΣ ΦΡΑΟΥΛΕΣ
Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης αναλύει το βιβλίο. Διαβάστε το εδω!
Λέσχη Ανάγνωσης
Φίλιπ Ροθ
Η Αμερική στον πυρετό της κοσμογονικής δεκαετίας του ’60 μέσα από τη σύγκρουση του επιτυχημένου, καθώς πρέπει Αμερικανοεβραίου μεσοαστού Σίμουρ Λιβόβ, «ζωντανής διαφήμισης» του μεταπολεμικού αμερικανικού ονείρου με την επαναστατημένη έφηβη κόρη του που θέλει τον κόσμο και τον θέλει τώρα, ακόμα κι αν χρειαστεί να πάρει τα όπλα για να το καταφέρει. Βραβευμένο με Πούλιτζερ το 1998, το καθηλωτικό «Αμερικανικό Ειδύλλιο» θεωρείται από τα κορυφαία μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ στις ΗΠΑ και μαζί με τα «Παντρεύτηκα έναν Κομμουνιστή» και «Το Ανθρώπινο Στίγμα» που ακολούθησαν χρονικά αποτελούν τη λεγόμενη «αμερικανική τριλογία» του πρόσφατα χαμένου συγγραφέα.
Λέσχη Ανάγνωσης
Ονορέ ντε Μπαλζάκ
Ο Εξάδελφος Πονς περιγράφει τη σχέση ανάμεσα σε δύο ηλικιωμένους μουσικούς, τον Συλβαίν Πονς και τον Γερμανό Βίλχελμ Σμούκε, που ζουν μαζί σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Παρίσι. Ο Πονς έχει στην κατοχή του μια πολύτιμη συλλογή έργων τέχνης, τα οποία έχει συλλέξει χάρη στο καλό του γούστο και τα οποία εποφθαλμιούν οι συγγενείς και ο κοινωνικός του περίγυρος. Η ιδιότυπη σχέση ανάμεσα στους δύο φίλους με τους αντίθετους χαρακτήρες (ο Πονς αντιλαμβάνεται το κακό γύρω του, σε αντίθεση με τον αγγελικό Σμούκε, που είναι απόλυτα αφιερωμένος στην τέχνη και στη φιλία του), ο τρόπος με τον οποίο ο Μπαλζάκ περιγράφει τη φιλία ως καρδιά ενός άκαρδου κόσμου και ως τρυφερή πνευματική συμμαχία απέναντι στο κακό της αστικής κοινωνίας, αλλά και η μελοδραματική τροπή του έργου, το καθιστούν ένα από τα σπάνια λογοτεχνικά τεκμήρια για την αντρική φιλία.
Κώστας Σπαθαράκης
Λέσχη Ανάγνωσης
Μιγκέλ Ντε Θερβάντες
Ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα, έχοντας περάσει μια ακραία περιπετειώδη ζωή με αδιανόητες ταπεινώσεις και εξευτελισμούς, έμελλε, στην ώριμη ηλικία των 58, να εκδώσει το κορυφαίο του συγγραφικό επίτευγμα, τον Δον Κιχώτη, το βιβλίο που σηματοδοτεί ουσιαστικά τη γέννηση του σύγχρονου μυθιστορήματος. Γεννημένος το 1547, από αριστοκρατική γενιά, χωρίς σημαντικούς οικονομικούς πόρους όμως, ως παιδί αγαπούσε την ποίηση, ενώ είχε την τύχη να μαθητεύσει δίπλα στον λόγιο ουμανιστή κληρικό Χουάν Λόπεθ ντε Όγιος.
Μεγαλώνοντας, η καλοσύνη του και οι ευγενικοί του τρόποι κέρδιζαν τον σεβασμό όλων. Το 1570 κατατάχθηκε στον ισπανικό στρατό της Ιταλίας, γεγονός που οδήγησε στη συμμετοχή του στο «πιο δοξασμένο γεγονός που είδανε ποτέ ή θα δούνε οι αιώνες», όπως έλεγε, την καθοριστικής σημασίας για τις χριστιανικές δυνάμεις νίκη επί του τουρκικού στόλου, τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Σε αυτήν λαβώθηκε άσχημα και κατέληξε με αχρηστευμένο το αριστερό του χέρι. Κατά την επιστροφή του στην Ισπανία πέντε χρόνια αργότερα, πιάστηκε όμηρος από κουρσάρους και κατέληξε σκλάβος στην κόλαση του Αλγερίου. Αποπειράθηκε να αποδράσει πέντε φορές και μόνο το 1580 επέστρεψε στην πατρίδα του χάρη σε καταβολή λύτρων.
Το 1585 έγραψε το ποιμενικό μυθιστόρημα Γαλάτεια και ακολούθησαν τριάντα θεατρικά έργα, χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία, μέχρι που το 1605 η έκδοση του πρώτου μέρους του δίτομου Η ζωή και το έργο του μεγαλόπνευστου ιδαλγού Δον Κιχώτη από τη Μάντσα απέσπασε ενθουσιώδη υποδοχή. Ως πιστός καθολικός ήθελε να σατιρίσει τα ιπποτικά βιβλία, μια μάστιγα της εποχής του που οι εκκλησιαστικοί κύκλοι προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν. Αυτό όντως επετεύχθη χάρη στο Δον Κιχώτη. Ακολούθησαν άλλες πέντε εκδόσεις και το 1615 εξέδωσε το δεύτερο μέρος, επισφραγίζοντας τον θρίαμβο ενός βιβλίου που σήμερα θεωρείται από τα σημαντικότερα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ισάξιο εκείνων του Δάντη, του Γκαίτε και του Σαίξπηρ.
Πρόκειται για την ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη με ευγενική ψυχή, ο οποίος, έχοντας χάσει το μυαλό του από την παθιασμένη ανάγνωση ιπποτικών βιβλίων, πιστεύει ότι είναι ένας ιππότης, ο Δον Κιχώτης. Ξεκινάει ένα ταξίδι με το ψωραλέο του άλογο, τον Ροσινάντε, φορώντας μια ξεχαρβαλωμένη πανοπλία και συνοδευόμενος από τον απλοϊκό χωρικό Σάντσο Πάντσα και το γαϊδουράκι του, και μπλέκει συχνά σε κωμικοτραγικές περιπέτειες. Εκείνος, ψηλός και λιπόσαρκος, ο άλλος, κοντός και χοντρούλης, κωμική φιγούρα με λαϊκή σοφία επιβίωσης, γίνεται προστάτης άγγελός του, πιστός συνοδοιπόρος και ανιδιοτελής φίλος, που τον σώζει από κακοτοπιές και ατυχίες, στέκοντας γενναία στο ύψος των περιστάσεων όταν τον χλευάζουν και τον εξαπατούν. Γίνεται το συμπλήρωμά του, το αντίθετό του, αυτό που ήταν ο Σγαναρέλος για τον Δον Ζουάν, η ρεαλιστική εκδοχή του ποιητικού μεγαλείου του ιππότη που μάχεται και υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά και ηθικές αξίες αλλοτινών καιρών. Έτσι, ο μεν παρωδεί τους στοχασμούς του δε, μπλέκοντας αριστοτεχνικά το ποταπό με το ιδεώδες.
Χρήστος Παρίδης
Ξένη λογοτεχνία
Μαρκ Τουέιν
Ο σκανταλιάρης Τομ Σόγιερ διαθέτει όλα τα ζηλευτά χαρακτηριστικά ενός νεαρού αγοριού: είναι πολύ έξυπνος αν και καθόλου σπασίκλας, έχει λάβει την ανατροφή πολιτισμένου παιδιού αλλά ενδόμυχα θέλει να περνά τις μέρες του χωρίς δεσμεύσεις και περιορισμούς, θυσιάζεται για τα μάτια της αγαπημένης του Μπέκι και αφήνει τον μισητό του δάσκαλο να τον σαπίσει στις ξυλιές, είναι σκράπας στα θρησκευτικά και κάτι παραπάνω από αδιάφορος στο κατηχητικό (απηχώντας τον αθεϊσμό του Μαρκ Τουέιν), διέπεται από μια χαριτωμένη ηθική ανομία που οδηγεί το βλέμμα του προς τον ανοιχτό ορίζοντα, ζώντας σε ένα αιώνιο καλοκαίρι, σε ένα χωριό του Μισισιπή. Μαζί με τον κολλητό του, τον Χάκλμπερι Φιν, βρίσκει το ατρόμητο στοιχείο που του λείπει για να ξεχυθεί στις περιπέτειές του. Στο πρόσωπο του αλητάκου γιου του μπεκρή, του απροσάρμοστου και πιο μπρούτου της παρέας, που τα υπόλοιπα παιδιά θαυμάζουν και φοβούνται, κατά κάποιον τρόπο προπάτορα του Χόλντεν Κόλφιλντ του Σάλιντζερ, ανακαλύπτει την απόδραση που ο συγγραφέας ονόμαζε την ευκαιρία που αν δεν αδράξεις θα μετανιώνεις για το υπόλοιπο της ζωής σου. Αν ο Τουέιν δεν συνέχιζε με το σίκουελ Οι περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν, ο ξυπόλυτος συνοδοιπόρος του ήρωα θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο φανταστικός του φίλος, ένα επινοημένο alter ego που διαμορφώνει τον χαρακτήρα του, ενισχύει το αγωνιστικό του πνεύμα, εξάπτει την ήδη ζωηρή περιέργειά του για το τι άλλο υπάρχει εκεί έξω και καταρρίπτει τη δειλία του. Οι αποκοτιές τους στα στοιχειωμένα σπίτια και στις σπηλιές παραμένουν θρυλικές, ένα χάρμα ανάγνωσης, γραμμένες σε ντοπιολαλιά, απλά και σταράτα, σαν να έχουν βγει από την καρδιά ενός 13χρονου που επιτέλους ξυπνάει, γιατί θέλει να τρομάξει, να ερωτευτεί, να μάθει – χωρίς η αφήγηση να βαραίνει από τον καταναγκασμό της ιστορίας ενηλικίωσης, καθώς ο Σόγιερ μαρκάρει την ηλικία του, σαν να προτιμά να την κρατήσει για πάντα. Η αβίαστη συνεννόηση των δύο αγοριών, όποτε τα βρίσκουν σκούρα αλλά και όταν απλώς χαζεύουν αποχαυνωμένα, τόσο χαρούμενα που δεν έχουν τίποτε ιδιαίτερο να κάνουν, συνιστά την ουτοπία της εφηβικής φιλίας, εκεί όπου ο αλλεργικός στις ευθύνες Χακ τραβάει από το χέρι τον εχέφρονα Τομ. Τους Αμερικανούς λογοτεχνικούς αναλυτές ακόμη απασχολούν τα ρατσιστικά θέματα που διατρέχουν το βιβλίο, αλλά ο υπόλοιπος κόσμος κρατά το ατόφιο πνεύμα της συνενοχής.
Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος
Λέσχη Ανάγνωσης
Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα, Έδγαρ Άλλαν Πόου
Ο Τομάζι ντι Λαμπεντούζα διηγείται τη θαμβωτική ιστορία ενός αυστηρού ελληνιστή καθηγητή, ο οποίος, απομονωμένος το καλοκαίρι της πρώτης του νεότητας σε ένα έρημο ακρογιάλι της Σικελίας, γνωρίζει τον θεϊκό έρωτα της σειρήνας Λίγειας και την «κτηνώδη χαρά της ύπαρξης», σμίγοντας μαζί της μέσα στα νερά. Η «αιώνια Σικελία» και το φυσικό μεγαλείο της είναι το σκηνικό της αλλόκοσμης αυτής ερωτικής ιστορίας όπου η μαγεία έχει κάτι χειροπιαστό και το αρχέγονο ζωώδες ένστικτο κυριαρχεί: κυριευμένος από πνευματική και σωματική ηδονή, ο καθηγητής Λα Τσιούρα παραδίνεται ολοκληρωτικά και για πάντα στο θείο πλάσμα ‒ και ο Λαμπεντούζα ανακαλεί την ιδανική χώρα της αρχαίας ελληνικής παράδοσης.
Λέσχη Ανάγνωσης
Τάρα Γουέστοβερ
Η Τάρα, κόρη ενός φονταμενταλιστή Μορμόνου στα βουνά του Αϊντάχο που πιστεύει ότι έρχεται το τέλος του κόσμου, μπαίνει για πρώτη φορά σε τάξη σχολείου στα 17, αγνοώντας ότι έχουν γίνει δύο παγκόσμιοι πόλεμοι. Σύντομα ανακαλύπτει πως η μόρφωση είναι ο μόνος τρόπος για να ξεφύγει από το σπίτι της και ξεκινάει από το μηδέν, προετοιμάζεται για τις εισαγωγικές εξετάσεις στο πανεπιστήμιο, διασχίζει ωκεανούς και ηπείρους και αποφοιτά από το Καίμπριτζ. Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν είκοσι χρόνια για συνειδητοποιήσει ότι το παρελθόν είναι «ένα φάντασμα», να αφήσει πίσω της τους γονείς της και να διεκδικήσει, μεταμορφωμένη, την ατομικότητά της.
LiFO Βιβλία
Άντι Γουόρχολ
Ο Άντυ Γουόρχολ μιλάει ιδιωτικά, στο τηλέφωνο ή στο μαγνητοφωνάκι του, για τον έρωτα, το σεξ, το φαγητό, την ομορφιά, τη φήμη, τη δουλειά, το χρήμα, την επιτυχία. Μιλά επιγραμματικά για τη Νέα Υόρκη και την Αμερική, περιγράφει την παιδική του ηλικία σε μια κωμόπολη της Πενσυλβάνια, τα σκαμπανεβάσματα της ζωής, στο μεγάλο μήλο. Την απογείωση της καριέρας του στη δεκαετία του ’60 και το πικρό γκλάμουρ της σύμφυρσης ανάμεσα στις διασημότητες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
Η καλύτερη ερωτική επαφή είναι εκείνη που όσο διαρκεί δε σκέφτεσαι τίποτα. Μερικοί μπορούν να κάνουν σεξ και ν’ αφήνουν πραγματικά το μυαλό τους ν’ αδειάζει και να γεμίζει με σεξ. Άλλοι πάλι δεν μπορούν ποτέ ν’ αφήσουν το μυαλό τους ν’ αδειάσει και να γεμίσει από την ερωτική πράξη, κι έτσι, όσο διαρκεί, σκέφτονται: «Είμαι στ’ αλήθεια εγώ; Στ’ αλήθεια εγώ το κάνω αυτό; Είναι πολύ παράξενο. Πριν από πέντε λεπτά δεν το έκανα. Σε λίγο πάλι δε θα το κάνω. Τι θα έλεγε η μαμά; Πώς πρωτοσκέφτηκαν οι άνθρωποι να το κάνουν;» Λοιπόν, ο πρώτος τύπος ανθρώπου – ο τύπος που μπορεί ν’ αφήσει το μυαλό του ν’ αδειάσει και να το γεμίσει με σεξ χωρίς να σκέφτεται – βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση.
Ο δεύτερος τύπος πρέπει να βρει κάτι άλλο για να χαλαρώσει και να χαθεί μέσα σ’ αυτό. Για μένα, αυτό το κάτι άλλο είναι το χιούμορ.
Οι άνθρωποι με χιούμορ είναι οι μόνοι που πάντα με ενδιέφεραν πραγματικά, γιατί, μόλις κάποιος χάσει το χιούμορ του, με κάνει και τον βαριέμαι. Αν όμως η μεγάλη έλξη για σένα είναι το χιούμορ, αμέσως αντιμετωπίζεις πρόβλημα, γιατί αν ο άλλος είναι αστείος δεν είναι σέξυ. Έτσι, στο τέλος, όταν πλησιάζει η στιγμή της αλήθειας δε νιώθεις πραγματική έλξη, δεν μπορείς να «το κάνεις».
Στο κρεβάτι όμως προτιμώ να γελάω παρά να το κάνω. Το καλύτερο είναι να χώνομαι κάτω απ’ τα σκεπάσματα και να το ρίχνω στα ανέκδοτα. «Πώς τα πάω;» «Ωραία, αυτό ήταν πραγματικά αστείο». «Πω πω, έκανες ωραία αστεία απόψε».
Αν πήγαινα με κάποιο κορίτσι της νύχτας, το πιο πιθανό είναι ότι θα την πλήρωνα για να μου λέει ανέκδοτα.
Μερικές φορές, το σεξ δεν ξεφτίζει. Έχω δει ζευγάρια για τα οποία το σεξ δεν ξέφτισε με τα χρόνια.