Ο δικός μου κόσμος δεν είναι ο κόσμος των θεωριών. Οι σκέψεις αυτές είναι σκέψεις ενός πρακτικού. Το έργο κάθε μυθιστοριογράφου περιλαμβάνει μια εγγενή αντίληψη της ιστορίας του μυθιστορήματος, μια ιδέα για το τι εστί μυθιστόρημα. Σ’ αυτήν ακριβώς την ιδέα περί μυθιστορήματος που εμπεριέχεται στα μυθιστορήματα μου έδωσα τον λόγο.»
Η τέχνη του μυθιστορήματος
€16.00
Μετάφραση: Γιάννης Η. Χάρης
Σελίδες: 192
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Ξένη λογοτεχνία
Έντγκαρ Άλαν Πόε
Δύο γυναίκες, μητέρα και κόρη, βρίσκονται φριχτά δολοφονημένες σε ένα κτίριο της οδού Μοργκ στο Παρίσι. Το δωμάτιό τους, στον τέταρτο όροφο, ήταν κλειδωμένο. Πώς μπόρεσε ο δολοφόνος να τις προσεγγίσει; Και γιατί τους επιτέθηκε με τόσο άγριο τρόπο;
Η υπόθεση κινεί το ενδιαφέρον ενός ερασιτέχνη ντετέκτιβ, του Ογκίστ Ντιπέν, που θα προσπαθήσει να λύσει το αίνιγμα με τη λογική…
Οι φόνοι της οδού Μοργκ είναι μια αριστουργηματική ιστορία μυστηρίου, που θεωρείται από πολλούς το αρχέτυπο του σύγχρονου αστυνομικού μυθιστορήματος. Στον τόμο αυτό παρουσιάζεται μαζί με δύο ακόμα ιστορίες στις οποίες πρωταγωνιστεί ο Ογκίστ Ντιπέν, “Το μυστήριο της Μαρί Ροζέ” και “Το κλεμμένο γράμμα”.
Μια τριλογία που γέννησε αμέτρητα έργα και λογοτεχνικούς ήρωες, μεταξύ των οποίων τον Σέρλοκ Χολμς, και, όπως έχει επισημάνει η Dorothy L. Sayers, «είναι σχεδόν ένα πλήρες εγχειρίδιο της θεωρίας και πράξης του αστυνομικού μυθιστορήματος»
Ποίηση
Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος
«Το αρχαίο δραματικό ποίημα του μύθου της προμήθειας της φωτιάς από τον Προμηθέα ξεκίνησα να το μεταφράζω τον Σεπτέμβριο του 2014 (τώρα που σημειώνω, σε μια γωνιά του μυαλού μου αναδύεται η σεφερική λέξη μεταγραφή για τις ενδογλωσσικές μεταφράσεις) και πρέπει να σταμάτησα να εργάζομαι σ’ αυτό στα τέλη της άνοιξης του 2018», αναφέρει ο μεταφραστής. «Η εργασία έγινε τμηματικά, αποσπασματικά και λόγω πενθών σπασμωδικά, κάποιες φορές με ασυνήθιστη ταχύτητα καθώς γύρευα να προλάβω το θάνατο επιστήθιου φίλου, με παύσεις πολλές και επανεκκινήσεις. Υπάρχει ένα είδος γιάτρισσας συγκέντρωσης που ανθίζει στις απώλειες και στις καταστροφές. Τότε υπήρχε για μένα γιάτρισσα. Έπειτα η μετάφραση διάβηκε από ανεκπλήρωτες θεατρικές διαδρομές πριν φτάσει σε αυτή την παράσταση.»
Η μετάφραση του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου έγινε ο καμβάς, ίσως και η αφορμή, για την θεατρική και μουσική σύνθεση του Δημήτρη Καμαρωτού, σε μια παραγωγή του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), σε συνεργασία με την Εθνική Βιβλιοθήκη. Οι δύο φορείς συνέπραξαν, προκειμένου για την παρουσίασή του στο Αναγνωστήριο της ιστορικής έδρας της ΕΒΕ, το Βαλλιάνειο Μέγαρο στην οδό Πανεπιστημίου. Συμμετείχαν οι ηθοποιοί Αμαλία Μουτούση και Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, η μεσόφωνος ʼννα Παγκάλου και οι μουσικοί Κατερίνα Κωνσταντούρου και Χρήστος Λιάτσος.
Χρήστος Λάσκος
Γιατί οι διευθύνοντες σύµβουλοι αµείβονται 400 φορές περισσότερο από τις δασκάλες και τις νοσοκόµες; Είναι περισσότερο παραγωγικοί;
Πώς έχουµε ελεύθερη αγορά όταν 500 µόλις εταιρίες παράγουν πάνω από το µισό του παγκόσµιου προϊόντος;
Υπάρχει κέρδος χωρίς εκµετάλλευση; Μήπως το κέρδος του ενός γίνεται ευηµερία για όλους;
Είναι οι καπιταλιστές ευφυείς άνθρωποι; Είναι η «καινοτοµία» υπέρ των εργαζοµένων; Η ιδιοτέλεια ευνοεί την «ανάπτυξη»; Μας λείπουν «δεξιότητες»; Ή, µήπως, «αριστερότητες»;
Προσφέρουν τα Οικονοµικά έγκυρη γνώση; Είναι τα «επιστηµονικά» τους εργαλεία επαρκή; Γιατί ο Μαρξ δεν έγραψε Πολιτική Οικονοµία, αλλά την κριτική της;
Η εκµετάλλευση αφορά µόνο την παραγωγή; Η φορολογία και ο προσανατολισµός των δηµόσιων δαπανών δεν συνιστούν δευτερογενή εκµετάλλευση;
Πώς µοιράζεται το προϊόν στον κόσµο και την Ελλάδα; Γιατί µεγάλοι και «µεσαίοι» κατέχουν το 95% των περιουσιών και µένει µόνο το 5% για τους πολλούς «µικρούς»;
Είναι ο πληθωρισµός όσος λέγεται; Υπάρχει ένας ή πολλοί πληθωρισµοί; Αφού όλα δείχνουν πως ο πληθωρισµός οφείλεται κυρίως στα κέρδη, γιατί µας λένε: «Προς Θεού, όχι αυξήσεις στους µισθούς»;
Ρυπαίνουµε όλοι το ίδιο; Πώς οι «οικολογικές» πρακτικές των πλουσίων δολοφονούν τον πλανήτη; Ποια είναι η αγοραία τιµή της ανθρώπινης ζωής; Γιατί είµαστε τόσο άνισοι απέναντι στη ζωή και τον θάνατο;
Ζούµε στην Ανθρωπόκαινο ή στην «Κεφαλαιόκαινο»; Θα µας σώσει η αγορά από την κλιµατική κατάρρευση; Γίνεται χωρίς εκτεταµένο σχεδιασµό;
Μπορούµε να τα βάλουµε µε τον ταξικό ολοκληρωτισµό; Υπάρχει εργατική τάξη;
Είναι ο σοσιαλισµός ανέφικτος; Ή αποτελεί το µόνο που µας µένει;
Το βιβλίο πραγµατεύεται τα επίκαιρα αυτά ζητήµατα µε τη µορφή «47 απλοϊκών µαθηµάτων Πολιτικής Οικονοµίας».
Ξένη λογοτεχνία
Ζωρζ Σιμενόν
Το 1950 ο Σιμενόν βρίσκεται στην Αμερική. Είναι γεμάτος σχέδια και δουλεύει πυρετωδώς. Πιστεύει πιο πολύ παρά ποτέ ότι το επόμενο βιβλίο του είναι το καλύτερό του. Πρόκειται ακριβώς για τα “Πράσινα παντζούρια”, «το βιβλίο που οι κριτικοί περιμένουν από καιρό και ήλπιζα πάντα να γράψω μια μέρα». Μια στενή του φίλη σχολίασε ότι για καιρό ένιωθε τρομαγμένη από τη δύναμή του. Ο Σιμενόν το θεωρεί «κεντρικό έργο» στη μεγάλη παραγωγή του. Ο Γκαλλιμάρ το θαυμάζει απεριόριστα. Θέμα του: Το πορτραίτο ενός μεγάλου ηθοποιοί, του Εμίλ Μωζέν, ιερού τέρατος της θεατρικής σκηνής και του κινηματογράφου προς το τέλος της ζωής του, που την έζησε ακραία, όχι μόνο εργαζόμενος σκληρά αλλά και πίνοντας και έχοντας αναρίθμητες ερωμένες. Είναι κυνικός και φαίνεται απόμακρος. Μετά από μια απειλητική διάγνωση από τον καρδιολόγο του, ξανακοιτάζει όλη του τη ζωή και νιώθει ένα τεράστιο αίσθημα ένοχης που δεν μπορεί να το διαχειριστεί. Συνεχίζει να ζει ακραία, θέτοντας όμως θέματα στον εαυτό του και αναρωτώμενος πότε θα έρθει το τέλος.
Είναι ένα ιδιότυπο και δυναμικό μυθιστόρημα, με πολλές ενδοσκοπήσεις στους τρόπους με τους οποίους οι ηθοποιοί δημιουργούν χαρακτήρες. Υπάρχουν όμως πολλοί παραλληλισμοί και με την ψυχολογία ενός συγγραφέα, καθώς και ένα διακριτό καφκικό στοιχείο στις φανταστικές σκηνές «δίκης» και ειδικά κατά τα τελικά στάδια της ζωής του ηθοποιού.
Ο μεγάλος φόβος του Σιμενόν ήταν ότι το βιβλίο θα μπορούσε να θεωρηθεί πως αναφέρεται σε υπαρκτούς σπουδαίους ηθοποιούς της εποχής του, όπως ο Raimu, ο Michel Simon, ο W.C. Fields ή ο Charlie Chaplin. Σχολίασε σχετικά: «Είναι αδύνατον να δημιουργήσεις ένα πρόσωπο του χώρου τους, με το δικό τους βεληνεκές, και να μη δανειστείς ορισμένα χαρακτηριστικά, κάποια τικ, από τον έναν ή τον άλλον. Όλα τα υπόλοιπα είναι καθαρή μυθοπλασία». Ένας προσεκτικός όμως αναγνώστης από τη Βολιβία, που αλληλογραφούσε με τον Σιμενόν, παρατήρησε ότι ο Μωζέν ήταν μάλλον ο ίδιος ο συγγραφέας, αναγνωρίζοντας πολλά, περισσότερο ή λιγότερο κρυμμένα χαρακτηριστικά του.
Δοκίμιο
Τ. Σ. Έλιοτ
Στο “Για την ποίηση” ανθολογούνται επτά σηµαντικά δοκίµια του Τ. Σ. Έλιοτ, σε µετάφραση και σχόλια του Στέφανου Μπεκατώρου, που φανερώνουν καίριες πτυχές της γόνιµης πορείας του στον τοµέα της λογοτεχνικής κριτικής και καλύπτουν χρονικά το διάστηµα 1919-1961.
Με αφετηρία το θεµελιακό κείµενο µε τίτλο «Η Παράδοση και το Ατοµικό Τάλαντο» και καταλήγοντας στο «Για να Κρίνουµε τον Κριτικό», την πιο γνωστή από τις τελευταίες διαλέξεις του ποιητή, παρουσιάζονται οι σηµαντικότεροι σταθµοί της εξέλιξης της κριτικής σκέψης του Έλιοτ εστιάζοντας στον τρόπο µε τον οποίο επανεξέτασε τη λειτουργία της ποίησης, επαναπροσδιόρισε την ίδια τη φύση της ποιητικής διαδικασίας και προσέφερε νέα εργαλεία και ένα φάσµα ρητορικών δυνατοτήτων στις µελλοντικές γενιές αναγνωστών και µελετητών της λογοτεχνίας.
Ο ίδιος ο Έλιοτ θεωρούσε τα δοκίµιά του αναπόσπαστο µέρος του συγγραφικού του εργαστηρίου υπογραµµίζοντας την αδιάσπαστη ενότητα της ποιητικής και δοκιµιακής του παραγωγής, κάτι άλλωστε που απηχεί την αντίληψή του ότι η λογοτεχνική κριτική εγγράφεται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό, ηθικό και πολιτιστικό πλαίσιο ακολουθώντας τις τάσεις της εκάστοτε εποχής.
Ξένη λογοτεχνία
Πωλ Όστερ
Ο Αμερικανός συγγραφέας Stephen Crane, αυτό το φλεγόμενο αγόρι, στη σύντομη μα όλο ένταση ζωή του, έγραψε ένα αριστούργημα, Το κόκκινο σήμα του θάρρους, καθώς και άλλα μυθιστορήματα, διηγήματα αλλά και ανταποκρίσεις από το μέτωπο δύο πολέμων. Πέθανε από φυματίωση σε ηλικία μόλις 28 ετών.
Ένας άλλος Αμερικανός συγγραφέας, ο Paul Auster, καταβυθίζεται στις πολλαπλές μορφές του μεγαλείου του Crane και μας αφηγείται την ταραχώδη και δραματική ζωή του. Από τη συντριπτική φτώχεια του ως νεοφερμένου στο Μανχάταν κατά τη διάρκεια της χειρότερης οικονομικής κρίσης στην ιστορία της χώρας, στη διεθνή φήμη στα είκοσι πέντε του χρόνια, που την ακολούθησε μια διαμάχη με το Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Υόρκης για την άδικη σύλληψη μιας πόρνης, ένα ναυάγιο στα ανοιχτά των ακτών της Φλόριντας που παραλίγο να τον οδηγήσει στον θάνατο, ένας γάμος με την ιδιοκτήτρια του πιο γνωστού οίκου ανοχής του Τζάκσονβιλ, μια θητεία ως ανταποκριτής κατά τη διάρκεια του Ισπανοαμερικανικού Πολέμου στην Κούβα, και η αποστολή του στην Ελλάδα για να καλύψει ως πολεμικός ανταποκριτής τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Και τέλος, τα χρόνια στην Αγγλία, όπου ο Joseph Conrad γίνεται ο πιο στενός του φίλος και ο Henry James θρηνεί για τον πρόωρο θάνατό του.
Ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της εποχής μας διερευνά τη ζωή και το έργο ενός άλλου σπουδαίου συγγραφέα. Ένα καθηλωτικό ανάγνωσμα για μια αλησμόνητη ζωή και μια σπάνια αναγνωστική εμπειρία.
Ελληνική λογοτεχνία
Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος
Ο αναγνώστης στον Οβολό συναντά την εφαρμογή της κλασικής μεθόδου του Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλου: Το παλαιικό αναπαράγεται μέσα από την προσέγγιση του παρελθόντος με κάποιου είδους νοσταλγία και μέσα από τη χρήση επιλεγμένων εκφράσεων της καθαρεύουσας. Η αυστηρότατη από την άλλη πλευρά κειμενική δομή, η διαύγεια και η σαφήνεια της έκφρασης μαζί με την απόλυτη προσοχή στην λεπτομέρεια μάς παραπέμπουν στον τόσο δημοφιλή στις μέρες μας μινιμαλισμό. Μέσα σε ένα περιβάλλον βουλιμικής πλησμονής και θορύβου όπως είναι αυτό που ζούμε, ο Παπαδημητρακόπουλος μάς προσκαλεί να συγκεντρωθούμε στο ασήμαντο και στο σεμνό. Γι’ αυτό και ένα από τα αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά του είναι ότι η πεζογραφία του μικρού, του απλού και του ευκρινούς που καλλιεργεί είναι εντελώς μοντέρνα (Ελισάβετ Κοτζιά, «Διακρίνοντας», Η Καθημερινή, 6/3/2005).
Ξένη λογοτεχνία
Έλσα Μοράντε
Ας σκεφτούμε ένα ευρύχωρο σπίτι με άπειρα μικροπράγματα αλλά χωρίς καθόλου ζωή. Αίφνης προβάλλει ένα θηλυκό πρόσωπο. Αυτή είναι η Ελίζα, μια ορφανή κοπέλα, περικυκλωμένη από επικές αφηγήσεις με ήρωες και δεσποσύνες. Αποφασισμένη να αποτυπώσει την ιστορία της οικογένειάς της, η Ελίζα ανυψώνει σε μυθικές διαστάσεις τη μητέρα της Άννα, τον πατέρα της Φραντσέσκο, τον ξάδελφο Εντοάρντο και τη Ροζάρια, μια ανοιχτόψυχη πόρνη. Αυτά τα πλάσματα, από αδιάφορα έως κακόμοιρα, μεταμορφώνονται σε αληθινούς ανθρώπινους χαρακτήρες που βιώνουν ένα σωρό αλλόκοτες περιπέτειες. Το αποτέλεσμα; Μια εν δυνάμει ηθογραφική κωμωδία μετουσιώνεται εν τέλει σε μεγαλοπρεπέστατη τραγωδία. Η Ελίζα, η γυναίκα με τις μακριές κοτσίδες και τη χλωμή όψη, η καταφρονεμένη κόρη, έχει κληρονομήσει ένα αίνιγμα από τους γονείς της.
Σε αυτό έρχονται να προστεθούν ο φόβος και η ματαίωση που κατασκευάζουν οι παθιασμένοι έρωτες, οι δυστυχισμένοι γάμοι, τα εξώγαμα παιδιά. Προκειμένου να κατανοήσει αυτή την τρέλα, η Ελίζα επιστρατεύει τη μνήμη και τη φαντασία της. Έπειτα γράφει και μας μεταφέρει σε μια πόλη του ιταλικού Νότου στις αρχές του 20ού αιώνα, σε έναν τόπο και μια εποχή όπου η ελευθερία των γυναικών ήταν στα χέρια των ανδρών, συζύγων ή εραστών. Το Ψέμα και μάγια (1948), αυτό το ανησυχαστικό μυθιστόρημα, ακολουθεί τα πρότυπα μιας λογοτεχνικής παράδοσης που από τον Σταντάλ και τον Τολστόι φτάνει μέχρι τον Προυστ, καθρεφτίζοντας την πραγματικότητα μιας ολόκληρης κοινωνίας. Η Έλσα Μοράντε χρησιμοποιεί μια ιδιαίτερη, σαγηνευτική γλώσσα, όπου η πρόφαση του υπαινιγμού και του παιχνιδιού δεν είναι παρά ένα είδος συστολής για να υπερασπιστεί τον μύχιο χαρακτήρα μιας μοναδικής, αλησμόνητης εξομολόγησης.
Ξένη λογοτεχνία
Αλαίν Νταμαζιό
Γαλλία, έτος 2040. Το κράτος έχει πτωχεύσει και προβαίνει στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, με εξαίρεση αυτές που αφορούν τη δημόσια ασφάλεια. Ακόμα και οι πόλεις περιέρχονται στην ιδιοκτησία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Οι φτωχοί θεωρούνται πολίτες δεύτερης κατηγορίας, ενώ σημαντικά προνόμια απονέμονται σε όσους έχουν την οικονομική ευχέρεια να τα αγοράσουν. Η δημοκρατία τύποις λειτουργεί, έχοντας όμως τεθεί υπό αυστηρή επιτήρηση. Ένας εκτεταμένος έλεγχος μέσω της γενικευμένης χρήσης της πιο προηγμένης ψηφιακής τεχνολογίας επιβάλλεται σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, επιτρέποντας τον εύκολο εντοπισμό των ανεπιθύμητων. Ρωγμές, ωστόσο, εμφανίζονται στο σύστημα και δυνάμεις αντίστασης ξεπροβάλλουν. Οι αποκλεισμένοι οργανώνουν την εξέγερσή τους, ενώ οι μυστηριώδεις «Αθέατοι», απροσδιόριστα πλάσματα μεταξύ ζώου και ανθρώπου, κατορθώνουν να ξεφύγουν από την επιτήρηση, παρά τον ανελέητο διωγμό τους από τις Αρχές. Η πλοκή εκτυλίσσεται ακολουθώντας ένα ζευγάρι, τον Λόρκα και τη Σαχάρ, που αναζητούν την εξαφανισμένη τους κόρη με την ελπίδα ότι έχει καταφύγει στους «Αθέατους». Εδώ η πένα του Νταμαζιό αποκτά έντονη συναισθηματική φόρτιση και ο συγγραφέας αφιερώνει κάποιες πολύ συγκινητικές σελίδες στη σχέση γονιών-παιδιών.
Ο Αλαίν Νταμαζιό, μία από τις σημαντικότερες παρουσίες στον χώρο της σύγχρονης γαλλόφωνης λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας, συναρθρώνει σε μια συναρπαστική ποιητική μυθοπλασία την πολιτική παρέμβαση, το θρίλερ και τη φιλοσοφία. Οι Αθέατοι είναι ένα βιβλίο-σύμπαν με θέμα τα διακυβεύματα των καιρών μας: την προσπάθεια ελέγχου των πάντων, την αμφισβήτηση και την αλληλεγγύη.
Ξένη λογοτεχνία
Ανί Ερνό
Ο πατέρας μου προσπάθησε να σκοτώσει τη μητέρα μου μια Κυριακή του Ιούνη, νωρίς το απόγευμα»: το βιβλίο είναι η ιστορία μιας δωδεκάχρονης, αφορά όμως και την αφηγήτρια, μια ώριμη γυναίκα, την ίδια τη συγγραφέα. Η βίαιη στιγμή ζει μέσα της. Το τραύμα έρχεται σε μια εποχή που ακόμα νιώθει τόσο κοντά στους γονείς της, ώστε η επαπειλούμενη βίαιη πράξη να της είναι ακατανόητη. Τη σχίζει σαν τσεκούρι.
Με τον καιρό, η ανάμνηση παγώνει ώσπου δεν είναι παρά ένα ενσταντανέ που κουβαλά στο πορτοφόλι της, απαράλλακτη ακόμα και μετά από χρόνια, όταν η δωδεκάχρονη έχει γίνει γυναίκα και συγγραφέας. Χρόνια αργότερα η πληγή είναι ακόμα εκεί, όμως η ύπαρξή της ολόκληρη έχει θρέψει γύρω της σαν το δέντρο που, αν και χτυπήθηκε από κεραυνό, επιβίωσε.
Με τη συναισθηματικά πλούσια φωνή της σπουδαίας λογοτεχνίας και την οξεία αναλυτική ματιά ενός επιστήμονα, η Annie Ernaux προσφέρει έναν δυνατό στοχασμό για την εμπειρία και τη δύναμη μιας βίαιης ανάμνησης να αντέχει στον χρόνο και να καθορίζει την τροχιά μιας ζωής.
Κοινωνιολογία
Γεωπολιτική των τροφίμων και της γαστρονομίας. Από το δίκρανο στην τεχνολογία τροφίμων
Πιερ Ραφάρ
Από την εμφάνιση των σχέσεων ανταλλαγής έως την παγκοσμιοποίηση της εποχής μας, η τροφή είναι συγχρόνως αντικείμενο αλλά και δείκτης των τάσεων και του συσχετισμού δυνάμεων που συνδιαμόρφωσαν την ιστορία της ανθρωπότητας. Στις μέρες μας, η υγειονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία της Covid-19 από το 2019, αλλά και ο πόλεμος στην Ουκρανία από τον Φεβρουάριο του 2022, γέννησαν σοβαρές ανησυχίες για τη σταθερότητα του κυρίαρχου αγροδιατροφικού μοντέλου και την επάρκεια σε βασικά τρόφιμα διεθνώς. Συνειδητοποιούμε πλέον ότι η σχεδόν απεριόριστη πρόσβαση στα τρόφιμα δεν αποτελεί κάποια απαραβίαστη πραγματικότητα, πως τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διεθνή σκηνή, καθώς και στη σταθερότητα των κρατών. Όσο η τροφή απογυμνώνεται από το ψυχαγωγικό της ένδυμα στις κοινωνίες της αφθονίας, όλο και πιο ξεκάθαρα αποκαλύπτεται η γεωπολιτική της ουσία.
Το βιβλίο του Pierre Raffard αναδεικνύει τις πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές προκλήσεις που παρουσιάζονται στα χωράφια ή στους αμπελώνες, σε όλο το μήκος των αλυσίδων μεταποίησης και διανομής, στα ράφια των σούπερ μάρκετ, αλλά επίσης μέσα στο πιάτο μας και γύρω από αυτό. Η τροφή ως μέσο επιβίωσης αλλά και ως εργαλείο ήπιας ή σκληρής ισχύος, οι προκλήσεις τις οποίες θέτει στην παραγωγή τροφίμων η κλιματική αλλαγή, η παγκόσμια ηγεμονία συγκεκριμένων εταιρειών ειδών διατροφής, ο ρόλος της τεχνολογίας τροφίμων, το διαδίκτυο και οι στρατηγικές μάρκετινγκ που επιδιώκουν να προβλέψουν και να ελέγξουν τις πιο προσωπικές επιλογές μας, τα κινήματα για μια πιο βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση της τροφής, είναι όψεις μιας πολυσύνθετης πραγματικότητας και δείχνουν ότι το πιάτο μας αποτελεί έναν προνομιακό χώρο για να κατανοήσουμε τον κόσμο και να αναλογιστούμε την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών στο μέλλον. (
Ξένη λογοτεχνία
Τατιάνα Τολστάγια
Δεκαέξι διηγήματα αυτοβιογραφικά, πνευματώδη, ενίοτε λυρικά, διεισδυτικά, με καυστικό χιούμορ, αυτοσαρκασμό. Αιθέριοι κόσμοι κατοικημένοι από πνεύματα και δυνάμεις αόρατες, όσο και πραγματικές, μάλλον. Αν το φαινομενικά ασήμαντο, επιδέξια αφηγημένο, γίνεται σημαντικό, τότε η πρόζα της Τολστάγια αναδεικνύει το «οικουμενικό αίνιγμα» για τις χαμένες κάλτσες στο πλυντήριο, αλλά και τη νοσταλγία ενός ανεκπλήρωτου έρωτα ή τη γλυκόπικρη αναπόληση του πατέρα. την «ποίηση της δωροδοκίας» στη μετασοβιετική Μόσχα ή μια σουρεαλιστική παραβολή για τη δουλεία και τη δυστυχία της αφθονίας των καταναλωτικών αγαθών.
Τα ευφάνταστα στοχαστικά σλάλομ ανάμεσα στο «Μαύρο τετράγωνο» του Μαλέβιτς και στα καταθλιπτικά επεισόδια του Λεβ Τολστόι διαδέχονται προκλητικά ανθρωπολογικά πορτρέτα σύγχρονων μοναχικών Ρώσων και Δυτικοευρωπαίων ή η σπαρταριστή υπόθεση εργασίας μιας Ιταλίας που λείπει από την υδρόγειο. Ιστορίες από την οικογενειακή ντάτσα, μια τσεχωφική πινακοθήκη προσώπων που παραθερίζουν στις εξοχές του Λένινγκραντ, ταξίδια και βιώματα από το Παρίσι, τη Ραβένα, τις ΗΠΑ και το Πρίνστον, την αγαπημένη της Κρήτη. Η Τολστάγια, δισέγγονη του Αλεξέι Νικολάγεβιτς Τολστόι, διαθέτει συγγραφικό έργο ευρέως αναγνωρισμένο και μεταφρασμένο, ενώ διακρίνεται για την παρεμβατική πολιτική της στάση σε εκπομπές στη ρωσική τηλεόραση και αλλού.