Ο δικός μου κόσμος δεν είναι ο κόσμος των θεωριών. Οι σκέψεις αυτές είναι σκέψεις ενός πρακτικού. Το έργο κάθε μυθιστοριογράφου περιλαμβάνει μια εγγενή αντίληψη της ιστορίας του μυθιστορήματος, μια ιδέα για το τι εστί μυθιστόρημα. Σ’ αυτήν ακριβώς την ιδέα περί μυθιστορήματος που εμπεριέχεται στα μυθιστορήματα μου έδωσα τον λόγο.»
Η τέχνη του μυθιστορήματος
€16.00
Μετάφραση: Γιάννης Η. Χάρης
Σελίδες: 192
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Ξένη λογοτεχνία
Μίλαν Κούντερα
Περισσότερο από κάθε άλλο μυθιστόρημα του Κούντερα, «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα. Η Τερέζα ζηλεύει. Η ζήλια της δαμάζεται την ημέρα αλλά τη νύχτα ξυπνάει, μεταμφιεσμένη σε όνειρα που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ποίηση του θανάτου. Στη μακριά της πορεία συνοδεύεται απ’ τον άντρα της, τον Τόμας, μισό Δον Ζουάν, μισό Τριστάνο, που είναι διχασμένος ανάμεσα στον έρωτά του για εκείνη και στους ακατανίκητους πειρασμούς του. Η μοίρα της Σαμπίνας, μιας από τις ερωμένες του Τόμας, απλώνει το νήμα της αφήγησης σε όλο τον κόσμο. Έξυπνη, όχι συναισθηματική, εγκαταλείπει τον Φραντς, τον μεγάλο έρωτά της στη Γενεύη, και κυνηγάει την ελευθερία της από την Ευρώπη στην Αμερική, για να μην μπορέσει στο τέλος να βρει παρά την «αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι». Πραγματικά, ποια αρετή -βαρύτητα ή ελαφρότητα- ανταποκρίνεται καλύτερα στην ανθρώπινη μοίρα; Και πού σταματάει το σοβαρό για να παραχωρήσει τη θέση του στο επιπόλαιο, και αντιστρόφως;
Με τη δική του τέχνη του παραδόξου, ο Κούντερα θέτει τα ερωτήματα αυτά σ’ ένα σύνθετο κείμενο, ξεκινώντας από μερικά απλά δεδομένα, που όμως αδιάκοπα εμπλουτίζονται με καινούριες αποχρώσεις, μέσα σ’ ένα παιχνίδι εναλλαγών όπου συναντιώνται αφήγηση, όνειρο και σκέψη, πρόζα και ποίηση, πρόσφατη και αρχαία ιστορία. Ποτέ άλλοτε ίσως στο έργο του Κούντερα δεν βρέθηκαν ενωμένες όσο μέσα στο κείμενο αυτό η σοβαρότητα και η αφέλεια. Ακόμη και ο θάνατος έχει εδώ ένα πρόσωπο διπλό: μιας γλυκειάς ονειρικής θλίψης και μιας σκληρής μαύρης φάρσας. Γιατί το μυθιστόρημα αυτό είναι επίσης μια μελέτη θανάτου: του θανάτου των ανθρώπινων όντων, αλλά ακόμη και του θανάτου -πιθανού- της γηραιάς μας Ευρώπης.
Ξένη λογοτεχνία
Κόρμακ ΜακΚάρθι
O Κόρμακ ΜακΚάρθι κέρδισε το Πούλιτζερ για τον πολυβραβευμένο και πολυδιαβασμένο Δρόμο και απέκτησε πρωτοφανή φήμη για σύγχρονο συγγραφέα, χάρη και στις εξαιρετικές μεταφορές των βιβλίων του στον κινηματογράφο, με αποκορύφωμα το Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους από τους αδερφούς Κοέν. Έτσι το 2007 φαινόταν ότι η ζηλευτή καριέρα του όδευε προς την ολοκλήρωσή της. Ήταν αδιαμφισβήτητο γεγονός: ο συγγραφέας του Ματοβαμμένου μεσημβρινού μπορούσε να συγκριθεί μονάχα με θρυλικούς ομότεχνούς του, όπως ο Μέλβιλ και ο Φόκνερ, κι αυτή ήταν μια δήλωση που δεν προερχόταν από κάποιον τυχαίο αλλά από τον ίδιο τον Χάρολντ Μπλουμ, πάπα της λογοτεχνικής κριτικής. Ο ΜακΚάρθι ήταν τότε 74 ετών και είναι γνωστό ότι είναι λίγοι οι συγγραφείς που παραδίδουν σημαντικά έργα κατά την όγδοη και ένατη δεκαετία της ζωής τους. Οι περισσότεροι απλώς σταματούν να γράφουν.
Παρ’ όλα αυτά, οι φήμες οργίαζαν ότι ετοίμαζε ένα νέο μυθιστόρημα. Ο ΜακΚάρθι δούλευε για χρόνια «κάτι μεγάλο», που θα αποτελούσε το επιστέγασμα της καριέρας του. Στα χρόνια που ακολούθησαν ειπώθηκε ότι ο ΜακΚάρθι είχε ξεκινήσει να το γράφει τη δεκαετία του ’80, ότι ήταν ένα μυθιστόρημα που τον απασχολούσε πολύ, και έφτασε μάλιστα στο σημείο να καλέσει τον ίδιο τον Χάρολντ Μπλουμ για να συζητήσουν από κοντά. Στο μεταξύ, ο εκδότης του άφηνε να διαρρεύσει πότε πότε η πληροφορία ότι το κείμενο ήταν έτοιμο προς έκδοση. Υπήρχαν μάλιστα και σχετικές καταχωρήσεις σε ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία, όμως σύντομα οι όποιες πληροφορίες εξαφανίζονταν από το διαδίκτυο. Το μυστήριο μεγάλωνε, οι ορκισμένοι και πολυάριθμοι οπαδοί του διατύπωναν στο διαδίκτυο πλήθος θεωρίες. Κάποιοι ισχυρίζονταν ότι απλώς δεν θα εκδιδόταν ποτέ άλλο κείμενό του ή ότι O Επιβάτης, όπως είχε διαρρεύσει ότι θα λέγεται το βιβλίο, δεν θα ολοκληρωνόταν ποτέ ή θα εκδιδόταν μετά θάνατον.
Ελληνική λογοτεχνία
Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος
Ο αναγνώστης στον Οβολό συναντά την εφαρμογή της κλασικής μεθόδου του Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλου: Το παλαιικό αναπαράγεται μέσα από την προσέγγιση του παρελθόντος με κάποιου είδους νοσταλγία και μέσα από τη χρήση επιλεγμένων εκφράσεων της καθαρεύουσας. Η αυστηρότατη από την άλλη πλευρά κειμενική δομή, η διαύγεια και η σαφήνεια της έκφρασης μαζί με την απόλυτη προσοχή στην λεπτομέρεια μάς παραπέμπουν στον τόσο δημοφιλή στις μέρες μας μινιμαλισμό. Μέσα σε ένα περιβάλλον βουλιμικής πλησμονής και θορύβου όπως είναι αυτό που ζούμε, ο Παπαδημητρακόπουλος μάς προσκαλεί να συγκεντρωθούμε στο ασήμαντο και στο σεμνό. Γι’ αυτό και ένα από τα αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά του είναι ότι η πεζογραφία του μικρού, του απλού και του ευκρινούς που καλλιεργεί είναι εντελώς μοντέρνα (Ελισάβετ Κοτζιά, «Διακρίνοντας», Η Καθημερινή, 6/3/2005).
Δοκίμιο
Αναστάσης Βιστωνίτης
Το Παρασκήνιο της μνήμης είναι μια περιπέτεια στη λογοτεχνία, στις ιδέες, στο έργο και στους τόπους όπου έζησαν οι μεγάλοι συγγραφείς και διανοητές· ένα γοητευτικό πανόραμα και ταυτοχρόνως μια πνευματική αυτοβιογραφία.
Ακολουθώντας τον μνημοτεχνικό κανόνα των θέσεων και των εικόνων, ο Αναστάσης Βιστωνίτης με καθαρά αφηγηματικά μέσα μεταφέρει από το παρασκήνιο στο προσκήνιο τη ζωή και το έργο των κορυφαίων συγγραφέων της δυστοπίας: Χάξλεϋ, Όργουελ, Καίσλερ, Ζαμυάτιν και Μπράντμπερυ· καταγράφει τις επισκέψεις του στους τόπους όπου έζησαν κι έγραψαν μεγάλοι συγγραφείς, όπως ο Λέων Τολστόι, ο Έντγκαρ Άλλαν Πόου, ο Φραντς Κάφκα, ο Βικτόρ Σερζ· μας δίνει το πορτρέτο κορυφαίων διανοητών που σημάδεψαν την εποχή μας: του Τζωρτζ Στάινερ, του Μισέλ Φουκώ, του Κάρολου Δαρβίνου, του Ζίγκμουντ Φρόυντ, του Καρλ Μαρξ, του Τζων Μέυναρντ Κέυνς κ.ά.· ανακαλεί την περιπέτεια συγγραφέων πρώτης γραμμής που υπήρξαν «μαύρα πρόβατα» της λογοτεχνίας: του Έζρα Πάουντ, του Λουί Φερντινάν Σελίν, του Μπα Τζιν και του Αλεξάντρ Φαντέγιεφ· παρουσιάζει την τοπογραφία της λογοτεχνίας και τα μεγάλα κινήματα που τη διαμόρφωσαν στον 20ό αιώνα· κι ακόμη, την προσωπική σχέση του συγγραφέα με τον εκδότη του.
Ελληνική λογοτεχνία
Κώστας Καλφόπουλος
Τα λαϊκά νουάρ διηγήματα του Κώστα Θ. Καλφόπουλου μοιάζουν να βγαίνουν από τις κιτρινισμένες και ιλουστρασιόν σελίδες των οικογενειακών περιοδικών μιας άλλης εποχής ή από ταινίες του παλιού, ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου. Ανάμεσα στις γραμμές τους, σαν ολογράμματα, προβάλλουν ο αστυνόμος Μπέκας και ο επιθεωρητής Μαιγκρέ την «αποφράδα μέρα» της 21ης Απριλίου 1967, ο Γιάννης Διακογιάννης φευγαλέα, τα ΒΙΠΕΡ, που κατέκλυζαν τα περίπτερα τη δεκαετία του ’70, μια κίτρινη εσάρπα τον φοβερό μήνα Αύγουστο του 1968, το Αμβούργο, γκρίζο και βροχερό όπως στον Αμερικανό φίλο του Βέντερς, τα λαϊκά κορίτσια των 70s, ένα φονικό παράξενο καλοκαίρι στην Κρήτη, μαζί και μια διαφορετική ληστεία στην Αθήνα τη μέρα του μεγάλου τελικού Άγιαξ-Παναθηναϊκού το 1971. Γραμμένα σε μια περίοδο έξαρσης του αναγεννημένου «είδους», τα διηγήματα του βιβλίου συνομιλούν με την παράδοση του αμερικανικού, κυρίως, νουάρ, εκεί όπου συνυφαίνονται οι μοίρες των ηρώων με τον έρωτα, την πόλη και τον θάνατο. Παράλληλα, συνδέουν το λαϊκό μοτίβο με το ποπ στοιχείο, όπως αυτά αναδεικνύονται σταδιακά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 στη νεοελληνική εκδοχή της καταναλωτικής κοινωνίας.
Ένα ταξίδι σε μια Ελλάδα φωτεινή και σκοτεινή συνάμα, λαϊκή αλλά και νουάρ.
Ποίηση
Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος
«Το αρχαίο δραματικό ποίημα του μύθου της προμήθειας της φωτιάς από τον Προμηθέα ξεκίνησα να το μεταφράζω τον Σεπτέμβριο του 2014 (τώρα που σημειώνω, σε μια γωνιά του μυαλού μου αναδύεται η σεφερική λέξη μεταγραφή για τις ενδογλωσσικές μεταφράσεις) και πρέπει να σταμάτησα να εργάζομαι σ’ αυτό στα τέλη της άνοιξης του 2018», αναφέρει ο μεταφραστής. «Η εργασία έγινε τμηματικά, αποσπασματικά και λόγω πενθών σπασμωδικά, κάποιες φορές με ασυνήθιστη ταχύτητα καθώς γύρευα να προλάβω το θάνατο επιστήθιου φίλου, με παύσεις πολλές και επανεκκινήσεις. Υπάρχει ένα είδος γιάτρισσας συγκέντρωσης που ανθίζει στις απώλειες και στις καταστροφές. Τότε υπήρχε για μένα γιάτρισσα. Έπειτα η μετάφραση διάβηκε από ανεκπλήρωτες θεατρικές διαδρομές πριν φτάσει σε αυτή την παράσταση.»
Η μετάφραση του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου έγινε ο καμβάς, ίσως και η αφορμή, για την θεατρική και μουσική σύνθεση του Δημήτρη Καμαρωτού, σε μια παραγωγή του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), σε συνεργασία με την Εθνική Βιβλιοθήκη. Οι δύο φορείς συνέπραξαν, προκειμένου για την παρουσίασή του στο Αναγνωστήριο της ιστορικής έδρας της ΕΒΕ, το Βαλλιάνειο Μέγαρο στην οδό Πανεπιστημίου. Συμμετείχαν οι ηθοποιοί Αμαλία Μουτούση και Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, η μεσόφωνος ʼννα Παγκάλου και οι μουσικοί Κατερίνα Κωνσταντούρου και Χρήστος Λιάτσος.
Ξένη λογοτεχνία
Αλαίν Νταμαζιό
Γαλλία, έτος 2040. Το κράτος έχει πτωχεύσει και προβαίνει στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, με εξαίρεση αυτές που αφορούν τη δημόσια ασφάλεια. Ακόμα και οι πόλεις περιέρχονται στην ιδιοκτησία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Οι φτωχοί θεωρούνται πολίτες δεύτερης κατηγορίας, ενώ σημαντικά προνόμια απονέμονται σε όσους έχουν την οικονομική ευχέρεια να τα αγοράσουν. Η δημοκρατία τύποις λειτουργεί, έχοντας όμως τεθεί υπό αυστηρή επιτήρηση. Ένας εκτεταμένος έλεγχος μέσω της γενικευμένης χρήσης της πιο προηγμένης ψηφιακής τεχνολογίας επιβάλλεται σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, επιτρέποντας τον εύκολο εντοπισμό των ανεπιθύμητων. Ρωγμές, ωστόσο, εμφανίζονται στο σύστημα και δυνάμεις αντίστασης ξεπροβάλλουν. Οι αποκλεισμένοι οργανώνουν την εξέγερσή τους, ενώ οι μυστηριώδεις «Αθέατοι», απροσδιόριστα πλάσματα μεταξύ ζώου και ανθρώπου, κατορθώνουν να ξεφύγουν από την επιτήρηση, παρά τον ανελέητο διωγμό τους από τις Αρχές. Η πλοκή εκτυλίσσεται ακολουθώντας ένα ζευγάρι, τον Λόρκα και τη Σαχάρ, που αναζητούν την εξαφανισμένη τους κόρη με την ελπίδα ότι έχει καταφύγει στους «Αθέατους». Εδώ η πένα του Νταμαζιό αποκτά έντονη συναισθηματική φόρτιση και ο συγγραφέας αφιερώνει κάποιες πολύ συγκινητικές σελίδες στη σχέση γονιών-παιδιών.
Ο Αλαίν Νταμαζιό, μία από τις σημαντικότερες παρουσίες στον χώρο της σύγχρονης γαλλόφωνης λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας, συναρθρώνει σε μια συναρπαστική ποιητική μυθοπλασία την πολιτική παρέμβαση, το θρίλερ και τη φιλοσοφία. Οι Αθέατοι είναι ένα βιβλίο-σύμπαν με θέμα τα διακυβεύματα των καιρών μας: την προσπάθεια ελέγχου των πάντων, την αμφισβήτηση και την αλληλεγγύη.
Ξένη λογοτεχνία
Πωλ Όστερ
Ο Αμερικανός συγγραφέας Stephen Crane, αυτό το φλεγόμενο αγόρι, στη σύντομη μα όλο ένταση ζωή του, έγραψε ένα αριστούργημα, Το κόκκινο σήμα του θάρρους, καθώς και άλλα μυθιστορήματα, διηγήματα αλλά και ανταποκρίσεις από το μέτωπο δύο πολέμων. Πέθανε από φυματίωση σε ηλικία μόλις 28 ετών.
Ένας άλλος Αμερικανός συγγραφέας, ο Paul Auster, καταβυθίζεται στις πολλαπλές μορφές του μεγαλείου του Crane και μας αφηγείται την ταραχώδη και δραματική ζωή του. Από τη συντριπτική φτώχεια του ως νεοφερμένου στο Μανχάταν κατά τη διάρκεια της χειρότερης οικονομικής κρίσης στην ιστορία της χώρας, στη διεθνή φήμη στα είκοσι πέντε του χρόνια, που την ακολούθησε μια διαμάχη με το Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Υόρκης για την άδικη σύλληψη μιας πόρνης, ένα ναυάγιο στα ανοιχτά των ακτών της Φλόριντας που παραλίγο να τον οδηγήσει στον θάνατο, ένας γάμος με την ιδιοκτήτρια του πιο γνωστού οίκου ανοχής του Τζάκσονβιλ, μια θητεία ως ανταποκριτής κατά τη διάρκεια του Ισπανοαμερικανικού Πολέμου στην Κούβα, και η αποστολή του στην Ελλάδα για να καλύψει ως πολεμικός ανταποκριτής τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Και τέλος, τα χρόνια στην Αγγλία, όπου ο Joseph Conrad γίνεται ο πιο στενός του φίλος και ο Henry James θρηνεί για τον πρόωρο θάνατό του.
Ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της εποχής μας διερευνά τη ζωή και το έργο ενός άλλου σπουδαίου συγγραφέα. Ένα καθηλωτικό ανάγνωσμα για μια αλησμόνητη ζωή και μια σπάνια αναγνωστική εμπειρία.
Ξένη λογοτεχνία
Έλσα Μοράντε
Ας σκεφτούμε ένα ευρύχωρο σπίτι με άπειρα μικροπράγματα αλλά χωρίς καθόλου ζωή. Αίφνης προβάλλει ένα θηλυκό πρόσωπο. Αυτή είναι η Ελίζα, μια ορφανή κοπέλα, περικυκλωμένη από επικές αφηγήσεις με ήρωες και δεσποσύνες. Αποφασισμένη να αποτυπώσει την ιστορία της οικογένειάς της, η Ελίζα ανυψώνει σε μυθικές διαστάσεις τη μητέρα της Άννα, τον πατέρα της Φραντσέσκο, τον ξάδελφο Εντοάρντο και τη Ροζάρια, μια ανοιχτόψυχη πόρνη. Αυτά τα πλάσματα, από αδιάφορα έως κακόμοιρα, μεταμορφώνονται σε αληθινούς ανθρώπινους χαρακτήρες που βιώνουν ένα σωρό αλλόκοτες περιπέτειες. Το αποτέλεσμα; Μια εν δυνάμει ηθογραφική κωμωδία μετουσιώνεται εν τέλει σε μεγαλοπρεπέστατη τραγωδία. Η Ελίζα, η γυναίκα με τις μακριές κοτσίδες και τη χλωμή όψη, η καταφρονεμένη κόρη, έχει κληρονομήσει ένα αίνιγμα από τους γονείς της.
Σε αυτό έρχονται να προστεθούν ο φόβος και η ματαίωση που κατασκευάζουν οι παθιασμένοι έρωτες, οι δυστυχισμένοι γάμοι, τα εξώγαμα παιδιά. Προκειμένου να κατανοήσει αυτή την τρέλα, η Ελίζα επιστρατεύει τη μνήμη και τη φαντασία της. Έπειτα γράφει και μας μεταφέρει σε μια πόλη του ιταλικού Νότου στις αρχές του 20ού αιώνα, σε έναν τόπο και μια εποχή όπου η ελευθερία των γυναικών ήταν στα χέρια των ανδρών, συζύγων ή εραστών. Το Ψέμα και μάγια (1948), αυτό το ανησυχαστικό μυθιστόρημα, ακολουθεί τα πρότυπα μιας λογοτεχνικής παράδοσης που από τον Σταντάλ και τον Τολστόι φτάνει μέχρι τον Προυστ, καθρεφτίζοντας την πραγματικότητα μιας ολόκληρης κοινωνίας. Η Έλσα Μοράντε χρησιμοποιεί μια ιδιαίτερη, σαγηνευτική γλώσσα, όπου η πρόφαση του υπαινιγμού και του παιχνιδιού δεν είναι παρά ένα είδος συστολής για να υπερασπιστεί τον μύχιο χαρακτήρα μιας μοναδικής, αλησμόνητης εξομολόγησης.
Ξένη λογοτεχνία
Ανί Ερνό
Ο πατέρας μου προσπάθησε να σκοτώσει τη μητέρα μου μια Κυριακή του Ιούνη, νωρίς το απόγευμα»: το βιβλίο είναι η ιστορία μιας δωδεκάχρονης, αφορά όμως και την αφηγήτρια, μια ώριμη γυναίκα, την ίδια τη συγγραφέα. Η βίαιη στιγμή ζει μέσα της. Το τραύμα έρχεται σε μια εποχή που ακόμα νιώθει τόσο κοντά στους γονείς της, ώστε η επαπειλούμενη βίαιη πράξη να της είναι ακατανόητη. Τη σχίζει σαν τσεκούρι.
Με τον καιρό, η ανάμνηση παγώνει ώσπου δεν είναι παρά ένα ενσταντανέ που κουβαλά στο πορτοφόλι της, απαράλλακτη ακόμα και μετά από χρόνια, όταν η δωδεκάχρονη έχει γίνει γυναίκα και συγγραφέας. Χρόνια αργότερα η πληγή είναι ακόμα εκεί, όμως η ύπαρξή της ολόκληρη έχει θρέψει γύρω της σαν το δέντρο που, αν και χτυπήθηκε από κεραυνό, επιβίωσε.
Με τη συναισθηματικά πλούσια φωνή της σπουδαίας λογοτεχνίας και την οξεία αναλυτική ματιά ενός επιστήμονα, η Annie Ernaux προσφέρει έναν δυνατό στοχασμό για την εμπειρία και τη δύναμη μιας βίαιης ανάμνησης να αντέχει στον χρόνο και να καθορίζει την τροχιά μιας ζωής.
Ξένη λογοτεχνία
Ζωρζ Σιμενόν
Το 1950 ο Σιμενόν βρίσκεται στην Αμερική. Είναι γεμάτος σχέδια και δουλεύει πυρετωδώς. Πιστεύει πιο πολύ παρά ποτέ ότι το επόμενο βιβλίο του είναι το καλύτερό του. Πρόκειται ακριβώς για τα “Πράσινα παντζούρια”, «το βιβλίο που οι κριτικοί περιμένουν από καιρό και ήλπιζα πάντα να γράψω μια μέρα». Μια στενή του φίλη σχολίασε ότι για καιρό ένιωθε τρομαγμένη από τη δύναμή του. Ο Σιμενόν το θεωρεί «κεντρικό έργο» στη μεγάλη παραγωγή του. Ο Γκαλλιμάρ το θαυμάζει απεριόριστα. Θέμα του: Το πορτραίτο ενός μεγάλου ηθοποιοί, του Εμίλ Μωζέν, ιερού τέρατος της θεατρικής σκηνής και του κινηματογράφου προς το τέλος της ζωής του, που την έζησε ακραία, όχι μόνο εργαζόμενος σκληρά αλλά και πίνοντας και έχοντας αναρίθμητες ερωμένες. Είναι κυνικός και φαίνεται απόμακρος. Μετά από μια απειλητική διάγνωση από τον καρδιολόγο του, ξανακοιτάζει όλη του τη ζωή και νιώθει ένα τεράστιο αίσθημα ένοχης που δεν μπορεί να το διαχειριστεί. Συνεχίζει να ζει ακραία, θέτοντας όμως θέματα στον εαυτό του και αναρωτώμενος πότε θα έρθει το τέλος.
Είναι ένα ιδιότυπο και δυναμικό μυθιστόρημα, με πολλές ενδοσκοπήσεις στους τρόπους με τους οποίους οι ηθοποιοί δημιουργούν χαρακτήρες. Υπάρχουν όμως πολλοί παραλληλισμοί και με την ψυχολογία ενός συγγραφέα, καθώς και ένα διακριτό καφκικό στοιχείο στις φανταστικές σκηνές «δίκης» και ειδικά κατά τα τελικά στάδια της ζωής του ηθοποιού.
Ο μεγάλος φόβος του Σιμενόν ήταν ότι το βιβλίο θα μπορούσε να θεωρηθεί πως αναφέρεται σε υπαρκτούς σπουδαίους ηθοποιούς της εποχής του, όπως ο Raimu, ο Michel Simon, ο W.C. Fields ή ο Charlie Chaplin. Σχολίασε σχετικά: «Είναι αδύνατον να δημιουργήσεις ένα πρόσωπο του χώρου τους, με το δικό τους βεληνεκές, και να μη δανειστείς ορισμένα χαρακτηριστικά, κάποια τικ, από τον έναν ή τον άλλον. Όλα τα υπόλοιπα είναι καθαρή μυθοπλασία». Ένας προσεκτικός όμως αναγνώστης από τη Βολιβία, που αλληλογραφούσε με τον Σιμενόν, παρατήρησε ότι ο Μωζέν ήταν μάλλον ο ίδιος ο συγγραφέας, αναγνωρίζοντας πολλά, περισσότερο ή λιγότερο κρυμμένα χαρακτηριστικά του.
Ξένη λογοτεχνία
Γκρέγκορι Πιερρό
Ο χιπστερισμός του 21ου αιώνα τα χωράει όλα: κάθε πολιτική άποψη και καλλιτεχνική έκφραση γίνεται μέρος ενός μενού από το οποίο επιλέγει κανείς για να δημιουργήσει την ατομική του ταυτότητα. Ωστόσο οι σύγχρονοι χίπστερ είναι επίσης η τελευταία παραλλαγή μιας παλιάς πολιτισμικής παράδοσης.
Τα θεμελιώδη στοιχεία του χιπ, τα ρούχα, η συμπεριφορά, η μουσική, η λογική του γνώστη, μας οδηγούν στην ιστορία της αποικιοκρατίας και του δουλεμπορίου. Οι χίπστερ, εμπροσθοφυλακή της αστικής και πολιτισμικής αποικιοκρατίας, είναι επίσης η αιχμή του δόρατος του εξευγενισμού, που διαγράφει τη μνήμη της διαφορετικότητας, καλύπτοντας το παρελθόν με τη μονοχρωμία της κουλ ομογενοποίησης.
Ο Γκρέγκορι Πιερρό, ανατρέχοντας στην ιστορία του φαινομένου, μας οδηγεί να το ξανασκεφτούμε, να το αντιστρέψουμε, να το αποδιαρθρώσουμε, και εντέλει να το αποαποικιοποιήσουμε.