Πριν διαβάσει κανείς το βιβλίο, αναπόφευκτα θα φέρει στο μυαλό τις πάμφωτες, καλοκαιρινές εικόνες της δημοφιλούς κινηματογραφικής του μεταφοράς. Αλλά το βιβλίο δεν χρειάζεται υποστήριξη. Είναι ένα από τα πιο ερωτικά και τρυφερά βιβλία που έχουν γραφτεί μεταπολεμικά, με τον καθηγητή ιστορίας Έλιο να αναπολεί ένα καλοκαίρι του στην ιταλική Ριβιέρα των ’80s, όταν, ως 17χρονος έφηβος, ερωτεύτηκε παράφορα τον Όλιβερ, έναν 24χρονο Αμερικανό ερευνητή, φτάνοντας σε τέτοιο σημείο σύνδεσης ώστε να «δανειστούν» ο ένας το όνομα το άλλου. Απροετοίμαστοι για τις συνέπειες της αμοιβαίας έλξης, οι ατέλειωτες καλοκαιρινές μέρες τούς παρασύρουν σε εναλλασσόμενα ρεύματα εμμονής, σαγήνης και πόθου. Αψηφώντας τους κινδύνους, οι δυο τους συγκλίνουν προς κάτι που φοβούνται ότι δεν θα ξαναβρούν ποτέ: την απόλυτη σύνδεση με έναν άλλον άνθρωπο. Το καλοκαίρι που τραγουδάει και βομβίζει σε κάθε σελίδα της ιστορίας επιτείνει την αίσθηση του χαμένου παραδείσου, που είναι κάθε περασμένος έρωτας.
Αλεξάντερ Κλαπ
Πού πάνε τα σκουπίδια; Ποιες χώρες φορτώνονται τα απορρίμματα του δυτικού κόσμου; Ποιον δηλητηριάζουν οι πεταμένες ηλεκτρονικές συσκευές μας; Πώς χρησιμοποιούν οι πετρελαιοβιομηχανίες την ανακύκλωση ως δούρειο ίππο για να προωθήσουν την υπερπαραγωγή πλαστικού; Ο πόλεμος των σκουπιδιών μαίνεται σήμερα ανεξέλεγκτος.
Στο βιβλίο αυτό, καρπό επιτόπιας έρευνας σε πέντε ηπείρους —από την κεντρική Αμερική και την Αφρική στο Αιγαίο και την Ινδονησία—, ο Αλεξάντερ Κλαπ αναζητά τους τόπους και τους ανθρώπους που παραλαμβάνουν τελικά τα απορρίμματά μας: τοξικά απόβλητα, ηλεκτρονικά απόβλητα, παλιοσίδερα, πλαστικά. Συνομιλεί με εργάτες και πολιτικούς, με επιστήμονες και μεσίτες σκουπιδιών, με εφοπλιστές και ακτιβιστές, εξερευνώντας τον αφανή κόσμο της παγκόσμιας διακίνησης αποβλήτων και τα θηριώδη οικονομικά συμφέροντα που τον κυβερνούν.
Εμανουέλ Καρέρ
Η τρέλα και ο τρόμος έχουν στοιχειώσει τη ζωή μου. Όλα τα βιβλία μου δεν μιλούν για τίποτε άλλο.
Μετά τον Εχθρό, δεν άντεχα πια. Ήθελα να ξεφύγω.
Πίστεψα ότι θα ξέφευγα αγαπώντας μια γυναίκα και κάνοντας μια έρευνα.
Η έρευνα αφορούσε τον παππού μου από την πλευρά της μητέρας μου, ο οποίος αφού έζησε μια δραματική ζωή εξαφανίστηκε το φθινόπωρο του 1944 και εκτελέστηκε, κατά πάσα πιθανότητα, ως συνεργάτης των Γερμανών. Αυτό είναι το μυστικό της μητέρας μου, το φάντασμα που καταδιώκει την οικογένειά μας.
Για να ξορκίσω αυτό το φάντασμα, πήρα ριψοκίνδυνους δρόμους. Κατέληξα σε μια μικρή πόλη, χαμένη κάπου στη ρωσική επαρχία, όπου έμεινα για αρκετό καιρό, όντας συνέχεια σ’ επιφυλακή, περιμένοντας να συμβεί κάτι. Και όντως συνέβη κάτι: ένα αποτρόπαιο έγκλημα.
Η τρέλα και ο τρόμος επέστρεφαν. Επέστρεψαν, επίσης, στην ερωτική μου ζωή. Έγραψα, για τη γυναίκα που αγαπούσα, μια ερωτική ιστορία η οποία πίστευα ότι θα είχε αντίκτυπο στην πραγματικότητα, όμως η πραγματικότητα ανέτρεψε τα πλάνα μου. Μας βύθισε σ’ έναν εφιάλτη που έμοιαζε με τις χειρότερες ιστορίες των βιβλίων μου και ο οποίος ισοπέδωσε τις ζωές μας και την αγάπη μας.
Γι’ αυτό μιλάει ετούτο το βιβλίο: για τα σχέδια που καταστρώνουμε προκειμένου να ελέγξουμε την πραγματικότητα και για τον τρομακτικό τρόπο με τον οποίο η πραγματικότητα ξαναπαίρνει πάντοτε το πάνω χέρι και μας απαντάει.
Γωγώ Ατζολετάκη
H Αλεξάνδρα, μέσα στην απομόνωση και τη μοναξιά που βιώνει, μετρά τα χρόνια της. Σίγουρα είναι πολλά. Βρίσκεται πια στη «γκρίζα ζώνη» της ζωής της… Όμως, δεν είναι τόσο μεγάλη ούτε τόσο άρρωστη, όσο πιστεύουν οι άλλοι.
Κι αυτοί ο «άλλοι» δεν είναι παρά τα παιδιά της –ο γιος της και η νύφη της, ιδιαιτέρως η νύφη της–, που πλέον δεν θέλουν τη γιαγιά μέσα στα πόδια τους, στο πολυτελές σπίτι τους, που η ίδια η Αλεξάνδρα τους βοήθησε ν’ αποκτήσουν.
Και πώς ν’ απαλλαγούν από τη «γριά»; Πού να τη στείλουν;
Το Γηροκομείο είναι πάντα μια καλή λύση!
Ανήμπορη να αντιδράσει η Αλεξάνδρα, υποτάσσεται στη μοίρα της. Αποφασισμένη ότι εκεί, στο Γηροκομείο, παραπεταμένη και ξεχασμένη, θα τελευτήσει τις μέρες της.
Όμως, η πάντα απρόβλεπτη ζωή, θα κάνει τη μεγάλη ανατροπή. Ένα τυχαίο γεγονός θα γίνει το έναυσμα για μια καινούργια αρχή, για πρωτόγνωρους και ελπιδοφόρους ορίζοντες.
Ποτέ μη λες «ποτέ»!
Μια ωδή στην τρίτη ηλικία της ζωής μιας γυναίκας, που τελικά μπορεί να εξελιχθεί σε μια… τρίτη άνοιξη!