Πρόκειται για σπουδαίο έργο, ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του εικοστού αιώνα. Η αποδοχή του από την κριτική και το αναγνωστικό κοινό είναι σχεδόν ομόφωνη.
Ο Γκάτσμπυ ενσαρκώνει το Αμερικανικό Όνειρο, το ιδεώδες της προσωπικής επιτυχίας, της κοινωνικής και επαγγελματικής ανέλιξης και του πλούτου, σε συνθήκες ελευθερίας, ασχέτως καταγωγής, μόρφωσης, θρησκείας. Σε αυτό το πλαίσιο περιλαμβάνεται και η ερωτική επιτυχία. Το Αμερικανικό Όνειρο έχει ατομιστική και υλιστική βάση, μολονότι κάποιες όψεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν ιδεαλιστικές. Ο Γκάτσμπυ εκπληρώνει το Αμερικανικό Όνειρο μέσα σε τρία μόνο χρόνια (Καλοκαίρι 1919 – Καλοκαίρι 1922): γίνεται πάμπλουτος, αγοράζει μια μεγάλη έπαυλη με “γαλάζιους κήπους”, έχει μπάτλερ, υπηρέτες και μια Ρόλς-Ρόυς, διοργανώνει θρυλικά πάρτυ. Τα λεφτά τα έκανε ως λαθρέμπορος ποτών και έχει συναλλαγές με ανθρώπους του υποκόσμου, αλλά αυτό δεν αμαυρώνει καθόλου την υπόληψή του στα μάτια του αναγνώστη – αντιθέτως, προσθέτει στη γοητεία του. Ωστόσο, εκείνο που πάνω απ’ όλα τον καθίστα μεγάλο -μυθικό- ήρωα και παραδειγματικό εραστή για κάθε εποχή είναι ο έμμονος, ανυποχώρητος, απόλυτος, κατακτητικός, ρομαντικός έρωτάς του για την Νταίζυ, ένας έρωτας που είναι αμήχανα και ιδεαλιστικά εφηβικός και, ταυτόχρονα, δυναμικά και ακράδαντα ανδρικός. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Γκάτσμπυ αναδεικνύεται σε ηθικά ανώτερο χαρακτήρα από την Νταίζυ που αποδεικνύεται τελικά πως δεν είναι παρά μια “όμορφη χαζούλα” με μια ψιθυριστή ναζιάρικη φωνή, μια “φωνή γεμάτη λεφτά”. Ο Γκάτσμπυ δεν έχει αυταπάτες, γνωρίζει καλά ότι η Νταίζυ υπολείπεται των ονείρων του – ” όχι από δικό της λάθος, αλλά εξαιτίας της κολοσσιαίας δυναμικότητας της φαντασίωσής του που υπερέβαινε και την Νταίζυ, υπερέβαινε τα πάντα. Είχε ριχτεί σε αυτήν την ψευδαίσθηση με δημιουργικό πάθος, πλουτίζοντάς τη συνεχώς, στολίζοντάς τη με κάθε λαμπερό φτερό που έβρισκε στον δρόμο του. Δεν υπάρχει φωτιά ή παγωνιά που μπορεί να αντιμετρηθεί με αυτό που φωλιάζει στην άγρια καρδιά ενός άντρα”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ισλάμ Ισσά
Μια πρωτότυπη, έγκυρη και γεμάτη ζωντάνια πολιτισμική ιστορία της πρώτης σύγχρονης πόλης, από την προ-ομηρική εποχή μέχρι σήμερα.
Με πηγή έμπνευσης τις ιστορίες του Ομήρου και τις δικές του φιλοδοξίες για τη δημιουργία αυτοκρατορίας, ο Μέγας Αλέξανδρος συνέλαβε την ιδέα μιας πόλης στην αραιοκατοικημένη αιγυπτιακή ακτή. Δεν έζησε για να δει την οικοδομημένη Αλεξάνδρεια, αλλά το όραμά του για μια λαμπρή μεγαλούπολη, που θα υμνούσε τη μάθηση και την ποικιλομορφία, υλοποιήθηκε γρήγορα και υπάρχει ακόμη και σήμερα. Στην Αλεξάνδρεια, στο σταυροδρόμι της Αφρικής, της Ευρώπης και της Ασίας, συναντήθηκαν σπουδαίοι πολιτισμοί. Έλληνες και Αιγύπτιοι, Ρωμαίοι και Εβραίοι δημιούργησαν μια παγκόσμια πρωτεύουσα της γνώσης, η οποία άσκησε τεράστια επιρροή. Η επινοητική συνεργασία των πολιτών της διαμόρφωσε τη σύγχρονη φιλοσοφία, τις επιστήμες, τη θρησκεία και πολλά άλλα. Σε κατοπινές μάχες μεταγενέστερες αυτοκρατορίες, από τους Άραβες και τους Οθωμανούς μέχρι τους Γάλλους και τους Βρετανούς, διεκδίκησαν την πόλη, αλλά το πνεύμα ανεξαρτησίας της Αλεξάνδρειας είναι ανθεκτικό.
Στην ευρεία βιογραφία της μεγάλης πόλης ο Ισλάμ Ισσά μας οδηγεί σε ένα ταξίδι μέσω χιλιετιών, γεμάτο υψηλές ιδέες, κτηνώδεις τραγωδίες και επιφανή πρόσωπα, από την Κλεοπάτρα μέχρι τον Ναπολέοντα. Από τις ταπεινές καταβολές της μέχρι τα ιλιγγιώδη ύψη στα οποία έφτασε και έως τις σημερινές περιπέτειές της, η Αλεξάνδρεια μας αφηγείται τη συναρπαστική ιστορία αυτής της σπουδαίας και διαχρονικής πόλης.
Συνδυάζοντας την εμβριθή έρευνα
με τον μύθο και τη λαϊκή παράδοση,
το βιβλίο αυτό αποτελεί μια έγκυρη ιστορία της πόλης που διαμόρφωσε
τον σύγχρονο κόσμο μας.
Όμηρος
Τα περισσότερα, ιστορικά και γραμματολογικά, συμφραζόμενα της ομηρικής Ιλιάδας παραμένουν ή αδιάγνωστα ή υποθετικά. Τίποτε βέβαιο δεν ξέρουμε για τον ποιητή της (ή τους ποιητές της): ούτε πότε έζησε ακριβώς ούτε που έζησε και έδρασε ούτε καν πώς λεγόταν. Ίσως γεννήθηκε σε κάποια πόλη της παράλιας Μικράς Ασίας ή σε κάποιο παράκτιο νησί της.
Η Ιλιάδα πιθανολογείται ότι συντάχθηκε στα μέσα περίπου του όγδοου προχριστιανικού αιώνα ότι η Οδύσσεια ακολούθησε, εν γνώσει μάλλον της Ιλιάδας, στα τέλη του ίδιου αιώνα. Τα δύο έπη προϋποθέτουν πάντως μακρά προφορική παράδοση, που την καλλιέργησαν κάποιοι εμπνευσμένοι αοιδοί, οι οποίοι εξελίχτηκαν σε ραψωδούς. Σ’ αυτή την προφορική παράδοση χρωστούν τα ομηρικά έπη λίγο-πολύ: το μύθο τους και τα κύρια πρόσωπά τους σίγουρα τον εξάμετρο και τη γλώσσα τους τους επαναλαμβανόμενους λογοτύπους (άλλως πως: φόρμουλες), τις τυπικές σκηνές, τα τυπικά τους θέματα και μεγαθέματα. […]
Γκουρμπετελλί Ερσόζ
Από παλιά τα βουνά ήταν μέσα στην καρδιά μου, αλλά κατάλαβα ότι πόλεμος σημαίνει να κεντήσω την καρδιά μου στα βουνά.
Δεν μπορεί να υπάρξει πόλεμος χωρίς το φόβο.
Ο πόλεμος δεν είναι ζωή στον κήπο με τα ρόδα, αλλά προσπάθεια συνέχισης της ζωής μέσα στην πυρίτιδα και στο αίμα”.
Tο ΚΕΝΤΗΣΑ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ. Ημερολόγιο μιας Κούρδισσας αντάρτισσας, 1995-1997 της Γκουρμπετελλί Ερσόζ είναι ένα χρονικό του αγώνα για ανεξάρτητο Κουρδιστάν και ταυτόχρονα μια επιτόπια μαρτυρία ως απάντηση στην παραπληροφόρηση του κράτους της Τουρκίας και των συμμάχων του.
Η Γκουρμπέτ, η Ξενιτοπούλα, αφηγείται μάχες, γράφει ποιήματα, αποδύεται σε στοχασμούς και αυτοκριτική. Το γράψιμο του ημερολογίου είναι για εκείνη, αφενός, πράξη πολιτική και προσωπική, που της επέτρεψε την ακατέργαστη καταγραφή των γεγονότων μιας ιστορίας που δεν θα δημοσιευθεί ποτέ επίσημα, και, αφετέρου, ευκαιρία να εκφράσει τα όνειρά της, τις πεποιθήσεις της, να διατυπώσει τις αναλύσεις και τις αμφιβολίες της.
Το Ημερολόγιο της Γκουρμπέτ μας δίνει επίσης τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τη διαμόρφωση μιας μαχήτριας, να διαπιστώσουμε και να εξερευνήσουμε τα παρακείμενα και τις αντιφάσεις του ένοπλου αγώνα, και, κυρίως, να συντροφέψουμε τις αντάρτισσες γυναίκες και να σφυρηλατήσουμε το ρόλο τους σε ένα τέτοιο πλαίσιο.
Η κατασκευή ενός αρχείου μνήμης in situ μας είναι απαραίτητη στο να χαρτογραφούμε και να συνοδεύουμε τους πολιτικούς αγώνες.