«Κάτω εις το βάθος, εις τον λάκκον, εις το βάραθρον, ως κελάρυσμα ρύακος εις το ρεύμα, φωνή εκ βαθέων αναβαίνουσα ως μύρον, ως άχνη, ως ατμός, θρήνος, πάθος, μελωδία, ανερχομένη επί πτίλων αύρας νυκτερινής, αιρομένη μετάρσιος, πραεία, μειλιχία, άδολος, ψίθυρος, λιγεία, αναρριχωμένη εις τας ριπάς, χορδίζουσα τους αέρας, χαιρετίζουσα το αχανές, ικετεύουσα το άπειρον, παιδική, άκακος, ελισσομένη, φωνή παρθένου μοιρολογούσης, μινύρισμα πτηνού χειμαζομένου, λαχταρούντος την επάνοδον του έαρος». [Ο ξεπεσμένος δερβίσης, 1896]Σαν τον ήχο του νάι που παίζει στους δρόμους της Αθήνας ο ξεπεσμένος δερβίσης στο ομώνυμο διήγημα, έτσι ακούγεται και η φωνή του Παπαδιαμάντη (1851-1911), αυτού του άρχοντα της ελληνικής γλώσσας, στα 23 αριστουργηματικά διηγήματα που ανθολογούνται στον παρόντα τόμο. Αυτό το καλαμένιο νάι που παίζει ο ξένος μουσουλμάνος, όπως ακριβώς και η φωνή του Παπαδιαμάντη, «κατά δύο κοκκίδας διαφέρει διά να είναι το “ναι”, όπου είπεν ο Χριστός. Το “ναι” το ήμερον, το ταπεινόν, το πράον, το “ναι” το φιλάνθρωπον».
Ρούνεϋ Σάλλυ
Πέρα από το γεγονός ότι είναι αδέλφια, ο Πίτερ και ο Ίβαν Κούμπεκ ελάχιστα κοινά φαίνεται να έχουν μεταξύ τους. Ο Πίτερ είναι δικηγόρος στο Δουβλίνο, γύρω στα τριάντα, επιτυχημένος, ικανός και φαινομενικά άτρωτος. Όμως, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, χρειάζεται υπνωτικά για να κοιμηθεί και πασχίζει να διαχειριστεί τη σχέση του με δύο πολύ διαφορετικές γυναίκες – την παντοτινή πρώτη του αγάπη, τη Σύλβια, και τη Ναόμι, μια φοιτήτρια η οποία αντιμετωπίζει τη ζωή σαν μια μεγάλη φάρσα. Ο Ίβαν είναι επαγγελματίας σκακιστής, είκοσι δύο ετών. Πάντα θεωρούσε τον εαυτό του κοινωνικά αδέξιο, μοναχικό, το αντίθετο από τον γοητευτικό και δημοφιλή μεγαλύτερο αδελφό του. Διανύοντας τις πρώτες εβδομάδες του πένθους του, ο Ίβαν γνωρίζει τη Μάργκαρετ, γυναίκα μεγαλύτερή του σε ηλικία, που βγαίνει από το δικό της ταραχώδες παρελθόν, και οι ζωές τους συνδέονται ακαριαία και έντονα. Για τα αδέλφια που πενθούν και τους ανθρώπους που αγαπούν, η περίοδος αυτή είναι ένα μεσοδιάστημα, ένα ιντερμέδιο, μια περίοδος πόθου και απελπισίας, ανοιχτή σε κάθε πιθανότητα, μια ευκαιρία να ανακαλύψουν πόσα μπορεί να βαστάξει μια ζωή χωρίς να διαλυθεί…
Έλεν Ντεγούιτ
«Η maman ήταν exigeante —δεν υπάρχει λέξη σαν τη γαλλική— σε θέματα πρωτοκόλλου. Το μεσημεριανό γεύμα, το απογευματινό τσάι και το δείπνο σερβίρονταν με κάθε επισημότητα. Παρουσία του πατέρα μου μιλούσαμε αγγλικά· αν ήμασταν οι δυο μας, γαλλικά».
Μία είναι η αγωνία της δεκαεπτάχρονης Μαργκερίτ: μην υποπέσει σε κάποια άκομψη συμπεριφορά. Οφείλει κανείς να αποδεικνύει ότι καταλαβαίνει ανά πάσα στιγμή τι επιτάσσει το καλό γούστο. Οφείλει να εξασκείται στον Μπαχ καθη-μερινά. Οφείλει να αγοράζει τα τουίντ υφάσματά του στη Σκωτία αλλά να τα ράβει στην Αγγλία.
Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στο Λονδίνο, όλα τα δεδομένα της ζωής της Μαργκερίτ θα ανατραπούν. Θα μπορέσει να υπερα-σπιστεί τον εαυτό της με τα εφόδια που της πρόσ-φερε η maman; Πώς θα αντιμετωπίσει τους μεγαλοεκδότες της Νέας Υόρκης που ερίζουν για την ιστορία της;
Μια ευφυέστατα ψυχρή νουβέλα για την έννοια της υποκρισίας και τα όρια της ανηθικότητας.
Έρση Σωτηροπούλου
Τόπος, Αθήνα. Χρόνος, 2003. Ένας πενηντάρης, πρώην επαναστάτης και νυν επιτυχηµένος σύµβουλος υπουργού, στη µέγκενη της υπαρξιακής κρίσης. Η παραµεληµένη Ιταλίδα σύζυγος. Η καλλίγραµµη ερωµένη. Ο αποξενωµένος έφηβος γιος. Το παιχνίδι των διαψεύσεων. Οι ερωτικές ταυροµαχίες. Οι θαµµένες προσδοκίες και γιατί ένα ποίηµα γίνεται στοίχηµα ζωής.
Ένα διορατικό µυθιστόρηµα για µια κοινωνία που οδεύει στην αναπόφευκτη κατάρρευση.




