Μεταξύ φαντασίας-μύθου και γεγονότος μετακινούνται οι φράσεις, βάτραχοι που φεύγουν ομαδικά απ’ την ξεραμένη λίμνη και πηγαίνουν και γεννάνε νοήματα και μυστικά σε κρυφούς λασπόλακκους ή σε χαμηλά ποτάμια: νέες λέξεις-γυρίνους με πυρακτωμένες ουρές και διαδρομές που φωσφορίζουν. Στην ανυφαντική της διήγησης αυτοί οι γυρίνοι, όταν μεγαλώσουν, γίνονται άλλοτε πρίγκιπες κι άλλοτε νεροκότσυφες. (Από την έκδοση)
Προσοχή εποχιακή διελευση βατραχων
€11.97
Σελίδες: 232
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
LiFO Βιβλία
Βάσος Γεώργας
Οι ταινίες, οι αίθουσες, η ατμόσφαιρα του απαγορευμένου, οι μεγάλοι πορνοστάρ της πρώτης ελληνικής φάσης, οι υποθέσεις των ταινιών του ελληνικού soft-core ξαναζούν, μέσα σε 600 σελίδες και άλλες τόσες γυμνές φωτογραφίες, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά από το αρχείο του Βάσου Γεώργα.
Ελληνική λογοτεχνία
Οδοιπορικό του 1806: Πελοπόννησος – Αττική – Σμύρνη – Κωνσταντινούπολη
Σατωβριάνδος
Τον Αύγουστο του 1806, πίσω από τους υδρατμούς μιας ζεστής μέρας, ο φιλέλληνας Γάλλος λογοτέχνης και θεμελιωτής του γαλλικού ρομαντισμού Σατωβριάνδος θα δει τις ακτές της «Κορφού» (κατοπινής Κέρκυρας). Το πλοίο του έχει ακινητοποιηθεί από την απόλυτη νηνεμία κι αυτός θα απολαύσει από το κατάστρωμα το «πρώτο ηλιοβασίλεμα και την πρώτη νύχτα κάτω από τον ουρανό της Ελλάδας». Έχοντας κάνει κτήμα του την αρχαία γραμματεία, θα διακρίνει στη φωτιά που έχουν ανάψει οι ψαράδες στην απέναντι ακτή «τις Νύμφες να βάζουν φωτιά στο πλοίο του Τηλέμαχου». Από κει θα συνεχίσει καταγράφοντας γλαφυρά την περιήγησή του στην Πελοπόννησο και στην Αττική των αρχών του 19ου αιώνα κατά τη διάρκεια του μεγάλου του ταξιδιού από το Παρίσι στην Ανατολή. Λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821 ο Σατωβριάνδος, μαζί με έναν γενίτσαρο και έναν Μιλανέζο έμπορο, θα περιηγηθεί στις κοιλάδες και στα βουνά του άδενδρου Μοριά: στη μοναξιά της Αρκαδίας, στις ερημιές του Άργους, της Κορίνθου, των Μεγάρων, αλλά και της κάποτε ένδοξης Σπάρτης, συναντώντας παντού αρχαία μνημεία ανάμεσα σε σύγχρονα ερείπια, μαζί με τη φτώχεια και τη δυστυχία ενός λαού που υποφέρει από τον κατακτητή. Στην πλούσια γη της Αττικής, όπου «το κλίμα επιδρά στην αισθητική», θα διαπιστώσει με λύπη πως οι Έλληνες κάτοικοι έχουν αποκοπεί από την ιστορική τους μνήμη και πως ο αρχαίος πολιτισμός διεκόπη βίαια, χωρίς ιστορική συνέχεια. Στο ταξίδι του από την Τζια στη Σμύρνη θα συνοψίσει το ελληνικό του οδοιπορικό σε μια πικρή σκέψη: η Ελλάδα μπορεί να απελευθερωθεί, αλλά το σημάδι απ’ τα δεσμά της δεν θα σβήσει εύκολα.
Ελληνική λογοτεχνία
Ρέα Γαλανάκη
Έντεκα διηγήματα, έντεκα διαφορετικές ματιές στην πραγματικότητα και τον μύθο, στα αισθήματα και τα πάθη, στο όνειρο ή την τιμωρία, στα σύνορα μνήμης και λήθης. Και στα άλλα όμως σύνορα, αυτά που ενώνουν, που χωρίζουν, που σημαίνουν πόλεμο και προσφυγιά. Έντεκα διηγήματα, έντεκα απόπειρες για να ειπωθούν, όσο είναι δυνατόν να ειπωθούν, τα ανείπωτα. Για να ζυγιστεί, όσο κι αν είναι δύσκολο να ζυγιστεί, το σωστό και το λάθος στις ζωές των ηρώων, αλλά και στις δικές μας τις ζωές. Τι σώζει, ή τι στήνει ίσως την παγίδα της μοίρας. Έντεκα διηγήματα, καράβια να μας ταξιδέψουν, να μας κάνουν να σκεφτούμε, να συναισθανθούμε. Να μας πάνε παραπέρα.
Σ’ αυτό το βιβλίο συγκεντρώνονται όλα τα διηγήματα (1984-2018) της Ρέας Γαλανάκη, η οποία, εκτός από το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1999), έχει τιμηθεί και με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (2005).
Ελληνική λογοτεχνία
Σώτη Τριανταφύλλου
Το Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης κυκλοφόρησε το 1996 και συγκαταλέγεται στα πιο διαβασμένα μυθιστορήματα της δεκαετίας του ’90. Η ιστορία διαδραματίζεται στις αρχές της δεκαετίας του ’80, έχοντας ως φόντο τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα εκείνης της εποχής. Όλα εκτυλίσσονται στη διάρκεια επτά ετών. Οι νέοι, ηλικιακά, ήρωες ανακαλύπτουν την αληθινή φιλία, μυούνται σε έναν ροκ τρόπο ζωής και αντικρίζουν το δυσάρεστο πρόσωπο του θανάτου. Κάποιοι θα μεγαλώσουν, άλλοι θα χαθούν για πάντα και μερικοί θα γίνουν «εκστατικά ευτυχισμένοι». Μιλάμε για ήρωες που συναντιούνται, χωρίζουν, αγαπούν, απογοητεύονται, φοβούνται, χορεύουν, πίνουν, γελούν, κλαίνε και ονειρεύονται. Εφήμερες νύχτες, ανέμελες μέρες, αγορά παλιών δίσκων, πικάπ στη διαπασών, ταξίδια με το αυτοκίνητο και πρόσωπα που βρίσκονται σε έκσταση αλλά και σε μια κατάσταση υπέρτατης ευδαιμονίας, χωρίς, όμως, να γίνεται κάτι συγκεκριμένο.
Η ανώνυμη αφηγήτρια του μυθιστορήματος είναι µια νεαρή Ελληνίδα από την Αθήνα που ζει στη Νέα Υόρκη λόγω σπουδών. Μένει μαζί µε την Μπίµπι, που ήρθε από το Σουάν Λέικ του Άρκανσο, και τον Νίκυ, τον οποίο η πρωταγωνίστρια γνωρίζει από τότε που θυμάται τον εαυτό της. Ανάμεσα σ’ αυτούς γνωρίζουμε και τον Ζαχαρία, το αγόρι της Μπίµπι, που παίζει κρουστά µε διάφορα συγκροτήματα της πόλης και που αργότερα µπλέκει µε την ηρωίνη. Επίσης, διαβάζουμε για την εθισμένη στα χάπια Νάνσυ Χόγκαν και τη Χόλλυ Γουίλµερ, η οποία κατοικεί στο γκέτο και συγχρόνως θέλει να δουλέψει στο Μπρόντγουεϊ.
Το Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης είναι μια ιστορία φίλων που εξελίσσεται στις φτωχογειτονιές της Νέας Υόρκης. Η Σώτη Τριανταφύλλου επιχειρεί, με μια γλαφυρή περιγραφή, να εξιστορήσει πώς είναι να φεύγεις από τον τόπο σου και να πηγαίνεις για σπουδές σε μια μητρόπολη. Κατά τη διάρκεια των επτά χρόνων οι ήρωες χορεύουν σε ξέγνοιαστα πάρτι, ακούν πολλή μουσική, ανακαλύπτουν τον έρωτα και την απώλεια, ενηλικιώνονται. Φίλοι που χάνονται στην πόλη και παρασύρονται μέσα σε ατέλειωτα ξενύχτια με αλκοόλ και ναρκωτικά.
Ένα βιβλίο βαθιά μελαγχολικό, το οποίο παρουσιάζει τι σημαίνει να ζεις με ένταση, ενώ ο βασικός άξονάς του εστιάζει σ’ εκείνες τις παρέες που σβήνουν στο πέρασμα του χρόνου. Συγχρόνως, το στοιχείο της πόλης, πολύ έντονο σε αυτό το μυθιστόρημα, παίζει καθοριστικό ρόλο στη διάπλαση συμπεριφορών και αποφάσεων.
Στις σελίδες του τα δάκρυα εναλλάσσονται με τα γέλια, η χαρά με τη λύπη, η συντροφικότητα με τη μοναξιά και, φυσικά, η ζωή με τον θάνατο. Αυτό το βιβλίο είναι μια αφορμή για να συνταξιδέψει ο αναγνώστης με όσους βυθίζονται στις εμπειρίες, μ’ εκείνους που ονειροπολούν, παθιάζονται, ταξιδεύουν, σκέφτονται και γλεντούν με τις «μικρές χαρές».
Αναμφισβήτητα πρόκειται για έναν ύμνο στη φιλία, στη νοσταλγία, στη μνήμη και στην απώλεια. Ένα συγκινητικό λογοτεχνικό χρονικό για τις παρέες που μας καθορίζουν αλλά και τους ανθρώπους που αφήνουν πάνω μας ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους κάποια στιγμή της ζωής μας, ένα «Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης».
Γιάννης Πανταζόπουλος
Ελληνική λογοτεχνία
Μαρία Ιορδανίδου
Το βιβλίο που αγάπησαν πολλοί είναι ένας ύμνος στην κουζίνας της Μικράς Ασίας. Η δυναμική Λωξάνδρα, μια σπουδαία μαγείρισσα και μια ασύγκριτη οικοδέσποινα, μας μαθαίνει μέχρι σήμερα πώς γίνονταν οι ντολμάδες, πότε είναι η εποχή για κάθε ψάρι, κάθε φαγητό, τι έτρωγαν μετά τα λουτρά και πώς στόλιζαν τα σπίτια τους οι νοικοκυρές της Πόλης για τις γιορτές. Αξίζει να διαβαστεί ξανά απ’ όσους αγαπούν την κουζίνα της Ανατολής.
Ελληνική λογοτεχνία
Βίκυ Τσελεπίδου
Πότε πεθαίνει ένας άνθρωπος; Ως τι εξακολουθεί να ζει αν χάσει τη μνήμη και την προσωπικότητά του; Κατά πόσο η γλώσσα ενυπάρχει σε όλα και κατά πόσο εμείς μέσα της; Πώς βρίσκει κανείς τη θέση του σε έναν κόσμο που συνεχώς ρέει; Υπάρχει άραγε κάποιο φωτεινό σημάδι στον ουρανό που να οδηγεί τα βήματά μας;
Ο Μεγάλος Σκύλος βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο του νυχτερινού ουρανού και περιλαμβάνει το πιο λαμπρό άστρο του στερεώματος, τον Σείριο. Στην ελληνική μυθολογία ο αστερισμός αναπαριστά τον Σκύλο του κυνηγού Ωρίωνα που καταδιώκει τον Λαγό. Μυθολογικές δοξασίες των Ρωμαίων συνδέουν τον Μεγάλο Σκύλο με τον Κέρβερο της Κόλασης.
Ένα βιβλίο που ψηλαφεί τη σχέση του εγώ με τον τόπο και τον χρόνο και αναδεικνύει τη μνήμη ως μοναδικό όπλο άμυνας απέναντι στην τρωτότητά μας. Ένα βιβλίο για το πέρασμα από το φως στο σκοτάδι και τανάπαλιν. Για αυτό το μάταιο, συνεχές –και κατ’ ουσίαν απερίγραπτο– πηγαινέλα μας.
Ελληνική λογοτεχνία
Μαρία Στεφανοπούλου
Τι θέση έχει το επαναλαμβανόμενο έγκλημα στην καθημερινότητα ενός πολέμου που διαρκεί – εθνικοαπελευθερωτικού, εμφυλίου, κοινωνικού ή ατομικού πολέμου για την επιβίωση; Ποιο είναι το νόημα της θυσίας των αμάχων, όταν πρόκειται για ανυποψίαστα θύματα αντιποίνων;
Στις 13 Δεκεμβρίου 1943, στα Καλάβρυτα, οι Γερμανοί διαπράττουν αντίποινα εκτελώντας όλο τον άμαχο αντρικό πληθυσμό. Μένουν οι γυναίκες για να θάψουν τους άντρες. Η Μαριάνθη και η κόρη της η Μαργαρίτα εγκαταλείπουν την πόλη. Η Λευκή, γιατρός, κόρη της Μαργαρίτας γεννημένη το 1955, έχει στοιχειωθεί από το πολεμικό αυτό έγκλημα και ζει στη σκιά του παππού της, του Άθου, συζύγου της Μαριάνθης, δασονόμου της επαρχίας Καλαβρύτων. Αφοσιώνεται στον πόνο και στη θεραπεία των ασθενών της και στη διερεύνηση του ναζιστικού φονικού. Είναι όμως ο Άθος πράγματι ένας από τους δεκατρείς επιζώντες της ομαδικής εκτέλεσης;
Ο κόσμος της σκιάς, όπως στα δασικά μονοπάτια όπου περιπλανιέται ο Άθος, νεκρός ή ζωντανός (μυστήριο που μόνον η πράξη της γραφής μπορεί να φωτίσει), συντροφεύει εδώ τα πρόσωπα της αφήγησης. Οι ήρωες αυτοί, δέσμιοι ενός άπιαστου ονείρου, σκέφτονται πάντοτε το κακό αδιαχώριστα από το θαύμα της ομορφιάς, με όρους τραγικούς, γι’ αυτό ίσως και λυτρωτικούς: ο πόλεμος κυοφορεί την ειρήνη, ο θάνατος τη ζωντανή μνήμη, ο αφανισμός το αίσθημα της ελευθερίας. Μόνο το φάσμα της εκδίκησης μένει στείρο και τυφλό, χωρίς έξοδο στην απέναντι όχθη.
Ο «επιζών» Άθος και ο κόσμος της σκιάς και της περισυλλογής μέσα στον οποίο η Λευκή τον επινόησε και τον εξιστορεί ανήκει μάλλον στο χώρο της εσωτερικής εμπειρίας. Ο Άθος είναι ο τρίτος άνθρωπος: ούτε θύμα ούτε ένοχος (παλεύει και με τα δυο), ούτε δεξιός ούτε αριστερός, αντιήρωας μιας ηρωικής εποχής, ή απλώς ήρωας παντός καιρού.
Ελληνική λογοτεχνία
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
«Κάτω εις το βάθος, εις τον λάκκον, εις το βάραθρον, ως κελάρυσμα ρύακος εις το ρεύμα, φωνή εκ βαθέων αναβαίνουσα ως μύρον, ως άχνη, ως ατμός, θρήνος, πάθος, μελωδία, ανερχομένη επί πτίλων αύρας νυκτερινής, αιρομένη μετάρσιος, πραεία, μειλιχία, άδολος, ψίθυρος, λιγεία, αναρριχωμένη εις τας ριπάς, χορδίζουσα τους αέρας, χαιρετίζουσα το αχανές, ικετεύουσα το άπειρον, παιδική, άκακος, ελισσομένη, φωνή παρθένου μοιρολογούσης, μινύρισμα πτηνού χειμαζομένου, λαχταρούντος την επάνοδον του έαρος». [Ο ξεπεσμένος δερβίσης, 1896]Σαν τον ήχο του νάι που παίζει στους δρόμους της Αθήνας ο ξεπεσμένος δερβίσης στο ομώνυμο διήγημα, έτσι ακούγεται και η φωνή του Παπαδιαμάντη (1851-1911), αυτού του άρχοντα της ελληνικής γλώσσας, στα 23 αριστουργηματικά διηγήματα που ανθολογούνται στον παρόντα τόμο. Αυτό το καλαμένιο νάι που παίζει ο ξένος μουσουλμάνος, όπως ακριβώς και η φωνή του Παπαδιαμάντη, «κατά δύο κοκκίδας διαφέρει διά να είναι το “ναι”, όπου είπεν ο Χριστός. Το “ναι” το ήμερον, το ταπεινόν, το πράον, το “ναι” το φιλάνθρωπον».
Ελληνική λογοτεχνία
Κωνσταντίνος Λ. Τσιτσελίκης
Ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης γεννήθηκε το 1882 στην –τότε οθωμανική– Κοζάνη. Νομικός, με πλούσιες σπουδές στην Αθήνα, στην Κωνσταντινούπολη, στη Βιέννη και στη Λειψία, υπήρξε επίσης δραστήριος δημοσιογράφος. Διετέλεσε βουλευτής για δύο πολύ κρίσιμα χρόνια του διχασμού. Άφησε πρωτότυπο σε σκέψη και μορφή έργο, με κείμενα λογοτεχνικά, λαογραφικά, ιστορικά.
Διαβάζοντάς τον βλέπει κανείς ότι είναι ένας σύγχρονός μας, που παίζει στα δάχτυλα τα γλωσσικά επίπεδα, γνωρίζει σε βάθος τα ήθη και τις ιστορικές συγκυρίες, ψυχογραφεί όσο λίγοι τους άντρες και τις γυναίκες, τους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς. Ο κοσμοπολίτης Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης είναι μια περίπτωση λησμονημένου συγγραφέα που λαμπρύνει την εξαιρετική παράδοση της διηγηματογραφίας μας.
LiFO Βιβλία
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
Eίχα έναν φίλο που πέθανε η μάνα του απότομα, από καρδιά. Ήταν περίεργο παιδί και δεν έκλαψε καθόλου, ούτε με το πρώτο σοκ ούτε μετά – στις εκκλησίες και στους τάφους. Ήταν κλειστός σαν πέτρα, γιατί την αγαπούσε πολύ.
Το βράδυ που έφυγαν οι επισκέπτες από το σπίτι (σχεδόν τους έδιωξε), εξαντλημένος άνοιξε το ψυγείο. Σε ένα τάπερ βρήκε γεμιστά. Τα είχε μαγειρέψει η μάνα του μια μέρα πριν πεθάνει.
Έκατσε στο τραπέζι, μόνος, και άρχισε να τρώει. Ένιωσε κάτι υπόκωφο να του χτυπάει τα σωθικά: η οικειότητα αυτής της γεύσης. Το ρύζι, η ντομάτα, το συγκεκριμένο λάδι, ο συγκεκριμένος άνηθος – αυτό το μείγμα που ανήκε αποκλειστικά στη μάνα του.
Τότε μόνο τον πήραν τα κλάματα. Έκλαιγε κι έτρωγε, σιγά-σιγά, για να μην τελειώσουν γρήγορα τα γεμιστά του. Μέχρι που τέλειωσαν.
________________
Η επώδυνη ενηλικίωση ενός αγοριού στην επαρχία της δεκαετίας του ’60 και του ’70, η παράξενη άνθηση της σεξουαλικότητας, το μπούλινγκ, οι μαγικοί κόσμοι που αναγκάστηκε να εξυφάνει στη μοναξιά του, η ειδυλλιακή εικόνα ενός νησιού που από πίσω κρύβει καταπίεση και φοβο.
Η δειλή του επανάσταση στην εφηβεία και η μεγάλη του απόδραση στην Αθήνα. Ο τρόπος που προσπάθησε να φτιάξει τη ζωή του, δίχως τις ετοιμες λύσεις της πολιτικής ή της θρησκείας – ακολουθώντας το ένστικτό του και παρατηρώντας σχεδόν με ωμότητα το παίγνιο μιάς κοινωνίας υπό διάλυση.
________________
Το νέο βιβλίο του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο – δίχως αναστολές και δίχως απολογίες. Με σχεδόν εργαστηριακό βλέμμα καταγράφει την αγριότητα και την ομορφιά που ενυπάρχουν σε κάθε ζωή · τα τεχνάσματα και τα κατά συνθήκην ψεύδη που χύνονται σαν μέλι στην παντόφλα της δημοσιογραφίας και των social media.
Κυρίως όμως το βιβλίο αυτό είναι ένα tour de force ως προς το ύφος του ― με μια γλώσα μεστή και δωρική, αστραφτερή σαν λάμα και γεμάτη ποιητικές αντηχήσεις.
Είναι μια απόλαυση να το διαβάζεις: τόσο το πρώτο μέρος που συγκεφαλαιώνει τις αφηγήσεις του Νησιού· όσο και το δεύτερο μέρος που μιλά για τον ερχομό στην μεγάλη πόλη.
______________
Ελληνική λογοτεχνία
Μαρία Ξυλούρη
Σε κάποιους τόπους, οι άνθρωποι έστηναν γύρω από τους τάφους πέτρες σε σχήμα καραβιού, πέτρινα πλοία για να πάνε τους νεκρούς στον άλλο κόσμο. Για τους ζωντανούς, τα πλοία αυτά γίνονταν τόποι συνάντησης και τελετουργίας. Τα διηγήματα αυτής της συλλογής, δεκαπέντε ιστορίες για νησιά κυριολεκτικά ή μεταφορικά, σε θάλασσες πραγματικές ή φανταστικές, είναι πέτρινα πλοία με τον τρόπο τους: αφηγήσεις για ανθρώπους και τόπους που χάνονται, για τα ίχνη τους που κάποτε σβήνουν, και για όσους μένουν πίσω να θυμούνται.
Λένε κάποιοι πως η θάλασσα είναι απλώς ένας καθρέφτης. Τα νησιά δεν είναι παρά αντανακλάσεις των αστεριών? ο ωκεανός, ο ουρανός αντίστροφα. Γι’ αυτό και, όταν έχεις χαθεί στη θάλασσα, αρκεί να σηκώσεις τα μάτια στον ουρανό και τ’ αστέρια θα σου δείξουν τον δρόμο. Στο τέλος, θα χρειαστεί κάποιος να στραγγίξει τον ωκεανό για ν’ ανασύρει τα πτώματα. (απόσπασμα από το βιβλίο)
Ελληνική λογοτεχνία
Μιχάλης Μοδινός
Δυο εποχές, δυο ζωές, δυο αποδράσεις, δυο ουτοπίες εντέλει, συγκλίνουν στον ίδιο μυθικό τόπο με χρονική απόσταση τριών αιώνων. Ένας καρδιτσιώτης γεωπόνος, ο Γαβριήλ, με τη ζωή του στερημένη νοήματος μετά από τη χρεωκοπία της επιχείρησής του, τη διάλυση του γάμου του και την τοξική ατμόσφαιρα που επικρατεί στη χώρα, θα επιχειρήσει μια καινούργια αρχή μέσω του ιδεατού έρωτα και της απόκτησης μιας φάρμας στην άγνωστη, εξωτική στον νου του Παραγουάη.
Παράλληλα με τη βίωση της νέας ανθρωπογεωγραφίας, ωστόσο, θα ανασυγκροτήσει, στα ιστορικά συμφραζόμενα του 18ου αιώνα, την πορεία ενός μακρινού προγόνου του από την Πίνδο, που είχε καταφύγει στον ίδιο προορισμό, μέσα στις κοσμογονικές πολιτισμικές ανακατατάξεις που συνέβαιναν τότε στον λατινοαμερικανικό κόσμο. Οι δυο ζωές επινοούνται εξαρχής, συγκλίνουν και αλληλογονιμοποιούνται.
Οικουμενική, περιπετειώδης και διαδραστική, η Παραγουάη του Μιχάλη Μοδινού είναι ταυτοχρόνως διάνοιξη νέων οριζόντων, ιστορική και γεωγραφική αναδίφηση, χειρουργική τομή στα αίτια και τα όρια της ανθρώπινης φυγής – μια πραγματεία για την υπαρξιακή σχέση μας με την άγρια ή καθημαγμένη φύση.